Κεφάλαιο 18· Τά τέσσερα εἴδη τῆς προσευχῆς μᾶς ἔχουν ὑποδειχθεῖ ἀπό τόν Κύριο.
῾Ο ῎Ιδιος ὁ Κύριος καταδέχθηκε νά
λειτουργήσει αὐτούς τούς τέσσερις τρόπους προσευχῆς καί νά μᾶς δώσει τό
παράδειγμα. Καί ἐνεργώντας ὁ Κύριος ἔτσι, ἐκπλήρωσε αὐτό πού ἔχει
εἰπωθεῖ γι᾿ Αὐτόν· «῎Επραξε καί δίδαξε» (Πράξ. 1, 1). Αὐτό πού εἶπε,
«Πατέρα μου, ἄν εἶναι δυνατόν, ἄς μήν πιῶ αὐτό τό ποτήρι» (Ματθ. 26,
39,) εἶναι μιά δέηση. Δέηση ἐπίσης εἶναι καί αὐτό πού λέει μέ τό στόμα
τοῦ προφήτη Δαυίδ· «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μέ ἐγκατέλειψες; Γιατί δέν
ἀκοῦς τά λόγια τῆς προσευχῆς μου;» (Ψαλμ. 21, 1).
Αὐτά ἐδῶ τά λόγια Του εἶναι ἐπίσης μιά προσευχή· «᾿Εγώ φανέρωσα τή δόξα σου πάνω στή γῆ, ἀφοῦ ὁλοκλήρωσα τό ἔργο πού μοῦ ἀνέθεσες νά κάνω. Γιά χάρη τους ἀφιερώνω καί προσφέρω τόν ἑαυτό μου σ᾿ ἐσένα, ὥστε κι αὐτοί, μέ τή βοήθεια τῆς ἀλήθειας, νά εἶναι ἀφιερωμένοι σέ σένα» (᾿Ιωάν. 17, 4-19).
῾Ο Κύριος κάνει μιά ἱκεσία, ὅταν λέει· «Πατέρα, αὐτοί πού μοῦ ἔδωσες θέλω ὅπου εἶμαι ἐγώ νά εἶναι κι ἐκεῖνοι μαζί μου, γιά νά μποροῦν νά βλέπουν τή δόξα τή δική μου πού ᾿Εσύ μοῦ χάρισες» (᾿Ιωάν. 17, 24). Καί πάλι· «Πατέρα, συγχώρεσέ τους, δέν ξέρουν τί κάνουν» (Λουκ. 23, 34).
Αὐτά ἐδῶ τά λόγια Του εἶναι ἐπίσης μιά προσευχή· «᾿Εγώ φανέρωσα τή δόξα σου πάνω στή γῆ, ἀφοῦ ὁλοκλήρωσα τό ἔργο πού μοῦ ἀνέθεσες νά κάνω. Γιά χάρη τους ἀφιερώνω καί προσφέρω τόν ἑαυτό μου σ᾿ ἐσένα, ὥστε κι αὐτοί, μέ τή βοήθεια τῆς ἀλήθειας, νά εἶναι ἀφιερωμένοι σέ σένα» (᾿Ιωάν. 17, 4-19).
῾Ο Κύριος κάνει μιά ἱκεσία, ὅταν λέει· «Πατέρα, αὐτοί πού μοῦ ἔδωσες θέλω ὅπου εἶμαι ἐγώ νά εἶναι κι ἐκεῖνοι μαζί μου, γιά νά μποροῦν νά βλέπουν τή δόξα τή δική μου πού ᾿Εσύ μοῦ χάρισες» (᾿Ιωάν. 17, 24). Καί πάλι· «Πατέρα, συγχώρεσέ τους, δέν ξέρουν τί κάνουν» (Λουκ. 23, 34).
Τέλος, ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε τήν εὐχαριστία ὅταν ἔλεγε· «Σ᾿ εὐχαριστῶ, Πατέρα, Κύριε τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, γιατί αὐτά τά ἀπέκρυψες ἀπό τούς σοφούς καί τούς συνετούς καί τά φανέρωσες στούς ταπεινούς. Ναί, Πατέρα μου, αὐτό ἦταν τό θέλημά σου» (Ματθ. 11, 25-26). Καί ἀλλοῦ πάλι λέει· «Πατέρα, σ᾿ εὐχαριστῶ πού μέ ἄκουσες. ᾿Εγώ τό ἤξερα πώς πάντα μέ ἀκοῦς» (᾿Ιωάν. 11, 41-42).
᾿Αλλά, ὅπως μποροῦμε νά ξεχωρίσουμε αὐτά τά τέσσερα εἴδη προσευχῆς καί νά τά λειτουργήσουμε χωριστά, ἄλλοτε τό ἕνα καί ἄλλοτε τό ἄλλο, κατά τόν ἴδιο τρόπο μποροῦμε, ὅπως ὁ Κύριος μέ τό παράδειγμά Του μᾶς δίδαξε, καί νά τά ἑνοποιήσουμε καί νά τά λειτουργοῦμε ταυτόχρονα. Στήν ᾿Αρχιερατική προσευχή Του, αὐτήν πού διαβάζουμε στό τέλος τοῦ κατά ᾿Ιωάννη Εὐαγγελίου, ὁ Κύριος ἄφησε νά ξεχειλίσει τό περίσσευμα τῆς καρδιᾶς Του. Τό κείμενο εἶναι πολύ μεγάλο γιά νά τό παραθέσουμε ἐδῶ ὁλόκληρο, ἀλλά ὅποιος θέλει νά ἐξετάσει τό θέμα σέ κάθε του λεπτομέρεια, ἄς τό μελετήσει μέ προσοχή καί θά ἐπιβεβαιώσει τήν ἀλήθεια τῶν λόγων μας (᾿Ιωάν. 17, 1-26).
Αὐτό τό ἴδιο ἐπίσης λέει ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος στήν πρός Φιλιππησίους ᾿Επιστολή του. ᾿Εκεῖ παραθέτει τά τέσσερα αὐτά εἴδη προσευχῆς μέ μιά σειρά λίγο διαφορετική. Στό χωρίο αὐτό ὁ ᾿Απόστολος μᾶς δείχνει ξεκάθαρα ὅτι, μερικές φορές, αὐτά τά εἴδη προσευχῆς πρέπει νά συγχωνεύονται μέσα στήν ἴδια φλογερή ἱκεσία· «᾿Αλλά σέ κάθε περίσταση» λέει, «τά αἰτήματά σας νά τά ἀπευθύνετε στόν Θεό μέ προσευχή καί δέηση, πού θά συνοδεύονται ἀπό εὐχαριστία» (Φιλιπ. 4, 6). ᾿Εδῶ ὁ ᾿Απόστολος μᾶς διδάσκει ξεκάθαρα ὅτι θά πρέπει νά λειτουργοῦνται ταυτόχρονα ἡ προσευχή, ἡ δέηση καί ἡ εὐχαριστία.
Αὐτούς τούς διάφορους τύπους προσευχῆς θά τούς διαδεχθεῖ στή συνέχεια μιά ἀνώτερη κατάσταση καί μιά πιό ὑψηλή θεωρία. Εἶναι ἡ θέα τοῦ ῎Ιδιου τοῦ Θεοῦ, εἶναι μιά μεγάλη φωτιά ἀγάπης. ῾Η ψυχή βιώνει τή Θεία μέθεξη, βυθίζεται στή φλογερή ἀγάπη καί συνομιλεῖ μέ τόν Θεό μέ περισσή εὐλάβεια καί φιλόστοργη οἰκειότητα, ὅπως ἀκριβῶς συμπεριφέρεται τό παιδί πρός στόν Πατέρα του. ᾿Οφείλουμε λοιπόν νά τείνουμε ὅλοι πρός αὐτήν τήν κατάσταση, καθώς τό ἴδιο τό κείμενο τῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου μᾶς τό διδάσκει.
῞Οταν λέμε, «Πατέρα μας» (Ματθ. 6, 9)
ὁμολογοῦμε μέ τό ἴδιο μας τό στόμα ὅτι ὁ Θεός καί Κύριος τοῦ σύμπαντος
εἶναι ὁ Πατέρας μας. Αὐτή ἡ ἐπίκληση μᾶς ἀποκαλύπτει τό ὅτι ἔχουμε
κληθεῖ ἀπό δοῦλοι νά γίνουμε «κατά χάριν υἱοί».
Στή συνέχεια τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς λέμε, «πού βρίσκεσαι στούς οὐρανούς». ῾Ο χρόνος τῆς ζωῆς μας ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς εἶναι μιά ἐξορία. Αὐτή ἡ γῆ εἶναι ξένος τόπος πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Πατέρα μας. ῎Ας φύγουμε ἀπ᾿ αὐτή τή χώρα μέ ὅλες τίς δυνάμεις μας. ῎Ας τρέξουμε πρός τόν τόπο, ὅπου, καθώς λέμε, κατοικεῖ ὁ Πατέρας μας. ῎Ας μήν ὑπάρξει τίποτε στή ζωή μας πού νά μᾶς κάνει ἀνάξιους αὐτῆς τῆς ὁμολογίας καί τῆς τιμῆς μιᾶς τέτοιας υἱότητας. ῎Ας μή βρεθεῖ τίποτα πού νά μᾶς ἀπαξιώνει ὡς ἄσωτους υἱούς ἤ κάτι πού νά μᾶς κάνει ἔκπτωτους ἀπό τό δικαίωμα στήνκληρονομία τῶν υἱῶν Του καί πού νά προκαλεῖ τήν ὀργή Του καί τήν αὐστηρότητα τῆς Κρίσης Του.
῞Οταν ἀξιωθοῦμε νά γίνουμε «παιδιά» τοῦ Θεοῦ, τότε θά αἰσθανθοῦμε μέσα μας τή φλογερή ἀγάπη πού διακατέχει τήν καρδιά ὅλων τῶν καλῶν υἱῶν. Τότε πιά θά σταματήσουμε νά ἀσχολούμαστε μέ τά δικά μας ἐνδιαφέροντα. Τότε ὁ μόνος πόθος μας θά εἶναι ἡ δόξα τοῦ Πατέρα μας. Τότε θά μποροῦμε νά Τοῦ ποῦμε· «῎Ας τιμᾶται ὡς ἅγιο τό ὄνομά Σου» (Ματθ. 6, 9). Θά ἐπιβεβαιώνουμε μ᾿ αὐτή τή φράση ὅτι ἡ δόξα Του εἶναι ὁ μοναδικός πόθος μας καί ἡ μόνη χαρά μας. Τότε θά γίνουμε ὅμοιοι μέ τόν Χριστό πού εἶπε· «᾿Εκεῖνος πού μιλάει ἀπό τόν ἑαυτό του, ζητάει τή δική του δόξα, ὅποιος ὅμως ζητάει τή δόξα ᾿Εκείνου πού Τόν ἔστειλε, αὐτός εἶναι ἀξιόπιστος καί δέν ὑπάρχει τίποτα ψεύτικο σ᾿ αὐτόν» (᾿Ιωάν. 7, 18).
Γεμάτος ἀπό τέτοια συναισθήματα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, αὐτό τό «σκεῦος ἐκλογῆς», ἔφθασε στό σημεῖο νά εὔχεται νά γίνει ἀνάθεμα καί νά χωρισθεῖ ἀπό τόν Χριστό, ἀρκεῖ μ᾿ αὐτή τή θυσία του νά μπορέσει νά Τοῦ χαρισθεῖ μιά πολυάριθμη πνευματική οἰκογένεια, καί νά δοξάσει τόν Πατέρα Του μέ τή σωτηρία πού θά κερδίσουν οἱ ἀδελφοί του, οἱ ᾿Ισραηλίτες. Λέει ὁ ᾿Απόστολος χωρίς φόβο, ὅτι προτιμάει νά κινδυνεύσει γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Γιατί γνωρίζει καλά ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά πεθάνει ἤ νά κινδυνεύσει νά χαθεῖ, ἀφοῦ ᾿Εκεῖνος, γιά τόν ῾Οποῖο θά γίνει ἀνάθεμα, εἶναι ἡ ῎Ιδια ἡ Ζωή. Λέει ἀκόμα· «Χαιρόμαστε ὅταν ἐμεῖς εἴμαστε ἀδύνατοι κι ἐσεῖς εἶστε δυνατοί» (Β´ Κορ. 13, 9).
᾿Αλλά γιατί νά μᾶς κάνει ἐντύπωση πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος εὔχεται νά γίνει ἀνάθεμα γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, γιά τή μεταστροφή τῶν ἀδελφῶν του καί γιά τή σωτηρία τοῦ ἐκλεκτοῦ αὐτοῦ λαοῦ, ὅταν ἐπίσης καί ὁ προφήτης Μιχαίας λέει ὅτι θά ἐπιθυμοῦσε νά ἦταν ψεύτης καί νά εἶχε ἀποξενωθεῖ ἀπό τίς δωρεές τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ἀρκεῖ νά μποροῦσε νά ξεφύγει τό ᾿Ιουδαϊκό ἔθνος ἀπό τίς συμφορές καί ἀπό τά βάσανα τῆς σκλαβιᾶς, τήν ὁποία ὁ ἴδιος προφήτευσε; «Θά εὐχόμουνα», γράφει, «αὐτά πού σᾶς λέω νά ἦταν χρησμοί κάποιου ψευδοπροφήτη» (Μιχ. 2, 11). Καί τί νά πῶ γιά τήν ὑπέροχη τοποθέτηση τοῦ Νομοθέτη Μωυσῆ; ῞Οταν τά ἀδέλφια του, οἱ ᾿Ισραηλίτες, ἐπρόκειτο νά χαθοῦν, δέν ἀρνήθηκε νά πεθάνει κι αὐτός μαζί τους· «Κύριε», λέει, «αὐτός ὁ λαός ἔκανε μιά μεγάλη ἁμαρτία. ᾿Αλλά σέ ἱκετεύω συγχώρεσε τό σφάλμα του. Διαφορετικά, διάγραψε κι ἐμένα ἀπό τή Βίβλο τῆς ζωῆς» (᾿Εξ. 32, 31-32).
Τά λόγια, «ἁγιασθήτω τὸ ῎Ονομά Σου», θά μποροῦσαν κάλλιστα νά ἔχουν τήν ἔννοια ὅτι ὁ Θεός θά ἁγιασθεῖ μέ τή δική μας τελείωση. ῞Οταν Τοῦ λέμε· «῾Αγιασθήτω τὸ ῎Ονομά Σου», εἶναι, μέ ἄλλα λόγια, σάν νά Τοῦ λέμε· Πατέρα μας, κάνε μας ἄξιους νά γνωρίσουμε, νά κατανοήσουμε τό μεγαλεῖο τῆς ἁγιότητάς Σου ἤ ἀξίωσέ μας ὥστε νά φανερωθεῖ ἡ ἁγιότητά Σου μέ τή ζωή μας. Κι αὐτή ἡ φανέρωση συντελεῖται, καθώς λέει ὁ Κύριος, ὅταν οἱ ἄνθρωποι «δοῦν τά καλά σας ἔργα καί δοξάσουν τόν Πατέρα σας πού εἶναι στόν οὐρανό» (Ματθ. 5, 16).
Στή συνέχεια τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς λέμε, «πού βρίσκεσαι στούς οὐρανούς». ῾Ο χρόνος τῆς ζωῆς μας ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς εἶναι μιά ἐξορία. Αὐτή ἡ γῆ εἶναι ξένος τόπος πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Πατέρα μας. ῎Ας φύγουμε ἀπ᾿ αὐτή τή χώρα μέ ὅλες τίς δυνάμεις μας. ῎Ας τρέξουμε πρός τόν τόπο, ὅπου, καθώς λέμε, κατοικεῖ ὁ Πατέρας μας. ῎Ας μήν ὑπάρξει τίποτε στή ζωή μας πού νά μᾶς κάνει ἀνάξιους αὐτῆς τῆς ὁμολογίας καί τῆς τιμῆς μιᾶς τέτοιας υἱότητας. ῎Ας μή βρεθεῖ τίποτα πού νά μᾶς ἀπαξιώνει ὡς ἄσωτους υἱούς ἤ κάτι πού νά μᾶς κάνει ἔκπτωτους ἀπό τό δικαίωμα στήνκληρονομία τῶν υἱῶν Του καί πού νά προκαλεῖ τήν ὀργή Του καί τήν αὐστηρότητα τῆς Κρίσης Του.
῞Οταν ἀξιωθοῦμε νά γίνουμε «παιδιά» τοῦ Θεοῦ, τότε θά αἰσθανθοῦμε μέσα μας τή φλογερή ἀγάπη πού διακατέχει τήν καρδιά ὅλων τῶν καλῶν υἱῶν. Τότε πιά θά σταματήσουμε νά ἀσχολούμαστε μέ τά δικά μας ἐνδιαφέροντα. Τότε ὁ μόνος πόθος μας θά εἶναι ἡ δόξα τοῦ Πατέρα μας. Τότε θά μποροῦμε νά Τοῦ ποῦμε· «῎Ας τιμᾶται ὡς ἅγιο τό ὄνομά Σου» (Ματθ. 6, 9). Θά ἐπιβεβαιώνουμε μ᾿ αὐτή τή φράση ὅτι ἡ δόξα Του εἶναι ὁ μοναδικός πόθος μας καί ἡ μόνη χαρά μας. Τότε θά γίνουμε ὅμοιοι μέ τόν Χριστό πού εἶπε· «᾿Εκεῖνος πού μιλάει ἀπό τόν ἑαυτό του, ζητάει τή δική του δόξα, ὅποιος ὅμως ζητάει τή δόξα ᾿Εκείνου πού Τόν ἔστειλε, αὐτός εἶναι ἀξιόπιστος καί δέν ὑπάρχει τίποτα ψεύτικο σ᾿ αὐτόν» (᾿Ιωάν. 7, 18).
Γεμάτος ἀπό τέτοια συναισθήματα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, αὐτό τό «σκεῦος ἐκλογῆς», ἔφθασε στό σημεῖο νά εὔχεται νά γίνει ἀνάθεμα καί νά χωρισθεῖ ἀπό τόν Χριστό, ἀρκεῖ μ᾿ αὐτή τή θυσία του νά μπορέσει νά Τοῦ χαρισθεῖ μιά πολυάριθμη πνευματική οἰκογένεια, καί νά δοξάσει τόν Πατέρα Του μέ τή σωτηρία πού θά κερδίσουν οἱ ἀδελφοί του, οἱ ᾿Ισραηλίτες. Λέει ὁ ᾿Απόστολος χωρίς φόβο, ὅτι προτιμάει νά κινδυνεύσει γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Γιατί γνωρίζει καλά ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά πεθάνει ἤ νά κινδυνεύσει νά χαθεῖ, ἀφοῦ ᾿Εκεῖνος, γιά τόν ῾Οποῖο θά γίνει ἀνάθεμα, εἶναι ἡ ῎Ιδια ἡ Ζωή. Λέει ἀκόμα· «Χαιρόμαστε ὅταν ἐμεῖς εἴμαστε ἀδύνατοι κι ἐσεῖς εἶστε δυνατοί» (Β´ Κορ. 13, 9).
᾿Αλλά γιατί νά μᾶς κάνει ἐντύπωση πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος εὔχεται νά γίνει ἀνάθεμα γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, γιά τή μεταστροφή τῶν ἀδελφῶν του καί γιά τή σωτηρία τοῦ ἐκλεκτοῦ αὐτοῦ λαοῦ, ὅταν ἐπίσης καί ὁ προφήτης Μιχαίας λέει ὅτι θά ἐπιθυμοῦσε νά ἦταν ψεύτης καί νά εἶχε ἀποξενωθεῖ ἀπό τίς δωρεές τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ἀρκεῖ νά μποροῦσε νά ξεφύγει τό ᾿Ιουδαϊκό ἔθνος ἀπό τίς συμφορές καί ἀπό τά βάσανα τῆς σκλαβιᾶς, τήν ὁποία ὁ ἴδιος προφήτευσε; «Θά εὐχόμουνα», γράφει, «αὐτά πού σᾶς λέω νά ἦταν χρησμοί κάποιου ψευδοπροφήτη» (Μιχ. 2, 11). Καί τί νά πῶ γιά τήν ὑπέροχη τοποθέτηση τοῦ Νομοθέτη Μωυσῆ; ῞Οταν τά ἀδέλφια του, οἱ ᾿Ισραηλίτες, ἐπρόκειτο νά χαθοῦν, δέν ἀρνήθηκε νά πεθάνει κι αὐτός μαζί τους· «Κύριε», λέει, «αὐτός ὁ λαός ἔκανε μιά μεγάλη ἁμαρτία. ᾿Αλλά σέ ἱκετεύω συγχώρεσε τό σφάλμα του. Διαφορετικά, διάγραψε κι ἐμένα ἀπό τή Βίβλο τῆς ζωῆς» (᾿Εξ. 32, 31-32).
Τά λόγια, «ἁγιασθήτω τὸ ῎Ονομά Σου», θά μποροῦσαν κάλλιστα νά ἔχουν τήν ἔννοια ὅτι ὁ Θεός θά ἁγιασθεῖ μέ τή δική μας τελείωση. ῞Οταν Τοῦ λέμε· «῾Αγιασθήτω τὸ ῎Ονομά Σου», εἶναι, μέ ἄλλα λόγια, σάν νά Τοῦ λέμε· Πατέρα μας, κάνε μας ἄξιους νά γνωρίσουμε, νά κατανοήσουμε τό μεγαλεῖο τῆς ἁγιότητάς Σου ἤ ἀξίωσέ μας ὥστε νά φανερωθεῖ ἡ ἁγιότητά Σου μέ τή ζωή μας. Κι αὐτή ἡ φανέρωση συντελεῖται, καθώς λέει ὁ Κύριος, ὅταν οἱ ἄνθρωποι «δοῦν τά καλά σας ἔργα καί δοξάσουν τόν Πατέρα σας πού εἶναι στόν οὐρανό» (Ματθ. 5, 16).
Κεφάλαιο 19· «᾿Ελθέτω ἡ Βασιλεία Σου».
Στή δεύτερη αἴτησή της, «ἐλθέτω ἡ
Βασιλεία Σου», ἡ ψυχή εὔχεται νά δεῖ σύντομα τόν ἐρχομό τῆς Βασιλείας
τοῦ Πατέρα της, τό βασίλειο δηλαδή πού ἐγκαθιδρύεται καθημερινά ἀπό τόν
Χριστό μέσα στήν ψυχή τῶν ῾Αγίων. Αὐτό γίνεται κάθε φορά πού διώχνεται ὁ
διάβολος ἀπό τήν καρδιά μας, μαζί μέ τά πάθη πού τή μόλυναν, καί ἔτσι
ἀφανίζεται ἡ δύναμή του. Τότε πού ὁ Θεός εἰσέρχεται κυρίαρχος μέσα μας
καί ταυτόχρονα διαχέεται στόν ὅλο ἄνθρωπο ἡ εὐωδία τῶν ἀρετῶν. ῞Οταν
νικιέται ἡ πορνεία καί βασιλεύει στήν ψυχή μας ἡ ἁγνότητα. ῞Οταν
δαμάζεται ἡ ὀργή καί κυριαρχεῖ ἡ εἰρήνη. ῞Οταν συνθλίβεται ἡ ὑπερηφάνεια
καί βασιλεύει ἡ ταπείνωση. Τό «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου» μπορεῖ ἐπίσης νά
ἐννοεῖ καί αὐτό πού ἔχει δοθεῖ σάν ὑπόσχεση ἐκ τῶν προτέρων σ᾿ ὅλους
τούς τέλειους καί γενικότερα σ᾿ ὅλα τά παιδιά τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δηλαδή πού ὁ
Χριστός θά τούς πεῖ τήν ὥρα τῆς Κρίσεως· «᾿Ελᾶτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ
Πατέρα μου, κληρονομῆστε τή βασιλεία πού εἶναι ἑτοιμασμένη γιά σᾶς ἀπό
τόν καιρό τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου» (Ματθ. 25, 34).
῾Η ψυχή στρέφει καί προσηλώνει τό βλέμμα της μέ θέρμη σ᾿ αὐτή τήν εὐτυχή κατάληξη, καί γεμάτη πόθο καί προσμονή, κραυγάζει· «᾿Ελθέτω ἡ Βασιλεία Σου» (Ματθ. 6, 10). Γνωρίζει καλά, γιατί τό μαρτυρεῖ ἡ συνείδησή της, ὅτι μόλις θά ἐμφανισθεῖ ὁ Χριστός, αὐτή θά γίνει μέτοχος τῆς Βασιλείας Του. ᾿Αντίθετα, μιά ἁμαρτωλή ψυχή δέν θά τολμοῦσε ποτέ νά προφέρει αὐτά τά λόγια οὔτε νά κάνει μιά παρόμοια εὐχή. ῾Η θύμιση τῆς Κρίσης εἶναι φοβερή γιά ἐκεῖνον πού ξέρει ὅτι, ὅταν θά ἔλθει ὁ Κριτής, δέν θά τόν στεφανώσει γιά τίς πράξεις του, ἀλλά ὅτι τόν περιμένει ἡ τιμωρία.
῾Η ψυχή στρέφει καί προσηλώνει τό βλέμμα της μέ θέρμη σ᾿ αὐτή τήν εὐτυχή κατάληξη, καί γεμάτη πόθο καί προσμονή, κραυγάζει· «᾿Ελθέτω ἡ Βασιλεία Σου» (Ματθ. 6, 10). Γνωρίζει καλά, γιατί τό μαρτυρεῖ ἡ συνείδησή της, ὅτι μόλις θά ἐμφανισθεῖ ὁ Χριστός, αὐτή θά γίνει μέτοχος τῆς Βασιλείας Του. ᾿Αντίθετα, μιά ἁμαρτωλή ψυχή δέν θά τολμοῦσε ποτέ νά προφέρει αὐτά τά λόγια οὔτε νά κάνει μιά παρόμοια εὐχή. ῾Η θύμιση τῆς Κρίσης εἶναι φοβερή γιά ἐκεῖνον πού ξέρει ὅτι, ὅταν θά ἔλθει ὁ Κριτής, δέν θά τόν στεφανώσει γιά τίς πράξεις του, ἀλλά ὅτι τόν περιμένει ἡ τιμωρία.
Κεφάλαιο 20· «Γενηθήτω τό θέλημά Σου».
Τό τρίτο αἴτημα τῶν «κατά χάριν υἱῶν»
εἶναι· «῎Ας γίνει τό θέλημά Σου, ὅπως στόν οὐρανό, ἔτσι καί στή γῆ»
(Ματθ. 6, 10). Εὔχονται τά παιδιά τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά ἀξιωθοῦν τά γήινα νά
ἐξισωθοῦν μέ τά οὐράνια. Πράγματι, δέν θά μπορούσαμε νά ἀνυψώσουμε σέ
ὑψηλότερο ἐπίπεδο ἀπ᾿ αὐτό τήν προσευχή μας. Γιατί, πράγματι, τό νά
ποῦμε «γενηθήτω τὸ θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπί τῆς γῆς», εἶναι σάν
νά ζητᾶμε νά γίνουν οἱ ἄνθρωποι ὅμοιοι μέ τούς ᾿Αγγέλους. Καί ὅπως αὐτά
τά μακάρια πνεύματα διακονοῦν στόν οὐρανό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μέ τόν
ἴδιο τρόπο καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά ζοῦν στή γῆ, κάνοντας πάντα τό θέλημα
τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τό δικό τους.
῎Ετσι λοιπόν ἔχουμε ἐδῶ ἀκόμα μιά προσευχή πού μπορεῖ νά τήν κάνει ἀπ᾿ τό βάθος τῆς καρδιᾶς του, μόνο αὐτός πού πιστεύει ὅτι ὁ Θεός μᾶς χαρίζει ὅλα τά πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί ὅτι Αὐτός ἐπιτρέπει νά μᾶς βροῦν καί οἱ χαρές καί οἱ συμφορές. ᾿Επιπλέον, ὅτι Αὐτός μεριμνᾶ καί ἐπαγρυπνεῖ γιά τή σωτηρία καί γιά τό συμφέρον τῶν παιδιῶν Του, καί μάλιστα μέ πολύ περισσότερη φροντίδα ἀπ᾿ ὅ,τι κάνουν τά ἴδια γιά τόν ἑαυτό τους.
Μποροῦμε ἐπίσης νά θεωρήσουμε ὅτι αὐτή ἡ αἴτηση ἔχει τό νόημα πώς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηρία κάθε ἀνθρώπου, σύμφωνα μέ τό γνωστό λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου πού λέει· «῾Ο Θεός θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια» (Α´ Τιμ. 2, 4). Γι᾿ αὐτό τό Θεῖο θέλημα μιλάει καί ὁ Θεός μέ τό στόμα τοῦ προφήτη ῾Ησαΐα, ὅταν αὐτός λέει· «῾Η θέλησή μου θά πραγματοποιηθεῖ πλήρως» (῾Ησ. 46, 10). ῞Οταν λοιπόν λέμε, «γεννηθήτω τὸ Θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς», εἶναι, μέ ἄλλα λόγια, σάν νά κάνουμε τήν ἑξῆς προσευχή· ῞Οπως αὐτοί πού εἶναι στόν οὐρανό, ἔτσι κι αὐτοί πού εἶναι στή γῆ, νά σωθοῦν Πατέρα μου, μέ τή γνώση τοῦ θελήματός Σου.
῎Ετσι λοιπόν ἔχουμε ἐδῶ ἀκόμα μιά προσευχή πού μπορεῖ νά τήν κάνει ἀπ᾿ τό βάθος τῆς καρδιᾶς του, μόνο αὐτός πού πιστεύει ὅτι ὁ Θεός μᾶς χαρίζει ὅλα τά πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί ὅτι Αὐτός ἐπιτρέπει νά μᾶς βροῦν καί οἱ χαρές καί οἱ συμφορές. ᾿Επιπλέον, ὅτι Αὐτός μεριμνᾶ καί ἐπαγρυπνεῖ γιά τή σωτηρία καί γιά τό συμφέρον τῶν παιδιῶν Του, καί μάλιστα μέ πολύ περισσότερη φροντίδα ἀπ᾿ ὅ,τι κάνουν τά ἴδια γιά τόν ἑαυτό τους.
Μποροῦμε ἐπίσης νά θεωρήσουμε ὅτι αὐτή ἡ αἴτηση ἔχει τό νόημα πώς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηρία κάθε ἀνθρώπου, σύμφωνα μέ τό γνωστό λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου πού λέει· «῾Ο Θεός θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια» (Α´ Τιμ. 2, 4). Γι᾿ αὐτό τό Θεῖο θέλημα μιλάει καί ὁ Θεός μέ τό στόμα τοῦ προφήτη ῾Ησαΐα, ὅταν αὐτός λέει· «῾Η θέλησή μου θά πραγματοποιηθεῖ πλήρως» (῾Ησ. 46, 10). ῞Οταν λοιπόν λέμε, «γεννηθήτω τὸ Θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς», εἶναι, μέ ἄλλα λόγια, σάν νά κάνουμε τήν ἑξῆς προσευχή· ῞Οπως αὐτοί πού εἶναι στόν οὐρανό, ἔτσι κι αὐτοί πού εἶναι στή γῆ, νά σωθοῦν Πατέρα μου, μέ τή γνώση τοῦ θελήματός Σου.
Κεφάλαιο 21· Γιά τόν ἐπιούσιο, τόν καθημερινό ἄρτο.
Στή συνέχεια προσθέτουμε· «Δῶσε μας
σήμερα τόν ἀπαραίτητο γιά τή ζωή μας ἄρτο» (Ματθ. 6, 11). Καί ὅπως λέει ὁ
Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, «δίνε μας κάθε μέρα» (Λουκ. 11, 3). ῾Η πρώτη
διατύπωση ἐκφράζει τήν ἀνωτερότητα καί τό χαρακτήρα τῆς οὐσίας αὐτοῦ τοῦ
ἄρτου. Αὐτόν δηλαδή τόν ἄρτο πού εἶναι πάνω ἀπό κάθε οὐσία καί πού
ξεπερνᾶ, μέ τό μεγαλεῖο καί τήν ἁγιότητά του, ὅλα τά δημιουργήματα. ῾Η
δεύτερη διατύπωση τοῦ Εὐαγγελιστῆ Λουκᾶ ἐκφράζει τή χρήση πού πρέπει νά
κάνουμε καί τή χρησιμότητα αὐτοῦ τοῦ ἄρτου. ῾Η λέξη «καθημερινό» δείχνει
ὅτι, χωρίς αὐτόν τόν ἄρτο, δέν μποροῦμε νά ζήσουμε οὔτε μιά μέρα
πνευματικῆς ζωῆς. ῞Οσο γιά τή λέξη, «σήμερον», δείχνει ὅτι πρέπει νά
τρεφόμαστε ἀπό αὐτόν ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζωῆς μας. Δηλαδή, δέν μᾶς εἶναι
ἀρκετό τό ὅτι λάβαμε αὐτόν τόν ἄρτο χθές, ἄν δέν τραφοῦμε μ᾿ αὐτόν καί
σήμερα.
῾Η ἀνάγκη αὐτή τοῦ «καθημερινοῦ» ἄρτου εἶναι καί μιά ὑπενθύμιση ὅτι ἐπιβάλεται νά κάνουμε συνεχῶς αὐτή τήν προσευχή. Δέν ὑπάρχει οὔτε μιά ἡμέρα πού δέν μᾶς εἶναι ἀναγκαῖος αὐτός ὁ ἄρτος, γιά νά δυναμώσουμε τόν ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο.
᾿Αλλά τό «σήμερον» μπορεῖ νά ἔχει ἐπίσης τήν ἔννοια αὐτῆς τῆς ζωῆς. ῞Οσο δηλαδή βρισκόμαστε σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, δῶσε μας Κύριε, αὐτή τήν τροφή. Ξέρουμε ὅτι Αὐτόν τόν ῎Αρτο θά τόν δώσεις στό μέλλοντα αἰώνα σ᾿ αὐτούς πού θά γίνουν ἄξιοι γι᾿ Αὐτόν. ᾿Αλλά, σέ παρακαλοῦμε, νά μᾶς τόν παραχωρήσεις ἀπό τώρα. Γιατί αὐτός πού δέν Τόν γεύθηκε σ᾿ αὐτή ἐδῶ τή ζωή, δέν θά Τόν γευθεῖ οὔτε στήν ἄλλη.
῾Η ἀνάγκη αὐτή τοῦ «καθημερινοῦ» ἄρτου εἶναι καί μιά ὑπενθύμιση ὅτι ἐπιβάλεται νά κάνουμε συνεχῶς αὐτή τήν προσευχή. Δέν ὑπάρχει οὔτε μιά ἡμέρα πού δέν μᾶς εἶναι ἀναγκαῖος αὐτός ὁ ἄρτος, γιά νά δυναμώσουμε τόν ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο.
᾿Αλλά τό «σήμερον» μπορεῖ νά ἔχει ἐπίσης τήν ἔννοια αὐτῆς τῆς ζωῆς. ῞Οσο δηλαδή βρισκόμαστε σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, δῶσε μας Κύριε, αὐτή τήν τροφή. Ξέρουμε ὅτι Αὐτόν τόν ῎Αρτο θά τόν δώσεις στό μέλλοντα αἰώνα σ᾿ αὐτούς πού θά γίνουν ἄξιοι γι᾿ Αὐτόν. ᾿Αλλά, σέ παρακαλοῦμε, νά μᾶς τόν παραχωρήσεις ἀπό τώρα. Γιατί αὐτός πού δέν Τόν γεύθηκε σ᾿ αὐτή ἐδῶ τή ζωή, δέν θά Τόν γευθεῖ οὔτε στήν ἄλλη.
Κεφάλαιο 22· «Καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν,
ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν».
ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν».
Μ᾿ αὐτό τό στίχο παρακαλοῦμε τόν Θεό καί
Τοῦ λέμε· «Συγχώρησε ὅ,τι κακό ἔχουμε κάνει, ὅπως καί ἐμεῖς συγχωροῦμε
ἐκείνους πού μᾶς ἔχουν κάνει κακό» (Ματθ. 6, 12).
Τί ἀνείπωτη Θεϊκή συγκατάβαση! Μ᾿ αὐτό τό αἴτημα ὁ Κύριος, ὄχι μόνο μᾶς ὑποδεικνύει ἕναν τρόπο ζωῆς, μέ τόν ὁποῖο θά μπορέσουμε νά Τόν εὐαρεστήσουμε καί μέ τόν ὁποῖο θά ξεριζωθοῦν ἀπό μέσα μας οἱ αἰτίες τῆς ὀργῆς καί τῆς θλίψης, ἀλλά δίνει καί μιά ἐπιπλέον εὐκαιρία σ᾿ αὐτούς πού ἔτσι ζοῦν καί ἔτσι προσεύχονται. Τούς ἀποκαλύπτει δηλαδή, πῶς θά κάνουν τόν Θεό νά τούς κρίνει μέ ἀνοχή καί εὐσπλαχνία. Μᾶς δίνει μ᾿ ἄλλα λόγια,, αὐτός ὁ τρόπος ζωῆς καί προσευχῆς, τό δικαίωμα νά μετριάσουμε, κατά κάποιο τρόπο, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, τήν ἀπόφαση τοῦ Κριτῆ καί νά Τόν «ἀναγκάσουμε» νά μᾶς συγχωρήσει, ἐφόσον βέβαια κι ἐμεῖς θά ἔχουμε ἀκολουθήσει τό παράδειγμα τῆς δικῆς Του ἀνεκτικότητας. Γι᾿ αὐτό Τοῦ λέμε· «῎Αφες ἡμῖν…,, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν».
Θά ζητήσει μέ σιγουριά τή συγχώρηση τῶν σφαλμάτων του —μέ τό θάρρος πού τοῦ δίνει αὐτή ἡ προσευχή— μόνο ὅποιος ἔχει ἐπιδείξει ἐπιείκια στούς ὀφειλέτες του. Καί τονίζω αὐτό τό, «ὀφειλέτες του», καί ὄχι τούς ὀφειλέτες τοῦ Κυρίου Του. Γιατί παρατηροῦμε συχνά ὅτι σέ πολλούς ἀνθρώπους ὑπάρχει μιά πολύ κακή συνήθεια. ᾿Αντιμετωπίζουν δηλαδή τίς ὕβρεις τῶν συνανθρώπων τους πρός τόν Θεό, ὅσο μεγάλες κι ἄν εἶναι αὐτές, μέ πραότητα καί ἐπιείκεια. ᾿Αλλά, ὅταν πρόκειται γι᾿ αὐτούς τούς ἴδιους, τότε, καί γιά τήν παραμικρή προσβολή, ἀπαιτοῦν ἐπανόρθωση καί κρίνουν αὐτόν πού τούς ἔβλαψε μέ ἀμείλικτη αὐστηρότητα. Κατά συνέπεια λοιπόν, ὅποιος δέν συγχωρήσει ἀπ᾿ τά βάθη τῆς καρδιᾶς του τίς ἀδικίες τοῦ ἀδελφοῦ του, θά πετύχει μ᾿ αὐτήν τήν προσευχή νά ἐξασφαλίσει, ἀντί γιά ἐπιείκεια, τήν καταδίκη του. Γιατί ὅταν λέει, «συγχώρεσέ με ὅπως κι ἐγώ συγχώρεσα», εἶναι σάν νά ζητάει ἀπό μόνος του νά κριθεῖ πιό αὐστηρά. ῎Αν λοιπόν ὁ Θεός τόν ἀντιμετωπίσει ὅπως αὐτός ζητάει, τί ἄλλο θά μποροῦσε σ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο νά συμβεῖ, παρά τό νά δειχθεῖ ὁ Θεός σ᾿ αὐτόν ἀδιάλλακτος, ὅπως καί ὁ ἴδιος συμπεριφέρθηκε στούς συνανθρώπους του; Νά μή δείξει δηλαδή, ἀπέναντί του ὁ Θεός καμιά ἐπιείκεια.
῎Αν θέλουμε λοιπόν νά κριθοῦμε μέ συγκατάβαση, ἄς εἴμαστε κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι συγκαταβατικοί σ᾿ αὐτούς πού μᾶς ἀδίκησαν. Θά συγχωρηθοῦμε κατά τό μέτρο πού κι ἐμεῖς ἔχουμε συγχωρέσει αὐτούς πού μᾶς ἔχουν κάνει κακό, ὅσο μεγάλη κι ἄν ἦταν ἡ κακία τους.
Πολλοί τρέμουν σ᾿ αὐτή τήν σκέψη. Καί γι᾿ αὐτό, ὅταν λέγεται στήν ᾿Εκκλησία τό «Πάτερ ἡμῶν», ἀφήνουν νά βγαίνουν τά λόγια ἀπό τό στόμα τους χωρίς νά στέκονται στή βαθύτερη σημασία τους. Κι αὐτό ἀπό φόβο, μήπως, ἀντί νά λάβουν συγχώρηση, καταδικασθοῦν ἀπό τό ἴδιο τους τό στόμα. Δέν ἀντιλαμβάνονται ὅτι αὐτά ὅλα εἶναι ἀνώφελα καμώματα, μέ τά ὁποῖα μάταια προσπαθοῦν νά κρυφθοῦν ἀπό τά μάτια τοῦ Μεγάλου Κριτῆ. Γιατί ᾿Εκεῖνος ὁ ῎Ιδιος θέλησε ἐκ τῶν προτέρων νά ἀποκαλύψει τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά κρίνει τούς ἀνθρώπους. ᾿Επειδή δέν θέλει νά Τόν θεωρήσουμε αὐστηρό καί ἀδιάλλακτο, γι᾿ αὐτό μᾶς φανέρωσε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά μᾶς κρίνει. ῞Ωστε κι ἐμεῖς νά κρίνουμε τούς ἀδελφούς μας, ἄν κάπου μᾶς ἀδίκησαν, ὅπως θά ἐπιθυμούσαμε νά κριθοῦμε κι ἐμεῖς ἀπό τόν Θεόν. «Στήν τελική κρίση δέν θά ὑπάρχει ἔλεος γι᾿ αὐτόν πού δέν ἔδειξε ἔλεος» (᾿Ιακ. 2, 13).
Τί ἀνείπωτη Θεϊκή συγκατάβαση! Μ᾿ αὐτό τό αἴτημα ὁ Κύριος, ὄχι μόνο μᾶς ὑποδεικνύει ἕναν τρόπο ζωῆς, μέ τόν ὁποῖο θά μπορέσουμε νά Τόν εὐαρεστήσουμε καί μέ τόν ὁποῖο θά ξεριζωθοῦν ἀπό μέσα μας οἱ αἰτίες τῆς ὀργῆς καί τῆς θλίψης, ἀλλά δίνει καί μιά ἐπιπλέον εὐκαιρία σ᾿ αὐτούς πού ἔτσι ζοῦν καί ἔτσι προσεύχονται. Τούς ἀποκαλύπτει δηλαδή, πῶς θά κάνουν τόν Θεό νά τούς κρίνει μέ ἀνοχή καί εὐσπλαχνία. Μᾶς δίνει μ᾿ ἄλλα λόγια,, αὐτός ὁ τρόπος ζωῆς καί προσευχῆς, τό δικαίωμα νά μετριάσουμε, κατά κάποιο τρόπο, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, τήν ἀπόφαση τοῦ Κριτῆ καί νά Τόν «ἀναγκάσουμε» νά μᾶς συγχωρήσει, ἐφόσον βέβαια κι ἐμεῖς θά ἔχουμε ἀκολουθήσει τό παράδειγμα τῆς δικῆς Του ἀνεκτικότητας. Γι᾿ αὐτό Τοῦ λέμε· «῎Αφες ἡμῖν…,, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν».
Θά ζητήσει μέ σιγουριά τή συγχώρηση τῶν σφαλμάτων του —μέ τό θάρρος πού τοῦ δίνει αὐτή ἡ προσευχή— μόνο ὅποιος ἔχει ἐπιδείξει ἐπιείκια στούς ὀφειλέτες του. Καί τονίζω αὐτό τό, «ὀφειλέτες του», καί ὄχι τούς ὀφειλέτες τοῦ Κυρίου Του. Γιατί παρατηροῦμε συχνά ὅτι σέ πολλούς ἀνθρώπους ὑπάρχει μιά πολύ κακή συνήθεια. ᾿Αντιμετωπίζουν δηλαδή τίς ὕβρεις τῶν συνανθρώπων τους πρός τόν Θεό, ὅσο μεγάλες κι ἄν εἶναι αὐτές, μέ πραότητα καί ἐπιείκεια. ᾿Αλλά, ὅταν πρόκειται γι᾿ αὐτούς τούς ἴδιους, τότε, καί γιά τήν παραμικρή προσβολή, ἀπαιτοῦν ἐπανόρθωση καί κρίνουν αὐτόν πού τούς ἔβλαψε μέ ἀμείλικτη αὐστηρότητα. Κατά συνέπεια λοιπόν, ὅποιος δέν συγχωρήσει ἀπ᾿ τά βάθη τῆς καρδιᾶς του τίς ἀδικίες τοῦ ἀδελφοῦ του, θά πετύχει μ᾿ αὐτήν τήν προσευχή νά ἐξασφαλίσει, ἀντί γιά ἐπιείκεια, τήν καταδίκη του. Γιατί ὅταν λέει, «συγχώρεσέ με ὅπως κι ἐγώ συγχώρεσα», εἶναι σάν νά ζητάει ἀπό μόνος του νά κριθεῖ πιό αὐστηρά. ῎Αν λοιπόν ὁ Θεός τόν ἀντιμετωπίσει ὅπως αὐτός ζητάει, τί ἄλλο θά μποροῦσε σ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο νά συμβεῖ, παρά τό νά δειχθεῖ ὁ Θεός σ᾿ αὐτόν ἀδιάλλακτος, ὅπως καί ὁ ἴδιος συμπεριφέρθηκε στούς συνανθρώπους του; Νά μή δείξει δηλαδή, ἀπέναντί του ὁ Θεός καμιά ἐπιείκεια.
῎Αν θέλουμε λοιπόν νά κριθοῦμε μέ συγκατάβαση, ἄς εἴμαστε κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι συγκαταβατικοί σ᾿ αὐτούς πού μᾶς ἀδίκησαν. Θά συγχωρηθοῦμε κατά τό μέτρο πού κι ἐμεῖς ἔχουμε συγχωρέσει αὐτούς πού μᾶς ἔχουν κάνει κακό, ὅσο μεγάλη κι ἄν ἦταν ἡ κακία τους.
Πολλοί τρέμουν σ᾿ αὐτή τήν σκέψη. Καί γι᾿ αὐτό, ὅταν λέγεται στήν ᾿Εκκλησία τό «Πάτερ ἡμῶν», ἀφήνουν νά βγαίνουν τά λόγια ἀπό τό στόμα τους χωρίς νά στέκονται στή βαθύτερη σημασία τους. Κι αὐτό ἀπό φόβο, μήπως, ἀντί νά λάβουν συγχώρηση, καταδικασθοῦν ἀπό τό ἴδιο τους τό στόμα. Δέν ἀντιλαμβάνονται ὅτι αὐτά ὅλα εἶναι ἀνώφελα καμώματα, μέ τά ὁποῖα μάταια προσπαθοῦν νά κρυφθοῦν ἀπό τά μάτια τοῦ Μεγάλου Κριτῆ. Γιατί ᾿Εκεῖνος ὁ ῎Ιδιος θέλησε ἐκ τῶν προτέρων νά ἀποκαλύψει τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά κρίνει τούς ἀνθρώπους. ᾿Επειδή δέν θέλει νά Τόν θεωρήσουμε αὐστηρό καί ἀδιάλλακτο, γι᾿ αὐτό μᾶς φανέρωσε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά μᾶς κρίνει. ῞Ωστε κι ἐμεῖς νά κρίνουμε τούς ἀδελφούς μας, ἄν κάπου μᾶς ἀδίκησαν, ὅπως θά ἐπιθυμούσαμε νά κριθοῦμε κι ἐμεῖς ἀπό τόν Θεόν. «Στήν τελική κρίση δέν θά ὑπάρχει ἔλεος γι᾿ αὐτόν πού δέν ἔδειξε ἔλεος» (᾿Ιακ. 2, 13).
Κεφάλαιο 23· «Μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν».
῾Η ἑπόμενη αἴτηση «μή μᾶς ἀφήσεις νά
πέσουμε σέ πειρασμό», (Ματθ. 6, 13), φέρνει στήν ἐπιφάνεια ἕνα δύσκολο
πρόβλημα. ῎Αν παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μήν ἐπιτρέψει νά «πειρασθοῦμε»,
τότε τί θά ἔχουμε νά Τοῦ ποῦμε γιά τήν ὑπομονή καί γιά τή σταθερότητα
πού ἔχουμε ἐπιδείξει στή ζωή μας; Γιατί ὁ σοφός Σειράχ λέει· «Αὐτός πού
δέν δοκιμάσθηκε, λίγα γνωρίζει» (Σοφ. Σειρ. 34, 10). Κι ὁ ἅγιος ᾿Ιάκωβος
ὁ ᾿Αδελφόθεος ἐπίσης λέει· «Μακάριος αὐτός πού ὑπομένει τόν πειρασμό»
(᾿Ιακ. 1, 12). Δέν ἔχει ὅμως αὐτό τό νόημα ἡ φράση, «μή μᾶς ἀφήσεις νά
πέσουμε σέ πειρασμό» (Ματθ. 6, 13). Δέν σημαίνει δηλαδή, μήν ἐπιτρέψεις
ποτέ νά πειρασθοῦμε, ἀλλά σημαίνει, μήν ἐπιτρέψεις, ὅταν ἔρθει ὁ
πειρασμός, νά νικηθοῦμε ἀπ᾿ αὐτόν. ῾Ο ᾿Ιώβ δέχθηκε πειρασμό, ἀλλά δέν
ὑπέκυψε σ᾿ αὐτόν. Γιατί δέν κατηγόρησε, γιά τό κακό πού τόν βρῆκε, τήν
Πανσοφία τοῦ Θεοῦ, οὔτε πῆρε τήν κατεύθυνση τῆς ἀσέβειας καί τῆς
βλασφημίας πρός τήν ὁποία ἤθελε νά τόν παρασύρει ὁ Πονηρός. ῾Ο ᾿Αβραάμ
ὑπέστη πειρασμό κι ὁ ᾿Ιωσήφ ἐπίσης. ᾿Αλλά οὔτε ὁ ἕνας οὔτε ὁ ἄλλος
ὑπέκυψαν σ᾿ αὐτόν. Κανένας τους δέν συγκατατέθηκε στόν πειρασμό.
Στή συνέχεια, ἡ τελευταία αἴτηση, «ἀλλά σῶσε μας ἀπό τόν πονηρό» (Ματθ. 6, 13), σημαίνει· «Κύριε, ὅταν ἔλθει ὁ πειρασμός, δῶσε μαζί μ᾿ αὐτόν τή διέξοδο καί τή δύναμη, ὥστε νά μπορέσουμε νά τόν ἀντέξουμε» (Α´ Κορ. 10, 13).
Στή συνέχεια, ἡ τελευταία αἴτηση, «ἀλλά σῶσε μας ἀπό τόν πονηρό» (Ματθ. 6, 13), σημαίνει· «Κύριε, ὅταν ἔλθει ὁ πειρασμός, δῶσε μαζί μ᾿ αὐτόν τή διέξοδο καί τή δύναμη, ὥστε νά μπορέσουμε νά τόν ἀντέξουμε» (Α´ Κορ. 10, 13).
Κεφάλαιο
24· Κατά πόσον πρέπει νά ζητᾶμε μέ τήν προσευχή μας ἄλλα πράγματα,
ἐκτός ἀπό αὐτά τά αἰτήματα πού περιέχει ἡ Κυριακή προσευχή.
Αὐτός λοιπόν εἶναι ὁ σύντομος τύπος
προσευχῆς πού ὁ ῎Ιδιος ὁ Κριτής μᾶς ἔδωσε γιά νά ἑλκύσουμε τό ἔλεός Του.
Δέν Τοῦ ζητᾶμε πλούτη καί τιμές. Δέν Τόν παρακαλοῦμε νά μᾶς δώσει
δύναμη καί ἐξουσία. Δέν Τοῦ κάνουμε καμία νύξη γιά τήν ὑγεία ἤ γιά τά
ἀγαθά τῆς πρόσκαιρης ζωῆς. Αὐτός ὁ ῾Οποῖος δημιούργησε τήν αἰωνιότητα,
δέν θέλει νά τόν ἐπικαλούμαστε γιά τίποτα φθαρτό, καί φαῦλο ἤ γιά κάτι
πρόσκαιρο. Θά ἦταν σοβαρή βλασφημία πρός τό ἔλεος καί τήν εὐσπλαχνία
Του, τό νά ἀφήναμε αὐτές τίς ἱκεσίες, ὅπου ὅλα μιλοῦν γιά τήν
αἰωνιότητα, καί νά ἀρχίζαμε νά Τοῦ ζητᾶμε κάτι προσωρινό καί φθαρτό. Μιά
τέτοια χυδαιότητα τῆς ψυχῆς μέσα στήν προσευχή, θά ἀπωθοῦσε μᾶλλον παρά
θά ἕλκυε τή Χάρη Του.
Κεφάλαιο 25· Γιά τά χαρακτηριστικά τῆς Κυριακῆς προσευχῆς
πού εἶναι ἡ πιό ὑψηλή ἀπό ὅλες τίς προσευχές.
πού εἶναι ἡ πιό ὑψηλή ἀπό ὅλες τίς προσευχές.
Φαίνεται καθαρά ὅτι αὐτή ἡ προσευχή, τό
«Πάτερ ἡμῶν», περικλείει μέσα της τό πλήρωμα τῆς τελειότητας. Γιατί ὁ
῎Ιδιος ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε μέ τό «Πάτερ ἡμῶν» ταυτόχρονα καί τό
ὑπόδειγμα, ἀλλά καί τόν τύπο τῆς προσευχῆς. ᾿Εκεῖνος ἀνυψώνει ὅσους
ἀπευθύνονται σ᾿ Αὐτόν μ᾿ αὐτή τήν προσευχή σέ πολύ ὑψηλά πνευματικά
ἐπίπεδα, μέχρι καί αὐτή τήν πνευματική κατάσταση, γιά τήν ὁποία μιλήσαμε
προηγουμένως. Τούς ὁδηγεῖ δηλαδή, σ᾿ αὐτή τήν πύρινη προσευχή, τήν
ὁποία ἐλάχιστοι γνωρίζουν ἀπό προσωπική τους ἐμπειρία καί ἡ ὁποία εἶναι
ἀδύνατον νά περιγραφεῖ μέ λόγια. Αὐτή ξεπερνάει κάθε ἀνθρώπινο
συναίσθημα. ῞Οταν λειτουργεῖται αὐτή ἡ προσευχή, τότε οὔτε ἦχοι
ἀκούγονται, οὔτε καμιά κίνηση τῆς γλώσσας γίνεται, οὔτε ἀρθρώνεται
κανένας λόγος. ῾Η ψυχή, πλημμυρισμένη ἀπό ἐξαίσιο φῶς, δέν χρησιμοποιεῖ
πιά τήν ἀνθρώπινη γλώσσα, ἡ ὁποία εἶναι τελείως ἀνίκανη νά ἐκφράσει
ἐκεῖνο πού αὐτή ζεῖ ἐκείνη τήν στιγμή. ᾿Αλλά μέσα της ἀνεβαίνουν σάν
κύμα καί τή γεμίζουν ὅλες μαζί οἱ ἱερές καταστάσεις ἀγάπης καί στοργῆς.
Εἶναι σάν μιά πλούσια πηγή, ἀπ᾿ ὅπου ἡ προσευχή ἀναβλύζει ἀνεμπόδιστα
καί ἐκχύνεται πρός τόν Θεό μ᾿ ἕνα τρόπο ἀπερίγραπτο. Λέει κανείς τόσα
πολλά πράγματα σ᾿ αὐτή τήν τόσο σύντομη στιγμή, πού δέν θά μποροῦσε, ὄχι
μόνο νά τά ἐκφράσει μέ λόγια, ἀλλά οὔτε καί νά τά θυμηθεῖ, ὅταν
ἐπιστρέψει μετά στόν ἑαυτό του.
῾Ο ῎Ιδιος ὁ Κύριος μᾶς ἀποκάλυψε μέ τή δική Του προσευχή τή μορφή αὐτῆς τῆς κατάστασης, τότε πού ἀποσύρθηκε στήν ἡσυχία τοῦ ῎Ορους (Λουκ. 5, 16) καί ὅταν ἀργότερα, μέσα στή σιωπηλή προσευχή τῆς ἀγωνίας Του, «ὁ ἱδρώτας Του γινόταν σάν σταγόνες αἵματος καί ἔσταζε στή γῆ» (Λουκ. 22, 44). Μᾶς χάρισε ἔτσι ἕνα τόσο ζωντανό παράδειγμα διάπυρης ἔντασης τῆς προσευχῆς, πού ὅμοιό του δέν ὑπάρχει.(ἀπόσπασμα ἀπό το βιβλίο Ἀββᾶς Κασσιανός τ.Β΄)
῾Ο ῎Ιδιος ὁ Κύριος μᾶς ἀποκάλυψε μέ τή δική Του προσευχή τή μορφή αὐτῆς τῆς κατάστασης, τότε πού ἀποσύρθηκε στήν ἡσυχία τοῦ ῎Ορους (Λουκ. 5, 16) καί ὅταν ἀργότερα, μέσα στή σιωπηλή προσευχή τῆς ἀγωνίας Του, «ὁ ἱδρώτας Του γινόταν σάν σταγόνες αἵματος καί ἔσταζε στή γῆ» (Λουκ. 22, 44). Μᾶς χάρισε ἔτσι ἕνα τόσο ζωντανό παράδειγμα διάπυρης ἔντασης τῆς προσευχῆς, πού ὅμοιό του δέν ὑπάρχει.(ἀπόσπασμα ἀπό το βιβλίο Ἀββᾶς Κασσιανός τ.Β΄)
Ἀπό τό βιβλίο
«Πάτερ ἡμῶν, κατά τούς Πατέρες»
Ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»Ἱ.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα
http://www.imaik.gr/?p=296#more-296
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου