Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
Προς Ρωμαίους Ε. 1 – 10.
Αδελφοί, ΔΙΚΑΙΩΘΕΝΤΕΣ εκ πίστεως, ειρήνην έχομεν προς τον Θεόν δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ού και την προσαγωγήν εσχήκαμεν τη πίστει εις την χάριν ταύτην εν η εστήκαμεν, και καυχώμεθα επ’ ελπίδι της δόξης του Θεού. Ου μόνον δέ, αλλά και καυχώμεθα εν ταις θλίψεσιν, ειδότες ότι η θλίψις υπομονήν κατεργάζεται, η δέ υπομονή δοκιμήν, η δέ δοκιμή ελπίδα, η δέ ελπίς ου καταισχύνει, ότι η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών δια Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν. Έτι γάρ Χριστός όντων ημών ασθενών κατά καιρόν υπέρ ασεβών απέθανε. Μόλις γάρ υπέρ δικαίου τις αποθανείται’ υπέρ γάρ του αγαθού τάχα τις και τολμά αποθανείν. Συνίστησι δέ την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών, Χριστός υπέρ ημών απέθανε.
Πολλώ ούν μάλλον δικαιωθέντες νύν εν τω Αίματι αυτού, σωθησόμεθα δι’ αυτού απο της οργής. Ει γάρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ δια του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού.
Απόδοση.
Αφού, λοιπόν, ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε, οι σχέσεις μας μ’ αυτόν αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός μας οδήγησε με την πίστη στο χώρο αυτής της χάρης του θεού, στην οποία είμαστε στερεωμένοι, και καυχόμαστε για την ελπίδα της συμμετοχής μας στη δόξα του Θεού. Μα δε σταματά εκεί η καύχησή μας∙ καυχόμαστε ακόμα και στις δοκιμασίες, γιατί ξέρουμε καλά πως οι δοκιμασίες οδηγούν στην υπομονή, η υπομονή στο δοκιμασμένο χαρακτήρα, κι ο δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. Μαρτυρεί γι’ αυτό η αγάπη του Θεού, με την οποία το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε, γέμισε και ξεχείλισε τις καρδιές μας. Γιατί ο Χριστός, παρ’ όλο που ήμασταν ακόμη ανίκανοι να κάνουμε το καλό, πέθανε για μας, τους ασεβείς ανθρώπους, στον προκαθορισμένο καιρό. Δύσκολα θα ’δινε κανείς τη ζωή του ακόμα και για ένα δίκαιο άνθρωπο. Ίσως αποφάσιζε κανείς να πεθάνει για κάποιον καλό άνθρωπο. Ο Θεός όμως ξεπερνώντας αυτά τα όρια έδειξε την αγάπη του για μας, γιατί ενώ εμείς ζούσαμε ακόμα στην αμαρτία, ο Χριστός έδωσε τη ζωή του για μας. Τώρα, λοιπόν, αφού ο Θεός μας απάλλαξε από την καταδίκη, με τη μεσολάβηση του σταυρικού θανάτου του Χριστού, πολύ περισσότερο ο ίδιος θα μας σώσει κι από τη μέλλουσα οργή. Παρ’ ό,τι ήμασταν εχθροί με το Θεό, μας συμφιλίωσε μαζί του ο σταυρικός θάνατος του Υιού του∙ πολύ περισσότερο τώρα που συμφιλιωθήκαμε, η ζωή του θα μας χαρίσει τη σωτηρία.
Επιμέλεια κειμένου Κωνσταντίνα Κυριακούλη.
Η ΚΟΜΜΕΝΗ ΑΛΥΣΙΔΑ
«Η δε ελπiς ου καταισχύνει»
Έτυχε ποτέ, αγαπητέ αναγνώστα, να ανοίξης το Ευαγγέλιον εις ώραν πόνου και ανησυχίας, εις περίοδον δοκιμασίας και κλονισμών; Αν ναι, θα διεπίστωσες και μόνος σου ότι από τις γραμμές του θείου αυτού Βιβλίου ξεχύνονται μυστηριωδώς χείμαρροι ολόκληροι δρόσου και παρηγορίας, που στηρίζουν και γαληνεύουν την ταραγμένη ψυχή μας. Ορθώς ωνομάσθη η Καινή Διαθήκη Πηγή της ελπίδος και της χαράς. Και πρέπει να ομολογήσωμεν ότι μέσα στο κύλισμα των χρόνων, εκείνο που ανέκαθεν εζήτησε και ζητεί ο άνθρωπος, είναι κυρίως αυτή η θωπεία της ελπίδος, χωρίς την οποίαν ο βίος ομοιάζει με νύχτα αξημέρωτη και δράμα ατελείωτο.
Αλήθεια, πόσο γλυκειά, πόσο στηρικτική είναι αυτή η αύρα της ελπίδος! Πώς την αναζητά η ψυχή μας! Η ελπίδα! Υπάρχει όμως και εδώ ο κίνδυνος που δημιουργείται πάντα στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες η ψυχή μας αναζητά κάτι έντονα.. Δηλαδή να απατηθεί στην προσδοκία της και να πονέση ύστερα βαθειά.
Γι’ αυτήν την ελπίδα, τις πικρές διαψεύσεις, τη μοναδική πηγή της και τα αποτελέσματά της, ωφέλιμο θα ήταν να χαραχθούν σήμερα, επ’ ευκαιρία του Αποστολικού αναγνώσματος, μερικές ατελείς σκέψεις.
1. Τι είναι;
Τι είναι, αλήθεια, αυτή η ελπίδα; Είναι η χρυσή προσδοκία της ψυχής. Είναι το απαλό αεράκι της γλυκειάς προσμονής. Είναι ο πόθος του ανθρώπου να ιδή το όνειρό του απτή πραγματικότητα. Και είναι, ομολογουμένως, απαραίτητη αυτή η ορμή της ψυχής να ελπίζη. Αλλοίμονον εις τον άνθρωπον αν δεν ήλπιζε. Ελπίζει ο πτωχός, ότι αύριον θα βελτιωθή η κατάστασίς του, ελπίζει ο εγκαταλελειμμένος, ότι θα βρεθή και γι’ αυτόν κάποιος να ενδιαφερθή. Ελπίζει ο άρρωστος ότι θα ανακτήση την υγείαν του και θα πραγματοποιήση τα όνειρά του. Ελπίζει η χήρα ότι δεν θα είναι για πάντα σύννεφα στη ζωή της. Ελπίζει ο αδικημένος, ότι τελικά θα δικαιωθή. Ελπίζει ο νέος ότι θα κατορθώση να νικήση τα εμπόδια και να κατακτήση τη ζωή. Ελπίζει η νέα ότι θα αξιωθή να χαρή το δικό της σπίτι, τα παιδιά της, την οικογενειακή ευτυχία. Με αυτήν την ελπίδα ζούμε όλοι. «Η ελπίδα», είπε κάποιος σοφός, «είναι η χαρά πριν από τη χαρά της επιτυχίας».
«Τη ελπίδι χαίροντες», σημειώνει χαρακτηριστικά και ο Απόστολος Παύλος. Πόσον ανακουφίζει αυτή η ελπίδα! Ζει έτσι ο άνθρωπος, κοιτάζοντας διαρκώς το μέλλον, που πιστεύει ότι θα είναι καλύτερο από το παρόν.
Έλπιζε, αδελφέ! Αν παύσης να ελπίζης, η ζωή θα γίνη την ίδια στιγμή αβάστακτο μαρτύριο. Έλπιζε. Αλλά πρόσεξε, η ελπίδα αυτή να μην είναι
2. Κυνηγητό μιας σκιάς.
Εδώ υπάρχει ακριβώς ο κίνδυνος. Να κυνηγάη δηλαδή η ψυχή μας μια σκιά. Αλήθεια ! Όσο αναγκαίο είναι κανείς να ελπίζη, τόσο ολέθριο πάλιν είναι να ελπίζη χιμαιρικά, απατηλά. Αυτήν την ψεύτικη ελπίδα κάποιος αρχαίος την απεκάλεσε «προμηθεύτριαν κινδύνων». Να ελπίζωμεν, ναι. Αλλά χρειάζεται κατ’ αρχήν να μη χτίζωμε τη ζωή μας επάνω σε φρούδες ελπίδες, σε αφρούς και σε σκιές. Είναι αυτό το σημείον πολύ σοβαρόν και πρέπει να το προσέξωμεν ιδιαιτέρως. Διότι άλλο είναι να ελπίζης σε λογικά πράγματα και άλλο σε παράλογα. Πολλοί νέοι αντίκρυσαν τη ζωή με μίαν αισιοδοξίαν τόσον αφύσικον, τόσον απατηλήν, ώστε δεν επέρασε πολύς καιρός και ηναγκάσθησαν να κλάψουν πικρά επάνω στις σκορπισμένες από τον άγριο βοριά της πραγματικότητος ελπίδες των. Πόσην αλήθειαν κρύβουν εκείνα τα λόγια:
«ψηλά τη χτίζεις τη φωλιά και θα σου σπάση ο κλώνος
και θα σου φύγη το πουλί και θα σου μείνη ο πόνος»!
Πόσων νέων που ζούσαν με φαντασίες έσπασεν απότομα ο κλώνος και τους έμεινεν ο πόνος!. Και δεν είναι τότε πικρή μόνον η διάψευσις των ελπίδων. Είναι πικρότερη η αποκαρδίωσις από την ζωή, που την εφαντάζοντο διαφορετική και τώρα την βλέπουν αλλοιώτικη. Πόσα θύματα δεν εδημιούργησεν αυτή ακριβώς η επιπολαία και αστήρικτος αλυσίδα απατηλών ελπίδων! Αυτοκτονίες έπειτα και μαρασμός και μελαγχολίες και ποτάμια δακρύων και οικογενειακές τραγωδίες.
Πόσοι άλλοι επίσης εστήριξαν τις ελπίδες των στο χρήμα, στα πρόσωπα, στα πράγματα της ζωής και αργότερα διεψεύσθησαν και απεκαρδιώθησαν! Φθαρτά, αδελφέ, είναι όλα της γης, τα αγαθά. Αέρας και αφροί. Όσοι ελπίζουν σ’ αυτά είναι σαν να κυνηγούν διαρκώς τις σκιές. Οι δυστυχείς! Μένουν πάντα με τα χέρια αδειανά και την ψυχή τραυματισμένη. Συντρίμμια γύρω των πικρά εκείνα στα οποία ήλπισαν και πίστεψαν βαθειά.
3. Ο Γρανίτης.
Και όμως η ψυχή ζητάει αποκούμπι. Πού θα το βρη; Σε ποιόν να ελπίση, όταν όλα γύρω της σκορπίζωνται σαν φύλλα φθινοπώρου; Αγαπητέ, είναι ανάγκη να διορθωθή από την παραπάνω φράση μία λέξις. Η λέξις ΟΛΑ! Διότι υπάρχει στη ζωή μας κάτι, ένας γρανίτης πνευματικός, εις τον οποίον ημπορούμεν να στηρίξωμεν σταθερά την ελπίδα μας. Ξέρεις ποιός είναι. Ο ΘΕΟΣ! Είναι η άγκυρα της ψυχής, η ασφαλής και βεβαία, είναι η ισχυρά περικεφαλαία, που καθιστούν την πορείαν μας ηγγυημένην και ελπιδοφόρον. Αι ελπίδες μας, που στηρίζονται εις ανθρώπους, ημπορεί να διαψεύδωνται, είτε από την ασυνέπειάν των, είτε από την αδυναμίαν των να τηρήσουν τας υποσχέσεις. Η ελπίς όμως που θεμελιώνεται επάνω εις τον Θεόν, δεν διαψεύδεται ποτέ, δεν υπάρχει κίνδυνος να καταστή χίμαιρα. Διότι ο Θεός, εις τον οποίον στηρίζεται, είναι ο Δυνατός, ο Παντοδύναμος, ο Στοργικός Πατέρας. Βέβαια, είναι ανάγκη να σημειωθή, ότι δεν θα ζητάμε και ημείς αδύνατα και παράλογα πράγματα από τον Θεόν. Ούτε πάλιν θα περιμένωμεν μοιρολατρικά την πραγματοποίησιν των ελπιζομένων χωρίς ημείς να καταβάλλωμεν καμμίαν προσπάθειαν. Παθητική και παράλογος ελπίδα είναι και ματαία και αμαρτωλή. Αδίκως θα περιμένωμεν. Ο Θεός δεν συμμαχεί ποτέ ούτε με την αδράνειαν ούτε με την κακίαν.
4. Οι καρποί της χριστιανικής ελπίδος.
Μία τοιαύτη σταθερά, βεβαία και ηγγυημένη ελπίς δεν ημπορεί παρά να έχη αναλόγους καρπούς. Έτσι:
α) Παρηγορεί.
Θα έλθουν δοκιμασίαι και περιπέτειαι. Η ψυχή θα δεχθή οδυνηρά βέλη πικρίας. Εις τις ώρες αυτές η ελπίδα παρηγορεί και τονώνει. Συχνά ο άνθρωπος, επάνω στον πόνο του, βλέπει τα πράγματα τραγικότερα από ό,τι εις την πραγματικότητα είναι. Αν τότε, κοντά σ’ αυτά, του λείψη και η ελπίδα, αμέσως υπάρχει ο κίνδυνος να συντριβή κάτω από το βάρος της συμφοράς. Αυτήν την αλήθειαν είχεν υπ’ όψιν του ο ψαλμωδός όταν έγραφε: «Ίνα τι περίλυπος ει η ψυχή μου; Και ίνα τι συνταράσσεις με; Έλπισον επί τον Θεόν.». Και μόλις ο πιστός θερμανθή δια της ελπίδος, αναζωογονείται. «Επ’ αυτώ ήλπισεν η καρδία μου και εβοηθήθην και ανέθαλεν η σάρξ μου». Πόσες ψυχές ταραγμένες ήλπισαν εις τον Θεόν και ανέκτησαν την δύναμιν των και επαρηγορήθησαν! Και πόσοι «ελπίδα μη έχοντες» κατεποντίσθησαν και εχάθηκαν!
β) Εμψυχώνει.
«Ανδρίζεσθε και κραταιούσθω η καρδία υμών, πάντες οι ελπίζοντες επί Κύριον». Εις μίαν περίοδον αβεβαιότητος και κλονισμών, μόνον η ελπίς εις τον «ισχυρόν βραχίονα» ημπορεί να μας κάμη θαρρετούς και ανδρείους. Και ο πιστός που έχει στήριγμα τον Θεόν, χωρίς να προβαίνη εις ακρίτους ενεργείας, προχωρεί με γενναίον φρόνημα και υψηλόν ηθικόν προς επιτυχίαν των μεγάλων σκοπών του.
«Συ ει, Κύριε, η ελπίς μου εκ νεότητός μου», αναφωνεί με ευγνωμοσύνην. Αυτή η πραγματικότης υπήρξε και το μυστικόν της δημιουργικής ζωής πολλών χριστιανών, οι οποίοι εξεκίνησαν αδύνατοι, πτωχοί, άσημοι, αλλά εφοδιασμένοι με το ακατανίκητον όπλον. Την χριστιανικήν ελπίδα.
γ) Ου καταισχύνει.
«Επί σοι, Κύριε, ήλπισα, μη καταισχυνθείην εις τον αιώνα», σημειώνει με πίστιν πάλιν ο ψαλμωδός. Και η πείρα βεβαιώνει ότι ουδείς μέχρι σήμερον ήλπισεν εις τον Θεόν και κατησχύνθη. Ουδείς! Και είναι φυσικόν. Διότι «η αγάπη του Θεού έχει χυθεί αφθόνως εις τας καρδίας μας δια του Αγίου Πνεύματος, το οποίον εδόθη εις ημάς», διακηρύττει σήμερα ο Απόστολος Παύλος. Αυτή επομένως η αγάπη του Θεού δεν αφήνει τους χριστιανούς που στηρίζουν τας ελπίδας των εις τον Κύριον, να καταισχυνθούν. Κερδίζουν έτσι τις μεγαλύτερες πνευματικές νίκες εις την ζωήν. Γίνονται χρήσιμοι παράγοντες. Κατακτούν τελικά την αιωνιότητα. Είχε δίκαιον λοιπόν ο ψαλμωδός όταν έγραφε «Κύριε ο Θεός των δυνάμεων, μακάριος άνθρωπος ο ελπίζων επί σε». Αλήθεια, μακάριος ο ελπίζων εις τον Θεόν!
Αγαπητοί,
Ήταν κάποτε ένας αετός. Σκλάβος όμως. Δεμένος από το πόδι με μια αλυσίδα. Και περπατούσε στο χώμα. Τι παράξενο θέαμα! Αετός στην αυλή ενός σπιτιού! Κοίταζε διαρκώς τον γαλάζιο ουρανό. Λαχταρούσε να ορμήση στα ύψη, στα βουνά, στις χώρες της μαγευτικής ομορφιάς. Τίναζε τα φτερά του. Ωρθώνετο με πόθο, και μόλις υψώνετο να, δύο μέτρα, έπεφτε πάλι στο χώμα. Δεν τον άφηνεν η αλυσίδα.
Πολλές φορές επεχείρησε να πετάξη. Πάντα όμως ξανάπεφτε θλιμμένος. Ώσπου απογοητεύθηκε. Πάει, είπε, μέσα του, δεν υπάρχει ελπίδα πλέον για μένα. Και δεν επιχείρησε ξανά να πετάξη.
Ένα πρωί τον ευρήκαν νεκρό στην αυλή. Αλλά τι βλέπω; Η αλυσίδα κομμένη; Ναι. Από τις πολλές πιέσεις μια μέρα εκόπηκε. Και πώς λοιπόν ο αετός δεν επέταξε; Κομμένη η φρικτή αλυσίδα! Ελεύθερος πια ο γαλάζιος, ο ποθητός ουρανός. Κρίμα! Δεν επέταξε. Δεν επεχείρησε να πετάξη. Πριν νεκρωθή το σώμα του είχε πεθάνει μέσα του η ελπίδα. Και έμεινεν εκεί, και έσβησε χωρίς ελπίδα, σε στιγμή που ήταν ελεύθερα τα πλάτη του ουρανού.
Αδελφέ,
Αετοί κι εμείς, που ποθούμε τα ύψη, την χαρά, τη δημιουργία. Συχνά όμως αλυσίδες πικρές μας κρατούν δεμένους στον πόνο, στη θλίψη. Και το θάρρος μας αρχίζει να πέφτη. Αργοσβύνει μέσα μας της ελπίδος το φως.
Ψυχή! Στάσου ορθή! Κοίτα προς τα άνω. Από τα αστέρια ψηλότερα στέκεται ο Μεγάλος Θεός. Μην τα χάνης! Χτύπα τις φτερούγες σου. Η αλυσίδα είναι κομμένη. Ψυχή! Έλπισε, ζήτα, πρόσμενε. Ο Θεός βοηθός!
Από το βιβλίο «Φως ταις τρίβοις μου», του Μητροπολίτου Νικαίας, Γεωργίου Παυλίδου, σελίς 64 και εξής.
Επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς.
http://www.orp.gr/?p=496#more-496
Προς Ρωμαίους Ε. 1 – 10.
Αδελφοί, ΔΙΚΑΙΩΘΕΝΤΕΣ εκ πίστεως, ειρήνην έχομεν προς τον Θεόν δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ού και την προσαγωγήν εσχήκαμεν τη πίστει εις την χάριν ταύτην εν η εστήκαμεν, και καυχώμεθα επ’ ελπίδι της δόξης του Θεού. Ου μόνον δέ, αλλά και καυχώμεθα εν ταις θλίψεσιν, ειδότες ότι η θλίψις υπομονήν κατεργάζεται, η δέ υπομονή δοκιμήν, η δέ δοκιμή ελπίδα, η δέ ελπίς ου καταισχύνει, ότι η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών δια Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν. Έτι γάρ Χριστός όντων ημών ασθενών κατά καιρόν υπέρ ασεβών απέθανε. Μόλις γάρ υπέρ δικαίου τις αποθανείται’ υπέρ γάρ του αγαθού τάχα τις και τολμά αποθανείν. Συνίστησι δέ την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών, Χριστός υπέρ ημών απέθανε.
Πολλώ ούν μάλλον δικαιωθέντες νύν εν τω Αίματι αυτού, σωθησόμεθα δι’ αυτού απο της οργής. Ει γάρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ δια του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού.
Απόδοση.
Αφού, λοιπόν, ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε, οι σχέσεις μας μ’ αυτόν αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός μας οδήγησε με την πίστη στο χώρο αυτής της χάρης του θεού, στην οποία είμαστε στερεωμένοι, και καυχόμαστε για την ελπίδα της συμμετοχής μας στη δόξα του Θεού. Μα δε σταματά εκεί η καύχησή μας∙ καυχόμαστε ακόμα και στις δοκιμασίες, γιατί ξέρουμε καλά πως οι δοκιμασίες οδηγούν στην υπομονή, η υπομονή στο δοκιμασμένο χαρακτήρα, κι ο δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. Μαρτυρεί γι’ αυτό η αγάπη του Θεού, με την οποία το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε, γέμισε και ξεχείλισε τις καρδιές μας. Γιατί ο Χριστός, παρ’ όλο που ήμασταν ακόμη ανίκανοι να κάνουμε το καλό, πέθανε για μας, τους ασεβείς ανθρώπους, στον προκαθορισμένο καιρό. Δύσκολα θα ’δινε κανείς τη ζωή του ακόμα και για ένα δίκαιο άνθρωπο. Ίσως αποφάσιζε κανείς να πεθάνει για κάποιον καλό άνθρωπο. Ο Θεός όμως ξεπερνώντας αυτά τα όρια έδειξε την αγάπη του για μας, γιατί ενώ εμείς ζούσαμε ακόμα στην αμαρτία, ο Χριστός έδωσε τη ζωή του για μας. Τώρα, λοιπόν, αφού ο Θεός μας απάλλαξε από την καταδίκη, με τη μεσολάβηση του σταυρικού θανάτου του Χριστού, πολύ περισσότερο ο ίδιος θα μας σώσει κι από τη μέλλουσα οργή. Παρ’ ό,τι ήμασταν εχθροί με το Θεό, μας συμφιλίωσε μαζί του ο σταυρικός θάνατος του Υιού του∙ πολύ περισσότερο τώρα που συμφιλιωθήκαμε, η ζωή του θα μας χαρίσει τη σωτηρία.
Επιμέλεια κειμένου Κωνσταντίνα Κυριακούλη.
Η ΚΟΜΜΕΝΗ ΑΛΥΣΙΔΑ
«Η δε ελπiς ου καταισχύνει»
Έτυχε ποτέ, αγαπητέ αναγνώστα, να ανοίξης το Ευαγγέλιον εις ώραν πόνου και ανησυχίας, εις περίοδον δοκιμασίας και κλονισμών; Αν ναι, θα διεπίστωσες και μόνος σου ότι από τις γραμμές του θείου αυτού Βιβλίου ξεχύνονται μυστηριωδώς χείμαρροι ολόκληροι δρόσου και παρηγορίας, που στηρίζουν και γαληνεύουν την ταραγμένη ψυχή μας. Ορθώς ωνομάσθη η Καινή Διαθήκη Πηγή της ελπίδος και της χαράς. Και πρέπει να ομολογήσωμεν ότι μέσα στο κύλισμα των χρόνων, εκείνο που ανέκαθεν εζήτησε και ζητεί ο άνθρωπος, είναι κυρίως αυτή η θωπεία της ελπίδος, χωρίς την οποίαν ο βίος ομοιάζει με νύχτα αξημέρωτη και δράμα ατελείωτο.
Αλήθεια, πόσο γλυκειά, πόσο στηρικτική είναι αυτή η αύρα της ελπίδος! Πώς την αναζητά η ψυχή μας! Η ελπίδα! Υπάρχει όμως και εδώ ο κίνδυνος που δημιουργείται πάντα στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες η ψυχή μας αναζητά κάτι έντονα.. Δηλαδή να απατηθεί στην προσδοκία της και να πονέση ύστερα βαθειά.
Γι’ αυτήν την ελπίδα, τις πικρές διαψεύσεις, τη μοναδική πηγή της και τα αποτελέσματά της, ωφέλιμο θα ήταν να χαραχθούν σήμερα, επ’ ευκαιρία του Αποστολικού αναγνώσματος, μερικές ατελείς σκέψεις.
1. Τι είναι;
Τι είναι, αλήθεια, αυτή η ελπίδα; Είναι η χρυσή προσδοκία της ψυχής. Είναι το απαλό αεράκι της γλυκειάς προσμονής. Είναι ο πόθος του ανθρώπου να ιδή το όνειρό του απτή πραγματικότητα. Και είναι, ομολογουμένως, απαραίτητη αυτή η ορμή της ψυχής να ελπίζη. Αλλοίμονον εις τον άνθρωπον αν δεν ήλπιζε. Ελπίζει ο πτωχός, ότι αύριον θα βελτιωθή η κατάστασίς του, ελπίζει ο εγκαταλελειμμένος, ότι θα βρεθή και γι’ αυτόν κάποιος να ενδιαφερθή. Ελπίζει ο άρρωστος ότι θα ανακτήση την υγείαν του και θα πραγματοποιήση τα όνειρά του. Ελπίζει η χήρα ότι δεν θα είναι για πάντα σύννεφα στη ζωή της. Ελπίζει ο αδικημένος, ότι τελικά θα δικαιωθή. Ελπίζει ο νέος ότι θα κατορθώση να νικήση τα εμπόδια και να κατακτήση τη ζωή. Ελπίζει η νέα ότι θα αξιωθή να χαρή το δικό της σπίτι, τα παιδιά της, την οικογενειακή ευτυχία. Με αυτήν την ελπίδα ζούμε όλοι. «Η ελπίδα», είπε κάποιος σοφός, «είναι η χαρά πριν από τη χαρά της επιτυχίας».
«Τη ελπίδι χαίροντες», σημειώνει χαρακτηριστικά και ο Απόστολος Παύλος. Πόσον ανακουφίζει αυτή η ελπίδα! Ζει έτσι ο άνθρωπος, κοιτάζοντας διαρκώς το μέλλον, που πιστεύει ότι θα είναι καλύτερο από το παρόν.
Έλπιζε, αδελφέ! Αν παύσης να ελπίζης, η ζωή θα γίνη την ίδια στιγμή αβάστακτο μαρτύριο. Έλπιζε. Αλλά πρόσεξε, η ελπίδα αυτή να μην είναι
2. Κυνηγητό μιας σκιάς.
Εδώ υπάρχει ακριβώς ο κίνδυνος. Να κυνηγάη δηλαδή η ψυχή μας μια σκιά. Αλήθεια ! Όσο αναγκαίο είναι κανείς να ελπίζη, τόσο ολέθριο πάλιν είναι να ελπίζη χιμαιρικά, απατηλά. Αυτήν την ψεύτικη ελπίδα κάποιος αρχαίος την απεκάλεσε «προμηθεύτριαν κινδύνων». Να ελπίζωμεν, ναι. Αλλά χρειάζεται κατ’ αρχήν να μη χτίζωμε τη ζωή μας επάνω σε φρούδες ελπίδες, σε αφρούς και σε σκιές. Είναι αυτό το σημείον πολύ σοβαρόν και πρέπει να το προσέξωμεν ιδιαιτέρως. Διότι άλλο είναι να ελπίζης σε λογικά πράγματα και άλλο σε παράλογα. Πολλοί νέοι αντίκρυσαν τη ζωή με μίαν αισιοδοξίαν τόσον αφύσικον, τόσον απατηλήν, ώστε δεν επέρασε πολύς καιρός και ηναγκάσθησαν να κλάψουν πικρά επάνω στις σκορπισμένες από τον άγριο βοριά της πραγματικότητος ελπίδες των. Πόσην αλήθειαν κρύβουν εκείνα τα λόγια:
«ψηλά τη χτίζεις τη φωλιά και θα σου σπάση ο κλώνος
και θα σου φύγη το πουλί και θα σου μείνη ο πόνος»!
Πόσων νέων που ζούσαν με φαντασίες έσπασεν απότομα ο κλώνος και τους έμεινεν ο πόνος!. Και δεν είναι τότε πικρή μόνον η διάψευσις των ελπίδων. Είναι πικρότερη η αποκαρδίωσις από την ζωή, που την εφαντάζοντο διαφορετική και τώρα την βλέπουν αλλοιώτικη. Πόσα θύματα δεν εδημιούργησεν αυτή ακριβώς η επιπολαία και αστήρικτος αλυσίδα απατηλών ελπίδων! Αυτοκτονίες έπειτα και μαρασμός και μελαγχολίες και ποτάμια δακρύων και οικογενειακές τραγωδίες.
Πόσοι άλλοι επίσης εστήριξαν τις ελπίδες των στο χρήμα, στα πρόσωπα, στα πράγματα της ζωής και αργότερα διεψεύσθησαν και απεκαρδιώθησαν! Φθαρτά, αδελφέ, είναι όλα της γης, τα αγαθά. Αέρας και αφροί. Όσοι ελπίζουν σ’ αυτά είναι σαν να κυνηγούν διαρκώς τις σκιές. Οι δυστυχείς! Μένουν πάντα με τα χέρια αδειανά και την ψυχή τραυματισμένη. Συντρίμμια γύρω των πικρά εκείνα στα οποία ήλπισαν και πίστεψαν βαθειά.
3. Ο Γρανίτης.
Και όμως η ψυχή ζητάει αποκούμπι. Πού θα το βρη; Σε ποιόν να ελπίση, όταν όλα γύρω της σκορπίζωνται σαν φύλλα φθινοπώρου; Αγαπητέ, είναι ανάγκη να διορθωθή από την παραπάνω φράση μία λέξις. Η λέξις ΟΛΑ! Διότι υπάρχει στη ζωή μας κάτι, ένας γρανίτης πνευματικός, εις τον οποίον ημπορούμεν να στηρίξωμεν σταθερά την ελπίδα μας. Ξέρεις ποιός είναι. Ο ΘΕΟΣ! Είναι η άγκυρα της ψυχής, η ασφαλής και βεβαία, είναι η ισχυρά περικεφαλαία, που καθιστούν την πορείαν μας ηγγυημένην και ελπιδοφόρον. Αι ελπίδες μας, που στηρίζονται εις ανθρώπους, ημπορεί να διαψεύδωνται, είτε από την ασυνέπειάν των, είτε από την αδυναμίαν των να τηρήσουν τας υποσχέσεις. Η ελπίς όμως που θεμελιώνεται επάνω εις τον Θεόν, δεν διαψεύδεται ποτέ, δεν υπάρχει κίνδυνος να καταστή χίμαιρα. Διότι ο Θεός, εις τον οποίον στηρίζεται, είναι ο Δυνατός, ο Παντοδύναμος, ο Στοργικός Πατέρας. Βέβαια, είναι ανάγκη να σημειωθή, ότι δεν θα ζητάμε και ημείς αδύνατα και παράλογα πράγματα από τον Θεόν. Ούτε πάλιν θα περιμένωμεν μοιρολατρικά την πραγματοποίησιν των ελπιζομένων χωρίς ημείς να καταβάλλωμεν καμμίαν προσπάθειαν. Παθητική και παράλογος ελπίδα είναι και ματαία και αμαρτωλή. Αδίκως θα περιμένωμεν. Ο Θεός δεν συμμαχεί ποτέ ούτε με την αδράνειαν ούτε με την κακίαν.
4. Οι καρποί της χριστιανικής ελπίδος.
Μία τοιαύτη σταθερά, βεβαία και ηγγυημένη ελπίς δεν ημπορεί παρά να έχη αναλόγους καρπούς. Έτσι:
α) Παρηγορεί.
Θα έλθουν δοκιμασίαι και περιπέτειαι. Η ψυχή θα δεχθή οδυνηρά βέλη πικρίας. Εις τις ώρες αυτές η ελπίδα παρηγορεί και τονώνει. Συχνά ο άνθρωπος, επάνω στον πόνο του, βλέπει τα πράγματα τραγικότερα από ό,τι εις την πραγματικότητα είναι. Αν τότε, κοντά σ’ αυτά, του λείψη και η ελπίδα, αμέσως υπάρχει ο κίνδυνος να συντριβή κάτω από το βάρος της συμφοράς. Αυτήν την αλήθειαν είχεν υπ’ όψιν του ο ψαλμωδός όταν έγραφε: «Ίνα τι περίλυπος ει η ψυχή μου; Και ίνα τι συνταράσσεις με; Έλπισον επί τον Θεόν.». Και μόλις ο πιστός θερμανθή δια της ελπίδος, αναζωογονείται. «Επ’ αυτώ ήλπισεν η καρδία μου και εβοηθήθην και ανέθαλεν η σάρξ μου». Πόσες ψυχές ταραγμένες ήλπισαν εις τον Θεόν και ανέκτησαν την δύναμιν των και επαρηγορήθησαν! Και πόσοι «ελπίδα μη έχοντες» κατεποντίσθησαν και εχάθηκαν!
β) Εμψυχώνει.
«Ανδρίζεσθε και κραταιούσθω η καρδία υμών, πάντες οι ελπίζοντες επί Κύριον». Εις μίαν περίοδον αβεβαιότητος και κλονισμών, μόνον η ελπίς εις τον «ισχυρόν βραχίονα» ημπορεί να μας κάμη θαρρετούς και ανδρείους. Και ο πιστός που έχει στήριγμα τον Θεόν, χωρίς να προβαίνη εις ακρίτους ενεργείας, προχωρεί με γενναίον φρόνημα και υψηλόν ηθικόν προς επιτυχίαν των μεγάλων σκοπών του.
«Συ ει, Κύριε, η ελπίς μου εκ νεότητός μου», αναφωνεί με ευγνωμοσύνην. Αυτή η πραγματικότης υπήρξε και το μυστικόν της δημιουργικής ζωής πολλών χριστιανών, οι οποίοι εξεκίνησαν αδύνατοι, πτωχοί, άσημοι, αλλά εφοδιασμένοι με το ακατανίκητον όπλον. Την χριστιανικήν ελπίδα.
γ) Ου καταισχύνει.
«Επί σοι, Κύριε, ήλπισα, μη καταισχυνθείην εις τον αιώνα», σημειώνει με πίστιν πάλιν ο ψαλμωδός. Και η πείρα βεβαιώνει ότι ουδείς μέχρι σήμερον ήλπισεν εις τον Θεόν και κατησχύνθη. Ουδείς! Και είναι φυσικόν. Διότι «η αγάπη του Θεού έχει χυθεί αφθόνως εις τας καρδίας μας δια του Αγίου Πνεύματος, το οποίον εδόθη εις ημάς», διακηρύττει σήμερα ο Απόστολος Παύλος. Αυτή επομένως η αγάπη του Θεού δεν αφήνει τους χριστιανούς που στηρίζουν τας ελπίδας των εις τον Κύριον, να καταισχυνθούν. Κερδίζουν έτσι τις μεγαλύτερες πνευματικές νίκες εις την ζωήν. Γίνονται χρήσιμοι παράγοντες. Κατακτούν τελικά την αιωνιότητα. Είχε δίκαιον λοιπόν ο ψαλμωδός όταν έγραφε «Κύριε ο Θεός των δυνάμεων, μακάριος άνθρωπος ο ελπίζων επί σε». Αλήθεια, μακάριος ο ελπίζων εις τον Θεόν!
Αγαπητοί,
Ήταν κάποτε ένας αετός. Σκλάβος όμως. Δεμένος από το πόδι με μια αλυσίδα. Και περπατούσε στο χώμα. Τι παράξενο θέαμα! Αετός στην αυλή ενός σπιτιού! Κοίταζε διαρκώς τον γαλάζιο ουρανό. Λαχταρούσε να ορμήση στα ύψη, στα βουνά, στις χώρες της μαγευτικής ομορφιάς. Τίναζε τα φτερά του. Ωρθώνετο με πόθο, και μόλις υψώνετο να, δύο μέτρα, έπεφτε πάλι στο χώμα. Δεν τον άφηνεν η αλυσίδα.
Πολλές φορές επεχείρησε να πετάξη. Πάντα όμως ξανάπεφτε θλιμμένος. Ώσπου απογοητεύθηκε. Πάει, είπε, μέσα του, δεν υπάρχει ελπίδα πλέον για μένα. Και δεν επιχείρησε ξανά να πετάξη.
Ένα πρωί τον ευρήκαν νεκρό στην αυλή. Αλλά τι βλέπω; Η αλυσίδα κομμένη; Ναι. Από τις πολλές πιέσεις μια μέρα εκόπηκε. Και πώς λοιπόν ο αετός δεν επέταξε; Κομμένη η φρικτή αλυσίδα! Ελεύθερος πια ο γαλάζιος, ο ποθητός ουρανός. Κρίμα! Δεν επέταξε. Δεν επεχείρησε να πετάξη. Πριν νεκρωθή το σώμα του είχε πεθάνει μέσα του η ελπίδα. Και έμεινεν εκεί, και έσβησε χωρίς ελπίδα, σε στιγμή που ήταν ελεύθερα τα πλάτη του ουρανού.
Αδελφέ,
Αετοί κι εμείς, που ποθούμε τα ύψη, την χαρά, τη δημιουργία. Συχνά όμως αλυσίδες πικρές μας κρατούν δεμένους στον πόνο, στη θλίψη. Και το θάρρος μας αρχίζει να πέφτη. Αργοσβύνει μέσα μας της ελπίδος το φως.
Ψυχή! Στάσου ορθή! Κοίτα προς τα άνω. Από τα αστέρια ψηλότερα στέκεται ο Μεγάλος Θεός. Μην τα χάνης! Χτύπα τις φτερούγες σου. Η αλυσίδα είναι κομμένη. Ψυχή! Έλπισε, ζήτα, πρόσμενε. Ο Θεός βοηθός!
Από το βιβλίο «Φως ταις τρίβοις μου», του Μητροπολίτου Νικαίας, Γεωργίου Παυλίδου, σελίς 64 και εξής.
Επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς.
http://www.orp.gr/?p=496#more-496
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου