«Καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπό τῆς γῆς, καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν» (Γεν. Κεφ. 2 παρ.7) «Ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο μέ χῶμα ἀπό τήν γῆ (χοϊκό) καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνεῦμα ζῶν, τήν ἄκτιστη θεποιό ἐνέργειά Του (ἡ ὁποία εἶναι κοινή ἐνέργεια τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὀνομάζεται Ἅγιο Πνεῦμα)· ἔτσι δέ ἔγινεν ὁ ἄνθρωπος ζῶσα ὑλικοπνευματική ὕπαρξη ἐμπλουτισμένη μέ τήν ἄκτιστη θεοποιό Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Δημιουργό του προικίσθηκε μέ σῶμα καί ψυχή, δύο οὐσίες ἄρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους καί ἀλληλένδετες. Ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Νύσσης μᾶς λέγει δέ: «Οὐ γάρ κρατεῖται ἡ ψυχή ὑπό τοῦ σώματος, ἀλλά αὐτή κρατεῖ τό σῶμα. Οὐδέ ἐν τῷ σώματι ἐστι ὡς ἐν ἀγγείῳ ἤ ἀσκῷ ἀλλά τό σῶμα ἐν ταύτῃ» Δέν εἶναι τό σῶμα πού κρατεῖ τήν ψυχή ἀλλά ἡ ψυχή τό σῶμα. Καί ἡ ψυχή δέν βρίσκεται μέσα στό σῶμα σάν νἄταν μέσα σέ ἕνα ἀγγεῖο ἤ ἀσκό ἀλλά τό σῶμα περιβάλλεται καί διαποτίζεται ἀπό τήν ψυχή.
Μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί ὅλης τῆς κτίσεως ἐγκαταστάθηκε ὁ θάνατος καί ἡ φθορά καί μέσα στήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Ἔτσι τό σῶμα φθείρεται καί φθάνει κάποια στιγμή κατά τήν ὁποία διαχωρίζεται ἀπό τήν ψυχή. Ὁ διαχωρισμός αὐτός εἶναι ὁ βιολογικός θάνατος. Κατά τόν βιολογικό θάνατο τό μέν σῶμα ὡς σύνθετο διαλύεται στά στοιχεῖα ἀπό τά ὁποῖα συνετέθη (ὑδρογόνο, ὀξυγόνο, ἄνθρακα, φωσφόρο, ἀσβέστιο, σίδηρο κ.λ.π.) ἐνῶ ἡ ψυχή, ὡς οὐσία ἁπλῆ (ὅσ. Νικήτας ὁ Στηθᾶτος) μετά τόν διαχωρισμό της ἀπό τό σῶμα δέν διαλύεται, διατηρεῖ τήν αὐτοσυνειδησία της καί συνεχίζει τήν ὕπαρξή της ἀπομακρυνόμενη ἤ ἑλκόμενη ἀπό τόν Δημιουργό της.
Ὁ χωρισμός καί ἀπομάκρυνση τῆς ψυχῆς ἀπό τόν Δημιουργό της εἶναι ὁ πνευματικός θάνατος. Ὁ θάνατος αὐτός ἐπῆλθε μέ τήν παρακοή-πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί εἶχε ὡς συνέπεια καί τόν βιολογικό θάνατο. Ὁ θάνατος αὐτός «πατήθηκε» καί καταργήθηκε μέ τήν Ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν Θυσία καί Ἀνάστασή του.
Τώρα πλέον εἶναι στήν ἐλεύθερη ἐπιλογή τοῦ κάθε ἀνθρώπου τό νά ἀποκαταστήσει ἤ ὄχι τή σχέση του μέ τόν Δημιουργό του. Ἀνά πᾶσα στιγμή ὅσο ζεῖ βιολογικά μπορεῖ: α)νά μετανοήσει καί νά παραμείνει στήν ὄντως ζωή ἑνούμενος μέ τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό γιά πάντα ἤ β)νά ἀποκοπεῖ ἀπό τήν ζωοποιό Χάρη τοῦ Κυρίου καί νά βασανίζεται γιά πάντα ἀπομακρυνόμενος ἀπό τόν Κύριο.
Ὁ βιολογικός θάνατος δέν εἶναι καταστροφή, δέν εἶναι ἐξαφάνιση, δέν εἶναι μηδενισμός ἀλλά εἶναι εὐλογία ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει μετανοήσει. Ἄν εἶναι ἀμετανόητος πάλι ὠφελεῖται, διότι ὁ θάνατός του τόν ἀνάγκάζει νά σταματήσει τίς ἁμαρτίες, ὁπότε ἔχει λιγότερη κόλαση.
Νά γιατί ὁ θάνατος ὠφελεῖ-ἐλεεῖ τόν ἄνθρωπο καί στίς δύο περιπτώσεις:
-Εἶσαι κακός; Ὁ βιολογικός θάνατος σταματᾶ τήν κακία σου.
-Εἶσαι καλός; Μέ τόν θάνατο σου πᾶς στόν Παράδεισο.
Τό σπουδαιότερο πρᾶγμα γιά ἐμᾶς τούς βαπτισμένους εἶναι τό νά διατηρήσουμε τήν ψυχή μας ζωντανή δηλαδή ἑνωμένη μέ τόν Χριστό. Ἄν ὅσο ζοῦμε δέν φυλάξουμε τήν Θεία Ἕνωση μέ τόν Χριστό διά τῆς Μετανοίας καί τῆς Μυστηριακῆς ζωῆς τότε γινόμαστε σάν τά ἀποκομμένα ἀπό τήν ἄμπελο κλαδιά (δηλαδή νεκροί πνευματικά).
Ἄν ὅσο ζοῦμε δέν φροντίζουμε νά ἔχουμε ἀγάπη γιά ὅλο τόν κόσμο, νά συγχωροῦμε ὅλους, ἀποβάλλοντας τήν μνησικακία, καί ὅλα τά ἄλλα πάθη γιά τό ὁποῖα τόσο μᾶς ἔχει μιλήσει ὁ Κύριος, τότε θά πρέπει νά προβληματισθοῦμε. Ἡ ὥρα τοῦ θανάτου μας πλησιάζει ὅλο καί περισσότερο.
-Τί θά εἶναι γιά μᾶς ὁ βιολογικός θάνατος (ὁ ἀναγκαῖος καί τόσο ὠφέλιμος πρόσκαιρος χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα); Ἀπαρχή τῆς αἰώνιας ζωῆς καί πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἤ πρόγευση τῆς Κόλασης καί τοῦ αἰώνιου χωρισμοῦ μας ἀπό τόν Χριστό Μας; (ὅ μή γένοιτο!).
Ἄς μᾶς γλυτώσει καί ἄς μᾶς φωτίσει ὁ Κύριος. Ἄς δεχθοῦμε ὅμως κι ἐμεῖς ὁλοπρόθυμα τόν φωτισμό τοῦ Προσώπου Του πού ἐκχέεται πλούσια πρός πάντας (ἀλλά λίγοι Τόν ἀποδέχονται) «ἵνα ἐν Αὐτῷ ὀψόμεθα Φῶς».
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου