Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Ἡ ἐπίγνωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ»
Συνεχίζουμε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ. Τό θέμα σήμερα θά εἶναι γιά τήν ἐπίγνωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Πῶς, δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά γνωρίσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Βεβαίως, γενικῶς γνωρίζουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί ἀπό τήν Ἱερά Παράδοση, ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες, ἀπό τήν ὅλη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἤ τουλάχιστον ὀφείλουμε νά γνωρίζουμε. Γνωρίζουν αὐτοί πού φροντίζουν νά μελετοῦν καί νά μαθαίνουν τέλος πάντων μέσω κηρυγμάτων ἤ μελέτης τό γενικό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τί ζητάει ὁ Θεός ἀπό τούς ἀνθρώπους ἤ πιό σωστά ποιές εἶναι οἱ ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Γιατί ὁ Θεός δέ ζητάει κάτι γιά τόν ἑαυτό Του, ἀλλά αὐτά πού λέμε ἐντολές δέν εἶναι γιά τόν Θεό, εἶναι γιά μᾶς, γιά νά μᾶς δώσει ὁδηγίες χρήσεως τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μας. Ἐπειδή εἶναι ὁ κατασκευαστής μας, μᾶς δίνει καί τίς ὁδηγίες, τίς προδιαγραφές, ἔτσι ὥστε νά πραγματώσουμε τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο πλαστήκαμε, νά φτάσουμε στό καθ’ ὁμοίωση, στή θέωση.
«Ὁ Γέροντας ἔλεγε: Εἶναι καλό νά ζητᾶς πάντα ἀπό τόν Θεό «σύνεσιν ἐν πᾶσι», δηλαδή τί καί πῶς πρέπει νά κάνεις καί νά πεῖς. Μέ ἄλλα λόγια, πρέπει νά ζητᾶς σέ κάθε περίπτωση νά μάθεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τόν τρόπο πού ὁδηγεῖ στήν ἐκπλήρωσή του»1. Καί γιά νά τό κάνεις αὐτό, λέει ὁ Ἅγιος, πρέπει νά ζητᾶς συνεχῶς σύνεση σέ ὅλα τά πράγματα.
«Ἡ ἀναζήτηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι τό σπουδαιότερο ἔργο τῆς ζωῆς μας, γιατί ὅταν ὁδεύουμε τήν ὁδόν τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ μετέχουμε στήν αἰώνια θεία ζωή»2. Καί ἐδῶ βεβαίως λέει καί ἐννοεῖ ὁ π. Σωφρόνιος νά ζητᾶμε τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας. Σέ συγκεκριμένη στιγμή, στή συγκεκριμένη περίσταση, στόν συγκεκριμένο χῶρο, χρόπο, τόπο, τί θέλει ὁ Θεός ἀπό μᾶς. Καί αὐτό εἶναι πάρα πολύ δύσκολο. Δέν εἶναι ἁπλό πράγμα.
«Ἡ γνῶσις τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι δυνατή μέ διαφόρους τρόπους. Ἕνας εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Στίς εὐαγγελικές ἐντολές ὅμως, παρά τήν τελειότητά τους ἤ μᾶλλον ἐξαιτίας τῆς τελειότητάς τους, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται στήν ἔσχατη γενική του ἔννοια»3. Εἶναι κάτι γενικό καί ἀπόλυτο. Ἄς ποῦμε ὅτι «ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ»4. Εἶναι ἡ γενική ἐντολή τῆς ἀγάπης. Ἀλλά πῶς αὐτή ἡ ἐντολή, πού εἶναι συγκεκριμένη, θά ἐφαρμοστεῖ στόν συγκεκριμένο χρόνο καί χῶρο κάθε στιγμή;
«Καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος, πού στή ζωή του ἀντιμετωπίζει μία ἀτέλειωτη ποικιλία καταστάσεων, συχνά δέν ξέρει πῶς πρέπει νά ἐνεργήσει γιά νά βρίσκεται ἡ πράξη του μέσα στά ὅρια τοῦ θείου θελήματος»5. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες μίλησαν γιά τήν ἀρετή τῆς διακρίσεως, ὅτι εἶναι -μάλιστα εἶπαν- ἡ μεγαλύτερη ἀπ’ ὅλες τίς ἀρετές.
«Γιά νά ἔχει μία πράξη, μία ἐνέργεια, καλό τέλος, δέν ἀρκεῖ νά ξέρεις μόνο πῶς ἐκφράζεται γενικά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στίς ἐντολές, δηλαδή τό: «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου, καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»6. Εἶναι ἀκόμα ἀπαραίτητος καί ὁ φωτισμός τοῦ Θεοῦ γιά τόν τρόπο πού θά πραγματοποιηθοῦν στή ζωή οἱ ἐντολές. Καί ἐκτός ἀπ΄ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητη καί ἡ «ἐξ ὕψους δύναμη»7»8, δηλαδή ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
Ξέρουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος χωρίς τή Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε. «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»9. Εἶναι σαφής ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Καί ὅταν λέει «ἐμοῦ» δέν ἐννοεῖ τίποτα ἄλλο παρά τή Θεία Χάρη. Γι’ αὐτό, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε στόν παράδεισο πέθανε. Γιατί ἀκριβῶς ἔχασε τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μέ τή μία ἁμαρτία πού ἔκανε, μέ τήν παρακοή, χωρίστηκε ἀπό τόν Θεό κι αὐτός ὁ χωρισμός εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τόν θάνατο. Δέν μπορεῖ νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος δηλαδή χωρίς τόν Θεό. Ἔγινε πρῶτα ὁ πνευματικός θάνατος, ὁ χωρισμός ἀπό τή Χάρη, καί ἔνιωσε γυμνός ὁ ἄνθρωπος, γυμνός ἀπό τή θεία Χάρη δηλαδή. Γι’ αὐτό καί ὅταν μετά βαφτιζόμαστε, ἀκοῦμε ὅτι ντυθήκαμε. Ντυθήκαμε τόν Χριστό, πού σημαίνει ὅτι μέχρι τότε, ἀβάφτιστοι ὄντες, εἴμαστε χωρίς ἔνδυμα.
- Ποιό εἶναι τό ἔνδυμα;
Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ὅταν λοιπόν ὁ Ἀδάμ ἔπεσε, χωρίστηκε ἀπό τόν Θεό, πέθανε πνευματικά καί μετά ἀπό ἐννιακόσια χρόνια περίπου πέθανε καί σωματικά. Δέν μπόρεσε νά διασώσει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος τήν ὕπαρξή του. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά κάνει τίποτα χωρίς τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος ὡστόσο τοῦ εἶχε πεῖ τό ψέμα τό κορυφαῖο, ὅτι ἅμα κάνει τήν παρακοή, θά γίνει Θεός. Κι αὐτό τό ψέμα ἐπαναλαμβάνεται συνεχῶς, καί μέχρι σήμερα οἱ ἄνθρωποι ὑποκύπτουν σ’ αὐτές τίς ὑποβολές τοῦ διαβόλου καί παρ’ ὅλες τίς ἐντολές, τίς ὁδηγίες δηλαδή τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτάνει. Παρακούει δηλαδή καί πεθαίνει. Καί χρειάζεται βέβαια, γιά νά ἔρθει πάλι ἡ ζωή μέσα του, νά μετανοήσει, νά ἐξομολογηθεῖ, νά μπεῖ στή διαδικασία, πού εἶναι γνωστή ὡς δεύτερο βάφτισμα. Μετά τό βάφτισμα τό πρῶτο, πού μᾶς δίνει ἡ Ἐκκλησία καί μᾶς εἰσάγει ὁ Χριστός στό σῶμα Του, τό δεύτερο βάφτισμα μᾶς ξαναδίνει τό χαμένο μας ἔνδυμα λόγω τῶν πτώσεων μετά τό πρῶτο βάφτισμα.
Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, χρειάζεται καί τήν ἐξ ὕψους δύναμη, τή Θεία Χάρη δηλαδή, γιά νά μπορέσει νά ποιήσει -νά κάνει- τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. «Ὅποιος ἀπέκτησε στήν καρδιά του τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἐνεργεῖ μέ κίνητρα πού πλησιάζουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ· μόνο τό πλησιάζουν, ἀλλά ὄχι τελείως. Ἡ πλήρης τελειότητα εἶναι ἄφθαστη κι αὐτό κάνει ὑποχρεωτική γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως τήν ἀκατάπαυστη στροφή μέ τήν προσευχή πρός τόν Θεό γιά νά δώσει σύνεση καί βοήθεια.
Δέν εἶναι ἀνέφικτη μόνο ἡ τελειότητα τῆς ἀγάπης, ἀλλά καί ἡ πληρότητα στή γνώση. Μιά πράξη πού θά πίστευε κανείς πώς προέρχεται ἀπό τήν καλύτερη προαίρεση, ἔχει συχνά ἀνεπιθύμητα ἀποτελέσματα. Αὐτό συμβαίνει γιατί τά μέσα ἤ ὁ τρόπος πραγματοποιήσεως δέν ταίριαζαν στήν δοσμένη περίσταση. Πολλές φορές ἀκοῦμε κάποιον νά δικαιολογεῖται πώς εἶχε καλές προθέσεις· αὐτό ὅμως δέν ἀρκεῖ». Καί ὅπως ξέρετε, ὑπάρχει καί τό σλόγκαν ὅτι ὁ δρόμος γιά τήν κόλαση εἶναι στρωμένος μέ καλές προθέσεις… Δέν ἀρκεῖ ἡ καλή πρόθεση. «Ἀπό τέτοια λάθη εἶναι γεμάτη ἡ ἀνθρωπίνη ζωή. Νά γιατί ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Θεό, ζητᾶ πάντοτε τήν ἄνωθεν ὑπόδειξη ἔχοντας τεντωμένα τά αὐτιά τῆς καρδιᾶς του στή φωνή τοῦ Θεοῦ.
Στήν πράξη αὐτό γίνεται ὡς ἑξῆς: κάθε χριστιανός, καί ἰδίως ὁ ἐπίσκοπος ἤ ὁ ἱερέας, ὅταν ἀντιμετωπίζουν τήν ἀνάγκη νά βροῦν μία λύση σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ μιά συγκεκριμένη περίπτωση, ἀποσπῶνται ἐσωτερικά ἀπό ὅλες τίς γνώσεις τους»10. Αὐτό πού λέει τώρα βεβαίως δέν εἶναι γιά ὅλους. Θά μᾶς τό πεῖ μετά. Εἶναι γιά πολύ προχωρημένους ἀνθρώπους. Πῶς μπορεῖ κανείς ἀπευθείας νά μάθει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο ἀρχίζουμε ἀπ’ αὐτό καί μετά θά ποῦμε καί αὐτό πού πρέπει νά κάνουμε κατά κανόνα καί εἶναι καί τό πιό ἀσφαλές. Ἕνας ἐπίσκοπος ὅμως ἤ ἕνας ἱερέας φωτισμένος μπορεῖ νά τό κάνει αὐτό πού λέει τώρα ἐδῶ.
Θέλει νά μάθει γιά μιά συγκεκριμένη περίσταση ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. «Αὐτοί», λοιπόν, «ἀποσπῶνται ἐσωτερικά ἀπό ὅλες τίς γνώσεις τους, ἀπό κάθε προϋπάρχουσα σκέψη, ἐπιθυμία, σχέδιο. Τότε, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό καθετί «δικό του», προσεύχεται μέ τήν καρδιά του στόν Θεό. Τό πρῶτο, πού θά γεννήσει στήν ψυχή του αὐτή ἡ προσευχή, τό δέχεται σάν ὑπόδειξη ἄνωθεν»11. Ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος δηλαδή διώξει καθετί δικό του, προσεύχεται μέ τήν καρδιά του στόν Θεό, καί ἡ πρώτη σκέψη πού θά τοῦ ἔρθει, αὐτό θεωρεῖ ὅτι εἶναι ἡ ἀπάντηση στήν ἀναζήτησή του.
«Μιά τέτοια ἀναζήτηση τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἄμεση στροφή πρός Αὐτόν μέσω τῆς προσευχῆς, κυρίως σέ ὥρα ἀνάγκης ἤ θλίψεως, ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο, ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας, νά ἀκούει στήν ψυχή του τήν ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ καί μαθαίνει νά κατανοεῖ τή χειραγωγία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι πρέπει νά μαθαίνουμε ὅλοι νά ἀναγνωρίζουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατί, ἄν δέν μαθαίνουμε, δέν θά γνωρίσουμε ποτέ αὐτόν τόν δρόμο.
Ἡ συνήθεια τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς μέ τήν προσοχή συγκεντρωμένη στήν καρδιά προηγεῖται ἀπ’ αὐτή τήν ἐργασία στήν τελειότερη μορφή της»12. Δηλαδή, γιά νά τό κάνει κανείς αὐτό, θά πρέπει νά ἔχει μέσα του ἀποκατεστημένη τή λειτουργία τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, ἡ ὁποία στήν τελειότερη μορφή της εἶναι αὐτενεργοῦσα, δηλαδή λέγεται ὄχι ἀπό τόν ἄνθρωπο, ἀλλά ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στήν καρδιά. Καί αὐτή εἶναι ἡ λεγόμενη πλήρης φώτισις, ὁ πλήρης φωτισμός.
Ἡ συνήθεια τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς μέ τήν προσοχή συγκεντρωμένη στήν καρδιά προηγεῖται ἀπ’ αὐτή τή διαδικασία. «Γιά νά ἀκούσει ὅμως πιό ἀξιόπιστα τή φωνή τοῦ Κυρίου μέσα του ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀποβάλλει τό δικό του θέλημα καί νά εἶναι ἕτοιμος γιά κάθε θυσία σάν τόν Ἀβραάμ»13, ὁ ὁποῖος -θυμάστε- ἄκουσε ὅτι πρέπει νά θυσιάσει τό παιδί του καί δέν εἶπε ὄχι. Ἤταν ἕτοιμος γιά ὅλα. Ἔτσι κι ἐμεῖς, πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι γιά ὅ,τι κι ἄν μᾶς πεῖ ὁ Θεός. Πολλοί ἄνθρωποι λένε, μή τυχόν καί μοῦ πεῖ κάτι ἄλλο ὁ Θεός. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει πίστη, ὅταν λέει τέτοια πράγματα. Οὐσιαστικά ἔχει μόνο θέλημα. Ἔχει ἐγωισμό δηλαδή καί ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του καί ὄχι τόν Θεό.
Γιά νά ἀκούσει ἀξιόπιστα τή φωνή τοῦ Κυρίου μέσα του ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, πρέπει νά ἀποβάλλει τό δικό του θέλημα καί νά ἀκούσει ὅπως ὁ Ἀβραάμ «ἤ καλύτερα ὅπως παραγγέλει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, σύμφωνα μέ τό παράδειγμα τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, πού ἔγινε ὑπάκουος στόν Πατέρα μέχρι θανάτου14.
Ὅποιος ἀκολουθεῖ αὐτόν τόν δρόμο, θά προοδεύσει, ἀρκεῖ νά γνώρισε ἐκ πείρας πῶς ἐνεργεῖ ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν ἄνθρωπο, καί νά ρίζωσε βαθιά στήν καρδία του ἡ αὐταπάρνηση, δηλαδή νά κόψει ἀποφασιστικά τό θέλημά του, γιά νά ἐπιτύχει καί νά ἐκπληρώσει τό ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτόν ἀποκαλύπτεται τό πραγματικό νόημα τῆς ἐρωτήσεως πού ἔκανε ὁ Γέροντας Σιλουανός στόν Πατέρα Στρατόνικο, «πῶς μιλοῦν οἱ τέλειοι;» Καί τοῦ γίνονται οἰκεῖα τά λόγια τῶν Ἁγίων Πατέρων: «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν»15». Φάνηκε καλό στό Ἅγιο Πνεῦμα καί σέ μᾶς. «Αὐτός θά ἐννοήσει καθαρά ὅσα χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, μιλοῦν γιά παρόμοιο ἄμεσο διάλογο μέ τόν Θεό· αὐτός θά πλησιάσει τήν κατανόηση τοῦ τρόπου πού μιλοῦν οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Προφῆτες.
Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ καί κλήθηκε στήν πληρότητα τῆς ἄμεσης κοινωνίας μέ Αὐτόν. Γι’ αὐτό τόν λόγο ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀνεξαιρέτως θά ὄφειλαν ν’ ἀκολουθήσουν αὐτήν τήν πορεία», δηλαδή νά ἀκοῦνε ἄμεσα τόν Θεό καί νά παίρνουν ἄμεσα πληροφορία γιά τό ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. «Ἀπό τήν πεῖρα ὅμως ἀποδεικνύεται, ὅτι αὐτή ἡ πράξη δέν εἶναι προσιτή σέ ὅλους, κι αὐτό, γιατί οἱ περισσότεροι οὔτε ἀκούγουν οὔτε κατανοοῦν τήν πραεῖα φωνή τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά τους, κι ἔτσι ἀκολουθοῦν μᾶλλον τήν θορυβώδη φωνή τοῦ πάθους πού κατοικεῖ στήν ψυχή τους»16. Εἶναι τόσο ἔντονα τά πάθη, τόσο ἔντονες οἱ φωνές τῶν παθῶν μέσα στόν ἄνθρωπο, πού εἶναι ἀδύνατο ν’ ἀκούσει τήν πραεῖα φωνή τοῦ Θεοῦ.
«Ὡς διέξοδος ἀπ’ αὐτή τήν ἀξιοθρήνητη κατάσταση παρουσιάζεται στήν Ἐκκλησία μιά ἄλλη ὁδός», ἕνας ἄλλος τρόπος γιά νά μάθει ὁ ἄνθρωπος τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ποιός εἶναι αὐτός; «Ἡ ἐπερώτηση τοῦ πνευματικοῦ καί ἡ ὑπακοή σ’ αὐτόν». Ρωτᾶμε τόν πνευματικό μας. «Ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας», ὁ Ἅγιος Σιλουανός, «ἀγαποῦσε αὐτή τήν ὁδό. Αὐτή βάδιζε καί ὑποδείκνυε αὐτή καί ἔγραφε»17. Καί ὑπάρχουν ὡραῖα κεφάλαια, πού θά τά δοῦμε στό δεύτερο μέρος, «Περί ποιμένων καί πνευματικῶν».
«Γενικά», ὁ Ἅγιος Σιλουανός, «θεωροῦσε αὐτή τήν ὁδό, τήν ταπεινή ὁδό τῆς ὑπακοῆς, ὡς τήν πιό ἀσφαλή. Πίστευε ἀκράδαντα πώς, ἐξαιτίας τῆς πίστεως τοῦ ἐπερωτῶντος, ἡ ἀπάντηση τοῦ πνευματικοῦ θά εἶναι πάντοτε ὠφέλιμη καί θεάρεστη»18. Ἀλλά προσέξτε, ὑπάρχει αὐτή ἡ προϋπόθεση, νά ὑπάρχει πίστις τοῦ ἐπερωτῶντος στόν πνευματικό. Ἄν ὁ ἐρωτών δέν ἐμπιστεύεται τόν πνευματικό, ἤ τόν βλέπει σάν ἕναν ἄνθρωπο, σάν ἕναν συζητητή, σάν ἕναν ψυχολόγο, σάν ἄνθρωπο πού θά τόν ἱκανοποιήσει ἁπλῶς συναισθηματικά, θά τοῦ πάρει τή φόρτιση πού ἔχει, γιατί σέ κάποιον πρέπει νά τά πεῖ.. ἔ, αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν θά μάθει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ κατά πᾶσα πιθανότητα, γιατί δέν ἐμπιστεύεται τόν πνευματικό καί ἑπομένως οὔτε καί τόν Θεό.
«Ἡ πίστη του στή δύναμη τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας καί ἰδιαιτέρως στή χάρη τῆς ἱερωσύνης -ἡ πίστη τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ- στερεώθηκε, ὅταν εἶδε στό Παλαιό Ρωσικό, κατά τή διάρκεια ἑνός ἑσπερινοῦ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, τόν πνευματικό Γέροντα Ἀβράαμιο μεταμορφωμένο, κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, «ἀνεκφράστως ἐξαστράπτοντα»19. Τόν εἶδε νά ἀστράφτει, μεταμορφωμένο ὡς Χριστό, καί ἀπό κεῖ κατάλαβε πόσο σπουδαῖο πράγμα εἶναι ὁ πνευματικός καί τί Χάρη ἔχει ἀπό τόν Θεό. Εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ εἶναι ὁ πνευματικός καί ἔτσι πρέπει νά τόν πλησιάζουμε. Γι’ αὐτό, ὅπως θά μᾶς πεῖ καί πιό μετά, θά πρέπει νά δεχόμαστε τόν πρῶτο λόγο τοῦ πνευματικοῦ καί ὄχι νά κάνουμε συζήτηση ἤ πολύ χειρότερα νά μαχόμαστε μέ τόν πνευματικό γιά νά ἀκούσουμε αὐτό πού θέλουμε τελικά. Τότε, φυσικά, δέν μαθαίνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά κάνουμε τό δικό μας θέλημα.
«Γεμάτος ἀπό τή Χάρη τῆς πίστεως ζοῦσε μέσα στήν πραγματικότητα τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Θυμόμαστε ὅμως, πώς ὑποστήριζε ὅτι καί «κατ’ ἄνθρωπον», δηλαδή στό ψυχολογικό ἐπίπεδο, εἶναι εὔκολο νά διαπιστώσει κανείς τήν ὑπεροχή τῆς ὑπακοῆς στόν πνευματικό. Ἔλεγε πώς ὁ πνευματικός κατά τήν ἐκτέλεση τῆς διακονίας του ἀπαντᾶ στό ἐρώτημα ἐλεύθερος ἐκείνη τή στιγμή ἀπό τήν ἐπενέργεια τοῦ πάθους, κάτω ἀπό τήν ἐπίδραση τοῦ ὁποίου βρίσκεται αὐτός πού ρωτᾶ»20. Δηλαδή καί στό ἀνθρώπινο ἐπίπεδο, εἶναι καλύτερο νά πηγαίνουμε νά ρωτᾶμε τόν πνευματικό παρά νά πηγαίνουμε κατευθείαν στόν Θεό καί νά ρωτᾶμε. Διότι ὁ πνευματικός εἶναι ἐλεύθερος ἀπό τήν ἐπήρεια τοῦ πάθους, ἀπό τήν ὁποία ἐνδεχομένως δέν εἴμαστε ἐμεῖς ἐλεύθεροι ὅταν ρωτᾶμε εἴτε τόν πνευματικό εἴτε -ἄν τολμήσουμε- νά ρωτήσουμε καί ἀπευθείας τόν Θεό.
«Ὁ πνευματικός βλέπει καθαρότερα τά πράγματα καί εἶναι πιό -μᾶλλον- δεκτικός στήν ἐνέργεια τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ», ἐπειδή ἀκριβῶς δέν ἔχει μέσα του ἐν ἐνεργείᾳ τό πάθος ἀπό τό ὁποῖο ἐνδεχομένως κινούμαστε ἐμεῖς. «Ἡ ἀπάντηση τοῦ πνευματικοῦ θά ἔχει τίς περισσότερες φορές τή σφραγίδα τῆς ἀτέλειας». Δέν θά εἶναι ἡ τέλεια ἀπάντηση. «Ἀλλά αὐτό δέ σημαίνει ὅτι ὁ πνευματικός στερεῖται τή Χάρη νά γνωρίζει τό τέλειο, ἀλλά πώς τό τέλειο ὑπερβαίνει τίς δυνάμεις τοῦ ἐπερωτώντος»21. Γι’ αὐτό ὁ πνευματικός μᾶς δίνει μία μέση ἀπάντηση, πού ταιριάζει σέ μᾶς. Δέν εἶναι ἡ τέλεια ἀπάντηση, γιατί δέν τήν ἀντέχουμε τήν τέλεια ἀπάντηση καί δέν θά τήν κάνουμε. Ὁ Θεός λοιπόν -βλέπετε- προσαρμόζεται, θά λέγαμε, στόν ἄνθρωπο καί τοῦ δίνει τό κατάλληλο φάρμακο, πού μπορεῖ ν’ ἀντέξει ὁ ἄνθρωπος, ὄχι τό τέλειο. Γιατί δέν τό ἀντέχει τό τέλειο. Βλέπετε πόση εἶναι ἡ φιλανθρωπία καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ!
Ἑπομένως, ἡ ἀπάντηση πού θά πάρουμε δέν ἐξαρτᾶται ἀπ’ τόν πνευματικό. Μπορεῖ νά εἶναι πανάγιος ὁ πνευματικός, ἀλλά ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς τί μποροῦμε ν’ ἀντέξουμε. Αὐτό πού μποροῦμε ν’ ἀντέξουμε θά μᾶς δώσει ὁ Θεός διά τοῦ πνευματικοῦ.
«Ἡ ὑπόδειξη λοιπόν τοῦ πνευματικοῦ παρά τήν ἀτέλειά της, ἄν γίνει δεκτή μέ πίστη καί ἐκπληρωθεῖ πραγματικά», τήν τηρήσει, τήν ἐκπληρώσει, τήν ἐφαρμόσει, τήν ἀκολουθήσει ὁ ἐπερωτών, «ὁδηγεῖ πάντα στό ἀγαθό»22. Γιατί ὁ Θεός δέν θέλει νά μᾶς κατακρεουργήσει καί μ’ ἕνα βῆμα νά μᾶς πάει ἀπό τή βάση τοῦ βουνοῦ στήν κορυφή. Δέν γίνεται αὐτό. Εἶναι ἀπάνθρωπο. Δέν μπορεῖ νά τό κάνει ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλά τί θέλει; Ν’ ἀνέβουμε ἕνα σκαλοπάτι. Σ’ αὐτή, ἄς ποῦμε, τήν ἄνοδο θά ὑπηρετήσει ὁ πνευματικός καί θά πεῖ, νά αὐτό θά κάνεις τώρα. Γιά σένα εἶναι αὐτό. Μή ψάχνεις τά τέλεια καί τά πάνω ἀπό σένα.
«Αὐτή ἡ πορεία ὅμως συνήθως διαστρέφεται ὅταν ὁ ἐρωτών, βλέποντας μπροστά του τόν ἄνθρωπο», βλέπει τόν πνευματικό σάν ἄνθρωπο σκέτο καί ὄχι σάν «τύπο καί τόπο Χριστοῦ», «κλονίζεται στήν πίστη καί δέν ἀποδέχεται τόν πρῶτο λόγο τοῦ πνευματικοῦ, ἀλλά ἀντιλέγει, ἀντιπαραθέτωντας τίς δικές του ἰδέες καί ἀμφιβολίες»23. Τότε χαλάει τό πράγμα...
«Ὁ Γέροντας συζήτησε αὐτό τό σπουδαῖο θέμα μέ τόν Ἡγούμενο, τόν Ἀρχιμανδρίτη Μισαήλ». Ἔτσι λεγόταν ὁ Ἡγούμενος τοῦ ρωσικοῦ μοναστηριοῦ ἐκείνη τήν ἐποχή. Ὁ Μισαήλ κοιμήθηκε στίς 22 Ἰανουαρίου τό 1940. «Ἦταν ἄνθρωπος πνευματικός, πού εἶχε τή Χάρη καί τήν ὁλοφάνερη προστασία τοῦ Θεοῦ. Ὁ π. Σιλουανός -ὁ μετέπειτα Ἅγιος Σιλουανός- ρώτησε τόν Ἡγούμενο:
‐ Πῶς μπορεῖ ὁ μοναχός νά γνωρίσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ;
‐ Ὀφείλει -ἀπαντάει ὁ π. Μισαήλ- νά δέχεται τά πρῶτα λόγια μου ὡς θέλημα Θεοῦ»24.
Βλέπετε ἀπάντηση; Ξεκάθαρη ἀπάντηση! Ξεκάθαρη ἡ ἐρώτηση, ξεκάθαρη καί ἡ ἀπάντηση. Πῶς μποροῦμε νά μάθουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Δέν τοῦ λέει νά κάνει προσευχή καί νά τοῦ πεῖ ὁ Θεός. Ἀλλοίμονο… αὐτό εἶναι γιά τούς τέλειους. Θά μέ ρωτήσει καί θά πάρει τόν πρῶτο λόγο.
«Ὅποιος τό κάνει αὐτό, σ’ αὐτόν ἐπαναπαύεται ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἐάν ὅμως μοῦ φέρνει ἀντιρρήσεις, τότε ἐγώ, ὡς ἄνθρωπος, θά ὑποχωρήσω»25. Βλέπετε; Μετά καί ὁ πνευματικός ὑποχωρεῖ καί λειτουργεῖ ὡς ἄνθρωπος, ὅταν ἀντιμετωπίσει τήν ἀντίρρηση τοῦ ἐρωτῶντος.
«Τά λόγια τοῦ Ἡγουμένου Μισαήλ ἔχουν τό ἑξῆς νόημα: Ὁ πνευματικός, ὅταν τόν ρωτοῦν, προσεύχεται καί ζητᾶ ἀπό τόν Θεό σύνεση». Ζητάει ἀπό τόν Θεό νά τόν φωτίσει, ὥστε νά πεῖ στόν ἐξομολογούμενο τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν ἐρώτηση. Ὄχι τί σκέφτεται ὁ ἴδιος, ἀλλά τί θέλει ὁ Θεός ἀπό αὐτόν. «Ὡς ἄνθρωπος ὅμως ἀπαντᾶ ἀνάλογα μέ τό μέτρο τῆς πίστεώς του σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Καί ἡμεῖς πιστεύομεν, διό καί λαλοῦμεν»26 καί «ἐκ μέρους δέ γινώσκομεν καί ἐκ μέρους προφητεύομεν»27. Ὁ πνευματικός προσπαθώντας νά μή σφάλλει ὁ ἴδιος ὅταν δίδει συμβουλές ἤ ὑποδείξεις, μένει στήν κρίση τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, μόλις συναντήσει ἀντίρρηση ἤ ἐσωτερική ἀντίσταση τοῦ ἐρωτῶντος δέν ἐπιμένει συνήθως σέ ὅσα εἶπε, δέν τολμᾶ νά τά ἐπιβεβαιώσει ὡς ἔκφραση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, καί ὡς ἄνθρωπος ὑποχωρεῖ»28. Γιατί εἶναι ταπεινός καί σοῦ λέει, γιά νά μήν τό δέχεται ὁ ἄνθρωπος αὐτό, μήπως καί ἐγώ σφάλλω; Ὁπότε ἀρχίζει νά ὑποχωρεῖ.
«Αὑτή ἡ στάση ἦταν ὁλοφάνερη στή ζωή τοῦ Ἡγουμένου Μισαήλ. Κάποτε κάλεσε τόν ἀρχάριο μοναχό Πατέρα Σ. καί τοῦ ἀνέθεσε ἕνα πολύπλοκο και δύσκολο διακόνημα. Ὁ μοναχός τό δέχθηκε πρόθυμα. Ἔκανε τήν καθιερωμένη μετάνοια καί κατευθύνθηκε πρός τήν πόρτα». Εἶπε νά εἶναι εὐλογημένο ὁ ἄνθρωπος καί ἔφυγε. Δέν εἶπε, ἅγιε Ἡγούμενε, τί μοῦ λές τώρα;… εἶναι δύσκολο γιά μένα… δέν μπορῶ κ.λ.π. ὅπως λένε πολλοί καί πολλές ὅταν τούς λέει κάτι ὁ πνευματικός. Αὐτό εἶναι ταπεινολογία συνήθως. Ὁ ἄνθρωπος εἶπε, μέ τήν εὐχή σας πάτερ, θά τό κάνω. Τίποτα ἄλλο. Καί αὐτό εἶναι τό σωστό.
«Ξαφνικά ὁ Ἡγούμενος τόν φώναξε πίσω. Ὁ ὑποτακτικός σταμάτησε. Ὁ Ἡγούμενος χαμήλωσε τό κεφάλι στό στῆθος καί τοῦ εἶπε ἤρεμα ἀλλά σοβαρά:
‐ Πάτερ Σ, νά θυμᾶσαι, πώς ὁ Θεός δέν κρίνει δυό φορές». Ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ εἶναι μία καί εἶναι ξεκάθαρη. Ὁ Θεός δέν εἶναι ναί καί ὄχι. Τό ναί εἶναι ναί, τό ὄχι εἶναι ὄχι. Δέν συζητᾶμε δηλαδή μέ τόν Θεό. Καί μέ τόν πνευματικό δέν συζητᾶμε αὐτό πού θά μᾶς πεῖ, ἐφόσον ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Καί συνεχίζει «Γι’ αὐτό, ὅταν ἐσύ κάνεις κάτι ὑπακούοντας σέ μένα, τότε θά κριθῶ ἐγώ ἀπό τόν Θεό, ἐνῶ ἐσύ θά εἶσαι ἀπαλλαγμένος ἀπό τήν ὑποχρέωση τῆς ἀπολογίας»29.
- Βλέπετε τό μεγαλεῖο τῆς πνευματικῆς πατρότητας καί τῆς ὑπακοῆς;
Σοῦ εἶπε κάτι ὁ πνευματικός; Μήν ἀμφιβάλλεις. Μήν τό συζητᾶς. Μή λές, μήπως μοῦ λέει λάθος… ἄνθρωπος εἶναι κι αὐτός… δέν κάνει λάθη;.. καί ἑπομένως ἐγώ θά ζημιωθῶ ἄν κάνω ὑπακοή. Δέν πρόκειται ποτέ νά ζημιωθεῖς ἐσύ. Καί λάθος νά κάνει, ἐκεῖνος θά κριθεῖ γιά τό λάθος του. Ἐσύ θά ὠφεληθεῖς καί δέν θά δώσεις λόγο γιά τό λάθος τοῦ πνευματικοῦ. Ἐσύ θά ὠφεληθεῖς, ἐπειδή ἔκανες ὑπακοή, ἐπειδή ταπεινώθηκες.
«Ἐάν κανένας διαφωνοῦσε ἔστω καί λίγο μέ κάποια ἐντολή ἤ ὁδηγία τοῦ Ἡγουμένου Μισαήλ, τότε ὁ γενναῖος σέ ὅλα ἐκεῖνος ἀσκητής, παρά τήν διοικητική ἐξουσία πού ἀσκοῦσε», ἀφοῦ ἦταν Ἡγούμενος, «συνήθως τοῦ ἀπαντοῦσε: «ἐάν εἶναι ἔτσι, τότε καλῶς». Δέν τό συζητοῦσε. Τοῦ ἔφερνες ἀντίρρηση; Κάνε ὅπως θέλεις. «Κάμετε ὅπως θέλετε»30. Βλέπετε; Ἀμέσως ὑποχωροῦσε. «Καί δέν ἐπανελάμβανε τά λόγια του», νά πείσει. Νά τοῦ πεῖ, κοίταξε δέν εἶναι ἔτσι.. κάνε αὐτό πού σοῦ λέω.. Ὄχι! Δέν θέλεις; Ἐντάξει, κάνε ὅ,τι θέλεις.
«Τό ἴδιο καί ὁ Γέροντας Σιλουανός, ὅταν συναντοῦσε ἀντίσταση, ἀμέσως σιωποῦσε». Γι’ αὐτό θέλει πολλή προσοχή. Καί μή νομίζεις ὅτι ἐπειδή δέ σοῦ φέρνει ἀντίσταση σ’ αὐτό πού λές, ὅτι εἶναι καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐφόσον ἐσύ ἔφερες πρῶτος ἀντίρρηση στόν πρῶτο λόγο τοῦ πνευματικοῦ. Μετά μπαίνεις σέ ἐπικίνδυνες περιοχές, κάνεις δηλαδή οὐσιαστικά τό θέλημά σου.
«Γιατί αὐτό; Γιατί ἀπό τή μιά τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν ἀνέχεται οὔτε βία οὔτε φιλονικία»31. Τί λέει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ; «Τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ οὐ δεῖ μάχεσθαι»32. Δέν πρέπει νά μάχεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Πολύ περισσότερο ὁ πνευματικός. Ἄν ἐσύ εἶσαι φιλόνικος καί θέλεις νά τσακώνεσαι μέ ὅλους, ἀκόμα καί μέ τόν πνευματικό, δέν θά σοῦ τήν κάνει αὐτή τή χάρη ὁ πνευματικός. Θά σοῦ πεῖ, ἐντάξει παιδί μου, κάνε ὅπως θέλεις. Ἀλλά αὐτό τό ὅπως θέλεις, σημαίνει κάνε τό θέλημά σου καί αὐτό εἶναι πολύ φοβερό καί πολύ ἐπικίνδυνο γιά σένα.
«Ἀπό τή μιά», λοιπόν «τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν ἀνέχεται οὔτε βία οὔτε φιλονικία καί ἀπό τήν ἄλλη τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή ἔχει ὑπερβατικό χαρακτήρα», σημαίνει εἶναι κάτι πού μᾶς ξεπερνάει. Εἶναι κάτι ἄκτιστο τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος καί οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστες καί τό ἄκτιστο δέν ἐκφράζεται μέ κτιστά λόγια στήν πληρότητά του. Δέν μπορεῖ νά ἐκφραστεῖ, γιατί δέν ὑπάρχουν λόγια γιά νά ἐκφράσουμε τόν Θεό καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν πληρότητά του. Γι’ αὐτό καί πάντοτε τό ἐκφράζουμε σχετικά καί ὄχι ἀπόλυτα. «Δέν ἐκφράζεται», λοιπόν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ «μέ ἀπόλυτη πληρότητα. Δέν μπορεῖ νά κλειστεῖ στόν λόγο τοῦ πνευματικοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀναπόφευκτα τή σφραγίδα τῆς σχετικότητας. Ἔτσι, λοιπόν, μόνον ὅποιος δέχεται τόν λόγο ὡς ἀρεστό στόν Θεό, χωρίς νά τόν ὑποβάλλει στήν προσωπική του κρίση, ἤ ὅπως συνήθως λέμε «χωρίς ἀντιλογία», μόνο αὐτός βρίσκει τήν ἀληθινή ὁδό», βρίσκει τόν δρόμο «γιατί αὐτός πιστεύει πραγματικά ὅτι «παρά τῷ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστιν»33»34 καί προχωράει καί ὠφελεῖται καί δέν σφάλλει καί δέν πέφτει ἔξω.
«Τέτοια εἶναι ἡ ὁδός τῆς πίστεως, ὅπως τήν ξέρει καί τήν ἐπιβεβαιώνει ἡ μακραίωνη πεῖρα τῆς Ἐκκλησίας»35.
- Σοῦ εἶπε ὁ πνευματικός αὐτό;
Κάντο, θά γίνει. Εἶναι παράλογο... Ἄς εἶναι! Θά γίνει! Θυμηθεῖτε τόν Ἀπόστολο Πέτρο. Τί τοῦ εἶπε ὁ Χριστός; Πήγαινε μέρα-μεσημέρι στή λίμνη, ρίξε τά δίχτυα σου καί θά βρεῖς ψάρια. Τή στιγμή πού αὐτός ἦταν ψαράς καί ἤξερε πώς τά ψάρια δέν πιάνονται μέρα. Ἤξερε ὅτι τήν προηγούμενη νύχτα δέν εἶχε οὔτε λέπι.. Εἶχε διανυκτερεύσει καί δέν εἶχε πιάσει τίποτα… Ἤξερε ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι ψαράς. Καί σοῦ λέει, ἐγώ τώρα πού εἶμαι εἰδικός, θά κάνω ὑπακοή στόν μή εἰδικό; Καί ὅλα ὅσα μοῦ λέει εἶναι ἀνάποδα ἀπ’ αὐτά πού ξέρω τόσα χρόνια… Κι ὅμως ἔκανε ὑπακοή. Καί λειτούργησε ἡ ὑπακοή. Καί ἔπιασε ὅσα ψάρια δέν εἶχε πιάσει ποτέ του. Αὐτή εἶναι ἡ ὁδός τῆς πίστεως.
- Βλέπετε πῶς κρινόμαστε ἄν ἔχουμε πίστη ἤ ὄχι;
Ἐκεῖ φαίνεται ἄν ἔχουμε πίστη ἤ ὄχι, πῶς συμπεριφερόμαστε στόν πνευματικό μας πρωτίστως.
«Ποτέ δέν εἶναι ἀκίνδυνο νά μιλᾶς γιά αὐτά τά θέματα, γιατί ἄν καί εἶναι ἀποκεκαλυμμένο μυστήριο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς συγχρόνως ὅμως ξεπερνοῦν τά ὅρια τῆς συνηθισμένης ἄτονης πνευματικότητας»36. Ὄντως ἡ πνευματικότητά μας εἶναι πολύ ἄτονη. Οἱ πνευματικοί οἱ περισσότεροι, γιά νά μήν πῶ ὅλοι οἱ πνευματικοί, εἴμαστε σχεδόν ἀπογοητευμένοι, γιατί οἱ ἄνθρωποι δέν ξέρουν νά ἐξομολογηθοῦν, δέν ξέρουν τί ἐστί μετάνοια, τί ἐστί πνευματική καθοδήγηση, τί ἐστί ἐξομολόγηση. Καί πολύ περισσότερο δέν ζοῦνε αὐτό τό μυστήριο τῆς πίστεως καί τῆς ὑπακοῆς.
«Πολλοί μπορεῖ νά ἐννοήσουν στραβά τόν λόγο, νά τόν ἐφαρμόσουν ἀντικανονικά στήν πράξη, καί τότε, ἀντί νά ὠφεληθοῦν, εἶναι δυνατόν νά ζημιωθοῦν, κυρίως ὅταν ὁρμοῦν στόν ἀγῶνα μέ ὑπερηφάνεια καί αὐτοπεποίθηση.
Ὅταν κάποιος ζητοῦσε τή συμβουλή τοῦ Γέροντα, αὐτός δέν εὐχαριστιόταν καί δέν ἤθελε νά δίδει συμβουλές ἀπό τόν νοῦ του»37, ἀπό τό μυαλό του. Καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι. Κάποτε ἕνα πνευματικοπαίδι εἶχε πάει στόν Ἅγιο Πορφύριο, ἦταν κουρασμένος ὁ Γέροντας.. τοῦ λέει, θέλεις νά σοῦ ἀπαντήσω τώρα ἀπό τό μυαλό μου ἤ αὔριο ἀφοῦ κάνω προσευχή νά σοῦ πῶ τί θέλει ὁ Θεός; Γιατί ξέρουν οἱ Ἅγιοι ὅτι ὅταν μιλᾶνε ἀπό τό μυαλό τους γίνονται λάθη. Τοῦ λέει, αὔριο Γέροντα. Καί τήν ἄλλη μέρα πῆρε τήν ἀπάντηση.
«Θυμόταν», ὁ Ἅγιος Σιλουανός, «τά λόγια τοῦ Ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ». Τί ἔλεγε αὐτός ὁ Ἅγιος; «Ὅταν μιλοῦσα ἀπό τόν νοῦ μου, τότε γίνονταν λάθη», καί πρόσθετε «τά λάθη μπορεῖ νά εἶναι μικρά, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί μεγάλα».
Ὁ Γέροντας εἶχε πεῖ στόν Πατέρα Στρατόνικο, πώς «οἱ τέλειοι δέν λέγουν τίποτε δικό τους, λέγουν μόνον ὅ,τι τούς δίδει τό Πνεῦμα». Ὅ,τι τούς δίνει δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα. «Αὐτή ἡ κατάσταση ὅμως δέν χορηγεῖται πάντα στόν ἴδιο βαθμό οὔτε καί σ’ αὐτούς πού πλησίασαν τήν τελειότητα. Ἄλλωστε οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ ὑπόλοιποι Ἅγιοι δέν ἔκαναν πάντοτε θαύματα οὔτε τό προφητικό Πνεῦμα ἐνεργοῦσε ὁμοιόμορφα στούς Προφῆτες, ἀλλά ἄλλοτε ἐνεργοῦσε μέ μεγάλη δύναμη καί ἄλλοτε τούς ἐγκατέλειπε.
Ὁ Γέροντας διέκρινε καθαρά τόν λόγο πού βγαίνει ἀπό τήν πεῖρα», ἀπό τήν ἐμπειρία, «ἀπό τήν ἄμεση ὑπόδειξη τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἀπό τόν λόγο πού δίδει τό Πνεῦμα», τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὑπάρχει διαφορά. «Καί τό πρῶτο εἶναι πολύτιμο», νά σοῦ ἀπαντήσει ἀπό τήν πεῖρα του ὁ πνευματικός, ἀλλά πιό ὑψηλό καί πιό σίγουρο εἶναι τό δεύτερο», νά σοῦ μιλήσει ἐμπνεόμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. «Μερικές φορές ἔλεγε στόν ἐρωτῶντα μέ πεποίθηση καί συγκεκριμένα πώς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό καί ἐκεῖνο». Τό ἔλεγε ξεκάθαρα. «Ἄλλοτε ἀπαντοῦσε πώς δέν γνωρίζει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ»38. Γατί; Γιατί δέν τοῦ τό ἔλεγε τό Ἅγιο Πνεῦμα, δέν τοῦ τό ἀποκάλυπτε.
- Γιατί δέν τοῦ τό ἀποκάλυπτε;
Γιατί ἔτσι ἔκρινε ὁ Θεός. Δέν εἶναι πάντοτε ἡ ὥρα κατάλληλη νά μᾶς ἀποκαλύψει ὁ Θεός τό θέλημά Του. «Ἔλεγε ἀκόμα ὅτι πολλές φορές ὁ Θεός δέν ἀποκαλύπτει τό θέλημά Του οὔτε στούς ἁγίους, γιατί αὐτός πού τούς ρώτησε τό ἔκανε μέ δίψυχη καρδιά»39. Προσέξτε, δέν φταίει ὁ ἅγιος. Φταίει αὐτός πού ρωτάει. Γιατί αὐτός πού ρωτάει εἶναι δίψυχος. Δηλαδή, δέν θέλει στήν πραγματικότητα νά μάθει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁπότε καί ὁ Θεός δέν τοῦ τό ἀποκαλύπτει. Δέν τό δίνει στόν ἅγιο νά τοῦ τό πεῖ. Γιατί δέν εἶναι εὐθύς αὐτός πού ρωτάει, ὄχι ὁ Ἅγιος.
«Κατά πώς ἔλεγε ὁ Γέροντας, ὅποιος προσεύχεται συνεχῶς καί προσεκτικά, δοκιμάζει πολλές ἀλλαγές: πόλεμο μέ τόν ἐχθρό, πάλη μέ τούς ἀνθρώπους, ἀγῶνα κατά τῶν παθῶν καί τῆς φαντασίας. Μέσα σ’ ὅλες αὐτές τίς περιστάσεις τό μυαλό θολώνει γιά τόν α ἤ β λόγο, καί ἔτσι ὅλα ἀποκτοῦν μία ἀσάφεια. Ὅταν ὅμως ἔλθει ἡ καθαρή προσευχή, καί ὁ νοῦς ἑνωμένος μέ τήν καρδιά παρουσιάζεται ἥσυχα στόν Θεό, ὅταν ἡ ψυχή αἰσθάνεται μέσα τή Χάρη καί παραδοθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀπαλλαγμένη ἀπό τή συσκοτιστική ἐνέργεια τῶν παθῶν καί τῆς φαντασίας, τότε ὁ προσευχόμενος ἀκούει καθαρά τίς ὑποδείξεις τῆς Χάρης.
Ὅταν αὐτό τό ἔργο, τήν ἀναζήτηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ μέ τήν προσευχή, τό ἀναλαμβάνει κανείς χωρίς νά ἔχει τήν ἀπαραίτητη πεῖρα, ὅταν δέν μπορεῖ «ἐκ γεύσεως» νά διακρίνει σωστά τήν ἐνέργεια τῆς Χάρης ἀπό τίς ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν, καί κυρίως τῆς ὑπερηφάνιας, τότε εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀπευθύνεται στόν πνευματικό ὁδηγό. Πρίν ἀπό τήν κρίση τοῦ πνευματικοῦ ὅμως, ὅταν ἀντιμετωπίζει ὁποιοδήποτε πνευματικό φαινόμενο, πρέπει νά τηρεῖ αὐστηρά τήν ἀσκητική ἀρχή: «Μή δέχεσαι καί μήν ἀπορρίπτεις»40. Σοῦ συμβαίνει κάτι. Δέν ξέρεις τί εἶναι. Οὔτε νά τό δεχτεῖς, νά πεῖς εἶναι ἀπό τόν Θεό, οὔτε νά τό ἀπορρίψεις, ὅτι δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό. Τί θά κάνεις; Θά ρωτήσεις. Θά ρωτήσεις τόν πνευματικό. Μέχρι τότε οὔτε θά ἀπορρίψεις οὔτε θά τό δεχτεῖς. Αὐτή εἶναι ἡ ἀσφαλής ὁδός.
«Ὅταν δέν δέχεται ὁ χριστιανός προφυλάσσει τόν ἑαυτό του ἀπό τόν κίνδυνο νά ἀποδεχθεῖ δαιμονική ἐνέργεια ἤ δαιμονική ὑποβολή ὡς δῆθεν θεϊκή. Ἔτσι θά μάθει «προσέχειν πνεύμασι πλάνοις», νά προσέχει τά πνεύματα τῆς πλάνης, «καί διδασκαλίαις διαμονίων»41»42 καί τίς διδασκαλίες τῶν δαιμόνων, γιατί ἔχει καί ὁ διάβολος τά «φῶτα» του, τά κτιστά του «φῶτα», πού εἶναι σκότος. Ἀλλά ἐμφανίζεται καί ὡς ἄγγελος φωτός.
Ὅταν ὁ χριστιανός λοιπόν δέν δέχεται τίποτα, καί εἶναι βασική ἀρχή αὐτή, μέχρι νά ρωτήσει τόν πνευματικό «θά ἀποφεύγει νά ἀπονέμει θεία προσκύνηση στούς δαίμονες»43. Ὅπως δυστυχῶς τό ἔπαθαν πολλοί, καί ἀσκητές ἀκόμα, καί εἶναι γραμμένα αὐτά στά βιβλία, πού προσκύνησαν τόν διάβολο γιατί ἐμπιστεύτηκαν καί δέν κατέθεσαν τήν ἐμπειρία τους σέ πνευματικό. Ἐμπιστεύτηκαν τήν κρίση τους, τόν ἑαυτό τους.
«Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὅταν δέν ἀπορρίπτει ὁ ἄνθρωπος, -εἴπαμε οὔτε νά δέχεται οὔτε καί νά ἀπορρίπτει- «ἀποφεύγει ἄλλον κίνδυνο». Ποιόν; «Νά ἀποδώσει τήν θεία ἐνέργεια στούς δαίμονες καί ἔτσι νά ὑποπέσει στό ἁμάρτημα τῆς «βλασφημίας κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ὅπως οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἀπέδωσαν τήν ἐκδίωξη τῶν δαιμονίων ἀπό τόν Χριστό», σέ ποιόν; «Τῷ Βεελζεβούλ, ἄρχοντι τῶν δαιμονίων»44»45. Καί τί λέγανε; Μήν Τόν προσέχετε... ἐπειδή εἶναι ἀρχηγός τῶν δαιμόνων, γι’ αὐτό βγάζει δαιμόνια ὁ Χριστός. Αὐτή εἶναι ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἁμαρτία ἡ ὁποία δέν συγχωρεῖται.
- Καί γιατί δέν συγχωρεῖται;
Διότι αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν πρόκειται νά ζητήσει συγγνώμη γιά αὐτή τήν ἁμαρτία. Εἶναι ἀμετανόητη ἁμαρτία. Καί ἡ ἀμετανόητη ἁμαρτία φυσικά δέν συγχωρεῖται. Ὅταν, λοιπόν, τίς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τίς ἀποδίδεις στούς δαίμονες, κάνεις αὐτή τήν ἀσυγχώρητη ἁμαρτία, βλασφημεῖς στό Ἅγιο Πνεῦμα. Τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ δηλαδή τήν ἀποδίδεις στούς δαίμονες. Κλασσικό παράδειγμα οἱ Φαρισαῖοι. Κλασσικό παράδειγμα οἱ διῶκτες καί οἱ βασανιστές τῶν χριστιανῶν. Διαβάστε στά Συναξάρια τά μαρτυρολόγια νά δεῖτε πόσες φορές οἱ μάρτυρες τήν ὥρα πού τούς βασάνιζαν, ἔκαναν θαύματα.
- Καί τί λέγανε οἱ διῶκτες πού ἦταν πωρωμένοι καί διεστραμμένοι;
«Μάγοι εἶναι... μαγεῖες κάνουνε. Μέ τή δύναμη τοῦ διαβόλου κάνουν τά θαύματα». Βλασφημοῦσαν στό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐνῶ οἱ Ἅγιοι θαυματουργοῦσαν, αὐτοί λέγανε ὅτι εἶναι μάγοι.
Τρίτο παράδειγμα, ὁ πατήρ Πορφύριος. Ξέρετε πόσοι λέγανε ὅτι αὐτά πού ἔλεγε καί ἔκανε ὁ π. Πορφύριος ἦταν ἐνέργειες δαιμονικές; Βλασφημία στό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτό, κανόνας: οὔτε δέχεσαι, ἀλλά οὔτε καί ἀπορρίπτεις, πρίν ρωτήσεις τόν πνευματικό.
«Ὁ δεύτερος κίνδυνος», τό νά ἀπορρίψει ὁ ἄνθρωπος καί νά θεωρήσει ὅτι ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἐνέργεια δαιμονική, «εἶναι φοβερώτερος ἀπό τόν πρῶτο κίνδυνο»46, τό νά δεχτεῖς κάτι δαιμονικό ὡς θεϊκό.
- Γιατί εἶναι φοβερώτερο τό νἀ ἀπορρίψεις τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί νά τή θεωρήσεις δαιμονική ἐνέργεια;
«Γιατί ἔτσι ἡ ψυχή μπορεῖ νά συνηθίσει νά ἀρνεῖται τή χάρη καί νά τή μισεῖ». Καί ἔχουμε σήμερα ἀνθρώπους πού δέν πιστεύουν στά θαύματα. Σοῦ λέει, ποῦ τά εἶδες τά θαύματα; Δέν γίνονται θαύματα... τίποτα.. δέν ὑπάρχουν τέτοια πράγματα. Κι ἄν τούς πεῖς κάτι, θά πεῖ, ἔ καλά τώρα, φαντασία σου... ἤ φυσικοί νόμοι... τύχη.. Μή πεῖς ὅμως ὅτι τό ἔκανε ὁ Θεός. Σέ καμιά περίπτωση. Θά σέ εἰρωνευτοῦνε, θά σέ ἐμπαίξουν.. Βλέπε δημοσιογράφοι.
Αὐτό εἶναι ἡ χειρότερη ἁμαρτία. Εἶναι ἡ ἀμετανόητη ἁμαρτία ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέν εἶναι ἁπλό πράγμα.
«Μπορεῖ μάλιστα νά συνηθίσει ὁ ἄνθρωπος αὐτός τόσο πολύ στήν κατάσταση τῆς Θεομαχίας», γιατί αὐτό εἶναι Θεομαχία. Μάχεσαι τόν Θεό, ὅταν ἀποδίδεις τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ στόν διάβολο. Αὐτή λοιπόν ἡ κατάσταση τῆς Θεομαχίας μπορεῖ νά γίνει τόσο συνήθη στόν ἄνθρωπο «ὥστε νά εἶναι προσδιοριστική γιά τήν αἰωνιότητα». Δηλαδή ὁ ἄνθρωπος νά κολαστεῖ ἐξαιτίας ἀκριβῶς αὐτῆς τῆς Θεομαχίας. «Γι’ αὐτό ἡ ἁμαρτία αὐτή «οὐκ ἀφεθήσεται οὔτε ἐν τῷ νῦν αἰῶνι οὔτε ἐν τῷ μέλλοντι»47», εἶπε ὁ Χριστός. Οὔτε τώρα οὔτε στήν αἰωνιότητα. «Στήν προηγούμενη πλάνη μπορεῖ εὐκολώτερα ἡ ψυχή νά ἀναγνωρίσει τό ψεῦδος καί νά πετύχει τή σωτηρία μέ τή μετάνοια, γιατί ὁποιαδήποτε ἁμαρτία συγχωρεῖται, ἐκτός ἀπό τήν ἀμετανόητη»48. Ὅταν ἀποδώσεις τήν ἐνέργεια τοῦ δαίμονα στόν Θεό καί προσκυνήσεις τόν δαίμονα εἶναι βαρύ ἁμάρτημα, βαρύτατο. Ἀλλά ἐφόσον μετανοήσει ὁ ἄνθρωπος, συγχωρεῖται. Στήν περίπτωση ὅμως πού ἀρνεῖσαι τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀποδίδεις στόν διάβολο, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά μετανοήσεις. Γι’ αὐτό λέει ὅτι αὐτή ἡ ἁμαρτία δέν συγχωρεῖται.
«Θά ἔπρεπε νά μιλήσουμε ἐκτενέστερα γιά τόν ἐξαιρετικά σπουδαῖο ἀσκητικό κανόνα, τό «μή δέχεσαι καί μήν ἀπορρίπτεις», καί γιά τό πῶς ἐφαρμόζεται στή ζωή τοῦ χριστιανοῦ. Τό παρόν βιβλίο ὅμως ἔχει σκοπό νά ἐκθέσει μόνο τίς βασικές θέσεις καί ὄχι τίς λεπτομέρειες, γι’ αὐτό ἐπιστρέφουμε στό προηγούμενο θέμα.
Ἡ ἐπίγνωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ στήν τελειότερη μορφή της μέ τήν προσευχή εἶναι σπάνιο φαινόμενο. Εἶναι ἐφικτή μόνο μετά ἀπό μεγάλους κόπους, βαθειά πεῖρα, πάλη ἐναντίον τῶν παθῶν, μετά ἀπό πολλούς καί βαρεῖς πειρασμούς ἀπό τούς δαίμονες καί προπαντός χάρη στή μεγάλη βοήθεια τοῦ Θεοῦ»49. Τό νά μαθαίνει δηλαδή κανείς ἀπευθείας ἀπό τόν Θεό διά τῆς προσευχῆς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά ἔχεις ὅλες αὐτές τίς προϋποθέσεις.
«Ἡ ἔνθερμη προσευχή ὅμως πού ζητᾶ τήν θεία βοήθεια εἶναι ἔργο ἀγαθό καί ἀπαραίτητο γιά ὅλους: προϊσταμένους καί ὑποτακτικούς, γεροντότερους καί νεότερους, δασκάλους καί μαθητές, πατέρες καί παιδιά». Τό ὅτι δέν μποροῦμε νά μάθουμε ἄμεσα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιατί δέν εἴμαστε σέ κατάσταση πνευματική καλή, αὐτό δέ σημαίνει ὅτι δέν πρέπει καί νά προσευχόμαστε νά μᾶς φανερώσει διά τοῦ πνευματικοῦ ὁ Θεός τό θέλημά Του. Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος πάει ἔτσι στόν πνευματικό, ἀφοῦ προηγουμένως ἔχει κάνει προσευχή ὥστε ὁ Θεός νά ἀποκαλύψει στόν πνευματικό καί ὄχι σ’ αὐτόν, ἀφοῦ αὐτός δέν εἶναι ἕτοιμος, δέν εἶναι ἄξιος, τό θέλημά Του, θά τοῦ τό κάνει ὁ Θεός. Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά μήν τοῦ τό κάνει.
«Ὁ Γέροντας ἐπέμενε πώς ὅλοι ἀνεξαιρέτως, ἄσχετα ἀπό θέση, καταστάση καί ἡλικία, ὅλοι πρέπει παντοῦ καί πάντα, νά παρακαλοῦν τόν Θεό, καθένας μέ τόν τρόπο του, νά τούς δώσει φρόνηση. Ἔτσι θά πλησιάζουν βαθμιαῖα τήν πορεία τους στήν ὁδό τοῦ ἁγίου θελήματος τοῦ Θεοῦ, ἕως ὅτου φθάσουν στήν τελειότητα»50.
Βλέπετε πόσο εἶναι λεπτό καί σπουδαῖο αὐτό τό θέμα καί βέβαια καθόλου ἐπουσιῶδες.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ.: Εὐλογεῖτε πάτερ. Ἄν ὁ ἐξομολογούμενος εἶναι πιστός ὄντως, ἀλλά ὁ πνευματικός εἶναι ἐκκοσμικευμένος ἤ οἰκουμενιστής, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ θά ἐνεργήσει; Θά φανερώσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἤ θά φανερώσει αὐτό πού ἔχει στό μυαλό του; Καί τί θά πρέπει νά κάνει ὁ ἐξομολογούμενος; Νά ὑπακούσει;
Ἀπ.: Ἄν εἶναι ἐκκοσμικευμένος, δέν θά προσεύχεται. Ὁπότε δέν θά πάρει καί σωστή ἀπάντηση. Ἐδῶ τίθεται ἕνα ἄλλο θέμα: πῶς διαλέγουμε τόν πνευματικό μας. Γιατί πᾶς στό νοσοκομεῖο, ἀλλά στό νοσοκομεῖο ἤ ἐνδεχομένως ἔξω ἀπό τόν νοσοκομεῖο ὑπάρχουν καί οἱ λεγόμενοι τσαρλατάνοι. Ἄν πᾶς φυσικά σέ τσαρλατάνο, δέν θά θεραπευτεῖς. Καί ὑπάρχουν πολλοί τέτοιοι... Ἔτσι καί στά πνευματικά. Ἐννοεῖται ὅτι ἔχουμε σωστό πνευματικό. Καί ὅταν λέμε σωστό πνευματικό δέν ἐννοοῦμε θαυματουργό. Μπορεῖ νά μήν κάνει θαύματα. Ἤ χαρισματοῦχο καί πολύ χαρισματοῦχο... διορατικό, προορατικό κ.λ.π. πράγματα πού ἄν τά ἔχει, μακάρι νά τά ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά εἶναι σπάνια. Ἐννοοῦμε, ὅπως λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος -πού διαβάζουμε τή Μεγάλη Σαρακοστή κατεξοχήν, καί ὅλο τόν χρόνο πρέπει νά διαβάζουμε- νά ζητᾶτε, λέει, ὄχι χαρισματούχους καί θαυματουργούς, ἀλλά ταπεινούς. Ἀνθρώπους ταπεινούς, πνευματικούς ταπεινούς. Καί ταπεινός σημαίνει, πολύ ἁπλά, ὑποτασσόμενος στούς Ἁγίους Πατέρες. Ὅπως τό λέμε «ἑπόμενος τοῖς ἁγίοις πατράσι». Αὐτός εἶναι ὁ ταπεινός. Αὐτός πού ἕπεται, ἀκολουθεῖ δηλαδή, τούς Ἁγίους Πατέρες. Ὄχι πάει δίπλα τους ἤ πάει μπροστά τους καί εἶναι μεταπατερικός ἤ δέν ξέρω τί ἄλλο.. πῶς μποροῦμε νά τόν ὀνομάσουμε... λέει ὅτι εἴμαστε κι ἐμεῖς πατέρες... καί μποροῦμε νά ὑπερβοῦμε τούς Ἁγίους Πατέρες, γιατί αὐτοί μίλησαν κάποτε καί εἶπαν αὐτά πού εἶπαν γιά τότε... τώρα ἔχουν ἀλλάξει τά πράγματα καί θά ποῦμε ἐμεῖς... Αὐτά πού σᾶς λέω, λέγονται ἀπό πνευματικούς. Καί ἀπό ἐπισκόπους, σύγχρονους... Ἀλλά φυσικά αὐτοί δέν ἔχουν ταπεινό φρόνημα, γιατί δέν εἶναι «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι».
Λοιπόν, τό πρῶτο εἶναι αὐτό, ἐάν ὁ πνευματικός εἶναι ἑπόμενος. Ἕνα κριτήριο βασικό. Ἐάν, δηλαδή, σέβεται τούς Ἁγίους Πατέρες, σέβεται τήν ἱερά Παράδοση, σέβεται τούς ἱερούς Κανόνες. Γιατί μέσα στήν ἱερά Παράδοση εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι οἱ ἱεροί Κανόνες, εἶναι οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν καί τῶν Τοπικῶν Συνόδων, εἶναι ὅλος ὁ λειτουργικός μας πλοῦτος, ὅλα αὐτά πού ψάλλουμε στήν Ἐκκλησία, εἶναι φυσικά ἡ Θεία Λειτουργία, ὅλα τά μυστήρια, εἶναι καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τά συγγράματά τους, τά ὁποῖα εἶναι ἐξίσου θεόπνευστα, ὅπως καί ἡ Ἁγία Γραφή καί ἰσότιμα καί ὁμότιμα καί ἰσόκυρα. Ὅταν ἀρνεῖσαι λοιπόν τούς Ἁγίους Πατέρες ἤ λές μπορῶ κι ἐγώ νά μιλήσω.. νά πῶ κάτι διαφορετικό.. ἤ νά τούς ὑπερβῶ ἤ νά τούς διαχειριστῶ -τό λένε κι αὐτό «νά διαχειριστοῦμε τούς Ἅγιους Πατέρες»- ἤ μπορῶ νά διαχειριστῶ τούς ἱερούς Κανόνες-τό λένε κι αὐτό- ἤ καί τήν Ἁγία Γραφή ἤ ἀκόμα καί νά τά συντρίψω -τό λένε κι αὐτό- τότε φυσικά, σίγουρα, καταλαβαίνεις ὅτι αὐτός δέν εἶναι πνευματικός καί δέν πρέπει νά τόν ἐμπιστευτεῖς, γιατί δέν εἶναι ταπεινός. Καί ὅταν δέν εἶναι ταπεινός, θά εἶναι ὑπερήφανος. Δέν ἔχει ἄλλο. Ἤ ταπεινός θά εἶσαι ἤ ὑπερήφανος. Ἄν δέν εἶσαι τό ἕνα, θά εἶσαι τό ἄλλο. Ἄν δέν εἶσαι στό φῶς, θά εἶσαι στό σκοτάδι. Καί ὁ ὑπερήφανος ἔχει ἀντιμέτωπο ποιόν; Τόν Θεό. Ἑπομένως δέν πρόκειται ὁ Θεός νά εὐδοκήσει σ’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο.
Τώρα, ἄν ἐσύ δέν τό ξέρεις, τί εἶναι αὐτός, καί πέσεις στήν παγίδα, καί πᾶς μέ ὅλη σου τήν καλή διάθεση καί ἀφοῦ ἔχεις κάνει προσευχή κ.λ.π. καί ἔχεις παρακαλέσει τόν Θεό νά μάθεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, θά παραχωρήσει ὁ Θεός καί μέσω αὐτοῦ νά μάθεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί θά τό πεῖ χωρίς νά τό θέλει κι αὐτός. Ἀλλά σᾶς λέω ὅτι θά πρέπει νά προσέχουμε πάρα πολύ, ἀπ’ τή δική μας μεριά καί νά μήν κάνουμε πειράματα μέ τήν ψυχή μας. Νά προσέχουμε σέ ποιούς πνευματικούς πᾶμε. Αὐτό τό ἔλεγε πολύ ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Καί ὑπάρχουν κριτήρια. Σᾶς εἶπα ἕνα βασικό κριτήριο, ἄν εἶναι «ἑπόμενος τοῖς ἁγίοις πατράσι».
Ἄλλο κριτήριο -μᾶς τά δίνει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος- ἄν ζεῖ ὅπως ζοῦσαν οἱ Ἅγιοι. Νά δεῖς τή ζωή του. Ἄν ζεῖ ἀσκητικά δηλαδή, μέ νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, αὐτό θά πεῖ ἀσκητικά. Ἄσχετα ἄν εἶναι μέσα στόν κόσμο. Δέν σημαίνει, ἐπειδή εἶναι μέσα στόν κόσμο, δέν θά ζεῖ ἀσκητικά. Ἐδῶ μιλᾶμε ὅτι καί οἱ λαϊκοί πρέπει νά ζοῦνε ἀσκητικά. Πόσο μᾶλλον ὁ πνευματικός.. Ἕνα δεύτερο κριτήριο λοιπόν βασικό εἶναι αὐτό.
Ἕνα τρίτο κριτήριο εἶναι ἡ ἔξωθεν μαρτυρία. Ὄχι ἀπό τόν ὄχλο, τί λέει ὁ πολύς λαός, γιατί ὁ πολύς λαός -δυστυχῶς- πλανᾶται. Καί πολλοί τρέχουνε σέ πνευματικούς τάχατες ὀνομαστούς, ὄχι γιατί εἶναι καλοί πνευματικοί, πραγματικά καλοί, ἀλλά γιατί ἀναπαύουν τά πάθη τους. Καί νέοι ἄνθρωποι σοῦ λένε, ναί, αὐτός εἶναι νέος ἄνθρωπος θά σέ καταλάβει.. ἤ εἶναι ἔγγαμος.. γιατί οἱ ἔγγαμοι εἶναι ἄλλο εἶδος.. ἔχουν ἄλλες ἀντιλήψεις... Λές καί ὁ κάθε πνευματικός ἔχει τή δική του ἀντίληψη! Δυστυχῶς, ὑπάρχουν τέτοιοι. Καί μπορεῖ νά τρέχουνε πολλοί... ἀλλά γιατί τρέχουνε;
Ἑπομένως τό κριτήριο δέν εἶναι οἱ πολλοί, ἀλλά οἱ Ἅγιοι. Καί ὑπάρχουν καί ἅγιοι μέσα στούς λαϊκούς. Σᾶς βεβαιώνω, ἔχω συναντήσει ἀνθρώπους ἁγίους λαϊκούς καί σέ πολύ ὑψηλότερη μοίρα ἀπό πολλούς πνευματικούς. Λοιπόν, αὐτοί εἶναι τό κριτήριο καί αὐτοί θά σοῦ ποῦνε ποιός εἶναι ὁ καλός πνευματικός. Αὐτοί θά σοῦ ποῦνε. Ἑπομένως, ἡ ἔξωθεν καλή μαρτυρία ἀπό τούς ἁγίους ὅμως, ὄχι ἀπό τόν ὄχλο, ἀπό τούς πολλούς.
Καί ἀκόμα ἕνα ἄλλο κριτήριο εἶναι πλέον καί ἡ δική σου προσωπική πεῖρα. Θά πᾶς μιά, θά πᾶς δυό, θά πᾶς τρεῖς, θά δεῖς ἄν θεραπεύεσαι. Ἐννοεῖται βέβαια ὅτι θά κάνεις ὑπακοή σ’ αὐτά πού θά σοῦ πεῖ. Ὅταν λοιπόν πᾶς σ΄ ἕναν καλό γιατρό, τί γίνεται; Ἀπό τίς πρῶτες ἐπισκέψεις βλέπεις μία βελτίωση. Ὁ πυρετός ἀρχίζει νά πέφτει, τά συμπτώματα νά ὑποχωροῦν, καί λές, νά, μοῦ ἔδωσε τή σωστή θεραπεία. Πᾶμε καλά.. Ἔτσι δέν εἶναι; Καί καταλαβαίνεις καί προσωπικά πλέον, ἀπό τήν προσωπική σου πεῖρα ὅτι ἔπεσες σέ καλά χέρια. Ἄν βλέπεις ὅτι πᾶς μιά, δυό, τρεῖς καί ἀντί νά καλυτερεύεις χειροτερεύεις, κάτι δέν πάει καλά. Ὄχι μέ σένα, μέ τόν γιατρό. Ἐφόσον φυσικά κάνεις ὑπακοή καί παίρνεις αὐτά τά φάρμακα πού σοῦ δίνει. Ὁπότε ὑπάρχει κι αὐτό τό κριτήριο.
Ὅλα αὐτά σᾶς τά λέω, γιά νά τά ἔχετε ὑπόψη σας καί νά προσέχετε πολύ. Ὡστόσο, ξαναλέω, τά πάντα, βλέπετε, ὁ Θεός τά ἐξαρτᾶ ἀπό ἐμᾶς. Καί λέει κάπου στήν Ἁγία Γραφή «ἐάν ἐπλανήθη ὁ προφήτης, ὁ Θεός τόν ἐπλάνησε»51. Γιατί πλανήθηκε ὁ προφήτης; Γιατί αὐτός πού τόν ρώτησε ἦταν πλανεμένος καί διεστραμμένος καί δέν ἤθελε νά μάθει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ Θεός παραχώρησε νά μάθει τό πλανεμένο, τό λάθος. Γιατί φταίει αὐτός πού ρωτάει. Ἐξαρτᾶται δηλαδή ἀπό τό πνεῦμα μέ τό ὁποῖο πᾶμε ἐμεῖς. Μπορεῖ νά πᾶς στόν πιό ἅγιο πνευματικό καί νά πλανήσει ὁ Θεός τόν πνευματικό γιατί ἐσύ φταῖς. Δέν πᾶς μέ τό σωστό πνεῦμα. Βλέπετε; Δέν εἶναι μηχανιστικά τά πράγματα ἤ μαγικά, οὔτε ὀρθολογιστικά. Καί ἐξαρτᾶται ὄχι μόνο ἀπό τήν κατάσταση τοῦ πνευματικοῦ ἀλλά καί ἀπό τή δική μας διάθεση, μέ τήν ὁποία προσερχόμαστε γιά νά μάθουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, λέει, ὁ Θεός εἶναι εὐθύς52 καί ἀγάπησε εὐθύτητα καί τούς εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ, ὄχι τούς πονηρούς, ὄχι τούς δίψυχους, ὄχι τούς ὕπουλους, ὄχι τούς ἀνθρώπους πού προσπαθοῦν καί μέσω τοῦ πνευματικοῦ νά κατοχυρώσουν τό θέλημά τους καί τά πάθη τους. Ὄχι! Ἐκεῖ ὄντως πλανῶνται. Καί δυστυχῶς ὑπάρχουν καί τέτοιοι «πνευματικοί» πού ὑπηρετοῦν αὐτή τήν κατάσταση. Καί σοῦ λέει ὁ ἄλλος, μιά χαρά εἶμαι, καί τή ζωή τήν κοσμική τήν κάνω καί παίρνω καί εὐλογία! Ἔτσι νομίζει… ἀλλά στήν πράξη ἔχει ἄγχος, ἔχει ἀνασφάλειες, ἔχει κατάθλιψη, πηγαίνει καί σέ κανένα ψυχίατρο-ψυχολόγο παίρνει καί χάπια… γιατί τοῦ τό ἔχει πεῖ ὁ πνευματικός κι αὐτό! Ὑπάρχουν καί πνευματικοί πού στέλνουν στούς ψυχιάτρους… γιατί δέν μπορεῖ ὁ πνευματικός, λέει, νά τά κάνει ὅλα… ὁ πνευματικός θά κάνει τά πνευματικά. Τά ψυχολογικά καί τά ψυχιατρικά στόν ψυχίατρο. Ὑπάρχουν καί τέτοιοι πνευματικοί. Πόσο λοιπόν εἶναι θεραπευμένος αὐτός ὁ ἄνθρωπος; Θά τό κρίνετε ἐσεῖς!
………………
Θά ποῦμε χρόνια πολλά, καλή Μεγάλη Ἑβδομάδα καί καλή Ἀνάσταση! Ἡ ἑβδομάδα αὐτή εἶναι ἡ ὡραιότερη τοῦ χρόνου, ὅπως λέει καί ὁ Σεβασμιότατος ἐδῶ. Γιατί εἶναι ἡ ὡραιότερη; Γιατί ζοῦμε τά συγκλονιστικότερα γεγονότα πού ἔγιναν ποτέ στή γῆ. Ὁ Θεός πάσχει. Ὁ Θεός ὑποφέρει γιά μᾶς, ὁ Θεός σταυρώνεται, ὁ Θεός θάπτεται, καί ὁ Θεός ἀνίσταται, ὁ Θεάνθρωπος Κύριος. Εὔχομαι λοιπόν νά ζήσουμε τά πάθη τοῦ Κυρίου, νά ἔχουμε μέθεξη στόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, γιά νά ἔχουμε μέθεξη καί στήν Ἀνάσταση.
Οἱ μεταπατερικοί, πού λέγαμε προηγουμένως, καί ὅλοι οἱ ἐκκοσμικευμένοι χριστιανοί, θέλουν Ἀνάσταση χωρίς Σταυρό. Τό Χριστιανός Ξένος Σταυροῦ. Τό Χ-Ξ-ΣΤ εἶναι τά ἀρχικά τους, τό σύνθημά τους, τό 666. Αὐτός εἶναι ὁ ἐκκοσμικευμένος χριστιανός, πού λέει, Χριστέ μου, ἐντάξει, εἴμαστε καλά.. μή μᾶς ἐνοχλεῖς.. στήν ἄνεσή μας, στήν καλοπέρασή μας, μή μᾶς δίνεις σταυρό… μόνο ἀνάσταση, μόνο τρα-λα-λά, μόνο τραγούδια, αὐτό εἶναι ἡ χριστιανική ζωή… Δέν εἶναι αὐτό ἡ χριστιανική ζωή. Αὐτό εἶναι κάτι δαιμονικό. Γιά νά πᾶς στήν ἀνάσταση, πρέπει πρῶτα νά περάσεις ἀπ’ τόν σταυρό. Γιά νά πᾶς στόν Πανάγιο Τάφο, πρέπει πρῶτα νά πᾶς στόν Γολγοθᾶ. Κάποιος πῆγε πρῶτα στόν Πανάγιο Τάφο καί δέν ἔνιωσε τίποτα. Μετά, πού πῆγε στόν Γολγοθᾶ καί μετά στόν Πανάγιο Τάφο, τότε κατάλαβε τή χαρά τῆς Ἀνάστασης. Δέν μπορεῖς νά πᾶς κατευθείαν στόν Πανάγιο Τάφο.
Εὔχομαι λοιπόν νά ζήσουμε σταυροαναστάσιμα, γιά νά φτάσουμε καί στήν Ἀνάληψη μετά. Γιατί θά περάσουμε, ὡς χριστιανοί, καί τήν Ἀνάληψη. Πρέπει νά τή ζήσουμε καί νά συναντήσουμε τόν Κύριο εἰς τόν ἀέρα53, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, κατά τή Δευτέρα Του Παρουσία.
………………………
Ἐρ.: Ἀναρωτιέμαι καί λέω, πῶς γίνεται νά εἴμαστε τόσο δυσκίνητοι πρός τό καλό, σ’ αὐτά πού θά μᾶς πεῖ ὁ πνευματικός, τόσες ἀντιρρήσεις δηλαδή, ἐνῶ σέ ἄλλα θέματα εἴμαστε πιό εὐκίνητοι;
Ἀπ.: Πρόθυμοι… Μήπως εἴμαστε λίγο διεστραμμένοι ἤ πολύ; Αὐτό εἶναι. Ἔχουμε πολλή σκουριά. Ἔχεις δεῖ κάτι βίδες πού ἔχουνε πολλή σκουριά καί πᾶς νά ξεβιδώσεις καί δέν βγαίνει μέ τίποτα.. καί βάζεις ἀντισκοριακό -πῶς τά λένε- οἱ τεχνίτες τά ξέρουν αὐτά καί κάνει κράκ-κράκ-κράκ μέχρι νά πάρει τίς πρῶτες στροφές γιά νά βγεῖ. Ἔτσι εἴμαστε. Εἴμαστε πολύ σκουριασμένοι καί δέν παίρνουμε στροφές, γιατί ἔχουμε πολύ ἐγωισμό. Ἡ ρίζα ὅλων τῶν προβλημάτων μας καί ἡ δυσκινησία μας ὀφείλεται στή μεγάλη ὑπερηφάνειά μας. Πῶς μεταφράζεται ἡ ὑπερηφάνεια στήν πράξη; Ὡς θέλημα. Μοῦ ἔλεγε ἕνα παιδί προηγουμένως, πάτερ, τό θέλω αὐτό. Παιδί μου, κάτσε νά τό συζητήσουμε.. Ὄχι, πάτερ, τό θέλω! Καταλαβαίνετε; Ἀφοῦ τό θέλει, δέν μπορεῖς νά μήν τοῦ τό κάνεις... τό θέλει! Θά τό πληγώσεις τό παιδί, ἄν δέν τοῦ κάνεις τό θέλημα, καταλάβατε; Καί δέν τό λένε μόνο παιδιά. Καί μεγάλοι τό λένε αὐτό. Ἀφοῦ τό θέλει... θά τοῦ πεῖ ὁ πνευματικός μήν τό κάνεις; Δέν εἶσαι καλός πνευματικός. Τελείωσε, θά πάω σέ κάποιον ἄλλον πού θά μοῦ πεῖ, κάντο. Κι ἄς σέ σκοτώσει αὐτό... δέν πειράζει. Θά κάνεις τό θέλημά σου. Καταλάβατε; Ἔχουμε πολύ θέλημα!
Καί τί εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, οἱ γιατροί μας; Τό θέλημα, λένε, εἶναι τό χάλκινο τεῖχος πού μᾶς χωρίζει ἀπό ποιόν; Ἀπό τόν Θεό. Ἄν δέν γκρεμίσεις αὐτό τό τεῖχος, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά δεῖς πρόσωπο Θεοῦ. Κάνε ὅσα εὐχέλαια θέλεις, ὅσες ἐξομολογήσεις θέλεις, ὅσες Θεῖες Κοινωνίες θέλεις.. Πρόσωπο Θεοῦ δέν βλέπεις, ἄν δέν σταματήσεις νά θέλεις. Μά θά πεῖς, πάτερ, θά κατακρεουργηθοῦμε; Δέν θά ἔχουμε βούληση; Θέληση;.. Θά ἔχεις μόνο μία θέληση, τό τί θέλει ὁ Θεός. Ὄχι τί θέλεις ἐσύ. Ὄχι τί θέλω, ἀλλά τί Ἐσύ θέλεις. Αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος στή Γεθσημανή «οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ»54.
Βαρύ... ἀκούω ἀναστεναγμούς.. ξεφυσᾶτε! Αὐτό εἶναι ὅμως. Αὐτό εἶναι ἀληθινή ταπείνωση. Αὐτό εἶναι πού μᾶς κάνει νά προοδεύσουμε. Ἄν δέν πέσει αὐτό τό τεῖχος, δέ γίνεται τίποτα, ἄν δέν πέσει ὁ ἐγωισμός. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι σάλτσες... κάνουμε τό ἕνα, τό ἄλλο. Κόψε τό θέλημά σου. Εἶναι παρεμφερές τῆς ὑπακοῆς. Τό Α καί τό Ω τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τό ὁποῖο δέν εἶναι γιά τούς καλογήρους, γιά ὅλους εἶναι. Ἄν δέν κάνεις ὑπακοή, καί ὄχι μόνο στόν πνευματικό, στόν καθένα, ὁ σύζυγος στή σύζυγο, ἡ σύζυγος στόν σύζυγο, τά παιδιά στούς γονεῖς, οἱ γονεῖς στά παιδιά, ὅλα, ὅλα... ἐκτός ἁμαρτίας φυσικά, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά δεῖς πρόσωπο Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει περίπτωση, γιατί ἔχεις ἐγωισμό. Γιατί θά πᾶς στόν Θεό καί θά πεῖς καί στόν Θεό «θέλω». Θά σοῦ πεῖ ὁ Θεός, ἔλα.. ὄχι, θά πεῖς, ἐγώ θέλω αὐτό... Θά σοῦ πεῖ, κάνε ὅπως θέλεις τότε. Καταλάβατε; Ἄν δέ μάθουμε νά κόβουμε τό θέλημά μας μεταξύ μας, ποῦ θά κάνουμε ὑπακοή στόν Θεό μετά; Δέν ὑπάρχει περίπτωση. Γι’ αὐτό βλέπετε, δυστυχισμένοι ἄνθρωποι.. Γιατί; Γιατί εἶναι ἄρρωστος, σοῦ λέει. Καί τί θά πεῖ; Ἐπειδή εἶναι ἄρρωστος, τί ἔγινε; Ὁ Θεός δέν τήν ἔδωσε τήν ἀρρώστια; Ἀλλά, γιατί εἶναι δυστυχισμένος; Ἐπειδή εἶναι ἄρρωστος; Ὄχι! Ἐπειδή ἔχει θέλημα καί θέλει νά εἶναι ὑγιής. Δέν ἔχει ἀφεθεῖ στόν Θεό. Νά πεῖ, Θεέ μου, θέλεις νά εἶμαι ἄρρωστος; Νά εἶμαι ἄρρωστος, ναί, δόξα τῷ Θεῷ. Αὐτό θά πεῖ, κόβω τό θέλημά μου, καταλάβατε; Μετά αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν στενοχωριέται μέ τίποτα. Δέν μπορεῖ νά τόν στενοχωρήσει τίποτα μετά αὐτόν τόν ἄνθρωπο, γιατί ὅ,τι τοῦ γίνεται, τό θέλει. Λέει, ὁ Θεός τό παραχώρησε, δοξασμένο τό ὄνομά Του. Τό μόνο πού τόν στενοχωρεῖ εἶναι οἱ δικές του οἱ ἁμαρτίες καί τά πάθη του, τίποτα ἄλλο. Καταλάβατε πόσο ἀπελευθερωτικός εἶναι ὁ Χριστός μας; Ἀλλά ἐλᾶτε πού δέν Τόν θέλουμε... καί κάνουμε ἕναν δικό μας Χριστό κατά τό θέλημά μας. Γι’ αὐτό εἴμαστε δυστυχισμένοι. Ὁ χριστιανός εἶναι ὁ πιό χαρούμενος ἄνθρωπος, ὁ πραγματικά χριστιανός. Πᾶτε σ’ ἕναν ἅγιο νά δεῖτε. Μπορεῖ νά ἔχει δεκαπέντε-εἴκοσι ἀρρώστιες, ὅπως ὁ Ἅγιος Πορφύριος, δέν ξέρω πόσες ἀκριβῶς εἶχε... τίς εἶχε μετρήσει ὁ γιατρός του.. καί πετοῦσε ἀπό χαρά. Ἐγώ, ἔλεγε, δέν θά πεθάνω ποτέ.. θά σᾶς θάψω ὅλους! Ἔκανε καί ἀστεῖα... Μέχρι τά 85 του φύτευε δέντρα! «Ἐργάζομαι ὡς ἀθάνατος καί ζῶ ὡς ἑτοιμοθάνατος». Κάθε στιγμή αὐτό ἔλεγε. Ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε.
Κατάλαβες, γιατί εἴμαστε δυσκίνητοι στό καλό; Γιατί ἔχουμε πολύ θέλημα..
Ἐρ.: Εὐλογεῖτε πάτερ. Τώρα μᾶλλον θά σᾶς βγάλω καί ἀπό τό θέμα... μιά πού εἴπαμε καί γιά τή Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἤθελα νά ρωτήσω, αὐτές τίς μέρες κάθε χρόνο παίζεται στήν τηλεόραση μιά ταινία «ὁ Ἰησοῦς ἀπό τή Ναζαρέτ», δέν ξέρω ἄν εἶναι ὀρθόδοξη..
Ἀπ.: Ξένοι δέν παίζουν;
Ἐρ.: Ξένοι, ναί.
Ἀπ.: Δέν εἶναι ὀρθόδοξη. Δέν εἶναι ὀρθόδοξα αὐτά... καί κάποιες εἰκόνες... πολλά δηλαδή. Ἔχουνε μπεῖ πολλά στοιχεῖα στήν πίστη μας. Βέβαια αὐτή ἡ ταινία δέν εἶναι στοιχεῖο τῆς πίστης μας. Ἐκφράζει τήν ἀλλοτρίωση. Καί ὅλες αὐτές οἱ ταινίες. Ἀλλά καί ὀρθόδοξοι νά παίξουνε πάλι, ἄν δέν ζοῦνε ὀρθόδοξα, δέν θά ἀποδώσουνε τόν Χριστό σωστά. Καταλάβατε; Ἐκεῖ εἶναι τό πρόβλημα. Ἔβλεπα μιά ρώσικη -δέν θά πῶ τό ὄνομα- δέν ἔνιωθες ὅτι εἶναι ὀρθόδοξη. Εἶναι ἠθοποιοί οἱ ἄνθρωποι. Ὑποκρίνονται ὅτι προσεύχονται. Ἄλλο νά ὑποκρίνεσαι καί ἄλλο νά προσεύχεσαι πραγματικά. Δέν θά βροῦμε μέσα ἀπ’ αὐτά τήν πνευματικότητα, νά ξέρετε. Οὔτε μέσα ἀπό τίς ταινίες οὔτε ἀπό τά θέατρα οὔτε δέν ξέρω ἀπό τί ἄλλο. Θά τό βροῦμε μέσα ἀπό τή λατρεία. Θέλεις θέατρο πραγματικό, βιωματικό; Πήγαινε μέσα στίς ἀκολουθίες. Κάθε μέρα ἔχουμε τώρα πόσες ὧρες ἀκολουθία. Καί τό πρωί καί τό βράδυ, ἄν τίς ἀθροίσουμε, τέσσερις-πέντε ὧρες... καί τά μοναστήρια ἀκόμα περισσότερες ὧρες ἔχουνε. Λοιπόν, ἐκεῖ βλέπεις πραγματικά τί εἶναι ὁ Χριστός, πῶς ἔζησε ὁ Χριστός, πῶς ἔπαθε ὁ Χριστός, πῶς σταυρώθηκε κ.λ.π. Γιατί; Γιατί ἡ ἀλλοτρίωση στή Δύση, νά ξέρετε, ἡ αἵρεση δηλαδή, ἀλλοτρίωσε τά πάντα. Ὅταν ἀλλοιώσει κανείς τό δόγμα, ἀλλοιώνει τά πάντα. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα. Ἔχετε δεῖ Χριστό σταυρωμένο, ὄχι ὀρθόδοξο, δυτικό, πού ἔχει καί τό σῶμα ὡς ἄγαλμα ἐπάνω στόν σταυρό; Ἤ καί ζωγραφική ἀκόμα. Ἄν δεῖτε μία δυτική ζωγραφική, θά δεῖτε ἕναν Χριστό ἐξαθλιωμένο ἐπάνω στόν σταυρό. Μέ γερμένο τό κεφάλι.. πολύ ρεαλιστικά βέβαια ὅλα, τό σῶμα Του κ.λ.π. ἀνθρώπινα δηλαδή. Ἐνῶ ὁ ὀρθόδοξος Χριστός ἐπάνω στόν σταυρό εἶναι «λεβέντης», νά τό πῶ ἔτσι... εἶναι «ὡς ἐξουσίαν ἔχων»55. Πεθαίνει ὅταν θέλει. Δέν πεθαίνει ἀναγκαστικά, ἐξαθλιωμένος, ἐξαχρειωμένος, σέ πλήρη -ἄς τό ποῦμε- σωματική ἀδυναμία κ.λ.π. Τί λέει τό Εὐαγγέλιο; «Κλίνας τήν κεφαλήν παρέδωκεν τό πνεῦμα»56. Ἄν τό προσέξουμε αὐτό, εἶναι ἀφύσικο. Γιατί; Γιατί πρῶτα παραδίδεις τό πνεῦμα καί μετά πέφτει τό κεφάλι. Ἔτσι δέν εἶναι; Δέν πέφτει τό κεφάλι καί μετά παραδίδεις τό πνεῦμα. Πέφτει τό κεφάλι, γιατί πλέον δέν ἔχει μέσα ψυχή τό σῶμα καί δέν μπορεῖ πλέον νά κρατήσει τό κεφάλι στό ὕψος του. Ὁ Χριστός λοιπόν τί ἔκανε; Πέθανε, ὅταν ἤθελε. Ὅταν ἀποφάσισε νά πεθάνει, ἔκλινε τό κεφάλι καί παρέδωσε τήν ψυχή Του. Ὁ Χριστός εἶναι «ὡς ἐξουσίαν ἔχων»57 καί πάνω στόν σταυρό. Εἶναι ὁ βασιλέας τῆς δόξης καί πάνω στόν σταυρό. Καί ὁ σταυρός εἶναι ἡ ἀνάπαυσή Του. Λοιπόν, αὐτό δέν ἐκφράζεται στή Δύση. Στή Δύση εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ἐξαθλιωμένος, κακομοίρης. Ἔ, δέν εἶναι αὐτό ὁ Χριστός. Καταλάβατε; Γι’ αὐτό σᾶς λέω, οὔτε ἡ τέχνη ἡ δυτική οὔτε ἡ ζωγραφική τους οὔτε ὁ κινηματογράφος τους ἀποδίδει τόν σωστό Χριστό. Γι’ αὐτό δέν πρέπει οὔτε ἐμεῖς οὔτε τά παιδιά μας νά τά βλέπουν αὐτά τά πράγματα. Γιατί δέν παίρνουν τόν σωστό Χριστό. Δέν εἶναι σωστή ἀγωγή αὐτή, καταλάβατε;
Ἐρ.: Πάτερ, εὐλογεῖτε. Ἔδειξε στίς εἰδήσεις...
Ἀπ.: Τώρα μή μοῦ λέτε τί δείχνει ἡ τηλεόραση..
Ἐρ.: Ὄχι... ἔδειχνε ὅτι κάποιοι πιστοί ἀπό τήν πολλή πίστη τους σταυρώνονταν γιά νά ζήσουν ἔτσι τά πάθη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό δέν εἶναι σωστό κατά τή γνώμη μου...
Ἀπ.: Εἶδες κανέναν Ἅγιο νά τό κάνει αὐτό; Ὅλα αὐτά εἶναι «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις»58 καί γιά νά τούς δοῦμε στήν τηλεόραση. Αὐτά δέν τά θέλει ὁ Χριστός. Θέλεις νά σταυρωθεῖς; Ὑπάρχει τρόπος! Τό εἶπα προηγουμένως. Κάνε ὑπακοή στή γυναίκα σου... κάνε ὑπακοή στόν ἄντρα σου... κάνε ὑπακοή στήν ἀρρώστια σου, ἤ στήν ἀναπηρία πού θά σοῦ δώσει στό παιδί σου. Πές, δόξα σοι ὁ Θεός στόν θάνατο τοῦ παιδιοῦ σου.. εὐχαρίστησε τόν Θεό γιά τήν οἰκονομική καταστροφή. Δόξασε τόν Θεό πού σέ κλέψανε... δόξασε τόν Θεό πού σέ συκοφάντησαν... Ἐδῶ εἶναι τό σταύρωμα! Πού ἔχασες τή θέση σου... Ἔτσι συσταυρωνόμαστε. Δόξασε τόν Θεό πού σέ ἀπέρριψαν ὅλοι, πού σέ βάλανε στό περιθώριο ὅλοι... Μάλιστα, τότε νά δοξάσεις τόν Θεό! Δόξασε τόν Θεό πού δέν σέ θέλει ἡ νύφη σου καί ἡ πεθερά σου. Δόξασέ Τον, εὐχαρίστησέ Τον. Τότε μοιάζεις στόν Χριστό. Αὐτή εἶναι ἡ συσταύρωση καί ἔτσι πᾶμε καί στήν συν-ἀνάσταση. Γιατί πρέπει νά μιμηθοῦμε τόν Χριστό καί νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό στόν τάφο. Ἀλλά γιά νά ἀκολουθήσεις τόν Χριστό στόν τάφο, πρέπει νά Τόν ἀκολουθήσεις στόν σταυρό, νά συσταυρωθεῖς. Καί ὅταν συν-ταφεῖς, λέει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, -πῶς συνθαπτόμαστε μέ τόν Χριστό;- διά τῆς μετανοίας καί ταπεινώσεως. Τότε, λέει, μαζί μέ σένα στόν τάφο μπαίνει καί ὁ Χριστός καί σέ συνανιστᾶ, γιατί ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά μείνει στόν τάφο, εἶναι Θεός. Σέ σηκώνει καί σένα μετά μαζί καί συνανίστασθε, καί οἱ δυό μαζί ἀνίστασθε.
Ὁπότε αὐτό τό σταύρωμα νά ἔχετε ἐσεῖς, πού εἶναι καί κρυφό καί δέν θά σᾶς πεῖ κανένας μπράβο, τουλάχιστον ἀπό τούς ἐκκοσμικευμένους ἀνθρώπους. Κανένα μπράβο μπορεῖ ν’ ἀκούσετε ἀπό τούς Ἁγίους... ἀλλά αὐτοί συνήθως δέν λένε μπράβο, ἀλλά σᾶς χαίρονται ἔτσι μυστικά, γιατί δέν πρέπει νά ἐπαινοῦμε.
Ἐρ.: Πάτερ, εἴπατε, γιά νά λάβουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μέσω τοῦ πνευματικοῦ, πρέπει νά γίνει λευκή σελίδα μέσα μας, νά μή ξέρουμε, νά μή θέλουμε, ἴσως καί νά μή θυμόμαστε. Πῶς κατορθώνεται;
Ἀπ.: Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή κατεξοχήν. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος συνέχεια προσεύχεται, παρακαλάει τόν Θεό, σιγά-σιγά ἀπαλλάσσεται ἀπό τούς λογισμούς. Οἱ ὁποῖοι λογισμοί οὐσιαστικά τί εἶναι; Εἶναι εἰκόνες συνδεδεμένες μέ πάθη. Ὅλα αὐτά λοιπόν λερώνουν τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί αὐτά μετά δημιουργοῦν ἐπιθυμίες, δηλαδή θελήματα. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται καρδιακά, σιγά-σιγά διώχνει αὐτούς τούς λογισμούς καί καθαρίζει ἡ καρδιά. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος γίνεται, αὐτό πού εἴπατε, λευκή σελίδα, καθαρός, μέ καθαρή καρδιά, ὁπότε μετά βλέπει τόν Θεό, βλέπει καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀποκαλύπτεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Χρειάζεται λοιπόν κι ἐμεῖς νά ἐργαστοῦμε μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί φυσικά καί μέ τήν τήρηση καί τῶν ἄλλων ἐντολῶν. Ὄχι μόνο ἀδιάλειπτη προσευχή ἀλλά καί ὅλες οἱ ἄλλες ἐντολές.
Ἔκανα ἰδιαίτερη μνεία στήν ἀδιάλειπτη προσευχή, γιατί αὐτή κατεξοχήν βοηθάει στήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς. Γιατί ὅλο τό πρόβλημα ξεκινάει ἀπ’ τήν καρδιά. Θυμηθεῖτε τί εἶπε ὁ Χριστός μας; «Ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχονται λογισμοί πονηροί, μοιχείας, πορνείας, φθόνου, ζήλιας, ἔριδος...»59. Ἡ καρδιά εἶναι ἡ πρώτη πηγή μόλυνσης γιά τόν ἄνθρωπο. Ἡ καρδιά λοιπόν ἄν καθαρίσει, μετά γίνεται καθαρός ὅλος ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλά γιά νά καθαρίσει ἡ καρδιά, χρειάζεται -ὅπως εἴπαμε- νά φύγουν οἱ λογισμοί ἀπό ἐκεῖ πέρα καί ἐκεῖ ἀκριβῶς συμβάλλει ἀποφασιστικά ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ.
Εἴπατε νά μήν ἔχουμε μνήμη. Ὄντως, νά μή θυμόμαστε τίποτα ἐκτός ἀπό τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι εἶναι. Ἡ ἁγιασμένη - ἐξαγιασμένη μνήμη εἶναι αὐτή, νά ἔχουμε μόνο ὡς μνήμη τόν Χριστό. Τίποτα ἄλλο! Ὄχι τί σοῦ ἔκανε ὁ ἄντρας σου, ἡ πεθερά σου... γίνεται «φλάς μπάκ» ἀπό τήν πρώτη μέρα πού τόν γνώρισες τί σοῦ ἔχει κάνει καί τά θυμᾶσαι ὅλα. Τό βίντεο παίζει πάλι ἀπ’ τήν ἀρχή. Καί πάλι καί πάλι καί πάλι... καί ἀνακαινεῖς τόν βοῦρκο ἔτσι καί μετά φυσικά νιώθεις πολύ βρώμικος. Φυσικά εἶσαι πολύ βρώμικος, γιατί ἔχεις θρέψει γιά μιά ἀκόμα φορά τόν θάνατο μέσα σου, τά πάθη.
Ἡ θεραπεία εἶναι νά τά σταματήσεις ὅλα αὐτά καί νά ἀσχοληθεῖς μέ τή μνήμη τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς λένε, νά βρεῖτε ἔστω μισή ὥρα τήν ἡμέρα, ἕνα ἥσυχο μισάωρο, καί ἐκεῖ νά δοθεῖς στήν ἐπίκληση τοῦ θείου ὀνόματος. Εἴτε μέ τό στόμα, ψιθυριστά -ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης λέει καί λίγο κλαψιάρικα, ἱκετευτικά, νά παρακαλᾶς τόν Θεό- εἴτε μέ τόν νοῦ σου. Ἀλλά τό πιό ἀσφαλές εἶναι μέ τό στόμα, καί σιγά-σιγά αὐτό νά τό προσπαθεῖς καί ὅλη τήν ἡμέρα, νά τό ἐπεκτείνεις, ὥστε νά σοῦ γίνει μία συνήθεια, ἁγία συνήθεια, ἡ ὁποία θά διώχνει ὅλους τούς ἄλλους λογισμούς καί θά σέ φυλάει καί θά σέ εὐφραίνει καί θά ἔχεις πάρα πολλές, μεγάλες εὐλογίες. Ἔτσι γινόμαστε λευκή σελίδα.
Ἐρ.: Μποροῦμε αὐτό νά τό ζητᾶμε στήν προσευχή μας;
Ἀπ.: Βεβαίως! Μᾶς τό εἶπε ὁ Χριστός νά τό ζητᾶμε. Τί μᾶς εἶπε; «Γεννηθήτω τό θέλημά Σου», ἔτσι δέν λέμε κάθε στιγμή στό Πάτερ ἡμῶν; Πόσες φορές τό λέμε;.. Τό λέμε, ἀλλά στήν πράξη λέμε, κάνε μου, Θεέ μου, αὐτό πού θέλω... μή τυχόν καί δέν μοῦ τό κάνεις..
Ἐρ.: Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού εἶναι ἄρρωστοι, ἀλλά ὁ περίγυρός τους δέν μπορεῖ νά τό ἀποδεχτεῖ. Ἐνῶ οἱ ἴδιοι τό ἔχουν ἀποδεχτεῖ ὅτι εἶναι ἄρρωστοι καί ζοῦνε φυσιολογικά. Ὁ περίγυρος γιατί δέν μπορεῖ νά τό ἀποδεχτεῖ αὐτό τό πράγμα;
Ἀπ.: Ἐσεῖς τί λέτε ἀπ’ ὅσα εἴπαμε; Εἶναι ἄπιστοι, πολύ ἁπλά! Δέν πιστεύουν στόν Θεό. Ὁ ἄρρωστος δέν ἔχει κανένα πρόβλημα, ὁ περίγυρος ἔχει πρόβλημα…
Ἐρ.: Καί δέν δέχονται «σήμερα δέν μπορῶ, δέν αἰσθάνομαι καλά», δέν δέχονται τέτοιες κουβέντες.
Ἀπ.: Ἐντάξει, αὐτό ἐμᾶς δέν μᾶς ἐνοχλεῖ. Ἐμεῖς θά κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε καί ἀπό κεῖ καί μετά δέν πρέπει νά στενοχωριόμαστε. Στενοχωριόμαστε βέβαια γιά τήν κατάστασή τους, ἀλλά ὄχι ὅτι ἐμεῖς φταῖμε γι’ αὐτό. Γενικῶς φταῖμε ὅλοι γιά ὅλα, ἔλεγε ὁ Ντοστογιέφσκι. Καί γι’ αὐτό πενθοῦμε γι’ αὐτούς καί λυπούμαστε καί προσευχόμαστε γι’ αὐτούς μέ ἀγάπη. Ἀλλά ἀπό κεῖ καί μετά, ἄν καί ὁ ἄλλος δέν θέλει νά διορθωθεῖ οὔτε καί ὁ Θεός ἀκόμα δέν μπορεῖ νά τόν βοηθήσει. Γιατί καί ὁ Θεός δέν καταλύει τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, σέβεται τό αὐτεξούσιό του. Ἐμεῖς ὅμως πρέπει νά παρακαλᾶμε καί γι’ αὐτούς νά τούς φωτίσει ὁ Θεός νά ἔρθουν κι αὐτοί στήν πίστη, στήν ἐμπιστοσύνη δηλαδή στόν Θεό, στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἐρ.: Κάνουμε κάτι στήν καθημερινότητά μας, ὁτιδήποτε κι ἄν εἶναι αὐτό, ἔνα δικό μας θέλημα, καί ἐκεῖ πού πᾶμε νά τό πραγματοποιήσουμε, ἔρχεται ἕνα ἐμπόδιο μπροστά. Αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ;
Ἀπ.: Μπορεῖ νά εἶναι καί τοῦ διαβόλου. Μπορεῖ νά εἶναι καί φυσικό. Πότε θά εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Ὅταν ἔχουμε κάνει προηγουμένως προσευχή καί ἔχουμε πεῖ, Θεέ μου, ἄν εἶναι θέλημά Σου νά γίνει αὐτό, ἄς γίνει. Ἄν δέν εἶναι θέλημά Σου, ἐμπόδισέ το, ἄς μή γίνει. Τότε εἴμαστε σέ ἀσφάλεια καί σέ ἀκόμα μεγαλύτερη ἀσφάλεια εἴμαστε ὅταν ἔχουμε πάρει καί τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μας. Κάνουμε κάτι, ὅ,τι κάνουμε, μέ εὐλογία. Δέ λέω νά λέμε γιά τό παραμικρό, ἀλλά ὅταν εἶναι κάτι σοβαρό. Τό ἀσφαλέστερο εἶναι νά παίρνουμε εὐλογία καί ἐννοεῖται ὅτι πάντα κάνουμε προσευχή. Καί ὄχι μόνο στήν ἀρχή, ἀλλά συνέχεια. Γι’ αὐτό σᾶς μίλησα γιά ἀδιάλειπτη προσευχή. Μπορεῖ νά ξεκινήσεις καλά καί νά χαθεῖς στήν πορεία, νά μήν τό κάνεις μέ καλό τρόπο δηλαδή τό καλό πού ξεκίνησες. Ὁπότε μετά πάλι σφάλλεις, πάλι πέφτεις ἔξω. Γι’ αὐτό μιλᾶμε -καί οἱ ἅγιοι μιλᾶνε- γιά ἀδιάλειπτη προσευχή, ὥστε κάθε στιγμή νά εἴμαστε σέ κοινωνία μέ τόν Χριστό, σέ κοινωνία μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὁπότε δέν ἁμαρτάνουμε. Πότε ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος; Ὅταν ὁ Θεός δέν ἐνεργεῖ μέσα ἀπό αὐτόν. Τό λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς «τοῦ Θεοῦ μή ἐνεργοῦντος ἐν ἡμῖν, ἁμαρτία πᾶν τό παρ’ ἡμῶν γενόμενον». Εἶναι φοβερός λόγος! Ὅταν δέν ἐνεργούμαστε ἀπό τόν Θεό, ὅ,τι κάνουμε εἶναι ἁμαρτία. Ὅ,τι κάνουμε! Κι αὐτά πού ὁ κόσμος τά λέει καλά εἶναι ἁμαρτία. Ὅταν δηλαδή δέν προσευχόμαστε, νά τό ποῦμε πρακτικά, ὅταν κάνουμε κάτι ἀπό μόνοι μας. Ὅπως τό εἴπατε κι ἐσεῖς νομίζω, ξεκινάω κάτι.. Τό σωστό δέν εἶναι αὐτό. Ἀλλά θά ποῦμε, προσεύχομαι καί ξεκινάω. Προχωρῶ καί προσεύχομαι. Φτάνω στό τέλος καί προσεύχομαι, καί τότε εἶναι εὐλογημένο αὐτό πού κάνω. Κι ἄν βλέπει ὁ Θεός ὅτι βλαπτόμαστε, θά μᾶς τό σταματήσει.
Ἐρ.: Εὐλογεῖτε. Ἐπειδή μιλήσατε γιά θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐπειδή εἴπατε ὅτι τά πράγματα εἶναι ἁπλά καί ἐμεῖς τά κάνουμε δύσκολα καί ὁ Θεός ζητάει εὐθύτητα.. τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηρία μας καί πῶς ἀπεργάζεται ὁ Θεός τή σωτηρία. Ἄν κάθε στιγμή δεχόμαστε αὐτό πού μᾶς ἔρχεται μέ ταπείνωση, οὐσιαστικά δέν εἶναι αὐτό σάν νά δεχόμαστε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ;
Ἀπ.: Ἀκριβῶς, ναί. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε, ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ ταπεινός καί πιστός; Εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος δέχεται ὅλα μέ εὐχαριστία, μέ δοξολογία. Ὅ,τι τοῦ δίνει ὁ Θεός! Δέν κάνει ἐπιλογές, καί λέει, αὐτό πού μοῦ ἦρθε καλό ἦταν... τί κακό πού σέ βρῆκε τώρα;... Δέν δίνει κακά ὁ Θεός. Ποτέ δέν δίνει κακά ὁ Θεός. Ὅ,τι δίνει εἶναι καλό. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι πιστός. Δοξάζει τόν Θεό γιά ὅλα. Ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἔνεκεν», γιά ὅλα. Αὐτό εἶναι ὅλο τό μυστικό.
Ἐρ.: Αὐτό πού εἴπαμε, τό «μή δέχεσαι καί μήν ἀπορρίπτεις» οὐσιαστικά τό ἴδιο πράγμα δέν εἶναι;
Ἀπ.: Ἀκριβῶς. Καί στόν ἴδιο μας τόν λογισμό, τήν ἰδία κρίση. Στήν κρίση μας δηλαδή. Σοῦ συμβαίνει κάτι; Δέν θά πεῖς, εἶναι ἀπ’ τόν Θεό ἤ εἶναι ἀπ’ τόν διάβολο. Θά ρωτήσω. Αὐτό εἶναι τό σωστό. Θά ρωτήσω τόν πνευματικό. Θά τό καταθέσω καί ὅ,τι μοῦ πεῖ. Καί μετά θά τό δεχτῶ ἤ θά τό ἀπορρίψω. Μή βιαζόμαστε λοιπόν. Αὐτή τήν ἔννοια ἔχει τό «μή δέχεσαι καί μήν ἀπορρίπτεις».
Ἐρ.: Ἐπειδή πολλές φορές μιλᾶτε γιά κριτήρια, καί ὅτι δέν πρέπει νά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στό θέλημά μας, ἀλλά κάποια κριτήρια ὅσων ἀφορᾶ τίς κατευθυντήριες ἐντολές εἶναι αὐτό πού εἴπατε, ἄν σταυρωνόμαστε καί ἀκολουθοῦμε τά ἴχνη τοῦ Χριστοῦ, οὐσιαστικά ἀκολουθοῦμε καί τό θέλημά Του. Ὁπότε αὐτό εἶναι ὁδός ἀσφαλείας, ἔτσι δέν εἶναι;
Ἀπ.: Ἔτσι εἶναι, ἁπλῶς δέν θά εἶναι ἐκ τοῦ περισσοῦ -βλαπτικό- νά πάρουμε καί τήν ἐπιβεβαίωση. Νά ποῦμε, ἅγιε πνευματικέ, κάνω αὐτό κι αὐτό, μήπως εἶναι λάθος; Μήπως σφάλλω; Αὐτό εἶναι τό ταπεινό φρόνημα, τό πολύ ταπεινό. Ἐδῶ βλέπετε οἱ Ἅγιοι, ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, πού εἶχε ἀποκαλύψεις φοβερές, τόν εἶχε πάει ὁ Θεός μέχρι τρίτου οὐρανοῦ κι ὅμως λέει, πῆγε στά Ἱεροσόλυμα νά συναντήσει «τούς δοκοῦντας στῦλοι εἶναι»60, πού θεωροῦνταν στῦλοι στήν Ἐκκλησία, κορυφαῖοι Ἀπόστολοι, τόν Ἅγιο Ἰάκωβο τόν ἀδελφόθεο καί τόν Ἀπόστολο Πέτρο, καί τί ἔκανε νομίζετε ἐκεῖ πέρα; Τούς κατέθεσε τό κήρυγμά του. Τούς λέει, κοιτάξτε, ἅγιοι Ἀπόστολοι, ἐγώ λέω αὐτά κι αὐτά, μήπως κάνω λάθος; Μήπως δέν τά λέω καλά; Ἐνῶ θά μποροῦσε νά πεῖ, τί νά πάω ἐγώ τώρα νά ρωτήσω αὐτούς;... ἀφοῦ μοῦ τά εἶπε ὁ Θεός... ἔχω ἀποκαλύψεις τέτοιες.. Κι ὅμως ἦταν τόσο ταπεινός!
Δέν βλάπτει νά τά ποῦμε καί στόν πνευματικό ὅλα αὐτά γιά νά εἴμαστε 1000% βέβαιοι ὅτι βαδίζουμε τή σωστή ὁδό, τή σταυροαναστάσιμη.
Ἐρ.: Θά ἤθελα νά μᾶς ἀναλύσετε λίγο ἐκτενέστερα αὐτή τήν ἁμαρτία πού γίνεται κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀπ.: Εἶναι τό νά ἀποδίδουμε στόν διάβολο τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Σᾶς εἶπα παραδείγματα, ὅταν θαυματουργοῦσαν οἱ ἅγιοι καί τούς λέγανε εἴσαστε μάγοι. Ὁ μάγος μέ ποιά δύναμη λειτουργεῖ; Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Μπορεῖ νά ἔχει καί εἰκόνες μέσα... Ποιοῦ πνεύματος; Τοῦ ἀκαθάρτου πνεύματος. Ἔτσι δέν εἶναι; Τοῦ πονηροῦ πνεύματος. Ὅταν λοιπόν ἐσύ λές ὅτι ὁ Χριστός εἶναι μάγος, ἀρχηγός τῶν δαιμόνων, τί κάνεις; Βλασφημεῖς τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή. Τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Τέτοια παραδείγματα ἔχουμε πάρα πολλά καί πῶς πέφτουν οἱ χριστιανοί σ’ αὐτή τήν παγίδα.
Νά σᾶς πῶ ἄλλο παράδειγμα πολύ τετριμμένο. Ἔρχεται μία ἀρρώστια, μία δοκιμασία, καί ἀρχίζει ὁ λεγόμενος χριστιανός νά τά βάζει μέ τόν Θεό καί νά λέει, γιατί Θεέ μου, μοῦ ἔκανες αὐτό τό πράγμα;.. τί σοῦ ἔφταιξα;... τί σοῦ ἔκανα ἐγώ;.. Αὐτό εἶναι μία μορφή βλασφημίας κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δηλαδή, οὐσιαστικά βλασφημεῖς τόν Θεό. Τί Τοῦ λές; Ὅτι εἶσαι κακός, ὅτι δέν μ’ ἀγαπᾶς. Τί Θεός εἶσαι ἐσύ πού δέν μέ λυπᾶσαι;.. τί σοῦ ἔκανα; Εἶσαι ἀπάνθρωπος... Αὐτό λέμε στόν Θεό. Αὐτό εἶναι ἀχαριστία, τό λιγότερο. Ἐνῶ ὀφείλουμε νά εὐχαριστήσουμε τόν Θεό πού μᾶς ἐπισκέφτηκε διαμέσου τῆς θλίψεως, τῆς ὅποιας θλίψεως, ἐμεῖς Τόν βλασφημοῦμε καί λέμε, γιατί ἦρθες; Δέν Σέ θέλω.. Γιατί ὁ Θεός ἔτσι μᾶς ἐπισκέπτεται μέσω θλίψεων. «Διά πολλῶν θλίψεων», λέει, «δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν»61 καί «ὅν ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει»62. Αὐτόν πού ἀγαπάει, πού τόν θεωρεῖ δικό Του, τόν παιδαγωγεῖ. Πῶς θά μᾶς παιδαγωγεῖ; Μέ τίς θλίψεις, μέ τούς πόνους. Καταλάβατε; Αὐτό εἶναι βλασφημία δηλαδή κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι ἄν αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν μετανοήσει, χάνεται. Φυσικά χάνεται! Ἀντί νά πεῖ δόξα τῷ Θεῷ, αὐτός βλασφημεῖ τόν Θεό, τά βάζει μέ τόν Θεό.
Δέν ξέρω ἄν φτάνει αὐτό πού εἶπα... Καταλάβατε;
Ἐρ.: Ναί, εἶναι κατανοητό. Ποιές προϋποθέσεις ὁδηγοῦν σ’ αὐτό ἐκτός ἀπό αὐτά;
Ἀπ.: Στό βάθος ὑπάρχει ὑπερηφάνεια, παιδί μου, ὑπάρχει θέλημα. Αὐτό πού σᾶς εἶπα προηγουμένως. Ἡ αἰτία ὅλων τῶν ἁμαρτημάτων μας κατά βάση εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια -ὁ ἐγωισμός- ἡ ὁποία μεταφράζεται ὡς θέλημα. Ὁ ἄνθρωπος, πού τοῦ συμβαίνουν αὐτά τά λεγόμενα κακά καί ἀντιδρᾶ, ἔχει θέλημα. Τί θέλημα ἔχει; Ὅτι δέν θέλει αὐτά τά πράγματα. Θέλει νά περνάει καλά, θέλει νά εἶναι ὑγιής, θέλει νά εἶναι πλούσιος, Θέλει νά εἶναι τέλος πάντων στήν ἡσυχία του, νά μήν τόν ἐνοχλεῖ κανένας. Καί ποιός σοῦ εἶπε ὅτι αὐτό εἶναι καί τό εὐάρεστο στόν Θεό; Καί ὅτι ἔτσι θά προκόψεις καί θά κόψεις τά πάθη σου; Δέν τά κόβουμε ἔτσι τά πάθη μας. Ὅταν ὅλα μᾶς πᾶνε καλά, γεμίζουμε πάθη, δέν ἀπαλλασσόμαστε ἀπό τά πάθη μας. Ὅταν μᾶς ἔρθουν τά λίγο δύσκολα, ἤ πολύ δύσκολα, τότε κόβονται τά πάθη. Ταπεινωνόμαστε καί τότε ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί καθαρίζει τόν ἄνθρωπο.
Ὑπάρχει μεγάλος ἐγωισμός. Ἡ προϋπόθεση, λοιπόν, γιά νά μή φτάνουμε στή βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ ταπείνωση. Αὐτή εἶναι ἡ προϋπόθεση, πού ρωτήσατε γιά τίς προϋποθέσεις. Τό ταπεινό φρόνημα. Νά πεῖ ὁ ἄνθρωπος, πολύ ἁπλά, ὅτι ἐγώ εἶμαι τό μηδέν, τό τίποτα, δέν ἀξίζω τίποτα, δέν ξέρω τίποτα, δέν ξέρω ποιό εἶναι τό καλό μου, τό συμφέρον μου.. ὁ Θεός ξέρει. Ἐμπιστεύομαι τόν Θεό καί ὅ,τι μοῦ δίνει τό δέχομαι μέ εὐχαριστία, μέ δοξολογία, μέ χαρά.
Καλή Μεγάλη Ἑβδομάδα καί καλή Ἀνάσταση σέ ὅλους μας βιωματική.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
1 Ἀρχ. Σωφρονίου, Ὁ Γέροντας Σιλουανός τοῦ Ἄθω, Γ΄ ἔκδοση, Ἔσσεξ 1985 (στό ἑξῆς: Ἅγιος Σιλουανός).
2 Ἅγιος Σιλουανός.
3 Ὅ.π.
4 Α΄Ἰωάν. 4, 16.
5 Ἅγιος Σιλουανός.
6 Μάρκ. 12, 30-31.
7 Πρβλ. Μάρκ. 12, 24.
8 Ἅγιος Σιλουανός.
9 Ἰωάν. 15, 4.
10 Ἅγιος Σιλουανός.
11 Ὅ.π.
12 Ὅ.π.
13 Ὅ.π.
14 Πρβλ. Φιλιπ. 2, 8.
15 Πράξ. 15, 28.
16 Ἅγιος Σιλουανός.
17 Ὅ.π.
18 Ὅ.π.
19 Ὅ.π.
20 Ὅ.π.
21 Ὅ.π.
22 Ὅ.π.
23 Ὅ.π.
24 Ὅ.π.
25 Ὅ.π.
26 Β΄Κορ. 4, 13.
27 Α΄Κορ. 13, 9.
28 Ἅγιος Σιλουανός.
29 Ὅ.π.
30 Ὅ.π.
31 Ὅ.π.
32 Β΄Τιμ. 2, 24.
33 Ματθ. 19, 26.
34 Ἅγιος Σιλουανός.
35 Ὅ.π.
36 Ὅ.π.
37 Ὅ.π.
38 Ὅ.π.
39 Ὅ.π.
40 Ὅ.π.
41 Α΄Τιμ. 4, 1.
42 Ἅγιος Σιλουανός.
43 Ὅ.π.
44 Μάρκ. 3, 22.
45 Ἅγιος Σιλουανός.
46 Ὅ.π.
47 Ματθ. 12, 31-32.
48 Ἅγιος Σιλουανός.
49 Ὅ.π.
50 Ὅ.π.
51 Ἰεζ. 14, 9.
52 Ψαλμ. 24, 8, Ψαλμ. 91, 16.
53 Πρβλ. Α΄Θεσ. 4, 17.
54 Ματθ. 26, 39.
55 Μάρκ. 1, 22.
56 Ἰωάν. 19, 30.
57 Μάρκ. 1, 22.
58 Ματθ. 23, 5.
59 Ματθ. 15, 19.
60 Γαλ. 2, 9.
61 Πράξ. 14, 22.
62 Ἑβρ. 12, 6.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου