[Μαρκ. 9,42: 10,1]
«Ἀπό μικρό παιδί ὅλο στίς ἁμαρτίες ἤμουνα», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, στήν πνευματική του Διαθήκη, ἡ ὁποία ἐπιγράφεται «Ἐν Καυσοκαλυβίοις, τῇ 4ῃ/17ῃ Ἰουνίου 1991»[1]. Ὁ Ὅσιος Γέροντας διαισθανόμενος τό τέλος του ἐπῆγε τό ἔτος 1991 στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου στίς 2 Δεκεμβρίου ἐκοιμήθη στήν καλύβη του, στόν Ἅγιο Γεώργιο Καυσοκαλυβίων. Καί τήν ἐπιστολή αὐτή, πού εἶναι ἡ πνευματική του διαθήκη, τήν ἄφησε ὡς πνευματική παρακαταθήκη. Τήν ὑπαγόρευσε τόν Ἰούνιο σέ ἕναν ἀπό τούς μοναχούς τῆς συνοδείας του. Καί μέσα ἀπό αὐτή φαίνεται τό πνεῦμα τό ταπεινό, τό πνεῦμα τῆς μετανοίας, τό πνεῦμα τῆς πλήρους ἄφεσης, τοῦ ἀφήματος στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
«Τώρα πού ἀκόμα ἔχω τάς φρένας μου σώας θέλω νά σᾶς πῶ μερικές συμβουλές», λέει ὁ Ἅγιος. «Ἀπό μικρό παιδί ὅλο στίς ἁμαρτίες ἤμουνα». Ἀρχίζει δηλαδή ὁ Ἅγιος νά κατακρίνει τόν ἑαυτό του. «Καί ὅταν μέ ἔστελνε ἡ μητέρα μου νά φυλάξω τά ζῶα στό βουνό, γιατί ὁ πατέρας μου, ἐπειδή ἤμασταν φτωχοί, εἶχε πάει στήν Ἀμερική γιά νά ἐργαστεῖ, ἐκεῖ πού ἔβοσκα τά ζῶα συλλαβιστά διάβαζα τόν βίο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλλυβίτου. Καί πάρα πολύ ἀγάπησα τόν Ἅγιο Ἰωάννη καί ἔκανα πάρα πολλές προσευχές σάν μικρό παιδί πού ἤμουνα 12-15 χρονῶν, δέν θυμᾶμαι ἀκριβῶς καλά. Καί θέλοντας νά τόν μιμηθῶ μέ πολύ ἀγῶνα ἔφυγα ἀπό τούς γονεῖς μου κρυφά καί ἦλθα στά Καυσοκαλύβια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ὑποτάχτηκα σέ δυό γέροντες αὐταδέλφους, Παντελεήμονα καί Ἰωαννίκιο»[2]. Ἀπό πολύ μικρή ἡλικία ὁ Ἅγιος ἄφησε τόν κόσμο καί ἦρθε στό Ἅγιον Ὄρος, μιμούμενος τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Καλυβίτη.
«Μοῦ ἔτυχε», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «οἱ δύο αὐτοί γέροντες νά εἶναι πολύ εὐσεβεῖς καί ἐνάρετοι, καί τούς ἀγάπησα πάρα πολύ, καί γι' αὐτό μέ τήν εὐχή τους τούς ἔκανα ἄκρα ὑπακοή. Αὐτό μέ βοήθησε πάρα πολύ. Αἰσθάνθηκα καί μεγάλη ἀγάπη καί πρός τόν Θεό καί πέρασα πάρα πολύ καλά. Ἀλλά, κατά παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, γιά τίς ἁμαρτίες μου, ἀρρώστησα πολύ καί οἱ Γέροντές μου μοῦ εἶπαν νά πάω στούς γονεῖς μου, στό χωριό μοῦ στόν Ἅγιο Ἰωάννη Εὐβοίας. Καί ἐνῶ ἀπό μικρό παιδί εἶχα κάνει πολλές ἁμαρτίες, ὅταν ξαναπῆγα στόν κόσμο, συνέχισα τίς ἁμαρτίες οἱ ὁποῖες μέχρι σήμερα ἔγιναν πάρα πολλές»[3]. Βλέπουμε ἐδῶ ἀνάγλυφο τό πνεῦμα τῆς μετανοίας καί τῆς αὐτοκατάκρισης, τῆς αὐτομεμψίας. Καί δέν εἶναι βέβαια αὐτά σχήματα λόγου, ἀλλά ὁ Ἅγιος τά πιστεύει καί τά ζεῖ αὐτά ὅλα, ἔχει τήν συνείδηση ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός. Γιατί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μπροστά στόν Θεό εἴμαστε ἁμαρτωλοί, πολύ μάλιστα ἁμαρτωλοί. Γιατί ἔχουμε μέσα μας τήν κληρονομιά ὅλου τοῦ Ἀδάμ, ὅλο τό κακό ἀπό τόν προπάτορά μας Ἀδάμ, καί μέσω ὅλων τῶν γενεῶν μέχρι σέ μᾶς τό ἔχουμε ὅλο μέσα μας καί δυνάμει ἔχουμε ὅλες τίς ἁμαρτίες.
«Ὁ κόσμος ὅμως», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «μέ πῆρε ἀπό καλό καί ὅλοι φωνάζουνε ὅτι εἶμαι ἅγιος. Ἐγώ ὅμως αἰσθάνομαι ὅτι εἶμαι ὁ πιό ἁμαρτωλός ἄνθρωπος τοῦ κόσμου. Ὅσα ἁμαρτήματα ἐνθυμόμουνα, βεβαίως τά ἐξομολογήθηκα, καί γνωρίζω ὅτι γι’ αὐτά πού ἐξομολογήθηκα μέ συγχώρησε ὁ Θεός. Ἀλλ' ὅμως τώρα ἔχω ἕνα συναίσθημα, ὅτι καί τά πνευματικά μου ἁμαρτήματα εἶναι πάρα πολλά, καί παρακαλῶ ὅσοι μέ ἔχετε γνωρίσει νά κάνετε προσευχή γιά μένα, διότι καί ἐγώ ὅταν ζοῦσα, πολύ ταπεινά ἔκανα προσευχή γιά σᾶς»[4]. Παρακαλεῖ τά πνευματικά του παιδιά καί τούς ἀνθρώπους ὅλους νά προσεύχονται γι' αὐτόν μέ πάρα πολύ μεγάλη ταπείνωση καί μιλάει γιά τά πνευματικά του ἁμαρτήματα. Πιθανῶς ὁ Ἅγιος νά ἐννοεῖ αὐτά ὅλα πού ὑπάρχουν στό βάθος τῆς ψυχῆς μας ὡς σπόρος, ὡς κάτι τό ὁποῖο βεβαίως δέν ἐνεργοποιεῖται, ἀλλά ὑπάρχει ὅμως, διάφορες βαθιές κακές ἐπιθυμίες ἤ ροπές, πού ἔχουμε ὡς κληρονομιά ἀπό ὅλον τόν Ἀδάμ, ἀπό ὅλους τούς προπάτορές μας. Ἤ ἀκόμη μπορεῖ νά ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος καί τίς ἁμαρτίες πού εἶναι οἱ λεγόμενες τῆς ἐλλείψεως. Γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν σφάλλει μόνο ὅταν κάνει τό κακό, ἀλλά καί ὅταν, ἐνῶ ἔχει τήν δυνατότητα νά κάνει τό καλό, δέν τό κάνει ἤ δέν τό κάνει στόν βαθμό πού θά μποροῦσε νά τό κάνει. Καί αὐτό πάλι εἶναι μιά ἁμαρτία ἐλλείψεως. Ὁ Ἅγιος παρακολουθοῦσε ἑπομένως τόν ἑαυτό του, ἐπεσήμαινε τά ἁμαρτήματά του, ἐξομολογεῖτο ὅπως λέει καί βίωνε τό μυστήριο τῆς μετανοίας καί ἔκανε βαθιά ἐνδοσκόπηση καί ἔβλεπε τά βάθη τῆς ψυχῆς του καί πόσο εἴμαστε ταλαιπωρημένοι καί μολυσμένοι ἀπό τήν πτώση, ἀπό τήν φθορά καί ἀπό τήν ἁμαρτία πού εἰσῆλθε στό ἀνθρώπινο γένος.
«Τώρα ὅμως», λέει ὁ Ἅγιος, «πού θά πάω γιά τόν οὐρανό, ἔχω τό συναίσθημα ὅτι ὁ Θεός θά μοῦ πεῖ: τί θέλεις ἐσύ ἐδῶ; Ἐγώ ἕνα ἔχω νά τοῦ πῶ: Δέν εἶμαι ἄξιος, Κύριε, γιά ἐδῶ, ἀλλ' ὅ,τι θέλει ἡ ἀγάπη Σου ἄς κάμει γιά μένα. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα δέν ξέρω τί θά γίνει. Ἐπιθυμῶ ὅμως νά ἐνεργήσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ»[5]. Βλέπουμε πόσο ταπεινά ὁμιλεῖ γιά τόν ἑαυτό του, παρόλο πού εἶναι γεμάτος ἀπό τήν Θεία Χάρη καί τά ἅγια χαρίσματα, τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Ὅπως καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε, δέν μέ καταδικάζει γιά κάτι ἡ συνείδησή μου, «ἀλλ' οὐκ ἐν τούτῳ δεδικαίωμαι»[6], δέν εἶναι βέβαιο ὅτι θά δικαιωθῶ. Γιατί ἀλλιῶς κρίνουμε ἐμεῖς καί ἀλλιῶς κρίνει ὁ Θεός. Ἀφήνεται ὅμως ὁ Ἅγιος Πορφύριος στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καί παρακαλεῖ νά ἐνεργήσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἡ δικαιοσύνη. Ἄν καί τά δύο αὐτά οὐσιαστικά εἶναι ἕνα, καί ὁ Ἅγιος καί δίκαιος Θεός ὅταν ἐνεργεῖ μέ τήν δικαιοσύνη, πάλι ἐνεργεῖ μέ τήν ἀγάπη, καί φυσικά εἶναι οἱ δύο ὄψεις τοῦ ἴδιου πράγματος. 10,30
«Πάντα εὔχομαι», λέει ὁ Ἁγιος, «τά πνευματικά μου παιδιά νά ἀγαπήσουν τόν Θεό, πού εἶναι τό πᾶν, γιά νά μᾶς ἀξιώσει νά μποῦμε στήν ἐπίγειο ἄκτιστο Ἐκκλησία Του. Γιατί ἀπό ἐδῶ πρέπει νά ἀρχίσουμε»[7]. Ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος νά μεταμορφωθοῦμε, νά μετανοήσουμε πραγματικά, νά καθαριστοῦμε καί νά φωτιστοῦμε. Ἔτσι νά γίνουμε μέλη τῆς ἐπίγειας ἄκτιστης Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἄκτιστη γιατί εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἔχει κεφαλή τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἄκτιστος καί αἰώνιος. Καί εὔχεται ὅλοι μας νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό, γιατί αὐτή εἶναι ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τό θεμέλιο τῆς σωτηρίας. Ὅταν κανείς ἀγαπᾶ τόν Θεό, τηρεῖ τίς ἐντολές καί ὅταν τηρεῖ τίς ἐντολές, ἔχει τίς προϋποθέσεις τῆς σωτηρίας, γιατί ἔχει τήν ζωντανή πίστη. Καί ὅποιος πιστεύει πραγματικά, δηλαδή τηρεῖ τίς ἐντολές καί ἔχει βαπτιστεῖ ὀρθοδόξως, αὐτός καί σώζεται, κατά τό «πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται»[8].
«Ἐγώ πάντα εἶχα τήν προσπάθεια νά προσεύχομαι καί νά διαβάζω τούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας, τήν Ἁγία Γραφή καί τούς βίους τῶν Ἁγίων μας καί εὔχομαι καί ἐσεῖς νά κάνετε τό ἴδιο». Ὅπως ἔλεγε αὐτό εἶναι τό «Πανεπιστήμιο τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὕμνοι καί ὅλα αὐτά πού ἔχουμε μέσα στή λατρεία καθώς καί ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ νοερά προσευχή, ὅλοι αὐτοί οἱ θησαυροί δέν πρέπει νά μένουν ἀναξιοποίητοι. Παρακαλεῖ ὁ Ἅγιος καί ἐμεῖς νά κάνουμε τό ἴδιο νά μελετοῦμε τήν Ἁγία Γραφή τούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας καί προπάντων νά προσευχόμαστε συνεχῶς.
«Ἐγώ προσπάθησα μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ νά πλησιάσω τόν Θεό καί εὔχομαι καί ἐσεῖς νά κάνετε τό ἴδιο. Παρακαλῶ ὅλους σας νά μέ συγχωρέσετε γιά ὅ,τι σᾶς στεναχώρησα», καταλήγει ὁ Ἱερομόναχος Πορφύριος καί πολύ ταπεινά κλείνει αὐτή τήν πνευματική του παρακαταθήκη διδάσκοντας καί ἐμᾶς νά ζητοῦμε συγγνώμη καί ἀπό τόν Θεό, ἀλλά καί ἀπό τούς ἀνθρώπους. «Ἐν Καυσοκαλυβίοις, τῇ 4ῃ/17ῃ Ἰουνίου 1991». Βλέπουμε πώς ὁ Ἅγιος βίωνε αὐτό τό μυστήριο τῆς μετανοίας. Τρία πράγματα ὑπάρχουν λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωσήφ ὁ Βρυέννιος πού ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἕνα ἀπό αὐτά δέν μπορεῖ νά μετανοήσει καί δέν δέχεται ὁ Θεός τήν προσευχή του. Πρῶτον ἄν ὑπερηφανεύεται, δεύτερον ἄν δέν ἔχει ἀγάπη καί εἶναι μνησίκακος καί τρίτον ἐάν κατακρίνει τόν συνάνθρωπο τοῦ. Ὁ Ἄγιςο Πορφύριος ὅπως καί ὁ Ἅγιος Διονύσιος πού γιορτάζουμε σήμερα ἦταν ἀνεξίκακοι, ἀμνησίκακοι, ὅπως καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι, δέν κατέκριναν τούς συνανθρώπους τους, δέν ὑπερηφανεύονταν. Ὁ Ἅγιος Διονύσιος συγχώρησε τόν φονιᾶ τοῦ ἀδερφοῦ του καί ἔτσι λαμπρυνθεῖ καί ἔγινε πρότυπο καί σε μας συγχωρητικότητας καί ἀμνησικακίας. Ὁ μνησίκακος δέν μπορεῖ ποτέ νά μετανοήσει πραγματικά, οὔτε ὁ ὑπερήφανος, οὔτε αὐτός ὁ ὁποῖος κατακρίνει τούς ἄλλους. Ὅλοι οἱ ἐξομολόγοι, οἱ πατριάρχες, οἱ ἀρχιερεῖς καί ὅλος ὁ κόσμος νά σέ συγχωρέσει λέει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός εἶσαι ἀσυγχώρητος, ἄν δέν μετανοήσεις ἔμπρακτα. Ἀποφάσισε νά ἀλλάξεις τήν ζωή σου, νιῶσε ντροπή πού στηρίχθηκες τόσο καιρό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ λέει καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καί ὁμολόγησε μπροστά στό Θεό τίς ἁμαρτίες σου καί εὐχαρίστησε τον γιά τήν μεγάλη ὑπομονή μέ τήν ὁποία σέ περίμενε μέχρι τώρα καί δέν σέ καταδίκασε στόν Ἅδη ἐσύ πού ἀκολούθησες τό παράδειγμα τοῦ ἀσώτου Υἱοῦ μέ τό νά ἁμαρτήσεις, ἀκολούθησε ἀκόμα, καί τό παράδειγμα του μέ τό νά μετανοήσεις. Νά ξέρεις ὅτι τά μέρη τῆς μετανοίας εἶναι τρία, συντριβή, ἐξομολόγηση καί ἱκανοποίηση. Ὁ ἄνθρωπος δηλαδή θά πρέπει νά συναισθανθεῖ τίς ἁμαρτίες του καί νά συντριβεῖ νά ἐξομολογηθεῖ τίς ἁμαρτίες του στόν πνευματικό καί νά κάνει τόν κανόνα πού θά τοῦ βάλει ὁ πνευματικός αὐτή εἶναι ἡ ἱκανοποίηση. Νά διορθωθεῖ καί νά μήν ἐπαναλάβει τό κακό ἀλλά νά κάνει τό ἀντίθετο καλό. Ἡ μετάνοια πού εἶναι τρομερή καί φοβερή στόν ἁμαρτωλό, εἶναι φάρμακο τῶν πλημμελημάτων, ἐξαφάνιση τῶν παρανομιῶν, ἐξάλειψη τῶν δακρύων, παρρησία πρός τόν Θεό, ὅπλο κατά τοῦ διαβόλου, μάχαιρα πού κατακόβει τό κεφάλι τοῦ διαβόλου δηλαδή, ἐλπίδα σωτηρίας, ἐξάλειψη τῆς ἀπογνώσεως». Αὐτά λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. Αὐτή, λέγει, ἀνοίγει τόν οὐρανό, αὐτή ὁδηγεῖ μέσα στόν παράδεισο, αὐτή κατανικᾶ τόν διάβολο. Ἡ μετάνοια εἶναι θεραπευτικό ἰατρεῖο τῆς ἁμαρτίας, εἶναι δῶρο οὐράνιο, δύναμη θαυμαστή χάρη πού νικᾶ τίς συνέπειες τῶν νόμων. Γι' αὐτό δέν ἀπορρίπτει τόν πόρνο, δέν διώχνει τόν μοιχό, δέν ἀποστρέφεται τόν μέθυσο, δέν σιχαίνεται τόν βλάσφημο, οὔτε τόν ἀλαζόνα ἀλλά ὅλους τους μεταβάλλει γιατί ἡ μετάνοια εἶναι χωνευτήρι τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τραῦμα, ἡ μετάνοια εἶναι φάρμακο. Ὅπως ἀκριβῶς γιά τό σῶμα, λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ὑπάρχουν τραύματα καί φάρμακα, ἔτσι καί γιά τήν ψυχή ὑπάρχουν ἁμαρτήματα καί μετάνοια. Ἀλλά ἡ ἁμαρτία ἔχει τήν ντροπή, ἐνῶ ἡ μετάνοια ἔχει τήν παρρησία. Καί ὁ ἄνθρωπος πού μετανοεῖ ἔχει πράγματι παρρησία πρός τόν Θεό. Ἡ μετάνοια εἶναι τό φάρμακο γιά τίς πληγές τῆς ἁμαρτίας. Τρία πράγματα συνιστοῦν τήν ἀληθινή μετάνοια. Πρῶτον, στήν καρδιά συντριβή. Δεύτερον, στό στόμα ἐξομολόγηση, καί τρίτον, στό βίο διόρθωση. Μετά μέ τήν μετάνοια σβήνουμε κάθε ἁμαρτία στό ἄπειρο πέλαγος τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[2] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[3] Ὅ.π.
[4] Ὅ.π.
[5] Ὅ.π.
[6] Α΄Κορ. 4, 4.
[7] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[8] Μᾶρκ. 16, 16.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου