Τ
ὸ γ ρ ά μ μ α τ ο ῦ ν ό μ ο υ
π.
Δ η μ η τ ρ ί ο υ Μ π ό κ ο υ
Ὁ
ἅ γιος Ἰ ω άν νης, ὁ Πρό δρο μος καὶ
Βα πτι στὴς τοῦ Κυ ρί ου, ἐ τε λεί ω σε
μαρ τυ ρι κὰ τὴ ζω ή του μὲ ἀ πο κε φα λι σμό.
Ὁ θά να τός του ἦ ταν ἀ πο τέ λε σμα τῆς
ἐμ μο νῆς τοῦ Ἡ ρώ δη στὴν τή ρη ση
ἑ νὸς ὅρ κου, μὲ τὸν ὁ ποῖ ο δε σμεύ τη κε
ἀ πέ ναν τι στὴ Σα λώ μη, κό ρη τῆς
Ἡ ρω διά δας. Θε ώ ρη σε ἀ πό λυ τη τὴ
δέ σμευ σή του αὐ τὴ καὶ δὲν θέ λη σε
νὰ ἐ κτε θεῖ στὰ μά τια τῶν
προ σκε κλη μέ νων του ἀ θε τών τας την,
ἔ στω κι ἂν λυ πή θη κε ποὺ ἦ ταν
ὑ πο χρε ω μέ νος νὰ τὴν τη ρή σει (Μάρκ.
6,
17-29).
Τὸ
ἐ ρώ τη μα εἶ ναι: Ἔ πρε πε ὁ Ἡ ρώ δης
νὰ τη ρή σει τὸν ὅρ κο του ἢ ὄ χι; Πό σο
δε σμευ τι κὸς εἶ ναι ἕ νας ὅρ κος ποὺ
ἔρ χε ται εὐ θέ ως σὲ ἀν τί θε ση μὲ
τὸν νό μο τοῦ Θε οῦ;
Ἐ δῶ
μπαί νει τὸ θέ μα τῆς σω στῆς τή ρη σης
τοῦ νό μου τοῦ Θε οῦ. Γιὰ νὰ μᾶς
βο η θή σει σ’ αὐ τὸ ἡ Ἁ γί α Γρα φή,
ἐ φι στᾶ τὴν προ σο χή μας στὸ νὰ
ἀ να ζη τοῦ με τὸ πνεῦ μα τοῦ νό μου
τοῦ
Θε οῦ καὶ αὐ τὸ νὰ τη ροῦ με. Νὰ μὴ
μέ νου με προ σκολ λη μέ νοι στὸ γράμ μα.
Ἔ τσι ὁ ἀ πό στο λος Παῦ λος μι λά ει
γιὰ μιὰ σαρ κι κὴ πε ρι το μή, ποὺ
γί νε ται κα τὰ τὸ γράμ μα τοῦ νό μου,
ἀλ λὰ ἀ πὸ μό νη της εἶ ναι οὐ σι α στι κὰ
ἀ νώ φε λη, δὲν ἀρ κεῖ νὰ ἀ να γεν νή σει
πραγ μα τι κὰ τὸν ἄν θρω πο. Γι’ αὐ τὸ
πα ράλ λη λα μι λά ει καὶ γιὰ μιὰ
πνευ μα τι κὴ πε ρι το μὴ τῆς καρ διᾶς,
ἀ χει ρο ποί η τη (ἀ φαί ρε ση-κά θαρ ση
τῶν πα θῶν, τῆς ἁ μαρ τί ας), ποὺ
ἀ να δει κνύ ει τὸν ἄν θρω πο ἀ λη θι νὸ
τη ρη τὴ τοῦ θεί ου νό μου (Ρωμ.
2,
25-29· Κολ. 2,
11-13)
καὶ
ὄ χι «ἀ πε ρί τμη τον
τῇ καρ δί ᾳ»
(Ἱ εζ. 44,
7).
Ὁ
Θε ὸς ἔ κα νε μα ζί μας μιὰ νέ α δι α θή κη,
γιὰ νὰ ἐμ φυ σή σει μέ σα μας ἕ να
δι α φο ρε τι κὸ πνεῦ μα. Μᾶς κα λεῖ νὰ
γνω ρί σου με ποι ὸ εἶ ναι τὸ δι κό του
πνεῦ μα, αὐ τὸ ποὺ τὸν ἐκ φρά ζει
πραγ μα τι κὰ (Λουκ.
9,
55).
Τη ρών τας μὲ ἀ κρί βεια, κα τὰ γράμ μα,
τὸν νό μο, μπο ρεῖ νὰ δι α πρά ξου με
τὶς με γα λύ τε ρες ἀ δι κί ες. Γι’ αὐ τὸ
ἡ νέ α δι α θή κη τοῦ Θε οῦ δὲν εἶ ναι
δι α θή κη «γράμ μα τος,
ἀλ λὰ πνεύ μα τος· τὸ γὰρ γράμ μα
ἀ πο κτέν νει, τὸ δὲ πνεῦ μα ζω ο ποι εῖ»
(Β΄
Κορ. 3,
17).
Ὅ ταν
γνω ρί σου με τὸ πνεῦ μα τοῦ Θε οῦ,
μπαί νου με σ’ ἕ να χῶ ρο ἐ λευ θε ρί ας,
ὅ που δὲν ἔ χει θέ ση καμ μιὰ δου λι κὴ
ὑ πο τα γὴ στὸ νε κρὸ γράμ μα νο μι κῶν
σχη μά των (Β΄
Κορ. 3,
17). Ὁ
νό μος δὲν ἔ χει δο θεῖ οὔ τε εἶ ναι
ἀ ναγ καῖ ος ἄλ λω στε γιὰ τὸν δί και ο
ἄν θρω πο (Α΄
Τιμ. 1,
9).
Ἔ τσι
λοι πὸν δὲν μπο ρεῖ κα νέ νας νὰ
ὀ χυ ρώ νε ται πί σω ἀ πὸ τὸ γράμ μα τοῦ
θεί ου νό μου, ὅ ταν
κα τα στρα τη γεῖ τὸ πνεῦ μα καὶ τὸ
ἀ λη θι νὸ πε ρι ε χό με νο τοῦ νό μου
αὐ τοῦ.
Ἕ νας
ἄν θρω πος ζή τη σε ἀ πὸ κά ποι ον
γέ ρον τα νὰ με σο λα βή σει ἀ νά με σα
σ’ αὐ τὸν καὶ τὸν ἀ δελ φό του, για τὶ
εἶ χαν μα λώ σει. Ὁ γέ ρον τας κά λε σε
τὸν ἄλ λον ἀ δελ φὸ καὶ προ σπά θη σε
νὰ τὸν πεί σει νὰ εἰ ρη νεύ σει μὲ τὸν
ἀ δελ φό του. Ἐ κεῖ νος ὅ μως ἀν τέ δρα σε
λέ γον τας:
-
Δὲν μπο ρῶ νὰ συμ φι λι ω θῶ μα ζί του,
για τὶ ὁρ κί στη κα
στὸ σταυ ρὸ νὰ μὴν τὸ κά μω».
Χα μο γέ λα σε
ὁ γέ ρον τας καὶ τοῦ λέ ει:
-
Δη λα δὴ εἶ πες: Μὰ τὸν τί μιο σταυ ρό,
Χρι στέ, δὲν θὰ φυ λά ξω τὶς ἐν το λές
σου, ἀλ λὰ θὰ κά μω τὸ θέ λη μα τοῦ
ἐ χθροῦ σου τοῦ δι α βό λου».
Καὶ
τοῦ δί δα ξε πό σο ση μαν τι κὴ εἶ ναι
ἡ με τά νοι α καὶ ὄ χι ἡ τή ρη ση ἑ νὸς
ἄ νο μου ὅρ κου (Ἰ ω.
Μό σχου, Λει μών, 216).
Τέ τοι οι
ὅρ κοι πρέ πει νὰ σπᾶ νε ἀ μέ σως καὶ
νὰ συμ μορ φώ νε ται ὁ ἄν θρω πος
ὁ λό ψυ χα μὲ τὸ ἀ λη θι νὸ θέ λη μα τοῦ
Χρι στοῦ. Καὶ ὁ Ἡ ρώ δης, ἂν εἶ χε τὸ
ἴ διο πνεῦ μα, δὲν θὰ ἔ με νε
προ σκολ λη μέ νος στὸ γράμ μα τοῦ
νό μου. Δὲν θὰ φο βό ταν νὰ ἀ θε τή σει
τὸν ἄ νο μο ὅρ κο του.
Ὄ χι
λοι πὸν προ σχή μα τα εὐ λα βεί ας, ἀλ λὰ
ἀ λη θι νὴ με τά νοι α καὶ γνή σια
ὑ πα κο ὴ στὸ θέ λη μα τοῦ Θε οῦ.
(ΛΥΧΝΙΑ
ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 373, Αὔγ. 2014)
Πηγή:ἠλεκτρονικό ταχυδρομεῖο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου