Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΕΥΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΣΘΕΝΕΙΑ, Η ΔΕ
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ
πρ. Ιωάννης Σ. Ρωμανίδης, Καθηγητής Πανεπιστημίου
Μετατροπή
από την καθαρεύουσα στη νεοελληνική (Ρωμαίικη)
γλώσσα από τον Θ.Φ.Δ.
Πηγή Πρωτότυπου
κειμένου:
http://www.romanity.org/htm/rom.e.02.i_thriskeia_einai_neurobiologiki_astheneia.01.htm
Εισαγωγικά
Το
κλειδί για την κατανόηση της μεταβολής της Ορθοδόξου Καθολικής Παραδόσεως
από παράνομη σε νόμιμη θρησκεία και κατόπιν σε επίσημη Εκκλησία, έγκειται
στο γεγονός, ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διαπίστωσε, ότι δεν είχε απέναντί
της απλώς μία επιπλέον μορφή θρησκείας ή φιλοσοφίας, αλλά μία καλά
οργανωμένη Εταιρία Νευρολογικών Κλινικών, οι οποίες θεράπευαν την νόσο της
θρησκείας και
αναζητούσαν
την ασθένεια της ευδαιμονίας της ανθρωπότητος
και έτσι παρήγαγαν φυσιολογικούς πολίτες με ανιδιοτελή αγάπη, αφιερωμένους
στην ριζική θεραπεία των προσωπικών τους και των κοινωνικών νοσημάτων. Η
σχέση που ανεπτύχθη μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, ήταν ακριβώς αντίστοιχη
προς την σχέση μεταξύ Κράτους και σύγχρονης Ιατρικής.
· Μέθοδος
Η
μέθοδος στο υπόβαθρο της εκθέσεως αυτής είναι απλή. Οι συγγραφείς της Καινής
Διαθήκης και οι Πατέρες επισημαίνουν εντός της ιστορίας την δική τους
εμπειρία της καθάρσεως και του φωτισμού της καρδιάς και του δοξασμού (της
θεώσεως), την οποία ταυτίζουν με εκείνη των προφητών όλων των αιώνων,
αρχίζοντας τουλάχιστον από του Αβραάμ.
Αυτό αντιστοιχεί με την επανάληψη της
θεραπείας στην ιατρική επιστήμη, της οποίας η μέθοδος μεταδίδεται από γιατρό
σε γιατρό. Αλλά σε αυτή την περίπτωση ο Χριστός, ο Κύριος της Δόξας και
Μεγάλης Βουλής Άγγελος, είναι ο γιατρός ο οποίος προσωπικά θεραπεύει και "τελειοί"
τους γιατρούς Του, τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη. Αυτή η
ιστορική παράδοση και διαδοχή θεραπείας και τελειώσεως "εν τω Κυρίω της
Δόξης" πριν και μετά την ενσάρκωσή Του, συνιστά την καρδιά και τον πυρήνα
της Βιβλικής και της Πατερικής Παραδόσεως.
Διαιρούμε την έκθεσή μας στα ακόλουθα: 1) Η νόσος της θρησκείας. 2) Οι
Σύνοδοι ως Εταιρείες Νευρολογικών Κλινικών. 3) Σύνοδοι και Πολιτισμοί. 4)
Συμπεράσματα. 5) Επίμετρο.
I. Η ΝΟΣΟΣ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ
Οι πατριάρχες και οι προφήτες
της Παλαιάς Διαθήκης, οι απόστολοι και οι προφήτες της Καινής Διαθήκης και
οι διάδοχοί τους γνωρίζουν καλά την νόσο της θρησκείας και τον Γιατρό που
την θεραπεύει, δηλαδή τον Κύριο (Γιαχβέ) της Δόξας. Αυτός είναι ο Γιατρός των
ψυχών και των σωμάτων μας. Θεράπευε την νόσο αυτή στους φίλους και πιστούς
Του πριν την ενσάρκωση Του και συνεχίζει και ως Θεάνθρωπος να την θεραπεύει.
Η εν λόγω νόσος συνίσταται στο
ότι υπάρχει βραχυκύκλωμα μεταξύ του πνεύματος στη καρδιά του ανθρώπου
(δηλαδή κατά τους πατέρες της νοερής ενέργειας) και του εγκεφάλου. Στην
φυσιολογική της κατάσταση η νοερή ενέργεια κινείται κυκλικά σαν στρόφαλος
προσευχόμενη μέσα στην καρδιά. Στην νοσούσα κατάστασή της η νοερή ενέργεια
δεν στροφαλίζεται κυκλικά. Αλλά ξεδιπλωμένη και ριζωμένη στην καρδιά κολλάει
στον εγκέφαλο και δημιουργεί βραχυκύκλωμα μεταξύ εγκεφάλου και καρδιάς. Έτσι
τα νοήματα του εγκεφάλου, που είναι όλα από το περιβάλλον, γίνονται νοήματα
της νοερής ενέργειας ριζωμένης πάντα στην καρδιά. Έτσι ο παθών γίνεται δούλος
του περιβάλλοντός του. Ως εκ τούτου συγχέει ορισμένα προερχόμενα από το
περιβάλλον του νοήματα με τον Θεό ή τους θεούς του.
Με τον όρο Θρησκεία εννοούμε
κάθε "ταύτιση" του ακτίστου με το κτιστό και μάλιστα κάθε "ταύτιση
παραστάσεων" του ακτίστου με νοήματα και ρήματα της ανθρώπινης σκέψης, που
είναι το θεμέλιο της λατρείας των ειδώλων. Τα νοήματα και ρήματα αυτά μπορεί
να είναι απλώς νοήματα και ρήματα ή και παραστάσεις και με αγάλματα και
εικόνας εντός και εκτός νομιζομένου θεόπνευστου κειμένου. Με άλλα λόγια και
η ταύτιση των περί Θεού νοημάτων και ρημάτων της Αγίας Γραφής με το άκτιστο
ανήκει και αυτή στον κόσμο της ειδωλολατρίας και είναι το θεμέλιο όλων των
μέχρι τώρα αιρέσεων.
Στην θεραπευτική παράδοση της
Π. και της Κ. Διαθήκης χρησιμοποιούνται κατάλληλα νοήματα και ρήματα ως μέσα
κατά την διάρκεια της καθάρσεως και του φωτισμού της καρδιάς και τα οποία
καταργούνται κατά την διάρκεια του δοξασμού όταν αποκαλύπτεται στο σώμα του
Χριστού η πληρούσα τα κτιστά πάντα απερίγραπτη, ακατάληπτη και άκτιστη δόξα
του Θεού. Μετά τον δοξασμό τα νοήματα και τα ρήματα της νοερής στην καρδιά
προσευχής επανέρχονται. Από τον δοξασμό του ο παθών διαπιστώνει ότι ουδεμία
ομοιότητα υπάρχει μεταξύ κτιστού και ακτίστου και ότι ο Θεός είναι αδύνατο
να εκφρασθεί κι ακόμα πιο αδύνατο να εννοηθεί.
Το θεμέλιο των αιρέσεων του
Βατικανού και των Διαμαρτυρομένων είναι το γεγονός ότι ακολουθούν τον
Αυγουστίνο ο
οποίος εξέλαβε την εν λόγω αποκαλυφθείσα δόξα του Θεού στην Π. και την Κ.
Διαθήκη ως "κτιστή," η οποία μάλιστα γίνεται και απογίνεται. Όχι μόνο τούτο,
αλλά και το χειρότερο, εξέλαβε μεταξύ άλλων και τον
Μεγάλης Βουλής Άγγελο
και την Δόξα Του ως γινόμενα και απογινόμενα κτίσματα τα οποία ο Θεός φέρνει
από την αρχή σε ύπαρξη για να γίνουν ορατά και να ακουσθούν και τα οποία
επιστρέφει πάλι στην ανυπαρξία μετά την τέλεση της αποστολής τους. Μάλιστα
τις ανοησίες αυτές αναπτύσσει παραδείγματος χάριν στο βιβλίο του
De
Trinitate (Βιβλία Β και
Γ).
Αλλά για να έχει κανείς ορθή
κατεύθυνση στην θεραπεία της νοερής ενέργειας πρέπει να έχει οδηγό την πείρα
θεουμένου ο οποίος μαρτυρεί σχετικά με ορισμένα αξιώματα ότι μεταξύ: α) του
ακτίστου Θεού και των ακτίστων ενεργειών Του και β) των κτισμάτων Του
ουδεμία ομοιότητα υπάρχει και ότι "Θεόν φράσαι αδύνατον, νοήσαι δε
αδυνατώτερον." (Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.) Μόνον βάσει αυτών των αξιωμάτων
δύναται κανείς να αποφύγει το κατάντημα να αποκτήσει οδηγό τον διάβολο μέσω
δήθεν θεολόγων που στοχάζονται περί Θεού και των θείων.
Στην φυσική κατάστασή της η
νοερή ενέργεια ρυθμίζει τα πάθη, δηλαδή αυτά της πείνας, της δίψας, του
ύπνου, του ενστίκτου της αυτοσυντηρήσεως (δηλαδή του φόβου θανάτου) ώστε να
είναι αδιάβλητα. Σε νοσούσα κατάσταση τα πάθη γίνονται διαβλητά. Αυτά,
σε συνδυασμό με την αδέσποτη πλέον φαντασία, δημιουργούν μαγικές θρησκείες για
την χαλιναγώγιση των στοιχείων της φύσεως ή και της επιπλέον σωτηρίας της
ψυχής από την ύλη σε κατάσταση ευδαιμονίας ή και της ευδαιμονίας με σώμα και
ψυχή.
Η πίστη, κατά την Αγία Γραφή,
είναι η συνεργασία με το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο εγκαινιάζει την θεραπεία της
νόσου της ιδιοτελούς αγάπης στην καρδία και την μεταβάλλει σε αγάπη, η οποία
"ου ζητεί τα εαυτής." Η θεραπεία αυτή κορυφώνεται με τον δοξασμό (την θέωση)
και συνιστά την πεμπτουσία της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας, η οποία
αντικατέστησε μέσω αυτής, την ειδωλολατρεία ως τον πυρήνα του Ελληνικού
Πολιτισμού της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Οφείλουμε να έχουμε σαφή εικόνα
των πλαισίων μέσα στα οποία και η Εκκλησία και το Κράτος είδαν την συμβολή
των θεουμένων στην θεραπεία της νόσου της θρησκείας που διαστρέφει την
ανθρώπινη προσωπικότητα μέσα από την αναζήτηση της ευδαιμονίας εντός και
πέρα από τον τάφο για να κατανοήσουμε τον λόγο, για τον οποίο η Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία ενσωμάτωσε την Ορθόδοξη Εκκλησία στο διοικητικό της δίκαιο.
Ούτε η Εκκλησία, ούτε το Κράτος είδαν την αποστολή της Εκκλησίας ως απλή
άφεση αμαρτιών των πιστών για την μετά θάνατο είσοδό τους στον παράδεισο.
Αυτό θα ισοδυναμεί με ιατρική συγχώρεση των νόσων των ασθενών για την μετά
θάνατο θεραπεία τους. Και η Εκκλησία και το Κράτος γνώριζαν καλά ότι η άφεση
αμαρτιών ήταν μόνο η αρχή της θεραπείας της αναζητούσας την ευδαιμονία νόσου
της ανθρωπότητας. Η θεραπεία αυτή άρχιζε με την κάθαρση της καρδιάς, έφθανε
στην αποκατάσταση της καρδιάς στην φυσική της κατάσταση του φωτισμού και
τελειοποιείτο ολόκληρος ο άνθρωπος στην υπερφυσική κατάσταση του δοξασμού,
δηλαδή της θεώσεως. Το αποτέλεσμα της θεραπείας και της τελειώσεως αυτής δεν
ήταν μόνο η κατάλληλη προετοιμασία για την μετά τον σωματικό θάνατο ζωή,
αλλά και η μεταμόρφωση της κοινωνίας εδώ και τώρα από συγκροτήματα
εγωϊστικών και εγωκεντρικών ατόμων σε κοινωνία ανθρώπων με ανιδιοτελή
αγάπη, "ήτις ου ζητεί τα εαυτής."
http://www.oodegr.com/oode/psyxotherap/nevrobiolog1.htm#I.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου