- Όταν ήμουν στο Κοινόβιο, όλοι κοίταζαν πώς να κάνουν κάποια θυσία. Στην δουλειά, στο φαγητό, σε όλα υπήρχε το πνεύμα της θυσίας: Σκέπτονταν πρώτα τον άλλον και γι’ αυτό ζούσαν τον Παράδεισο. Ήταν κάποιος λ.χ. στην τράπεζα; Κοιτούσε να φάη κάπως λιγώτερο, για να μείνη το περισσότερο για τον άλλον. Και αδύνατος να ήταν ο ίδιος, δεν το λάμβανε υπ’ όψιν. Δεν εξέταζε τι ήταν ο άλλος. Έκανε θυσία. Ούτε έβαζε την κρίση του να πη: «Θα του κάνη κακό, αν φάη περισσότερο». Από την στιγμή που ο μοναχός κοιτάζη να μην τον αδικήσουν, να μην κουρασθή πολύ, είναι σαν να μην πιστεύη ότι υπάρχει Θεός, ότι υπάρχει Κόλαση, ότι υπάρχει ανταπόδοση.
- Όταν ήμουν στο Κοινόβιο, μια φορά την Μεγάλη Σαρακοστή ένα γεροντάκι, ο Γερο Δωρόθεος, τηγάνιζε κολοκυθάκια. Τον είδε ένας αδελφός την ώρα που τα έβαζε στο τηγάνι και έρχεται και μου λέει: «Να δης, ο Γερο-Δωρόθεος τηγανίζει κάτι μπαρμπούνια τόσο μεγάλα!». «Μα, του λέω, ο Γερο-Δωρόθεος, Μέγαλη Σαρακοστή, είναι δυνατόν να τηγανίζη μπαρμπούνια;» «Ναι, ευλογημένε, τα είδα με τα μάτια μου, κάτι μπαρμπούνια τέτοια». Ο Γερο-Δωρόθεος είχε έρθει δεκαπέντε χρονών στο ʼγιον Όρος και ήταν σαν μάνα. Αν έβλεπε κανένα καλογέρι λίγο φιλάσθενο, «έλα εδώ, του έλεγε, έχω ένα μυστικό να σου πω» και του έδινε λίγο ταχίνι,σπασμένα καρύδια ή κάτι άλλο. Και τα γεροντάκια τα οικονομούσε ανάλογα. Πάω μετά στον Γερο-Δωρόθεο, τι να δω! Κολοκυθάκια τηγάνιζε για το νοσοκομείο!
Κοινοβιάτης Εσφιγμενίτης
Από την πρώτη επίσκεψη στο ʼγιον Όρος του είχε μείνει η πείρα και η γνώση. Σκέφθηκε λοιπόν με διάκριση να πάη για ένα διάστημα σε κοινόβιο, να βγάλη τα πνευματικά φτερά. Σκεφτόταν να πάη στην Κωνσταμονίτου να δοκιμάση, γιατί είχε ακούσει ότι είναι ησυχαστικό και ασκητικό Μοναστήρι. Επειδή όμως είχε φουρτούνα από εκείνη την πλευρά, ήρθε από την βόρεια -το θεώρησε οικονομία Θεού- και πήγε στο Μοναστήρι του Εσφιγμένου. (Τότε δεν είχε γίνει ακόμη ζηλωτικό). Εγινε δεκτός από τον ηγούμενο Καλλίνικο, έβαλε μετάνοια και άρχισε την δοκιμή.Το Μοναστήρι είχε καλή τάξη και αγωνιστές πατέρες. Εκτός από τις πολύωρες ακολουθίες ήταν και τα κοπιαστικά διακονήματα και ο κανόνας στο Κελλί. Έλεγε ο Γέροντας: «Για να βγάλης μια Σαρακοστή στου Εσφιγμένου τότε, ήταν πραγματικός Γολγοθάς. Μόνο με ένα πιάτο νερόβραστο φαγητό το εικοσιτετράωρο. Ήταν το πιο αυστηρό Κοινόβιο. Την πρώτη εβδομάδα των Νηστειών όλοι οι πατέρες έμεναν σχεδόν όλη την ημέρα μέσα στην Εκκλησία».
Διηγήθηκε αργότερα: «Όταν ήμουν στο Κοινόβιο, βοηθήθηκα πολύ από έναν πατέρα. Δεν μιλούσε καθόλου. Αισθανόταν την ανάγκη της συνομιλίας με τον Χριστό. Δεν του έκανε η καρδιά να μιλήση με τους ανθρώπους. Μόνο που τον έβλεπες, έφθανε. Με βοήθησε πιο πολύ από τα Συναξάρια. Για κάποιο πταίσιμο δεν κοινωνούσε τρία χρόνια, ενώ το πταίσιμο δεν ήταν ούτε για κανόνα είκοσι ημερών. Ενώ δεν μιλάνε οι μοναχοί, όταν έχουν τέτοια κατάσταση, ακόμη και οι κοσμικοί που τους βλέπουν αλλοιώνονται. Αυτό είναι το κήρυγμα των μοναχών».
Στο Μοναστήρι μεταξύ των εναρέτων πατέρων ήταν και κάποιος άλλος ευλαβής αγωνιστής, τον οποίον εθαύμαζε. Ο Αρσένιος χωρίς φθόνο και ζήλεια προσευχόταν στον Θεό και παρακαλούσε, ο καλός αδελφός να μοιάση τον ʼγιο που φέρει το όνομά του και ο ίδιος να έρθη στην πνευματική κατάσταση αυτού του ενάρετου μοναχού. Έβλεπε τον εαυτό του κατώτερο από όλους.
http://gerontes.wordpress.com/2010/10/29/%CE%B4%CE%B9%CE%B7%CE%B3%CE%AE%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%BF%CF%85-%CE%B3%CE%AD%CF%81%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%8A%CF%83%CE%AF%CE%BF%CF%85/#more-3435
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου