Τον Ιούλιο του 1827 οι Τούρκοι
κυρίευσαν την Λειβαδιά και όλη σχεδόν την Στερεά. Οι Μοναχοί φοβήθηκαν
και κατέφυγαν στην Πελοπόννησο. Οι Τούρκοι πήγανε και στο Μοναστήρι.
Ήταν καλό για οχυρό.
Επήραν ότι βρήκαν και θέλησαν να κατεδαφίσουν τον Ναό. Μόλις όμως μπήκαν μέσα, βλέπουν να στέκεται εις το μέσον του Ναού, σαν φοβερός γίγαντας ο προστάτης του Όσιος Σεραφείμ. Είχε σηκωμένη την ράβδο του και τούς κοίταζε με φοβερό βλέμμα, σαν να τούς έλεγε: «Μην κάμετε τίποτε κακό, διότι θα πεθάνετε!».
Επήραν ότι βρήκαν και θέλησαν να κατεδαφίσουν τον Ναό. Μόλις όμως μπήκαν μέσα, βλέπουν να στέκεται εις το μέσον του Ναού, σαν φοβερός γίγαντας ο προστάτης του Όσιος Σεραφείμ. Είχε σηκωμένη την ράβδο του και τούς κοίταζε με φοβερό βλέμμα, σαν να τούς έλεγε: «Μην κάμετε τίποτε κακό, διότι θα πεθάνετε!».
Οι Τούρκοι βγήκαν έντρομοι έξω και διηγήθηκαν το παράξενο θαύμα εις
τούς άλλους. Τόσος δε ήταν ο φόβος τους, ώστε όχι μόνον δεν χάλασαν το
Μοναστήρι, αλλά διέταξαν ένα Μοναχό, πού βρέθηκε εκεί, ν’ ανάβει το
καντήλι του Αγίου.
Οι Τούρκοι όμως, καίτοι φοβήθηκαν από το θαύμα, εν τούτοις, παρέμειναν εις το Μοναστήρι. Επακολούθησε τότε και άλλο θαύμα: Ένα μαύρο σύννεφο το πρωί της άλλης ημέρας σκέπασε το Μοναστήρι.
Αστραπές και βροντές ακουγόταν. Αλλά μόνον εις το Μοναστήρι. Πέραν από το Μοναστήρι, ήταν λιακάδα. Χαλάζι δε και άμμος έπεφτε και έσπαζε τα κεραμίδια των κελιών.
Φόβος και τρόμος έπιασε και πάλιν τούς Τούρκους. Παρακαλούσαν τον Άγιο να παύση την οργή του, και θα φύγουν, χωρίς να κάμουν καμιά ζημιά στο Μοναστήρι. Ο Μπουλούκμπασης, ο επί κεφαλής δηλαδή των Τούρκων, Φώναζε δυνατά, ζητώντας βοήθεια. Ο Καλόγερος, έλεγε (κι εννοούσε τον Άγιο) δεν μ’ αφήνει να ησυχάσω. Με βασανίζει και με φοβερίζει, αν δεν φύγουμε αμέσως από το Μοναστήρι!
Πράγματι έφυγαν για τη Λειβαδιά. Όταν όμως έφθασαν εις το Παμπλούκι, βρίσκουν άλλον Τούρκο, σταλμένο από την Λειβαδιά, διά το Μοναστήρι. Ήταν φοβισμένος και περίτρομος.
-Τι έχεις; τον ερωτά ο Μπουλούκμπασης. Γιατί φοβάσαι;
-Να! τούς λέγει. Όταν έφθασα εκεί στο νερό (πρόκειται για το νερό πού έβγαλε θαυματουργικά ο Άγιος) μόλις άπλωσα να πάρω νερό να πλυθώ, φανερώθηκε ένας Καλόγηρος (ήταν ο Άγιος) και μ ένα απειλητικό βλέμμα μου λέγει:
-Βρωμερέ, δεν σας αρκεί, πού ρημάζετε το σπίτι μου; Ήρθες να βρομίσεις και το νερό, πού έβγαλε ο θεός να πίνουν οι διαβάτες; Τράβηξα τότε το όπλο να τον πυροβολήσω. Δεν φοβήθηκε καθόλου.
Αλλά ατάραχος μου είπε:
-Κατέβασε το όπλο σου. Τρέξε στο Μοναστήρι και πες στους άλλους ν’ αδειάσουν το Μοναστήρι μου, γιατί αλλιώς δεν θα μείνει κανένας τους! Έγινε αμέσως άφαντος. Τότε κατάλαβα, είπε ο Τούρκος, ότι αυτός δεν ήτο απλώς Καλόγηρος, αλλά προστάτης του Μοναστηριού, πού θέλαμε να χαλάσουμε. Φοβήθηκα κι έρχομαι να σας ειδοποιήσω να φύγετε, για να μην πάθετε κανένα κακό.
Ο Μπουλούκμπασης πήρε μαζί του κι αυτόν τον Τούρκο και πήγαν στη Λειβαδιά. Παρουσιάστηκαν στον Βοεβόδα Μουφτή Μπέη, του διηγήθηκαν με φόβο τα συμβάντα και του είπαν να τραβήξει το χέρι του από το Μοναστήρι του Αγίου Σεραφείμ, διότι ο Άγιος αυτός δεν αστειεύεται. Δεν αφήνει κανένα να τον βλάψει. Εγώ, του είπε, δεν ξανά πηγαίνω και ας με κρεμάσει ο Σουλτάνος.
Ο Μουφτή Μπέης επειδή δεν ήθελε να χρησιμοποιούν το οχυρό αυτό Μοναστήρι οι αμαρτωλοί έστειλε πολλούς να το κατεδαφίσουν. Αλλά και αυτοί επειδή πολλά παράδοξα φαινόμενα είδαν, επέστρεψαν δρομαίοι και έντρομοι στη Λειβαδιά. Οι ίδιοι δε οι Τούρκοι με τρόμο ανέφεραν στον Κιουταχή στη Λαμία, ότι το Μοναστήρι του Δομπού δεν το χάλασαν, γιατί το φύλαξε ο προστάτης του.
Αυτό το διηγούντο κατόπιν πολλοί Έλληνες πού ήσαν αιχμάλωτοι και το άκουγαν κάθε μέρα από τούς Τούρκους. Και πράγματι το Μοναστήρι αυτό ουδεμία έπαθε βλάβην καθ’ όλη την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, καίτοι πολλές φορές αποφάσισαν οι Τούρκοι να το χαλάσουν.
http://www.agioritikovima.gr/thavmata/item
http://agathan.wordpress.com
Οι Τούρκοι όμως, καίτοι φοβήθηκαν από το θαύμα, εν τούτοις, παρέμειναν εις το Μοναστήρι. Επακολούθησε τότε και άλλο θαύμα: Ένα μαύρο σύννεφο το πρωί της άλλης ημέρας σκέπασε το Μοναστήρι.
Αστραπές και βροντές ακουγόταν. Αλλά μόνον εις το Μοναστήρι. Πέραν από το Μοναστήρι, ήταν λιακάδα. Χαλάζι δε και άμμος έπεφτε και έσπαζε τα κεραμίδια των κελιών.
Φόβος και τρόμος έπιασε και πάλιν τούς Τούρκους. Παρακαλούσαν τον Άγιο να παύση την οργή του, και θα φύγουν, χωρίς να κάμουν καμιά ζημιά στο Μοναστήρι. Ο Μπουλούκμπασης, ο επί κεφαλής δηλαδή των Τούρκων, Φώναζε δυνατά, ζητώντας βοήθεια. Ο Καλόγερος, έλεγε (κι εννοούσε τον Άγιο) δεν μ’ αφήνει να ησυχάσω. Με βασανίζει και με φοβερίζει, αν δεν φύγουμε αμέσως από το Μοναστήρι!
Πράγματι έφυγαν για τη Λειβαδιά. Όταν όμως έφθασαν εις το Παμπλούκι, βρίσκουν άλλον Τούρκο, σταλμένο από την Λειβαδιά, διά το Μοναστήρι. Ήταν φοβισμένος και περίτρομος.
-Τι έχεις; τον ερωτά ο Μπουλούκμπασης. Γιατί φοβάσαι;
-Να! τούς λέγει. Όταν έφθασα εκεί στο νερό (πρόκειται για το νερό πού έβγαλε θαυματουργικά ο Άγιος) μόλις άπλωσα να πάρω νερό να πλυθώ, φανερώθηκε ένας Καλόγηρος (ήταν ο Άγιος) και μ ένα απειλητικό βλέμμα μου λέγει:
-Βρωμερέ, δεν σας αρκεί, πού ρημάζετε το σπίτι μου; Ήρθες να βρομίσεις και το νερό, πού έβγαλε ο θεός να πίνουν οι διαβάτες; Τράβηξα τότε το όπλο να τον πυροβολήσω. Δεν φοβήθηκε καθόλου.
Αλλά ατάραχος μου είπε:
-Κατέβασε το όπλο σου. Τρέξε στο Μοναστήρι και πες στους άλλους ν’ αδειάσουν το Μοναστήρι μου, γιατί αλλιώς δεν θα μείνει κανένας τους! Έγινε αμέσως άφαντος. Τότε κατάλαβα, είπε ο Τούρκος, ότι αυτός δεν ήτο απλώς Καλόγηρος, αλλά προστάτης του Μοναστηριού, πού θέλαμε να χαλάσουμε. Φοβήθηκα κι έρχομαι να σας ειδοποιήσω να φύγετε, για να μην πάθετε κανένα κακό.
Ο Μπουλούκμπασης πήρε μαζί του κι αυτόν τον Τούρκο και πήγαν στη Λειβαδιά. Παρουσιάστηκαν στον Βοεβόδα Μουφτή Μπέη, του διηγήθηκαν με φόβο τα συμβάντα και του είπαν να τραβήξει το χέρι του από το Μοναστήρι του Αγίου Σεραφείμ, διότι ο Άγιος αυτός δεν αστειεύεται. Δεν αφήνει κανένα να τον βλάψει. Εγώ, του είπε, δεν ξανά πηγαίνω και ας με κρεμάσει ο Σουλτάνος.
Ο Μουφτή Μπέης επειδή δεν ήθελε να χρησιμοποιούν το οχυρό αυτό Μοναστήρι οι αμαρτωλοί έστειλε πολλούς να το κατεδαφίσουν. Αλλά και αυτοί επειδή πολλά παράδοξα φαινόμενα είδαν, επέστρεψαν δρομαίοι και έντρομοι στη Λειβαδιά. Οι ίδιοι δε οι Τούρκοι με τρόμο ανέφεραν στον Κιουταχή στη Λαμία, ότι το Μοναστήρι του Δομπού δεν το χάλασαν, γιατί το φύλαξε ο προστάτης του.
Αυτό το διηγούντο κατόπιν πολλοί Έλληνες πού ήσαν αιχμάλωτοι και το άκουγαν κάθε μέρα από τούς Τούρκους. Και πράγματι το Μοναστήρι αυτό ουδεμία έπαθε βλάβην καθ’ όλη την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, καίτοι πολλές φορές αποφάσισαν οι Τούρκοι να το χαλάσουν.
http://www.agioritikovima.gr/thavmata/item
http://agathan.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου