«Καί
τό φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καί ἡ
σκοτία αὐτό οὐ κατέλαβεν»
(Ἰωαν.
Α΄: 5).
Κεφ. 13ο
Βοήθεια
σημαντική εὕρισκαν κοντά στόν στάρετς
Ἀμβρόσιο καί πολυάριθμοι διανοούμενοι,
οἱ ὁποῖοι τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν
ἐκτεθειμένοι σέ πολλούς κινδύνους. Τί
φοβερές ἐπιδημίες πού μάστιζαν τότε
τίς κεφαλές τῶν μορφωμένων!
Ὁ
ἕνας παρουσιαζόταν ὡς ὀπαδός τοῦ
λαϊκισμοῦ· πίστευε πώς ὁ λαός σάν ἄλλος
Θεός θά φέρη τήν σωτηρία.
Ὁ
ἄλλος παρίστανε τόν οὑμανιστή
(=ἀνθρωπιστή), ἀλλά ὁ οὑμανισμός του
εἶχε πάρει διάζευξι ἀπό τό χριστιανικό
πνεῦμα.
Ὁ
τρίτος ἐμφανιζόταν ὡς ὑλιστής, καί
ὅλα τά πορίσματα τῆς ἐπιστήμης τά
ἔβλεπε σάν πολύτιμα βέλη τῆς φαρέτρας
του.
Ὁ
τέταρτος ἐκαυχᾶτο ὡς ὀρθολογιστής
καί ἀνέβαζε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ τούς
Γάλλους ἐγκυκλοπαιδιστάς.
Ὁ
πέμπτος ἐκήρυσσε τόν σοσιαλισμό καί
σχεδίαζε μέ κάθε μέσο θεμιτό καί ἀθέμιτο
τήν ἐπανάστασι. «Θέλετε
νά ἐπιτύχη ἡ ἐπανάστασις;» ἔλεγε.
«Πρέπει νά ὁδηγήσουμε
στήν διαφθορά τήν ὑπάρχουσα κοινωνία».
Ὁ
ἄλλος ἐλάνσαρε τόν μηδενισμό, ὁ ἄλλος
τήν χειραφέτησι ἀπό τήν ἠθική, ὁ ἄλλος
τόν νιτσεϊσμό, ὁ ἄλλος τήν ἀναρχία
κ.ο.κ. Οἱ ἀσκοί τοῦ Αἰόλου εἶχαν ἀνοίξει
καί οἱ ἄνεμοι τοῦ χαλασμοῦ ἀπειλοῦσαν
νά γκρεμίσουν ὅ,τι ὑπῆρχε ὄρθιο στίς
συνειδήσεις.
Σ᾿ αὐτό τό ἐξογκούμενο
κῦμα τοῦ ἀθεϊσμοῦ καί τῆς ἀποστασίας
ἡ Ὄπτινα μέ τόν θεοφόρο στάρετς ἦταν
λιμάνι σωτηρίας. Πολλοί διανοούμενοι
πού εἶχαν πιασθῆ στά δίχτυα τῆς ἀπιστίας
εὕρισκαν ἐκεῖ τό λυτρωτικό φῶς.Κάποιος ἀναζητητής τοῦ Θεοῦ πού γύρευε χρόνια τήν ἀληθινή θρησκεία καί πού δέν τήν εἶχε βρῆ στόν Τολστόϊ κατευθύνθηκε τέλος πρός τήν Ὄπτινα «μόνο καί μόνο γιά νά ἰδῆ». Τήν ὥρα πού συναντήθηκαν, σήκώθηκε ὄρθιος ἐμπρός του ὁ στάρετς, τόν ἀτένισε μέ τά λαμπερά μάτια του καί τοῦ εἶπε: «Λοιπόν, μπορεῖς νά ἰδῆς. Κοίταξε!» Ἐκεῖνος αἰσθάνθηκε ἐσωτερική ἀλλοίωσι ἀπό τό ὁλοφώτεινο βλέμμα τοῦ στάρετς. Ἡ σβησμένη φλόγα ἄρχισε σιγά-σιγά νά ζωντανεύη. Ἔμεινε πολύν καιρό στήν Ὄπτινα καί μία ἡμέρα ὡμολόγησε στόν στάρετς: «Βρῆκα τήν πίστι!»Ἕνας ἄλλος ἄπιστος βρέθηκε τυχαῖα στήν περιοχή τῆς Ὄπτινα καί ἀναγκάσθηκε νά διανυκτερεύση στό ξενοδοχεῖο πού ὑπῆρχε ἔξω ἀπό τήν Μονή. Ὁ ὑπεύθυνος γιά τούς ξένους μοναχός κατώρθωσε τήν ἄλλη ἡμέρα νά τόν ὁδηγήση στό κελλί τοῦ π. Ἀμβροσίου. Ἐνῶ ἔβγαινε ὁ στάρετς ἀπό τό δωμάτιό του, καί ὅλοι ἑτοιμάσθηκαν νά πάρουν τήν εὐλογία του, ἐκεῖνος ἀποτραβήχθηκε λίγο. Ὁ στάρετς τοῦ ριχνεῖ μία ἐπίμονη ματιά, προχωρεῖ πρός τό μέρος του, τόν εὐλογεῖ, τόν παίρνει ἀπό τό χέρι καί πηγαίνουν κάπου ἰδιαίτερα. Τά αὐτιά τοῦ ἀπίστου ἄκουσαν ἐκεῖ τά πιό ἐκπληκτικά πράγματα. «Μά», ἔλεγε μέσα του, «καί χρόνια νά εἶχα ζήσει μαζί μ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο, δέν θά γνώριζε τόσο καλά τήν ζωή μου!» Ἡ συζήτησις κράτησε πολλή ὥρα καί ὁλα τά ὀχυρώματα καί τά κάστρα τῆς ἀθεΐας γκρεμίσθηκαν. Τό λυχνάρι τῆς πίστεως ἄρχισε νά σκορπίζη πάλι στήν καρδιά τό φῶς του. Ἐξωμολογήθηκε, κοινώνησε – εἶχε δεκαέξι χρόνια νά πλησιάση στά Ἅγια Μυστήρια – καί παρέμεινε δύο μῆνες ἀκόμη στήν Ὄπτινα. Στό ἑξῆς γι᾿ αὐτόν δέν ὑπῆρχε προσφιλέστερο καί ἱερότερο πρόσωπο ἀπό τόν στάρετς.
Πολλές φορές τά ὀχυρά τῆς ἀπιστίας ἔπεφταν μέ διαφορετικό τρόπο. Τόν εἴδαμε τόν τρόπο αὐτό στήν περίπτωσι τοῦ Λεόντιεφ. Θά τόν παρατηρήσουμε καί στήν ἀκόλουθη διήγησι.
Ἐνῶ βάδιζε κάποια ἡμέρα ὁ π. Ἀμβρόσιος μέσα στήν Σκήτη ἀντίκρυσε μία ὁμάδα προσκυνητῶν νά τόν περιμένη. Ἦταν ἄνθρωποι τοῦ λαοῦ, ἁπλοῖ χωρικοί καί γιά νά φθάσουν στήν Ὄπτινα διήνυσαν πολλά βέρστια. Προσκύνησαν τόν στάρετς, πῆραν τήν εὐλογία του καί ἑτοιμάσθηκαν κάτι νά προσφέρουν. «Μπάτουσκα», τοῦ λένε, «σοῦ φέραμε κι᾿ ἕνα δῶρο. Μάθαμε πώς πονοῦν τά ποδαράκια σου καί σοῦ φτιάξαμε μαλακές μπότες. Νά τίς φορέσης. Μέ ὑγεία!» Ὁ στάρετς δέχθηκε συγκινημένος τήν προσφορά τῆς ἀγάπης τους καί ὁλοπρόθυμος προχώρησε στήν ἀντιπροσφορά. Ἔπρεπε τώρα ν᾿ ἀκούση τίς θλίψεις, τίς ἀγωνίες καί τά προβλήματα τοῦ καθενός καί νά σκορπίση τό βάλσαμο τῆς παρηγορίας. Ἐν τῷ μεταξύ δύο νεαροί κύριοι πού ἀνῆκαν στήν τάξι τῶν λογίων, παρακολουθοῦσαν προσεκτικά τήν σκηνή. Ὁ ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς εἶχε τήν ψυχή δηλητηριασμένη ἀπό τό μικρόβιο τοῦ σκεπτικισμοῦ. Γιά ὅλες τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως πρόβαλλε τίς ἀμφιβολίες του. Ὅταν ἄκουγε ἐγκώμια γιά τήν ἁγιότητα τοῦ π. Ἀμβροσίου ἀντιδροῦσε ἔντονα. Τί συνέβη ὅμως τήν ὤρα αὐτή; Καθώς ἔβλεπε τούς ἁπλοϊκούς ἀνθρώπους νά περιστοιχίζουν μέ αὐθόρμητη ἀγάπη καί ἀπέραντη εὐλάβεια τόν ὅσιο Γέροντα· καθώς ἀτένιζε ἐκεῖνον νά προσφέρεται ὁλόψυχα σ᾿ αὐτούς γιά νά συμμερισθῆ τούς πόνους τους καί νά σηκώση τά ψυχικά τους φορτία· καθώς ἀντίκρυζε τό κρυφό μεγαλεῖο αὐτῆς τῆς σκηνῆς... ὅλοι οἱ πάγοι τοῦ σκεπτικισμοῦ αὐτομάτως ἔλυωσαν καί ἡ βαρειά πλάκα τῆς ἀμφιβολίας πετάχθηκε ἀπό τήν καρδιά του. Πλησιάζει ἀμέσως τόν στάρετς καί μέ φωνή σπασμένη ἀπό τήν συγκίνησι παρακαλεῖ: «Πάτερ! Εὐλογῆστε με!» Αὐτό ἦταν! Στήν ψυχή του ἄρχισαν νά φυτρώνουν τώρα τά ἄνθη τοῦ Παραδείσου. Στό ἑξῆς ἡ μεγαλύτερή του χαρά θά ἦταν νά ἀποφασίση ἔνα ταξείδι στήν Ὄπτινα, γιά νά βρεθῆ κοντά στόν ἄγιο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ.
Ὄχι
μόνο οἱ πεσμένες σκηνές ἀνωρθώνονταν,
ἀλλά καί οἱ ἑτοιμόρροπες στερεώνονταν
καί ἐνισχύονταν. Πολλοί μορφωμένοι
ἀμφιταλαντευόμενοι μεταξύ Θεοῦ καί
κόσμου, μεταξύ πίστεως καί ἀπιστίας,
μετά ἀπό τήν ἐπίσκεψι τους στόν στάρετς
ἔνιωθαν δυναμωμένοι πνευματικά. Ὅσοι
ἀπ᾿ αὐτούς μᾶς ἄφησαν συγγραφές,
πολλές φορές τυχαίνει νά διαφαίνεται
σ᾿ αὐτές ἡ ἐπίδρασις πού ἐξήσκησε
ἐπάνω τους ὁ π. Ἀμβρόσιος. Ἔκδηλα τό
βλέπουμε αὐτό στό ἔργο τοῦ μεγαλοφυοῦς
Ντοστογιέφσκι.
Ὁ
Θεόδωρος Ντοστογιέφσκι
θεωρεῖται ἀνεπιφύλακτα
ὡς ἕνας ἀπό τούς πιό λαμπρούς ἀστέρες
στό στερέωμα τῆς παγκοσμίου λογοτεχνίας.
Πρόκειται ὄχι μόνο γιά ἕναν ἔξοχο
πεζογράφο, ἀλλά καί γιά ἕναν σπάνιο
ψυχογνώστη καί ἀνατόμο τῆς ἀνθρωπίνης
καρδίας, καί ἀκόμη γιά ἕναν ἀσύγκριτο
κοινωνιολόγο, στοχαστή καί θεολόγο. Ἡ
ζωή του δέν ἦταν ἀπηλλαγμένη ἀπό
περιπέτειες καί πάθη. Σέ νεαρά μάλιστα
ἡλικία εἶχε ἀναμειχθῆ καί στούς
σοσιαλιστικούς ἐπαναστατικούς κύκλους,
πρᾶγμα πού τοῦ ἐκόστισε ἐξορία στά
κάτεργα τῆς Σιβηρίας. Μέσα ὅμως ἀπό
τό καμίνι τῶν παθῶν καί τῶν ἀμφιβολιῶν
ξεπήδησε ἡ πίστις του στόν Χριστόν καί
στήν Ὀρθοδοξία. Στά μεγαλειώδη του ἔργα
«Ἀδελφοί Καραμάζωφ»,
«Οἱ Δαιμονισμένοι», «Ἔγκλημα καί
τιμωρία» κλπ.
Ἔδειξε μέ τά πιό ζωντανά χρώματα, ποῦ
καταντᾶ ὁ ἄνθρωπος πού ἀσπάσθηκε τίς
ἀθεϊστικές ἰδέες καί τίς ἀνατρεπτικές
θεωρίες. Στό γκρέμισμα καί στό πνίξιμο
τῶν δαιμονισμένων χοίρων στήν λίμνη
τῆς Γεννησαρέτ, διαβλέπει τήν παρόμοια
καταστροφή μιᾶς κοινωνίας πού ἐγκολπώθηκε
τά διδάγματα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ ὀρθολογισμοῦ.
Στόν ρωσικό λαό πού κάτω ἀπό τήν
καθοδήγησι τῶν θεοφόρων στάρετς ζῆ
συνειδητά τήν Ὀρθοδοξία, βλέπει τήν
ἐλπίδα ἑνός φωτεινοῦ μέλλοντος. Γιά
τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ γραφίδα του
μᾶς ἄφησε τίς φλογερώτερες ὁμολογίες:
«Δέν ὑπάρχει τίποτε
πιό ἀγαθό, πιό βαθύ, πιό συμπαθητικό,
πιό λογικό, πιό γενναῖο καί πιό τέλειο
ἀπό τόν Χριστόν. Καί συλλογίζομαι μέ
ἀγάπη ζηλωτοῦ πώς ὄχι μόνο δέν ὑπάρχει,
ἀλλά καί δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχη.
Ἐάν κάποιος μοῦ ἀπεδείκνυε ὅτι ὁ
Χριστός εἶναι μακρυά ἀπό τήν ἀλήθεια
καί ἡ ἀλήθεια μακρυά ἀπό τόν Χριστόν,
θά προτιμοῦσα νά μείνω μέ τόν Χριστόν
παρά μέ τήν ἀλήθεια».
Ὁ
μεγάλος αὐτός στοχαστής δέν μποροῦσε
νά μήν ἑλκυσθῆ ἀπό τό μεγαλεῖο τῆς
Ὄπτινα. Εἶχε πολύ ἐνδιαφέρον νά
παρακολουθήση τό στάρτσεστβο καί νά
γνωρίση τόν φωτισμένο στάρετς. Καί
πράγματι τόν Ἰούνιο τοῦ 1878 βρέθηκε
κοντά του καί παρέμεινε ἐπί δύο ἡμέρες.
Δέν γνωρίζουμε βέβαια τί συζήτησαν στήν
ἰδιαίτερη συνομιλία πού εἶχαν. Ὁ π.
Ἀμβρόσιος ἔμεινε εὐχαριστημένος μαζί
του. Εἶπε δέ χαρακτηριστικά γιά τό
πρόσωπό του: «Αὐτός
εἶναι ὁ μετανοῶν».
Ἡ
τεράστια ἀπήχησις πού εἶχε ἡ μορφή
τοῦ στάρετς Ἀμβροσίου, καθώς ἐπίσης
καί τό ἔργο «Ἀδελφοί Καραμάζωφ» πού
τότε ἀκριβῶς ἄρχισε νά συγγράφη. Στό
ἔργο αὐτό, πού θεωρεῖται μεγαλειώδης
καί ἀριστουργηματική μυθιστορηματική
σύνθεσις, προβάλεται κατά τρόπο ἀνάγλυφο
ἡ ζωή, ἡ δρᾶσις καί ἡ διδασκαλία τοῦ
στάρετς Ζωσιμᾶ. Ὅλη ἡ ἐξωτερική
περιγραφή τοῦ χώρου, τοῦ κελλιοῦ, τῶν
διαμερισμάτων, τῆς Μονῆς, μέχρι μικρῶν
λεπτομερειῶν ὁμιλοῦν γιά τήν Ὄπτινα
. Μερικοί χαρακτηρισμοί γιά τό πρόσωπο
τοῦ στάρετς μποροῦν νά ἀποδοθοῦν
πλήρως στόν π. Ἀμβρόσιο. Ὁπωσδήποτε
προδίδουν τίς προσωπικές ἐντυπώσεις
τοῦ συγγραφέως. «Ὁ
στάρετς», γράφει,
«μέ τήν πρώτη ματιά
πού ἔριχνε σ᾿ ἕναν ἄγνωστο, ὑποψιαζόταν
γιά ποιό λόγο εἶχε ἔρθει, τί τοῦ
χρειαζόταν κι᾿ ἀκόμη τί ἦταν αὐτό πού
βασάνιζε τήν συνείδησί του. Ὁ ἄνθρωπος
πού μετανοοῦσε ἔμενε κατάπληκτος,
πολλές φορές τρόμαζε κιόλας, νιώθοντας
ἔτσι νά τοῦ ἀνοίγουν τήν ψυχή πρίν
προλάβη νά πῆ λέξι. Πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς
πού ἔρχονταν γιά πρώτη φορά νά συνομιλήσουν
ἰδιαιτέρως μαζί του, ἔμπαιναν στό κελλί
του μέ φόβο καί ἀνησυχία· σχεδόν ὅλοι
ἔβγαιναν ὕστερα ἀστραποβολῶντας·
ἀκόμη καί τό πρόσωπο τοῦ πιό σκυθρωποῦ
φεγγοβολοῦσε ἀπό ἀνακούφισι». Πολύ
βαθυστόχαστες εἶναι καί οἱ συμβουλές
καί οἱ σκέψεις πού βάζει ὁ συγγραφεύς
στό στόμα τοῦ στάρετς Ζωσιμᾶ:
- «Πρό παντός μή λέτε ψέμματα στόν ἑαυτόν σας. Αὐτός πού λέει ψέμματα στόν ἑαυτό του κι᾿ ἀκούει τό ἴδιο του τό ψέμμα, φθάνει ὥς τό σημεῖο νά μή ξεχωρίζη πλέον τήν ἀλήθεια οὔτε μέσα του οὔτε γύρω του. Καί ἔτσι χάνει τόν σεβασμό τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῶν ἄλλων. Μιά πού δέν σέβεται κανένα, παύει καί νά ἀγαπᾶ· καί γιά νά εὐχαριστηθῆ μέ κάτι, ἀφοῦ τοῦ λείπει ἡ ἀγάπη, στρέφεται πρός τά πάθη καί τίς κατώτερες ἀπολαύσεις.
- Αὐτό πού σᾶς φαίνεται κακό μέσα σας, ἔχει κιόλας ἐξαγνισθῆ ἀπό μόνο τόν λόγο ὅτι τό παρατηρήσατε.
- Ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά διαπράξη ἁμαρτία ἰκανή νά ἐξαντλήση τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γιατί μπορεῖ ποτέ νά ὑπάρξη ἁμάρτημα πού νά ξεπερνᾶ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ;
- Οἱ σοφοί τοῦ κόσμου κατέχουν μόνο τήν ἐπιστήμη· καί ἀπό τήν ἐπιστήμη μόνο ὅ,τι ὑποπίπτει στίς αἰσθήσεις. Ἀλλά τόν πνευματικό κόσμο, τό ἀνώτερο ἥμισυ τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως τό ἔχουν ἀπαρνηθῆ.
- Ὁ δίκαιος χάνεται, ἀλλά τό φῶς πού σκορπίζει γύρω του, μένει».
Ἐάν
πολλές ἀπ᾿ αὐτές τίς σκέψεις τίς ἄκουσε
ὁ Ντοστογιέφσκι ἀπό τόν στάρετς
Ἀμβρόσιο, δέν τό γνωρίζουμε. Μόνο
ὑποθέσεις μποροῦμε νά κάνουμε.
Καί
ὁ σύγχρονος τοῦ Ντοστογιέφσκι ἐπιφανής
φιλόσοφος Σολόβιεφ,
καθηγητής στά
Πανεπιστήμια Μόσχας καί Πετρουπόλεως,
πέρασε ἀπό τό κελλί τοῦ στάρετς
Ἀμβροσίου. Γι᾿ αὐτόν ὁ διορατικός
Γέροντας δέν ἔκανε αἰσιόδοξες προβλέψεις.
Καί δέν ἀστόχησε, γιατί ὁ φιλόσοφος
αὐτός μέ τούς ἔντονους μυστικούς καί
ἰδεαλιστικούς ὁραματισμούς δέν εἶχε
ἐπαινετή πνευματική πορεία. Τό
θεολογικο-φιλοσοφικό του οἰκοδόμημα
παρουσίασε πολλές ρωγμές (οἰκουμενιστικές
καί θεοκρατικές ἰδέες, ὑπερτίμησις
τῆς λογικῆς σέ θέματα πίστεως, προσέγγισις
στόν πανθεϊσμό, ὑπεράσπισις τοῦ παπικοῦ
πρωτείου κλπ.). Κάτι ὅμως ἄφησε μέσα
του τό πέρασμα ἀπό τήν Ὄπτινα. Στό ἔργο
του «Ἀφήγημα περί τοῦ Ἀντιχρίστου»
ἐμφανίζει τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη,
μάρτυρα καί προφήτη τῶν ἐσχάτων χρόνων,
μέ τά χαρακτηριστικά ἑνός Ρώσου στάρετς.
Καί
ἄλλοι καθηγηταί Πανεπιστημίων ἔπαιρναν
τόν δρόμο πρός τήν Ὄπτινα. Μεταξύ αὐτῶν
σημειώνουμε τόν Μιχαήλ
Πογόντιν, πού
ὑπῆρξε διασημότης στόν κόσμο τῶν
γραμμάτων. Ὡς ἱστορικός ἔγραψε
πολυάριθμα ἔργα ἀναφορικά μέ τόν βίο
τῆς ἀρχαίας Ρωσίας, καί ὡς πεζογράφος
πάρα πολλά μυθιστορήματα καί διηγήματα
λαϊκῆς ἐμπνεύσεως.
Οὔτε
ὁ Λέων Τολστόϊ,
ὁ κορυφαῖος Ρῶσος
μυθιστοριογράφος ἀγνόησε τόν στάρετς
τῆς Ὄπτινα. Τό ἰδιόρρυθμο αὐτό πνεῦμα
μέ τίς ἰδιότυπες χριστιανικές ἰδέες,
τίς δυνατές ἠθικοφιλοσοφικές ἀγωνίες
καί τούς κοινωνιολογικούς προβληματισμούς
ἐπισκέφθηκε τόν στάρετς Ἀμβρόσιο στά
τέλη τοῦ 1870. Ἡ ἐπίσκεψις ἔγινε κάτω
ἀπό ἰδιάζουσες συνθῆκες. Δέν παρουσιάσθηκε
ὡς κόμης, ἀλλά ὡς ἁπλοῦς χωρικός μέ
φτωχικά ροῦχα, μέ τσαρούχια καί μ᾿ ἕναν
ντορβᾶ στήν πλάτη. Ὅταν ὅμως πῆγε ν᾿
ἀγοράση κάτι στό περίπτερο τῆς Μονῆς,
τό ἀσφυκτικά γεμᾶτο πορτοφόλι του
ἐπρόδωσε τήν ἰδιότητά του. Οἱ ἄλλοι
προσκυνηταί εἶχαν νά λένε τίς ἡμέρες
ἐκεῖνες γιά «τόν
κόμητα πού παρίστανε τόν χωριάτη». Μόλις
ὁ Τολστόϊ συνάντησε τόν στάρετς τοῦ
ἔδειξε τά ροῦχα του καί τοῦ ἔκανε λόγο
γιά τόν φτωχικό τρόπο τῆς ζωῆς του.
«Καί τί μ᾿ αὐτό;» τοῦ
εἶπε χαμογελαστά ἐκεῖνος, τονίζοντάς
του πόσο μάταιες εἶναι οἱ σωματικές
ἀσκήσεις καί θυσίες, ὅταν εἶναι
στερημένες ἀπό ἐσωτερικό ἀντίκρυσμα,
ἀπό τήν καλλιέργεια τῶν εὐαγγελικῶν
ἀρετῶν καί ἰδίως ἀπό τήν ἀπόκτησι
τοῦ ταπεινοῦ φρονήματος.
Δύο
φορές ἀκόμη ὁ μεγάλος συγγραφεύς
ἐπισκέφθηκε τόν στάρετς. Στήν δεύτερη
εἶχε μαζί καί τήν οἰκογένειά του. «Ναί»,
ἔγραφε, «ὁ
π. Ἀμβρόσιος εἶναι ἕνας πραγματικός
ἅγιος. Συζητῶντας μαζί του ἔνιωθα στήν
ψυχή μου τήν ἄνεσι καί τήν χαρά. Ὅταν
συνομιλῆς μ᾿ ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο,
συναισθάνεσαι πόσο κοντά σου βρίσκεται
ὁ Θεός!»
Μετά
ἀπό πολλά χρόνια ὁ γηραιός Τολστόϊ
μερικές ἡμέρες πρίν πεθάνη τριγυρνοῦσε
γύρω ἀπό τήν Ὄπτινα, ἐπιθυμῶντας τήν
συνάντησι τοῦ γνωστοῦ του στάρετς
Ἰωσήφ – τοῦ διαδόχου τοῦ π. Ἀμβροσίου
– ἡ ὁποία ὅμως δέν πραγματοποιήθηκε.
Φαίνεται πώς ὁ ἀφορισμός του ἀπό τήν
Ἱερά Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας
(1901) γιά ὡρισμένες διδασκαλίες του,
στάθηκε ἐμπόδιο.
Θά
ἐμάκρυνε πολύ ὁ λόγος ἄν θ᾿ ἀναφέραμε
ὅλους τούς ὀνομαστούς διανοουμένους
πού πέρασαν ἀπό τό κελλί τοῦ στάρετς
ἤ ὅλους τούς πρίγκηπες καί τούς κόμητες
ἤ ὅλους τούς ἐπιφανεῖς ξένους πού
τύχαινε νά ἐπισκεφθοῦν τήν Ρωσία –
ὅπως λ.χ. τήν βασίλισσα τῆς Ἀβησσυνίας
– ἤ ὅλους τούς ἑτεροδόξους πού ἐγνώρισαν
κοντά του τό μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδόξου
πίστεως. Στό τέλος τοῦ 19ου αἰῶνος ὅλοι
ὅσοι ἐδονοῦντο ἀπό πνευματικά
ἐνδιαφέροντα ἔπρεπε νά διαβοῦν
ὁπωσδήποτε ἀπό τήν Ὄπτινα.
Κάποιος
σοφός εἶπε: «Τά
στέμματα ὅλων τῶν βασιλέων τῆς Εὐρώπης
δέν τά ἀνταλάσσω μέ τά βιβλία μου
(Φενελόν). Μεγάλη
ὑπόθεσις ἕνα καλό βιβλίο! Ὁ στάρετς
Ἀμβρόσιος πολύ ἐκτιμοῦσε τά βιβλία,
καί πάντοτε εἶχε στό κελλί του ἀρκετα,
γιά νά τά δωρίζη στούς ἐπισκέπτες του.
Ἐνῶ λ. χ. ἑτοιμαζόταν νά ἀποχαιρετήση
κάποιον, τοῦ πρόσφερε τίς «Διδασκαλίες
τοῦ Ἀββᾶ Δωροθέου» ἤ τούς «Λόγους τοῦ
Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου» ἤ κάτι
ἄλλο – ἀνάλογα μέ τίς γνώσεις τοῦ
καθενός.
Τό
ὑπέροχο ἔργο πού ξεκίνησε ὁ στάρετς
Μακάριος δέν σταμάτησε στίς ἡμέρες τοῦ
π. Ἀμβροσίου. Μία ὁμάδα λογίων μοναχῶν
συνέχιζε τίς ἐκλεκτές ἐκδόσεις τῶν
Ἀσητικῶν Πατέρων. Ἔτσι εἶδαν τό φῶς
τῆς δημοσιότητος σπουδαῖα κείμενα τοῦ
ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου (δώδεκα
λόγοι) καί τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ
Στουδίτου (ἐνενηνταπέντε Κατηχητικοί
λόγοι καί ἡ Διαθήκη). Ἡ «Κλῖμαξ»
ἐκυκλοφόρησε σέ
δεύτερη διορθωμένη ἔκδοσι. Ἐξεδόθησαν
ἐπίσης τά ἔργα ,«Ἡλιοτρόπιον» τοῦ
Ἐπισκόπου Ἰωάννου Μαξίμοβιτς. Ὡρισμένες
ἀπό τίς ἐκδόσεις ἀφοροῦσαν πρόσωπα
καί γεγονότα τῆς Ὄπτινα, ὅπως: Ὁ βίος
τοῦ στάρετς Λέοντος, ὁ βίος τοῦ Ἡγουμένου
τῆς Μαλογιαροσλάφσκαγια Μονῆς Ἀντωνίου
– πρώην Προϊσταμένου τῆς Σκήτης τῆς
Ὄπτινα – οἱ ἐπιστολές τοῦ Ἡγουμένου
Ἀντωνίου καί ἡ ἱστορική περιγραφή τῆς
Ὄπτινα.
Ἐκτός
ἀπό τά μεγάλα βιβλία τό ἐκδοτικό
πρόγραμμα προέβλεπε καί τήν κυκλοφορία
μικρῶν τευχῶν, τά ὁποῖα εὐκολώτερα
μποροῦσαν νά διανεμηθοῦν καί νά
διαβασθοῦν. Τά βιβλιαράκια αὐτά τά
ἐτοίμαζε ὁ στάρετς μέ ἀφθονία καί
ἔκανε ἔτσι πνευματικές ἐλεημοσύνες
ὅπως ἔλεγε. Στήν σειρά αὐτή ἀνῆκαν
συνήθως σύντομοι Πατερικοί λόγοι: Ὁ
λόγος τοῦ Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ
περί μετανοίας· τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ
Δαμασκηνοῦ περί παθῶν καί ἀρετῶν·
τοῦ Ἁγίου Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτου·
ἡ διαλογική συζήτησις τοῦ στάρετς
Ζωσιμᾶ περί τῶν ἐμποδίων τῆς σωτηρίας
κλπ. Γιά τήν ἀξία τους ὁ π. Ἀμβρόσιος
παρατηροῦσε: «Ἄν
καί στό σχῆμα εἶναι μικρά, στό περιεχόμενο
εἶναι πολύ μεγάλα».
Μ᾿
ὅλους αὐτούς τούς τρόπους σκορπιζόταν
ἀπό τήν Ὄπτινα στίς δύσκολες ἐκεῖνες
ἡμέρες τό μήνυμα τοῦ φωτός. «Καί
τό φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καί ἡ
σκοτία αὐτό οὐ κατέλαβεν»
(Ἰωαν.
Α΄: 5). Δέν μπορεῖ
κανείς παρά νά θαυμάση τήν ἀγάπη καί
τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Πάντοτε στίς ὧρες
τῆς τρικυμίας στέλνει δυναμικούς
προφητικούς ἄνδρες πού σώζουν τίς ψυχές
καί ἐξάγουν τόν Ἰσραήλ «ἐκ
γῆς Αἰγύπτου». Γιά
τήν πνευματική ὅμως δύναμι τοῦ π.
Ἀμβροσίου ἔχει πολλά νά μᾶς πῆ καί τό
ἑπόμενο κεφάλαιο.
«καί
τό φῶς σκορπίζει τήν λάμψιν του καί
μεταξύ τῶν σκοτισμένων
ἀπό τήν ἁμαρτίαν καί τήν πλάνην ἀνθρώπων, διά νά φωτίσῃ καί
αὐτούς, ἀλλ᾿ οἱ σκοτισμένοι αὐτοί ἄνθρωποι δέν τό ἀντελήφθησαν
καί δέν τό ἐνεκολπώθησαν, ἀλλά καί δέν ἠμπόρεσαν νά τό ἐξουδετερώσουν καί νά τό κατανικήσουν,»*
ἀπό τήν ἁμαρτίαν καί τήν πλάνην ἀνθρώπων, διά νά φωτίσῃ καί
αὐτούς, ἀλλ᾿ οἱ σκοτισμένοι αὐτοί ἄνθρωποι δέν τό ἀντελήφθησαν
καί δέν τό ἐνεκολπώθησαν, ἀλλά καί δέν ἠμπόρεσαν νά τό ἐξουδετερώσουν καί νά τό κατανικήσουν,»*
(Ἰωαν.
Α΄: 5).
Σ᾿
Αὐτόν, τὸν Κύριον, ἀνήκουν ἡ Δόξα καὶ
τὸ Κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας.
Ἀμήν.
Ἀμήν.
Συνεχίζεται...
* Ἑρμηνεία
του καθηγητοῦ Π. Ν. Τρεμπέλα
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“Ο
ΟΣΙΟΣ
ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
ΤΗΣ
ΟΠΤΙΝΑ”
ΙΕΡΑ
ΜΟΝΗ
ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ
ΑΤΤΙΚΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου