Γράφει ο Χαράλαμπος Μπούσιας, Υμνογράφος
Ὁ ὅσιος Σάββας ὁ «ἐν τῇ νήσῳ», ὅπως ἀναφέρουν στὴν
Ἀπόλυση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν οἱ Ἰωαννῖτες ἱερεῖς, εἶναι μιὰ ἐξέχουσα
πνευματικὴ προσωπικότητα, ἡ ὁποία ἔλαμψε στὸ νοητὸ τῆς Ἐκκλησίας
στερέωμα στὰ τέλη τοῦ δεκάτου πέμπτου καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ δεκάτου ἔκτου
αἰῶνος. Εἶναι ὁ πνευματικὸς πατέρας τῶν αὐταδέλφων ὁσίων, τῶν θαυμαστῶν
Ἀψαράδων, Θεοφάνους καὶ Νεκταρίου, οἱ ὁποῖοι ἔκτισαν τὸ περίφημο
μοναστήρι τοῦ Βαρλαὰμ στὴν ἅγια λιθόπολη τῶν Σταγῶν, στὸ πέτρινο δάσος
τῶν Μετεώρων, ποὺ ὅταν τὸ πρωτοαντίκρισαν ἐκστατικοὶ μαζὶ μὲ τὴ
δοξολογία τοῦ Δημιουργοῦ, ὁ ὁποῖος τὰ πάντα «ἐν σοφίᾳ ἐπόιησε»(Ψαλμ.
103, 24), ἀναρωτήθηκαν: «Τίς δώσει πτέρυγας ὡσεὶ περιστερᾶς καὶ
πετασθήσομαι καὶ καταπαύσω» (Ψαλμ. 54, 7). Αὐτοὶ μὲ τὴν θεοκίνητη
γραφίδα τους μᾶς διέσωσαν καὶ τὸ βίο, τὶς ἀρετὲς καὶ τὰ θαυμάσια τοῦ
μεγάλου αὐτοῦ ἐρημίτη τῆς νήσου τῆς γαλήνιας λίμνης τῶν Ἰωαννίνων.
Ὁ θαυμαστὸς ἀσκητὴς Σάββας, τὸν ὁποῖο
περιγράφουν ὡς «ὅσιον ἄνδρα, γηραιὸν συνέσει καὶ ἡλικίᾳ καὶ πάσῃ
κεκοσμημένον ἀρετῇ» ὑπῆρξε ὄχι μόνο συνώνυμος τοῦ «ἡγιασμένου» ἐρημίτου
τῆς Ἰουδαίας, ἀλλὰ καὶ κατὰ πάντα ἐφάμιλλος τῶν κατορθωμάτων του. Αὐτὸ
ἀποδεικνύουν καὶ τὰ ἐπακολουθήσαντα τὴν κοίμησή του θαυμαστὰ σημεῖα τὰ
βεβαιοῦντα τὴν δόξα ποὺ τὸν περίμενε στοὺς οὐρανούς, δόξα ποὺ περιβάλλει
ὅλους αὐτοὺς ποὺ μὲ τὴν ὁσιακή τους βιοτὴ εὐαρέστησαν στὸ Θεό μας.
Ὁ ὅσιος Σάββας ὑπῆρξε γόνος
ἀρχοντικῆς οἰκογενείας.