Ἐμπειρικὴ Δογματική, Τόμος Α’
Εἰσαγωγὴ
Εἰσαγωγὴ
Ὁ μακαριστὸς π. Ἰωάννης Ρωμανίδης,
καθηγητὴς τῆς δογματικῆς στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης, δὲν ἦταν ἕνας συνηθισμένος θεολόγος. Δὲν τὸν εἶχα
Καθηγητή, ἀφοῦ ἀνέλαβε τὴν ἕδρα τῆς δογματικῆς στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς
Θεσσαλονίκης μετὰ τὴν ἀποφοίτησή μου ἀπὸ αὐτή, ἀλλὰ τὸν γνώρισα κατ’
ἀρχὴν ἀπὸ τὰ κείμενά του, ὕστερα τὸν γνώρισα προσωπικὰ στὴν Ἀθήνα, μετὰ
τὴν συνταξιοδότησή του, καὶ εἴχαμε στενὴ ἐπικοινωνία, σχεδὸν σὲ
καθημερινὴ βάση, τότε ποὺ ζοῦσε στὴν Ἀθήνα, σὲ μιὰ «θεολογικὴ μοναξιά».
Ἀργότερα, ὅταν ἔγινα Μητροπολίτης, μοῦ ζήτησε νὰ τὸν ἐγγράψω στοὺς
ἱερατικοὺς καταλόγους τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μου, λαμβάνοντας ἀπολυτήριο
ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀμερικῆς ὅπου καὶ ἀνῆκε ὡς Κληρικός.
Ὁ κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος, ποὺ εἶχε πολυχρόνια ἐπικοινωνία μαζί του καὶ ὡς Δικηγόρος του, καὶ στὸ γραφεῖο τοῦ ὁποίου ὁ π. Ἰωάννης παρέδιδε μαθήματα θεολογίας σὲ κλειστὸ κύκλο ἀνθρώπων, μεταξὺ τῶν ὁποίων εἶχα τὴν τιμὴ πολλὲς φορὲς νὰ συγκαταλέγομαι καὶ ἐγώ, μοῦ εἶπε κάποτε ὅτι ὁ π. Ἰωάννης γεννήθηκε σὲ λάθος ἐποχή. Ἔπρεπε νὰ ζῆ τὸν 4ο αἰώνα, στὸν ὁποῖον ἔζησαν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος, ποὺ εἶχε πολυχρόνια ἐπικοινωνία μαζί του καὶ ὡς Δικηγόρος του, καὶ στὸ γραφεῖο τοῦ ὁποίου ὁ π. Ἰωάννης παρέδιδε μαθήματα θεολογίας σὲ κλειστὸ κύκλο ἀνθρώπων, μεταξὺ τῶν ὁποίων εἶχα τὴν τιμὴ πολλὲς φορὲς νὰ συγκαταλέγομαι καὶ ἐγώ, μοῦ εἶπε κάποτε ὅτι ὁ π. Ἰωάννης γεννήθηκε σὲ λάθος ἐποχή. Ἔπρεπε νὰ ζῆ τὸν 4ο αἰώνα, στὸν ὁποῖον ἔζησαν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Πράγματι, διαβάζοντας κανεὶς ἢ ἀκούγοντας τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, διαπίστωνε ὅτι ἐξέφραζε τὴν θεολογία καὶ τὴν ζωὴ τῶν Πατέρων τοῦ 4ου αἰῶνος, ἤτοι τῶν μεγάλων Καππαδοκῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου, ὅπως τὸ βλέπουμε στὰ συγγράμματά τους καὶ στὸ Γεροντικὸ ἢ τὸν Εὐεργετινό. Στὴν πραγματικότητα ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης εἶναι ἕνα «κομμάτι» τοῦ 4ου αἰῶνος ποὺ ἔζησε τὸν 20ό αἰώνα ἢ θὰ μποροῦσα νὰ πῶ καλύτερα, ἦταν ἕνας θεολόγος καὶ μάλιστα καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ 20ού αἰῶνος ποὺ ὅμως μεταφέρθηκε στὸ «πνεῦμα» τῶν ἁγίων του 4ου αἰῶνος καὶ τὸ ἐξέφραζε.
Βεβαίως ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης δὲν ἐκφράζει μιὰ δική του θεολογία, ἀλλὰ τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Στηρίζεται στὴν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων, ὅπως ἐκφράζεται διὰ τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θεώσεως καὶ βιώνεται στὴν νοερὰ καρδιακὴ προσευχὴ καὶ τὴν θεωρία-θέα τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιὰ μιὰ θεολογία ποὺ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸν σχολαστικισμὸ καὶ τὸν ἠθικισμὸ ποὺ καλλιεργήθηκαν στὴν Δύση καὶ μεταφέρθηκαν καὶ στὸν δικό μας χῶρο, εἴτε ἀπευθείας ἀπὸ τὴν Δύση εἴτε διὰ μέσου της ρωσικῆς θεολογίας, ἡ ὁποία δέχθηκε ἐπιδράσεις ἀπὸ τὴν Δύση, ἰδίως κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Μεγάλου Πέτρου.
Τὰ κλειδιὰ τῆς ἐμπειρικῆς θεολογίας εἶναι ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ κατ’ εἰκόνα στὸ καθ’ ὁμοίωση, ἀπὸ τὴν κατάσταση τοῦ δούλου στὴν κατάσταση τοῦ μισθωτοῦ καὶ τοῦ υἱοῦ, ἀπὸ τὴν κάθαρση στὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωση, ἀπὸ τὴν ἰδιοτελῆ στὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη. Εἶναι θεολογία τῆς ἀποκαλύψεως ποὺ συνδέεται μὲ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ὁποία στὴν συνέχεια διατυπώνεται σὲ ὅρους καὶ σὲ διδασκαλία γιὰ τὴν θεραπεία καὶ τὴν καθοδήγηση τῶν ἄλλων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Τόσο ἁπλῆ εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία στὴν βάση της.
Ὁ π. Ἰωάννης ὁμιλοῦσε ὡς καθηγητὴς τῆς δογματικῆς, ἀλλὰ καὶ ὡς ἀσκητής. Διαβάζοντας τὸν λόγο του, ἀντιλαμβανόμουν ὅτι ὁ ἴδιος εἶχε κάποια ἐμπειρία γύρω ἀπὸ τὰ πνευματικὰ θέματα, ἀλλὰ δὲν εἶμαι σὲ θέση νὰ διακριβώσω τὸ μέγεθος καὶ τὸν βαθμὸ τῆς ἐμπειρίας του.
Ἡ διδασκαλία του, ποὺ ἐκφράζει τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι πολὺ ἁπλῆ. Ἀναφέρεται στὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν σωτηρία του, τὴν ὅραση τοῦ ἀκτίστου Φωτός, τὴν ἔκφραση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας καὶ τὴν μέθοδο γιὰ νὰ φθάση κανεὶς στὴν πνευματικὴ ἐμπειρία. Βλέπει κανεὶς ἕναν κύκλο, ὅπως τὸ συναντᾶμε καὶ στὰ ἔργα τῶν ἁγίων Πατέρων. Ἔλεγε ὁ ἴδιος:
«Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει κυκλικὸ χαρακτήρα. Εἶναι σὰν ἕνας κύκλος. Ὅπου κι ἂν ἀκουμπήσης πάνω στὸν κύκλο, ξέρεις ὅλο τὸν κύκλο, γιατί ὅλος ὁ κύκλος ὁ ἴδιος εἶναι. Ὅλα ἀνάγονται στὴν Πεντηκοστή· τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἡ ἱερωσύνη, ὁ γάμος, τὸ βάπτισμα, ἐξομολόγηση κλπ., οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων κλπ. Ἐκεῖνο εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ἡ Πεντηκοστή. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ποὺ φθάνει στὴν θέωση μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ὁδηγεῖται εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν».
Αὐτὸ μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ καταπληκτικὸ κείμενο ποὺ διασώζεται στὸ ἔργο «Περὶ μυστικῆς θεολογίας» τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου. Ἐκεῖ παρουσιάζεται «ὁ θεῖος Βαρθολομαῖος» νὰ λέγη γιὰ τὴν θεολογία: «Καὶ πολλὴν τὴν θεολογίαν εἶναι καὶ ἐλαχίστην, καὶ τὸ Εὐαγγέλιον πλατὺ καὶ μέγα καὶ αὖθις συντετμημένον». Καὶ συμπληρώνει ὁ ἅγιος Διονύσιος: «Ὅτι καὶ πολύλογος ἐστιν ἡ ἀγαθὴ πάντων αἰτία, καὶ βραχυλεκτος ἅμα καὶ ἄλογος, ὡς οὔτε λόγον οὔτε νόησιν ἔχουσαν, διὰ τὸ πάντων αὐτὴν ὑπερουσίως ὑπερκειμένην εἶναι καὶ μόνοις ἀπερικαλύπτως καὶ ἀληθῶς ἐκφαινομένην τοῖς καὶ τὰ ἐναγῆ πάντα καὶ τὰ καθαρὰ διαβαίνουσι…».
Πράγματι, ὁ λόγος τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη μᾶς δείχνει ὅτι ἡ θεολογία εἶναι καὶ πολλὴ καὶ ἐλαχίστη, εἶναι μεγάλη καὶ συντετμημένη, εἶναι πολύλογη, βραχυλογη καὶ ἄλογη. Ἔτσι, πολλὲς φορὲς παρουσιάζει τὰ θεολογικὰ θέματα μὲ πολλὰ λόγια καὶ τὰ ἀναλύει καὶ ἄλλοτε εἶναι συνοπτικὸς καὶ ἀποφθεγματικός. Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια ἡ ὀρθόδοξη θεολογία, ὁ λόγος περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν θείων, ἀλλὰ καὶ ἡ βίωση τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν θείων, εἶναι ἁπλῆ καὶ βαθειά, ἐπαναλαμβάνεται καὶ ὑπονοεῖται, ἐκφράζεται καταφατικὰ καὶ ἀποφατικά, βιώνεται καὶ παραπέμπει στὴν ὅραση ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ τὴν ἀνθρωπίνη ὅραση καὶ ἀκοή, δηλαδὴ ὑπὲρ τὴν ὅραση καὶ ἀκοή.
Γύρω ἀπὸ τὰ θέματα, ποὺ προανέφερα,
ὁμιλοῦσε συχνὰ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης. Στὴν κατοχή μου βρέθηκαν πολλὲς
μαγνητοφωνημένες ὁμιλίες του εἴτε ποὺ ἐκφώνησε στὸ Πανεπιστήμιο εἴτε σὲ
διάφορες αἴθουσες, κυρίως δὲ ἀπὸ παραδόσεις καὶ συζητήσεις ποὺ ἔγιναν
στὸ δικηγορικὸ Γραφεῖο τοῦ κ. Ἀθανασίου Σακαρέλλου. Τὶς ὁμιλίες αὐτὲς
ἀπομαγνητοφώνησα καὶ συγκέντρωσα σὲ τέσσερεις τόμους.
Ἀπὸ τὸν πνευματικὸ αὐτὸ θησαυρὸ ἀπέσπασα μερικὰ κομμάτια, προκειμένου νὰ παρουσιασθῆ μιὰ ἐμπειρικὴ δογματική, ποὺ διαφέρει σαφέστατα ἀπὸ ἄλλες δογματικές. Μέσα στὰ κείμενα αὐτὰ ἐκφράζεται πλούσια ὅλο τὸ πνευματικὸ περιεχόμενο τοῦ π. Ἰωάννου. Σὲ μερικὰ σημεῖα, γιὰ νὰ ὁλοκληρωθῆ ἡ διδασκαλία του, χρησιμοποίησα μερικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ βιβλία τοῦ «Πατερικὴ θεολογία» καὶ «Ἐπίτομος Ὀρθόδοξος Πατερικὴ Δογματική».
Ἐπαναλαμβάνω δὲ ὅτι τὰ κείμενα τοῦ π. Ἰωάννου, ποὺ θὰ παρατεθοῦν, εἶναι ἀπομαγνητοφωνημένα καὶ ἔτσι διατηρεῖται πλήρως ὁ προφορικός του λόγος, ὁ ὁποῖος διασώζει τὰ γνωρίσματά του, εἶναι δυνατὸς καὶ μεταδίδει τὴν ζωντάνια καὶ τὴν θέρμη τοῦ χαρακτήρα του. Σὲ μερικὰ σημεῖα ὁ π. Ἰωάννης ἐκφράζεται μὲ ἀπόλυτο τρόπο, χρησιμοποιώντας λέξεις μὲ προκλητικὸ περιεχόμενο ἐναντίον ὁρισμένων θεσμῶν καὶ καταστάσεων. Ἐπειδὴ μεγάλωσε καὶ σπούδασε στὴν Ἀμερική, σὲ μερικὲς περιπτώσεις τὰ ἑλληνικά του δὲν εἶναι ἄψογα. Ὅλα ὅμως αὐτὰ πρέπει νὰ παραβλεφθοῦν καὶ ὁ ἀναγνώστης νὰ ἐπικεντρωθῆ στὸν πλοῦτο τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας ποὺ ἀποκαλύπτουν οἱ λόγοι του. Στὸν Α´ αὐτὸν τόμο, ποὺ εἶναι τρόπον τινὰ εἰσαγωγικός, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ εἰσαγωγικὰ καὶ τὰ ἀπαραίτητα βιογραφικὰ καὶ αὐτοβιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, παρουσιάζεται ἡ διδασκαλία του γιὰ τὴν σχέση μεταξὺ δόγματος καὶ ἠθικῆς, γιὰ τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, γιὰ τοὺς φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως, ποὺ εἶναι οἱ Προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες καὶ οἱ ἅγιοι καὶ γιὰ τὰ μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως ποὺ εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινή, καὶ ἡ Ἱερὰ Παράδοση. Κοινὸ στοιχεῖο ὅλων τῶν κεφαλαίων καὶ τῶν ἐπὶ μέρους ἑνοτήτων εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Στὸν Β´ τόμο, ποὺ θὰ ἀκολουθήση, θὰ γίνη ἀναφορὰ στὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη γιὰ τὴν ἐμπειρικὴ γνώση τῆς Τριαδολογίας, Χριστολογίας, κοσμολογίας, ἀνθρωπολογίας, Ἐκκλησιολογίας καὶ ἐσχατολογίας. Πρόκειται γιὰ μιὰ «ἄλλη» Δογματική, γιὰ μιὰ Δογματικὴ μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποκτήση ζώντας μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἁγιαζόμενος ἀπὸ τὴν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ διὰ τῆς μυστηριακῆς καὶ ἀσκητικῆς ζωῆς.
Παρατηροῦνται διάφορες ἐπαναλήψεις στὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου. Καὶ αὐτὸ ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸν κυκλικὸ χαρακτήρα τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ὅπως προαναφέρθηκε. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ὁμιλήση γιὰ πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ μὴν ἀναφερθῆ στὸν σκοτασμὸ τοῦ νοὸς καὶ στὴν ἀπώλεια τῆς θεοκοινωνίας. Δὲν μπορεῖ ἀκόμη κανεὶς νὰ κάνη λόγο γιὰ ἐπαναφορὰ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀγνοήση τὰ περὶ καθάρσεως, φωτισμοῦ καὶ θεώσεως. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ ἀγνοήση τὴν ἀποκάλυψη τοῦ ἀσάρκου καὶ σεσαρκωμένου Λόγου. Δὲν εἶναι ἐπιτρεπτὸ νὰ ὁμιλήση γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ ἀγνοήση τὸν συνδυασμὸ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων μὲ τὴν μέθοδο τῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς, τοῦ φωτισμοῦ τοῦ νοὸς καὶ τῆς θεώσεως.
Ἄλλωστε καὶ τὰ τέσσερα κεφάλαια ποὺ ἀκολουθοῦν ἔχουν μιὰ ἑνότητα μεταξύ τους, ἀφοῦ σὲ αὐτὰ γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἀποκάλυψη, τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, τοὺς φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως, τὰ μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως καὶ πῶς ἡ ἀποκάλυψη γίνεται δόγμα καὶ ἠθική.
Ἔτσι, οἱ ἐπαναλήψεις εἶναι φυσικὲς καὶ ἀναγκαῖες ὡς πρὸς τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὡς πρὸς τὸν προσδιορισμὸ τοῦ θέματος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Τὸ διατύπωσε αὐτὸ ἄριστα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τὰ αὐτὰ γράφειν ὑμῖν, ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλὲς» (Φιλιπ.γ´,1). Ὅταν μιὰ διδασκαλία λέγεται μιὰ φορά, λησμονεῖται καὶ παραθεωρεῖται, ἐνῶ οἱ ἐπαναλήψεις καταγράφονται στὴν σκέψη καὶ τὴν καρδιά. Διαβάζοντας τὰ κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων βλέπουμε ὅτι τονίζονται οἱ κεντρικὲς ἀποκαλυπτικὲς ἀλήθειες, γύρω ἀπὸ τὶς ὁποῖες διαρθρώνονται οἱ σκέψεις τους. Ἔτσι ὑπάρχει μιὰ ἀρραγὴς ἑνότητα.
Βέβαια, κανεὶς δὲν εἶναι ἀλάθητος, οὔτε καὶ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἀλλὰ τὸ «πνεῦμα» τῆς θεολογίας ποὺ δίδασκε εἶναι ἡ θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, συντονίζεται στὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Πρέπει ὁ ἀναγνώστης νὰ δῆ αὐτὸ τὸ «πνεῦμα» τῆς διδασκαλίας του, ποὺ εἶναι ἡ οὐσία τῆς πατερικῆς παραδόσεως. Καὶ θὰ συνιστοῦσα ἢ καὶ θὰ παρακαλοῦσα τὸν ἀναγνώστη νὰ δὴ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου στὴν ὁλότητά της καὶ νὰ μὴν ἀποσπάση μιὰ φράση, νὰ τὴν ἀπομονώση καὶ νὰ βγάλη συμπεράσματα ποὺ εἶναι ἀντίθετα μὲ ὅσα λέγει σὲ ἄλλα σημεῖα. Γιὰ παράδειγμα, τὰ περὶ δόγματος πρέπει νὰ τὰ συνεξετάση μὲ ὅσα λέγονται γιὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ· καὶ τὰ περὶ Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων πρέπει νὰ τὰ μελετήση σὲ συνδυασμὸ μὲ ὅσα λέγονται γιὰ τὰ ἄκτιστα καὶ κτιστὰ ρήματα καὶ νοήματα, γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση. Μόνον ἔτσι θὰ ἀποκτήση ὁλοκληρωμένη εἰκόνα, διαφορετικὰ θὰ ἀδικήση τὴν ἀλήθεια τῶν λεγομένων.
Ἀπὸ τὸν πνευματικὸ αὐτὸ θησαυρὸ ἀπέσπασα μερικὰ κομμάτια, προκειμένου νὰ παρουσιασθῆ μιὰ ἐμπειρικὴ δογματική, ποὺ διαφέρει σαφέστατα ἀπὸ ἄλλες δογματικές. Μέσα στὰ κείμενα αὐτὰ ἐκφράζεται πλούσια ὅλο τὸ πνευματικὸ περιεχόμενο τοῦ π. Ἰωάννου. Σὲ μερικὰ σημεῖα, γιὰ νὰ ὁλοκληρωθῆ ἡ διδασκαλία του, χρησιμοποίησα μερικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ βιβλία τοῦ «Πατερικὴ θεολογία» καὶ «Ἐπίτομος Ὀρθόδοξος Πατερικὴ Δογματική».
Ἐπαναλαμβάνω δὲ ὅτι τὰ κείμενα τοῦ π. Ἰωάννου, ποὺ θὰ παρατεθοῦν, εἶναι ἀπομαγνητοφωνημένα καὶ ἔτσι διατηρεῖται πλήρως ὁ προφορικός του λόγος, ὁ ὁποῖος διασώζει τὰ γνωρίσματά του, εἶναι δυνατὸς καὶ μεταδίδει τὴν ζωντάνια καὶ τὴν θέρμη τοῦ χαρακτήρα του. Σὲ μερικὰ σημεῖα ὁ π. Ἰωάννης ἐκφράζεται μὲ ἀπόλυτο τρόπο, χρησιμοποιώντας λέξεις μὲ προκλητικὸ περιεχόμενο ἐναντίον ὁρισμένων θεσμῶν καὶ καταστάσεων. Ἐπειδὴ μεγάλωσε καὶ σπούδασε στὴν Ἀμερική, σὲ μερικὲς περιπτώσεις τὰ ἑλληνικά του δὲν εἶναι ἄψογα. Ὅλα ὅμως αὐτὰ πρέπει νὰ παραβλεφθοῦν καὶ ὁ ἀναγνώστης νὰ ἐπικεντρωθῆ στὸν πλοῦτο τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας ποὺ ἀποκαλύπτουν οἱ λόγοι του. Στὸν Α´ αὐτὸν τόμο, ποὺ εἶναι τρόπον τινὰ εἰσαγωγικός, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ εἰσαγωγικὰ καὶ τὰ ἀπαραίτητα βιογραφικὰ καὶ αὐτοβιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, παρουσιάζεται ἡ διδασκαλία του γιὰ τὴν σχέση μεταξὺ δόγματος καὶ ἠθικῆς, γιὰ τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, γιὰ τοὺς φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως, ποὺ εἶναι οἱ Προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες καὶ οἱ ἅγιοι καὶ γιὰ τὰ μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως ποὺ εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινή, καὶ ἡ Ἱερὰ Παράδοση. Κοινὸ στοιχεῖο ὅλων τῶν κεφαλαίων καὶ τῶν ἐπὶ μέρους ἑνοτήτων εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Στὸν Β´ τόμο, ποὺ θὰ ἀκολουθήση, θὰ γίνη ἀναφορὰ στὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη γιὰ τὴν ἐμπειρικὴ γνώση τῆς Τριαδολογίας, Χριστολογίας, κοσμολογίας, ἀνθρωπολογίας, Ἐκκλησιολογίας καὶ ἐσχατολογίας. Πρόκειται γιὰ μιὰ «ἄλλη» Δογματική, γιὰ μιὰ Δογματικὴ μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποκτήση ζώντας μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἁγιαζόμενος ἀπὸ τὴν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ διὰ τῆς μυστηριακῆς καὶ ἀσκητικῆς ζωῆς.
Παρατηροῦνται διάφορες ἐπαναλήψεις στὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου. Καὶ αὐτὸ ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸν κυκλικὸ χαρακτήρα τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ὅπως προαναφέρθηκε. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ὁμιλήση γιὰ πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ μὴν ἀναφερθῆ στὸν σκοτασμὸ τοῦ νοὸς καὶ στὴν ἀπώλεια τῆς θεοκοινωνίας. Δὲν μπορεῖ ἀκόμη κανεὶς νὰ κάνη λόγο γιὰ ἐπαναφορὰ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀγνοήση τὰ περὶ καθάρσεως, φωτισμοῦ καὶ θεώσεως. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ ἀγνοήση τὴν ἀποκάλυψη τοῦ ἀσάρκου καὶ σεσαρκωμένου Λόγου. Δὲν εἶναι ἐπιτρεπτὸ νὰ ὁμιλήση γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ ἀγνοήση τὸν συνδυασμὸ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων μὲ τὴν μέθοδο τῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς, τοῦ φωτισμοῦ τοῦ νοὸς καὶ τῆς θεώσεως.
Ἄλλωστε καὶ τὰ τέσσερα κεφάλαια ποὺ ἀκολουθοῦν ἔχουν μιὰ ἑνότητα μεταξύ τους, ἀφοῦ σὲ αὐτὰ γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἀποκάλυψη, τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, τοὺς φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως, τὰ μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως καὶ πῶς ἡ ἀποκάλυψη γίνεται δόγμα καὶ ἠθική.
Ἔτσι, οἱ ἐπαναλήψεις εἶναι φυσικὲς καὶ ἀναγκαῖες ὡς πρὸς τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὡς πρὸς τὸν προσδιορισμὸ τοῦ θέματος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Τὸ διατύπωσε αὐτὸ ἄριστα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τὰ αὐτὰ γράφειν ὑμῖν, ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλὲς» (Φιλιπ.γ´,1). Ὅταν μιὰ διδασκαλία λέγεται μιὰ φορά, λησμονεῖται καὶ παραθεωρεῖται, ἐνῶ οἱ ἐπαναλήψεις καταγράφονται στὴν σκέψη καὶ τὴν καρδιά. Διαβάζοντας τὰ κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων βλέπουμε ὅτι τονίζονται οἱ κεντρικὲς ἀποκαλυπτικὲς ἀλήθειες, γύρω ἀπὸ τὶς ὁποῖες διαρθρώνονται οἱ σκέψεις τους. Ἔτσι ὑπάρχει μιὰ ἀρραγὴς ἑνότητα.
Βέβαια, κανεὶς δὲν εἶναι ἀλάθητος, οὔτε καὶ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἀλλὰ τὸ «πνεῦμα» τῆς θεολογίας ποὺ δίδασκε εἶναι ἡ θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, συντονίζεται στὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Πρέπει ὁ ἀναγνώστης νὰ δῆ αὐτὸ τὸ «πνεῦμα» τῆς διδασκαλίας του, ποὺ εἶναι ἡ οὐσία τῆς πατερικῆς παραδόσεως. Καὶ θὰ συνιστοῦσα ἢ καὶ θὰ παρακαλοῦσα τὸν ἀναγνώστη νὰ δὴ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου στὴν ὁλότητά της καὶ νὰ μὴν ἀποσπάση μιὰ φράση, νὰ τὴν ἀπομονώση καὶ νὰ βγάλη συμπεράσματα ποὺ εἶναι ἀντίθετα μὲ ὅσα λέγει σὲ ἄλλα σημεῖα. Γιὰ παράδειγμα, τὰ περὶ δόγματος πρέπει νὰ τὰ συνεξετάση μὲ ὅσα λέγονται γιὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ· καὶ τὰ περὶ Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων πρέπει νὰ τὰ μελετήση σὲ συνδυασμὸ μὲ ὅσα λέγονται γιὰ τὰ ἄκτιστα καὶ κτιστὰ ρήματα καὶ νοήματα, γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση. Μόνον ἔτσι θὰ ἀποκτήση ὁλοκληρωμένη εἰκόνα, διαφορετικὰ θὰ ἀδικήση τὴν ἀλήθεια τῶν λεγομένων.
Ἀσχολούμενος γιὰ πολλὰ χρόνια μὲ τὴν
«Ἐμπειρικὴ δογματικὴ» –πάνω ἀπὸ εἴκοσι (20) χρόνια– δόξαζα συνεχῶς τὸν
Θεό, ἐπειδὴ εἶμαι μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐπειδὴ γνώρισα τὸν π.
Ἰωάννη Ρωμανίδη καὶ ἐπειδὴ ἔφθασε σὲ μένα αὐτὸς ὁ θησαυρὸς τῆς
πνευματικῆς του κληρονομιᾶς.
Νομίζω ὅτι θὰ βοηθήση πολλοὺς ἀναγνῶστες καὶ θὰ δώση μιὰ νέα προοπτικὴ στὴν κατανόηση καὶ βίωση τῆς δογματικῆς της Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας.
Πολλοὶ βοήθησαν γιὰ νὰ ἐκδοθῆ αὐτὸς ὁ πρῶτος (Α´) τόμος σὲ διάφορες φάσεις τῆς ἐργασίας. Δηλαδὴ ὁ κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος μοῦ ἔδωσε πολλὲς μαγνητοταινίες. Ἡ μακαριστὴ Γερόντισσα Φωτεινὴ καὶ οἱ μοναχὲς Ἰωάννα καὶ Καλλινίκη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου Θεοτόκου-Πελαγίας, ὁ κ. Γεώργιος Γεωργάτος καὶ ἡ κ. Ἑλένη Παπαδοπούλου-Γεωργάτου ἀπομαγνητοφώνησαν τὶς ὁμιλίες ἀπὸ τὶς μαγνητοταινίες. Ἡ κ. Μαίρη Ἡλιοπούλου, ἡ κ. Σίσσυ Σεραφετινίδου, οἱ κ. Γεώργιος καὶ Ἑλένη Γεωργάτου πέρασαν τὶς χειρόγραφες ἀπομαγνητοφωνήσεις στὸν ὑπολογιστή. Ἡ κ. Βασιλικὴ Μελικίδου ἔκανε τὸ εὑρετήριο τῶν θεμάτων. Ὁ κ. Ἀναστάσιος Φιλιππίδης καὶ ἡ κ. Εὐθυμία Μαυρομιχάλη μετέφρασαν διάφορα κείμενα ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα. Ὁ Ἀρχιμ. Καλλίνικος Γεωργάτος καὶ ὁ π. Γεώργιος Παπαβαρνάβας μετέφεραν τὶς χειρόγραφες σημειώσεις μου στὸν ὑπολογιστὴ καὶ ὁ πρῶτος ἔκανε τὴν τελικὴ ἐπεξεργασία. Ἡ κ. Ἐλευθερία Σερμπέτη καὶ ἡ κ. Βασιλικὴ Μελικίδου εἶδαν τὸ τελικὸ κείμενο καὶ ἔκαναν σημαντικὲς φιλολογικὲς παρατηρήσεις. Ἡ Γερόντισσα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου της Θεοτόκου-Πελαγίας μοναχὴ Σιλουανὴ καὶ ἡ συνοδεία της ἐπιμελήθηκαν τὴν ἔκδοση αὐτή. Τοὺς εὐχαριστῶ ὅλους ἀπὸ καρδίας καὶ τοὺς εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ τοὺς εὐλογῆ πλούσια.
Ἡ τελικὴ ἐπιλογὴ τῶν ἀποσπασμάτων καὶ ἡ σύνδεση μεταξύ τους ὑπῆρξε λίαν κοπιώδης καὶ μοῦ πῆρε πολὺ χρόνο. Ζητῶ τὴν κατανόηση τῶν ἀναγνωστῶν.
Αἰσθάνθηκα ἰδιαίτερη εὐλογία ποὺ ἀσχολήθηκα μὲ τὰ θέματα αὐτά, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, καὶ εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναπαύση τὴν ψυχὴ τοῦ ἐν χώρα ζώντων, γιὰ τὸν κόπο του καὶ τὸν ζῆλο του, ἀφοῦ ὅσο ζοῦσε φλεγόταν ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ μετέφερε στὴν ἐποχὴ μᾶς ὅλο τὸ «πνεῦμα» καὶ τὴν ζωντάνια της.
Νομίζω ὅτι θὰ βοηθήση πολλοὺς ἀναγνῶστες καὶ θὰ δώση μιὰ νέα προοπτικὴ στὴν κατανόηση καὶ βίωση τῆς δογματικῆς της Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας.
Πολλοὶ βοήθησαν γιὰ νὰ ἐκδοθῆ αὐτὸς ὁ πρῶτος (Α´) τόμος σὲ διάφορες φάσεις τῆς ἐργασίας. Δηλαδὴ ὁ κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος μοῦ ἔδωσε πολλὲς μαγνητοταινίες. Ἡ μακαριστὴ Γερόντισσα Φωτεινὴ καὶ οἱ μοναχὲς Ἰωάννα καὶ Καλλινίκη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου Θεοτόκου-Πελαγίας, ὁ κ. Γεώργιος Γεωργάτος καὶ ἡ κ. Ἑλένη Παπαδοπούλου-Γεωργάτου ἀπομαγνητοφώνησαν τὶς ὁμιλίες ἀπὸ τὶς μαγνητοταινίες. Ἡ κ. Μαίρη Ἡλιοπούλου, ἡ κ. Σίσσυ Σεραφετινίδου, οἱ κ. Γεώργιος καὶ Ἑλένη Γεωργάτου πέρασαν τὶς χειρόγραφες ἀπομαγνητοφωνήσεις στὸν ὑπολογιστή. Ἡ κ. Βασιλικὴ Μελικίδου ἔκανε τὸ εὑρετήριο τῶν θεμάτων. Ὁ κ. Ἀναστάσιος Φιλιππίδης καὶ ἡ κ. Εὐθυμία Μαυρομιχάλη μετέφρασαν διάφορα κείμενα ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα. Ὁ Ἀρχιμ. Καλλίνικος Γεωργάτος καὶ ὁ π. Γεώργιος Παπαβαρνάβας μετέφεραν τὶς χειρόγραφες σημειώσεις μου στὸν ὑπολογιστὴ καὶ ὁ πρῶτος ἔκανε τὴν τελικὴ ἐπεξεργασία. Ἡ κ. Ἐλευθερία Σερμπέτη καὶ ἡ κ. Βασιλικὴ Μελικίδου εἶδαν τὸ τελικὸ κείμενο καὶ ἔκαναν σημαντικὲς φιλολογικὲς παρατηρήσεις. Ἡ Γερόντισσα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου της Θεοτόκου-Πελαγίας μοναχὴ Σιλουανὴ καὶ ἡ συνοδεία της ἐπιμελήθηκαν τὴν ἔκδοση αὐτή. Τοὺς εὐχαριστῶ ὅλους ἀπὸ καρδίας καὶ τοὺς εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ τοὺς εὐλογῆ πλούσια.
Ἡ τελικὴ ἐπιλογὴ τῶν ἀποσπασμάτων καὶ ἡ σύνδεση μεταξύ τους ὑπῆρξε λίαν κοπιώδης καὶ μοῦ πῆρε πολὺ χρόνο. Ζητῶ τὴν κατανόηση τῶν ἀναγνωστῶν.
Αἰσθάνθηκα ἰδιαίτερη εὐλογία ποὺ ἀσχολήθηκα μὲ τὰ θέματα αὐτά, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, καὶ εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναπαύση τὴν ψυχὴ τοῦ ἐν χώρα ζώντων, γιὰ τὸν κόπο του καὶ τὸν ζῆλο του, ἀφοῦ ὅσο ζοῦσε φλεγόταν ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ μετέφερε στὴν ἐποχὴ μᾶς ὅλο τὸ «πνεῦμα» καὶ τὴν ζωντάνια της.
Ἔγραφα στὴν Ναύπακτο τὴν 6η Αὐγούστου 2010
ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
† Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
(συνεχίζεται)
ΠΗΓΗ : περ. «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ» (parembasis.gr),
Ἱ. Μητροπ. Ναυπάκτου καὶ Ἁγ. Βλασίου, τ. 172, Νοέμβριος 2010
Ἱ. Μητροπ. Ναυπάκτου καὶ Ἁγ. Βλασίου, τ. 172, Νοέμβριος 2010
https://christianvivliografia.wordpress.com/2010/12/11/%E1%BC%90%CE%BC%CF%80%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%B9%CE%BA%E1%BD%B4-%CE%B4%CE%BF%CE%B3%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου