[Μᾶρκ. 10,17: 27]
«Μέσα στήν Ἐκκλησία προχωροῦμε πρός τήν ἀθανασία», λέγει ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Ἡ Ἐκκλησία εἶναι νέα ζωή ἐν Χριστῷ. Στήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει θάνατος, δέν ὑπάρχει κόλασις. Λέει ὁ Ἅγιος Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «ἐάν τίς τόν λόγον μου τηρήσῃ, οὐ μή γεύσηται θανάτου εἰς τόν αἰῶνα»[1]». Αὐτός ὁ ὁποῖος θά τηρήσει τόν λόγο Μου, λέει ὁ Κύριος, καί καταγράφει τόν λόγο Του ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, αὐτός δέν θά γευθεῖ θανάτου εἰς τόν αἰῶνα. «Ὁ Χριστός καταργεῖ τόν θάνατο. Ὅποιος μπαίνει στήν Ἐκκλησία, σώζεται, γίνεται αἰώνιος. Μία εἶναι ἡ ζωή, εἶναι ἀτελείωτη συνέχεια, δέν ἔχει τέλος, δέν ὑπάρχει θάνατος. Ὅποιος ἀκολουθεῖ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, δέν πεθαίνει ποτέ. Πεθαίνει κατά τήν σάρκα, κατά τά πάθη καί ἀξιώνεται νά ζεῖ ἀπό ἐδῶ ζωή μές στόν Παράδεισο, στήν Ἐκκλησία μας, καί κατόπιν στήν αἰωνιότητα. Μέ τόν Χριστό ὁ θάνατος γίνεται ἡ γέφυρα πού θά τήν περάσουμε σέ μιά στιγμή, γιά νά συνεχίσουμε νά ζοῦμε ἐν τῷ ἀνεσπέρῳ φωτί»[2].
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος βίωνε αὐτή τήν νίκη κατά τοῦ θανάτου, γι' αὐτό καί ἔλεγε ὅτι ἐργάζομαι ὡς ἀθάνατος καί κάθε στιγμή ζῶ ὡς ἑτοιμοθάνατος. Κάθε στιγμή ὁ Ἅγιος Πορφύριος βίωνε αὐτό τό μυστήριο τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ θανάτου, ζοῦσε αὐτή τήν ἀθανασία, προγευόταν μᾶλλον αὐτή τήν ἀθανασία ἀπό αὐτή ἐδῶ τήν ζωή. Ὅποιος μπαίνει στήν Ἐκκλησία, γίνεται αἰώνιος, γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι αἰώνιος. Ἡ Κεφαλή της, ὁ Χριστός, εἶναι αἰώνιος καί ὁ κάθε ἄνθρωπος πού ἑνώνεται μέ τόν Χριστό, γίνεται καί αὐτός κατά χάριν ἄκτιστος καί κατά χάριν αἰώνιος. Ὅποιος ἀκολουθεῖ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, νεκρώνει τά πάθη του, πεθαίνει ὡς πρός τόν παλαιόν ἄνθρωπο καί ζεῖ κατά Θεόν, ζεῖ κατά Χριστόν, ζεῖ ἀναστημένος μαζί μέ τόν νικητή τοῦ θανάτου, τόν Χριστό.
«Κι ἐγώ», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «ἀφότου ἔγινα μοναχός, πίστευα ὅτι δέν ὑπάρχει θάνατος. Ἔτσι ἔνιωθα καί νιώθω πάντα, ὅτι εἶμαι αἰώνιος καί ἀθάνατος. Τί ὡραῖα! Μέσα στήν Ἐκκλησία, πού ἔχει τά μυστήρια πού σώζουν, δέν ὑπάρχει ἀπελπισία. Μπορεῖ νά εἴμαστε πολύ ἁμαρτωλοί. Εξὁμολογούμαστε, ὅμως, μᾶς διαβάζει ὁ παπάς κι ἔτσι συγχωρούμαστε καί προχωροῦμε πρός τήν ἀθανασία, χωρίς καθόλου ἄγχος, χωρίς καθόλου φόβο»[3]. Τά ἅγια μυστήρια μᾶς δίνουν τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἄκτιστη θεία ἐνέργεια, καί ὅποιος μετέχει σέ αὐτή τήν ἐνέργεια, αὐτός ἀθανατίζεται, αὐτός μετέχει στόν ἀθάνατο Χριστό.
«Ὅταν ἀγαπήσομε τόν Χριστό, ζοῦμε τή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἅμα αὐτό, μέ τη Χάρη τοῦ Θεοῦ, τό κατορθώσουμε, τότε βρισκόμαστε σέ μιά ἄλλη κατάσταση, ζοῦμε μιά ἄλλη κατάσταση ζηλευτή. Γιά μᾶς δέν ὑπάρχει καμιά φοβία. Οὔτε θάνατος, οὔτε διάβολος, οὔτε κόλασις. Ὅλα αὐτά ὑπάρχουν γιά τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μακράν τοῦ Χριστοῦ, γιά τούς μή χριστιανούς. Γιά μᾶς πού εἴμαστε χριστιανοί καί κάνομε τό θέλημά Του, ἐκεῖ, ὅπως τό λέει, δέν ὑπάρχουν αὐτά τά πράγματα. Ὑπάρχουν δηλαδή, ἀλλά ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποκτείνει τόν παλαιό ἄνθρωπο «σύν ταῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις»[4], δέν δίδει σημασία στόν διάβολο, οὔτε καί στό κακό. Δέν τόν ἀπασχολεῖ. Ἐκεῖνο πού τόν ἀπασχολεῖ εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία στόν Χριστό καί στόν συνάνθρωπό του. Ἅμα φθάσουμε στόν βαθμό νά αἰσθανόμαστε τήν χαρά, τήν ἀγάπη, τή λατρεία τοῦ Θεοῦ χωρίς καμία φοβία, φθάνουμε νά λέμε, «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός»[5]. Κανείς δέν μᾶς ἐμποδίζει νά μποῦμε μέσα στό μυστήριο»[6].
Τό μυστήριο εἶναι ἡ Ἁγία Ἐκκλησία, εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ κεφαλή της καί εἶναι ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Καί μπορεῖ κανείς, ζώντας σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία, νά ἀφθαρτίζεται, νά αἰωνίζεται, κάθε στιγμή ὅλο καί περισσότερο, μέχρι νά φτάσει νά ζεῖ συνεχῶς, αἰωνίως μέ τόν ἀθάνατο Χριστό.
Λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, «οἱ χλιαροί χριστιανοί διαφθείρουν δυστυχῶς, τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, χειρότερα ἀπό ἐχθρούς καί ἀντιπάλους»[7]. Γιατί; Γιατί δέν ζοῦνε σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί δίδουν μιά κακή ἰδέα γιά τήν Ἐκκλησία, μιά κακή ἰδέα καί γιά τόν Χριστό καί γιά τήν σωτηρία εἰς τούς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι εἶναι μακράν τοῦ Χριστοῦ.
«Εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού χαίρονται γιά ὅσα κακά συμβαίνουν στήν Ἐκκλησία. Αὐτοί μοιάζουν μέ τούς στρατιῶτες πού λόγχισαν τόν σταυρωμένο Χριστό καί μέ τούς Ἰουδαίους πού τόν ἐκάρφωσαν ἐπάνω στό ξύλο», λέει πάλι ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. «Πόσοι τύραννοι θέλανε νά νικήσουν τήν Ἐκκλησία καί δέν τό κατόρθωσαν; Ποῦ εἶναι τώρα αὐτοί πού τήν πολέμησαν; Τούς ἔθαψε ἡ σιωπή καί παραδόθηκαν στήν λησμονιά. Καί ποῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία; Λάμπει καί ἀπό τόν ἥλιο πιό πολύ! Εἶναι εὐκολότερο νά σβηστεῖ ὁ ἥλιος, παρά νά ἐξαφανιστεῖ ἡ Ἐκκλησία. Γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀθάνατη καί αἰώνια, ἀφοῦ ἔχει κεφαλή τόν ἀθάνατο καί αἰώνιο Χριστό. Καί ὅσοι ζοῦν πραγματικά μέσα στήν Ἐκκλησία καί αὐτοί θά ζήσουν αἰώνια μέσα στόν Χριστό καί μέσα στήν ἀθανασία πού Ἐκεῖνος ἐξασφαλίζει»[8]. Ἑπομένως, καί αὐτοί εἶναι ἀθάνατοι καί κανείς δέν μπορεῖ νά τούς βλάψει, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία στήν ὁποία ἀνήκουν, θά ὑπάρχει εἰς τόν αἰῶνα.
«Ὡς πλοῖο μέσα σέ θάλασσα μοιάζει ἡ Ἐκκλησία», λέει πάλι ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. «Τήν ἄφησε ὁ Χριστός νά ταξιδεύει στήν οἰκουμένη. Δέν ἐξαφάνισε τήν ταραχή, ἀλλά τήν διέσωσε ἀπό τήν ταραχή. Δέν ἐξαφάνισε τή θάλασσα, ἀλλά ἀσφάλισε τό πλοῖο τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστός. Παντοῦ πολλοί ἐπαναστάτησαν κατά τῆς Ἐκκλησίας σάν τά ἄγρια κύματα. Παντοῦ πολλοί τήν πολέμησαν σάν φοβεροί ἄνεμοι, κι ὅμως ὁ Χριστός χάριζε πολύ τήν γαλήνη. Καί τό πιό θαυμαστό εἶναι ὅτι ὄχι μόνο ἡ ἀγριότητα δέν κατέλυσε τήν Ἐκκλησία, ἀλλά τό πλοῖο κατέλυσε τήν θαλασσοταραχή.
Δέν φοβᾶμαι τόσο τόν πόλεμο ὁ ὁποῖος προέρχεται ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, ὅσο τήν ἐσωτερική διαμάχη, πού γίνεται μέσα σέ αὐτή. Γιατί καί ἡ ρίζα, ὅταν εἶναι καλά στερεωμένη, δέν παθαίνει τίποτε ἀπό τούς ἀνέμους. Ὅταν ὅμως ἡ ρίζα φθείρεται ἀπό τό σκουλήκι πού τήν κατατρώγει ἀπό μέσα, θά πέσει τό δέντρο, ἔστω καί ἄν κανείς δέν τό χτυπάει. Μέχρι πότε θά τρῶμε τήν ρίζα τῆς Ἐκκλησίας σάν σκουλίκια;»[9], λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. Καί αὐτό γίνεται ὅταν δέν βιώνουμε αὐτήν τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε δέν πορευόμαστε καί εἰς τήν ἀθανασία, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Τότε δίνουμε κακές συστάσεις γιά τήν Ἐκκλησία καί στούς ἐχθρούς. Τότε φθείρουμε ἀπό μέσα τήν Ἐκκλησία.
«Τίποτε δέν μπορεῖ νά διαιρέσει τόσο πολύ τήν Ἐκκλησία ὅσο ὁ ἐγωισμός καί ἡ φιλαρχία. Καί τίποτε δέν παροξύνει τόσο πολύ τόν Θεό ὅσο ἡ διαίρεση τῆς Ἐκκλησίας. Κι ἄν ἐπιτελέσουμε μύρια καλά ἔργα, δέν θά δώσουμε μικρότερο λόγο ἀπό αὐτούς πού κατακόπτουν καί κομματιάζουν τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα»[10]. Τό νά σχίσει κάποιος τήν Ἐκκλησία δέν εἶναι μικρότερο κακό ἀπό τό νά ἐμπέσει σέ αἵρεση. Γι' αὐτό πρέπει πάρα πολύ νά προσέχουμε καί μάλιστα οἱ ποιμένες, οἱ ἐπίσκοποι, ὥστε νά μήν δημιουργοῦν σχίσματα μέσα στήν Ἐκκλησία. Οὔτε τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου δέν ἐξαλείφει ἕνα σχίσμα, τήν ἁμαρτία τοῦ σχίσματος.
«Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό στρατόπεδο τοῦ Χριστοῦ. Ὀφείλετε μέ προσοχή πολλή νά διερευνᾶτε καί νά ψάχνετε γύρω σας», λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, «μήπως εἰσχώρησε στίς τάξεις μας κάποιος ἀλλόφυλος, αἱρετικός ἤ ἀσεβής. Καί νά τόν φανερώνετε ἀμέσως. Ὄχι φυσικά γιά νά τόν φονεύσουμε ἤ νά τόν τιμωρήσουμε, ἀλλά γιά νά τόν ἀπαλλάξουμε ἀπό τήν πλάνη καί τήν ἀσέβεια καί νά τόν καταστήσουμε ἐξ ὁλοκλήρου δικό μας. Διότι ὅποιος ξέρει αὐτόν πού κάνει τό κακό καί τόν ἀνέχεται καί τόν ἀποκρύπτει, εἶναι σάν νά τοῦ δίνει τήν ἄδεια νά διαπράττει μέ μεγαλύτερη θρασύτητα τό κακό»[11].
Εἶναι καλύτερα νά ὑπάρχουν κακοί ἄρχοντες, παρά ἀναρχία. Κυρίως ὅμως εἶναι πάρα πολύ ἐπικίνδυνο στήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ καί ἡ ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μεγαλύτερη καί ὑψηλότερη ἀπό τήν ἐξουσία τῆς πολιτείας. Ὅπως κι ἐκεῖ ἑπομένως καί ἐδῶ, στήν Ἐκκλησία, πολύ περισσότερο εἶναι καλύτερα νά ὑπάρχουν κακοί ἄρχοντες, παρά νά ὑπάρχει ἀναρχία.
Ἄς παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά προστατεύει τήν Ἁγία του Ἐκκλησία καί τά μέλη της, καθέναν ἀπό ἐμᾶς, καί ἄς Τόν παρακαλοῦμε νά στέλνει τήν Χάρη Του καί νά μᾶς δίνει προθυμία, ὥστε νά ἀγωνιζόμαστε μέ αὐταπάρνηση νά πολεμοῦμε τά πάθη μας, πού φέρνουν τήν θνητότητα, φέρνουν τήν νέκρωση, φέρνουν τόν θάνατο στήν ψυχή καί στό σῶμα. Νά πολεμοῦμε τά πάθη μας καί νά φωτιζόμαστε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀθανασία, στήν αἰώνια ζωή καί τήν μακαριότητα.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Ἰωάν. 8, 52.
[2] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[3] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[4] Γαλ. 5, 24.
[5] Γαλ. 2, 20.
[6] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[8] Ὅ.π.
[9] Ὅ.π.
[10] Ὅ.π.
[11] Χρυσοστομικό Λεξικό, Ἀρχ. Δανιήλ Ἀεράκη, ἔκδ. 2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου