Τόμος γ΄
Κανένας, ἀπ᾿ ὅσους θέλουν νά κάνουν πρόοδο στή νοερά προσευχή, ἄς μήν τολμήσει νά σκεφθεῖ ἐπιπόλαια πώς ἡ προφορική προσευχή καί ἡ ψαλμωδία, πού γίνονται μέ προσοχή τοῦ νοῦ, εἶναι πνευματικές ἐργασίες μικρῆς σημασίας καί γι᾿ αὐτό ἀνάξιες σεβασμοῦ. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βέβαια, ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ προσευχή μέ τά χείλη χωρίς τήν προσοχή τοῦ νοῦ δέν ἀποδίδει καρπούς. Αὐτό, ὅμως, δέν σημαίνει ὅτι ἀπορρίπτουν ἤ ὑποτιμοῦν τήν προσευχή πού γίνεται μέ τά χείλη, εἴτε προφορικά εἴτε μελωδικά. Κάθε ἄλλο! Τό μόνο πού ἀπαιτοῦν εἶναι ἡ ἕνωσή της μέ τήν προσοχή.
Ἡ προσεκτική προσευχή μέ τά χείλη εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ αἰτία τῆς νοερᾶς. εἶναι συνάμα καί προσευχή νοερά. Ἄν μάθουμε νά προσευχόμαστε προφορικά καί μελωδικά μέ προσεκτικό τόν νοῦ, τότε εὔκολα θά μάθουμε νά προσευχόμαστε καί μέ τόν νοῦ μόνο, στήν ἡσυχία τοῦ κελιοῦ.
Τήν προσευχή μέ τά χείλη μᾶς τή συστήνει ἡ Ἁγία Γραφή. Παραδείγματα τόσο τῆς προφορικῆς προσευχῆς ὅσο καί τῆς ψαλμωδίας μᾶς παρέδωσαν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι:
Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος γράφει ὅτι στό τέλος τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ὁ Ἰησοῦς καί οἱ μαθητές Του, «ἀφοῦ ἔψαλαν, βγῆκαν γιά νά πᾶνε στό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν»1. Πρίν ἀναστήσει τόν φίλο Του Λάζαρο, πού βρισκόταν τέσσερις μέρες νεκρός στό μνῆμα, ὁ Κύριος προσευχήθηκε τόσο δυνατά, ὥστε ν᾿ ἀκούγεται ἀπ᾿ ὅλους2.
Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι Παῦλος καί Σίλας, κλεισμένοι στή φυλακή τῶν Φιλίππων, προσεύχονταν καί ἔψαλαν ὕμνους στόν Θεό μεγαλόφωνα, ἔτσι πού τούς ἄκουγαν οἱ ἄλλοι φυλακισμένοι. Καί ἦταν ἄμεση ἡ θεία ἀπόκριση στούς ὕμνους τους: «Ξαφνικά ἔγινε ἕνας σεισμός τόσο δυνατός, πού σαλεύτηκαν τά θεμέλια τῆς φυλακῆς. Ἀμέσως ἄνοιξαν ὅλες οἱ πόρτες καί τά δεσμά τῶν φυλακισμένων λύθηκαν»3.
Ἡ προσευχή τῆς Ἁγίας Ἄννης, τῆς μητέρας τοῦ προφήτη Σαμουήλ, πού ἀναφέρεται συχνά ἀπό τούς ἁγίους πατέρες ὡς ὑπόδειγμα προσευχῆς, δέν ἦταν μόνο νοερά. «Μιλοῦσε μέσα στήν καρδιά της», λέει ἡ Γραφή. «Τά χείλη της κινοῦνταν, μά ἡ φωνή της δέν ἀκουγόταν»4. Ἡ προσευχή της, ἄν καί ἦταν καρδιακή, ἦταν συνάμα καί προφορική, ὄχι ὅμως καί μεγαλόφωνη.
Ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος, πού ἀποκαλεῖ τήν προσευχή μέ τά χείλη «καρπό τῶν χειλέων», μᾶς συμβουλεύει: «Ἄς προσφέρουμε συνεχῶς στόν Θεό σάν θυσία τόν ὕμνο μας, δηλαδή τόν καρπό τῶν χειλέων μας, πού ὁμολογοῦν τό ὄνομα Του»5. «Νά λέτε στίς συνάξεις σας ψαλμούς καί ὕμνους καί πνευματικές ὠδές· νά ψάλλετε μέ τήν καρδιά σας στόν Κύριο»6.
Ὁ ἴδιος Ἀπόστολος καταδικάζει τήν ἀπροσεξία στήν προσευχή: «Ἄν ἡ σάλπιγγα δέν ἠχήσει τό γνωστό σέ ὅλους προσκλητήριο, ποιός θά ξεσηκωθεῖ γιά πόλεμο; Παρόμοια κι ἐσεῖς, ἄν δέν μιλήσετε μέ λόγια κατανοητά, πῶς θά γίνει κατανοητό αὐτό πού λέτε; Θά εἶναι σάν νά μιλᾶτε στόν ἀέρα»7. Τά Ἀποστολικά αὐτά λόγια ἀφοροῦσαν εἰδικά ἐκείνους πού εἵχαν τό ἁγιοπνευματικό χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς, ἀλλά οἱ ἅγιοι Πατέρες δίκαια τά συνδέουν καί μ᾿ ἐκείνους πού προσεύχονται χωρίς προσοχή. Γιατί ὅποιος προσεύχεται ἀπρόσεκτα καί ἑπομένως δέν κατανοεῖ ὅσα λέει, σέ τί διαφέρει ὡς πρός τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό ἀπό τόν ξένο καί ἀλλόγλωσσο8;
«Ἀπαράδεκτη εἶναι ἡ ἐπιθυμία σου νά ἀκούει ὁ Θεός», λέει ὁ ἅγιος Δημήτριος τοῦ Ροστώφ, «ὅταν ἐσύ ὁ ἴδιος δέν ἀκοῦς τόν ἑαυτό σου!»9. Καί αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει μ᾿ ὅσους προσεύχονται προφορικά δίχως προσοχή τοῦ νοῦ. Συμβαίνει πολλές φορές, ἐνῶ εἶναι σκυμμένοι πάνω ἀπό ἕνα προσευχητάρι, τόσο νά ἐνδίδει ὁ νοῦς τους στόν περισπασμό, τόσο νά ξεφεύγει ἀπό τά νοήματα τῆς προσευχῆς καί νά διασκορπίζεται στό περιβάλλον εἴτε νά αἰχμαλωτίζεται ἀπό διάφορους λογισμούς, ὥστε ξαφνικά νά σταματοῦν τήν ἀνάγνωση, ξεχνώντας τί διαβάζουν. Ἄλλες φορές, πάλι ἐνῶ ἔχουν ἀνοιχτό μπροστά τους κάποιο λειτουργικό βιβλίο, ἀρχίζουν νά λένε ἀντί γιά τή σωστή προσευχή κάποιαν ἄλλη. Καί ἄλλες φορές, τέλος, καθώς λένε μιά προσευχή, τή διακόπτουν ἀπό ἀφηρημάδα καί συνεχίζουν μέ τά λόγια ἄλλης. Πῶς, λοιπόν, νά μήν καταδικάζουν οἱ ἁγιοι Πατέρες μιά τέτοια ἀπρόσεκτη προσευχή, πού ὑποβαθμίζεται ἤ καί ἐξουδετερώνεται μέ τόν περισπασμό;
«Ἡ προσοχή καί ἡ προσευχή», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, «εἶναι δεμένες ὅπως ἡ ψυχή μέ τό σῶμα, καί ἡ μία χωρίς τήν ἄλλη δέν μπορεῖ νά σταθεῖ. Αὐτές οἱ δύο συνδέονται μεταξύ τους μέ δύο τρόπους. Πρῶτα ἡ προσοχή ἀντιστέκεται στήν ἁμαρτία, σάν ἐμπροσθοφυλακή, καί ἀκολουθεῖ ἡ προσευχή, ἡ ὁποία θανατώνει ἀμέσως καί ἀφανίζει τελειωτικά ὅλους ἐκείνους τούς αἰσχρούς λογισμούς πού ἐξουδετέρωσε προηγουμένως ἡ προσοχή· γιατί μόνη της ἡ προσευχή δέν μπορεῖ νά κάνει κάτι τέτοιο. Αὐτή ἡ δυάδα, δηλαδή ἡ προσοχή καί ἡ προσευχή, εἶναι ἡ πύλη τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου. Καί ὅταν μέ τήν προσοχή φυλᾶμε καθαρή τήν προσευχή, προοδεύουμε στήν ἀρετή, ἐνῶ ὅταν δέν προσέχουμε, μολύνοντας ἔτσι καί διαφθείροντας τήν προσευχή, αὐξανόμαστε στήν κακία»10.
Μέ τήν προσοχή ἡ ὠφέλεια ἀπό τήν προφορική προσευχή καί τήν ψαλμωδία εἶναι ἀνυπολόγιστη. Ὁ ἐργάτης τῆς ἀληθινῆς προσευχῆς ἀπό αὐτές τίς προσευχές πρέπει ν᾿ ἀρχίζει τήν πνευματική ἐργασία του. Αὐτές καί προσφέρει ἀρχικά στά παιδιά της ἡ ἁγία Ἐκκλησία.
«Ρίζα τῆς καλῆς ἀσκήσεως εἶναι ἡ ψαλμωδία», λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος11. Καί ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός σημειώνει: «Ἡ Ἐκκλησία καλλά καί θεάρεστα, βέβαια, δέχτηκε τά ἄσματα καί τά λοιπά τροπάρια γιά τήν ἀσθένεια τοῦ νοῦ μας, γιά νά ὑμνοῦμε μέ τή γλυκύτητα τῆς μελωδίας τόν Θεό ἐμεῖς πού δέν ἔχουμε γνώση, ἐπειδή δέν θέλουμε νά ἔχουμε. Ἐκεῖνοι, ὅμως, πού ἔχουν γνώση καί κατανοοῦν τά λεγόμενα, ἔρχονται σέ κατάνυξη. Καί σάν μέ σκάλα ἀνεβαίνουμε ὥς τό ἐπίπεδο τῶν καλῶν ἐννοιῶν. Καί ὅσο προοδεύουμε μέ τή συνήθεια τῶν θεάρεστων ἐννοιῶν, τόσο ὁ πόθος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἑλκύει στό νά φτάσουμε νά ἐννοοῦμε καί νά προσκυνοῦμε τόν Πατέρα πνευματικά καί ἀληθινά12, ὅπως λέει ὁ Κύριος»13.
Τά χείλη καί ἡ γλώσσα, ὅταν συχνά ἀσκοῦνται στήν προσευχή καί τήν ἀνάγνωση τοῦ θείου λόγου, ἁγιάζονται, κι ἔτσι πιά ἀποφεύγουν τήν ἀργολογία, τό γέλιο, τήν ἀστειολογία, τήν αἰσχρολογία. Θέλεις, λοιπόν, νά προοδεύσεις στή νοερά καί καρδιακή προσευχή; Ἡ προσεκτική προφορική προσευχή καί ἡ ψαλμωδία θά σέ ὁδηγήσουν σ᾿ αὐτήν. Θέλεις, ὅταν εἵσαι μόνος στό κελί, νά διώχνεις γρήγορα καί δυναμικά τούς λογισμούς πού σπέρνει μέσα σου ὁ κοινός ἐχθρός τῶν ἀνθρώπων; Διῶχνε τους μέ προσεκτική προσευχή, προφέροντας τίς λέξεις ὄχι βιαστικά ἀλλά μέ κατάνυξη. Ὅταν ἀντηχεῖ ὁ ἀέρας ἀπό τήν προσεκτική προφορική προσευχή ἤ τήν ψαλμωδία, οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ἔρχονται καί στέκονται δίπλα σ᾿ αὐτούς πού προσεύχονται ἤ ψάλλουν, δοξολογώντας μαζί τους τόν Κύριο. Αὐτό ἀξιώθηκαν νά δοῦν κάποιοι γνήσιοι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ καί ἀνάμεσά τους ὁ σύγχρονός μας μακάριος στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ14.
Πολλοί μεγάλοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι σ᾿ ὅλη τους τή ζωή προσεύχονταν μέ τά χείλη, ἔλαβαν τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ποιά ἦταν ἡ αἰτία αὐτῆς τῆς πνευματικῆς τους προκοπῆς; Τό ὅτι μέ τά χείλη καί τή φωνή τους εἵχαν ἑνωθεῖ ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά τους, ἤ μᾶλλον μ᾿ ὄλο τους τό σῶμα εἵχε ἑνωθεῖ ὅλη τους ἡ ψυχή. Πρόφεραν τίς προσευχές μ᾿ ὅλη τους τήν καρδιά, μ᾿ ὅλο τους τόν νοῦ, μ᾿ ὅλη τους τή δύναμη, μ᾿ ὅλη τους τήν ὕπαρξη!
Ἔτσι, ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Θαυμαστορείτης διάβαζε κάθε νύχτα ὅλο τό Ψαλτήρι15. Ὁ ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος ἀναφέρει κάποιον μακάριο γέροντα, πού καταγινόταν στήν προσευχητική ἀνάγνωση τῶν ψαλμῶν. Αὐτός ἔφτασε σέ τόσο ὑψηλά προσευχητικά μέτρα, ὥστε, μόλις ἔλεγε ἕνα « Δόξα...» , τόν κυρίευε μέ τέτοια δύναμη ἡ θεία παρηγοριά, πού ἔμενε ὁλόκληρες ἡμέρες σέ ἱερή ἔκσταση16. Ὁ ὅσιος Σέργιος τοῦ Ραντονέζ κάποτε, καθώς διάβαζε τόν Ἀκάθιστο Ὕμνο, δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τῆς Μητέρας τοῦ Κύρίου καί τῶν ἀποστόλων Πέτρου καί Ἰωάννη17. Γιά τόν ὅσιο Ἱλαρίωνα τοῦ Σουζντάλ λένε πώς, ὅταν διάβαζε στόν ναό τόν Ἀκάθηστο, τά λόγια ἔβγαιναν ἀπό τά χείλη του σάν φλόγες καί ἐνεργοῦσαν μέ ἀνεξήγητη δύναμη στούς συναγμένους πιστούς18.
Ἡ
προφορική προσευχή τῶν ἁγίων εἶναι
ζωογονημένη ἀπό τήν προσοχή καί τή θεία
χάρη, πού ἑνοποιεῖ τίς χωρισμένες ἀπό
τήν ἁμαρτία δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Γι᾿
αὐτό καί ἀποπνέει τέτοια ὑπερφυσική
δύναμη, γι᾿ αὐτό καί ἔχει τέτοια
θαυμαστή ἐπίδραση στούς ἀνθρώπους. Οἱ
ἅγιοι ψάλλουν στόν Θεό «ἐν
ἐξομολογήσει καρδίας»19.
Οἱ ἅγιοι ὑμνοῦν τόν Θεό «ἀπερισπάστως»20.
Οἱ ἅγιοι δοξολογοῦν τόν Θεό συνετά21.
Πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι στούς πρώτους αἰῶνες τοῦ μοναχισμοῦ οἱ ὅσιοι μοναχοί καί ὅλοι ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν νά προοδεύσουν στήν προσευχή δέν ἀσχολοῦνταν καθόλου ἤ ἀσχολοῦνταν ἐλάχιστα μέ τήν ὑμνωδία. Ὅσο γιά τήν ψαλμωδία, γιά τήν ὁποία γίνεται συχνά λόγος στούς βίους καί τά συγγράμματα τῶν ἁγίων, αὐτή δέν ἦταν παρά ἡ ἀργή καί μελωδική ἀνάγνωση τῶν ψαλμῶν ἤ ἄλλων προσευχῶν. Ὁ ἀργός ρυθμός τῆς ἀναγνώσεως συντελοῦσε στή διατήρηση τῆς προσοχῆς τοῦ νοῦ καί στήν ἀποφυγή τοῦ περισπασμοῦ. Ψαλμωδία ὀνομάστηκε ἡ τέτοιας λογῆς ἀνάγνωση λόγω τῆς ρυθμικότητας καί τῆς ὁμοιότητάς της μέ τήν ὑμνωδία.
Συχνά οἱ παλαιοί μοναχοί ἐκτελοῦσαν τήν ψαλμωδία δίχως βιβλία, καθώς συνήθηζαν νά μαθαίνουν τό Ψαλτήρι ἀπ᾿ ἔξω. Ἔτσι, ἀπαγγέλλοντας τούς ψαλμούς, διατηροῦσαν πιό εὔκολα τήν προσοχή τους. Στήν περίπτωση αὐτή, βέβαια, δέν διάβαζαν, ἀφοῦ δέν χρησιμοποιοῦσαν βιβλίο, ἀλλά κυριολεκτικά ψαλμωδοῦσαν. Καί μποροῦσαν νά τό κάνουν μέσα σ᾿ ἕνα σκοτεινό κελί, μέ κλειστά τά μάτια, προφυλαγμένοι ἀπό τόν περισπασμό. Γιατί σ᾿ ἕναν χῶρο φωτεινό, πού εἶναι ἀπαραίτητος γιά τήν ἀνάγνωση, καί μιά ματιά μονάχα στό βιβλίο ἀποσπᾶ τόν νοῦ ἀπό τήν καρδιά καί τόν διασκορπίζει στό περιβάλλον. Ἔτσι, λοιπόν, «ἄλλοι ἀσχολοῦνται μέ τήν ψαλμωδία», ὅπως λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, ἡ ὁποία «προξενεῖ γλυκύτητα στή γλώσσα»22. «Ἄλλοι, πάλι, δέν ψάλλουν διόλου. Καλά κάνουν, ἄν εἶναι προοδευμένοι στήν ἀρετή. Αὐτοί δέν χρειάζεται νά λένε ψαλμούς, ἀλλά νά ἔχουν σιωπή καί ἀδιάλειπτη προσευχή»23.
Ἀνάγνωση ὀνομάζουν οἱ Πατέρες κατεξοχήν τό διάβασμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν ἁγιοπατερικῶν συγγραμμάτων. Προσευχή, πάλι, ὀνομάζουν κατεξοχήν τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ καί ἄλλες ὅμοιες σύντομες προσευχές, ὅπως αὐτή τοῦ τελώνη24. Οἱ προσευχές αὐτές ἀντικαθιστοῦν μέ τό παραπάνω τήν ψαλμωδία στούς προοδευμένους μοναχούς. Στούς ἀρχάριους, ὡστόσο, δέν εἶναι προσιτές ὡς ἀνώτερες. Ἔχοντας ἀκόμα νοῦ ψυχικό25, οἱ ἀρχάριοι δέν μποροῦν ὄχι μόνο νά τίς οἰκειωθοῦν, μά οὔτε καί τήν πνευματική τους ἀξία νά ἀντιληφθοῦν. Τούς τή φανερώνει μέ τόν καιρό ἡ μακάρια ἀσκητική πείρα.
Ἀδελφοί! Ἄς εἴμαστε προσεκτικοί στίς προφορικές καί μελωδικές προσευχές μας τόσο στίς ἱερές ἀκολουθίες, πού τελοῦνται στόν ναό, ὅσο καί στή μόνωση τοῦ κελιοῦ μας. Ἄς μήν κάνουμε ἄκαρπους τούς ἀσκητικούς μας κόπους καί ἀνώφελη τή μοναχική μας ζωή μέ τήν ἀπροσεξία καί τήν ἀμέλεια στό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ὀλέθρια εἶναι ἡ ἀμέλεια στήν προσευχή: «Καταραμένος εἶναι ἐκεῖνος πού ἐργάζεται μέ ἀμέλεια τό ἔργο τοῦ Κυρίου», λέει ὁ προφήτης26. Ὅπως φαίνεται, ἡ ἐνέργεια αὐτῆς τῆς κατάρας συνίσταται στήν τέλεια ἀκαρπία καί στήν πνευματική στασιμότητα ἤ καί ὀπισθοδρόμηση τοῦ μοναχοῦ, ὅσο μακρόχρονη κι ἄν εἶναι ἡ παραμονή του στόν μοναχισμό.
Ἄς
θέσουμε τήν προσεκτική προφορική
προσευχή καί τήν προσεκτική ψαλμωδία
ὡς βάση τοῦ προσευχητικοῦ μας ἀγώνα.
Αὐτές ἀποτελοῦν τίς κυριότερες καί
οὐσιαστικότερες πνευματικές ἐργασίες
ἀνάμεσα σ᾿ ὅλες τίς μοναχικές ἀσκήσεις.
Ἐξαιτίας αὐτῶν ὁ πολυέλεος Κύριος,
στόν κατάλληλο καιρό, θά χαρίσει στόν
ἐπιμελή, ὑπομονετικό καί ταπεινό
ἀγωνιστή τήν εὐλογημένη νοερά καί
καρδιακή προσευχή. Ἀμήν.
Τέλος
καί τῷ Θεῷ δόξα!
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ
1Ματθ. 26:30.
2Βλ. Ἰω. 11:41-42.
3Πράξ. 16:26.
4Α΄ Βασ. 1:13.
5Ἐβρ. 13:15.
6Ἐφ. 5:19.
7Α΄ Κορ. 14:8-9.
8Πρβλ. Α΄ Κορ.14:10-11.
9Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ, Ὁ ἐσωτερικός ἄνθρωπος, κεφ. 3.
10Περί τῶν τριῶν τρόπων τῆς προσευχῆς λόγος (εἰσαγ.)
11Λόγοι Ἀσκητικοί, ΛΔ΄, 2.
12Βλ. Ἰω. 4:24.
13Ὁσίου Πέτρου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Βιβλίον Α΄ Περί τῆς τρίτης θεωρίας.
14Σ.τ.Μ.: Βλ. Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἔκδ. Ἰερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 2οο7, σελ. 51.
15Βλ. Συναξάρι ὁσίου Συμεών τοῦ Θαυμαστορείτου, 24 Μαΐου.
16Πρβλ. Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, ὅ.π., Γ΄, 7-8.
17Βλ. Συναξάρι ὁσίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ, 25 Σεπτεμβρίου
18Βλ. χειρόγραφο βίο τοῦ ὁσίου Ἱλαρίωνος τοῦ Σουζντάλ. (Σ.τ.Μ.: Ὁ ὅσιος Ἱλαρίων [1631-14 Δεκ. 1707 ἤ 1708], ἄν καί τιμᾶται ὡς ἅγιος, δέν ἀναγράφεται στό ρωσικό ἑορτολόγιο. Ἵδρυσε τή Μονή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στό Φρολίσι. Ἀναδείχθηκε σέ μητροπολίτη Σουζντάλ. Τό τίμιο λείψανο του βρίσκεται στό Καθολικό τῆς Μονῆς τοῦ Σωτῆρος στό Σουζντάλ).
19Βλ. στό Μέγα Ὡρολόγιον, στήν Προοιμιακή Προσευχή τῆς ὅλης Ἡμερονυκτίου Ἀκολουθίας, τήν εὐχή «Ἐκ τοῦ ὕπνου ἐξανιστάμενος...».
20Βλ. ὅ.π., στήν Ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ, τήν εὐχή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, Σέ εὐλογοῦμεν ὕψιστε, Θεέ καί Κύριε τοῦ ἐλέου...».
21Βλ. Ψαλμ. 46:8.
22Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, Περί τῶν τριῶν τρόπων τῆς προσευχῆς λόγος.
23Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, Περί ἡσυχίας καί περί τῶν δύο τρόπων τῆς προσευχῆς ἐν κεφαλαίοις ΙΕ΄, η΄.
24Βλ. Λουκ. 18:13.
25Σ.τ.Μ.: Βλ. Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντανίνωφ, Ἔργα 1 -Ἀσκητικές ἐμπειρίες Α΄, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 2009, σελ. 324, σημ. 53.
26Ἱερ. 31:10.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου