ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Α΄Κορ.3,9-17]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[Μέρος δεύτερο: υπομνηματισμός των εδαφίων Α΄Κορ.3,12-15]
«Εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει· εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται· εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός(:εγώ λοιπόν θεμελίωσα καλά. Εάν όμως κανείς χτίζει πάνω στο θεμέλιο αυτό με υλικά σαν το χρυσάφι ή το ασήμι ή τους πολύτιμους λίθους, ή, αντιθέτως, με σανίδια ή άχυρα ή καλάμια,του κάθε κτίστη το έργο θα γίνει φανερό· διότι η ημέρα της Κρίσεως θα το σκεπάσει και θα το φανερώσει. Και θα το ξεσκεπάσει, διότι η ημέρα εκείνη θα αποκαλυφτεί μαζί με την ενέργεια της θείας δικαιοσύνης, που είναι δραστική σαν φωτιά. Και ο Θεός θα ζυγίσει με ακρίβεια για να αποκαλύψει ποιο είναι το έργο του καθενός, και θα φανερώσει την πραγματική του αξία σαν τη φωτιά που κατακαίει κάθε εύφλεκτο υλικό. Εάν το έργο που έκανε κάποιος κτίζοντας στο αιώνιο θεμέλιο, δηλαδή τον Χριστό, αντέξει και δεν καεί από την φωτιά της Θείας Κρίσεως, αυτός θα πάρει μισθό. Εάν το έργο κάποιου άλλου κατακαεί και δεν αντέξει στη φωτιά της Θείας Κρίσεως, αυτός θα ζημιωθεί, διότι οι κόποι του δεν θα ανταμειφθούν. Και ο ίδιος θα σωθεί μόλις και μετά βίας· θα σωθεί δηλαδή σαν εκείνον που περνά μέσα από τις φλόγες της φωτιάς και διατρέχει μεγάλο κίνδυνο. Έτσι και αυτός θα σωθεί, αν τελικά αντέξει στη φωτιά της Θείας Κρίσεως)» [Α΄Κορ.3,12-15].
Αυτό εδώ το ζήτημα, που θίγεται τώρα, δεν μας είναι δευτερεύον, αλλά αναφέρεται στα πλέον αναγκαία και σε αυτά, τα οποία όλοι οι άνθρωποι ζητούν να μάθουν, δηλαδή εάν τύχει τέλους το πυρ της κολάσεως. Το ότι δεν έχει τέλος το πυρ της κολάσεως, ο Χριστός το κατέστησε σαφές λέγοντας: «καὶ ἐὰν σκανδαλίζῃ σε ἡ χείρ σου, ἀπόκοψον αὐτήν· καλὸν σοί ἐστι κυλλὸν εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν, ἢ τὰς δύο χεῖρας ἔχοντα ἀπελθεῖν εἰς τὴν γέενναν, εἰς τὸ πῦρ τὸ ἄσβεστον, ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται(:Και αν σου γίνεται αφορμή αμαρτίας το χέρι σου, δηλαδή κάποιο πρόσωπο ή πράγμα πολύ συνδεδεμένο μαζί σου και πολύ χρήσιμο σε σένα, κόψε το από πάνω σου. Σε συμφέρει περισσότερο να μπεις στην αιώνια ζωή κουλός, παρά με τα δύο χέρια σου να πας στη γέεννα, στο πυρ που δεν σβήνει ποτέ. Είναι προτιμότερο να υποστείς τη βαρύτερη θυσία στον κόσμο αυτό και να αποχωριστείς πράγματα ή πρόσωπα που σου είναι χρήσιμα και αγαπητά, παρά η προσκόλλησή σου σε αυτά να σε ρίξει στην κόλαση, όπου το σκουλήκι που θα κατατρώει χωρίς να εξαφανίζει εκείνους που θα είναι εκεί, δεν θα έχει τέλος˙ και η φωτιά που θα τους κατακαίει χωρίς να τους αποτεφρώνει, δεν θα σβήσει. Η τιμωρία τους δηλαδή θα είναι ατελεύτητη και αιώνια)» [Μάρκ.9,44].
Και γνωρίζω μεν ότι παραλύετε από φόβο, όταν ακούτε αυτά, αλλά τι να κάνω; Καθόσον μάλιστα ο Θεός παραγγέλλει αυτά συνεχώς να αντηχούν, λέγοντας: «διαμάρτυραι τῷ λαῷ(:έντονα μίλησε και δώσε αυτές τις εντολές σε αυτόν τον λαό)» [Έξ.19,10]· και εγώ έχω ταχθεί στη διακονία του λόγου και κατά συνέπεια είναι ανάγκη να είμαι ενοχλητικός στους ακροατές χωρίς να το θέλω, αλλά διότι αναγκάζομαι. Ή μάλλον, εάν θέλετε, δεν θα είμαι ενοχλητικός· διότι λέγει: «οἱ γὰρ ἄρχοντες οὐκ εἰσὶ φόβος τῶν ἀγαθῶν ἔργων, ἀλλὰ τῶν κακῶν. θέλεις δὲ μὴ φοβεῖσθαι τὴν ἐξουσίαν; τὸ ἀγαθὸν ποίει, καὶ ἕξεις ἔπαινον ἐξ αὐτῆς(:και πράγματι, όποιος δεν πειθαρχεί στους άρχοντες, εναντιώνεται στη διαταγή του Θεού· διότι οι άρχοντες δεν εμπνέουν φόβο για τα καλά έργα που συντελούν στην κοινωνική δικαιοσύνη και πρόοδο, αλλά για τα κακά, που διαταράσσουν την κοινωνική ασφάλεια και τάξη. Θέλεις, λοιπόν, να μη φοβάσαι τους άρχοντες της εξουσίας; Κάνε οτιδήποτε συντελεί προς το καλό της κοινωνίας, και θα έχεις έπαινο από τους άρχοντες)»[Ρωμ. 13,3]. Ώστε είναι δυνατόν όχι μόνο να μη με ακούτε με αποστροφή, αλλά και με ευχαρίστηση.
Το ότι λοιπόν δεν έχει τέλος το πυρ της κολάσεως και ο Χριστός το φανέρωσε· και ο Παύλος επίσης, δείχνοντας ότι η κόλαση είναι αιώνια, λέγει ότι οι αμαρτωλοί θα τιμωρηθούν με αιώνιο όλεθρο [Β΄Θεσ.1,9: «οἵτινες δίκην τίσουσιν ὄλεθρον αἰώνιον ἀπὸ προσώπου τοῦ Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ(:αυτοί θα τιμωρηθούν με αιώνια εξολόθρευση μακριά από το πρόσωπο του Κυρίου και την ένδοξη δύναμή Του)»]· και πάλι: «Μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτραι, οὔτε μοιχοὶ, οὔτε μαλακοὶ, οὔτε ἀρσενοκοῖται, οὔτε πλεονέκται, οὔτε κλέπται, οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι(:αυτό που κάνετε το κάνετε λοιπόν από άγνοια; Δεν γνωρίζετε ότι οι άδικοι δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού; Μην πλανάστε. Ούτε οι πόρνοι, ούτε οι ειδωλολάτρες, ούτε οι μοιχοί, ούτε οι εκθηλυμένοι και θηλυπρεπείς, ούτε οι αρσενοκοίτες, ούτε οι πλεονέκτες, ούτε οι κλέφτες, ούτε οι μέθυσοι, ούτε αυτοί που εμπαίζουν και βρίζουν τους άλλους, ούτε οι άρπαγες με κανένα τρόπο δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού)» [Α΄Κορ. 6,9-10]. Και προς τους Εβραίους εξάλλου έλεγε: «Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον(:να επιδιώκετε να έχετε ειρήνη με όλους. Επιδιώκετε και τον αγιασμό και την καθαρότητα της καρδιάς από κάθε πάθος· διότι χωρίς τον αγιασμό, κανείς δεν θα δει τον Κύριο)»[Εβρ.12,14].
Εξάλλου και ο Χριστός για εκείνους που θα Του πουν εκείνη τη φοβερή ημέρα της Κρίσεως : «Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν;(:Κύριε, Κύριε, στο όνομά Σου δεν προφητεύσαμε, πιστεύοντας ότι είσαι ο Μεσσίας και Υιός του Θεού; Και πιστεύοντας σε Εσένα δεν βγάλαμε δαιμόνια; Και πιστεύοντας σε Εσένα δεν κάναμε πολλά θαύματα; Και τώρα λοιπόν δεν θα μπούμε στη βασιλεία Σου;)», λέγει τα εξής: «καὶ τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν(:και τότε θα διακηρύξω ξεκάθαρα σε αυτούς ότι ποτέ δεν σας αναγνώρισα ως δικούς μου. Φύγετε μακριά μου εσείς που εργαζόσασταν την ανομία, διότι τα χαρίσματά μου τα χρησιμοποιήσατε όχι για τη δική μου δόξα, αλλά σύμφωνα με τα δικά σας θελήματα και τους εγωιστικούς σας σκοπούς)»[Ματθ.7,22-23]. Και οι παρθένες που αποκλείστηκαν, δεν εισήλθαν ποτέ πλέον, και για όσους δεν Του έδωσαν τροφή λέγει ότι θα οδηγηθούν σε κόλαση αιώνια [Ματθ.25,46: «καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον»].
Και μη με ρωτάς πώς ισχύει η δικαιοσύνη, εάν η κόλαση δεν έχει τέλος· διότι, όταν ο Θεός κάνει κάτι, να υπακούς στις αποφάσεις και μην εξετάζεις με την ανθρώπινη λογική τα λεγόμενα. Άλλωστε πώς δεν θα ήταν δίκαιο να τιμωρείται αυτός, ο οποίος, ενώ από την αρχή δέχτηκε μύριες ευεργεσίες, έπραξε κατόπιν άξια κολάσεως, και δεν έγινε καλύτερος ούτε με απειλή, ούτε με ευεργεσία; Εάν δηλαδή εξετάζεις το δίκαιο του πράγματος, έπρεπε εξαρχής και κατευθείαν να απολεσθούμε σύμφωνα προς τις απαιτήσεις της δικαιοσύνης· καθόσον και αν ακόμη είχαμε πάθει τούτο, το γεγονός αυτό θα έδειχνε και φιλανθρωπία. Όταν δηλαδή κάποιος υβρίζει έναν, ο οποίος καθόλου δεν τον αδίκησε, τιμωρείται σύμφωνα προς τη δικαιοσύνη· όταν όμως κάποιος υβρίζει τον ευεργέτη, ο οποίος δεν του έκανε μεν προηγουμένως κανένα κακό, αντίθετα του έκανε άπειρα καλά, Αυτόν που και τη ζωή Του έδωσε και Θεός Του είναι και του έδωσε ψυχή και του χάρισε μύρια και εφόσον θα θελήσει και στον ουρανό θα τον ανεβάσει, όταν μετά από τόσες ευεργεσίες αυτόν τον Ευεργέτη όχι μόνο απλώς Τον υβρίζει, αλλά και καθημερινώς Τον υβρίζει με τις πράξεις του, ποιας συγνώμης θα είναι άξιος; Δεν βλέπεις πώς τιμώρησε τον Αδάμ για μία αμαρτία;
«Ναι», λέγει ίσως κάποιος· «τον τιμώρησε διότι έδωσε σε εκείνον παράδεισο και τον έκανε να απολαύσει την πολλή εύνοιά Του». Και βεβαίως το να αμαρτάνει κάποιος, ενώ έχει πλήρη ασφάλεια, δεν είναι ίσο με το να αμαρτάνει ευρισκόμενος σε πολλή θλίψη. Το φοβερό δηλαδή είναι τούτο, ότι δεν αμαρτάνεις ευρισκόμενος στον παράδεισο, αλλά στις άπειρες δυσκολίες του παρόντος βίου, και όμως δεν γίνεσαι σωφρονέστερος· ομοιάζεις με κάποιον που είναι δεμένος με την πονηρία και ζει αναγκαστικά με αυτήν. Και όμως σου υποσχέθηκε ανώτερα και από τον παράδεισο· και δεν σου τα έδωσε ακόμη, για να μη μειώσει τη δύναμή σου στον καιρό των αγώνων, ούτε τα αποσιώπησε, για να μην καταβληθείς από τους κόπους. Και ο μεν Αδάμ έκανε μία αμαρτία και προκάλεσε ολόκληρο τον θάνατό του· εμείς όμως καθημερινά κάνουμε άπειρα πλημμελήματα. Εάν λοιπόν εκείνος, που έκανε μία αμαρτία, και που προσδοκούμε αντί του παραδείσου τον ουρανό;
Είναι ενοχλητικός ο λόγος και λυπεί τον ακροατή· και γνωρίζω τούτο από ό,τι παθαίνω εγώ ο ίδιος· η καρδιά μου δηλαδή ταράσσεται και πάλλει και όσον ακούω να γίνεται λόγος για την κόλαση, τόσο περισσότερο τρέμω και καταρρέω από τον φόβο. Αλλά είναι ανάγκη να τα λέγουμε αυτά, για να μην καταντήσουμε στην κόλαση. Εσύ δεν έλαβες παράδεισο, ούτε ξύλα και φυτά, αλλά ουρανό και ουράνια αγαθά. Και εφόσον καταδικάστηκε εκείνος που έλαβε λιγότερα και δεν τον έσωσε καμία δικαιολογία, πολύ περισσότερο θα υποστούμε ανεπανόρθωτα κακά εμείς, που διαπράττουμε περισσότερες αμαρτίες και έχουμε κληθεί για ανώτερα.
Σκέψου λοιπόν πόσο χρόνο μένει το γένος μας στον θάνατο εξαιτίας μιας αμαρτίας. Έχουν περάσει περισσότερα από πέντε χιλιάδες έτη, και όμως ο θάνατος εξαιτίας μιας αμαρτίας δεν έχει ακόμη καταργηθεί. Και ούτε μπορούμε να πούμε ότι ο Αδάμ άκουσε προφήτες, ότι είδε άλλους να τιμωρούνται για τα αμαρτήματά τους, οπότε ήταν φυσικό να φοβηθεί και να σωφρονιστεί από αυτό το παράδειγμα των άλλων· διότι τότε ήταν πρώτος και μόνος, αλλά όμως τιμωρούνταν.
Εσύ όμως τίποτε από αυτά δεν θα μπορούσες να προβάλλεις ως δικαιολογία, εσύ ο οποίος έγινες χειρότερος μετά από τόσα πολλά παραδείγματα, εσύ ο οποίος καταξιώθηκες τόσου Πνεύματος και όμως φέρεις μαζί σου όχι μία ούτε δύο και τρεις, αλλά μύριες αμαρτίες. Επειδή δηλαδή τα αμαρτήματα γίνονται σε σύντομη στιγμή, μη νομίζεις για τον λόγο αυτόν ότι και η κόλαση διαρκεί μία στιγμή. Δεν βλέπεις τους ανθρώπους, οι οποίοι πολλές φορές εξαιτίας μιας κλοπής και μιας μοιχείας, που συνέβη σε μία σύντομη στιγμή, δαπάνησαν ολόκληρο τον βίο τους σε δεσμωτήρια και μεταλλεία, παλαίοντας με συνεχή πείνα και μύριους θανάτους; Και κανείς δεν τους έσωσε, ούτε είπε ότι, επειδή το αμάρτημα συνέβη σε σύντομο χρονικό διάστημα, πρέπει και η τιμωρία της αμαρτίας να είναι ισοδύναμη και να διαρκεί ίσο χρόνο.
«Αλλά», θα έλεγε κάποιος, «αυτοί που κάνουν αυτά είναι άνθρωποι, ο Θεός όμως είναι φιλάνθρωπος». Πρώτον μεν ούτε οι άνθρωποι βέβαια επιβάλλουν αυτές τις ποινές από ωμότητα, αλλά από φιλανθρωπία· και ο Θεός επίσης, όπως είναι φιλάνθρωπος, έτσι και τιμωρεί αυστηρά: «κατὰ τὸ πολὺ ἔλεος αὐτοῦ, οὕτως καὶ πολὺς ὁ ἔλεγχος αὐτοῦ· ἄνδρα κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ κρίνει(:όσο μεγάλο είναι το έλεός Του, τόσο μεγάλη είναι και η δίκαιη τιμωρία, που αποστέλλει. Αυτός κρίνει τον κάθε άνθρωπο σύμφωνα με τα έργα του)»[Σοφ.Σειρ.16,12]. Όταν λοιπόν λέγεις ότι είναι φιλάνθρωπος ο Θεός, τότε είναι σαν να μου λες ότι είναι μεγαλύτερη η αιτία της τιμωρίας μας, διότι αμαρτάνουμε προς έναν τέτοιο Θεό.
Για τον λόγο αυτόν και ο Παύλος έλεγε: «φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος(:είναι φοβερό να πέσει κανείς στα χέρια του αληθινού Θεού, που δεν είναι νεκρός σαν τα είδωλα, αλλά ζει πάντοτε)»[Εβρ.10,31]. Προσέξτε, σας παρακαλώ, την πύρινη δύναμη των λόγων, διότι ίσως από αυτό να έχετε κάποια παρηγορία. Ποιος από τους ανθρώπους δύναται να τιμωρήσει τόσο αυστηρά, όσο τιμώρησε ο Θεός, με το να προκαλέσει κατακλυσμό και την πανωλεθρία τόσο πολλών ανθρώπων και στη συνέχεια με το να βρέξει πυρ και να εξαφανίσει τους πάντες [:στα Σόδομα και στα Γόμορα]; Ποια τιμωρία ανθρώπων δύναται να είναι τέτοια; Δεν βλέπεις ότι και η κόλαση που προήλθε από αυτήν την αιτία ότι είναι σχεδόν αθάνατη; Έχουν παρέλθει τέσσερις χιλιάδες έτη, και όμως η τιμωρία των Σοδομιτών εξακολουθεί να ισχύει. Όπως δηλαδή η φιλανθρωπία Του είναι μεγάλη, έτσι είναι μεγάλη και η τιμωρία.
Και πράγματι· εάν μεν είχε παραγγείλει πράγματα βαρέα και αδύνατα, ίσως θα μπορούσε κάποιος να προβάλλει τη δυσκολία των νόμων· εφόσον όμως είναι πάρα πολύ εύκολα, τι θα μπορούσαμε να προβάλουμε ως δικαιολογία για το ότι δεν κάνουμε ούτε και αυτά; Αν και βέβαια μπορείς, εάν θέλεις, και όσοι το κατόρθωσαν μας κατηγορούν· αλλά όμως ο Θεός δεν φέρεται προς εμάς με αυτήν την απαιτητικότητα, ούτε μας διέταξε ή μας νομοθέτησε αυτά, αλλά άφησε την εκλογή να ανήκει στη διάθεση αυτών που ακούνε τον λόγο Του.
Μπορείς όμως να είσαι σώφρονας στον γάμο και μπορείς να μη μεθάς. Δεν μπορείς να χαρίσεις όλα τα χρήματά σου; Αν και βέβαια μπορείς, και το μαρτυρούν όσοι το έκαναν· αλλά όμως ούτε το επέβαλε αυτό, αλλά παρήγγειλε να μην είμαστε άρπαγες και να βοηθούμε από τα υπάρχοντά μας όσους έχουν ανάγκη. Και αν κάποιος λέγει ότι «Δεν μπορώ να αρκεστώ στη γυναίκα μου μόνο», εξαπατά τον εαυτό του και παραλογίζεται, και έχει κατηγόρους εκείνους που ζουν με σωφροσύνη χωρίς να έχουν σχέσεις με γυναίκα. Πες μου λοιπόν: Δεν μπορείς να μην κακολογείς; Δεν μπορείς να μην καταριέσαι; Και όμως, το να κάνει κανείς αυτά είναι βαρύ, όχι το να μην τα κάνει. Ποια λοιπόν δικαιολογία έχουμε για το ότι δεν τηρούμε αυτά, που είναι τόσο ελαφρά και εύκολα; Καμία δεν μπορούμε να προβάλουμε.
[Συνεχίζεται]
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολήν, ομιλία Θ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2015, τόμος 18, σελίδες 242- 251.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου