«Τό παιδί θέλει κοντά του ἀνθρώπους θερμῆς προσευχῆς», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, συμβουλεύοντας τούς γονεῖς. «Ὄχι ν' ἀρκεῖται», ἔλεγε, «ἡ μητέρα στό αἰσθητό χάδι γιά τό παιδί της, ἀλλά νά προσφέρει καί τό χάδι τῆς προσευχῆς. Τό παιδί αἰσθάνεται στό βάθος τῆς ψυχῆς του τό πνευματικό χάδι τῆς προσευχῆς, πού μυστικά στέλνει ἡ μητέρα του καί ἕλκεται πρός αὐτή. Νιώθει ἀσφάλεια καί σιγουριά, ὅταν ἡ μητέρα μέ τήν συνεχῆ, τήν ἐπίμονη καί θερμή προσευχή της ἀγκαλιάζει τό παιδί της μυστικά καί τό ἐλευθερώνει ἀπ' ὅτι τό σφίγγει»[1]. Ἔχει πολύ μεγαλύτερη σημασία αὐτό τό πνευματικό ἀγκάλιασμα, παρά τό αἰσθητό. Γιατί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου γιά νά τραφεῖ χρειάζεται τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί οἱ γονεῖς παίζουν καίριο ρόλο στό νά δώσουν στό παιδί τήν δυνατότητα, τήν ἱκανότητα καί νά τό ἐκπαιδεύσουν, ὥστε νά μάθει νά παίρνει αὐτή τήν χάρη. Θά πρέπει νά διδάξουν τό παιδί τους νά προσεύχεται. Καί ὁ καλύτερος τρόπος εἶναι ὅταν οἱ ἴδιοι γνωρίζουν νά προσεύχονται καί ὅταν τό παιδί τούς βλέπει νά προσεύχονται.
«Τά παιδιά γιά νά πάρουν καλό δρόμο», ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «χρειάζεται πολλή προσευχή. Νά μήν τά δείχνουμε πολύ τήν ἀγάπη μας, γιατί θά γίνουν παλιόπαιδα καί θά ἔχουν θράσος, ἀλλά οὔτε καί πολλή αὐστηρότητα, γιατί θά γίνουν ἀντάρτες. Τό μυστικό εἶναι νά ξέρεις πόσο θά σφίξεις τό σκοινί. Τά παιδιά νά μήν μπαίνουν σέ συζητήσεις τῶν μεγάλων»[2], συμβούλευε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, δίνοντας ἔτσι τήν μέση καί βασιλική ὁδό στούς γονεῖς νά βαδίσουν. Οὔτε πάρα πολύ νά τούς δείχνουν τήν ἀγάπη, νά τά κολακεύουν, νά τά κανακεύουν καί ἔτσι νά τούς τρέφουν τόν ἐγωισμό καί νά τά καθιστοῦν ἔτσι κατοικητήρια τῶν πονηρῶν πνευμάτων, οὔτε ἀπό τήν ἄλλη βέβαια καί νά τά σφίγγουν καί νά τά ζορίζουν ὑπερβολικά, ἀλλά νά τά ἀφήνουν σέ μιά σχετική ἐλευθερία, ὥστε νά ἀναπτύσσουν τήν πρωτοβουλία τους καί νά πορεύονται πρός τόν Θεό αὐτοπροαίρετα, ἑκούσια. Καλλιεργῶντας οἱ γονεῖς τό φιλότιμο στά παιδιά, μποροῦν τά παιδιά νά πάρουν μιά καλή πνευματική πορεία.
«Καλό εἶναι οἱ γονεῖς», ἔλεγε πάλι ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «νά δείχνουν στό παιδί ὅτι στενοχωριοῦνται γιά τίς ἀταξίες πού κάνει, ἀλλά νά μήν τό πιέζουν καί νά προσεύχονται. Ἡ προσευχή πού γίνεται μέ πόνο φέρνει θετικά ἀποτελέσματα. Ἄν πάλι τό παιδί κάνει κάποιο σφάλμα πολύ σοβαρό, τότε οἱ γονεῖς νά ἐπέμβουν μέ τρόπο. Ἄν δέν εἶναι σοβαρό, ἄς τό παραβλέψουν λίγο, γιά νά μήν ἐρεθίζουν τό παιδί καί χειροτερέψουν τήν κατάστασή του μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό κοντά τους». Αὐτό εἶναι πού τόνιζε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «μήν παροργίζεται τά τέκνα ὑμῶν»[3]. Μήν φέρνετε τά παιδιά μέ τό ὑπερβολικό ζόρισμα σέ κατάσταση παροργισμοῦ, δηλαδή μεγάλης ὀργῆς καί θυμοῦ. Οἱ γονεῖς, ἔλεγε ὁ Ἅγιος, «νά προσεύχονται στόν Χριστό καί τήν Παναγία νά τό προστατεύει»[4], ὅταν τό παιδί κάνει κάτι πού δέν εἶναι τόσο σοβαρό καί τό παραβλέπουν καί δέν κάνουν παρατήρηση. Ὁπωσδήποτε ὅμως θά κάνουν προσευχή.
«Οἱ μητέρες», ἔλεγε πάλι ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «ξέρουν νά ἀγχώνονται, νά συμβουλεύουν, νά λένε πολλά, ἀλλά δέν ἔμαθαν νά προσεύχονται. Οἱ πολλές συμβουλές καί οἱ ὑποδείξεις κάνουν πολύ κακό. Ὄχι πολλά λόγια στά παιδιά. Τά λόγια χτυπᾶνε στ' αὐτιά, ἐνῶ ἡ προσευχή πηγαίνει στήν καρδιά. Προσευχή χρειάζεται μέ πίστη, δίχως ἄγχος, ἀλλά καί καλό παράδειγμα»[5].
«Λέω στίς μητέρες», ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «νά ζοριστοῦν στή προσευχή, κι ὄχι νά ζορίζουν τά παιδιά. Ἄν συνέχεια λένε, «μή, μή» στό παιδί, ἀκόμη καί γιά μικροπράγματα, ἤ καμιά φορά καί ἄδικα, τότε ὅταν πρόκειται γιά κάτι σοβαρό, ὅταν πάει λ.χ. τό παιδάκι νά ρίξει βενζίνη στή φωτιά, δέν ἀκούει καί τό κάνει, ὁπότε μπορεῖ νά πάθει μεγάλη ζημιά. Τό παιδί δέν καταλαβαίνει ὅτι μέσα στό «μή» κρύβεται ἡ ἀγάπη. Ἡ προσευχή τῶν γονέων, ἰδίως τῆς μάνας, ἐπειδή εἶναι καρδιακή κι ἔχει πόνο, πολύ εἰσακούεται ἀπό τόν Θεό»[6], ἔλεγε πάλι ὁ Ἅγιος Παΐσιος.
Κι ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἔλεγε: «εἶναι μιά μηλιά πού κάνει ξινά μῆλα. Ἐμεῖς τώρα τί πρέπει νά κατηγορήσουμε, τήν μηλιά ἤ τά μῆλα; Τήν μηλιά. Λοιπόν, κάνετε καλά ἐσεῖς οἱ γονεῖς πού εἶστε ἡ μηλιά, γιά νά γίνουν καί τά μῆλα γλυκά. Ἕνα δέντρο σάν τό κόψεις, εὐθύς ξεραίνονται τά κλαδιά του. Ὅταν ὅμως ποτίζεις τήν ρίζα του, στέκονται δροσερά τά κλωνάρια του. Ἐσεῖς οἱ γονεῖς εἴσαστε σάν τό δέντρο. Ὅταν ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα, πού εἴσαστε ἡ ρίζα τῶν παιδιῶν, ποτίζεστε μέ νηστεῖες, προσευχές, ἐλεημοσύνες, μέ καλά ἔργα, ὁ Θεός φυλάει τά παιδιά σας. Ὅταν ξεραίνεστε ἐσεῖς οἱ γονεῖς μέ τίς ἁμαρτίες, ὁ Θεός θανατώνει τά παιδιά σας καί σᾶς βάζει καί ἐσᾶς στήν κόλαση μαζί τους»[7]. Βλέπουμε πόσο μεγάλη σημασία ἔχει τό πνευματικό DNA τῶν γονέων, τό ὁποῖο μεταγγίζεται στά παιδιά. Ἡ πνευματική κατάσταση τῶν γονέων ἀντανακλᾶται στά παιδιά. Ὅσο καλύτερα πνευματικά ζοῦν οἱ γονεῖς, τόσο καί τά παιδιά προοδεύουν πνευματικά. Καί ἀντίθετα, ὅσο οἱ γονεῖς δέν ἀγωνίζονται πνευματικά, κολάζονται καί οἱ ἴδιοι, κολάζονται καί τά παιδιά τους.
«Νά κάνεις μιά εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, τοῦ Προδρόμου», ἔλεγε πάλι ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς, «νά ἔχεις καί τόν Ἅγιο τοῦ παιδιοῦ σου κι ὅταν τό παιδί σηκώνεται ἀπό τόν ὕπνο καί σοῦ γυρεύει ψωμί, νά τό βάλεις μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί νά τοῦ πεῖς, «ἐγώ παιδί μου δέν ἔχω ψωμί, ὁ Χριστός ἔχει∙ σήκω νά κάνεις τόν σταυρό σου, νά παρακαλέσουμε τόν Ἅγιό σου νά παρακαλέσει τόν Χριστό νά σοῦ τό δώσει». Ἕνας πολύ ὡραῖος τρόπος, γιά νά μάθει τό παιδί νά προσεύχεται. «Καί ἔτσι τό παιδί», λέει ὁ Ἅγιος, «παρακινεῖται, γιά τήν ἀγάπη τοῦ ψωμιοῦ, μόλις ξυπνᾶ νά βλέπει τόν Ἅγιό του. Βλέποντας τότε ὁ διάβολος τό παιδί πώς ἔχει τήν ἐλπίδα του στόν Χριστό καί στόν Ἅγιό του, κατακαίγεται καί φεύγει. Ἔτσι νά συνηθίζετε τά παιδιά σας, νά τά παιδεύετε ἀπό μικρά», νά τά ἐκπαιδεύετε δηλαδή, νά τά παιδαγωγεῖτε, «γιά νά συνηθίζουν στόν καλό δρόμο»[8].
«Κάποια ἡμέρα», διηγεῖται ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «ἦλθε ἐδῶ στό μοναστήρι μιά μητέρα ἀπελπισμένη γιά τόν γιό της, τόν Γιῶργο. Ἦταν πολύ μπερδεμένος. Γύριζε ἀργά τή νύχτα μέ παρέες ὄχι καλές. Ἡ κατάστασή του κάθε μέρα χειροτέρευε. Ἀγωνία, κλάματα ἡ μητέρα. Τῆς λέω: - Τίποτα, μιλιά ἐσύ, μόνο προσευχή»[9]. Ὁ Ἅγιος τόνιζε πάρα πολύ αὐτό τό θέμα τῆς προσευχῆς καί πίστευε στήν πολύ μεγάλη δύναμή της. Καί μάλιστα ὅταν ἡ προσευχή γίνεται ἀπό δύο ἤ τρεῖς ταυτοχρόνως, τήν ἴδια ὥρα, ὅπως ἔχει πεῖ ὁ Κύριος, αὐτή ἡ προσευχή ἔχει πολύ μεγάλη δύναμη καί ὁ Θεός ἐκπληρώνει τά αἰτήματα αὐτῶν πού συνεννοοῦνται καί συνεργάζονται στήν προσευχή καί βεβαίως εἶναι τά αἰτήματά τους σύμφωνα μέ τό θέλημά Του.
«Βάλαμε στίς δέκα μέ δέκα καί τέταρτο τό βράδυ κοινή ὥρα προσευχῆς», λέει ὁ Ἅγιος. «Τῆς εἶπα νά μήν μιλάει καί ν' ἀφήσει τόν γιό της νά βγαίνει ὅ,τι ὥρα θέλει, νά μή ρωτάει, «τί ὥρα ἦταν πού ἦλθες» κ.λπ. ἀλλά νά τοῦ λέει ἔτσι μέ πολλή ἀγάπη: «Φάε, Γιῶργο μου, στό ψυγεῖο σοῦ ἔχουμε ἀφήσει φαγητό». Καί νά μήν τοῦ λέει τίποτ' ἄλλο. Γενικῶς νά τοῦ φέρεται μέ ἀγάπη καί νά μήν ἀφήνει τήν προσευχή»[10]. Ὅταν τό παιδί, ἔχει περάσει τήν παιδική ἡλικία, βεβαίως μετά δέν εἶναι ἀποτελεσματικά τά δραστικά παιδαγωγικά μέτρα, ὅσο εἶναι ἡ προσευχή καί ἡ ἀγάπη.
«Ἡ μητέρα ἄρχισε νά τά ἐφαρμόζει, ὁπότε περάσανε καμιά εἰκοσαριά ἡμέρες καί τῆς λέει: - Μάνα, γιατί δέν μοῦ μιλᾶς; - Γιῶργο μου, ἐγώ δέν σοῦ μιλάω; - Μάνα, κάτι ἔχεις μαζί μου. Δέν μοῦ μιλᾶς. - Περίεργο πράγμα αὐτό πού λές, Γιῶργο μου. Πῶς δέν σοῦ μιλάω; Νά, τώρα δέν σοῦ μιλάω; Τί θέλεις νά σοῦ πῶ; Κι ὁ Γιῶργος δέν τῆς ἀπάντησε. Μετά ἦλθε στό μοναστήρι ἡ μητέρα καί μοῦ λέει: - Γέροντα, τί ἦταν αὐτό πού μοῦ εἶπε τό παιδί; - Ἐπέτυχε ἡ μέθοδός μας! - Ποιά μέθοδος; - Πού σᾶς εἶπα νά μήν τοῦ μιλᾶτε, νά κάνετε μόνο προσευχή μυστικά καί τό παιδί θά συνέλθει. - Λέεις νά εἶναι αὐτό; - Αὐτό εἶναι, τῆς λέω. Θέλει νά τοῦ κάνεις τήν παρατήρηση, «πού ἤσουνα, τί ἔκανες;». Κι αὐτός νά φωνάζει, ν' ἀντιδρᾶ καί νά ἔρχεται ἀκόμη πιό ἀργά. - Πώ, πώ, λέει. Τί μυστήρια κρύβονται! - Τό κατάλαβες; Ἐφόσον σοῦ μιλάει ἡ κατάστασις. Αὐτός σέ βασάνιζε, γιατί ἤθελε νά τόν μαλώνεις, γιά νά κάνει τά σκέρτσα του. Δέν τόν μαλώνεις, στενοχωριέται. Ἀντί νά στεναχωρεῖσαι ἐσύ, ὅταν κάνει αὐτός τά δικά του, τώρα πού δέν στενοχωριέσαι ἐσύ καί δείχνεις ἀπάθεια, στεναχωριέται αὐτός»[11]. Ἦταν δηλαδή ἀπό πίσω καί ἡ ἐνέργεια τοῦ πονηροῦ πνεύματος, τό ὁποῖο ἔβαζε τό παιδί νά βασανίζει τήν μητέρα.
«Μιά μέρα ὁ Γιῶργος τούς ἀνακοίνωσε στό σπίτι ὅτι φεύγει, ἀφήνει τή δουλειά του καί πάει γιά τόν Καναδά. Εἶχε πεῖ καί στ' ἀφεντικό του: «Φεύγω, βρές ἄλλον νά μ' ἀντικαταστήσει στή δουλειά». Ἐγώ», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «ἐν τῷ μεταξύ, εἶπα στούς γονεῖς: - Ἐμεῖς θά κάνουμε προσευχή». Πάλι τό κύριο ὅπλο καί τό κύριο μέσο πού προτείνει ὁ Ἅγιος εἶναι ἡ προσευχή. «- Μά εἶναι ἕτοιμος... Θά τόν βουτήξω, λέει ὁ πατέρας του. - Ὄχι, μήν τονε πειράξεις, τοῦ λέω. - Μά φεύγει τό παιδί, Γέροντα! - Λέω, ἄς φεύγει. Ἐσεῖς νά ἐπιδοθεῖτε στήν προσευχή κι ἐγώ μαζί σας. Μετά δύο-τρεῖς μέρες ἦταν Κυριακή. Πρωί-πρωί ὁ Γιῶργος τούς λέει: - Ἐγώ φεύγω, θά πάω μέ τούς φίλους μου. - Καλά, ὅπως θέλεις, τοῦ λένε. Ἔφυγε. Πῆρε τούς φίλους του, δύο κοπέλες καί δύο ἀγόρια, νοικιάσανε ἕνα αὐτοκίνητο καί ξεκινήσανε γιά τήν Χαλκίδα. Πήγαινε ἀπό ἐδῶ, ἀπό ἐκεῖ... Μετά πήγανε στόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Ρῶσο κι ἀπό ἐκεῖ τραβήξανε Μαντούδι, Ἁγία Ἄννα, στά Βασιλικά, στή θάλασσα. Φάγανε, ἤπιανε, γλεντήσανε. Μετά ἐπήρανε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Εἶχε σουρουπώσει. Ὁ Γιῶργος ὁδηγοῦσε. Ἐκεῖ, στήν Ἁγία Ἄννα, κτυπάει τ' αὐτοκίνητο στό ἀγκωνάρι ἑνός σπιτιοῦ. Τό στραπατσάρισαν. Τί νά κάνουμε τώρα; Τό πήρανε σιγά-σιγά καί τό φέρανε στήν Ἀθήνα. Ἔφθασε πρωί, πρωί, νύκτα, στό σπίτι. Δέν τοῦ εἶπαν τίποτα οἱ γονεῖς. Αὐτός ἔπεσε καί ἐκοιμήθηκε. Μετά τόν ὕπνο ἐσηκώθηκε καί λέει: - Πατέρα αὐτό κι αὐτό... Τώρα πρέπει νά φτιάξουμε τό αὐτοκίνητο κι ἔχει πολλά λεφτά. Τοῦ λέει: - Παιδί μου, ἐσύ ξέρεις. Ἐγώ ἔχω χρέη, ἔχω τίς ἀδελφές σου... Τί θά γίνομε; - Τί νά κάνω, πατέρα; - Ὅ,τι θέλεις, κάνε. Μεγάλος εἶσαι, μυαλό ἔχεις. Σῦρε στόν Καναδά νά κάνεις λεφτά, νά.... - Δέν μπορῶ, τοῦ λέει. Πρέπει νά τό φτιάξουμε τώρα»[12]. Βλέπουμε πῶς μέ τήν ἄνεση καί τήν ἐλευθερία πού τοῦ δίνει ὁ πατέρας, ὁ υἱός παίρνει πάνω την εὐθύνη του καί ἀρχίζει νά δραστηριοποιεῖται
«- Δέν ξέρω, τοῦ λέει. Κανόνισε. Λοιπόν, βλέποντας ἔτσι τόν πατέρα, ἔφυγε. Πάει βρίσκει τ' ἀφεντικό του. Λέει: - Ἀφεντικό, αὐτό κι αὐτό ἔπαθα. Δέν θά φύγω. Μήν παίρνεις ἄλλον. Τοῦ λέει ἐκεῖνος: - Καλά, καλά, παιδί μου.- Ναί, ἀλλά θέλω λεφτά. - Ναί, ἀλλά ἐσύ θέλεις νά φύγεις. Πρέπει νά μοῦ ὑπογράψει ὁ πατέρας σου. - Ἐγώ θά σοῦ ὑπογράψω». Βλέπουμε πῶς ὁ ἴδιος παίρνει ὅλη τήν εὐθύνη πάνω του. «Ὁ πατέρας μου δέν ἀνακατεύεται, μοῦ τό εἶπε. Ἐγώ θά δουλέψω καί θά στά δώσω. Δέν εἶναι θαῦμα τοῦ Θεοῦ αὐτό; Ὅταν ξαναῆλθε ἡ μητέρα, τῆς εἶπα: - Ἐπέτυχε ὁ τρόπος πού μεταχειριστήκαμε καί ἡ προσευχή μας εἰσακούσθηκε στόν Θεό. Καί τό δυστύχημα ἦταν ἀπ' τόν Θεό καί τώρα τό παιδί θά μείνει τό σπίτι καί θά σωφρονισθεῖ. Ἔτσι ἔγινε μέ τήν προσευχή μας. Ἔγινε θαῦμα!», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Ἔκανανε νηστεία καί προσευχή καί σιωπή οἱ γονεῖς κι ἐπέτυχαν. Ἔπειτα ἀπό καιρό ἦρθε τό παιδί καί μέ ηὗρε χωρίς νά τοῦ πεῖ γιά μένα κανείς ἀπό τούς δικούς του». Καί βλέπουμε πῶς μέ αὐτή τήν προσευχή καί τήν προσπάθεια τῶν γονέων καί τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου σώθηκε καί τό παιδί, πῆγε καί ἐξομολογήθηκε. «Ὁ Γιῶργος ἔγινε πολύ καλός καί εἶναι τώρα στήν ἀεροπορία. Καί ἔκανε καί ὡραία οἰκογένεια»[13], καταλήγει ὁ Ἅγιος Πορφύριος.
Ἔτσι σέ ὅλα τά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζουμε, τό κύριο ὅπλο μας, τό κύριο μέσο πού ἔχουμε εἶναι ὁ Θεός, τόν Ὁποῖο πρέπει νά ἐπικαλούμαστε μέσῳ τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[2] Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, ἔκδ. Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, Μεταμόρφωσις Χαλκιδικῆς.
[3] Ἐφ. 6, 4.
[4] Οἰκογενειακή ζωή, Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Δ’, Ἱερό Ἡσυχαστήριο Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, 2002, (στό ἑξῆς: Οἰκογενειακή ζωή, Ἁγίου Παϊσίου).
[5] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[6] Οἰκογενειακή ζωή, Ἁγίου Παϊσίου.
[8] Ὅ.π.
[9] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[10] Ὅ.π.
[11] Ὅ.π.
[12] Ὅ.π.
[13] Ὅ.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου