Ό οσιος Θεοφάνης γεννήθηκε στην Παλαιστίνη το 778. Οί γονείς του ήταν ευλαβείς και ιδιαίτερα φιλόξενοι. Δίδαξαν στα παιδιά τους ο,τι γνώριζαν από την ιερή και τη θύραθεν σοφία, και μετά τα έστειλαν στη Μονή του άγίου Σάββα (800). Τους εμπιστεύθηκαν στον άγιο Γέροντα Μιχαήλ [18 Δεκ.], ο οποίος τους δίδασκε την γραμματική, την φιλοσοφία και την ποιητική τέχνη, άλλα κυρίως τους μύησε στην επιστημη των επιστημών και τέχνη των τεχνών: τη μοναστική ζωή. ο Θεοφάνης ακολουθούσε σέ ολα τό παράδειγμα του πρωτοτόκου άδελφού του Θεοδώρου, και διέπρεψε εξίσου στην ταπείνωση και στην υπακοή, οπως και στη γνώση και στο χάρισμα της ύμνογραφίας. Όταν ο Μιχαήλ ορίστηκε σύγκελλος του Πατριάρχου Ιεροσολύμων, εγκαταστάθηκε μέ τους μαθητές του στη Μονή των Σπουδαίων, δίπλα από τη βασιλική της ‘Αναστάσεως (811). Μετά από λίγο ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Θωμάς χειροτόνησε τους δύο άδελφούς ιερείς και τους έστειλε, μαζι μέ τον Μιχαήλ και τον μοναχό Ιώβ, πρέσβεις στην Κωνσταντινούπολη και στη Ρώμη, για τη στερέωση της ορθοδόξου πίστεως και τη στηριξη της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, πού βρισκόταν υπό την άπειλή των άραβικών εισβολών.
“Οταν έφθασαν στην Κωνσταντινούπολη, εγκαταστάθηκαν στη Μονή της Χώρας, τό σύνηθες κατάλυμα των μοναχών της Παλαιστίνης. Κατά την εποχή αυτη απέθανε ο βασιλεύς Μιχαήλ Α’ Ραγκαβές και τον διαδέχθηκε ο Λέων Ε’ ο Αρμένιος (813-820), ο οποίος γρήγορα ξεκίνησε νέο κύμα διωγμών κατά των άγιων εικόνων (815). Το πρώτο διάταγμα του τυράννου στρεφόταν κατά των ορθοδόξων επισκόπων στη συνέχεια ο Λέων διέταξε νά εξαφανισθούν όλες οί εικόνες και νά επικαλυφθούν όλες οι τοιχογραφίες στους ναούς. “Οταν παρουσιάσθηκαν ενώπιόν του ο άγιος Μιχαήλ και οι μαθητές του, τον ήλεγξαν δριμύτατα και τον νουθέτησαν για νά έπιστρέψει στην ορθή πίστη. Σαν άπάντηση, ο αύτοκράτορας διέταξε νά μαστιγώσουν τους τέσσερις μονάχους καί να τους κλείσουν στη φυλακή, τη “λεγομένη Φιάλη, οπου οι άγιοι ομολογητές αρνήθηκαν νά πάρουν τροφή από τα χέρια των αιρετικών. Άφού άπέκρουσαν θαρραλέα τις προσπάθειες του μελλοντικού αιρετικού πατριάρχου ‘Ιωάννου του Γραμματικού νά τους προσηλυτίσει, τους χώρισαν. Ο άγιος Μιχαήλ έμεινε μαζί μέ τον Ίώβ στη Φιάλη, ενώ οί δύο άδελφοί έξορίσθηκαν σε ένα φρούριο στον Βόσπορο, οπου ο διοικητης είχε λάβει διαταγή νά τους στερήσει και των πλέον άναγκαίων πραγμάτων. Μετά τη δολοφονία τού Λέοντος, άνήλθε στο θρόνο ο Μιχαήλ Β’ (820-829) και κόπασαν οι διωγμοί κατά των ορθοδόξων. Οι Θεόδωρος και Θεοφάνης ελευθερώθηκαν μαζί μέ άλλους ομολογητές και εγκαταστάθηκαν στη μονή τού Αρχαγγέλου Μιχαήλ του Σωσθενίου, στην ευρωπαϊκή οχθη τού Βοσπόρου, οπου μπόρεσαν νά συνεχίσουν την άσκητική τους ζωή και νά στείλουν πολλές επιστολές για τη στερέωση της ορθοδόξου πίστεως. Αλλά μόλις διαδέχθηκε τον πατέρα του ο Θεόφιλος (829), οι διωγμοί ξανάρχισαν, με μία έκταση και άγριότητα άνευ προηγουμένου. Ο αυτοκράτορας κάλεσε τον Θεόδωρο καί τον Θεοφάνη στην πρωτεύουσα για άνάκριση, και υπεβλήθησαν έκ νέου σέ σκληρά βασανιστηρια, πριν έξορισθούν στη νήσο Άφουσία, οπως πολλοί άλλοι ομολογητές (834).
Μετά άπο δύο χρόνια τους κάλεσαν ξανά στην Κωνσταντινούπολη, για νέα άνάκριση ενώπιον του βασιλέως στο Χρυσοτρίκλινο (14 Ιουλίου 836). Μέ ηρεμία καί θάρρος οι άγιοι άπέδειξαν οτι τα κείμενα πού χρησιμοποίησαν οι θεολόγοι της αύλής ήταν νόθα καί οτι ή προσκύνηση των άγίων εικόνων είναι μία άληθινή ομολογία της ενανθρωπήσεως τού Σωτηρος ήμών Ίησού Χριστού. “Εξαλλος ο Θεόφιλος διέταξε νά τους βασανίσουν ενώπιον του. Άφού οι άγιοι ύπέμειναν μέ αδάμαστη καρτερία τα βασανιστηρια επί τέσσερις ημέρες, διέταξε ο τύραννος νά τους χαράξουν στά μέτωπα μέ πυρωμένο σίδερο δώδεκα ιαμβικούς στίχους πού καταδείκνυαν την αιτία της καταδίκης τους, έξ ου έλαβαν την προσωνυμία «Γραπτοί». Έλεγαν δε οι στίχοι: Εκείσε πολλά λοιπόν έξ απιστίας Πράξαντες δεινά αισχρά δυσσεβοφρόνως, ‘Εκείθεν ήλάθησαν ώς άποστάται. Πρός την πόλιν δέ του κράτους πεφευγότες Ούκ έξαφήκαν τας άθέσμους μωρίας. “Οθεν γραφέντες ώς κακούργοι την θέαν κατακρίνονται και διώκονται πάλιν.
Κατόπιν έριξαν τους δύο αίματωμένους ομολογητές στη φυλακή του Πραιτωρίου, οπου έλαβαν επιστολές παρηγορίας από τον Γέροντά τους, άγιο Μιχαήλ, και τον άγιο Μεθόδιο [14 Ίουν.]. Επειτα έξορίσθηκαν στην Άπάμεια της Βιθυνίας (σημ. Μουδανιά), οπου ολοι τους θαύμαζαν για την ορθοδοξία, την άσκηση και την πληρότητα της αγάπης τους. Εκεί, εξαντλημένος από τις κακουχίες και από την προχωρημένη του ηλικία, ο Θεόδωρος παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο (Β4ι). Παρά τις διαταγές του αύτοκράτορος νά αφήσουν τα σώματα των ομολογητών άταφα, ο άγιος Θεοφάνης προέβη στην ταφή του αδελφού του και συνέθεσε προς τιμήν του έναν ποιητικό κανόνα.
Λίγο μετά τον θάνατο του Θεοφίλου, ο Θεοφάνης, μόνος πλέον, έξορίσθηκε στη Θεσσαλονίκη, οπου έλαμψε διά της διδασκαλίας του. “Οταν ή εύσεβής αυτοκράτειρα Θεοδώρα και ο υιός της Μιχαήλ άναστηλωσαν τις άγιες εικόνες, το 842, ο Θεοφάνης άνακλήθηκε από την εξορία του μαζί μέ άλλους ομολογητές. ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, άγιος Μεθόδιος, τον χειροτόνησε μητροπολίτη Νικαίας. Στην πόλη αύτη πέρασε τα τελευταία έτη του βίου του, ποιμαίνοντας μέ σοφία και σύνεση τό πνευματικό του ποίμνιο και συνθέτοντας σημαντικό άριθμο ύμνων και κανόνων, οί οποιοι ψάλλονται άκόμη σήμερα σέ δεσποτικές εορτές και σέ εορτές άγιων. Καθιστώντας διά των θλίψεων τον εαυτό του ζωντανή εικόνα του Σωτηρος Χριστού, εγκατέλειψε τα επίγεια και συναριθμήθηκε στον χορό των αγίων την 11η Οκτωβρίου 845.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ίνδικτος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου