Π. Σάββας 2011-01-13_Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι: α)Συμμετοχή στή δοξολογία ὅλης τῆς κτίσεως καί β)ὁ τρόπος ὅλης μας τῆς ζωῆς_Ἁγίου Νικοδήμου_Ἀόρατος πόλεμος_mp3
Ὁμιλία τοῦ π. Σάββα στίς 13-1-11 (Συνάξεις Κυκλαρχισσῶν στό Πνευματικό Κέντρο τοῦ Ι. Ν. Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης).
Γιά νά κατεβάσετε καί νά ἀποθηκεύσετε τήν ὁμιλία πατῆστε ἐδῶ (δεξί κλίκ, 'Ἀποθήκευση προορισμοῦ ὡς, ἄν ἔχετε Interntet Explorer ἤ Ἀποθήκευση δεσμοῦ ὡς, ἄν ἔχετε Mozilla. Στή συνέχεια δῶστε τό ὄνομα πού θέλετε καί πατῆστε ΟΚ γιά νά ἀποθηκευθεῖ ἡ ὁμιλία).
Κείμενο Στ΄ καί Ζ΄Συνάξεως.
Σύναξις Στ΄
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΞΕΙΣ
ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
ΕΤΟΣ 2010-2011
Βιβλίο πρός μελέτην: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ,
Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα, PG 150, 368-492.
ΣΥΝΑΞΙΣ ΣΤ’
ΠΟΙΕΣ ΘΕΙΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ
Στούς Ἀποστολικούς χρόνους ἡ Θ. Λειτουργία περιελάμβανε μόνο τόν ἁγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων καί τήν Θεία Κοινωνία τῶν πιστῶν. Ἡ σύντομη αὐτή τελετή περιελάμβανε ἐπίσης κήρυγμα ἀπό τόν «Προεστῶτα» καί μερικούς ὕμνους καί εὐχές κατά τήν κρίση τοῦ ἐπισκόπου. Στήν ἀρχή, τό μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας γίνονταν μετά τό Κοινό Δεῖπνο ὅλων τῶν πιστῶν, πού ἔμεινε στήν ἱστορία μέ τό ὄνομα Ἀ γ ά π η. Πολύ ἐνωρίς ὅμως, ἐνῶ ἀκόμη ζοῦσαν οἱ Ἀπόστολοι, ἐπειδή παρετηροῦντο μεγάλες ἀταξίες στήν ὥρα τῆς Ἀγάπης, χωρίστηκε τό μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας ἀπό τό κοινό δεῖπνο. Στό ἑξῆς, ἡ μέν Θ. Εὐχαριστία γίνονταν τίς πρωινές πλέον ὧρες, ἡ δέ τελετή τῆς Ἀγάπης, πού λέγονταν καί «Κυριακόν Δεῖπνον», ἔμεινε γιά τό βράδυ.
Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, καθώς οἱ πιστοί πλήθαιναν καί ἦταν σκορπισμένοι σέ διάφορα μέρη, ἄρχισαν νά διαμορφώνονται διάφοροι τύποι Λειτουργιῶν, πού εἶχαν τόν ἴδιο κεντρικό πυρήνα, τό μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας, διέφεραν ὅμως ὡς πρός τήν ἕκταση καί τήν διάταξη. Ἀπό ὅλους αὐτούς τούς τύπους τῶν Λειτουργιῶν σήμερα χρησιμοποιοῦμε μόνον τέσσαρες, πού τελοῦνται ἀπό ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες στήν μητρική γλώσσα κάθε λαοῦ. Εἶναι δέ αὐτές οἱ ἑξῆς:
Ι. Ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Αγ. Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.
Εἶναι ἡ ἀρχαιότερη ἀπό ὅλες καί γίνεται μόνο μία φορά τόν χρόνο, τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγ. Ἰακώβου (23 Ὀκτωβρίου). Περιλαμβάνει κυρίως εὐχές, πού εἶναι μεγάλες σέ ἔκταση, οἱ ὁποῖες στήν βασική τους μορφή ἀποδίδονται στόν Ἅγιο Ἰάκωβο, τόν ἀδελφό του Κυρίου, ὅπως παραδέχεται καί ὁ 32ος κανών τῆς ἐν Τρούλλῳ Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου (τό 691 μ.Χ.).
II. Ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.
Αὐτή ἡ Λειτουργία εἶναι ὁ καρπός τῆς ἐπεξεργασίας, πού ἔκανε ὁ μεγάλος Καππαδόκης Ἱεράρχης, ὅλων τῶν πρίν ἀπό αὐτόν Θείων Λειτουργιῶν. Ἔχει σπουδαῖο θεολογικό βάθος, μεγάλο βιβλικό πλοῦτο καί ἀκρίβεια στήν δογματική της διατύπωση. Ἰδιαίτερη σημασία ἔχει τό τμῆμα τῆς Ἀναφορᾶς, πού ἐκφράζει κατά τρόπο ἄριστο τό Χριστολογικό Δόγμα. Ἡ Θ. Λειτουργία τοῦ Μέγ. Βασιλείου τελεῖται 10 φορές τόν χρόνο: Τήν ἥμερα τῆς ἑορτῆς του, τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων, τήν Μεγάλη Πέμπτη, τό Μέγα Σάββατο καί τίς πέντε Κυριακές τῶν Νηστειῶν τῆς Μέγ. Τεσσαρακοστῆς.
III. Ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Αὐτή εἶναι μία συντόμευση τῆς Θ. Λειτουργίας τοῦ Μεγ. Βασιλείου, μόνο στό μέρος τῶν εὐχῶν πού λέγει ὁ ἱερέας. Τελεῖται κάθε Κυριακή ἀλλά καί κάθε μικρή καί μεγάλη ἑορτή. Μέ τήν ἑρμηνεία αὐτῆς τῆς Λειτουργίας θά ἀσχοληθοῦμε παρακάτω.
IV. Ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων.
Ἡ Λειτουργία αὐτή τελεῖται τίς καθημερινές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὅπως ἀναφέραμε στό σχετικό κεφάλαιο .
Ἡ συνέχεια ἀπό τό φυλλάδιο:
«ΘΕΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ ΖΩΗ»
τῆς ἡμερίδας τῶν κυκλαρχισσῶν,
σελ. 1 – 2(Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν ἐστιν)
Ἡ δοξολογία τῆς κτίσεως καί τοῦ ἀνθρώπου πού ἀπευθύνεται πρός τόν Θεό διά μέσου τῆς Θείας Λατρείας.
«Στό ὄρος Σινᾶ, στήν Ἁγία Κορυφή, γινόταν κάποτε, τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ ἁγίου Ἰακώβου.
Πολλοί μοναχοί εἶχαν συγκεντρωθεῖ γιά νά τιμήσουν τήν ἑορτή.
Τήν ὥρα πού ἐκφώνησε ὁ ἱερέας «τόν ἐπινίκιο ὕμνον τῆς μεγαλοπρεποῦς Σου δόξης λαμπρᾷ τῇ φωνῇ ἅδοντα, βοῶντα, δοξολογοῦντα, κεκραγότα καί λέγοντα», ἀκούστηκε μία βοή, στήν ὁποία ἀπάντησαν ὅλα τά βουνά μέ κάποιον ἦχο καί μ’ ἄλλη βοή φοβερή τό «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ…».
Ἡ βοή αὐτή καί ὁ ἦχος παρατάθηκαν γιά μισή ὥρα· δέν τ’ ἄκουσαν ὅμως ὅλοι, ἀλλά ὅσοι εἶχαν αὐτιά κατάλληλα γιά ν’ ἀκοῦνε τόν ὕμνο τῶν ἀγγέλων»[1].
Ὁ πνευματικός ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς λατρευτικῆς ζωῆς. Ἡ βίωση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ γίνεται, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων, μέ τήν Θεία Λατρεία. Ἀρχίζει ἀπό αὐτήν, τήν ἐδῶ ζωή καί συνεχίζεται στήν αἰωνιότητα.
Ἡ Θεία Λειτουργία μάλιστα, ὡς ἡ κορυφαία Λατρευτική Πράξη, εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στή γῆ. Διά τοῦτο καί ἀρχίζει μέ τό: «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Μπαίνουμε στήν Βασιλεία Του δοξάζοντάς Την (εὐλογώντας Την), δοξάζοντας τόν Βασιλέα τῶν Βασιλευόντων καί Κύριον τῶν Κυριευόντων. Ἡ εἴσοδος στήν Βασιλεία ὀφείλει νά γίνεται μέ δοξολογία. Ἡ παραμονή στήν Βασιλεία εἶναι μία συνεχής δοξολογία-λατρεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Τό Τέλος τῆς Βασιλείας εἶναι ἡ αἰώνιος καί ἀτελεύτητος ζωή καί ἀτέλεστος δοξολογία, κατά μίμησιν τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων. Αὐτή ἡ αἰώνιος Λατρεία (δοξολογία καί εὐχαριστία) ἀρχίζει ἀπό ἐδῶ, ἀπό «τόν παρόντα αἰῶνα τόν ἀπατεῶνα» μέ τήν ἔνταξή μας στήν Ἐκκλησία. Συνεχίζεται μέ τήν μυστηριακή βίωση τῆς Θείας Λειτουργίας στό Ναό τοῦ Θεοῦ καί τήν μυστική βίωση τῆς συνεχοῦς Θείας Λειτουργίας τῆς ὕπαρξής μας, ἡ ὁποία γίνεται ἐντός τῆς ψυχῆς μας καί δέν τελειώνει ποτέ. Μέ τήν Θεία Λατρεία καί μάλιστα μέ τήν Θεία Λειτουργία συνεχῶς δοξολογοῦμε τόν Πανάγιον Τριαδικό Θεό.
Ἡ Θεία Λειτουργία πού τελοῦμε μαζί μ΄ ὅλη τήν κτίση (ἁγίους, ἀγγέλους, σύμπαν) συνεχῶς ἐδῶ στήν γῆ, δέν σταματᾶ μέ τό «Δι’ εὐχῶν» τοῦ ἱερέως, ἀλλά συνεχίζεται μυστικῶς ἐντός τῶν καρδιῶν ἡμῶν. Συνεχίζεται διά μέσου τῆς βίωσης τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀνάσταστης τοῦ Χριστοῦ Μας στήν κάθε μας στιγμή ἐδῶ στήν γῆ ἀλλά καί στήν αἰωνιότητα.
«Μέ τή λατρεία τοῦ Θεοῦ», ἔλεγε ὁ π. Πορφύριος, «ζεῖς στόν Παράδεισο. Ἅμα γνωρίσεις καί ἀγαπήσεις τόν Χριστό, ζεῖς στόν Παράδεισο. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Παράδεισος. Ὁ Παράδεισος ἀρχίζει ἀπό δῶ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἐπί γῆς Παράδεισος, ὁμοιότατος μέ τόν ἐν οὐρανοῖς. Ὁ Παράδεισος, πού εἶναι στόν οὐρανό, ὁ ἴδιος εἶναι κι ἐδῶ στή γῆ. Ἐκεῖ ὅλες οἱ ψυχές εἶναι ἕνα, ὅπως ἡ Ἁγία Τριάδα εἶναι Τρία Πρόσωπα, ἀλλά εἶναι ἑνωμένα κι ἀποτελοῦν ἕνα...Ὅποιος ζεῖ τόν Χριστό, γίνεται ἕνα μαζί Του, μέ τήν Ἐκκλησία Του. Ζεῖ μιά τρέλα! Ἡ ζωή αὐτή εἶναι διαφορετική ἀπ' τή ζωή τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Εἶναι χαρά, εἶναι φῶς, εἶναι ἀγαλλίαση, εἶναι ἀνάταση. Αὐτή εἶναι ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ζωή τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν ἐστίν» (Πρβλ. Λουκ. 17, 21)»[2].
(Ἀπό τό φυλλάδιο: ΘΕΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ ΖΩΗ
ΗΜΕΡΙΔΑ ΚΥΚΛΑΡΧΙΣΣΩΝ
ΣΑΒΒΑΤΟ 2-10-2010.)
(Τέλος Στ΄Συνάξεως)
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σύναξις Ζ΄
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΞΕΙΣ
ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
ΕΤΟΣ 2010-2011
Βιβλίο πρός μελέτην: ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ,
Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα, PG 150, 368-492.
ΣΥΝΑΞΙΣ Ζ’
Τά μέρη τῆς Θείας Λειτουργίας.
Τά μέρη τῆς Θ. Λειτουργίας βασικά εἶναι τρία:
α) Ἡ Προσκομιδή ἡ Πρόθεση, ἡ ὁποία τώρα περιέχεται στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί ἔτσι ἔχει μείνει ἔξω ἀπό αὐτό πού σήμερα ὀνομάζαμε Θ. Λειτουργία.
β) Ἡ Λειτουργία τῶν Κατηχουμένων. Αὐτή ἀρχίζει μέ τό Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ...» καί τελειώνει μετά τό Εὐαγγέλιο καί τίς εὐχές τῶν Κατηχουμένων. Λέγεται Λειτουργία τῶν Κατηχουμένων, γιατί τό τμῆμα αὐτό τῆς Θ. Λειτουργίας μποροῦσαν νά τό παρακολουθοῦν οἱ Κατηχούμενοι, πού δέν ἦταν ἀκόμη βαπτισμένοι [1]. Ὅταν τό μέρος αὐτό τῆς Θ. Λειτουργίας τελείωνε, ἔφευγαν οἱ Κατηχούμενοι γιά ν ἀρχίσει ἡ Λειτουργία τῶν πιστῶν. Σήμερα βέβαια δέν ὑπάρχουν Κατηχούμενοι - καταργήθηκαν μέ τόν νηπιοβαπτισμό - καί ἔτσι οὐσιαστικά ἡ διάκριση αὐτή στήν πράξη ἔχει καταργηθεῖ.
γ) Ἡ Λειτουργία τῶν Πιστῶν. Τό τρίτο τμῆμα τῆς Θ. Λειτουργίας εἶναι βέβαια τό σημαντικότερο· εἶναι ἡ καρδιά της. Ἀρχίζει μέ τήν φράση - πού συνήθως δέν λέγεται σήμερα -«ὅσοι πιστοί ἔτι καί ἔτι ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» καί τελειώνει μέ τό «Δι’ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἠμῶν ...».
Ἡ συνέχεια ἀπό τό φυλλάδιο:
«ΘΕΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ ΖΩΗ»
τῆς ἡμερίδας τῶν κυκλαρχισσῶν,
σελ. 8(Ἡ Λατρεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἕνας τομεύς τῆς ζωῆς τοῦ πιστοῦ) - 11(τέλος)
Ἡ Λατρεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἕνας τομεύς τῆς ζωῆς τοῦ πιστοῦ ἀλλά ὁλόκληρη ἡ ζωή του, πού προσφέρεται στό Θεό (θεοκοινωνία).
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι τό κατ' ἐξοχήν ἔργο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ· τό κατ' ἐξοχήν, τό κύριο ἔργο τοῦ ἀνθρώπου. Ἀγκαλιάζει ὅλην τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου καί εἶναι ἔργο ζωῆς, ὅλης τῆς ζωῆς μας.
Ἡ λέξη Λειτουργία εἶναι σύνθετη ἀπό τίς λέξεις «λεῖτος» καί «ἔργο». Σημαίνει «δημόσιο ἔργο», διότι τό ἐπίθετο λεῖτος (ἀπό τή λέξη λεώς, λαός) σημαίνει τοῦ λαοῦ=δημόσιο. Καμιά θυσία δέν εἶναι πιό εὐάρεστη στό Θεό Πατέρα ἀπό ἐκείνη πού προσέφερε ὁ Μονογενής Του Υἱός ἑκούσια στό Γολγοθᾶ. Αὐτήν τή θυσία προσφέρουμε καί μεῖς σέ κάθε Θεία Λειτουργία. Μ' αὐτήν ἐκδηλώνουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας, τήν ἀγάπη μας στόν Κύριο, στόν ὕψιστο βαθμό. Τήν προσφέρουμε ὅλοι μαζί, ὁ λαός, ἡ Ἐκκλησία.
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι τό σπουδαιότερο ἔργο πού ἔχουμε νά κάνουμε ὡς ἄνθρωποι: ἀγάπη πρός τόν Θεό ὁδηγεῖ στήν λατρεία πρός τόν Θεό (Θεία Λειτουργία).
Ἀγαπώντας τόν Θεό, Τόν λατρεύουμε καί μετέχουμε στή Θεία Λειτουργία μέ μεγαλύτερη θέρμη. Λατρεύοντας τόν Θεό, Τόν ἀγαπᾶμε ὅλο καί περισσότερο.
Γινόμαστε διά μέσου τῆς Θείας Λειτουργίας πιό οἰκεῖοι μέ τόν Θεό[1]. «Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό», ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Στάρετς Παρθένιος, «ἀνάβει μέ τήν ἀδιάλειπτο προσευχή». Δυνατότερη προσευχή εἶναι αὐτή πού ἐπιτελεῖται στήν κοινή Λατρεία καί μάλιστα στήν Θεία Λειτουργία. Ἔκφραση δοξολογίας, εὐχαριστίας, μέγιστης ἀγάπης.
Κάθε χρονική στιγμή, κάθε συμβάν, κάθε ἐνασχόλησή μας, κάθε τι πού ἀντιλαμβανόμαστε μέ τίς αἰσθήσεις μπορεῖ νά γίνει καί πρέπει νά γίνει ὑλικό, πρώτη ὓλη, ἀφορμή γιά εὐχαριστία, Ἒτσι ἐπιτυγχάνεται τό «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε», ἡ ἀδιάλειπτη λατρεία κατά τό «πᾶσα πνοή αἰνεσάτω τόν Κύριον».
Σημειώνει ὁ Μέγας Βασίλειος : «Γιά τήν προσευχή καὶ τὴν ψαλμωδία, ὅπως καὶ γιὰ πολλὰ ἄλλα, κάθε στιγμὴ εἶναι ἡ κατάλληλη, ὥστε νὰ ὑμνοῦμε τὸν Θεὸ καὶ ὅταν ἐργαζόμαστε καθὼς κινοῦμε τὰ χέρια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ γλώσσα ὅποτε μποροῦμε, κι αὐτὸ εἶναι ἀκόμη πιὸ ἱκανὸ νὰ δυναμώσει τὴν πίστη μας. Ἂν ὅμως δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προσευχόμαστε δυνατά, τότε ἂς δοξάζουμε τὸν Θεὸ μέσα στὴ καρδιά μας, μὲ ψαλμοὺς καὶ ὕμνους καὶ ὠδὲς πνευματικές, ὅπως λέει ἡ Γραφή, ἂς κάνουμε τὴν προσευχή μας τὴν ὥρα ποὺ ἐργαζόμαστε· μποροῦμε δηλαδὴ νὰ εὐχαριστοῦμε Αὐτὸν, ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴ δύναμη τῶν χεριῶν μας στὴν ἐργασία, καὶ τὴν ἱκανότητα τοῦ νοῦ στὴν ἐπιστήμη, Αὐτὸν ποὺ μᾶς χάρισε τὸ ὑλικὸ ἀπ᾽ τὸ ὁποῖο φτιάχνουμε τὰ ἐργαλεῖα καὶ τὸ ὑλικὸ ποὺ δουλεύουμε στὶς τέχνες μας, ὅποιες κι ἂν εἶναι αὐτές· καί νὰ προσευχόμαστε τὰ ἔργα τῶν χεριῶν μας νὰ μὴν ἔχουν ἄλλο σκοπὸ παρὰ μόνο νὰ εὐχαριστηθεῖ ὁ Θεός».
Γράφει ὁ Μ. Βασίλειος πάλι: «Δέν πρέπει μέ συλλαβές νά προσευχόμαστε ἀλλά μᾶλλον μέ τήν προαίρεση τῆς ψυχῆς καί μέ ἐνάρετες πράξεις πού διαρκοῦν ὃσο ὃλη ἡ ζωή, νά συμπληρώνουμε τήν δύναμη τῆς προσευχῆς. Διότι εἲτε τρῶτε, λέγει, εἲτε πίνετε, εἲτε κάτι κάνετε, ὃλα νά τά κάνετε πρός δόξαν Θεοῦ. Ὃταν κάθεσαι στό τραπέζι νά προσεύχεσαι· ὃταν σοῦ προσφέρεται τό ψωμί, εὐχαρίστησε Αὐτόν πού στό ἒδωσε· ἐνῶ στηρίζεις τήν ἀσθένεια τοῦ σώματος μέ τό κρασί, νά θυμᾶσαι Αὐτόν πού σοῦ δίδει τό δῶρο γιά εὐφροσύνη τῆς καρδιᾶς καί παρηγοριά τῶν ἀσθενειῶν. Πέρασε ἡ ἀνάγκη τῶν φαγητῶν; Ἡ μνήμη ὃμως τοῦ εὐργέτου ἂς μήν φεύγει. Ὃταν φορᾶς τόν χιτῶνα νά εὐχαριστεῖς Αὐτόν πού τό ἒδωσε· ὃταν ντύνεσαι τό ἱμάτιο αὒξησε τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, ὁ ὁποίος καί γιά τό χειμῶνα καί γιά τό καλοκαίρι μᾶς χάρισε κατάλληλα σκεπάσματα πού μᾶς κρατᾶνε στή ζωή καί κρύβουν τήν ἀσχήμια. Τελείωσε ἡ ἡμέρα; Εὐχαρίστησε Αὐτόν πού μᾶς χάρισε τόν ἣλιο σάν ὑπηρέτη γιά τά ἒργα τῆς ἡμέρας, καί μᾶς ἒδωσε τήν φωτιά γιά νά φωτίζει τήν νύκτα καί νά ὑπηρετεῖ στίς ὑπολοιπες ἀνάγκες τῆς ζωῆς. Ἡ νύχτα ἂς προξενήσει ἂλλες ἀφορμές προσευχῆς. Ὃταν ρίξεις τό βλέμμα σου στόν οὐρανό καί ἀτενίσεις τίς ὀμορφιές τῶν ἂστρων προσευχήσου στόν Δεσπότη αὐτῶν πού εἶναι ὁρατά καί προσκύνησε τόν ἀριστοτέχνη ὃλων Θεό, ὁ Ὁποῖος ὅλα τά ἐδημιούργησε μέ σοφία. Ὃταν δεῖς ὅλη τήν φύση τῶν ζώων νά ἒχει κυριευτεῖ ἀπό τόν ὓπνο, πάλι προσκύνησε Αὐτόν πού καί ἀκούσια μέσω τοῦ ὓπνου μᾶς γλυτώνει ἀπό τούς συνεχεῖς κόπους καί ἒπειτα ἀπό μικρή ἀνάπαυση μᾶς χαρίζει ἀκμαία δύναμη» (Εἰς τήν Ἁγία Μάρτυρα Ἱουλίττα)[2]. Ἡ Θεία Λειτουργία, τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχήν θεοπαράδοτος τρόπος γιά νά ἐκφράσουμε τήν πρός τόν Θεό εὐχαριστία μας. Ὅμως ἡ εὐχαριστία δέν πρέπει νά σταματᾶ μέ τό τέλος τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Τό τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι ἡ ἀρχή μιᾶς ἄλλης Θείας Εὐχαριστίας πού ἐκπληρώνεται διά τῶν ἔργων. Ἡ ἀληθινή εὐχαριστία «διά μέσου τῶν ἔργων ἐκπληρώνεται ἀπό ἐμᾶς» διδάσκει ὁ ἱερός Χρυσόστομος[3].
Τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ εὐχαριστοῦμε πραγματικά τόν Θεό γιά ὅλα καθώς καί γιά τή Θεία Λειτουργία πού ζήσαμε. «Ἄς εὐχαριστοῦμε διότι εἴμαστε ἀπό τούς σωζομένους, καί ἐνῶ δέν μπορέσαμε νά σωθοῦμε ἀπό τά ἔργα μας, σωθήκαμε δωρεάν ἀπό τό Θεό. Τήν εὐχαριστία δέ νά μήν τήν κάνουμε μόνο μέ λόγια ἀλλά καί μέ ἔργα καί μέ πράξεις. Διότι αὐτή ἡ εὐχαριστία εἶναι ἀκριβής ὅταν κάνουμε αὐτά διά μέσου τῶν ὁποίων πρόκειται νά δοξάζεται ὁ Θεός. Διότι ἄν καί ὑβρίσαμε τόν Βασιλέα (Χριστόν) ἀντί νά δικαστοῦμε τιμηθήκαμε· ἔπειτα πάλι ὑβρίσαμε, (ὁπότε) καί πιαστήκαμε ἔτσι σέ ἔσχατη μορφή ἀχαριστίας. (Ἐφ’ ὅσον συνέβησαν ἔτσι τά πράγματα) θά ἔπρεπε δίκαια νά τιμωρηθοῦμε μέ βαρύτερη καταδίκη, πολύ μεγαλύτερη ἀπό τήν προηγούμενη. Διότι δέν μᾶς ἀπέδειξε τόσο ἀχάριστους ἡ προηγούμενη ὕβρις ὅσο αὐτή πού ἔγινε μετά τήν τιμή καί τήν πολλή περιποίηση(πού δεχθήκαμε ἀπό τόν Δεσπότη μετά τήν πρώτη ὕβρη πού Τοῦ κάναμε). Ἄς ἀποφύγουμε λοιπόν ἐκεῖνα ἀπό τά ὁποῖα ἀπαλλαχτήκαμε, καί ἄς εὐχαριστοῦμε ὄχι μόνο μέ τό στόμα... Διότι πῶς δέν εἶναι ἄτοπο ὅταν οἱ μέν οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ἐσύ δέ, διά τόν ὁποῖον ἔγιναν οἱ οὐρανοί πού δοξάζουν κάνεις τέτοια πράγματα ὥστε νά βλασφημεῖται ἐξαιτίας σου ὁ Θεός πού σέ ἔπλασε».[4]
Θά πρέπει νά προσέχουμε ὥστε ὅλη μας ἡ ζωή νά εἶναι μία συνεχής Θεία Λειτουργία (Λειτουργία μετά τήν Λειτουργία). Δέν ὑπάρχουν ὧρες τοῦ Θεοῦ καί ὧρες πού μποροῦμε νά κάνουμε καί κάτι ἄλλο πού νά μήν ἀρέσει καί τόσο στό Θεό. Κάτι πού δέν θά μπορούσαμε νά τό κάνουμε σέ ὥρα λατρείας ποτέ δέν θά ἔπρεπε νά τό κάνουμε. Ὅπως στεκόμαστε μπροστά στόν Θεό, μέ σεβασμό, εὐλάβεια, ταπείνωση, σιωπή, μετάνοια, σεμνότητα, κοσμιότητα ἔτσι θά πρέπει νά εἴμαστε σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας.
Ἡ Λατρεία πρέπει νά εἶναι ἀδιάλειπτη. «Ἐν παντί καιρῷ καί τόπῳ».
Ἡ Θεία Λειτουργία δέν πρέπει νά σταματάει μέ τό «Δι' εὐχῶν...» τοῦ λειτουργοῦ ἀλλά νά συνεχίζεται σ' ὅλη τή διάρκεια τῆς ἡμέρας, σ' ὅλη μας τή ζωή. Μέσα στό Ναό τοῦ Σύμπαντος καλούμαστε νά συνεχίζουμε τῆν αἰώνια λειτουργία μπροστά στόν Τριαδικό Θεό. Νά ζοῦμε καί νά πράττουμε ὅπως καί μέσα στό Ναό τήν ὥρα τῆς προσφορᾶς τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ θεία λατρεία πρέπει ν' ἀγκαλιάζει ὅλη τή ζωή μας. Νά εἶναι ἀδιάλειπτη ὥστε νά ἐξαγιάζει τήν κάθε στιγμή. Πρέπει νά λατρεύουμε τό Θεό μέ ὁσιότητα καί δικαιοσύνη· μέ τήν ἐξάσκηση κάθε ἀρετῆς. Γι΄ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητη ἡ βία, ἡ κακοπάθεια καί ἡ ταπεινοφροσύνη. Αὐτά μᾶς καθαρίζουν ἀπό κάθε μολυσμό σαρκός καί πνεύματος καί μᾶς καθιστοῦν ἱκανούς νά λατρεύσουμε τόν Θεό καί νά ζοῦμε τήν κάθε εὐχαριστιακή σύναξη πολύ ἔντονα. Κάθε χρονική στιγμή, κάθε συμβάν, κάθε ἐνασχόλησή μας, κάθε τι πού ἀντιλαμβανόμαστε μέ τίς αἰσθήσεις μπορεῖ νά εἶναι ἀφορμή, πρώτη ὕλη γιά λατρεία, γιά εὐχαριστία. Κάθε βῆμα καί εὐχαριστία, κάθε στιγμή ἀφορμή γιά δοξολογία καί εὐχαριστία: «ἐν παντί» εὐχαριστία. Ἡ ζωή μας γίνεται τότε αὐτό πού πρέπει νά εἶναι πάντα: μιά διαρκής εὐχαριστία, μιά συνεχιζόμενη λειτουργία, μιά διαρκής λειτουργία μετά τήν λειτουργία.[5]
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
[1] Ένῶ σ' Ἐκεῖνον δέν προσθέτει τίποτε, ἐμᾶς «οἰκειοτέρους αὐτῷ κατασκευάζει». ΕΠΕ 10, 158
[2] Homilia in martyrem Julittam 31.244.4 to Homilia in martyrem Julittam 31.244.40
[3] Ἁγ. Ἰωάν. Χρυσοστόμου: Εἰς τήν Γένεσιν, ΚΣΤ', ΕΠΕ 3, 128-130.
[4] Ἁγ. Ἰωάν. Χρυσοστόμου: Ad In epistulam ad Romanos Μ 60, 579.40
[5] Οἱ ἅγιοί μας δέν εἶχαν χρόνο γιά τίποτε ἄλλο· ὅπως καί οἱ ἅγιοι ἄγγελοι δόξαζαν καί συνεχίζουν «ἐς ἀεί» νά δοξάζουν, νά εὐλογοῦν καί νά εὐχαριστοῦν. Νά λατρεύουν τόν Τριαδικό Θεό.
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
(Ἀπό τό φυλλάδιο: ΘΕΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ ΖΩΗ
ΗΜΕΡΙΔΑ ΚΥΚΛΑΡΧΙΣΣΩΝ
ΣΑΒΒΑΤΟ 2-10-2010.)
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης.
[1] Ἡ χρονική διάρκεια πού ἔμενε κανείς στίς τάξεις τῶν Κατηχουμένων ἦταν περίπου τρία χρόνια. Ἐάν ὁ κατηχούμενος ἔδειχνε ζῆλο, προθυμία καί πρόοδο, ὁ χρόνος ἦταν δυνατό νά συντομευτεῖ. Οἱ Ἀποστολικές Διαταγές ὁρίζουν τά ἑξῆς: «Ὁ μέλλων κατηχεῖσθαι τρία ἔτη κατηχείσθω- εἰ δέ σπουδαῖος εἴη καί εὔνοιαν (= ζῆλο) ἔχειν ἐπί τό πρᾶγμα, προσδεχέσθω, ὅτι οὐχ ὁ χρόνος, ἀλλ’ ὁ τρόπος κρίνεται».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου