Μέρος 1ο: Η ινδουιστική αποψη περί μετενσαρκώσεως
Κατά τα τελευταία χρόνια η ιδέα της μετενσάρκωσης κερδίζει έδαφος στη Δύση. Η κίνηση που συνετέλεσε κυρίως σ' αυτό, είναι η θεοσοφία.
Κατά τα τελευταία χρόνια η ιδέα της μετενσάρκωσης κερδίζει έδαφος στη Δύση. Η κίνηση που συνετέλεσε κυρίως σ' αυτό, είναι η θεοσοφία.
Ο Irving S. Cooper, βασικό στέλεχος της "Θεοσοφικής Εταιρίας", αναφέρει: «Μία από τις αποστολές της Παγκόσμιας Θεοσοφικής Εταιρίας είναι να καταστήσει γνωστή τη βασική αλήθεια της μετενσαρκώσεως» ( Ι. S. Cooper, Η Μετενσάρκωσις - Μιά ελπίδα για τον κόσμο. Μεταφρ. από το Γαλλικό, Αιμιλίας Ίβου, Θεοσοφικές εκδόσεις, Αθήναι 1975, σ. 9-10.
Ο ίδιος συγγραφέας σημειώνει: «Πριν από μισόν αιώνα δεν θα μπορούσε να συναντήσει κανείς παρά μόνον καμμιά εκατοντάδα ατόμων, πρόθυμων να σκεφθούν σοβαρά επάνω στη μετενσάρκωση και πολύ λιγώτερους να στηρίξουν σ' αυτή τη βάση την πρακτική τους φιλοσοφία Σήμερα, ένα περίπου εκατομμύριο άτομα στον δυτικό κόσμο βρίσκουν στη μετενσάρκωση την εξήγηση την πιό λογική των περισσοτέρων προβλημάτων, κοινωνικών, θρησκευτικών, φιλοσοφικών. Η πίστις στη μετενσάρκωση έχει διαδοθή σήμερα πολύ πιό πέρα από τα σύνορα της θεοσοφικής Εταιρίας».
«Πολλοί από αυτούς που μελετούν εκ του πλησίον τα ρεύματα της νέας σκέψεως, είναι πεπεισμένοι ότι η μετενσάρκωσις θα γίνη σύντομα παραδεκτή από την πλειονότητα των διανοουμένων, όχι χάρις σε μια εφήμερη δημοτικότητα, αλλά με τη δυνατότητά της να πείθει, να φωτίζει, να εμπνέει. Θα γίνει, ασφαλώς, η μεγάλη ιδέα του αιώνα μας, όπως η ιδέα της εξελίξεως, που συνετέλεσε στην αναθεώρηση όλων των γνώσεων του περασμένου αιώνα" (σ. 10).
Ξεκινώντας από άλλη αφετηρία ο Mark Albrecht, πρώην εκδότης του περιοδικού Update on New Religious Movement (Δανία) και συγγραφέας του βιβλίου Reincarnation. Α Christian Appraisal (Downers Crove, 11, 1982) αναφέρει πώς στις αρχές του Κ' αιώνα μόνο το 1-2% των ανθρώπων στη Δύση έδιδαν σημασία στη δοξασία της μετενσάρκωσης. Όμως η ιδέα αυτή άρχισε να βρίσκει απήχηση στη δεκαετία του 1960, με την εμφάνιση των διαφόρων γκουρουϊστικών ομάδων. Κατά μία στατιστική του 1982, στη μετενσάρκωση πίστευαν 20-25% των Δυτικοευρωπαίων. Κατά τις εκτιμήσεις του Μ. Albrecht, σήμερα (1991) πιστεύουν στη μετενσάρκωση 25-30% των ανθρώπων σε πολλές χώρες της Δύσης (Μ. Albrecht, Reincarnation versus Resurrection, Areopagus, 3/1991, σ. 18).
Η "δυτική έκδοση" της μετενσάρκωσης, σε αντίθεση με την ασιατική, δεν αποβλέπει στην εξουδετέρωση της ζωής, στην "απελευθέρωση" από τον κύκλο των διαδοχικών ζωών και θανάτων, αλλά σε "νέες δυνατότητες", μέσα από διαδοχικές μετενσαρκώσεις, ώστε να ικανοποιηθούν όλες οι επιθυμίες, που δεν μπόρεσαν να ικανοποιηθούν σ' αυτή τη ζωή. Οι Δυτικοί οπαδοί της μετενσάρκωσης πιστεύουν πως αυτό που τώρα επιθυμούν και δεν το επιτυγχάνουν σ' αυτή τη ζωή, σίγουρα θα το έχουν σε μία από τις επόμενες ζωές!
Ο Μ. Albrecht αναφέρεται στις ομάδες της "Νέας Εποχής" και επικαλείται έναν από τους αποστόλους της, τον Leone L. Wright που ανέφερε: «Όλοι μας, αναμφιβόλως, ως πνευματικά εγώ, έχουμε πολλούς ρόλους πάνω σ' αυτή τη θαυμάσια σκηνή του ανθρώπινου δράματος στον Πλανήτη μας γη» (L. L. Wright, Reincarnation, San Diego 1975, σ. 25).
Η νέα αντίληψη διαμορφώθηκε στο χώρο της Θεοσοφικής Εταιρίας. Κατά τον Irving S. Cooper η μετενσάρκωση είναι «η διαδικασία μέσω της οποίας συνειδήσεις προς εξέλιξιν σε διαφόρους βαθμούς αναπτύξεως, έρχονται να συναφθούν με φυσικές μορφές, που επίσης εξελίσσονται σε όλους τους βαθμούς της φυσικής πολυπλοκότητος» (Cooper, σ. 24).
Η αντίληψη αυτή προϋποθέτει την ολιστική θεώρηση του κόσμου και του ανθρώπου. «Τα πάντα είναι Θεός. Αλλά ο Θεός αυτός μέσα στον κόσμο εκδηλώνεται λιγώτερο ή περισσότερο, αναλόγως με την ικανότητα κάθε μορφής. Όταν μία μορφή είναι βαρειά και χωρίς μεγάλη αποκριτικότητα στους κραδασμούς, όπως π. χ. το σώμα ενός αγρίου, τότε η θεότης, η θεία αρχή που το κατοικεί, δεν μπορεί να εκδηλωθεί. Όταν αντίθετα μία μορφή είναι αγνή, ευαίσθητη στους κραδασμούς και εξελιγμένη, η ένδον θεότης αποκαλύπτεται, μεγαλειώδης και εκθαμβωτική, κάνοντάς μας να κλίνωμε μπρος της την κεφαλή, σε ένδειξη λατρείας και σεβασμού».
Αυτή η "εξέλιξη" μέσω ατέλειωτων μετενσαρκώσεων είναι είδος αυτο-εξέλιξης, με αυτόματες, μηχανιστικές διαδικασίες. Η αντίληψη αυτή κυριαρχεί άλλωστε και στην ινδουϊστική αντίληψη περί μετενσάρκωσης, όπως και σε "εσωτερικές ομάδες" λόγου χάρη στον "Εσωτερικό χριστιανισμό" του Δ. Δώριζα. Στο βιβλίο του "2001-Η δευτέρα παρουσία" (Αθήνα 1985, σ. 32) αναφέρεται:
«Ο Εαυτός σου διαμορφώνει την εξέλιξη του Εαυτού. Του Εαυτού εκείνου που ηθελημένα αποσχίσθηκε, με σκοπό να μαθητεύσει στην Ένωση, με σκοπό ν' αντλήσει από το διαχωρισμό όλες τις εμπειρίες και τις γνώσεις της Υπερτέλειας Ενότητας και να επιστρέψει, φλεγόμενο κομμάτι Απειρότητας Εαυτού μέσα στην Ενότητα του Εαυτού. Ο Εαυτός σου κατευθύνει τον εαυτό σου τον αποσχισμένο... για να τον διδάξει να ξεπεράσει τους κραδασμούς της βαριάς ύλης και να δυνηθεί να τους μετουσιώσει πάνω στο Ατέρμονο "Είναι"...Εγώ είμαι ο Εαυτός σου. Η Υπέρτατη Δημιουργική Δύναμη...».
«Διαχύσου, Αδελφέ Μου, στην Απειρότητά Μου. Μπορείς. Κανένα όριο, κανένας περιορισμός δεν υπάρχει. Εντός σου βρίσκεται παλλόμενη και δονούμενη η Βασιλεία των Ουρανών, η Ουράνια κατάσταση της ενεργοποιημένης Αρμονίας του Φωτός και της Τελειότητας...Επέλεξέ την και τότε άμεσα η γη σου θα γίνει Ουρανός, ο νους σου Απειρότητα και η καρδιά σου Αγάπη. Τότε θα νοιώσεις νέες δονήσεις να εξέρχονται από εντός σου, για να σε περιδονήσουν σε Τελειότητες, για να σε εκσφενδονίσουν στα Σύμπαντα και στις υποστάσεις σαν Μόριο και σαν Ολότητα» (2001, σ. 132-133).
Αυτή η εξελικτική πορεία δεν αναφέρεται μόνο στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι μόνο ένας σταθμός· σ' αυτήν την πορεία εντάσσεται ολόκληρο το σύμπαν. Ο Cooper αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Η εξέλιξις των μορφών είναι ένας από τους σκοπούς του Σχολείου του Κόσμου, αλλά δεν είναι ο μόνος. Ο κόσμος μας, καθώς και οι άλλοι, έχουν επίσης για σκοπό, καθώς είπαμε, την ανάπτυξη και την πλήρη άνθιση των δυνατοτήτων της συνειδήσεως. Με τον τρόπο αυτόν η άπειρη Ζωή εκδηλώνει ολοένα και περισσότερη δύναμη και ομορφιά η εξέλιξις της ύλης εκδηλώνει την αργή μεταμόρφωση του ορυκτού σε φυτό, του φυτού σε ζώο, του ζώου σε άνθρωπο και του ανθρώπου σε υπεράνθρωπο. Η εξέλιξις της Ζωής εκδηλώνει το πνεύμα, που εξουσιάζει τα πάντα, και εκφράζεται μέσω των υλικών μορφών, στις οποίες κατοικεί.
Όλοι οι θρησκευτικοί διδάσκαλοι των καιρών μάς έχουν μιλήσει για την ένδοξη πνευματική καταγωγή μας. Κάποτε, σ' ένα ασύλληπτο παρελθόν, είχαμε εγκαταλείψει τη θεία διαμονή μας για να γνωρίσωμε και να εξουσιάσωμε την ύλη, τέτοια όπως μας την προσφέρει το ηλιακό μας σύστημα. Από τότε αρχίζει και η διαδικασία της εξελίξεώς μας μέσα στο υλικό σύμπαν» (Cooper, σ.36-37).
«Κατ' αρχήν πρέπει να έχωμε υπ' όψιν ότι ολόκληρη η φύσις είναι ζώσα και ότι κάθε φυσική μορφή, από τους κρυστάλλους έως τον άνθρωπο, χρησιμεύει ως φορεύς σε μιά συνείδηση που βαίνει προς εξέλιξιν. Μπορούμε να φαντασθούμε τα κύματα της εξελισσόμενης ζωής να αναδύωνται από το ένα βασίλειο στο άλλο: Ορυκτό, φυτικό, ζωϊκό, ανθρώπινο. Στο ορυκτό η συνείδησις είναι μόλις αφυπνισμένη. Στο φυτό αρχίζει να εμφανίζει συμπάθεια ή αντιπάθεια, καθώς και ασθενή σημεία αισθαντικότητας. Στο ζώο εκδηλώνεται με τη μορφή του συγκεκριμένου αισθήματος, των παθών και των επιθυμιών, εμφανίζοντας επίσης και μιά μορφή νοητικότητας. Στον άνθρωπο, αφού περάσει από τη δοκιμασία εκατοντάδων ενσαρκώσεων, φθάνει τέλος στα ύψη της πνευματικής γνώσεως».
«Τέλος, όταν η εξέλιξις φθάνει στο στάδιο εκείνο, όπου ζώα μιας ανεπτυγμένης διανοητικότητας έρχονται σε στενή επικοινωνία με τον άνθρωπο, όπως συμβαίνει π.χ. με τη γάτα, τον σκύλο ή το άλογο, η ομάς - ψυχή δεν ζωογονεί πλέον παρά ένα μόνον ζωϊκό σώμα. Ένας σκύλος έξυπνος και στοργικός είναι μία οντότης που μετενσαρκώνεται και είναι έτοιμη να περάσει μέσα στο ανθρώπινο βασίλειο. Δεν είναι εν τούτοις ακόμη μία ανθρώπινη ψυχή. Το ζώο έχει ένα αστρικό σώμα και ένα στοιχειώδες νοητικό, που είναι τμήματα από την προγονική ομαδική ψυχή, δεν έχει όμως αιτιατό σώμα, ζωογονημένο από το αθάνατο πνεύμα» (Cooper, σ. 50-51).
«Κατά την απαρχή της ανθρώπινης εξελίξεώς μας είμασταν άγριοι, γιατί τόσο οι ηθικές καθώς και οι διανοητικές μας ικανότητες ήταν ελάχιστα αφυπνισμένες. Αφού διανύσαμε πολλές ζωές μέσα στις πρωτόγονες αυτές συνθήκες, αρχίσαμε να εμφανίζωμε μιά ελαφρά τάση για ηθικές και διανοητικές ικανότητες, και τότε ήρθαμε να γεννηθούμε μέσα σ' ένα περιβάλλον πιό εξελιγμένο.
Οι διάφορες ενσαρκώσεις μας περνούσαν γεμάτες από ταλαιπωρίες και αθλιότητα, γιατί είμασταν διεστραμμένοι, τυφλωμένοι από σκληρότητα και πάθη. Εφόσον όμως οι αιώνες περνούσαν και θερίζαμε τους καρπούς της κακίας που εμείς οι ίδιοι είχαμε σπείρει, αρχίσαμε να ακούμε πιο επιτακτικά τη φωνή της συνειδήσεώς μας, που δεν είναι παρά η συνολική μνήμη από κάθε περασμένη εμπειρία μας. Τότε αρχίσαμε να αποφεύγωμε πιά τις κακές πράξεις και από τη στιγμή εκείνη ήρθαμε να γεννηθούμε σ' έναν πολιτισμένο τόπο.
Στην αρχή όμως, τοποθετηθήκαμε εκεί σε μιά κοινωνική τάξη με χαρακτηριστικό την αμάθεια και την ανυποταξία σε κάθε διδακαλία. Εφόσον οι ενσαρκώσεις μας συνεχίζονται με γρήγορο ρυθμό, αναπτυσσόμαστε ολοένα ηθικώς και διανοητικώς, χάρις στην εξωτερική επιβολή του νόμου και στη συμμόρφωση της φυσικής μας υποστάσεως. Εν τούτοις είμαστε ακόμη αμαθείς, ικανοί μόνον για χοντροειδείς εργασίες, παρ' όλο που η ζωή μας επάνω στη γη μάς διδάσκει ολοένα και μας αναπτύσσει, πράγμα που το κάνει για όλα ανεξαιρέτως τα όντα» (Cooper, σ. 26).
«Σύμφωνα με όλα αυτά και κάτω από το φως της μετενσαρκώσεως, μπορούμε να παραστήσωμε την ανθρωπότητα να ανεβαίνει μια απέραντη κλίμακα, που το κατώτερο τμήμα της αναδύεται μέσα από τη σκοτεινή αρχή των πραγμάτων, ενώ το ανώτερο χάνεται και συγχωνεύεται μέσα στη δόξα της Θεότητος. Δεν γνωρίζομε το μήκος της κλίμακος, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Εκείνο που έχει σημασία είναι να κατανοήσωμε ότι βρισκόμαστε προς το παρόν επάνω σ' ένα από τα σκαλοπάτια και ότι η θέσις μας αυτή μέσα στην όλη πορεία αποδεικνύει καθαρά το στάδιο της εξελίξεώς μας"(Cooper, α. 28).
«Ο μεγάλος και βασικός σκοπός της μετενσαρκώσεως είναι η εκπαίδευσις. Για τον σκοπό αυτόν ερχόμαστε και ξαναρχόμαστε επάνω στη γη, όχι για κάποια εξωτερική αιτία, που μας υποχρεώνει σ' αυτό, αλλά επειδή η δική μας συνείδησις, το εγώ μας έχει ανάγκη αναπτύξεως. Το ελατήριο που μας ωθεί προς τη μετενσάρκωση και που μας φέρνει και πάλι επάνω στη γη, είναι η εσωτερική μας δίψα για εμπειρίες, η επιθυμία του να γνωρίσωμε, η ορμή του να συμμετάσχωμε στην πάλλουσα κίνηση της φυσικής ζωής» (Cooper, σ. 34).
Η δυτική αντίληψη για τη μετενσάρκωση δεν οδηγεί στην απραξία αλλά υπόσχεται μεγαλύτερες εμπειρίες και αφύπνιση απόκρυφων δυνατοτήτων του ανθρώπου. Ο I. S. Cooper υπογραμμίζει:
«Ύστερα από μια σειρά ζωών παράγεται η αφύπνισις των ψυχικών ικανοτήτων, κατά τον ίδιο σχεδόν τρόπο, που αφυπνίζεται η ευφυΐα στην αρχή κάθε γήϊνης ζωής και κατά την περίοδο εκείνη που ονομάζομε παιδική ηλικία.
Ο μεγάλος σκοπός της ζωής είναι η ανάπτυξις των λανθανουσών δυνατοτήτων μας. Εφ' όσον προχωρούμε και αναπτυσσόμαστε, δεν προστίθεται τίποτε στην ψυχή μας ή στο πνευματικό μας Εγώ, απλώς αφυπνίζεται αυτό που υπνώνεται μέσα».
«Μέσα σε κάθε ψυχή κατοικεί το άπειρο. Έτσι, κάθε ανθρώπινη ατομικότης είναι κατά κάποιον τρόπο το κέντρο του σύμπαντος, εφόσον ο Θεός ζη εξ ίσου μέσα στον καθένα μας. Αν ο πλησίον μας κατέχη μιά αρετή που εμείς δεν την έχομε, αν εκδηλώνη ένα πολύτιμο χάρισμα για το οποίο τον θαυμάζομε, αυτό δεν σημαίνει ότι έχει λάβει περισσότερα από μας, αλλ' ότι έχει αφυπνίσει αυτή την ιδιότητα ή αυτό το χάρισμα ενωρίτερα από μας. Αν θέλωμε να του μοιάσωμε τίποτε δεν μας εμποδίζει να καταβάλουμε τις προσπάθειες που θα μας επιτρέψουν να πραγματοποιήσωμε και μεις τις ίδιες ικανότητες» (Cooper, σ. 35).
Κατά τους θιασώτες της αντιλήψεως αυτής, οι γνώσεις που συσσωρεύονται από ζωή σε ζωή, μετασχηματίζονται σε έμφυτες ικανότητες και μπορούν να χρησιμοποιηθούν εδώ στον κόσμο. Έτσι εξηγούν οι άνθρωποι αυτοί τις ιδιοφυΐες: «Διατηρούν τις αναμνήσεις και ύστερα από ορισμένο καιρό επανέρχονται και πάλι στη γη, προικισμένοι με τις ικανότητες που απέκτησαν κατά το παρελθόν, για να λάβουν μέρος στη δόμηση άλλων πολιτισμών ολοένα και πιο ανεπτυγμένων και πιο ωραίων» (Cooper, σ. 73).
«Η μετενσάρκωση δεν συνεχίζεται επ' άπειρον. Όταν θα έχωμε μάθει όλα τα μαθήματα που διδάσκονται στο σχολείο του κόσμου, δεν θα έχωμε πλέον την ανάγκη φυσικών ενσαρκώσεων, εκτός από τις ηθελημενες εκείνες ενσαρκώσεις, κατά τις οποίες υψηλές και τελειωμένες Οντότητες έρχονται ως Εκπαιδευταί, για να βοηθήσουν την παλαίουσα ανθρωπότητα στην οδό της πνευματικής εξελίξεως" (Cooper, σ 55).
«Είμαστε αναγκασμένοι να επιστρέψουμε ξανά και ξανά στη γη για να συνεχίσουμε τα μαθήματά μας», με τελικό σκοπό «να γίνουμε υπεράνθρωποι σαν τον Ιησού Χριστό και να συγχωνευτούμε, να γίνουμε ένα με το Θεό. Όταν αυτό συμβεί, δεν θα υπάρχει πια ανάγκη να ενσαρκωθούμε παλι στο γήϊνο επίπεδο» (Ρόμπερτ Νάτζεμυ, Ο μυστικός κύκλος της ζωής, σελ. 83. 95).
Ξεκινώντας από άλλη αφετηρία ο Mark Albrecht, πρώην εκδότης του περιοδικού Update on New Religious Movement (Δανία) και συγγραφέας του βιβλίου Reincarnation. Α Christian Appraisal (Downers Crove, 11, 1982) αναφέρει πώς στις αρχές του Κ' αιώνα μόνο το 1-2% των ανθρώπων στη Δύση έδιδαν σημασία στη δοξασία της μετενσάρκωσης. Όμως η ιδέα αυτή άρχισε να βρίσκει απήχηση στη δεκαετία του 1960, με την εμφάνιση των διαφόρων γκουρουϊστικών ομάδων. Κατά μία στατιστική του 1982, στη μετενσάρκωση πίστευαν 20-25% των Δυτικοευρωπαίων. Κατά τις εκτιμήσεις του Μ. Albrecht, σήμερα (1991) πιστεύουν στη μετενσάρκωση 25-30% των ανθρώπων σε πολλές χώρες της Δύσης (Μ. Albrecht, Reincarnation versus Resurrection, Areopagus, 3/1991, σ. 18).
Η "δυτική έκδοση" της μετενσάρκωσης, σε αντίθεση με την ασιατική, δεν αποβλέπει στην εξουδετέρωση της ζωής, στην "απελευθέρωση" από τον κύκλο των διαδοχικών ζωών και θανάτων, αλλά σε "νέες δυνατότητες", μέσα από διαδοχικές μετενσαρκώσεις, ώστε να ικανοποιηθούν όλες οι επιθυμίες, που δεν μπόρεσαν να ικανοποιηθούν σ' αυτή τη ζωή. Οι Δυτικοί οπαδοί της μετενσάρκωσης πιστεύουν πως αυτό που τώρα επιθυμούν και δεν το επιτυγχάνουν σ' αυτή τη ζωή, σίγουρα θα το έχουν σε μία από τις επόμενες ζωές!
Ο Μ. Albrecht αναφέρεται στις ομάδες της "Νέας Εποχής" και επικαλείται έναν από τους αποστόλους της, τον Leone L. Wright που ανέφερε: «Όλοι μας, αναμφιβόλως, ως πνευματικά εγώ, έχουμε πολλούς ρόλους πάνω σ' αυτή τη θαυμάσια σκηνή του ανθρώπινου δράματος στον Πλανήτη μας γη» (L. L. Wright, Reincarnation, San Diego 1975, σ. 25).
Η νέα αντίληψη διαμορφώθηκε στο χώρο της Θεοσοφικής Εταιρίας. Κατά τον Irving S. Cooper η μετενσάρκωση είναι «η διαδικασία μέσω της οποίας συνειδήσεις προς εξέλιξιν σε διαφόρους βαθμούς αναπτύξεως, έρχονται να συναφθούν με φυσικές μορφές, που επίσης εξελίσσονται σε όλους τους βαθμούς της φυσικής πολυπλοκότητος» (Cooper, σ. 24).
Η αντίληψη αυτή προϋποθέτει την ολιστική θεώρηση του κόσμου και του ανθρώπου. «Τα πάντα είναι Θεός. Αλλά ο Θεός αυτός μέσα στον κόσμο εκδηλώνεται λιγώτερο ή περισσότερο, αναλόγως με την ικανότητα κάθε μορφής. Όταν μία μορφή είναι βαρειά και χωρίς μεγάλη αποκριτικότητα στους κραδασμούς, όπως π. χ. το σώμα ενός αγρίου, τότε η θεότης, η θεία αρχή που το κατοικεί, δεν μπορεί να εκδηλωθεί. Όταν αντίθετα μία μορφή είναι αγνή, ευαίσθητη στους κραδασμούς και εξελιγμένη, η ένδον θεότης αποκαλύπτεται, μεγαλειώδης και εκθαμβωτική, κάνοντάς μας να κλίνωμε μπρος της την κεφαλή, σε ένδειξη λατρείας και σεβασμού».
Αυτή η "εξέλιξη" μέσω ατέλειωτων μετενσαρκώσεων είναι είδος αυτο-εξέλιξης, με αυτόματες, μηχανιστικές διαδικασίες. Η αντίληψη αυτή κυριαρχεί άλλωστε και στην ινδουϊστική αντίληψη περί μετενσάρκωσης, όπως και σε "εσωτερικές ομάδες" λόγου χάρη στον "Εσωτερικό χριστιανισμό" του Δ. Δώριζα. Στο βιβλίο του "2001-Η δευτέρα παρουσία" (Αθήνα 1985, σ. 32) αναφέρεται:
«Ο Εαυτός σου διαμορφώνει την εξέλιξη του Εαυτού. Του Εαυτού εκείνου που ηθελημένα αποσχίσθηκε, με σκοπό να μαθητεύσει στην Ένωση, με σκοπό ν' αντλήσει από το διαχωρισμό όλες τις εμπειρίες και τις γνώσεις της Υπερτέλειας Ενότητας και να επιστρέψει, φλεγόμενο κομμάτι Απειρότητας Εαυτού μέσα στην Ενότητα του Εαυτού. Ο Εαυτός σου κατευθύνει τον εαυτό σου τον αποσχισμένο... για να τον διδάξει να ξεπεράσει τους κραδασμούς της βαριάς ύλης και να δυνηθεί να τους μετουσιώσει πάνω στο Ατέρμονο "Είναι"...Εγώ είμαι ο Εαυτός σου. Η Υπέρτατη Δημιουργική Δύναμη...».
«Διαχύσου, Αδελφέ Μου, στην Απειρότητά Μου. Μπορείς. Κανένα όριο, κανένας περιορισμός δεν υπάρχει. Εντός σου βρίσκεται παλλόμενη και δονούμενη η Βασιλεία των Ουρανών, η Ουράνια κατάσταση της ενεργοποιημένης Αρμονίας του Φωτός και της Τελειότητας...Επέλεξέ την και τότε άμεσα η γη σου θα γίνει Ουρανός, ο νους σου Απειρότητα και η καρδιά σου Αγάπη. Τότε θα νοιώσεις νέες δονήσεις να εξέρχονται από εντός σου, για να σε περιδονήσουν σε Τελειότητες, για να σε εκσφενδονίσουν στα Σύμπαντα και στις υποστάσεις σαν Μόριο και σαν Ολότητα» (2001, σ. 132-133).
Αυτή η εξελικτική πορεία δεν αναφέρεται μόνο στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι μόνο ένας σταθμός· σ' αυτήν την πορεία εντάσσεται ολόκληρο το σύμπαν. Ο Cooper αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Η εξέλιξις των μορφών είναι ένας από τους σκοπούς του Σχολείου του Κόσμου, αλλά δεν είναι ο μόνος. Ο κόσμος μας, καθώς και οι άλλοι, έχουν επίσης για σκοπό, καθώς είπαμε, την ανάπτυξη και την πλήρη άνθιση των δυνατοτήτων της συνειδήσεως. Με τον τρόπο αυτόν η άπειρη Ζωή εκδηλώνει ολοένα και περισσότερη δύναμη και ομορφιά η εξέλιξις της ύλης εκδηλώνει την αργή μεταμόρφωση του ορυκτού σε φυτό, του φυτού σε ζώο, του ζώου σε άνθρωπο και του ανθρώπου σε υπεράνθρωπο. Η εξέλιξις της Ζωής εκδηλώνει το πνεύμα, που εξουσιάζει τα πάντα, και εκφράζεται μέσω των υλικών μορφών, στις οποίες κατοικεί.
Όλοι οι θρησκευτικοί διδάσκαλοι των καιρών μάς έχουν μιλήσει για την ένδοξη πνευματική καταγωγή μας. Κάποτε, σ' ένα ασύλληπτο παρελθόν, είχαμε εγκαταλείψει τη θεία διαμονή μας για να γνωρίσωμε και να εξουσιάσωμε την ύλη, τέτοια όπως μας την προσφέρει το ηλιακό μας σύστημα. Από τότε αρχίζει και η διαδικασία της εξελίξεώς μας μέσα στο υλικό σύμπαν» (Cooper, σ.36-37).
«Κατ' αρχήν πρέπει να έχωμε υπ' όψιν ότι ολόκληρη η φύσις είναι ζώσα και ότι κάθε φυσική μορφή, από τους κρυστάλλους έως τον άνθρωπο, χρησιμεύει ως φορεύς σε μιά συνείδηση που βαίνει προς εξέλιξιν. Μπορούμε να φαντασθούμε τα κύματα της εξελισσόμενης ζωής να αναδύωνται από το ένα βασίλειο στο άλλο: Ορυκτό, φυτικό, ζωϊκό, ανθρώπινο. Στο ορυκτό η συνείδησις είναι μόλις αφυπνισμένη. Στο φυτό αρχίζει να εμφανίζει συμπάθεια ή αντιπάθεια, καθώς και ασθενή σημεία αισθαντικότητας. Στο ζώο εκδηλώνεται με τη μορφή του συγκεκριμένου αισθήματος, των παθών και των επιθυμιών, εμφανίζοντας επίσης και μιά μορφή νοητικότητας. Στον άνθρωπο, αφού περάσει από τη δοκιμασία εκατοντάδων ενσαρκώσεων, φθάνει τέλος στα ύψη της πνευματικής γνώσεως».
«Τέλος, όταν η εξέλιξις φθάνει στο στάδιο εκείνο, όπου ζώα μιας ανεπτυγμένης διανοητικότητας έρχονται σε στενή επικοινωνία με τον άνθρωπο, όπως συμβαίνει π.χ. με τη γάτα, τον σκύλο ή το άλογο, η ομάς - ψυχή δεν ζωογονεί πλέον παρά ένα μόνον ζωϊκό σώμα. Ένας σκύλος έξυπνος και στοργικός είναι μία οντότης που μετενσαρκώνεται και είναι έτοιμη να περάσει μέσα στο ανθρώπινο βασίλειο. Δεν είναι εν τούτοις ακόμη μία ανθρώπινη ψυχή. Το ζώο έχει ένα αστρικό σώμα και ένα στοιχειώδες νοητικό, που είναι τμήματα από την προγονική ομαδική ψυχή, δεν έχει όμως αιτιατό σώμα, ζωογονημένο από το αθάνατο πνεύμα» (Cooper, σ. 50-51).
«Κατά την απαρχή της ανθρώπινης εξελίξεώς μας είμασταν άγριοι, γιατί τόσο οι ηθικές καθώς και οι διανοητικές μας ικανότητες ήταν ελάχιστα αφυπνισμένες. Αφού διανύσαμε πολλές ζωές μέσα στις πρωτόγονες αυτές συνθήκες, αρχίσαμε να εμφανίζωμε μιά ελαφρά τάση για ηθικές και διανοητικές ικανότητες, και τότε ήρθαμε να γεννηθούμε μέσα σ' ένα περιβάλλον πιό εξελιγμένο.
Οι διάφορες ενσαρκώσεις μας περνούσαν γεμάτες από ταλαιπωρίες και αθλιότητα, γιατί είμασταν διεστραμμένοι, τυφλωμένοι από σκληρότητα και πάθη. Εφόσον όμως οι αιώνες περνούσαν και θερίζαμε τους καρπούς της κακίας που εμείς οι ίδιοι είχαμε σπείρει, αρχίσαμε να ακούμε πιο επιτακτικά τη φωνή της συνειδήσεώς μας, που δεν είναι παρά η συνολική μνήμη από κάθε περασμένη εμπειρία μας. Τότε αρχίσαμε να αποφεύγωμε πιά τις κακές πράξεις και από τη στιγμή εκείνη ήρθαμε να γεννηθούμε σ' έναν πολιτισμένο τόπο.
Στην αρχή όμως, τοποθετηθήκαμε εκεί σε μιά κοινωνική τάξη με χαρακτηριστικό την αμάθεια και την ανυποταξία σε κάθε διδακαλία. Εφόσον οι ενσαρκώσεις μας συνεχίζονται με γρήγορο ρυθμό, αναπτυσσόμαστε ολοένα ηθικώς και διανοητικώς, χάρις στην εξωτερική επιβολή του νόμου και στη συμμόρφωση της φυσικής μας υποστάσεως. Εν τούτοις είμαστε ακόμη αμαθείς, ικανοί μόνον για χοντροειδείς εργασίες, παρ' όλο που η ζωή μας επάνω στη γη μάς διδάσκει ολοένα και μας αναπτύσσει, πράγμα που το κάνει για όλα ανεξαιρέτως τα όντα» (Cooper, σ. 26).
«Σύμφωνα με όλα αυτά και κάτω από το φως της μετενσαρκώσεως, μπορούμε να παραστήσωμε την ανθρωπότητα να ανεβαίνει μια απέραντη κλίμακα, που το κατώτερο τμήμα της αναδύεται μέσα από τη σκοτεινή αρχή των πραγμάτων, ενώ το ανώτερο χάνεται και συγχωνεύεται μέσα στη δόξα της Θεότητος. Δεν γνωρίζομε το μήκος της κλίμακος, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Εκείνο που έχει σημασία είναι να κατανοήσωμε ότι βρισκόμαστε προς το παρόν επάνω σ' ένα από τα σκαλοπάτια και ότι η θέσις μας αυτή μέσα στην όλη πορεία αποδεικνύει καθαρά το στάδιο της εξελίξεώς μας"(Cooper, α. 28).
«Ο μεγάλος και βασικός σκοπός της μετενσαρκώσεως είναι η εκπαίδευσις. Για τον σκοπό αυτόν ερχόμαστε και ξαναρχόμαστε επάνω στη γη, όχι για κάποια εξωτερική αιτία, που μας υποχρεώνει σ' αυτό, αλλά επειδή η δική μας συνείδησις, το εγώ μας έχει ανάγκη αναπτύξεως. Το ελατήριο που μας ωθεί προς τη μετενσάρκωση και που μας φέρνει και πάλι επάνω στη γη, είναι η εσωτερική μας δίψα για εμπειρίες, η επιθυμία του να γνωρίσωμε, η ορμή του να συμμετάσχωμε στην πάλλουσα κίνηση της φυσικής ζωής» (Cooper, σ. 34).
Η δυτική αντίληψη για τη μετενσάρκωση δεν οδηγεί στην απραξία αλλά υπόσχεται μεγαλύτερες εμπειρίες και αφύπνιση απόκρυφων δυνατοτήτων του ανθρώπου. Ο I. S. Cooper υπογραμμίζει:
«Ύστερα από μια σειρά ζωών παράγεται η αφύπνισις των ψυχικών ικανοτήτων, κατά τον ίδιο σχεδόν τρόπο, που αφυπνίζεται η ευφυΐα στην αρχή κάθε γήϊνης ζωής και κατά την περίοδο εκείνη που ονομάζομε παιδική ηλικία.
Ο μεγάλος σκοπός της ζωής είναι η ανάπτυξις των λανθανουσών δυνατοτήτων μας. Εφ' όσον προχωρούμε και αναπτυσσόμαστε, δεν προστίθεται τίποτε στην ψυχή μας ή στο πνευματικό μας Εγώ, απλώς αφυπνίζεται αυτό που υπνώνεται μέσα».
«Μέσα σε κάθε ψυχή κατοικεί το άπειρο. Έτσι, κάθε ανθρώπινη ατομικότης είναι κατά κάποιον τρόπο το κέντρο του σύμπαντος, εφόσον ο Θεός ζη εξ ίσου μέσα στον καθένα μας. Αν ο πλησίον μας κατέχη μιά αρετή που εμείς δεν την έχομε, αν εκδηλώνη ένα πολύτιμο χάρισμα για το οποίο τον θαυμάζομε, αυτό δεν σημαίνει ότι έχει λάβει περισσότερα από μας, αλλ' ότι έχει αφυπνίσει αυτή την ιδιότητα ή αυτό το χάρισμα ενωρίτερα από μας. Αν θέλωμε να του μοιάσωμε τίποτε δεν μας εμποδίζει να καταβάλουμε τις προσπάθειες που θα μας επιτρέψουν να πραγματοποιήσωμε και μεις τις ίδιες ικανότητες» (Cooper, σ. 35).
Κατά τους θιασώτες της αντιλήψεως αυτής, οι γνώσεις που συσσωρεύονται από ζωή σε ζωή, μετασχηματίζονται σε έμφυτες ικανότητες και μπορούν να χρησιμοποιηθούν εδώ στον κόσμο. Έτσι εξηγούν οι άνθρωποι αυτοί τις ιδιοφυΐες: «Διατηρούν τις αναμνήσεις και ύστερα από ορισμένο καιρό επανέρχονται και πάλι στη γη, προικισμένοι με τις ικανότητες που απέκτησαν κατά το παρελθόν, για να λάβουν μέρος στη δόμηση άλλων πολιτισμών ολοένα και πιο ανεπτυγμένων και πιο ωραίων» (Cooper, σ. 73).
«Η μετενσάρκωση δεν συνεχίζεται επ' άπειρον. Όταν θα έχωμε μάθει όλα τα μαθήματα που διδάσκονται στο σχολείο του κόσμου, δεν θα έχωμε πλέον την ανάγκη φυσικών ενσαρκώσεων, εκτός από τις ηθελημενες εκείνες ενσαρκώσεις, κατά τις οποίες υψηλές και τελειωμένες Οντότητες έρχονται ως Εκπαιδευταί, για να βοηθήσουν την παλαίουσα ανθρωπότητα στην οδό της πνευματικής εξελίξεως" (Cooper, σ 55).
«Είμαστε αναγκασμένοι να επιστρέψουμε ξανά και ξανά στη γη για να συνεχίσουμε τα μαθήματά μας», με τελικό σκοπό «να γίνουμε υπεράνθρωποι σαν τον Ιησού Χριστό και να συγχωνευτούμε, να γίνουμε ένα με το Θεό. Όταν αυτό συμβεί, δεν θα υπάρχει πια ανάγκη να ενσαρκωθούμε παλι στο γήϊνο επίπεδο» (Ρόμπερτ Νάτζεμυ, Ο μυστικός κύκλος της ζωής, σελ. 83. 95).
http://paterikakeimena.blogspot.com/2012/01/blog-post_741.html#more
------------------------------------------------
πηγή: π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος, Μετενσάρκωση ή Ανάσταση;, εκδ. Διάλογος, 1995.
------------------------------------------------
πηγή: π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος, Μετενσάρκωση ή Ανάσταση;, εκδ. Διάλογος, 1995.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου