Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ὁ Ὁποῖος γιά τήν σωτηρία μας προδόθηκε καί βασανίστηκε καί σταυρώθηκε, εἶναι πρότυπο γιά τήν δική μας ζωή. «Πολλοί ἄνθρωποι, μέ τήν λαχτάρα γιά τόν Χριστό, μέ τήν δύναμη πού πῆραν ἀπό τόν Χριστό, ξέφυγαν ἀπό τίς παγίδες τοῦ ἀντιθέτου, τοῦ διαβόλου. Ἀντίθετα ἄλλοι, ὅπως ὁ Ἰούδας, πού ἀκούσαμε στήν εὐαγγελική περικοπή, ἔπεσαν θύματά του. «Πολλοί ἄνθρωποι», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «καί μάλιστα χριστιανοί, δέν δέχονται καθόλου τήν ὕπαρξη τοῦ δαίμονα. Τό δαιμόνιο, ὅμως δέν μπορεῖς νά τό ἀρνηθεῖς», λέει ὁ Ὅσιος. «Ὑπάρχει διάβολος, καί μάλιστα», ἔλεγε ὁ Ἅγιος, «ἄν βγάλομε ἀπό τό Εὐαγγέλιο τήν πίστη στήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου, πάει τό Εὐαγγέλιο. Γιατί «εἰς τοῦτο ἦλθεν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἵνα λύσῃ τά ἔργα τοῦ διαβόλου»[1]», ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης στήν πρώτη του Καθολική ἐπιστολή. Καί πάλι «στήν Ἁγία Γραφή λέγει: «Καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίσσουσι»[2]. Καί ἀλλοῦ: «...ἵνα διά τοῦ θανάτου καταργήσῃ τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τόν διάβολον»[3]. Αὐτά τά χωρία ὁμιλοῦν γιά τόν διάβολο καί τήν κατάργησή του ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό. Δέν μποροῦμε», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος, «ν' ἀγνοήσουμε τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου, τοῦ ὁποίου τά ἔργα ἦλθε νά καταργήσει ὁ Χριστός.
«Ἐγώ ὅμως σᾶς λέγω», λέει ὁ Ὅσιος, «ἀντί νά ἀσχολεῖσθε μέ τόν διάβολο καί τίς πονηρίες του, ἀντί νά ἀσχολεῖσθε μέ τά πάθη, νά στραφεῖτε στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως τό λέει ὁ ποιητής στόν κανόνα τοῦ Ἁγίου Ὀνήσιμου: «Ῥωμαλέῳ σου φρονήματι Ὀνήσιμε, πλάνης τά μηχανήματα, κατεπάτησας, εὐσεβείας ταῦτα καθελών, ὀργάνοις θεόσοφε...»[4].
Καί ἐδῶ θαυμάζει κανείς τό πνεῦμα τοῦ ποιητοῦ. Βάζει τέχνη στήν δομή τοῦ τροπαρίου, δηλαδή πλοκή, πλοκή λόγου. «Πλάνης τά μηχανήματα», λέει. Ὁ πονηρός ἔστηνε δόκανα καί παγίδες κι ὁ Ἅγιος Ὀνήσιμος τόν κατατρόπωνε «ρωμαλαίω φρονήματι». Μέ ρωμαλέο φρόνημα νικοῦσε τούς πάντες. Λάτρευε, λαχταροῦσε τόν Χριστό. Ἔτσι γίνεται»[5], παρατηρεῖ ὁ Ὅσιος.
«Ὁ σατανᾶς φτιάχνει τόν μηχανισμό τῆς πλάνης. Χωρίς νά τό καταλάβουμε ἐμεῖς, ὁ πονηρός φτιάχνει παγίδες. Μέ τήν λαχτάρα γιά τόν Χριστό ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς φεύγει ἀπ' τίς παγίδες καί πάει στόν Χριστό. Τό νά μάχεσαι τόν ἐχθρό σου εἶναι μιά προσπάθεια μέ σπρωξίματα καί πίεση. Στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὅμως, δέν ὑπάρχουν σπρωξίματα. Ἐδῶ ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς μεταποιεῖται χωρίς κόπο. Δέν πρέπει ν' ἀντιδρᾶτε μέ τά ἴδια ὄργανα. Ἀδιαφορῆστε! Αὐτή ἡ ἀδιαφορία πρός τόν ἐχθρό εἶναι μεγάλη τέχνη. Τέχνη τεχνῶν! Καί γίνεται μόνο μέ τήν Θεία Χάρη. Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ κακοῦ μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ γίνεται ἀναίμακτα καί ἀκοπίαστα, χωρίς σπρώξιμο καί χωρίς σφίξιμο.
Τί εἴπαμε; Δέν εἴπαμε ὅτι ὁ διάβολος εἶναι πολυμήχανος; Οἱ μηχανισμοί τοῦ διαβόλου εἶναι πονηροί. Γι' αὐτό πρέπει κι ἐμεῖς νά φτιάχνουμε εὐσεβεῖς μηχανισμούς ἀμύνης, χωρίς πονηρία, γιά νά καταστρέψουμε τήν δύναμη τῶν δικῶν του παγίδων. Κάτι τέτοιο ἔλεγε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι «οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διά τοῦτο ἀναλάβετε τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καί ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι»[6]. Ὅταν ντυθοῦμε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, τά πάντα θά κατορθώσουμε καί μάλιστα πολύ εὔκολα. Εἶναι εὔκολα ὅλα, ὅταν μποῦμε στήν Θεία Χάρη». Ἄν ὁ ἄνθρωπος παλεύει νά κόψει ἕνα πάθος καί δέν μπορεῖ, σημαίνει ὅτι δέν ἔχει ἀφεθεῖ τελείως στή Χάρη τοῦ Θεοῦ μέ τήν προσευχή καί τήν ταπείνωση. «Ἄν ἀγωνισθοῦμε, ἐρωτευτοῦμε τόν Χριστό, τότε ἀποκτᾶμε τήν Θεία Χάρη. Ὁπλισμένοι μέ τήν Θεία Χάρη, δέν διατρέχουμε κίνδυνο καί ὁ διάβολος μᾶς βλέπει καί φεύγει.
Κι ἐγώ ὁ καημένος, ὁ ταπεινός», λέει ὁ Ἅγιος, «ἀπό μικρός ἔτσι ἐργαζόμουνα κι ἔχω μιά μικρή πείρα. Δέν ἤθελα νά σκέπτομαι τίς παγίδες, ἀδιαφοροῦσα. Στήν ἀρχή, ὅμως, ξεκίνησα ἀλλιῶς. Ξαπλωνόμουν κάτω κι ἔλεγα ὅτι εἶμαι πεθαμένος. Βίαζα τόν ἑαυτό μου μέ τήν βία τοῦ θανάτου. Δαίμονες ἔρχονταν καί μές στό φόβο ἔλεγα: «Ἔχε μνήμη θανάτου διά παντός, ἔχε μνήμην κολάσεως». Τά παράτησα. Τά εἶχα ζήσει καί ἐκεῖνα. Καλά εἶναι καί ἐκεῖνα γιά τούς ἀρχαρίους. Ἀλλά «ὁ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπῃ»[7]»[8]. Μιλάει ὁ Ἅγιος γιά τίς δύο ἀγάπες, τήν ἀνθρώπινη, πού πηγάζει ἀπό τόν φόβο, καί τήν ἀγάπη πού δίνεται ἀπό τόν Θεό σέ αὐτόν πού ὁλοκληρώνει τόν πνευματικό του ἀγῶνα. Καί αὐτή ἡ ἀγάπη πού δίδεται ἀπό τόν Θεό στόν ἄνθρωπο, βγάζει ἔξω τόν ἀρχικό φόβο, τόν φόβο τῆς κολάσεως.
«Γράφει ὁ Ἱερός Αὐγουστίνος: «Διαλογισμοί μέ ἀπασχολοῦν καί μπλέκομαι σέ συζητήσεις». Βλέπετε, ἐδῶ ὁμιλοῦσε ὁ παλαιός ἄνθρωπος μέ τόν νέο, μέ τόν κατά Χριστόν ἄνθρωπο. Ἔκανε συζήτηση. Ἐμένα», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος, «δέν μοῦ ἀρέσει νά συζητῶ μέ τόν παλαιό ἄνθρωπο. Δηλαδή μέ τραβάει ἀπό πίσω, ἀπ' τό ράσο, ἀλλ' ἀμέσως ἀνοίγω τά χέρια μου πρός τόν Χριστό κι ἔτσι τόν περιφρονῶ μέ τήν Θεία Χάρη. Δέν τόν σκέπτομαι. Ὅπως τό μωρό παιδί ἀνοίγει τά χέρια καί πέφτει στήν ἀγκαλιά τῆς μάνας του, ἔτσι κάνω κι ἐγώ. Ὅταν προσπαθεῖτε νά ἀποφύγετε τόν παλαιόν ἄνθρωπο χωρίς τήν Χάρη, τόν ζεῖτε. Μέ τήν Χάρη ὅμως δέν σᾶς ἀπασχολεῖ πιά. Ὑπάρχει στό βάθος. Ὅλα μένουν μέσα μας, καί τά ἄσχημα -ἀκόμα κι αὐτά- δέν χάνονται. Μέ τήν Χάρη ὅμως μετουσιώνονται, μεταποιοῦνται, μεταστοιχειώνονται. «Ἵνα τόν παλαιόν ἀποθέμενοι ἄνθρωπον, τόν νέον ἐνδυσώμεθα καί σοί ζήσωμεν, τῷ ἡμετέρῳ Δεσπότῃ»»[9], λέμε στήν εὐχή τῆς ἐνάτης ὥρας.
«Ὁ Χριστός θέλει νά ἑνωθοῦμε μαζί Του καί περιμένει ἔξω ἀπ' τήν πόρτα τῆς ψυχῆς μας. Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται νά δεχθοῦμε τήν Θεία Χάρη. Μόνο αὐτή μπορεῖ νά μᾶς ἀλλάξει. Ἐμεῖς μόνοι μας τίποτε δέν μποροῦμε. Ἡ Χάρις ὅλα θά μᾶς τά δώσει. Ἐμεῖς νά προσπαθοῦμε νά μειώνουμε τόν ἐγωισμό καί τή φιλαυτία μας. Νά εἴμαστε ταπεινοί. Νά δοθοῦμε στόν Χριστό κι ὅλα φεύγουν τά ἀντιδραστικά, σωματικά, ψυχικά». Πῶς ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; «Ταλαίπωρος ἐγώ ἄνθρωπος! τίς μέ ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;»[10]. Τό ἔλεγε αὐτό γιατί, ὅταν βρισκόταν ἀκόμη στήν ἀρχή, αἰσθανόταν τήν ψυχή του ἀνίκανη νά κάνει τό καλό. Ἔκανε τό κακό, πού δέν τό ἤθελε, γι' αὐτό ὁμολογοῦσε: «οὐ γάρ ὅ θέλω τοῦτο πράσσω, ἀλλ᾿ ὅ μισῶ τοῦτο ποιῶ»[11]. Ἐρχόταν τό πνεῦμα τοῦ κακοῦ νά τόν ἐκτρέψει ἀπό τήν προσπάθειά του. Ἐρχόταν καί τόν φόβοιζε λέγοντας «θά ἀποθάνεις». Ὅταν ὅμως ἐνέσκυψε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή του, τότε φύγανε ὅλες οἱ δυσκολίες καί φώναζε μέ ἐνθουσιασμό: «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός»[12]... «Ἐμοί γάρ τό ζῆν Χριστός καί τό ἀποθανεῖν κέρδος»[13]»[14]. Δέν ζῶ πλεόν ἐγώ, δέν ζῶ γιά τόν ἑαυτό μου. Ζεῖ ὁ Χριστός μέσα μου. Γιά μένα τό νά ζῶ εἶναι ὁ Χριστός καί τό νά ἀποθάνω εἶναι κέρδος, γιατί πλέον θά πάω κοντά εἰς τόν Χριστό.
«Εἶδες; Οὔτε θάνατος, οὔτε κόλασις, οὔτε διάβολος! Ἐνῶ πρῶτα ἦταν ἀνίκανος», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος, «ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά κάνει τό καλό, μετά ἔγινε ἀνίκανος νά κάνει τό κακό. Δέν μποροῦσε, δέν τό ἤθελε. Ἔγινε ἡ ψυχή του ἔνθεος∙ γέμισε ἀπό τόν Χριστό καί δέν μποροῦσε νά σκεφτεῖ ἤ νά βαστάξει τιποτ' ἄλλο μέσα του.
Μέ τήν Θεία Χάρη τά πάντα εἶναι κατορθωτά. Μέ τήν Θεία Χάρη οἱ μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ δέν καταλάβαιναν τούς πόνους πού προξενοῦσαν τά μαρτύρια. Μέ τήν Θεία Χάρη ὅλα γίνονται ἀνώδυνα. Αὐτόν τόν τρόπο τόν ἁπαλό νά χρησιμοποιεῖτε», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος. «Μήν ἀγωνίζεσθε νά διώξετε τό σκοτάδι, τό κακό. Δέν πετυχαίνετε τίποτα χτυπώντας τό σκοτάδι. Βρίσκεστε στό σκοτάδι καί θέλετε νά ἀπαλλαγεῖτε; Ἐσεῖς τί κάνετε; Διώχνετε μέ δύναμη τό σκοτάδι, τό χτυπᾶτε, ἀλλ' αὐτό δέν φεύγει. Θέλετε φῶς; Ἀνοῖξτε μιά τρυπίτσα καί θά ἔλθει μιά ἀκτίνα τοῦ ἥλιου, θά ἔλθει τό φῶς. Ἀντί νά διώχνετε τό σκοτάδι, νά διώχνετε τόν ἐχθρό νά μήν μπεῖ μέσα σας, ἀνοῖξτε τά χέρια στήν ἀγκαλιά τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ πιό τέλειος τρόπος. Νά μήν πολεμᾶτε δηλαδή ἀπευθείας τό κακό, ἀλλά ν' ἀγαπήσετε τόν Χριστό, τό φῶς Του, καί τό κακό θά ὑποχωρήσει»[15].
Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ὑπερνικᾶ παντός εἴδους πειρασμούς μέ τήν ἀγάπη στόν Χριστό καί μέ τήν ὑπομονετική παραμονή στήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του καί στήν μέ μέτρο ἐν Χριστῷ ἀγάπη καί τήν μέ μέτρο ἐν Χριστῷ ἄσκηση.
Ἄς παρακαλοῦμε νά ὑπερβαίνουμε κάθε πειρασμό τοῦ δολίου ἐχθροῦ μέ τήν λαχτάρα στόν Χριστό, μέ τήν τελεία ἀφοσίωση σέ Αὐτόν καί μέ τό νά ἐργαζόμαστε τίς ἀρετες καί τό καλό κάθε στιγμή.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Α΄ Ἰωάν. 3, 8.
[2] Ἰακ. 2, 19.
[3] Ἑβρ. 2, 14.
[4] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[5] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[6] Ἐφεσ. 6, 12-13.
[7] Α΄ Ἰωάν. 4, 18.
[8] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[9] Ὅ.π.
[10] Ρωμ. 7, 24.
[11] Ρωμ. 7, 15.
[12] Γαλ. 2, 20.
[13] Φιλ. 1, 21.
[14] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[15] Ὅ.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου