Ἀκούστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:
Σήμερα, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, θά δοῦμε τήν ΜΕ΄(45η) Ὑπόθεση, Β΄ τόμου τοῦ Εὐεργετινοῦ, ἡ ὁποία ἔχει τόν ἑξῆς τίτλο: «Ὅτι οὐ δεῖ ψεύδεσθαι, ἀλλ΄ ἀληθεύειν»[1], ὅτι δέν πρέπει νά ψευδόμεθα, ἀλλά νά λέγουμε τήν ἀλήθεια. Καί βεβαίως θυμόμαστε ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμη, πού ὁ Θεός ἔχει μία ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Δεκαλόγου γιά τό ψεῦδος καί λέγει «οὐ ψευδομαρτυρήσεις»[2]. Καί στήν Καινή Διαθήκη ἐπίσης πάρα πολλές φορές τονίζεται ὅτι πρέπει νά μήν ψευδόμεθα.
Λέει, πρῶτα στήν Παλαιά Διαθήκη, στίς Παροιμίες, «ὅς ἐρείδεται ἐπί ψεύδεσιν», ὅποιος στηρίζεται δηλαδή στό ψεῦδος, «οὗτος ποιμαίνει ἀνέμους», αὐτός ματαιοπονεῖ δηλαδή. «Ὁ δ᾿ αὐτός διώξεται ὄρνεα πετόμενα»[3]. Αὐτός εἶναι σάν νά κυνηγάει πουλιά, τά ὁποῖα πετοῦν στόν ἀέρα καί εἶναι ἄπιαστα, αὐτός πού βασίζεται σέ ψεύδη.
Ἐπίσης στίς Παροιμίες, στό 10ο κεφάλαιο, «βδέλυγμα Κυρίῳ χείλη ψευδῆ, ὁ δέ ποιῶν πίστεις δεκτός παρ᾿ αὐτῷ»[4]. Εἶναι ἀποκρουστικά καί μισητά ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τά χείλη πού ψεύδονται. Βδελυκτά, ἀηδιαστικά. Ὅποιος ὅμως φέρεται μέ εἰλικρίνεια καί ἀξιοπιστία, εἶναι ἀγαπητός καί εὐπρόσδεκτος στόν Θεό. Ὁ ποιῶν πίστεις, αὐτός πού εἶναι πιστός καί ἀξιόπιστος καί εἰλικρινής.
Καί πάλι λέει στή Σοφία Σειράχ, νά μήν πεῖς κανένα ψέμα, γιατί ἡ ψευδολογία ποτέ δέν καταλήγει σέ καλό. «Μή θέλε ψεύδεσθαι πᾶν ψεῦδος, ὁ γάρ ἐνδελεχισμός αὐτοῦ οὐκ εἰς ἀγαθόν»[5]. Ποτέ δέν βγαίνει καλό ἀπό τό ψέμα.
Καί στή Σοφία Σειράχ λέει, προτιμότερος εἶναι ἕνας κλέπτης παρά ἐκεῖνος πού συνεχῶς ψεύδεται. «Αἱρετόν κλέπτης ἤ ὁ ἐνδελεχίζων ψεύδει»[6].
Ὅπως ὁ λάρυγγας, ὅταν γεύεται φαγητά ἀγρίων ζώων τοῦ κυνηγίου, τά διακρίνει, ἔτσι καί ἡ σοφή διάνοια διακρίνει τούς ψευδεῖς λόγους. «Φάρυγξ γεύεται βρώματα θήρας, οὕτως καρδία συνετή λόγους ψευδεῖς»[7].
Δυστυχῶς πάρα πολύ συχνά οἱ ἄνθρωποι χρησιμοποιοῦν τό ψεῦδος. Καί λέει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος ὅτι μπορεῖ νά πεῖς μέ τρεῖς τρόπους ψεῦδος. Πρῶτον, βεβαίως, μέ τά λόγια. Πάρα πολύ σύνηθες. Εἴτε γιά νά δικαιολογηθεῖ κανείς εἴτε γιά νά πετύχει κάτι πού θέλει εἴτε γιά νά ἀποφύγει τίς συνέπειες ἑνός λάθους. Ἐπίσης, δεύτερος τρόπος ψεύδους εἶναι μέ τήν διάνοια, λέει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος. Ὅπως, γιά παράδειγμα, ὅταν μία σύζυγος ἤ ἕνας σύζυγος δέχεται ὑπόνοιες, ὑποψίες, γιά τό ἕτερον ἥμισυ καί φτιάχνει μέσα στήν διάνοιά του ἰδέες πού τόν ταλαιπωροῦν. Αὐτός ψεύδεται στήν διάνοιά του. Οἱ διάφορες ὑποψίες λοιπόν καί οἱ ὑπόνοιες εἶναι μιά μορφή ψεύδους.
Καί ἡ τρίτη μορφή ψεύδους εἶναι ἡ ὑποκρισία, ἡ ζωή ἡ ψευδής. Δηλαδή νά λέει κανείς ψέματα μέ τή ζωή του, μέ ὅλη του τή ζωή, τήν παρουσία του, τήν συμπεριφορά του. Ἄλλο νά εἶναι στήν πραγματικότητα καί ἄλλο νά φαίνεται ὅτι εἶναι. Αὐτό εἶναι ὑποκρισία καί αὐτό εἶναι βεβαίως μιά μορφή ψεύδους καί μάλιστα πολύ βαριά ἁμαρτία. Ὁ Κύριος καταδίκασε τούς ὑποκριτές, ἐνῶ τούς ὑπόλοιπους ἁμαρτωλούς.. βεβαίως καί αὐτοί καταδικάζονται ἄν δέν μετανοήσουν, ἀλλά δέν ἄκουσαν τά «οὐαί» ἀπό τόν Κύριο. Τά «οὐαί» τά ἄκουσαν οἱ ὑποκριτές, οἱ ὁποῖοι φαινόντουσαν καλοί, ἐνῶ ἦταν κακοί. Καί γιατί αὐτοί ἄκουσαν τά «οὐαί»; Διότι ἕνας ὑποκριτής δέν μετανοεῖ. Καί χρειάζεται ἕνα πολύ δυνατό φάρμακο. Γι’ αὐτό ὁ Κύριος εἶπε ἀπό ἀγάπη πάλι καί στούς Φαρισαίους τά «οὐαί». Αὐτή τήν πολύ ἰσχυρά καταδίκη καί παρατήρηση «ἀλλοίμονο» ἀπηύθυνε στούς Φαρισαίους γιά νά τούς βοηθήσει νά μετανοήσουν. Γιατί ἕνας ὑποκριτής, κατά κάποιο τρόπο, τακτοποιεῖται, δέχεται καί τούς ἐπαίνους τῶν ἄλλων, συνειδησιακά δέν ἐλέγχεται πολύ, γιατί ἀκούει τά μπράβο-μπράβο τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν ψεύτικη καλή συμπεριφορά πού ἔχει καί ἔτσι δέν μετανοεῖ.
«Τό νήπιο», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «δέν γνωρίζει τό ψέμα. Ὁμοίως καί ἡ ψυχή πού δέν ἔχει πονηρία»[8]. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως, δυστυχῶς, καί τῆς Ἐκκλησίας πολλές φορές, τό γνωρίζουν τό ψέμα. Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος, διά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μᾶς διδάσκει: «ἀποθέμενοι τό ψεῦδος λαλεῖτε ἀλήθειαν ἕκαστος μετά τοῦ πλησίον αὐτοῦ, ὅτι ἐσμέν ἀλλήλων μέλη»[9]. Εἶναι ἀπό τήν πρός Ἐφεσίους στό 4ο κεφάλαιο. Δηλαδή, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πετάξτε ἀπό πάνω σας ὁριστικά καί ἀμετάκλητα τό ψέμα καί νά λέτε ὁ καθένας μέ τόν πλησίον του τήν ἀλήθεια. Διότι συγκροτοῦμε ὅλοι ἕνα σῶμα καί εἴμαστε μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου.
«Μή ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους», λέει πάλι στήν πρός Κολοσσαεῖς, ἀπεκδυσάμενοι τόν παλαιόν ἄνθρωπον σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ»[10]. Νά μή λέτε ψέματα ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἀφοῦ πλέον ἔχετε ἀποβάλει τόν παλαιό ἄνθρωπο μαζί μέ τίς πονηρές του πράξεις. Ἀπό τή στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος βαφτίζεται, ἀφήνει τόν παλαιό ἄνθρωπο καί τά πάθη καί ἐνδύεται τόν Χριστό.
Ἔχουμε ἕνα τρανταχτό περιστατικό ἀπό τήν πρώτη, τήν ἀρχαία Ἐκκλησία, στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. «Ἀνήρ δέ τις Ἀνανίας ὀνόματι σύν Σαπφείρῃ τῇ γυναικί αὐτοῦ ἐπώλησε κτῆμα καί ἐνοσφίσατο ἀπό τῆς τιμῆς»[11]. Ἕνας ἄνθρωπος, Ἀνανίας ὀνόματι, μαζί μέ τήν γυναίκα του τήν Σαπφείρα πούλησε τό κτῆμα του και ξεχώρισε καί κράτησε γιά τόν ἑαυτό του ἕνα μέρος ἀπό τά εἰσπραχθέντα χρήματα, μέ γνώση καί συγκατάθεση τῆς γυναικός του, ἐν ἀγνοία τῶν Ἀποστόλων. Καί ἀφοῦ ἔφερε τό ὑπόλοιπο μέρος τῶν χρημάτων, τό ἔθεσε στήν διάθεση τῶν Ἀποστόλων σάν νά ἦταν ὅλο αὐτό. Δηλαδή ἔκανε μία πονηρία. «Εἶπε τότε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος· Ἀνανία, γιατί ἄφησες τόν σατανᾶ νά γεμίσει μέ πονηρία τήν καρδιά σου, ὥστε νά πεῖς ψέματα καί νά θελήσεις νά ἀπατήσεις τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί νά κρατήσεις δολίως γιά τόν ἑαυτό σου ἕνα μέρος ἀπό τό ἀντίτιμο του χωραφιοῦ; Πρίν πωληθεῖ τό χωράφι δέν ἔμενε δικό σου καί ἀφοῦ πουλήθηκε, δέν ἦταν τό ἀντίτιμό του στήν ἐξουσία σου νά τό κρατήσεις ἤ νά τό δώσεις; Γιατί ἔβαλες στήν καρδιά σου αὐτήν τήν πονηρή πράξη, νά ἐξαπατήσεις τήν Ἐκκλησία καί νά φανεῖς, ὅτι ἀπό χριστιανική τάχα ἀγάπη προσφέρεις τά πάντα στούς πιστούς; Δέν εἶπες ψέματα σέ ἀνθρώπους, ἀλλά στό Ἅγιο Πνεῦμα, στόν Θεό»[12]. Προσπάθησε ὁ Ἀνανίας καί ἡ Σαπφείρα, ἤτανε συνεννοημένοι, νά ἐντυπωσιάσουνε τήν Κοινότητα τήν χριστιανική ἐκεῖ στά Ἱεροσόλυμα, μέ τό νά ποῦνε ὅτι σᾶς δίνουμε ὅλα ὅσα εἰσπράξαμε ἀπό τήν πώληση τοῦ χωραφιοῦ. Εἶπαν ἕνα ψέμα δηλαδή ἀπό κενοδοξία. Βεβαίως τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πληροφόρησε τόν Ἀπόστολο Πέτρο καί τούς ἔλεγξε.
«Καί ἐνῶ ἄκουγε τούς λόγους αὐτούς ὁ Ἀνανίας», ἀπό τόν Πέτρο τούς λεκτικούς «καί σχεδόν πρίν τελειώσει ὁ Πετρος, ἔπεσε καταγῆς καί ξεψύχησε. Καί ἔπεσε μεγάλος φόβος σέ ὅλους ἐκείνους πού ἄκουσαν αὐτά»[13]. Πόσο τιμωρεῖται τό ψέμα! Καί μάλιστα τό ψέμα ἀπό κενοδοξία, γιά νά ἀρέσουμε στούς ἄλλους, νά ἐντυπωσιάσουμε τούς ἄλλους.
Ἄς δοῦμε καί τό κείμενο τώρα ἀπό τόν Εὐεργετινό. «Στό Γεροντικό. Ρωτήθηκε ἕνας Γέροντας, τί εἶναι ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ». Ρώτησαν ἕναν Γέροντα, τί εἶναι ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ. «Καί ἀπεκρίθη: στόμα ἀληθινό, σῶμα ἅγιο, καρδία καθαρά»[14]. Ἔχουμε πεῖ πολλές φορές ὅτι ὁ μοναχός δέν διαφέρει σέ κάτι ἀπό τόν χριστιανό πού εἶναι στόν κόσμο, ἐκτός ἀπό τό γεγονός ὅτι πηγαίνει στό μοναστήρι καί ζεῖ αὐτή τήν ὁλοκληρωτική, θά λέγαμε, ἀποταγή, καί τοπικά καί τροπικά, ἀπό τόν κόσμο. Φεύγει ἀπό τόν κόσμο καί τροπικά. Ἀλλά τό Εὐαγγέλιο εἶναι τό ἴδιο καί οἱ ἐντολές πού ἔχει νά ἐκπληρώσει εἶναι οἱ ἴδιες μ’ αὐτές πού ἔχει νά ἐκπληρώσει καί ἕνας πού ζεῖ μέσα στόν κόσμο. Ἑπομένως, αὐτά πού λέει γιά τούς μοναχούς, ἰσχύουνε καί γιά τούς χριστιανούς μέσα στόν κόσμο. Ἕνας λοιπόν ἀληθινός χριστιανός θά πρέπει νά ἔχει στόμα ἀληθινό, σῶμα ἅγιο, καρδία καθαρά.
«Ἕνας γέροντας εἶπε: Τό ψεῦδος εἶναι ὁ παλαιός ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος φθείρεται ἀπό τίς ἐπιθυμίες τῆς ἀπατηλῆς ἁμαρτίας». «Ὁ φθειρόμενος κατά τίς ἐπιθυμίες τῆς ἀπάτης»[15], ὁ παλαιός ἄνθρωπος. «Ἐνῶ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὁ νέος ἄνθρωπος, ὁ κατά Θεόν κτισθείς»[16]. Αὐτός πού ἀναγεννήθηκε καί δημιουργήθηκε καί φτιάχτηκε σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός μας εἶναι ἡ άλήθεια, ὅπως τό εἶπε ὁ ἴδιος, «ἐγώ εἶμαι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή»[17]. Ὅποιος λοιπόν εἶναι ἀληθινά τοῦ Χριστοῦ, θά πρέπει νά ἀληθεύει, νά λέει πάντοτε τήν ἀλήθεια. Εἶναι ὁ καινούριος ἄνθρωπος, ὁ καινός.
«Εἶπε πάλιν γέρων: ἡ ρίζα ὅλων τῶν καλῶν ἔργων εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἐνῶ τό ψεῦδος εἶναι ὁ θάνατος»[18]. Ἄν θέλεις νά προκόψεις καί νά χτίσεις γερά, θά χτίσεις πάνω στό θεμέλιο πού λέγεται ἀλήθεια. Ἄν χτίσεις πάνω σ’ ἕνα ψέμα, ἀργά ἤ γρήγορα, ὅλο τό οἰκοδόμημα θά πέσει καί ἐσύ βεβαίως θά γελοιοποιηθεῖς. Καί ἔχουμε πολλά τέτοια περιστατικά, τά ὁποῖα ἐπαληθεύουν - ἐπιβεβαιώνουν αὐτό πού λέμε.
Νά ποῦμε ἕνας ἔτσι ἀστεῖο, ἀλλά καί πολύ διδακτικό. Κάποιος νέος τραπεζίτης, πού εἶχε ἀνοίξει τραπεζικό γραφεῖο, ἤθελε μέ κάθε τρόπο νά κάνει χρυσές δουλειές ἀπό τήν πρώτη ἡμέρα τῆς ἐπιχειρήσεώς του. Γι’ αὐτό καί ἀποφάσισε νά χρησιμοποιήσει ὅλα τά μέσα, ἀκόμα καί τό ψέμα, γιά νά πετύχει τόν σκοπό του. Νά ἐδῶ ἄς ποῦμε ἕνα ἄλλο πάθος, τῆς φιλαργυρίας, πού κάνει τόν ἄνθρωπο πολλές φορές νά ψεύδεται γιά νά συγκεντρώσει χρήματα. Εἴπαμε προηγουμένως γιά τό πάθος τῆς κενοδοξίας, τῆς ἀνθρωπαρέσκειας, πού ἔκανε τόν Ἀνανία καί τήν Σαπφείρα νά ποῦνε ψέματα στούς Ἀποστόλους, νά νομίσουν ὅτι μποροῦν νά ἐξαπατήσουν καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί ἔπεσαν νεκροί. Κι αὐτό βέβαια εἶναι ἕνα δεῖγμα γιά ὅλες τίς γενιές τῶν ἀνθρώπων, πού πᾶνε νά ποῦνε ψέματα, καί μάλιστα τέτοια ψέματα στό Πνεῦμα τό Ἅγιο. «Ὁ Θεός οὐ μυκτηρίζεται»[19], ὁ Θεός δέν ἐμπαίζεται. Δέν μποροῦμε νά κοροϊδέψουμε τόν Θεό.
Αὐτός ἐδῶ εἶχε φιλαργυρία καί κενοδοξία καί χρησιμοποίησε τό ψέμα ἀπ’ τήν πρώτη μέρα πού ἄνοιξε τό γραφεῖο του. Ἐνῶ καθότανε στό γραφεῖο του, ἀκούει βήματα ἔξω καί ἀμέσως παίρνει στά χέρια του τηλέφωνο προσποιούμενος ὅτι ἔχει μιά ἐνδιαφέρουσα συνομιλία μέ ὑψηλό καί πλούσιο πρόσωπο, ἐνῶ ταυτόχρονα εἰσέρχεται στό γραφεῖο του ὁ πελάτης. «Ἐμπρός… ἐσεῖς εἶστε, ἐξοχότατε; Πολύ καλά.. ἐτελείωσε.. μάλιστα, μάλιστα.. εὐτυχῶς ἐτοποθέτησε τά ἑκατομμύρια πού μοῦ ἐμπιστευτήκατε. Εἶναι στή διάθεσή σας μέ κέρδος 15.000 φράγκα. Χαίρεται.. καί προσποιεῖται ὅτι διακόπτει τήν συνομιλία. Τότε ἀπευθυνόμενος στόν πελάτη πού εἰσῆλθε στό γραφεῖο του, τοῦ λέει… Προηγουμένως ἔκανε ὅτι μιλάει στό τηλέφωνο μέ κάποιον πάμπλουτο, γιά νά ἐντυπωσιάσει αὐτόν πού ἐρχότανε, τόν πελάτη, γιατί νόμιζε πώς ἦταν κάποιος πού κάτι θά ἔκανε στήν τράπεζα, θά κατέθετε στό γραφεῖο του κάποιο ποσό. Καί μετά διακόπτει ὑποτίθεται τήν συνομιλία τήν τηλεφωνική καί ἀπευθύνεται στόν πελάτη καί λέει: κύριε, συγχωρέστε με σᾶς παρακαλῶ, μέ φώναξαν γιά μιά ἐπείγουσα καί σοβαρή τραπεζική ὑπόθεση. Καί ἀπαντάει ὁ πελάτης, μά ἔρχομαι, κύριε, νά σᾶς … (καί δέν τόν ἀφήνει νά τελειώσει). Καλά, καλά, καθίστε, σᾶς παρακαλῶ, λέει ὁ τραπεζίτης. Ὄχι, κύριε, εἶμαι βιαστικός. Μέ ἔστειλαν ἀπό τήν ἑταιρεία τῶν τηλεφώνων γιά νά σᾶς εἰδοποιήσω ὅτι τό τηλέφωνό σας θά ἀρχίσει νά λειτουργεῖ ἀπό σήμερα τό βράδυ! Κόκαλο ὁ τραπεζίτης!
Πράγματι, ἀργά ἤ γρήγορα, τό ψέμα θά σέ γελοιοποιήσει. Ἐκεῖνος ἔκανε ὅτι μιλάει στό τηλέφωνο μέ τόν ἐξοχότατο, ἀλλά δέν ὑπῆρχε σύνδεση. Καί τό ἔκανε μπροστά στόν ὑπάλληλο τῆς ἑταιρείας πού εἶχε πάει νά τοῦ πεῖ αὐτό τό πράγμα, ὅτι τό βράδυ θά λειτουργήσει τό τηλέφωνο! Πόσο γελοιοποιεῖται ὁ ἄνθρωπος δηλαδή, ὅταν ἀρχίσει νά χρησιμοποιεῖ τό ψεῦδος. Γιατί πίσω ἀπό τό ψεῦδος εἶναι ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους, ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος θέλει νά γελοιοποιεῖ τόν ἄνθρωπο.
«Τοῦ Ἀντιόχου τοῦ Πανδέκτου. Ὅπως ἀκριβῶς τό στόμα τοῦ ἀνθρώπου, πού λέει τήν ἀλήθεια, ἁγιάζεται ἀπό τήν Ἀλήθεια, δηλαδή τόν Κύριο - γιατί ὁ Ἴδιος λέει, «ἐγώ εἰμί ἡ ἀλήθεια»[20]- ἔτσι κι ἐκεῖνος πού λέει ψέματα, μολύνεται ἀπό τόν πατέρα του, τόν σατανᾶ∙ γιατί τό ψέμα προέρχεται ἀπό τόν διάβολο, ὅπως εἶπε καθαρά ὁ Σωτήρ»[21]. «Ὁ διάβολος εἶναι ὁ ψεύτης καί πατήρ τοῦ ψεύδους»[22]. Εἶναι ὁ πρῶτος ὁ ὁποῖος εἶπε ψέματα στόν ἄνθρωπο, στήν Εὔα, καί μετά καί ἡ Εὔα στόν Ἀδάμ παρασυρμένη. Τί ψέμα εἶπε στήν Εὔα; Ὅτι, ἄν φᾶτε ἀπό αὐτόν τόν καρπό τοῦ δέντρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, πού σᾶς εἶπε ὁ Θεός νά μή φᾶτε, ἐάν θά φᾶτε, θά γίνετε σάν θεοί∙ θά γίνετε σάν κι Αὐτόν. Μέγα ψέμα! Ἐνῶ τό ἀντίθετο εἶναι ἡ ἀλήθεια. Βλέπετε; Ὁ διάβολος τό φῶς τό λέει σκοτάδι καί τό σκοτάδι φῶς. Ἡ ἀλήθεια ποιά ἤτανε; Ὅτι ἄν δέν ἔτρωγαν καί ἔκαναν ὑπακοή στόν Χριστό, θά γινόντουσαν σάν θεοί, θά γινόντουσαν θεοί κατά χάριν. Ὄχι κατά φύσιν φυσικά, ἀλλά κατά χάριν θά γινόντουσαν θεοί. Καί ὅπως λέει ἕνας σύγχρονος Ἁγιορείτης, θά ἀναλαμβανόντουσαν ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό, ὅπως ἀναλήφθηκε ὁ Χριστός μας, ὅταν θά τελειοποιοῦνταν. Γιατί ὁ παράδεισος ἦταν στή γῆ. Οἱ Πρωτόπλαστοι ἦταν στή γῆ. Θά τελειοποιοῦνταν μέ τήν ὑπακοή στόν Θεό.
Ἔτσι καί σήμερα τά ἴδια λέει ὁ διάβολος καί μυαλό ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι δέν ἔχουμε βάλει πάλι.. Τί λέει στούς ἀνθρώπους; Μήν ἀκοῦτε τί λέει ἡ Ἐκκλησία, τί λέει ὁ Χριστός. Καί λέει ἀκριβῶς τά ἀντίθετα. Λέει ἡ Ἐκκλησία, γιά παράδειγμα, μή φοβάστε, νά κοινωνᾶτε, δέν πρόκειται νά μολυνθεῖτε. Καί λέει ὁ διάβολος, ὄχι.. νά μήν πᾶς νά κοινωνήσεις, θά μολυνθεῖς… θά μολύνεις κι ἄλλους μέσα στήν Ἐκκλησία, ἄν εἶσαι ἄρρωστος κ.λ.π. Ἐνῶ μέσα στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί πληροῖ - γεμίζει τά πάντα. Καί ὁ Χριστός εἶναι μέσα μας καί ἀνάμεσά μας. Ἀφοῦ εἶναι ὁ Χριστός ἀνάμεσά μας καί γεμίζει ὅλη τήν ἐκκλησία, ὑπάρχει περίπτωση ὁ Χριστός νά ἀφήσει νά μολύνεις τόν ἄλλον ἤ νά μολυνθεῖς ἀπό τόν ἄλλον; Πολύ περισσότερο νά σέ μολύνει ὁ Ἴδιος μέ τά Ἄχραντα Μυστήρια; Αὐτός πού εἶναι «πῦρ καταναλίσκον»[23], εἶναι φωτιά δηλαδή πού κατακαίει τά πάντα καί εἶναι ὁ Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν; Κι ὅμως ἔρχεται ὁ διάβολος καί στό λέει τό ψέμα, καί ἐμεῖς πιστεύουμε τόν ψεύστη καί δέν πιστεύουμε Αὐτόν πού εἶναι ἡ αὐτοαλήθεια, τόν Χριστό.
Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Ἀντίοχος ὅτι ὅποιος λέει ψέματα, μολύνεται ἀπό τόν πατέρα τοῦ ψεύδους, τόν διάβολο. Γιατί αὐτός εἶναι ὁ ἐφευρέτης τοῦ ψεύδους καί ἡ πηγή τοῦ ψεύδους, κάθε ψεύδους. Καί ἀνέκαθεν τό ὅπλο τῶν ὀργάνων τοῦ διαβόλου, τῶν ἀνθρώπων πού ὑποτάσσονται στόν διάβολο, εἶναι τό ψεῦδος καί ἡ συκοφαντία. Βλέπετε, καί μέσα στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, ὑπάρχουν δυστυχῶς ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἔχουν παρασυρθεῖ ἀπό τόν πονηρό καί πολεμοῦν τούς ἀληθινά χριστιανούς, τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Καί πῶς τούς πολεμοῦν; Μέ τήν συκοφαντία, μέ τήν διαβολή. Ὑπάρχουν, ἄς ποῦμε, οἱ λεγόμενοι αἱρετικοί, σήμερα εἶναι οἱ παν-αἱρετικοί, οἱ Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι πῶς ἀντιμετωπίζουν αὐτές τίς δίκαιες ἐπικρίσεις ἀπό τούς ἀληθινούς χριστιανούς; Τούς λένε, δέν εἶναι σωστό αὐτό πού κάνετε, αὐτό πού κάνει ὁ Πατριάρχης, πού κάνει τό Πατριαρχεῖο, πού δίνουνε κοράνια, πού συλλειτουργοῦνε, συμπροσεύχονται κατά παράβαση τῶν Ἱερῶν Κανόνων.. καί πρόσφατα πάλι παρακίνησε, δυστυχῶς, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο νά προσευχηθοῦμε μέ ὅλες τίς θρησκεῖες γιά νά φύγει ὁ κορονοϊός… καί ἔρχονται οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἀληθινά χριστιανοί, καί λένε, τί λέτε;.. τί εἶναι αὐτά τά πράγματα;.. δέν ἐπιτρέπονται! Καί πῶς ἀπαντοῦν αὐτοί; Μή βρίζετε τό Πατριαρχεῖο, μή βρίζετε τόν Πατριάρχη… Μά δέν βρίζουμε τόν Πατριάρχη! Κατακρίνουμε αὐτά πού λέει καί αὐτά πού κάνει. Ἤ τούς ὁποιοσδήποτε Πατριάρχες ἤ Ἐπισκόπους ἤ καί Συνόδους. Δέν μπορεῖ μία Σύνοδος νά μᾶς λέει ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετικοί, πού ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπό τούς Ἅγιους Πατέρες 2000 χρόνια, ὅτι εἶναι κανονική Ἐκκλησία, καί νά ποῦμε ὅτι καλά τό εἶπε ἡ Ἐκκλησία. Ἕνας πού ἀντιστρατεύεται σ’ αὐτό, δέν σημαίνει ὅτι βρίζει τούς ἐπισκόπους πού συμμετεῖχαν ἐκεῖ, ἀλλά δέν παραδέχεται αὐτά τά ἄνομα ψεύδη, τά ὁποῖα αὐτοί τά παρουσίασαν μπροστά μας ὡς ἀλήθεια. Εἶναι αὐτό πού κάνει ἀκριβῶς ὁ διάβολος, παρουσιάζει τό σκοτάδι σάν φῶς, τό ψέμα σάν ἀλήθεια. Ὀφείλουμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ψεῦδος, ὅτι εἶναι σκοτάδι, γιά νά προφυλάξουμε καί τό ποίμνιο. Εἰδικά οἱ ποιμένες, οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ ἱερεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, θά πρέπει νά μιλᾶνε, γιά νά φυλᾶνε τά πρόβατα ἀπό τήν πλάνη. Γιατί σήμερα, εἰδικά σήμερα, ἔχουμε τήν κορυφή τῶν αἱρέσεων. Δέν ἔχουμε μιά ἁπλή αἵρεση, ἔχουμε τήν παν-αἵρεση αὐτή τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πού τί κάνει; Νομιμοποιεῖ ὅλα τά ψεύδη. Ὅλα τά διαβολικά ψεύδη τῶν θρησκειῶν ἀνά τούς αἰῶνες καί τῶν αἱρέσεων, τῶν λεγόμενων χριστιανικῶν παραφυάδων, χριστιανικῶν κοινοτήτων, ὁμολογιῶν κ.λ.π. προτεστάντες δηλαδή, καθολικοί κ.λ.π. ὅλοι αὐτοί… μᾶς λέει ὁ Οἰκουμενισμός ὅτι ὅλοι αὐτοί εἶναι ἀληθινοί, ὅτι εἶναι ἐκκλησία καί ὅτι πρέπει νά τούς παραδεχτοῦμε καί νά ἑνωθοῦμε μαζί τους!
Σήμερα, λοιπόν, κατεξοχήν πρέπει νά μιλᾶμε, καί νά μιλᾶνε οἱ Ὀρθόδοξοι ποιμένες κατεξοχήν γιά νά προφυλάξουν τό ποίμνιο ἀπό αὐτούς τούς λύκους, πού κυκλοφοροῦν πλέον μέσα στήν Ἐκκλησία μέ ἔνδυμα προβάτου καί παριστάνουν καί τούς ποιμένες, τούς τσομπάνηδες. Καί βέβαια φάνηκαν στήν τελευταία κρίση, γιατί τί ἔκαναν; Κλείστηκαν μέσα στά μαντριά καί ἄφησαν τό ποίμνιο ἀπ΄ ἔξω! Λειουργοῦσαν μόνοι τους μέσα στίς ἐκκλησίες καί βγάλανε ἀπόφαση -ἄκουσον ἄκουσον- νά μήν λειτουργοῦνται οἱ πιστοί, νά μήν κοινωνοῦν κ.λ.π. Πράγματα ἀπαράδεκτα. Σέ καμιά περίπτωση ὁ Χριστός μας δέν θά ἔπαιρνε τέτοιες ἀποφάσεις, νά κλείσει τήν ἐκκλησία Του, νά ἀναιρέσει δηλαδή τόν ἑαυτό Του. Γιατί ὁ Ἴδιος εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Τό σῶμα Του εἶναι ἡ Ἐκκλησία.
Μᾶς εἴπανε κάποιοι, ὅτι εἶναι ἐπιτίμιο καί πρέπει νά τό δεχτοῦμε. Ὁ Χριστός μας δέν βάζει τέτοια ἐπιτίμια, νά σταματήσει δηλαδή νά ὑπάρχει, νά λειτουργεῖ ὡς πηγή ζωῆς. Σέ καμιά περίπτωση! Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς μας! Μπορεῖ νά εἶναι ἐπιτίμιο μιά ἀσθένεια. Μπορεῖ νά εἶναι ἐπιτίμιο ἕνας διωγμός. Βεβαίως… ἀπό τούς κρατοῦντες. Ἀλλά σέ καμιά περίπτωση δέν θά μᾶς πεῖ ὁ Χριστός μας νά μήν κοινωνήσετε ἤ νά μήν ἐξομολογηθεῖτε, νά μήν λειτουργηθεῖτε, ὅπως μᾶς εἶπαν δυστυχῶς οἱ ποιμένες μας (οἱ λυκοποιμένες, ὄχι οἱ ἀληθινοί ποιμένες). Αὐτά εἶναι ἀπαράδεκτα καί ὀφείλουμε νά τά καταγγείλουμε, ἀπό ἀγάπη καί γι’ αὐτούς καί γιά τό ποίμνιο.
Λέει ὁ Ἅγιος Ἡσαΐας ὁ Ἀναχωρητής πάλι σχετικά μέ τό ψεῦδος: «Νά μήν ἐπαινέσεις, παρά μόνο ἐκεῖνα γιά τά ὁποῖα εἶδες». «Ἅ δέ ἤκουσας, μή εἴπῃς ὡς ἰδών»[24]. Γι’ αὐτά πού ἄκουσες, νά μή μιλήσεις σάν νά τά εἶδες. Θά πεῖς, τό ἄκουσα, δέν τό εἶδα. Ἔχει σημασία δηλαδή καί ἡ ἀκρίβεια μέ τήν ὁποία ἐκφραζόμαστε, γιατί μπορεῖ νά ἀδικήσουμε κάποιον καί πολλές φορές αὐτά πού ἀκοῦμε δέν εἶναι καί ἀληθινά, ἤ δέν εἶναι πέρα γιά πέρα ἀληθινά. Γι’ αὐτό λέει καί ὁ λαός, ἀπ’ ὅσα ἀκοῦς, μήν πιστεύεις τίποτα, καί ἀπ’ ὅσα βλέπεις, τά μισά. Γιά νά εἴμαστε προσεκτικοί στό τί λέμε. Καί πολλές φορές, μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι, μετανιώσαμε πού μιλήσαμε, ἀλλά ποτέ δέν μετανιώσαμε, ὅταν σιωπήσαμε. Ἀλλά, ὅπως εἴπαμε προηγουμένως, ἄν ὑπάρχει μιά ἐξόφθαλμη καταπάτηση τῆς ἀλήθειας καί μιά διαστρέβλωση τοῦ Χριστοῦ μας καί τῆς διδασκαλίας Του, τότε ὀφείλουμε νά μιλήσουμε ἀπό ἀγάπη. Λένε, ὅτι βρίζουμε τούς τῆς Ἐκκλησίας ἤ τήν Ἐκκλησία… γιατί ἡ Ἐκκλησία φυσικά δέν εἶναι οἱ ἐπίσκοποι. Αὐτοί ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία, ἐφόσον ὀρθοτομοῦν τόν λόγο τῆς ἀληθείας. Ἀλλά ἄν δέν ὀρθοτομοῦν, ἄν αἱρετίζουν, δέν ἔχουνε μέρος στήν Ἐκκλησία, ἄν παραμένουν ἔτσι στήν πλάνη. Πρέπει νά μετανοήσουν καί νά ἐπιστρέψουν κανονικά στήν ἀλήθεια, γιά νά ποῦμε ὅτι κι αὐτοί ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία. Σέ καμιά περίπτωση δέν εἶναι ὅμως ἡ Ἐκκλησία. Ὅπως μᾶς λένε, μή βρίζετε τήν Ἐκκλησία, ὅταν καταγγέλουμε, ὅπως εἴπαμε προηγουμένως τίς διάφορες αἱρετικές ἐνέργειες ἤ διδασκαλίες πού ἀκοῦμε κατά καιρούς.
Ὅπως παλιότερα -λίγο πρίν- πάλι ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο βγῆκε μιά ντιρεκτίβα ὅτι ἐπιτρέπεται ὁ δεύτερος γάμος τῶν κληρικῶν. Ὀφείλουμε νά τό καταγγείλουμε. Εἶναι ἀπαράδεκτο, δέν ἐπιτρέπεται. Οἱ Ἱεροί Κανόνες τό ἀπαγορεύουν αὐτό τό πράγμα καί ἡ τάξη τῆς Ἐκκλησίας μας ἀνά τούς αἰῶνας. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι βρίζουμε τόν Πατριάρχη ἤ τό Πατριαρχεῖο, ἀλλά, ξαναλέω, λέμε τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, γιά νά προφυλάξουμε τό ποίμνιο ἀπό τήν πλάνη. Καί ὀφείλουμε νά τό κάνουμε αὐτό. Καί τούς ἴδιους νά τούς παρακινήσουμε, ἄν θέλουν, νά ἐπιστρέψουν στήν μετάνοια, στήν ἀλήθεια διά τῆς μετανοίας.
Νά προσέχεις λοιπόν, λέει ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας. «Δίδαξον τήν γλώσσα σου εἰς τούς λόγους τοῦ Θεοῦ ἐν γνώσει καί τό ψεῦδος φεύγει ἀπό σοῦ». Δίδαξον τήν γλώσσα σου νά γνωρίζει τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί νά τά λέει. Ἔτσι τό ψεῦδος θά φυγαδευτεῖ ἀπό σένα. «Τό ἀγαπᾶν τήν δόξαν τῶν ἀνθρώπων τίκτει τό ψεῦδος». Ἡ ἀγάπη πρός τήν δόξα τῶν ἀνθρώπων γεννάει τό ψεῦδος. Εἶναι αὐτό πού εἴπαμε καί προηγουμένως, ὁ Ἀνανίας καί ἡ Σαπφείρα πού, ἀπό κενοδοξία γιά νά ἐντυπωσιάσουν τούς χριστιανούς, εἶπαν ψέμα. «Ὅταν ὅμως τό ἀνατρέψεις μέ ταπείνωση», τό ψέμα δηλαδή, «τότε γιγαντώνεται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά σου». Τότε πραγματικά ἀποκτᾶς φόβο Θεοῦ. «Φύλαξον σεαυτόν ἀπό τοῦ ψεύδους». Νά προφυλαχθεῖς ἀπό τό ψεῦδος, «ὅτι αὐτό ἐκδιώκει τόν φόβο τοῦ Θεοῦ ἀπό σοῦ»[25], γιατί ἐκδιώκει τόν φόβο τοῦ Θεοῦ ἀπό μέσα σου. Βλέπετε, ὁ ψεύτης εἶναι καί ἀθεόφοβος. Δέν φοβᾶται τόν Θεό. Βεβαίως δέν μπορεῖ κανείς νά τά βάλει μέ τόν Θεό, καί ὅσο προσπαθεῖ νά χτυπήσει τόν Θεό, τόσο πληγώνεται ὁ ἴδιος. «Σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν»[26], εἶπε ὁ Κύριος στόν Σαῦλο τόν διώκτη, τόν μετέπειτα, ἀφοῦ μετανόησε, Μέγα Ἀπόστολο Παῦλο.
Τό ἴδιο καί σήμερα λέει στούς διῶκτες, δεξιούς καί ἀριστερούς, ὅτι κι ἄν εἶναι αὐτοί, τῆς Ἐκκλησίας. Καί οἱ μέν καί οἱ δέ οὐσιαστικά τήν ἴδια δουλειά κάνουν, καταστρέφουν ὅ,τι χτίστηκε τόσους αἰῶνες μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα καί προσπαθοῦν νά ἀλλοιώσουν καί τό Σύνταγμα καί τούς νόμους καί ψηφίζουν ἄνομους νόμους, καί κατεξοχήν χτυποῦν τήν παιδεία. Ὅπως πρόσφατα προωθήθηκε καί μπῆκε καί σέ διαβούλευση τό νομοσχέδιο γιά τήν σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των νηπίων, παρακαλῶ! Ἀπό τά μωρά δηλαδή θά μαθαίνουν τά παιδιά πῶς θά ἁμαρτάνουν σεξουαλικά, νά ξεσηκώνονται καί νά πέφτουν στήν πορνεία καί στήν ἀνηθικότητα ἀπό πολύ μικρά. Γιατί αὐτό ἀκριβῶς θέλει ὁ διάβολος. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη χαρά τοῦ διαβόλου, νά μή μείνει κανένα παιδάκι ἀθῶο καί καθαρό, ὥστε νά μήν ἔχουμε ἱερεῖς καί πρεσβυτέρες. Αὐτός εἶναι ὁ στόχος του, νά εἶναι ὅλοι μέ κωλύματα καί νά μήν μποροῦν νά θεραπεύουν τόν λαό.
Λοιπόν, ὅλα αὐτά εἶναι φοβερά καί ὀφείλουμε νά τά καταγγέλουμε καί νά τά ἀνατρέπουμε. Γιατί διασπείρουν ἀκριβῶς τό ψέμα ὡς ἀλήθεια. Τάχατες ἀπό ἀγάπη καί γιά νά προφυλάξουν τά παιδιά.. δέν ξέρω τί λένε.. διάφορες ἀνοησίες, προωθοῦνε τήν ἀνηθικότητα καί τήν ἁμαρτία στά πολύ - πολύ μικρά παιδιά.
Νά ἀνατρέπεις λοιπόν τό ψεῦδος καί ἔτσι θά ἀποκτᾶς φόβο Θεοῦ. Ἄν ἐγκολπώνεσαι τό ψεῦδος, γίνεσαι ἀθεόφοβος καί μετά βέβαια πηγαίνεις κατευθείαν στήν κόλαση. Νά προφυλαχθεῖς ἀπό τό ψεῦδος, γιατί αὐτό ἐκδιώκει τόν φόβο τοῦ Θεοῦ ἀπό μέσα σου.
«Τοῦ ἀββᾶ Μάρκου. Στόμα ταπεινόφρονος λαλήσει ἀλήθεια∙ ὁ δέ ἀντιλέγων αὐτῇ ὅμοιός ἐστι τῷ ὑπηρέτῃ ἐκείνῳ τῷ ἐπί σιαγόνος τόν Κύριον ραπίσαντι»[27]. Τό στόμα τοῦ ταπεινόφρονος θά λαλήσει τήν ἀλήθεια. Ἐκεῖνος ὅμως πού ἀντιλέγει στήν ἀλήθεια μοιάζει μέ τόν ὑπηρέτη πού ράπισε τόν Κύριο εἰς τήν σιαγόνα. Φοβερό! Καί μάλιστα λέγεται, ὅτι αὐτός πού Τόν ἐράπισε ἤτανε ὁ παράλυτος, πού ἀκούσαμε τό Εὐαγγέλιο του τήν Κυριακή. Αὐτός μετά ξέφυγε τόσο πολύ, πού ράπισε τόν Κύριο! Καί ὁ Κύριος βέβαια τόν ἤλεγξε, «ἄν εἶπα κάτι κακό, πές μου τί κακό εἶπα∙ ἄν εἶπα ὅμως κάτι καλό, κάτι σωστό, κάτι ἀληθινό, γιατί μέ χτυπᾶς;»[28]. Ραπίζει τόν Κύριο λοιπόν, αὐτός ὁ ὁποῖος ἀντιλέγει στήν ἀλήθεια.
Καί σήμερα, δυστυχῶς, ἔχουμε πολλούς τέτοιους, πού ἀντιλέγουν στήν ἀλήθεια, στόν Χριστό, πολεμοῦν τόν Χριστό. Μέ χυδαῖο τρόπο βρίζουν τόν Χριστό καί τά ἅγια Μυστήρια. Καί μοῦ ἔκανε ἐντύπωση, ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ξεκίνησε αὐτό τό πολύ βρώμικο παιχνίδι τοῦ κορονοϊοῦ, πού δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά μιά μεγάλη παγκόσμια ἀπάτη καί μιά πρόβα γιά νά μπορέσουνε οἱ παγκοσμιοποιητές νά προχωρήσουν τά σχέδιά τους σέ μιά παγκόσμια δικτακτορία, ὅπως τήν ἔχουνε σχεδιάσει… μοῦ ἔκανε ἐντύπωση, ἀπό τήν πρώτη στιγμή ἄρχισαν οἱ βουλευτές νά μιλᾶνε γιά τήν Θεία Κοινωνία, ἐναντίον τῆς Θείας Κοινωνίας μέσα στήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων. Τό ὁποῖο ἀκριβῶς φανερώνει τίς προθέσεις τους. Ὁ τελικός στόχος αὐτός εἶναι, νά χτυπηθεῖ ὁ Χριστός, νά χτυπηθεῖ ἡ Ὀρθοδοξία. Καί δυστυχῶς συνέπραξαν καί συπράττουν καί κάποιοι ὑψηλόβαθμοι κληρικοί, ἀρχιερεῖς κ.λ.π. Δυστυχῶς, γιά νά ἱκανοποιήσουνε τά ἀφεντικά τους, εἴτε εἶναι αὐτοί οἱ στοές, οἱ μασονικές στοές, οἱ Σιωνιστές κ.λ.π.
Τό στόμα τοῦ ταπεινοῦ, λοιπόν, θά λέει πάντα τήν ἀλήθεια. Αὐτός πού ἀντιλέγει στήν Ἀλήθεια, στόν Χριστό δηλαδή καί στήν Ἐκκλησία καί στίς ἀλήθειες τοῦ Χριστοῦ, αὐτός εἶναι σάν ἐκεῖνον τόν δοῦλο πού ἐράπισε τόν Κύριο.
«Εἶπεν ὁ ἀββᾶς Ἀνούβ· ἐξ οὗ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἐκλήθη ἐπ΄ ἐμέ͵ οὐκ ἐξῆλθε ψεῦδος ἐκ τοῦ στόματός μου»[29]. Ἀπό τότε πού ὀνομάστηκα μοναχός, πού ἔγινα μοναχός, δέν βγῆκε ἀπό τό στόμα μου λόγος ψευδής.
«Εἶπεν ὁ ἀββᾶς Γρηγόριος». Πάλι ἀπό τό Γεροντικό εἶναι αὐτό. «Ὁ Θεός ἀπαιτεῖ ἀπό κάθε ἄνθρωπο πού εἶναι βαφτισμένος αὐτά τά τρία πράγματα: Ἀπό τήν ψυχή ὀρθόδοξη πίστη, ἀπό τήν γλώσσα ἀλήθεια καί ἀπό τό σῶμα σωφροσύνη»[30], καθαρότητα. Ὀρθόδοξη πίστη στήν ψυχή, ἀλήθεια στήν γλώσσα καί σωφροσύνη στό σῶμα. Πολύ βασικά καί τά τρία, πού μᾶς τά τονίζει ὁ ἀββᾶς Γρηγόριος.
«Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου. Κάποτε μιά χειμωνιάτικη νύχτα μερικοί ἀδελφοί ἐκτελοῦσαν κάποια πρόσθετη ἐργασία. Ποιούντων ποτέ παρέργιον -λέει- τῶν ἀδελφῶν ἐν νυκτί χειμῶνος ὄντος. Ἕνας ἀπό αὐτούς, ἐπειδή τόν πείραξε ἡ παγωνιά, γύρισε στό κελί του καί ἕνας ἄλλος ἐγόγγυζε ἐναντίον του». Ἄρχισε νά λέει δηλαδή, νά.. κοίταξέ τον, μᾶς ἄφησε ἐμᾶς μόνους μας καί ἔφυγε αὐτός γιά νά πάει νά ζεσταθεῖ. «Ἔστειλαν λοιπόν ἄλλον πρός τόν ἀδελφό γιά νά τόν φωνάξει. Ὁ ἀπεσταλμένος τότε τόν βρῆκε νά ὑποφέρει». Εἶχε ἀρρωστήσει ὁ ἄνθρωπος, εἶχε παγώσει. «Καί τοῦ λέει: Οἱ ἀδελφοί ἐρωτοῦν πῶς εἶσαι. Λέγουν δέ νά μήν στενοχωρεῖσαι γιά τήν ἐργασία σου, τήν κάνουμε ἐμεῖς»[31]. Ἐνῶ δέν τοῦ εἶχαν πεῖ νά πεῖ ἔτσι, ἐκεῖνος ἀπό ἀγάπη καί καλοσύνη τοῦ λέει, μέ στείλανε οἱ ἀδελφοί νά σοῦ πῶ νά μήν στενοχωριέσαι, θά κάνουν αὐτοί τό ἔργο πού ἦταν νά κάνεις ἐσύ. Καί ρωτᾶνε, τί κάνεις.
«Ἐκεῖνος ἀπάντησε: Εἴθε ὁ Κύριος νά ἐνθυμηθεῖ τήν ἀγάπη σας! Καί ἐγώ ἤθελα νά κοπιάσω μαζί σας ἀλλά μέ ἐμποδίζει ἡ ἀσθένειά μου»[32]. Εἴδατε, πῶς ὁ καλός λόγος ἔχει καί καλό ἀποτέλεσμα. Καί ἐκεῖνος ὁ καημένος λέει, ἤθελα καί ἐγώ νά εἶμαι μαζί σας, ἀλλά δέν μπορῶ.
«Ὅταν ἐπέστρεψε ὁ ἀπεσταλμένος, εἶπε στούς ἄλλους ἀδελφούς: Ὁ ἀδελφός ὑποφέρει πάρα πολύ, καί μοῦ εἶπε, καί ἐγώ ἤθελα νά κοπιάσω μαζί σας, ἀλλά δέν μπορῶ. Αὐτός εἶναι πού μετεχειρίσθη τό ψεῦδος κατ΄ οἰκονομία γιά νά μήν κάνει κακό»[33], καί τακτοποίησε καί τόν ἕναν καί τούς ἄλλους. Δηλαδή θέλει μιά διάκριση μερικές φορές, ἀλλά ὄχι νά τό κάνουμε κανόνα. Μπορεῖ νά χρησιμεύσει αὐτό τό πράγμα. Ὅπως ἔκανε ἐδῶ ὁ Γέροντας αὐτός μέ διάκριση καί οἰκονόμησε καί τούς μέν καί τόν ἄρρωστο ἀδελφό.
Ἤ ὅπως ὁ Ἅγιος Πορφύριος, πού εἶχε δύο Γεροντάδες καί καμιά φορά αὐτοί μαλώνανε μεταξύ τους καί γιά νά τούς οἰκονομήσει νά μή μαλώνουν, ὅταν ἄς ποῦμε ἕνας ἀπ’ τούς δύο ἔσπαγε ἕνα ποτήρι καί ρώταγε ὁ ἄλλος, ποιός τό ἔσπασε, ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος, ἐγώ τό ἔσπασα, γιά νά μή μαλώσουν μεταξύ τους. Μετά στήν ἐξομολόγηση ἔλεγε βέβαια ὅτι εἶπα ψέματα καί ἔλεγε τήν ἀλήθεια.
«Στό Γεροντικό», πάλι. «Δύο Γέροντες εἶχαν ἔχθρα μεταξύ τους. Ἔτυχε κάποτε ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτούς νά ἀρρωστήσει. Ἦλθε λοιπόν ἕνας ἀδελφός νά τόν ἐπισκεφθεῖ. Τότε ὁ Γέροντας παρακαλοῦσε τόν ἀδελφό καί τοῦ ἔλεγε∙ ἐγώ καί ὁ τάδε γέροντας ἔχουμε ἐνοχληθεῖ μεταξύ μας καί ἤθελα νά τόν παρακαλέσεις νά συμφιλιωθοῦμε. Ὁ ἀδελφός ἀπάντησε∙ Μοῦ ἔδωσες διαταγή ἀββᾶ; Ἐγώ θά τόν παρακαλέσω». Τό πῆρε δηλαδή, θά λέγαμε, στά ζεστά. «Μόλις ἔφυγε ἀπό τό κελί ὁ ἀδελφός, ἄρχισε νά σκέφτεται μέσα του, πῶς θά μεθοδεύσει τό πράγμα, διότι ἐφοβεῖτο μήπως δέν δεχθεῖ ὁ ἄλλος Γέρων τήν παράκληση καί γίνει ἡ ἔχθρα μεγαλύτερη.
Κατ’ οἰκονομία Θεοῦ κάποιος ἄλλος ἀδελφός τοῦ ἔφερε πέντε σύκα καί μερικά μοῦρα. Ὁ ἀδελφός τά πῆρε καί τά ἔφερε στό κελί του. Καί ἀφοῦ διάλεξε ἕνα σύκο καί μερικά μοῦρα, τά ἔφερε στόν Γέροντα τόν ὁποῖο σκεπτόταν νά ἐπισκεφθεῖ. Ἀββά, τοῦ εἶπε, αὐτά τά ἔφερε κάποιος εἰς τόν τάδε Γέροντα, ὁ ὁποῖος εἶναι ἄρρωστος, καί ἐπειδή ἔτυχε νά βρεθῶ ἐκεῖ, μοῦ εἶπε, πάρε αὐτά καί δῶσε τα εἰς τόν τάδε Γέροντα.
Μόλις τά ἄκουσε αὐτά ὁ Γέροντας, ἔμεινε μέ άνοιχτό τό στόμα καί ρώτησε: Γιά μένα τά ἔστειλε αὐτά; Ναί, ἀββᾶ, ἀπάντησε ὁ ἀδελφός. Τότε ὁ Γέροντας τά πῆρε μέ χαρά καί εἶπε: Καλῶς ἦλθες!
Ἔπειτα ὁ ἀδελφός ἐπέστρεψε στό κελί του καί πῆρε δύο ἀπό τά σύκα καί λίγα ἀπό τά μοῦρα καί τά ἔφερε εἰς τόν ἄλλον Γέροντα, ὁ ὁποῖος ἦταν ἄρρωστος. Ἀφοῦ λοιπόν τοῦ ἔβαλε μετάνοια, τοῦ εἶπε: Πάρε αὐτά, ἀββᾶ∙ σοῦ τά ἔστειλε ὁ τάδε Γέροντας. Γεμάτος χαρά ρωτάει ὁ Γέροντας: Λοιπόν, συμφιλιωθήκαμε; Ναί, ἀββᾶ, ἀπάντησε ὁ ἀδελφός, μέ τίς εὐχές σου. Δόξα τῷ Θεῷ, εἶπε ὁ Γέροντας. Ἔτσι συμφιλιώθηκαν οἱ δύο Γέροντες μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν σύνεση τοῦ ἀδελφοῦ, ὁ ὁποῖος τούς εἰρήνευσε μέ τά τρία σύκα καί τά λίγα μοῦρα, χωρίς νά γνωρίζουν οἱ Γέροντες τί ἔκανε ὁ ἀδελφός»[34]. Βλέπετε, μιά πάρα πολύ ἔτσι ἔξυπνη ἐνέργεια!
«Κάποτε ὁ ἀββᾶς Ἀγάθων ρώτησε τόν ἀββᾶ Ἀλώνιο, ἄν ὑπάρχει περίπτωση νά πεῖ κανείς ψέματα. Καί ὁ ἀββᾶς Ἁλώνιος ἀποκρίθηκε ὅτι εἶναι δυναόν. - Πότε; τόν ρώτησε. Καί ὁ γέροντας τοῦ ἀπάντησε: - Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι δύο ἄνθρωποι διέπραξαν φόνο μπροστά σου, καί ὁ ἕνας κατέφυγε στό κελί σου. Ὁ ἄρχοντας τόν ζητάει καί σέ ρωτᾶ: Ἔγινε φόνος μπροστά στά μάτια σου; Ἄν λοιπόν ἐσύ δέν πεῖς ψέματα, τόν παραδίνεις στόν θάνατο. Εἶναι προτιμότερο νά τόν ἀφήσεις στήν κρίση τοῦ Θεοῦ χωρίς δεσμά, γιατί Αὐτός -ὁ Θεός δηλαδή- τά γνωρίζει ὅλα. Ἀπ’ αὐτό λοιπόν γίνεται φανερό, ὅτι εἶναι δυνατό κάποτε νά προτιμήσουμε τό ψεῦδος ἀπό τήν ἀλήθεια»[35], σέ ἔκτακτες περιπτώσεις καί πολύ σοβαρές.
Ἕνα ἀνάλογο περιστατικό ἔχουμε καί στόν βίο τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ ἐν Ζακύνθῳ μέ τήν ἐπίσκεψη καί τήν ἐξομολόγηση τοῦ φονιά τοῦ ἀδελφοῦ του. Δέν γνώριζε ὅτι εἶχε φονευτεῖ ὁ ἀδελφός του. Πῆγε ὁ φονιάς, ζήτησε καταφύγιο γιατί τόν κυνηγοῦσε ἡ Ἀστυνομία, ἐξομολογήθηκε κιόλας καί μέσα στήν ἐξομολόγηση κατάλαβε ὁ Ἅγιος ὅτι αὐτός πού εἶχε μπροστά του εἶχε φονεύσει τόν ἀδελφό του. Τοῦ διάβασε συγχωρητική εὐχή καί μετά τόν φυγάδευσε. Ὅταν ἦρθε ἡ Ἀστυνομία μετά ἀπό λίγο, τόν σκέπασε, δέν τόν πρόδωσε. Αὐτό εἶναι μία πραγματικά χριστιανική ἀντιμετώπιση.
Αὐτά ἤθελα νά ποῦμε σήμερα στήν ἀγάπη σας περί τοῦ ψεύδους καί ὅτι πάντοτε πρέπει νά λέμε τήν ἀλήθεια, ἔτσι ὥστε νά ἔχουμε τόν Χριστό μας πού εἶναι ἡ Αὐτοαλήθεια καί ὄχι τόν πονηρό πού εἶναι ψεύστης καί ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Εὐεργετινός, ἐκδ. Συναξαριστής, 2001, (στό ἑξῆς: Εὐεργετινός).
[2] Ἐξ. 20, 16.
[3] Παρ. 9, 12.
[4] Παρ. 12, 22.
[5] Σοφ.Σειρ. 7, 13.
[6] Σοφ.Σειρ. 20, 25.
[7] Σοφ.Σειρ. 36, 19.
[8] Κλίμαξ, Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἔκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου.
[9] Ἐφεσ. 4, 25.
[10] Κολ. 3, 9.
[11] Πράξ. 5, 1-2.
[12] Πράξ. 5, 3-4.
[13] Πράξ. 5, 5.
[14] Εὐεργετινός.
[15] Ἐφεσ. 4, 22.
[16] Εὐεργετινός.
[17] Ἰωάν. 14, 6.
[18] Εὐεργετινός.
[19] Γαλ. 6, 7.
[20] Ἰωάν. 14, 6.
[21] Εὐεργετινός.
[22] Ἰωάν. 8, 44.
[23] Ἑβρ. 12, 29.
[24] Εὐεργετινός.
[25] Ὅ.π.
[26] Πράξ. 26, 14.
[27] Εὐεργετινός.
[28] Ἰωάν. 18, 23.
[29] Εὐεργετινός.
[30] Ὅ.π.
[31] Ὅ.π.
[32] Ὅ.π.
[33] Ὅ.π.
[34] Ὅ.π.
[35] Ὅ.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου