Εκεί όμως που έβλεπε κανείς φανερά τη μοναχική επίδραση και πόση πέραση είχε ό λόγος των Γεροντάδων, ήταν ή καθημερινή οικογενειακή ζωή. Ή γυναίκα -αυτός ό τυπικάρης του σπιτιού-ευθύς ως εγειρόταν από την κλίνη, ένιβε το πρόσωπο της (αυτήν ακριβώς τη λέξη χρησιμοποιούσαν) άναβε το καντήλι κι έβαζε λιβάνι στο θυμιατό: -Πιο καλά, μου έλεγε ή μάννα μου, να 'έχω λιβάνι, παρά ψωμί. Έκανε τις προσευχές της κι έπειτα άρχιζε το συγύρισμα του σπιτιού, λέγοντας στην κάθε κίνηση. -Έλα, Παναγιά μου. Έβαζε στην παραστιά το φαγητό: -Έλα, Παναγιά μου. Σερβίριζε, σταύρωνε πρώτα με τη κουτάλα το φαγητό. Πρώτη μερίδα ήταν του Χριστού, του ξένου, του φτωχού.
Έκοβε ό πατέρας το ψωμί, αφού πρώτα το σταύρωνε με το μαχαίρι. Κανείς δεν έπιανε ψωμί χωρίς να κάνη σταυρό και κανείς δεν εγειρόταν από την τράπεζα χωρίς σταυρό. Μετά το φαγητό ούτε μεζέ δε γευόταν.
Σου έλεγαν: -Ευχαριστώ, έκανα σταυρό. Ή φράση: -Πιάσε ψωμί, που σημαίνει, φάγε, ήταν κοινή και στο Μοναστήρι και στον κόσμο. Ό Γέροντας, μόλις πήγαινες στο μοναστήρι, σου 'λεγε: -Πήγαινε στην τράπεζα, να πιάσεις ψωμί. Ή παρουσία στην τράπεζα όλων των μελών της οικογένειας ήταν υποχρεωτική. Ή αδικαιολόγητη απουσία χαλούσε την ειρηνική ατμόσφαιρα της οικογένειας.
Οι γενιές που θρέφουν αγίους
ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΔΟΧΕΙΑΡΕΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΠΙΘΑ.
ΕΤΗ 2004-2005
pigizois
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου