Πειραιεύς
4 Μαρτίου 2014
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν
Ὁ
Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ ἀπέστειλε τήν κάτωθι Ποιμαντορική Ἐγκύκλιο
πρός τόν εὐαγῆ κλῆρο καί τόν φιλόχριστο λαό τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς γιά νά ἀναγνωσθῆ
τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.
ΕΚ
ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ κ.κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ
ΕΠΙ ΤΗι ΚΥΡΙΑΚΗι ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2014
Τέκνα
μου ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Σήμερα,
Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἑορτάζουμε ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τήν ταυτότητά
μας, τό εἶναι μας, τήν ὀντολογία μας, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν Ὀρθόδοξη
πίστη. Χαίρετε καί ἀγαλλιάσθε, διότι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός ἐπεδαψίλευσε τήν Χάριν
Του πρός ἐμᾶς καί μᾶς χάρισε τήν μεγίστη εὐλογία καί τιμή, μᾶς κατοχύρωσε μέ τό
μέγιστο ἐχέγγυο, προνόμιο καί πλεονέκτημα νά εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, νά πιστεύουμε Ὀρθόδοξα
καί νά ἀνήκουμε στήν μοναδική κιβωτό σωτηρίας, τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία! Γι’αὐτό καί χρεωστικῶς ὀφείλουμε νά προσφέρουμε νυχθημερόν ἀδιάλειπτες
εὐχαριστίες πρός τόν ἐν Τριάδι δοξαζόμενον Θεόν γι΄αὐτή τή μεγίστη δωρεά Του
πρός ἐμᾶς τούς ἀναξίους καί ἀχρείους δούλους Του.
Ἡ
Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, πού εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, εἶναι
ἡ μοναδική, ἀνεπανάληπτη καί ἱστορική Ἐκκλησία, εἶναι καθαρή, ἁγνή και ἄμωμος,
καί προσεύχεται γιά τήν ἑνότητα τοῦ σύμπαντος κόσμου, θέλοντας νά καταλήξει ἡ
σύμπασα κτίση καί δημιουργία μέσα στήν Ἁγία Τριάδα.
Βέβαια,
ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν εἶναι κατά κύριο
λόγο θρησκεία, ἀλλά ἀποκάλυψη.
Οὔτε εἶναι χριστιανική αἵρεση. Θρησκεία εἶναι μία ἀνθρωποκεντρική προσπάθεια ἐξευμενίσεως τοῦ Θεοῦ ἤ τῶν ὁποιωνδήποτε θεῶν, γιά νά νοιώθει ὁ ἑκάστοτε ἄνθρωπος ἀσφάλεια καί ψυχολογική εἰρήνη καί γιά νά ἑρμηνεύσει τελικά τόν θάνατο. Θρησκεία, ἐπίσης, εἶναι ἀνθρωποπαθῶς ἡ ἱκανοποίηση τῆς θείας δικαιοσύνης τοῦ προσβληθέντος ἐγωισμοῦ τοῦ Θεοῦ. Θρησκεία εἶναι τό φαινόμενο τῆς κινήσεως τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Θεῖο. Ὁ ἄνθρωπος ἀναζητᾶ τόν Θεό. «Ἡ Ἐκκλησία, ὅμως, δέν προτάσσει τήν κίνηση τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό, ἀλλά τήν κίνηση τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Δέν οἰκοδομεῖται μέ τή θρησκευτική ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μέ τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, πού προσκαλεῖ τόν ἄνθρωπο σέ ἀνάλογη τοποθέτηση ἀπέναντί του. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανισμός εἶναι ἀποκάλυψη καί ὄχι θρησκεία. Ἀλλά, ἤδη, μέ τήν τοποθέτηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ παρουσιάζεται καί τό φαινόμενο τῆς θρησκείας. Τό χαρακτηριστικό, ὅμως, στήν περίπτωση αὐτή εἶναι ὅτι ἡ θρησκεία προβάλλει ὡς δευτερογενές φαινόμενο. Δέν εἶναι, πλέον, ἡ κίνηση γιά τήν εὕρεση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἡ προσπάθεια γιά τήν βίωση τῆς ἀποκαλύψεώς του»[1]. Ἄρα, ἡ Ὀρθοδοξία κατά πρῶτο λόγο, κατ’ ἀκρίβειαν εἶναι ἀποκάλυψη, δέν εἶναι θρησκεία. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τῆς μοναδικῆς, προσωποποιημένης, τελείας, σωτηριώδους καί θεϊκῆς ἀληθείας ἐν τῶ θεανδρικῶ προσώπω τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεανθρώπου Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀποκαλύπτεται ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός μέσω τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἀποσαφηνίζοντας ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τήν ἔννοια τοῦ ὄρου «θρησκεία» σημειώνει ὅτι τό ὄνομα τῆς θρησκείας ἔλαβε τήν ἀρχή του ἀπό τούς Θράκες, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδή εἶχαν βαθύτερο σέβας καί περισσότερη δεισιδαιμονία στούς δαίμονες καί τά εἴδωλά τους, ἔδωσαν ἀφορμή καί στούς ἄλλους Ἕλληνες (εἰδωλολάτρες) νά ὀνομάζουν θρησκεία τό σέβας πρός τά εἴδωλα, καθώς μαρτυρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στόν λόγο του στά Φῶτα, λέγοντας˙ «οὐ Θρακῶν ὄργια ταῦτα, παρ’ὧν καί τό θρησκεύειν ὡς λόγος». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὁρίζει τήν θρησκεία ὡς ἑξῆς˙ «θρησκείαν οἶδα καί τό δαιμόνων σέβας, ἡ δ’εὐσέβεια προσκύνησις Τριάδος». Ἀπό αὐτά τά λόγια, συνεχίζει ὁ ἅγιος Νικόδημος, συμπεραίνουμε ὅτι δέν κυριολεκτοῦν ὅσοι μεταχειρίζονται τό ὄνομα τῆς θρησκείας γιά τήν ἁγιώτατη εὐσέβεια καί πίστη μας, ἐπειδή αὐτό δόθηκε ἀπό τούς Ἕλληνες (εἰδωλολάτρες) κατά κάποιο κυριώτερο τρόπο στούς μιαρούς δαίμονες καί δέν πρέπει νά εἰσάγεται στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Συνιστᾶ, τέλος, ὁ Ὅσιος καί συμβουλεύει ἀντί τοῦ ὀνόματος τῆς θρησκείας, νά εἶναι σέ χρήση τό ὄνομα τῆς πίστεως ἤ τῆς εὐσεβείας ἤ τῆς Ὀρθοδοξίας ἤ τῆς θεοσεβείας[2].
Οὔτε εἶναι χριστιανική αἵρεση. Θρησκεία εἶναι μία ἀνθρωποκεντρική προσπάθεια ἐξευμενίσεως τοῦ Θεοῦ ἤ τῶν ὁποιωνδήποτε θεῶν, γιά νά νοιώθει ὁ ἑκάστοτε ἄνθρωπος ἀσφάλεια καί ψυχολογική εἰρήνη καί γιά νά ἑρμηνεύσει τελικά τόν θάνατο. Θρησκεία, ἐπίσης, εἶναι ἀνθρωποπαθῶς ἡ ἱκανοποίηση τῆς θείας δικαιοσύνης τοῦ προσβληθέντος ἐγωισμοῦ τοῦ Θεοῦ. Θρησκεία εἶναι τό φαινόμενο τῆς κινήσεως τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Θεῖο. Ὁ ἄνθρωπος ἀναζητᾶ τόν Θεό. «Ἡ Ἐκκλησία, ὅμως, δέν προτάσσει τήν κίνηση τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό, ἀλλά τήν κίνηση τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Δέν οἰκοδομεῖται μέ τή θρησκευτική ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μέ τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, πού προσκαλεῖ τόν ἄνθρωπο σέ ἀνάλογη τοποθέτηση ἀπέναντί του. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανισμός εἶναι ἀποκάλυψη καί ὄχι θρησκεία. Ἀλλά, ἤδη, μέ τήν τοποθέτηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ παρουσιάζεται καί τό φαινόμενο τῆς θρησκείας. Τό χαρακτηριστικό, ὅμως, στήν περίπτωση αὐτή εἶναι ὅτι ἡ θρησκεία προβάλλει ὡς δευτερογενές φαινόμενο. Δέν εἶναι, πλέον, ἡ κίνηση γιά τήν εὕρεση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἡ προσπάθεια γιά τήν βίωση τῆς ἀποκαλύψεώς του»[1]. Ἄρα, ἡ Ὀρθοδοξία κατά πρῶτο λόγο, κατ’ ἀκρίβειαν εἶναι ἀποκάλυψη, δέν εἶναι θρησκεία. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τῆς μοναδικῆς, προσωποποιημένης, τελείας, σωτηριώδους καί θεϊκῆς ἀληθείας ἐν τῶ θεανδρικῶ προσώπω τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεανθρώπου Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀποκαλύπτεται ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός μέσω τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἀποσαφηνίζοντας ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τήν ἔννοια τοῦ ὄρου «θρησκεία» σημειώνει ὅτι τό ὄνομα τῆς θρησκείας ἔλαβε τήν ἀρχή του ἀπό τούς Θράκες, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδή εἶχαν βαθύτερο σέβας καί περισσότερη δεισιδαιμονία στούς δαίμονες καί τά εἴδωλά τους, ἔδωσαν ἀφορμή καί στούς ἄλλους Ἕλληνες (εἰδωλολάτρες) νά ὀνομάζουν θρησκεία τό σέβας πρός τά εἴδωλα, καθώς μαρτυρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στόν λόγο του στά Φῶτα, λέγοντας˙ «οὐ Θρακῶν ὄργια ταῦτα, παρ’ὧν καί τό θρησκεύειν ὡς λόγος». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὁρίζει τήν θρησκεία ὡς ἑξῆς˙ «θρησκείαν οἶδα καί τό δαιμόνων σέβας, ἡ δ’εὐσέβεια προσκύνησις Τριάδος». Ἀπό αὐτά τά λόγια, συνεχίζει ὁ ἅγιος Νικόδημος, συμπεραίνουμε ὅτι δέν κυριολεκτοῦν ὅσοι μεταχειρίζονται τό ὄνομα τῆς θρησκείας γιά τήν ἁγιώτατη εὐσέβεια καί πίστη μας, ἐπειδή αὐτό δόθηκε ἀπό τούς Ἕλληνες (εἰδωλολάτρες) κατά κάποιο κυριώτερο τρόπο στούς μιαρούς δαίμονες καί δέν πρέπει νά εἰσάγεται στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Συνιστᾶ, τέλος, ὁ Ὅσιος καί συμβουλεύει ἀντί τοῦ ὀνόματος τῆς θρησκείας, νά εἶναι σέ χρήση τό ὄνομα τῆς πίστεως ἤ τῆς εὐσεβείας ἤ τῆς Ὀρθοδοξίας ἤ τῆς θεοσεβείας[2].
Χριστιανική
αἵρεση εἶναι ἡ μερική ἤ καί ἡ ὁλοσχερής ἀναίρεση καί καθαίρεση τῆς ἀληθείας καί
τῆς ἀγάπης τοῦ ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ἑπομένως,
ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ὀργάνωση, οὔτε σωματεῖο, οὔτε πολιτικό κόμμα, οὔτε
φιλοσοφία, ἀλλά εἶναι τό Σῶμα τοῦ ζῶντος Χριστοῦ, θεανθρώπινος ὀργανισμός. Ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία εἶναι ὁ λυτρωτής Χριστός, ἡ Μητέρα τοῦ λυτρωτοῦ Χριστοῦ καί οἱ φίλοι
του λυτρωτοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν ἔχει καμμία σχέση μέ θρησκεῖες
καί αἱρέσεις. Εἶναι Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, Παράδεισος ἐπίγειος καί ἐπουράνιος[3].
Σέ τελική ἀνάλυση ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι Βασιλεία, γεγονός τό ὁποῖο ὁμολογοῦμε ὅλοι
οἱ Ὀρθόδοξοι μέ τήν ἐναρκτήρια φράση τῆς Θείας Λειτουργίας, δηλ. μέ τό «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ
καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»[4].
Μέ βάση, λοιπόν, τά ἀνωτέρω δέν θά πρέπει νά ὑποβιβάζεται
ἡ Ὀρθοδοξία στό ἐπίπεδο τῆς θρησκείας, διότι τότε σύρεται ἀκουσίως καί ὡς μή ὤφειλε
στό ἀτελείωτο κουβάρι τῶν διαθρησκειακῶν συναντήσεων καί διασκέψεων. Ἐφόσον, ἡ Ὀρθοδοξία
δέν εἶναι θρησκεία, δέν θά πρέπει νά ἔχει καμμία θέση ἀνάμεσα στό παναιρετικό
συνονθύλευμα τοῦ διαθρησκειακοῦ συμφυρμοῦ.
Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ἕνα
παγκόσμιο κίνημα τοῦ Διεθνοῦς Σιωνισμοῦ, τό οποῖο ἔχει ὡς μοναδικό σκοπό τήν
πολιτική καί θρησκευτική κατάκτηση τῆς Οἰκουμένης! Ὁ θρησκευτικὸς Οἰκουμενισμὸς εἶναι κίνηση γιὰ τὴν ἕνωση σέ πρώτο
στάδιο τῶν αἱρέσεων τῆς Δύσεως μέ τήν Ὀρθοδοξία, χωρίς τήν κοινή Ὀρθόδοξη πίστη
καί μέ παραμένουσες τίς μέγιστες δογματικές διαφορές, καὶ σέ δεύτερο στάδιο γιὰ
τὴν ἕνωση ὅλων τῶν θρησκειῶν σ’ ἕνα τερατῶδες κατασκεύασμα, σέ μία Πανθρησκεία. Τελικὸ, ὅμως, σκοπὸ ἔχει νὰ
ἐξαφανίσει, μέσα σ’ αὐτό τὸ χωνευτήρι, τὸν Χριστιανισμὸ καὶ ἰδίως τὴν Ὀρθοδοξία,
ποὺ κατέχει τὴν Ἀλήθεια. Σκοπεύει δὲ στὴν τελικὴ φάση τοῦ σκοτεινοῦ του σχεδίου
νὰ ἀντικαταστήσει τὴν λατρεία τοῦ ἑνός Θεοῦ, μὲ τὴν λατρεία τοῦ Σατανᾶ! Ἡ
Πανθρησκεία ἐκφράζεται μέ τά τρία γράμματα «MRA»
(Ἔμ Ἄρ Ἐι). Τό «MRA» (Ἔμ Ἄρ Ἐι) εἶναι λέξη ἀρχαίας αἰγυπτιακῆς προελεύσεως καί ἄρχισε
νά χρησιμοποιεῖται τόν 13ο π.Χ. αἰῶ., ἀπό τῆς ἐποχῆς τοῦ Φαραώ Ἀμενχοτέπ,
ὁ ὁποῖος προσπάθησε νά καταργήσει ὅλους τους αἰγυπτίους ψευδοθεούς καί τίς
μικροαιρέσεις καί νά τίς συγχωνεύσει σέ μία ἑνιαία θρησκεία μέ ἕνα Θεό[5].
Ἡ
παναίρεση τοῦ διαθρησκειακοῦ οἰκουμενισμοῦ πρεσβεύει ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι
τό ἴδιο. Δέν εἶναι μόνον ὁ Χριστιανισμός ἡ μόνη ὁδός σωτηρίας. Τήν σωτηρία
μπορεῖ κανείς νά τήν βρεῖ καί στόν Μουσουλμανισμό καί στόν Ἰουδαϊσμό καί στόν Ἰνδουϊσμό
καί στόν Βουδισμό ἀκόμη καί στήν εἰδωλολατρεία. Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι
διαφορετικοί ὁδοί σωτηρίας. Μέ τόν τρόπο αὐτόν ἐπιδιώκεται ἡ ψευδοένωση ὅλων τῶν
θρησκειῶν σέ μία πανθρησκεία. Ἡ γενική τάση εἶναι νά φανεῖ ὅτι δέν ὑπάρχουν
δογματικές διαφορές ἀνάμεσα στίς θρησκεῖες, ὅτι οἱ θρησκεῖες οὐσιαστικά εἶναι ἴδιες.
Τίς
παραπάνω πλανεμένες πανθρησκειακές θέσεις ἀσπάζεται καί τό κίνημα τῆς «Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ὑδροχόου», δηλ. τοῦ Ἀντιχρίστου, πού
προωθεῖ τήν Πανθρησκεία, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο δέν ὑπάρχει μία καί μόνη ἀλήθεια.
Λένε οἱ τῆς «Νέας Ἐποχῆς» : «Πίστευε ὅ,τι
θέλεις, ἀλλά νά μήν εἶναι μονόδρομος, μή νομίζεις δηλαδή ὅτι μόνον ἐσύ ἔχεις
τήν ἀλήθεια καί ὅτι μόνον ἡ δική σου πίστη εἶναι σωστή. Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι δρόμοι ἐξ ἴσου
σωστοί, καί ὁδηγοῦν στόν ἴδιο σκοπό, στό ἴδιοι τέρμα. Οἱ θρησκεῖες εἶναι
μορφές, ὁ Θεός εἶναι οὐσία». Αὐτό, ὅμως, εἶναι δογματικός πλουραλισμός. Οἱ
νεοεποχίτες στήν πραγματικότητα πιστεύουν καί διακηρύσσουν ὅτι οἱ Χριστιανοί, ἐφ’ὅσον
μονοπωλοῦμε τήν ἀλήθεια, εἴμαστε κατώτερα ἐξελιγμένα ὄντα. Κατά βάθος πιστεύουν
ὅτι αὐτοί βρίσκονται σέ ἀνώτερο ἐξελικτικό ἐπίπεδο, ἐπειδή εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῆς
«Νέας Ἐποχῆς», ἐνῶ ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί βρισκόμαστε σέ κατώτερο ἐπίπεδο. Ἄρα,
δέν εἴμαστε ἴσοι. Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι, θεωρούμαστε «κολλημένοι στήν παλαιά ἐποχή
τοῦ Χριστοῦ» μέ ἀποτέλεσμα νά μᾶς συκοφαντοῦν ὡς φανατικούς, μισαλλόδοξους,
ρατσιστές καί φονταμενταλιστές[6].
Ἐνῶ
οἱ ἅγιοι ἔνδοξοι Ἀπόστολοι καί Μαθητές τοῦ Κυρίου καί ὅλοι οἱ ἅγιοί μας κηρύττουν
ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ μόνη ὁδός σωτηρίας - «ἐγώ
εἰμί ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή»[7]
- ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τό μοναδικό Φῶς τοῦ κόσμου, ὅπως ψάλλουμε στή Θεία
Λειτουργία «εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν
πνεῦμα ἐπουράνιον», ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἀποκλειστική ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας,
ἡ ἴδια ἡ Ἀλήθεια, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅτι δέν ὑπάρχει μετά ἀπό τόν
Χριστό ἄλλη ἀλήθεια, τώρα στήν σύγχρονη ἐποχή ποιά εἶναι ἡ τάση, πού κυριαρχεῖ;
Τί λέει αὐτή ἡ νέα ἀπάτη τοῦ διαβόλου; Αὐτή ἡ νέα ἀπάτη τοῦ διαβόλου μέ τίς
διαθρησκειακές συναντήσεις χρησιμοποιεῖ τό ἴδιο ψεῦδος, πού χρησιμοποίησε ὁ
διάβολος στούς πρωτοπλάστους. Διέψευσε τότε ὅσα τούς εἶπε ὁ Θεός καί τούς ἔδωσε
τόν δικό του λόγο, πού δέν εἶναι λόγος σωτηρίας, ἀλλά πτώσεως καί καταστροφῆς.
Τότε ὁ διάβολος τούς εἶπε : «Μήν ἀκοῦτε
τί σᾶς λέει ὁ Θεός. Δέν λέει τήν ἀλήθεια ὁ Θεός. Δέν θά πάθετε τίποτε, ἄν φᾶτε ἀπό
τόν ἀπαγορευμένο καρπό». Τώρα μέ τίς διαθρησκειακές συναντήσεις μᾶς λέει
: «Μήν
ἀκοῦτε τί σᾶς λέει τό Εὐαγγέλιο, ὅτι μόνον ὁ Χριστός εἶναι ἡ μοναδική ὁδός
σωτηρίας. Καί οἱ ἄλλες θρησκεῖες σώζουν, γιατί κι αὐτές πιστεύουν στόν ἴδιο Θεό
καί διδάσκουν τίς ἴδιες ἠθικές ἀρχές καί ἀξίες».
Ἄν
ὅλοι οἱ ἅγιοι ἔνδοξοι μάρτυρες εἶχαν τήν
συμπεριφορά καί τή νοοτροπία τῶν σημερινῶν οἰκουμενιστῶν, σίγουρα θά ἀσπάζονταν
καί τίς ἄλλες θρησκεῖες καί θά ἦταν ταυτόχρονα καί χριστιανοί καί ἐτερόθρησκοι,
ἀφοῦ καί τά δύο θά ἦταν διαφορετικοί, ἀλλά ἔννομοι και ἔγκυροι τρόποι
προσεγγίσεως τῆς σωτηρίας. Ὁ Χριστιανισμός, ὅμως, καί ἡ ἑτεροδοξία εἶναι
πράγματα ἀσυμβίβαστα. Μέ τήν οἰκουμενιστική αὐτή νοοτροπία, οἱ ἅγιοι ἔνδοξοι
μάρτυρες δέν θά ἦταν μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, δέν θά στεφανόνωνταν ἀπό τόν Χριστό,
οὔτε θά τούς ἑορτάζαμε, οὔτε θά τούς εἴχαμε παραδείγματα πρός μίμηση. Ὅλοι οἱ ἅγιοι
ἔνδοξοι μάρτυρες καί νεομάρτυρες, ἔδωσαν τό αἷμα τους γιά τήν πίστη μας, γιά
τήν ἁγία Ὀρθοδοξία. Ὅλη αὐτή ἡ νεοταξική, ἡ νεοεποχήτικη νοοτροπία καί
δραστηριότης, ἡ ὁποία ἐπιδιώκει νά παρουσιάσει πώς δῆθεν ὅλες οἱ θρησκεῖες, ὅλες
οἱ αἱρέσεις καί ὅλες οἱ πίστεις εἶναι τό ἴδιο, ἀποτελεῖ προσβολή τοῦ Εὐαγγελίου,
ἀλλά καί βλασφημία ἐναντίον τῶν ἁγίων ἐνδόξων μαρτύρων. Ἄν ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι
τό ἴδιο, γιατί οἱ ἅγιοι μαρτύρησαν καί ἔδωσαν τό αἷμα τους; Γιά τήν ἁγία Ὀρθοδοξία
μας, γιά τήν ἁγία πίστη μας δέν μαρτύρησαν; Καί γιατί δέν ἀπέφυγαν νά λατρεύσουν
μία ὁποιαδήποτε θρησκεία;
Γίνεται,
λοιπόν, κατανοητό ὅτι ὁ διαθρησκειακός οἰκουμενισμός προσβάλλει τό θεμελιῶδες
δόγμα τῆς μοναδικῆς στόν κόσμο ἀποκαλύψεως καί σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων διά Ἰησοῦ
Χριστοῦ σέ σχέση μέ τίς θρησκεῖες τοῦ κόσμου[8],
μέ ἀποτέλεσμα αὐτός νά ἀποτελεῖ ἀναβίωση τοῦ ἀρειανισμοῦ. Οὐσιαστικά, ὁ
διαθρησκειακός οἰκουμενισμός εἶναι ἕνας νεοαρειανισμός.
Ἡ
ἄποψη, ἑπομένως, ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες ἔχουν
τόν ἴδιο Θεό καί εἶναι ἴδιες, εἶναι ὄχι μόνο ἐσφαλμένη, ἀλλά ἐπικίνδυνη,
τρομακτική, προδοτική, παγίδα θανάτου. Δέν ἔχουν οἱ θρησκεῖες τόν ἴδιο Θεό. Ἤ μᾶλλον
ὅλες οἱ θρησκεῖες ἔχουν ψεύτικους θεούς, ἀφοῦ δέν πιστεύουν στόν μόνο ἀληθινό
Θεό, στόν ἀποκαλυφθέντα Τριαδικό Θεό, στήν Ἁγία Τριάδα, στόν Πατέρα, τόν Υἱό
καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Οἱ κάποιες γενικές θρησκειολογικές ἀρχές δέν ἐξουδετερώνουν
τίς τεράστιες θεολογικές καί δογματικές διαφορές. Ποιά θρησκεία κατέχει τή
θεολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως; Ποιά θρησκεία διδάσκει Τριαδολογία,
Χριστολογία, Πνευματολογία, Ἐκκλησιολογία, Ἱερά Μυστήρια, Ἀνάσταση νεκρῶν καί Ἀνάληψη;
Ποιά θρησκεία ἔχει Ἱδρυτή καί Θεμελιωτή τόν ἀναμάρτητο Θεάνθρωπο Λυτρωτή καί
Σωτήρα τοῦ κόσμου, Σταυρωθέντα καί Ἀναστάντα καί πάλιν ἐρχόμενον κρίναι ζώντας
καί νεκρούς; Ποιά θρησκεία ἔχει τήν ἀσύγκριτη, τή μοναδική καί ἀνεπανάληπτη ἠθική
διδασκαλία τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανισμοῦ καί τή λειτουργική Παράδοση;
Ὁ διαθρησκειακός οἰκουμενισμός πρεσβεύει, ἐπίσης,
ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες διδάσκουν τήν
δικαιοσύνη καί τήν εἰρήνη. Αὐτό, ὅμως,
δέν ἰσχύει. Διότι, τό Ἰσλάμ, διδάσκει τήν βία, τόν ἱερό πόλεμο ἐναντίον τῶν ἀπίστων
μή μουσουλμάνων, τό τζιχάντ γιά τήν ἐπικράτησή του καί ἡ Ἰουδαϊκή θρησκεία ἔχει
ὡς δόγμα τό «ὀφθαλμόν ἀντί ὀφθαλμοῦ καί ὀδόντα
ἀντί ὀδόντος». Μόνο ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διδάσκει τήν ἀγάπη, τήν
συμφιλίωση, τήν συγχώρηση, τήν δικαιοσύνη, τήν εἰρήνη, τήν ταπείνωση. Αὐτά τήν
κάνουν νά ξεχωρίζει ὄχι μόνο ἀπό τίς δύο προηγούμενες θρησκεῖες, ἀλλά καί ἀπό
τήν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ. Ὁ τελευταῖος συνεκρότησε Ἱερές Ἐξετάσεις, ἔκαψε
βιβλία, συμμετεῖχε σέ βασανιστήρια, ταλαιπώρησε πληθυσμούς, πρωταγωνίστησε σέ
πολέμους καί προέβη σέ γενοκτονίες στήν Κροατία καί τή Σερβία. Μόνο ἡ Ὀρθόδοξος
Χριστιανική Ἐκκλησία δέν χρησιμοποίησε
τέτοιες μεθοδεύσεις. Ἡ συμμετοχή στίς διαθρησκειακές προκαλοῦν τόν πιστό Ὀρθόδοξο
λαό, γιατί τόν παρουσιάζουν ὡς ἔνοχο καί τήν χριστιανική διδασκαλία ὡς συνένοχο
στίς ἐγκληματικές πράξεις, οἱ ὁποῖες γίνονται εἴτε στό ὄνομα τοῦ Ἰσλάμ εἴτε
κατόπιν ἐντολῆς κέντρων, τά ὁποία ἔχουν καταστήσει καί τόν λαό τοῦ Ἰσραήλ
θύματά τους. Γιατί νά διαλέγεται ἡ Ὀρθοδοξία μαζί τους καί νά ἐκδίδει κοινές ἀνακοινώσεις
περί ψευδοειρήνης ἤ νά συμμετέχει σέ ἐκδηλώσεις γιά τίς προοπτικές του Ἰσλάμ, ὅταν
αὐτό πρωταγωνιστεῖ σέ ἐκνόμους ἐνέργειες καί μεθοδεύει τήν ἅλωση τῶν χριστιανικῶν
κρατῶν;
Ὁ
διαθρησκειακός οἰκουμενισμός προβάλλει, παραλλήλως, τήν θεωρία περί εἰρηνικῆς συνυπάρξεως τῶν θρησκειῶν. Ἡ θεωρία, ὅμως, αὐτή
εἶναι ἐσφαλμένη. Εἰρηνική συνύπαρξη τῶν θρησκειῶν σημαίνει παύση τοῦ κηρύγματος
τοῦ Εὐαγγελίου καί κατάργηση τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς τῆς μόνης ἀληθινῆς Ἐκκλησίας.
Εἰρηνική συνύπαρξη τῶν θρησκειῶν σημαίνει συνεργασία τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς
Ἐκκλησίας πρός ἀποφυγή ἰδεολογικῶν συγκρούσεων. Εἰρηνική συνύπαρξη τῶν θρησκειῶν
σημαίνει ἁρμονική συνύπαρξη τῆς ἀληθείας μέ τήν πλάνη, τήν ἀπάτη καί τό ψεῦδος˙
τοῦ φωτός μέ τό σκότος, τόν ζόφο μέ τό ἔρεβος˙ τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι τό Φῶς τό
ἀληθινό, μέ τόν Διάβολο, πού εἶναι τοῦ σκότους ὁ προστάτης. Τέτοια, ὅμως,
συνύπαρξη δέν εἶναι νοητή, ἀλλά ἑωσφορική εἰσήγηση.
Ὁ
Χριστός ἔδωσε ἐντολή νά κηρυχθεῖ στόν κόσμο ἡ Ἐκκλησία Του ὡς ἡ μόνη ἀληθινή
καί τέλεια Ἐκκλησία. Ἐπίσης, εἶπε : «Μή
νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπί τήν γῆν˙ οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλά
μάχαιραν»[9].
Μ’αὐτόν τόν λόγο ὁ Χριστός δέν τάσσεται, βέβαια, ἐναντίον τῆς εἰρήνης καί ὑπέρ
τοῦ πολέμου, ἀλλά ἐννοεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία Του θά διχάσει τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ ἄλλοι
θά πιστεύσουν καί ἄλλοι δέν θά πιστεύσουν καί οἱ ἄπιστοι θά πολεμοῦν τούς
πιστούς. Τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ἀναγκαίως ἐπιφέρει σύγκρουση μεταξύ τῶν
θρησκειῶν, τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ ἀπό τή μιά καί τῶν ψευδῶν ἀπό τήν ἄλλη. Ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος λέγει: «Εἰ δυνατόν τό ἐξ ὑμῶν μετά
πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύοντες»[10].
Γιατί λέει «εἰ δυνατόν»; Γιατί ὑπάρχουν
περιπτώσεις, κατά τίς ὁποῖες εἶναι ἀδύνατο τό εἰρηνεύειν. Τέτοια εἶναι ἡ
περίπτωση τῆς κηρύξεως τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Σέ τέτοιες
περιπτώσεις ἰσχύει αὐτό, πού εἶπε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅτι εἶναι
προτιμότερος ἀπό τήν εἰρήνη ὁ πόλεμος. Γιατί, μιά τέτοια εἰρήνη χωρίζει ἀπό τόν
Θεό. Αὐτό, πού πρέπει νά προβληθεῖ καί νά προταχθεῖ πρωτίστως στήν ἐποχή μας,
δέν εἶναι ἡ ἐπικράτηση τῆς κοσμικῆς εἰρήνης, ἀλλά ἡ μετάνοια καί ἡ παγκόσμια ἐπιστροφή
τῶν αἱρετικῶν καί τῶν ἑτεροδόξων στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πράγμα πού θά ἔχει ὡς ἀπόρροια
τήν ἐπικράτηση τῆς ἔνθεης, τῆς πνευματικῆς καί τῆς ὄντως εἰρήνης, πού δέν εἶναι
ἄλλος ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό.
Ἐπιπροσθέτως, ὁ διαθρησκειακός οἰκουμενισμός
ὑποστηρίζει τήν ἄποψη ὅτι τό Ἰσλάμ καί ὁ
Ἰουδαϊσμός εἶναι μονοθεϊστικές καί ἀποκαλυπτικές θρησκεῖες. Καί αὐτή ἡ θέση
εἶναι λανθασμένη, διότι οὔτε πιστεύουν στόν μόνο ἀληθινό Τριαδικό Θεό, οὔτε
δέχθηκαν ποτέ κάποια ἀποκάλυψη ἀπ’Αὐτόν. Ἀντιθέτως, δέχονται ἀποκάλυψη ἀπό
κάπου ἀλλοῦ, τόν διάβολο ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπό τό Κοράνιο πού ὑβρίζει τόν ἐνσαρκωθέντα
Θεόν Λόγον ὡς κτίσμα ἐπαναλαμβάνοντας τήν αἵρεσι τοῦ Ἀρείου καί ἀπό τό Ταλμούδ
καί τήν Καμπαλᾶ πού καθυβρίζουν τόν Σωτῆρα Χριστό καί ἐξυμνοῦν τόν Σατανᾶ.
Τέλος, ὁ διαθρησκειακός οἰκουμενισμός ἐπιδιώκει
τήν λεγομένη κάθαρση τῶν λειτουργικῶν
μας κειμένων, δηλ. τήν ἀπάλειψη κάθε δῆθεν προσβλητικῆς ἀναφορᾶς στίς ἄλλες
θρησκεῖες (σχ. βλ. ἐγκώμια ἐπιταφίου Μεγάλης Παρασκευῆς, ἀναθέματα, θεωρίες
περί ἀποκαταστάσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Ἑβραϊκοῦ λαοῦ). Ὅμως, ἡ ὁποιαδήποτε
ἀφαίρεση στοιχείων ἀπό τήν θεόπνευστη Ἁγία Γραφή καί τά ἱερά λειτουργικά
κείμενα, ἐν ὀνόματι τῆς διαθρησκειακῆς συγκλίσεως, εἶναι ἀπαράδεκτος καί συνιστᾶ
αἵρεση.
Ἡ υἱοθέτηση τῶν θέσεων τοῦ διαθρησκειακοῦ οἰκουμενισμοῦ ἄρχισε νά
καλλιεργεῖται καί νά διδάσκεται ἀπό τή Β'
Βατικάνειο ψευδοσύνοδο τῆς αἱρετικῆς θρησκευτικῆς παρασυναγωγῆς τοῦ Παπισμοῦ
(1962-1965)[11],
νά προωθεῖται δέ καί νά ἐφαρμόζεται ἀπό τόν πάπα Ἰωάννη Παῦλο Β', ὁ ὁποῖος
τόλμησε στήν Α' ἐν Ἀσίζη
πανθρησκειακή σύνοδο (1986), νά συγκαλέσει τήν πρώτη πανθρησκειακή συνάντηση, ὅπου
συμπροσευχήθηκαν στόν ἴδιο ψεύτικο Θεό ὅλοι οἱ ἐκεῖ συμπαραστάντες ἐτερόθρησκοι
καί ἑτερόδοξοι. Τό Βατικανό καί τόν πάπα ἀκολούθησεν στή συνέχεια τό Παγκόσμιο
Συμβούλιο τῶν λεγομένων «Ἐκκλησιῶν»[12]. Δυστυχῶς, αὐτές
τίς ἀπαράδεκτες θεωρίες τίς ὑποψυθυρίζουν, ἀκόμη καί οἰκουμενιστές ὀρθόδοξοι[13],
οἱ ὁποῖοι ὅλως ἀντικανονικῶς συμπροσεύχονται μέ τόν συρφετό τῆς ἐτεροθρησκείας
καί ἑτεροδοξίας, ἐφαρμόζοντες τίς σιωνιστικές, μασονικές καί παπικές ἀποφάσεις.
Ἀλήθεια,
πῶς μποροῦν νά συμμετέχουν σέ διαθρησκειακές συναντήσεις τύπου Ἀσίζης (2002,
2013) καί σέ ποιόν θεό συμπροσεύχονται οἱ ὀρθόδοξοι οἰκουμενιστές μέ ἐκπροσώπους
τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καί τοῦ Ἰσλαμισμοῦ, ὅταν ἀμφότεροι δέν πιστεύουν στήν Ἁγία
Τριάδα, στόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιον Πνεῦμα; Διότι, ὁ μέν κλῆρος καί ὁ
λαός τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ὁ ὁποῖος σταύρωσε τόν Χριστό καί ἀπό τόν ὁποῖο ἀφαιρέθηκε ἡ
Χάρις καί ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, διά τοῦ φρικώδους διεθνοῦς Σιωνισμοῦ[14],
μετήλλαξε τόν θεϊσμό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί τῶν Προφητῶν σέ αἴσχιστο Ἐωσφορισμό
μέ τήν διαμονική Καμπαλά καί τό χυδαῖο Ταλμούδ, ἔργα τῶν διαμονιώντων Ραββίνων
τοῦ ἐκπεσόντος Ἰουδαϊσμοῦ καί τῆς ἰδεοληψίας τους περί τῆς παγκοσμίου
κυριαρχίας καί διακυβερνήσης διά τοῦ ἀναμενομένου εἰσέτι ψευδομεσσία. Ἡ δέ
λαοπλάνος θρησκεία τοῦ Ἰσλαμισμοῦ, πρόδρομος τοῦ Ἀντιχρίστου, κατά τόν ὅσιο Ἰωάννη
τόν Δαμασκηνό[15],
ποῦ πλανᾶ τόν λαό μέ τόν ψευδοθεό Ἀλλάχ, τόν ψευδοπροφήτη του Μωάμεθ καί τό
ψευδοβιβλίο του τό Κοράνιο, πού διδάσκει τό τζιχάντ, δηλ. τόν ἱερό πόλεμο κατά
τῶν ἀπίστων μή μουσουλμάνων, στήν οὐσία εἶναι κρυπτοϊουδαϊκή αἵρεση[16],
πού ἀρνεῖται τήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, τόν Σταυρικό Του θάνατο, τόν Τίμιο Σταυρό
καί τήν Ἀνάστασή Του καί ἱστορική ἐπιβίωση τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρειανισμοῦ.
Εἶναι
τραγική ἡ διαπίστωση ὅτι ὁ διαθρησκειακός οἰκουμενισμός στίς ἡμέρες μας
βρίσκεται σ’ἕνα πρωτοφανῆ καί καινοφανῆ καλπασμό. Πρωτάκουστα, ἀσεβῆ καί φρικτά
γεγονότα εἶναι: α) ἡ προσφορά τοῦ Κορανίου ἀντί τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τοῦ Εὐαγγελίου
σέ μουσουλμάνους καί ὁ χαρακτηρισμός τοῦ Κορανίου ὡς «ἁγίου»[17],
β) τό ἄναμα τῆς ἑπτάφωτης ἑβραϊκῆς λυχνίας, καί γ) ἡ ἀναγγελία περί ἀνεγέρσεως
διαθρησκειακοῦ ναοῦ γιά Χριστιανούς, Μουσουλμάνους καί Ἑβραίους στό Βερολίνο[18].
Ἀπέναντι, λοιπόν, στήν παναίρεση τοῦ
διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ οἰκουμενισμοῦ προτάσσουμε τήν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας μας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ μοναδική ὁδός σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων εἶναι
ἡ πίστη στήν Ἁγία Τριάδα, στό ἔργο καί τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ, πού συνεχίζονται στό Σῶμα Του, τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία. Ὁ Χριστός εἶναι τό μόνο ἀληθινό Φῶς[19]˙
δέν ὑπάρχουν ἄλλα φῶτα, γιά νά μᾶς φωτίσουν, οὔτε ἄλλα ὀνόματα, πού μποροῦν νά
μᾶς σώσουν˙ «Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλω οὐδενί
σωτηρία˙ οὐδέ γάρ ὄνομα ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις,
ἐν ὦ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς»[20].
Ὅλα τά ἄλλα πιστεύματα, ὅλες οἱ θρησκεῖες, πού ἀγνοοῦν καί δέν ὁμολογοῦν
τόν Χριστό «ἐν σαρκί ἐληλυθότα»[21],
εἶναι ἀνθρώπινα κατασκευάσματα καί ἔργα τοῦ Διαβόλου[22],
δέν ὁδηγοῦν στήν ἀληθινή θεογνωσία καί στήν διά τοῦ θείου βαπτίσματος ἀναγέννηση,
ἀλλά πλανοῦν τούς ἀνθρώπους καί τούς ὁδηγοῦν στήν ἀπώλεια. Οἱ Ὀρθόδοξοι
Χριστιανοί, πιστεύοντας στήν Ἁγία Τριάδα, δέν ἔχουμε τόν ἴδιο Θεό μέ καμμία ἄλλη
θρησκεία˙ οὔτε μέ τίς λεγόμενες μονοθεϊστικές θρησκεῖες, τόν Ἰουδαϊσμό καί τόν
Μωαμεθανισμό, οἱ ὁποῖες δέν πιστεύουν στήν Ἁγία Τριάδα[23],
οὔτε μέ τήν εἰδωλολατρεία.
Ὅλα
τά παραπάνω αἰτιολογοῦν ἀπόλυτα καί σαφέστατα γιά ποιό λόγο θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος
νά εἶναι ἀποκλειστικά καί μόνο Ὀρθόδοξος Χριστιανός καί νά ἀνήκει στήν Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία, στήν ὁποία ἔχει ἐλπίδα σωτηρίας, ἀφοῦ, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Κυπριανό
Καρχηδόνος, ἐκτός Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δέν ὑπάρχει σωτηρία.
Ἄς
εὐχηθοῦμε, λοιπόν, σήμερα, Κυριακή της Ὀρθοδοξίας, ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός, μέ
τίς πρεσβεῖες πάντων τῶν ἁγίων ἐνδόξων μαρτύρων καί νεομαρτύρων, νά μᾶς ἀξιώνει
νά ὁμολογοῦμε «ἐν παντί καιρῶ καί πάση ὥρα»
τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό ὡς τόν μοναδικό καί ἀποκλειστικό Σωτήρα τοῦ κόσμου
καί τῆς ἀνθρωπότητος, μέσα στήν ἐποχή τοῦ παναιρετικοῦ διαθρησκειακοῦ οἰκουμενισμοῦ,
πού ζοῦμε, πειθόμενοι στήν προτροπή τοῦ Κυρίου μας : «πᾶς ὅστις
ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω καγῶ ἐν αὐτῶ ἔμπροσθεν τοῦ
πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»[24],
καί ἀναφωνώντας μαζί μέ τόν ὅσιο Ἰωσήφ τόν Βρυέννιο τόν ὕμνο τῆς Ὀρθοδοξίας : «Οὐκ ἀρνησόμεθά σε φίλη Ὀρθοδοξία, οὐ
ψευσόμεθά σου πατροπαράδοτον σέβας. Ἐν σοῖ ἐγεννήθημεν, ἐν σοῖ ζῶμεν καί ἐν σοῖ
κοιμηθησόμεθα. Εἰ δέ καί καλέσει καιρός, καί μυριάκις ὑπέρ σοῦ τεθνηξόμεθα». Ἀμήν!
Ἔτη πολλά καί εὔδρομος
ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή!
Μετά
πατρικῶν εὐχῶν
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+
ὁ Πειραιῶς Σεραφείμ
[1] Γ. ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗΣ, Κοινωνιολογία τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσ/κη 1999, σ. 165.
[2]
ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑρμηνεία εἰς τάς ἑπτά Καθολικάς ἐπιστολάς
τῶν Ἀποστόλων Ἰακώβου, Πέτρου, Ἰωάννου καί Ἰούδα ,ἐκδ. Ὀρθόδοξος
Κυψέλη, Θεσ/κη 1986, σσ. 72-75.
[3]
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ, Τό Σῶμα τοῦ ζῶντος Χριστοῦ˙ μία ὀρθόδοξος ἑρμηνεία
τῆς Ἐκκλησίας, μετάφραση Ι. Κ. Παπαδοπούλου, ἔκδ. Β΄, Πατριαρχικόν Ἴδρυμα
Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσ/κη 1981.
[4]
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ,
Διάταξις τῆς Θείας Λειτουργίας, PG.
63, 907.
[5]ΑΡΧΙΜ.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ὁ Οἰκουμενισμός
χωρίς μάσκα, ἐκδ. Ὀρθοδόξου Τύπου, Ἀθῆναι 1988, σσ. 23, 24, 94.
[6]
ΜΟΝΑΧΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΒΛΙΑΓΚΟΦΤΗΣ, Σύγχρονες αἱρέσεις˙
μία πραγματική ἀπειλή, ἐκδ. Παρακαταθήκη, Θεσ/κη 2004, σσ. 76, 87, 257-258
[7] Ἰω.
14, 6.
[8]
ΣΥΝΑΞΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ὁμολογία
πίστεως κατά τοῦ οἰκουμενισμοῦ, Ἰούλιος 2009, σ. 24.
[9] Ματθ.
10, 34.
[10] Ρωμ.
12, 18.
[11]
Διακήρυξη Nostra
Aetate,
Διατάγματα Β΄ Συνόδου Βατικανοῦ, τ. 7, ἔκδ. Γραφείο Καλοῦ Τύπου, Ἀθήνα, σσ. 43-44.
[12]
Γ. ΛΑΙΜΟΠΟΥΛΟΣ, «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν καί διαθρησκειακός διάλογος. Ἐνημερωτικό
σημείωμα μέ ἰδιαίτερη ἀναφορά στίς σχέσεις μέ τό Ισλάμ», ΚΑΘ’ΟΔΟΝ 3 (Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1992) 43-57.
[13]
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ.ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Διαθρησκειακές
συναντήσεις˙ προσβολή τοῦ Εὐαγγελίου καί βλασφημία τῶν ἁγίων μαρτύρων, ἐκδ.
Βρυέννιος, Θεσ/κη 2003, σσ. 26-27, 35.
[14] Ἡμετέρα
ποιμαντορική ἐγκύκλιος ἐπί τῆ Κυριακῆ τῆς Ὀρθοδοξίας 2013, ΑΡΧΙΜ.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ὁ Οἱκουμενισμός χωρίς μάσκα, ἐκδ. Ὀρθόδοξος
Τύπος, Ἀθήνα 1988, σσ. 43-45, 107-108, ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ
ΜΟΝΑΧΩΝ, Διακήρυξις διά τήν Μασονίαν, http://www.impantokratoros.gr/67D9F5DF.el.aspx.
[15]
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Περί αἱρέσεων ρα΄ 1-2, PG 94, 678-780 καί ΕΠΕ 2, ἐκδ.
Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Θεσ/κη 1991, σσ. 306-321.
[16]
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ.ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Διαθρησκειακές
συναντήσεις˙ προσβολή τοῦ Εὐαγγελίου καί βλασφημία τῶν ἁγίων μαρτύρων, ἐκδ.
Βρυέννιος, Θεσ/κη 2003, σσ. 39-51.
[17] www.patriarchate.org/multimedia/video, www.augoustinos-kantiotis.gr., entoytwnika.blogspotcom/2010/08/blog-post_9969.html,
aktines.blogspot.com/2012/04/blog-post_28html, www.amen.gr/index.php?mod=news, www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=9217, aktines.blogspotcom/2012/03/tuzlu-senad-masovic.html.
[18] Ἐφημερίδες
ΤΑ ΝΕΑ (28-12-2012) 36, ΤΟ ΒΗΜΑ (22-10-2012), http://aktines.blogspot.gr/2012/10/blog-post_1143.html,
http://aktines.blogspot.gr/2012/12/blog-post_4276.html, http://aktines.blogspot.gr/2011/10/blog-post_5254.html.
[19] Ἰω.
8,12.
[20]
Πράξ. 4,14.
[21]
Α΄ Ἰω. 4, 2-3.
[22] ΑΓΙΟΣ
ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ, Διδαχές, εἰς Ι.
ΜΕΝΟΥΝΟΣ, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχές (καί
Βιογραφία), ἐκδ. «Τήνος», Ἀθήνα, Διδαχή Α1, 37, σ. 142.
[23]
ΣΥΝΑΞΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ὁμολογία πίστεως κατά τοῦ οἰκουμενισμοῦ,
Ἰούλιος 2009, σσ. 11-12.
[24]
Ματθ. 10, 32.
http://aktines.blogspot.gr/2014/03/blog-post_1781.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου