ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ[:Ιω.5,1-16]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ ΤΗΣ ΒΗΘΕΣΔΑ
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ ΤΗΣ ΒΗΘΕΣΔΑ
[Μέρος πέμπτο: υπομνηματισμός των χωρίων Ιω.5,18-22]
«Διὰ τοῦτο οὖν μᾶλλον ἐζήτουν αὐτὸν οἱ Ἰουδαῖοι ἀποκτεῖναι, ὅτι οὐ μόνον ἔλυε τὸ σάββατον, ἀλλὰ καὶ πατέρα ἴδιον ἔλεγε τὸν Θεόν, ἴσον ἑαυτὸν ποιῶν τῷ Θεῷ(:Όταν λοιπόν οι Ιουδαίοι άκουσαν τα λόγια Του αυτά, επιζητούσαν ακόμη περισσότερο να Τον θανατώσουν γι’ αυτά που έλεγε˙ επειδή δηλαδή όχι μόνο κατέλυε την αργία του Σαββάτου, αλλά και έλεγε ότι έχει Πατέρα Του τον Θεό και εξίσωνε έτσι τον εαυτό Του με τον Θεό)»[Ιω.5,18]. Και όμως δεν καθιστούσε φανερό αυτό μονάχα · διότι δεν το αποδείκνυε μόνο με τα λόγια, αλλά πολύ περισσότερο με έργα. Τι συμβαίνει λοιπόν και φέρονται έτσι οι Ιουδαίοι; Διότι τα λόγια τούς έδιναν τη δυνατότητα να Του επιτίθενται και να Τον κατηγορούν για αλαζονεία, ενώ όταν έβλεπαν την αλήθεια των πραγμάτων να αποκαλύπτεται και στα έργα ακόμη να ανακηρύσσεται περίτρανα η δύναμή Του, δεν μπορούσαν πλέον να προβάλουν καμία αντίρρηση.
Όσοι όμως δεν θέλουν να δεχτούν αυτά με ευσεβή διάθεση, υποστηρίζουν ότι δεν έκανε ο Χριστός τον εαυτό Του ίσο προς τον Θεό, αλλά οι Ιουδαίοι είχαν την υποψία αυτήν. Για τον λόγο αυτόν, ας εξετάσουμε από την αρχή όσα έχουν λεχθεί. Πες μου, λοιπόν, κατεδίωκαν οι Ιουδαίοι τον Ιησού ή δεν Τον κατεδίωκαν; Είναι φανερό, νομίζω, στον καθένα ότι Τον κατεδίωκαν. Και Τον κατεδίωκαν γι’ αυτήν την αιτία ή για κάποια άλλη; Και αυτό είναι συνομολογούμενο ότι για τη συγκεκριμένη αιτία Τον κατεδίωκαν. Κατέλυε την αργία του Σαββάτου ή δεν την κατέλυε; Ούτε και σε αυτό μπορεί κανείς να έχει αντίρρηση. Ονόμαζε τον Θεό Πατέρα Του ή δεν Τον ονόμαζε; Και τούτο είναι αληθές. Επομένως, αυτή τη σειρά συλλογισμών ακολουθούν και τα εξής: Όπως δηλαδή το ότι έλεγε τον Θεό Πατέρα Του, το ότι κατέλυε την αργία του Σαββάτου, το ότι καταδιωκόταν από τους Ιουδαίους και για την κατάλυση της αργίας και για την επίκληση του Θεού ως Πατέρα δεν ήταν μία εσφαλμένη υποψία, αλλά γεγονός πραγματικό, κατά όμοιο τρόπο και το ότι έκανε ο Ιησούς τον εαυτό Του ίσο με τον Θεό ήταν απόδειξη που πήγαζε από την ίδια συλλογιστική διαδικασία.
Αλλά και από τα όσα ειπώθηκαν προηγουμένως είναι δυνατό να το αντιληφθούμε αυτό με σαφέστερο τρόπο. Πραγματικά η φράση του Χριστού «Ο Πατήρ εργάζεται και εγώ εργάζομαι» σημαίνει ότι υποδείκνυε τον εαυτό Του ως ίσο με τον Θεό· διότι σε αυτά τα λόγια δεν φανέρωνε καμία διαφορά μεταξύ Τους να υπάρχει. Διότι δεν είπε: «Εκείνος μεν εργάζεται, ενώ εγώ Τον υπηρετώ», αλλά : «Όπως εργάζεται Εκείνος, έτσι εργάζομαι και εγώ». Με αυτά τα λόγια απέδειξε μεγάλη ισότητα μεταξύ τους.
Εάν όμως ο Κύριος δεν ήθελε να παρουσιάσει αυτήν την ισότητα προς τον Πατέρα, αλλά οι Ιουδαίοι μάταια είχαν την υποψία αυτήν, ασφαλώς δεν θα τους άφηνε να έχουν την εσφαλμένη αυτή γνώμη, αλλά θα τους απομάκρυνε από την «πλάνη» αυτήν. Ούτε και ο Ευαγγελιστής θα το αποσιωπούσε, αλλά θα έλεγε καθαρά ότι οι Ιουδαίοι είχαν αυτήν την υποψία, ενώ ο Ιησούς δεν έκανε τον εαυτό Του ίσο με τον Θεό. Όπως ακριβώς έκανε το ίδιο και σε άλλη περίπτωση, όταν έβλεπε ότι αυτό που έλεγε το αντιλαμβάνονταν οι ακροατές Του με διαφορετική σημασία από την πραγματική· παραδείγματος χάρη, ο Χριστός έλεγε : «λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν(: γκρεμίστε τον ναό αυτό και σε τρεις ημέρες εγώ θα τον ανοικοδομήσω)»[Ιω.2,19],αναφερόμενος στο σώμα Του.
Όμως οι Ιουδαίοι, επειδή δεν το κατάλαβαν αυτό, νόμισαν ότι αναφερόταν στον ιουδαϊκό ναό και έλεγαν : «τεσσαράκοντα καὶ ἓξ ἔτεσιν ᾠκοδομήθη ὁ ναὸς οὗτος, καὶ σὺ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερεῖς αὐτόν;(: Σαράντα έξι χρόνια χρειάστηκαν για να κτιστεί ο ναός αυτός, κι εσύ θα τον κτίσεις μέσα σε τρεις ημέρες;)»[Ιω.2,20]. Επειδή λοιπόν άλλο είπε ο Κύριος και άλλο κατάλαβαν οι Ιουδαίοι(διότι Εκείνος αναφερόταν στο σώμα Του, ενώ αυτοί νόμιζαν ότι ειπώθηκε αυτό για τον ναό τους), για να επισημάνει την παρανόηση αυτήν ο Ευαγγελιστής ή μάλλον για να διορθώσει αυτήν την υποψία τους, πρόσθεσε: «ἐκεῖνος δὲ ἔλεγε περὶ τοῦ ναοῦ τοῦ σώματος αὐτοῦ(:Εκείνος όμως εννοούσε τον ασυγκρίτως λαμπρότερο και αγιότερο ναό του σώματός Του. Και βεβαίωνε έτσι προφητικά ότι μετά τον σταυρικό θάνατό Του θα ανέσταινε τον ναό αυτό του σώματός Του από τον τάφο)»[Ιω.2,21]. Κατά συνέπεια και στην προκειμένη περίπτωση, εάν ο Χριστός δεν έκανε τον εαυτό Του ίσο προς τον Θεό ή δεν ήθελε να δώσει αυτήν την εντύπωση, και οι Ιουδαίοι σχημάτισαν αυτήν την υποψία, θα διόρθωνε ο Ευαγγελιστής και εδώ την υποψία τους και θα έλεγε: «Οι Ιουδαίοι μεν νόμιζαν ότι ο Ιησούς κάνει τον εαυτό Του ίσο προς τον Θεό, όμως ο Ιησούς δεν μιλούσε για την ισότητα αυτή».
Αλλά δεν είναι μόνο αυτός ο Ευαγγελιστής που κάνει αυτό σε αυτό εδώ το περιστατικό που αναφέρεται σχετικά με τον ναό. Και άλλος Ευαγγελιστής φαίνεται να κάνει ακριβώς το ίδιο σε άλλη περίπτωση. Όταν δηλαδή ο Ιησούς έδωσε παραγγελία στους μαθητές Του λέγοντας: «ὁρᾶτε καὶ προσέχετε ἀπὸ τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων(:Ανοίξτε τα μάτια σας και προσέχετε από την κακή επίδραση της υποκριτικής διδασκαλίας των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων, που μοιάζει με κακό προζύμι)»[Ματθ.16,6], εκείνοι συλλογίζονταν και έλεγαν ότι δεν πήραν καθόλου ψωμιά μαζί τους[Ματθ.16,7:«οἱ δὲ διελογίζοντο ἐν ἑαυτοῖς λέγοντες ὅτι ἄρτους οὐκ ἐλάβομεν(:Αυτοί όμως άρχισαν να συλλογίζονται μέσα τους και να λένε: ‘’Δεν πήραμε άρτους από προζύμι καθαρό, προζύμι που δεν προέρχεται από σπίτι Φαρισαίου ή Σαδδουκαίου’’)»].
Και άλλο εννοούσε ο Κύριος ονομάζοντας «ζύμη» τη διδασκαλία, ενώ άλλο κατάλαβαν οι μαθητές, νομίζοντας ότι ο Ιησούς αναφερόταν απλώς στα ψωμιά. Και αυτή την παρανόηση δεν τη διορθώνει ο Ευαγγελιστής πλέον, αλλά ο ίδιος ο Χριστός, με τα εξής λόγια: «πῶς οὐ νοεῖτε ὅτι οὐ περὶ ἄρτου εἶπον ὑμῖν προσέχειν ἀπὸ τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων;(: Πώς δεν καταλαβαίνετε ότι δεν σας είπα για τον συνηθισμένο υλικό άρτο, όταν σας σύστησα να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων;)». «Τότε συνῆκαν ὅτι οὐκ εἶπε προσέχειν ἀπὸ τῆς ζύμης τοῦ ἄρτου, ἀλλ᾿ ἀπὸ τῆς διδαχῆς τῶν Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων(:Τότε κατάλαβαν ότι δεν τους είπε να φυλάγονται απ’ το προζύμι με το οποίο γίνεται ο άρτος, αλλά απ’ την κακή διδασκαλία και την υποκρισία των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων, που μοιάζει με χαλασμένο προζύμι)».
Εδώ όμως δεν συμβαίνει τίποτε παρόμοιο. «Και όμως», θα μπορούσε να πει κάποιος ότι «ο Χριστός για να αναιρέσει την ιδέα αυτή, πρόσθεσε: «οὐ δύναμαι ἐγὼ ποιεῖν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ οὐδέν(:δεν μπορώ να πράττω τίποτε από τον εαυτό μου)»[Ιω.5,30].Το αντίθετο, άνθρωπέ μου,έχει κάνει· διότι αυτό που είπε όχι μόνο δεν αναιρεί, αλλά και επιβεβαιώνει την ισότητα. Όμως πρόσεχε με ακρίβεια, διότι το συζητούμενο δεν είναι κάτι το ασήμαντο. Η έκφραση «από τον Εαυτό Του» βρίσκεται σε πολλά σημεία της Αγίας Γραφής και αναφέρεται και στον Ιησού και στο Άγιο Πνεύμα. Και επιβάλλεται να κατανοήσουμε τη σημασία της φράσης αυτής. Πράγματι, εάν κανείς την εκλάβει αυτήν καθ’εαυτήν, όπως είναι εύκολο να την εννοήσει, κοίταξε σε πόσο μεγάλο παραλογισμό καταλήγουμε. Διότι δεν είπε ότι άλλα μεν δύναται, ενώ άλλα δεν δύναται να τα πράττει «από τον Εαυτό Του» αλλά είπε γενικώς «Αυτοί θα δικαστούν από εμένα με κάθε δικαιοσύνη. Διότι εγώ και τώρα και πάντοτε δεν μπορώ να κάνω τίποτε από μόνος μου, που να μην το θέλει και ο Πατέρας μου. Κρίνω σύμφωνα με όσα ακούω από τον Πατέρα μου να λέει σε μένα, τον Υιό του, που έγινα και άνθρωπος. Και η κρίση μου αυτή είναι δίκαιη· διότι δεν ζητώ να στήσω το θέλημά μου, αλλά το θέλημα του Πατρός μου που με έστειλε στον κόσμο και που είναι σε όλα δίκαιος)».
Ας ρωτήσουμε λοιπόν εκείνον που φέρνει αντιρρήσεις σε αυτά· Πες μου, δεν μπορεί τίποτε από τον εαυτό Του να πράττει ο Υιός; Και αν μας απαντήσει: «Τίποτε», θα του πούμε ότι το μέγιστο από τα αγαθά το έκανε από τον εαυτό Του. Και ο Παύλος διακηρύσσει και λέγει: «ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ(:Ο Ιησούς Χριστός δηλαδή, αν και είχε την ίδια ουσία και φύση με τον Θεό Πατέρα και ως απαράλλακτη και ζωντανή εικόνα του Θεού είχε τη μορφή και τη φύση του Θεού, δεν θεώρησε την ισότητά Του με τον Θεό Πατέρα αποτέλεσμα αρπαγής. Διότι εάν ήταν αποτέλεσμα αρπαγής, δεν θα τολμούσε να το αποθέσει, από φόβο μήπως το χάσει. Αλλά κένωσε τον εαυτό Του συγκαλύπτοντας και κρύβοντας για κάποιο διάστημα τη δόξα και το μεγαλείο της θεότητάς Του. Πήρε μορφή δούλου και έγινε όμοιος με τους ανθρώπους. Και βρέθηκε έτσι κατά το σχήμα και την εξωτερική εμφάνιση σαν απλός άνθρωπος, ενώ δεν έπαψε ούτε στιγμή να είναι και τέλειος Θεός. Και ταπείνωσε τον εαυτό Του δείχνοντας τέλεια υπακοή μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού, που είναι ο πλέον οδυνηρός και ατιμωτικός θάνατος)»[Φιλιπ.2,6-8].
Και σε άλλο σημείο ο ίδιος ο Χριστός πάλι λέγει: «ἐγὼ τίθημι τὴν ψυχήν μου, ἵνα πάλιν λάβω αὐτήν. οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἀλλ᾿ ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν(:Έχω όμως κι άλλα πρόβατα, που δεν προέρχονται από τη μάνδρα αυτή της ιουδαϊκής συναγωγής, αλλά είναι διασκορπισμένα ανάμεσα στον ειδωλολατρικό κόσμο. Πρέπει κι εκείνα να τα οδηγήσω και να τα ενώσω με τα άλλα. Και όταν εγώ θα τα καλέσω για να τα συναθροίσω, οπωσδήποτε εκείνα θα ακούσουν τη φωνή μου. Κι έτσι, και από αυτά τα πρόβατα και από τα άλλα θα γίνει μία ποίμνη, η χριστιανική Εκκλησία, και ένας ποιμένας, ο Χριστός. Γι’ αυτό λοιπόν με αγαπά ο Πατέρας μου, διότι εγώ μόνος μου και χωρίς κανείς να με αναγκάζει προσφέρω τη ζωή μου σε θάνατο, για να την ξαναπάρω πίσω. Κι έτσι να εξακολουθήσω ως αιώνιος αρχιερεύς και μετά την Ανάστασή μου το έργο της καθοδηγήσεως των προβάτων μου και της σωτηρίας τους με τη συνένωσή τους σε μία ποίμνη και σε ένα σώμα)»[Ιω.10,16-17]. Βλέπεις ότι ο Ιησούς έχει την εξουσία και της ζωής και του θανάτου και ότι το μεγάλο έργο της θείας οικονομίας για τη σωτηρία μας το πραγματοποίησε αφ’εαυτού;
Και γιατί ομιλώ για τον Χριστό; Εμείς λοιπόν που τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί ευτελέστερο από εμάς, πολλά τα πράττουμε από μόνοι μας, δηλαδή και την κακία από μόνοι μας την προτιμούμε και την αρετή από μόνοι μας ασκούμε. Διότι εάν δεν ενεργούσαμε από μόνοι μας και δεν είχαμε εξουσία, τότε ούτε στη γέεννα θα πέφταμε με τις αμαρτίες μας, ούτε την ουράνια βασιλεία θα πετυχαίναμε με την ενάρετη ζωή μας. Δε σημαίνει λοιπόν τίποτα άλλο το « Δεν μπορώ να κάνω τίποτε αφ’εαυτού», παρά το ότι «δεν μπορώ να κάνω τίποτα αντίθετο προς τον Πατέρα, ούτε ξένο προς Αυτόν», πράγμα που αποδεικνύει περίτρανα την ισότητα και τη μεγάλη συμφωνία Υιού και Πατρός.
Και για ποιο λόγο δεν είπε ότι δεν πράττει τίποτε το αντίθετο, αλλά ότι «δεν δύναται»; Για να δείξει και με τον τρόπο αυτόν της εκφράσεως πάλι την αμετάβλητη και ακριβή ισότητα· διότι το ρήμα δεν Του αποδίδει αδυναμία, αλλά μαρτυρεί ότι η δύναμή Του είναι μεγάλη. Επειδή και αλλού λέγει ο Παύλος για τον Πατέρα: «ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχομεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος(:και δέχτηκε τη μεσολάβηση του όρκου, ώστε με δύο πράγματα στερεά και αμετακίνητα, δηλαδή με την υπόσχεσή Του και με τον όρκο Του, στα οποία είναι απολύτως αδύνατο να πει ψέματα ο Θεός, να έχουμε εμείς που καταφύγαμε σε Αυτόν μεγάλη ενθάρρυνση και προτροπή και στήριγμα προκειμένου να κρατήσουμε δυνατά την ελπίδα που βρίσκεται μπροστά μας)»[Εβρ.6,18]. Και πάλι: «εἰ ἀπιστοῦμεν, ἐκεῖνος πιστὸς μένει· ἀρνήσασθαι ἑαυτὸν οὐ δύναται(:εάν εμείς δείχνουμε απιστία, Εκείνος μένει πιστός σε όσα υπόσχεται. Δεν μπορεί να αρνηθεί τον εαυτό Του και να αθετήσει τους λόγους Του)»[Β΄Τιμ.2,13].
Και το «δεν μπορεί» αυτό λοιπόν όχι μόνο δεν είναι δηλωτικό αδυναμίας, αλλά δυνάμεως, και μάλιστα δυνάμεως απερίγραπτης. Ό,τι λέγει δηλαδή σημαίνει το εξής: «Η ουσία εκείνη η θεία δεν δέχεται τίποτε από αυτά». Πραγματικά, όπως όταν λέμε και εμείς ότι είναι αδύνατο να αμαρτήσει ο Θεός, δεν Του αποδίδουμε αδυναμία, αλλά Του αποδίδουμε κάποια άρρητο δύναμη, έτσι και ο Κύριος λοιπόν, όταν λέγει «Δε δύναμαι αφ’ εαυτού να πράττω τίποτε», αυτό εννοεί, ότι «είναι αδύνατο και ανεπίτρεπτο να πράξω εγώ κάτι αντίθετο προς τον Πατέρα».
Και για να καταλάβεις ότι αυτή τη σημασία έχει αυτή η φράση, ας εξετάσουμε το εξής και ας δούμε με ποιους συμφωνεί ο Χριστός, με ποιο από τα δύο δηλαδή, με όσα είπαμε εμείς ή με τις δικές σας απόψεις. Εσύ λοιπόν υποστηρίζεις ότι το ρήμα «οὐ δύναται» αναιρεί την εξουσία του Ιησού και την αυθεντία που ταιριάζει σε Αυτόν και παρουσιάζει μικρή τη δύναμή Του. Εγώ αντιθέτως δέχομαι ότι αποδεικνύει την ισότητα και την ομοιότητα και κατά κάποιον τρόπο ότι συμβαίνει από κοινή γνώμη και εξουσία και δύναμη.
Ας ρωτήσουμε λοιπόν τον ίδιο τον Χριστό και ας δούμε με όσα λέγει παρακάτω, αν ερμηνεύει τα λόγια Του σύμφωνα με τη δική σου ή με τη δική μας άποψη. Τι λέγει λοιπόν; «ἃ γὰρ ἂν ἐκεῖνος ποιῇ, ταῦτα καὶ ὁ υἱὸς ὁμοίως ποιεῖ(:Αληθινά σας βεβαιώνω ότι υπάρχει απόλυτη συμφωνία μεταξύ του Υιού και του Πατρός. Γι’ αυτό ο Υιός είναι φυσικώς αδύνατο να κάνει από τον εαυτό Του τίποτε, εάν δεν βλέπει τον Πατέρα να το κάνει αυτό. Είναι που ενεργεί ο Πατήρ, αυτά κάνει και ο Υιός ακριβώς όπως τα κάνει ο Πατήρ· διότι είναι κοινή και μία η θέληση, η δύναμη και η ενέργεια Πατρός και Υιού)»[Ιω.5,19]. Είδες πώς αναίρεσε εξ ολοκλήρου την άποψή σας και επιβεβαίωσε όσα είπαμε εμείς; Διότι εάν δεν πράττει τίποτε από μόνος Του, και ο Πατήρ δεν θα πράττει τίποτε από μόνος Του, εάν βέβαια πράττει τα πάντα ομοίως προς Αυτόν.
Διότι εάν δε συμβαίνει αυτό, ακολουθεί και άλλο άτοπο συμπέρασμα. Πραγματικά δεν είπε ότι όσα είδε τον Πατέρα να πράττει, έπραξε, αλλά «ἐὰν μή τι βλέπῃ τὸν πατέρα ποιοῦντα(:εάν δεν βλέπει τον Πατέρα να το πράττει)», επεκτείνοντας τον λόγο σε ολόκληρο τον χρόνο. Και σύμφωνα με την άποψή σας θα μαθαίνει πάντοτε τα ίδια. Είδες πως είναι μεν το νόημα υψηλό, ενώ η απλότητα του λόγου αναγκάζει και τους πολύ αναίσχυντους και τους ισχυρογνώμονες να αποφεύγουν την ευτέλεια και καθετί που δεν αρμόζει με την αξία Εκείνου; Διότι, ποιος είναι τόσο άθλιος και δυστυχής ώστε να ισχυριστεί ότι ο Υιός μαθαίνει κάθε ημέρα εκείνα που πρέπει να κάνει;
Και πώς είναι αληθινό εκείνο που λέγει ο Προφήτης «σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσιν(: Εσύ όμως είσαι ο ίδιος και αναλλοίωτος και τα έτη της αιωνιότητάς σου δε θα εξαντληθούν ποτέ)»[Ψαλμ.101,28]; Και πώς είναι επίσης αληθινό το «πάντα δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν(:Όλα τα δημιουργήματα δημιουργήθηκαν δι’ αυτού, σε συνεργασία με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα˙ και χωρίς αυτόν δεν έγινε το παραμικρό απ’ όλα όσα έχουν γίνει)»[Ιω.1,3], εάν αυτά μεν τα έκανε ο Πατήρ, ενώ ο Υιός τα μιμείται βλέποντάς τα;
Βλέπεις ότι και από όσα ελέχθησαν στα προηγούμενα και όσα έχουν λεχθεί μετά αποδεικνύεται η αυθεντία Του; Εάν επίσης μερικές φορές ομιλεί απλούστερα, μην απορήσεις. Επειδή δηλαδή Τον κατεδίωκαν, όταν άκουσαν να ομιλεί περί υψηλών πραγμάτων και νόμισαν ότι είναι εχθρός του Θεού, αφού έκανε απλούστερο τον λόγο, έπειτα τον αναβιβάζει πάλι στα υψηλά και στη συνέχει πάλι τον απλουστεύει, για να ποικίλλει την διδασκαλία Του, ώστε να γίνεται εύκολα παραδεκτή και από τους αγνώμονες.
Πρόσεχε, σε παρακαλώ· αφού είπε «ο Πατέρας μου εργάζεται και εγώ εργάζομαι» και αφού απέδειξε τον εαυτό Του ίσο με τον Θεό, επαναλαμβάνει: «Δε δύναται ο Υιός να πράττει τίποτε από μόνος Του, εάν δε βλέπει τον Πατέρα να πράττει και το παραμικρό»[Ιω.5,19].
Στη συνέχεια πάλι προς το υψηλότερο ανάγει τον λόγο· «Διότι εκείνα που ενεργεί ο Πατήρ, αυτά πράττει και ο Υιός ομοίως» και ύστερα πάλι χαμηλότερο: «ὁ γὰρ πατὴρ φιλεῖ τὸν υἱὸν καὶ πάντα δείκνυσιν αὐτῷ ἃ αὐτὸς ποιεῖ, καὶ μείζονα τούτων δείξει αὐτῷ ἔργα(: Η συμφωνία αυτή και η κοινή ενέργεια Πατρός και Υιού βασίζεται και πάνω στην αγάπη που τους συνδέει·διότι ο Πατήρ αγαπά με άπειρη στοργή τον Υιό Του. Δεν κρύβει τίποτε απ’ Αυτόν, αλλά Του φανερώνει όλα όσα κάνει, ώστε να ενεργούνται αυτά διαμέσου του Υιού. Και θα δείξει στον ενανθρωπήσαντα Υιό Του υπερφυσικά έργα μεγαλύτερα από τα θαύματα αυτά που έως τώρα είδατε, ώστε να τα ενεργήσει και αυτά ο Υιός, για να θαυμάζετε εσείς που τώρα απιστείτε)»[Ιω.5,20]. Είδες πώς απλουστεύει πάλι τον λόγο; Και δικαίως. Διότι μόλις προ ολίγου είπα και δε θα πάψω να λέγω αυτό που θα επαναλάβω τώρα: ότι δηλαδή όταν ομιλεί για κάτι ευτελές και ταπεινό, το αναφέρει με υπερβολή, για να πείσει τους ασεβείς η απλότητα και ευτέλεια των λόγων ότι πρέπει να δεχθούν τα νοήματα με ευσεβή διάθεση.
Όμως, αν δε συμβαίνει αυτό, κοίταξε πόσο είναι ανόητο αυτό που ειπώθηκε, το οποίο και θα καταλάβεις εάν ερευνήσεις αυτά τα λόγια. Διότι όταν λέγει «καὶ μείζονα τούτων δείξει αὐτῷ ἔργα (:και θα δείξει στον ενανθρωπήσαντα Υιό του υπερφυσικά έργα μεγαλύτερα από τα θαύματα αυτά που έως τώρα είδατε, ώστε να τα ενεργήσει και αυτά ο Υιός, για να θαυμάζετε εσείς που τώρα απιστείτε)», θα βρεθεί ο Υιός να μην έχει μάθει ακόμα πολλά έργα, πράγμα το οποίο ούτε για τους αποστόλους δεν είναι δυνατό να λεχθεί. Διότι εφόσον έλαβαν μία φορά την χάρη του Αγίου Πνεύματος, αμέσως γνώρισαν τα πάντα και είχαν τη δύναμη να πράξουν εκείνα, τα οποία έπρεπε και να γνωρίζουν και να μπορούν να ενεργούν αυτοί· ενώ ο Χριστός θα βρεθεί να μην έχει μάθει ακόμη πολλά από εκείνα που έπρεπε να γνωρίζει. Και τι μπορεί να θεωρηθεί περισσότερο παράδοξο από αυτό;
Ποια σημασία έχει λοιπόν αυτό που ειπώθηκε; Επειδή στερέωσε τα μέλη του παραλύτου και σκοπεύει να αναστήσει τον νεκρό, γι' αυτό ομίλησε έτσι, σαν να τους έλεγε: «Θαυμάζετε επειδή θεράπευσα τον παράλυτο; Θα δείτε στη συνέχεια μεγαλύτερα θαύματα από αυτά». Αλλά δεν τους ομίλησε με τον τρόπο αυτόν, παρά χρησιμοποιεί απλούστερο τρόπο έκφρασης, για να κατασιγάσει τη μανία τους. Και για να μάθεις ότι το «Θα δείξει» δεν έχει λεχθεί κυριολεκτικά, άκουσε αυτά που προσθέτει: «ὥσπερ γὰρ ὁ πατὴρ ἐγείρει τοὺς νεκροὺς καὶ ζωοποιεῖ, οὕτω καὶ ὁ υἱὸς οὓς θέλει ζωοποιεῖ(:Ο Υιός ακόμη και νεκρούς θα αναστήσει· διότι, όπως ο Πατήρ ανασταίνει τους νεκρούς και τους δίνει ζωή, έτσι και ο Υιός έχει απεριόριστη εξουσία και δύναμη ώστε να δίνει ζωή όχι μόνο φυσική, αλλά και πνευματική. Και την πνευματική αυτή ζωή την μεταδίδει σε όποιον θέλει και σε όποιον κρίνει άξιο να την μεταδώσει)»[Ιω.5,21]. Βέβαια, το «Δε δύναται να πράττει τίποτε από μόνος Του» είναι αντίθετο από το «εκείνους που θέλει». Διότι, αν ζωοποιεί αυτούς που θέλει, τότε δύναται να το κάνει από μόνος Του(διότι το «θέλει» σημαίνει «δύναται», το ρήμα «θέλω» είναι απόδειξη εξουσίας), εάν όμως δεν δύναται από μόνος Του, τότε δεν ζωοποιεί πλέον όποιους θέλει· διότι το μεν «όπως ο Πατήρ ανασταίνει» αποδεικνύει την ισότητα και απαραλλαξία της δυνάμεως, αντίστοιχα το «εκείνους που θέλει» αποδεικνύει την ισότητα της εξουσίας.[…]
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλία ΛΗ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής),πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 13Α, σελίδες 143-155.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 73, σελ. 47-56.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου