Σελίδες

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ

ΟΙ ΟΜΙΛΙΕΣ ΜΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΕΒΑΣΜΑ ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ ΣΑΣ





ΟΔΗΓΙΕΣ: ΚΑΝΕΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΣΥΝΔΕΣΜΟ:

Δίπλα από το όνομα Κύριος Ιησούς Χριστός που υπάρχει ένα μικρό βελάκι , πατάμε εκεί και μας βγάζει διάφορες επιλογές από τις οποίες πατάμε το Download .
Και γίνεται η εκκίνηση να κατέβουν όλες οι ομιλίες.

Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

«Πνευματικές δοκιμασίες καί ὑπερηφάνεια» Ἅγιος Σιλουανός, π. Σωφρονίου, 39ο μέρος. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης






Συνεχίζουμε μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ τόν Ἅγιο Σιλουανό καί βρισκόμασε στό κεφάλαιο πού λέγεται «Πνευματικές δοκιμασίες». Καί λέγαμε τήν προηγούμενη φορά, ὅτι ἡ ὁδός τοῦ χριστιανοῦ γενικά εἶναι ἕνα μαρτύριο «καί ὅποιος τήν πορεύεται μέ τόν τρόπο πού πρέπει», λέει ὁ π. Σωφρόνιος, «διστάζει νά ἀρχίσει τό κήρυγμα. Ἡ ψυχή του λαχταρᾶ νά δεῖ τόν ἀδελφό του κοινωνό στό αἰώνιο Φῶς, ἀλλά αὐτός ὁ ἴδιος νά ὑποστεῖ μόνος τόν πόνο τοῦ ἀγώνα, καί κυρίως γι' αὐτό καί καταφεύγει στήν προσευχή γιά τόν κόσμο»[1]. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δηλαδή πονάει γιά ὅλο τόν κόσμο καί, εἰ δυνατόν, θά ἤθελε νά πάρει τόν πόνο καί τόν κόπο τοῦ κόσμου καί οἱ ἄλλοι νά πάρουν τήν σωτηρία. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἔλεγε, βγῆκα ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος καί εἶπα, ἄς χαθῶ ἐγώ γιά νά σωθοῦνε τά ἀδέλφια μου!

«Μέσα στά ὅρια τῆς ἐπίγειας ζωῆς, στά πλαίσια τῆς περιοχῆς πού δόθηκε ἀπό τόν Θεό γιά νά φανερωθοῦν ὄχι μόνο οἱ θετικές, ἀλλά καί οἱ ἀρνητικές δυνατότητες τῆς ἐλευθερίας, κανένας καί τίποτε δέν μπορεῖ νά ἀναχαιτίσει τελείως τήν ἐκδήλωση τοῦ κακοῦ»[2]. Ὁ Θεός δηλαδή ἀφήνει καί τό κακό νά φανερώνεται μέσα στά πλαίσια τῆς ἐλευθερίας πού ἔχει δώσει ὁ Θεός στά πλάσματά Του. Καί στόν διάβολο ἔχει δώσει ἐλευθερία καί στούς ἀνθρώπους πού τόν ὑπηρετοῦν. Καί αὐτοί ὅλοι, ἐπειδή ἐνεργοῦν μέ τόν τρόπο πού ἐνεργοῦν, κακῶς δηλαδή, ἀφήνονται ἀπό τόν Θεό νά φανερώσουν τό κακό καί ἑπομένως στά πλαίσια αὐτῆς τῆς ζωῆς εἶναι ἀναπόφευκτο τό κακό καί ἡ φανέρωσή του. Αὐτό ὅμως δέν πρέπει νά μᾶς κάνει ἐμᾶς νά δειλιάζουμε, νά στενοχωριόμαστε, γιατί γιά νά τό ἀφήνει ὁ Θεός νά φανερώνεται, σημαίνει ὅτι καί αὐτό λειτουργεῖ γιά τήν σωτηρία μας, ὅταν κανείς ἀξιοποιεῖ σωστά τίς περιστάσεις τίς ὁποῖες συναντᾶ. Καί ἀκόμα περισσότερο, μᾶς δίνει ὁ Θεός ἀφορμή μέσα ἀπό αὐτό τό κακό πού ὑπάρχει καί ταλαιπωρεῖ τούς ἀνθρώπους, νά προσευχόμαστε ἐντονότερα καί γιά τούς ἄλλους καί γιά τή δική μας σωτηρία.

Γι΄ αὐτό λέει στή συνέχεια ὁ π. Σωφρόνιος, «ἡ προσευχή τῆς ἀγάπης ἔχει τή δύναμη νά μεταβάλλει σέ μεγάλο βαθμό τή ροή τῶν κοσμικῶν γεγονότων καί νά συντέμνει γιά πολύ τήν ἔκταση τοῦ κακοῦ»[3]. Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «θά κάνουμε τώρα προσευχή νά ρίξουμε τήν κυβέρνηση καί μετά θά πάω στό Ἅγιον Ὄρος». Δηλαδή τόση δύναμη! Ἔτσι ἁπλά τό ἔλεγε.. Ὄχι αὐτή τήν κυβέρνηση τώρα -τώρα εἶναι κεκοιμημένος- ἀλλά τότε πού ζοῦσε. Δέν τό ἔλεγε δηλαδή χαριτολογώντας, ἀλλά καταλάβαινε πόσο δύναμη ἔχει ἡ προσευχή! Πῶς μπορεῖ δηλαδή ἡ προσευχή νά ἀλλάξει τό ροῦ τῶν γεγονότων! Καί ἄς λένε ὅλοι οἱ πολιτικοί ἀναλυτές καί οἱ μελλοντολόγοι ὅτι θά γίνουν ἔτσι τά πράγματα καί εἶναι ἀναπόφευκτα κ.λ.π. Τίποτα δέν εἶναι ἀναπόφευκτο, ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται. Ὅλα μποροῦν νά ἀλλάξουν πρός τό καλό.

««Καί ἡ ζωή ἦν τό φῶς τῶν ἀνθρώπων. Καί τό φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καί ἡ σκοτία αὐτό οὐ κατέλαβεν»[4]». Ἡ ζωή μας εἶναι τό φῶς τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτή ἡ ζωή εἶναι καί αὐτή πού μᾶς καθοδηγεῖ, ἡ ζωή τοῦ Θεοῦ. Καί τό φῶς φανερώνεται στό σκοτάδι καί ἡ σκοτία δέν μπορεῖ νά καταλάβει τό φῶς, νά τό κυριέψει καί νά τό ὑποτάξει. «Ἡ σκοτία τῆς μή-ὑπάρξεως»[5]. Τό κακό στήν οὐσία εἶναι ἀνύπαρκτο, δέν ὑπάρχει τό κακό. Μόνο τό καλό ὑπάρχει. Ὁ Θεός δέν ἔφτιαξε κακό. Αὐτά τά λένε οἱ ἀνατολικοί, πού εἶναι πλάνες, ὅτι ὑπάρχει καλό καί κακό καί ὑπάρχει ἡ πάλη τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Μόνο τό καλό ὑπάρχει. Τό κακό οὐσιαστικά τί εἶναι; Ἡ ἀπουσία τοῦ καλοῦ. Ὅπως τό σκοτάδι δέν ὑπάρχει, νά πάρουμε ἄς ποῦμε ἕνα κυβικό σκοτάδι.. Δέν ὑπάρχει τέτοιο πράγμα. Ὑπάρχει τό φῶς. Καί ὅπου δέν ὑπάρχει φῶς, ἐκεῖ εἶναι τό σκοτάδι.

Ἑπομένως, τό μή ὄν, ἡ μή ὕπαρξη, «δέν μπορεῖ» νά καταλάβει, «νά καταπιεῖ -τήν ὕπαρξη- τό φῶς τῆς ζωῆς. Κάθε ἀγαθό πού ἐκπορεύεται ἀπό τόν Θεό καί ἐπιστρέφει στόν Θεό εἶναι ἀκατάλυτο. Ἡ προσευχή εἶναι μιά ἀπό τίς ὑψηλότερες μορφές τῆς ἀγαθῆς ὑπάρξεως, τοῦ ἀκατάλυτου, τοῦ αἰώνιου. Εἶναι ἐκείνη «ἡ ἀγαθή μερίδα, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται»[6]. Ἡ προσευχή δηλαδή θά λέγαμε, μένει στόν αἰῶνα, δέν χάνεται ποτέ, καί ἡ ἐλάχιστη προσευχή πού θά κάνουμε καί ἕνα ἁπλό Κύριε ἐλέησον! Ἔχει τεράστια δύναμη καί εἶναι ἀκατάλυτη, δηλαδή δέν διαλύεται, δέν χάνεται. «Ἀναζητώντας τήν σωτηρία τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ πλησίον ὁ ἀσκητής, συγκεντρωμένος στόν ἐσωτερικό του ἄνθρωπο, διαπιστώνει στόν ἴδιο τόν ἑαυτό του τήν δύναμη τοῦ «νόμου τῆς ἁμαρτίας»[7]»[8]. Ὑπάρχει μέσα μας ἡ κληρονομιά τοῦ Ἀδάμ, ὁ παλαιός ἄνθρωπος, τά πάθη, ἡ ροπή πρός τήν ἁμαρτία. Καί ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀναζητεῖ τήν σωτηρία του καί παλεύει γι’ αὐτήν καί γιά τήν σωτηρία τοῦ πλησίον, αὐτός βλέπει μέσα του τήν δύναμη πού ἔχει ἡ ἁμαρτία, τό κακό, ἡ κακή κληρονομιά.

«Βλέποντας πώς ἡ ἁμαρτία τόν «ἀποκτείνει»[9]», τόν φονεύει, ὅπως λέει στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή του ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «παρόλη τήν ἔφεσή του γιά τό ἀγαθό, καταντᾶ νά ἀπελπίζεται, καί τότε μέσα σέ αὐτή τήν ἀπελπιστική κατάσταση προσεύχεται»[10]. Νά ἀπελπίζεται ὡς πρός τόν ἑαυτό του καί νά μήν ἐλπίζει πλέον σέ καμία δική του ἱκανότητα καί πράξη. Τά ἀφήνει ὅλα στόν Θεό καί λέει «Κύριε, μόνο Ἐσύ.. ἐλέησέ με».

«Θυμόμαστε μία ἀξιόλογη ἐπίσκεψη ἑνός ἐρημίτη μοναχοῦ περασμένης ἡλικίας». Ὁ π. Σωφρόνιος εἶχε ζήσει πολλά χρόνια στό Ἅγιον Ὄρος καί ἤτανε πνευματικός πολλῶν μοναστηριῶν καί ἀσκητῶν. «Ζοῦσε», αὐτός ὁ ἀσκητής πού τόν ἐπισκέφθηκε, «σέ ἕνα ἀπόμερο δασωμένο μέρος, σέ μιά χαράδρα, κοντά σ’ ἕναν χείμαρρο. Πρόσωπο γκρίζο, βασανισμένο, ρυτιδιασμένο, χλωμό, ἄπλυτο ἀπό καιρό∙ ἀτημέλητος, μαλλιά καί γένια λευκά, βαθουλωμένα γκριζογάλανα μάτια. Κουβεντιάσαμε πολύ. Διηγήθηκε γιά τόν ἑαυτό του τό ἑξῆς: «Πολλά χρόνια πονοῦσε ἡ ψυχή μου μέ τήν σκέψη, πώς νά, ἐμεῖς οἱ μοναχοί ἀπαρνηθήκαμε τόν κόσμο, ἀφήσαμε καί συγγενεῖς καί πατρίδα, ἐγκατελείψαμε τό πᾶν, ὅλα ὅσα συνήθως ἀποτελοῦν τή ζωή τῶν ἀνθρώπων. Δώσαμε ὑποσχέσεις ἐνώπιον Θεοῦ καί Ἁγίων Ἀγγέλων καί ἀνθρώπων νά ζοῦμε σύμφωνα κατά τόν νόμο τοῦ Χριστοῦ· ἀπαρνηθήκαμε τό θέλημά μας καί περνᾶμε οὐσιαστικά μαρτυρική ζωή. Καί παρόλα αὐτά δέν εὐδοκιμοῦμε στό καλό. Ἄραγε εἶναι πολλοί ἀπό ἐμᾶς αὐτοί πού σώζονται;». (Ἀναρωτιέται αὐτός ὁ ἀσκητής τώρα). «Ἐγώ πρῶτος χάνομαι. Παρατηρῶ καί τούς ἄλλους, τούς κατέχουν τά πάθη. Καί ὅταν συναντῶ τούς κοσμικούς, βλέπω πώς αὐτοί ζοῦν σέ μεγάλη ἀμάθεια καί ἀμέλεια καί δέν μετανοοῦν»[11]. Ἀπό τή μιά ἐμεῖς οἱ ἀσκητές χανόμαστε, ἀπό τήν ἄλλη βλέπω καί τούς κοσμικούς ἀκόμα χειρότερα, ἀμέλεια καί ἀμάθεια.

«Καί νά πού σιγά-σιγά, χωρίς νά καταλάβω πῶς, ἔμαθα νά προσεύχομαι γιά τόν κόσμο! Ἔχυσα πολλά δάκρυα μέ τή σκέψη πώς, ἄν ἐμεῖς οἱ μοναχοί πού ἀπαρνηθήκαμε τόν κόσμο δέν σωζόμαστε, τότε τί γίνεται γενικότερα στόν κόσμο; Ἔτσι ἄρχισε νά μεγαλώνει βαθμηδόν ἡ θλίψη μου καί ἄρχισα νά χύνω δάκρυα ἀπογνώσεως. Καί ἔτσι πέρυσι, ἐνῶ βρισκόμουν σ’ αὐτή τήν ἀπελπισία, ἐξαντλημένος ἀπό τό κλάμα, ξαπλωμένος καταγῆς τήν νύχτα, ἐμφανίσθηκε ὁ Κύριος καί μέ ρώτησε: "Γιατί θρηνεῖς ἔτσι;". Ἐγώ σιωπῶ, μή μπορώντας νά ἀτενίσω Τόν ἐμφανισθέντα... "Δέν ξέρεις πώς Ἐγώ θά κρίνῳ τόν κόσμο;"», τοῦ λέει ὁ Κύριος. «"Ἔγώ σιωπῶ καί πάλι παραμένοντας πρηνής... Ό Κύριος μοῦ λέει: "Θά ἐλεήσω κάθε ἄνθρωπο πού ἐπικαλέστηκε τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἔστω καί μιά φορά στή ζωή του...". Μοῦ ἦρθε τότε ἡ σκέψη: "Τότε, γιατί ἐμεῖς πάσχουμε ἔτσι καθημερινά;". Ὁ Κύριος ἀπάντησε σ’ αὐτή μου τήν σκέψη: Ὅσοι πάσχουν γιά τήν ἐντολή Μου, θά εἶναι φίλοι Μου στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἐνῶ τούς ἄλλους μόνο θά τούς ἐλεήσω". Καί ἔφυγε ὁ Κύριος». Αὐτό συνέβη, ἐνῶ ὁ ἀσκητής βρισκόταν σέ ἐγρήγορση. Διηγήθηκε καί δύο ἄλλες ὁράσεις πού εἶχε, ἐνῶ κοιμόταν ἐλαφρά μετά ἀπό γεμάτη πόνο προσευχή γιά τόν κόσμο. Δέν ἀναφέρουμε τό ὄνομα αὐτοῦ τοῦ μοναχοῦ, γιατί ζεῖ ἀκόμα καί ἀποφεύγουμε νά ἀξιολογήσουμε τίς ὁράσεις. Τόν ἀκούσαμε χωρίς νά ἐκδηλώσουμε τήν στάση μας σχετικά μέ ὅσα ἀνέφερε, ἀκολουθώντας τήν αὐστηρή ὑπόδειξη τῶν πατέρων τοῦ Ἄθω πώς πρέπει νά δείχνουμε ἰδιαίτερη προσοχή ὅταν πρόκειται γιά ὁράσεις. Μπορεῖ, ὅμως, ἡ αὐστηρή μας ἐπιφυλακτικότητα ἤ κάτι ἄλλο ἄδεξιο στό φέρσιμό μας νά λύπησε αὐτόν τόν γέροντα-μοναχό. Πάντως ἀπό τότε δέν ξαναῆρθε.

Τήν ἐποχή τῆς ἐπικοινωνίας μας μέ τούς πατέρες τοῦ Ἁγίου Ὄρους συναντήσαμε ἐννιά ἀνθρώπους, πού ἀγαποῦσαν τήν προσευχή γιά τόν κόσμο καί προσεύχονταν μέ δάκρυα ἀγάπης.

Μιά φορά ἀκούσαμε τήν ἑξῆς συνομιλία δύο μοναχῶν. Ὁ ἕνας τούς ἔλεγε: - Δέν μπορῶ νά καταλάβω γιατί ὁ Κύριος δέν δίνει τήν εἰρήνη στόν κόσμο, ἔστω κι ἄν γι' αὐτό Τόν καθικετεύει ἕνας ἄνθρωπος; Καί ὁ ἄλλος ἀπάντησε: - Καί πῶς εἶναι δυνατή ἡ πλήρης εἰρήνη στή γῆ, ὅσο παραμένει ἔστω καί ἕνας ἄνθρωπος μέ πονηρή θέληση;»[12]. Γιατί ἀκριβῶς ἐδῶ εἶναι τό πρόβλημα. Δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός δέν θέλει νά μᾶς δώσει τήν εἰρήνη, ἀλλά ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι δέν θέλουμε τήν εἰρήνη, ἐπειδή ὑπάρχει πονηρή θέληση, ὑπάρχει κακία, ὑπάρχει ὑποδούλωση στά χρήματα. Βλέπετε τώρα τί γίνεται γιά τά πετρέλαια στή Μέση Ἀνατολή καί τόν ὀρυκτό πλοῦτο κ.λ.π. τῆς χώρας μας καί ὅλα αὐτά.. εἶναι ἄς ποῦμε ἡ ρίζα τοῦ προβλήματος. Στήν ἐπιφάνεια βγαίνουνε ἄλλα πράγματα -στίς εἰδήσεις βέβαια- ἀλλά στό βάθος εἶναι ἡ φιλαργυρία, εἶναι ἡ πλεονεξία πού κατέχει τούς λαούς.

«Ἐπανερχόμαστε στό βασικό μας θέμα. Ὁ Θεός δέν εἶναι πάντοτε εὔκολος γιά τόν ἄνθρωπο. Τό ἐπαναλαμβάνουμε, ἀλλά ἡ φύσις τοῦ θέματός μας ἀπαιτεῖ τήν ἐπανάληψη». Μᾶς μιλάει γιά τίς πνευματικές δοκιμασίες. Εἴπαμε, αὐτό εἶναι τό θέμα. «Ὁ κύκλος τῶν σκέψεων τοῦ ἀσκητῆ δέν εἶναι πλούσιος οὔτε ποικιλόμορφος, ἀλλά αὐτές οἱ σκέψεις ἀνήκουν σέ μία δύσκολα ἀφομοιώσιμη ὕπαρξη. Οἱ αἰῶνες περνοῦν καί στήν μακρά ροή τους ἡ ἴδια πεῖρα ἐπαναλαμβάνεται σχεδόν ἀπαράλλακτα. Κι ὅμως λίγοι γνωρίζουν τήν πορεία τῆς χριστιανικῆς ἀσκήσεως καί οἱ περισσότεροι χάνονται σέ αὐτόν τόν δρόμο.

Ὁ Κύριος εἶπε: «στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν, καί ὀλίγοι εἰσίν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν»[13]». Στενή ἡ πύλη καί θλιμμένη ἡ ὁδός πού ὁδηγεῖ στήν ζωή τήν αἰώνια καί λίγοι εἶναι πού τήν βρίσκουν. «Θέλουμε νά ξαναμιλήσουμε γιά τό θέμα πού ἦταν τό ἀντικείμενο τῶν συνομιλιῶν τοῦ Γέροντα Σιλουανοῦ μέ τόν πατέρα Στρατόνικο. Ἡ ὁδός τοῦ χριστιανοῦ σέ γενικές γραμμές εἶναι τέτοιας λογῆς». Κοιτάξτε πῶς εἶναι ἡ πορεία στόν πνευματικό ἀγῶνα. «Στήν ἀρχή ὁ ἄνθρωπος προσελκύεται ἀπό τόν Θεό μέ τήν δωρεά τῆς Χάρης∙ καί ὅταν ἔχει πιά προσελκυσθεῖ, τότε ἀρχίζει μακρά περίοδος δοκιμασίας»[14]. Ἡ πρώτη περίδος τῆς ἔλευσης τῆς Χάρης εἶναι μιά περίοδος πολύ χαρούμενη! Ὅλα εἶναι πολύ εὔκολα, ὅλα εἶναι εὐλογημένα, ὅλα εἶναι μέσα στή Χάρη καί ὁ ἄνθρωπος νιώθει πάρα πολύ καλά. Βέβαια δέν ἔκανε τίποτα γιά νά εἶναι ἔτσι, ἀλλά ὁ Θεός τοῦ τό δίνει γιά νά καταλάβει τί ἐστί Θεός, τί ἐστί βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τί τόν περιμένει αὐτόν τόν ἄνθρωπο, ἐφόσον θά ἐργαστεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ!

Στή συνέχεια ἔρχεται τό δεύτερο στάδιο, ὅπου γίνεται μία συστολή τῆς Χάρης. Μειώνεται ἡ Χάρις καί ἀρχίζουν οἱ δοκιμασίες κατά παραχώρηση Θεοῦ, γιά νά φανερωθεῖ ἡ ἀνθρώπινη βούληση καί θέληση. «Δοκιμάζεται ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἐμπιστοσύνη του στόν Θεό, καί δοκιμάζεται «σκληρά». Στήν ἀρχή οἱ αἰτήσεις πρός τόν Θεό, μικρές καί μεγάλες, ἀκόμα καί οἱ παρακλήσεις πού μόλις ἐκφράζονται, συνήθως ἐκπληρώνονται μέ γρήγορο καί θαυμαστό τρόπο ἀπό τόν Θεό», ὅταν εἶναι στήν περίοδο τῆς Χάρης. «Ὅταν ὅμως ἔλθει ἡ περίοδος τῆς δοκιμασίας, τότε ὅλα ἀλλάζουν καί σάν νά κλείνεται ὁ οὐρανός καί νά γίνεται κωφός σέ ὅλες τίς δεήσεις. Γιά τόν θερμό χριστιανό ὅλα στή ζωή του γίνονται δύσκολα. Ἡ συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων ἀπέναντί του χειροτερεύει· παύουν νά τόν ἐκτιμοῦν· αὐτό πού ἀνέχονται στούς ἄλλους σέ αὐτόν δέν τό συγχωροῦν· ἡ ἐργασία του πληρώνεται σχεδόν πάντοτε κάτω ἀπό τό νόμιμο», ἀδικεῖται δηλαδή καί σέ ἐπίπεδο ὑλικό. Τόν ἀδικοῦν. «Τό σῶμα του εὔκολα προσβάλλεται ἀπό ἀσθένειες. Ἡ φύση, οἱ ἄνθρωποι, ὅλα στρέφονται ἐναντίον του. Παρότι τά φυσικά του χαρίσματα δέν εἶναι κατώτερα ἀπό τῶν ἄλλων- δέν βρίσκει εὐνοϊκές συνθῆκες νά τά χρησιμοποιήσει. Ἐπιπλέον ὑπομένει πολλές ἐπιθέσεις ἀπό τίς δαιμονικές δυνάμεις καί τό ἀποκορύφωμα εἶναι ἡ ἀνυπόφορη θλίψη ἀπό τήν θεία ἐγκατάλειψη». Ἔτσι τό βιώνει ὁ ἄνθρωπος, ὄχι ὅτι ὁ Θεός ἐγκατέλειψε τόν ἄνθρωπο. «Τότε κορυφώνεται τό πάθος του, γιατί πλήττεται ὁ ὅλος ἄνθρωπος σέ ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς ὑπάρξεώς του.

Ὁ Θεός ἐγκαταλείπει τόν ἄνθρωπο. (Ρωτάει) Εἶναι δυνατόν αὐτό;». Ὄχι βέβαια. «Καί ἐν τούτοις, στή θέση τοῦ βιώματος τῆς ἐγγύτητας τοῦ Θεοῦ ἔρχεται στήν ψυχή τό αἴσθημα πῶς Ἐκεῖνος -ὁ Θεός δηλαδή- εἶναι ἀπείρως, ἀπροσίτως μακριά, πέρα ἀπό τούς ἀστρικούς κόσμους καί ὅλεςς οἱ ἐπικλήσεις πρός Αὐτόν χάνονται ἀβοήθητες στό ἀχανές τοῦ κοσμικοῦ διαστήματος. Ἡ ψυχή ἐντείνει ἐσωτερικά τήν κραυγή της πρός Αὐτόν, ἀλλά δέν «βλέπει» ἀκόμα οὔτε βοήθεια οὔτε προσοχή. Ὅλα τότε γίνονται φορτικά. Ὅλα κατορθώνονται μέ δυσανάλογα μεγάλο κόπο. Ἡ ζωή γεμίζει ἀπό μόχθους καί ἀναδεύει μέσα στόν ἄνθρωπο τό αἴσθημα πώς βαθαίνει ἐπάνω του ἡ κατάρα καί ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ»[15]. Ἔτσι τό αἰσθάνονται κάποιοι καί μοῦ τό λένε κιόλας, ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι, δηλαδή ὅτι ὁ Θεός μᾶς καταριέται.. Ποτέ δέν καταριέται οὔτε ὀργίζεται. Ἀλλά εἶναι ἡ περίοδος τῆς δοκιμασίας.

«Ὅταν ὅμως περάσουν αὐτές οἱ δοκιμασίες, τότε θά δεῖ, πώς ἡ θαυμαστή Πρόνοια τοῦ Θεοῦ τόν φύλαγε προσεκτικά σέ ὅλες τίς πτυχές τῆς ζωῆς του». Δηλαδή οἱ δοκιμασίες εἶναι μέσα σέ ὅρια, μέσα σέ κάποια πλαίσια καί δέν ξεπερνοῦν αὐτό πού ἀντέχει ὁ ἄνθρωπος. «Χιλιόχρονη πεῖρα πού παραδίδεται ἀπό γενιά σέ γενιά λέει, πώς ὅταν ὁ Θεός δεῖ τήν πίστη τῆς ψυχῆς τοῦ ἀγωνιστῆ γι’ Αὐτόν, ὅπως εἶδε τήν πίστη τοῦ Ἰώβ, τότε τόν όδηγεῖ σέ ἀβύσσους καί ὕψη πού εἶναι ἀπρόσιτα σέ ἄλλους. Ὅσο πληρέστερη καί ἰσχυρότερη εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ἐμπιστοσύνη τοῦ ἀνθρώπου στόν Θεό, τόσο μεγαλύτερο θά εἶναι καί τό μέτρο τῆς δοκιμασίας καί ἡ πληρότητα τῆς πείρας, πού μπορεῖ νά φθάσει σέ μεγάλο βαθμό»[16]. Γιατί ὅσο κανείς ἔχει μεγαλύτερη πίστη καί ὅσο μεγαλύτερη δοκιμασία περάσει, τόσο μεγαλύτερη πεῖρα τοῦ Θεοῦ θά ἀποκτήσει. Οἱ μεγάλοι πειρασμοί φέρνουνε καί τίς ὑψηλές καί μεγάλες ἐμπειρίες.

«Τότε γίνεται ὁλοφάνερο πώς ἔφτασε στά ὅρια, πού δέν μπορεῖ νά ξεπεράσει ὁ ἄνθρωπος. Ὅσο κατέχεται ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἔκθετος στίς ἐπιθυμίες τῆς ἰδιαίτερα ὀδυνηρῆς ἀπελπισίας πού παραμορφώνει ὅλες τίς παραστάσεις σχετικά μέ τόν Θεό καί τήν Πρόνοιά Του»[17]. Καί ἔχεις ἔτσι ἀνθρώπους πού γράφουν καί σέ ἐφημερίδες ἤ τό λένε ἔτσι δημόσια: ποῦ εἶναι ὁ Θεός καί γιατί ἐπιτρέπει νά ὑπάρχει τό κακό στόν κόσμο καί νά πεθαίνουν τά παιδάκια καί οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν πείνα..; Κατηγοροῦν τόν Θεό. Δέν καταλαβαίνουν τί σημαίνει Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Δέν καταλαβαίνουν τί σημαίνει ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πάσχουνε ἀπό τό νόσημα τῆς ὑπερηφάνειας καί γι’ αὐτό διαστρέφουνε τά πάντα γιά τόν Θεό.

«Ἡ ὑπερήφανη ψυχή, ριγμένη στά ἐρέβη -στά σκοτάδια- τοῦ ἅδη, θεωρεῖ ὑπεύθυνο γιά τά βάσανά της τόν Θεό καί Τόν σκέφτεται σάν πάρα πολύ σκληρό». Γιατί σέ μένα;.. «Στερημένη ἀπό τήν πραγματική ὕπαρξη κοντά στόν Θεό βλέπει τά πάντα σύμφωνα μέ τή δική της θλιβερή κατάσταση καί ἀρχίζει νά μισεῖ καί τή ζωή της καί γενικά ὅλη τήν ὕπαρξη τοῦ κόσμου»[18]. Βλέπετε πῶς τά πάθη, ὁ διάβολος, ἀπομακρύνουν τόν ἄνθρωπο ἀπό ὅλους. Μισεῖ τούς ἄλλους, μισεῖ τή ζωή του καί φυσικά τά βάζει καί μέ τόν Θεό! Χωρίζεται ἀπό ὅλους. Νά ἡ κατάσταση τῆς ἀπόλυτης μοναξιᾶς, τῆς ἀπέραντης μοναξιᾶς, αὐτό πού εἶδε καί ὁ Ἅγιος. Ὅταν βρῆκε ἕνα κρανίο στήν ἔρημο καί ρώτησε τό κρανίο, τί ἤσουνα ἐσύ; Καί λέει τό κρανίο, ἐγώ ἤμουνα ἱερέας τῶν εἰδώλων. Καί ποῦ εἶσαι τώρα; Εἶμαι στήν κόλαση. Καί πῶς εἶστε ἐκεῖ; Εἴμαστε, λέει, πλάτη μέ πλάτη∙ ὁ ἕνας δέν βλέπει τό πρόσωπο τοῦ ἄλλου. Ὑπάρχει τελεία δηλαδή ἀκοινωνησία. Αὐτό εἶναι ἡ κόλαση, ἡ τελεία μοναξιά. Μόνο ἄν ἐσύ, λέει, κάνεις προσευχή, γυρνᾶμε ὁ ἕνας τό κεφάλι του πρός τόν ἄλλον καί λίγο βλεπόμαστε. Δηλαδή ὑπάρχει μιά μικρή κοινωνία, μιά μικρή ἀναψυχή.

Γι’ αὐτό, βλέπετε, σωζόμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία, δηλαδή μέσα στήν κοινωνία τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Καί ὄχι μόνοι μας. Ὄχι αὐτονομημένα, κάνοντας μιά ἀτομική θρησκευτική ζωή. Ἀλλά σωζόμαστε κοινωνώντας μεταξύ μας διά τῆς ἀγάπης, διά τῆς συγχωρητικότητας, διά τῆς ὑπομονῆς, ἀλληλοκατανόησης καί ἀλληλοπεριχώρησης. Ἄν δέν ζοῦμε ἔτσι, ζοῦμε στήν περιοχή τῆς μοναξιᾶς καί εἴμαστε κυριευμένοι ἀπό τήν ὑπεφηφάνεια. Γι’ αὐτό καί βλέπετε, ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος ὅλα τά περνάει μέσα ἀπό τόν ἑαυτό του, ὅλα τά βλέπει μέσα ἀπό τόν ἑαυτό του. Κριτήριο τῶν πάντων εἶναι ὁ ἑαυτός του. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη διαστροφή. Καί αὐτό βέβαια ξεκινάει ἀπό τόν διάβολο. Ὁ πρῶτος ὑπερήφανος εἶναι ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος ἐμπνέει καί αὐτούς οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν διάθεση νά πιστέψουν στόν Θεό.

«Στερημένη ἀπό τήν πραγματική ὕπαρξη κοντά στόν Θεό βλέπει τά πάντα σύμφωνα μέ τή δική της θλιβερή κατάσταση καί ἀρχίζει νά μισεῖ καί τή ζωή της καί γενικά ὅλη τήν ὕπαρξη τοῦ κόσμου. Ἐπειδή μένει ἔξω ἀπό τό Θεῖο φῶς, ἡ ἀπόγνωσή της τήν κάνει νά φθάσει σέ τέτοιο σημεῖο, πού καί ἡ ὕπαρξη τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ ἀρχίζει νά τῆς φαίνεται σάν ἀπελπισμένος παραλογισμός καί γι' αὐτό αὐξάνει συνεχῶς ἡ ἀπώθησή της ἀπό τόν Θεό»[19]. «Ὁ Θεός -λέει- ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται»[20]. Ὁ Θεός ἀντιτάσσεται σ’ αὐτούς πού εἶναι ὑπερήφανοι.

«Αὐτή τήν ἀπόγνωση καί τό μίσος τό ἀποφεύγουν οἱ ἄνθρωποι τῆς πίστεως, γιατί μέ τήν πίστη σώζεται ὁ ἄνθρωπος». Ὄχι τήν θεωρητική βεβαίως, ἀλλά τήν ἔμπρακτη, πού φανερώνεται μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, «μέ τήν πίστη στόν λόγο τοῦ Θεοῦ, μέ τήν παράδοση στήν ἀγάπη καί τήν εὐσπλαγχνία Του, μέ τήν ἐμπιστοσύνη στή μαρτυρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας»[21]. Ἔτσι οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ἀποφεύγουν αὐτή τήν ὑπαρξιακή μοναξιά καί τήν αἰώνια κόλαση.

«Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς εὐσεβεῖς χριστιανούς στήν καθημερινή ζωή ἴσως δέν ἔζησαν τήν ἀνάσταση τῆς ψυχῆς». Δέν ἔφτασαν δηλαδή νά ἔχουνε τήν ἐμπειρία τῆς θέωσης. Αὐτή εἶναι ἡ ἀνάσταση τῆς ψυχῆς, τήν θεωρία τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο Φῶς, «ἀλλά ὅμως ἡ πίστις αὐτή» στήν Ἀνάσταση, στόν Χριστό, στήν Ἐκκλησία, ἡ πίστη αὐτή «τούς φυλάγει. Γιά τήν πίστη αὐτή μιλοῦσε πολλές φορές ὁ Γέροντας», ὁ Ἅγιος Σιλουανός δηλαδή, «παραπέμποντας στά λόγια τοῦ Κυρίου: «Μακάριοι οἱ μή ἰδόντες καί πιστεύσαντες»[22]»[23]. Δηλαδή κι ἄν ἀκόμα δέν ἔφτασες νά δεῖς τόν Θεό, ὅπως Τόν εἶδε αὐτός ὁ ἀσκητής πού λέγαμε προηγουμένως, δέν εἶδες τό ἄκτιστο Φῶς, ὅμως εἶσαι μακάριος ἐφόσον πιστεύεις. Καί θά ζήσεις ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς πίστεως, ἀκόμα κι ἄν δέν εἶδες. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ὁμολόγησε τόν Χριστό, ἐπειδή Τόν εἶδε καί Τόν ψηλάφησε, τοῦ εἶπε ὁ Χριστός «ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας»[24]. Πιστεύεις, ἐπειδή Μέ εἶδες. «Μακάριοι οἱ μή ἰδόντες»[25]. Εἶναι μακάριοι αὐτοί πού δέν Μέ εἶδαν καί πίστεψαν.

«Ἔρχεται ὥρα πού ἡ πίστη αὐτή θά βγάλει τόν ἄνθρωπο ἀπό τό σκοτάδι καί τήν καταπιεστική δουλεία καί θά τόν πάει στήν ἐλευθερία τῆς ἀληθινῆς ἄφθαρτης ζωῆς, πού τό μεγαλεῖο της εἶναι τελείως ἰδιαίτερο, ἀνόμοιο μέ τή συνηθισμένη ἀνθρώπινη ἀντίληψη γιά τό μεγάλο καί τό ὡραῖο». Ἡ ζωή δηλαδή πού δίνει ὁ Θεός δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τή ζωή αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ὅσο κι ἄν φαίνεται ὡραία ἡ ζωή αὐτή τοῦ κόσμου καί νά ὑπάρχουν κάποια ὡραῖα πράγματα σέ σύγκριση μέ τά ὡραῖα πού δίνει ὁ Θεός, δέν μποροῦμε νά ποῦμε τίποτα. Δηλαδή εἶναι πέρα ἀπό κάθε φαντασία καί ἀπό κάθε σκέψη καί ἀπό κάθε σύλληψη αὐτό τό ὡραῖο καί τό καλό πού δίνει ὁ Θεός. Ἄς ποῦμε ἡ χαρά πού νιώθει κανείς ἐδῶ στόν κόσμο δέν ἔχει καμιά σύγκριση μέ τή χαρά πού δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα.

«Ἀλλιῶς ἐνεργεῖ ὁ ἐχθρός-διάβολος μέ ὅσους τόν δέχονται καί ἀλλιῶς μέ ὅσους τοῦ ἀντιστέκονται. Ἄλλο τό βάσανο τῆς ὑπερήφανης ἀπογνώσεως καί ἄλλο ἡ θλίψη τῆς εὐσεβοῦς ψυχῆς, ὅταν ὁ Θεός παραχωρήσει στόν διάβολο τήν ἄδεια νά πολεμήσει τήν ψυχή». Ὁ διάβολος ἀπό μόνος του δέν μπορεῖ νά μᾶς πειράξει. Κατά παραχώρηση Θεοῦ μᾶς πειράζει. «Αὐτός ὁ τελευταῖος πειρασμός εἶναι ἐξαιρετικά βαρύς καί σπανίως παραχωρεῖται»[26]. Δέν δίνει ὁ Θεός δηλαδή ἄδεια στόν διάβολο νά μᾶς πειράξει, ἐκτός ἀπό σπάνιες περιπτώσεις, ὅταν βλέπει ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀντέχει.

«Ὅταν ὁ ἐγκαταλελειμμένος ἀπό τόν Θεό γιά λόγους Προνοίας ἄνθρωπος αἰσθάνεται γιά πρώτη φορά νά τόν πλησιάζει ὁ σατανᾶς, τότε ὅλο του τό εἶναι, καί ἡ ψυχή καί τό σῶμα, κυριεύονται ἀπό φοβερό πόνο καί μεγάλο φόβο, πού δέν συγκρίνεται μέ τόν φόβο τῶν ἐγκληματιῶν καί τῶν φονιάδων, γιατί σέ αὐτόν ὑπάρχει μέσα του τό σκότος τῆς αἰώνιας ἀπώλειας. Ἡ ψυχή ἀντικρύζει τήν συντριπτική δύναμη καί τήν φοβερή σκληρότητα τοῦ διαβόλου καί κατάπληκτη ἀπό τίς κολοσσιαῖες διαστάσεις τοῦ κακοῦ πού στέκεται μπροστά της συντρίβεται ὁλόκληρη. Σφίγγεται ἀπό τήν φρίκη καί τόν τρόμο καί μένει σάν παράλυτη, χωρίς νά μπορεῖ νά βρεῖ μέσα της τή δύναμη νά προσευχηθεῖ. Ἀπουσιάζει ὁ Θεός-Βοηθός καί μόνο ὁ ἐχθρός εἶναι παρών.

Σέ τέτοιες στιγμές ἡ ψυχή, μή θέλοντας νά δεχτεῖ τόν διάβολο, ἤ σκέφτεται χωρίς λόγια τόν Θεό ἤ στήν καλύτερη περίπτωση ἐπικαλεῖται τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ», τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με. «Μόνο σάν περάσει καιρός ἀποκτάει ἐπίγνωση γιά τό πώς τήν προσέχει ὁ Θεός ἰδιαίτερα στόν αὐτό ἀγώνα»[27]. Δηλαδή τό ζεῖ ἔτσι ἡ ψυχή, ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι, ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀπών. Παρών εἶναι πάλι ὁ Θεός, ἀλλά δέν τό καταλαβαίνει ἡ ψυχή ἀμέσως. Σιγά-σιγά θά τό καταλάβει. Ὅπως συνέβη μέ τόν Μέγα Ἀντώνιο, πού πάλευε ὅλη νύχτα μέ τούς δαίμονες καί μετά τοῦ ἐμφανίστηκε ὁ Κύριος καί τοῦ λέει ὁ Μέγας Ἀντώνιος, «Κύριε, ποῦ ἤσουνα;.. γιατί ἔλειπες;.. γιατί μέ ἐγκατέλειψες;..». Καί λέει, δέν σέ ἐγκατέλειψα, δίπλα σου ἤμουνα καί σέ παρακολουθοῦσα νά δῶ πῶς ἀγωνίζεσαι.

«Θά δεῖτε στά γραφόμενα τοῦ Γέροντα πώς δοκίμασε δύο φορές ἕναν τέτοιο πόλεμο μέ τόν σατανᾶ. Τήν πρώτη φορά σώθηκε προφέροντας τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ. Δέν πρόφτασε μάλιστα νά τήν τελειώσει καί τοῦ ἐμφανίσθηκε ὁ Κύριος. Τήν δεύτερη φορά, ὅταν ἦταν πιό ἰσχυρός καί ἀνδρεῖος, βρῆκε τή δύναμη νά καθίσει καί νά ἀπευθυνθεῖ μέ προσευχή στόν Θεό καί τότε τοῦ ἦρθαν σάν ἀπάντηση τά ἀσυνήθιστα καί παράδοξα λόγια: «Κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη καί μήν ἀπελπίζεσαι»»[28], τά πολύ γνωστά αὐτά λόγια, τά ὁποῖα τά ἄκουσε ἀπό τόν Χριστό μας ὅταν βρισκόταν σέ μία περίοδο πνευματικῆς ξηρασίας λόγω ὑπερηφανείας. Καί ὁ Θεός, τήν ὥρα πού πῆγε νά προσκυνήσει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔβαλε μπροστά στήν εἰκόνα, ἄφησε νά μπεῖ μπροστά στήν εἰκόνα ἕνας διάβολος! Καί λέει ὁ Ἅγιος Σιλουανός, ἐγώ τώρα θά προσκυνήσω τόν διάβολο; Καί πλέον μετά συντρίφτηκε, ταπεινώθηκε καί ἄκουσε τήν φωνή πού τοῦ εἶπε «αὐτά παθαίνουν οἱ ὑπερήφανοι». Καί λέει τί νά κάνω γιά νά ταπεινωθῶ; Καί τοῦ εἶπε ὁ Κύριος «κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη καί μήν ἀπελπίζεσαι».

«Τότε γνώρισε μέ ποιό ὅπλο νικᾶται ὁ διάβολος». Γιατί ὁ διάβολος δέν νικιέται οὔτε μέ τίς πολλές προσευχές οὔτε μέ τίς πολλές νηστεῖες οὔτε μέ κανένα ἄλλο ἔργο παρά μέ τήν ἀληθινή καί γνήσια ταπεινοφροσύνη. «Σέ κάθε προσέγγισή του ἡ ψυχή», ὅταν πλησιάζει ὁ διάβολος δηλαδή, «στρέφει ὅλη τήν δύναμη τοῦ μίσους της στόν ἑαυτό της καί καταδικάζει σάν ἔσχατο ἐχθρό τόν ἑαυτό της στήν αἰώνια κόλαση προσθέτοντας: «Ὁ δέ Θεός ἅγιος, ἀληθινός καί εὐλογημένος εἰς τούς αἰῶνας»»[29]. Ἐγώ γιά τήν κόλαση εἶμαι∙ ὁ Θεός εἶναι εὐλογημένος καί δεδοξασμένος. Γι’ αὐτό βλέπετε καί στή θεία λειτουργία λέμε, «Σοί δόξα πρέπει, σοί πρέπει πᾶσα δόξα, τιμή καί προσκύνησις». Ὅλη ἡ δόξα δηλαδή καί ἡ τιμή καί ἡ προσκύνησις ἀνήκει στόν Θεό! Δέν δικαιούμαστε καμία δόξα, τιμή καί προσκύνηση ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἀπό κανέναν ἄνθρωπο. Σέ μᾶς πρέπει, θά λέγαμε, πᾶσα ἀτιμία καί ἀδοξία καί περιφρόνηση καί καταφρόνηση.

Βλέπετε, πόσο εἴμασε κενόδοξοι καί πόσο πληγωνόμαστε ὅταν μᾶς κάνει κάποιος μιά παρατήρηση, δίκαια ἤ ἄδικη, ὅταν ἄς ποῦμε δέν μᾶς φερθεῖ ὅπως περιμένουμε. Ἐνῶ δέν θά ἔπρεπε νά μᾶς πειράζει, γιατί πᾶσα δόξα πρέπει τῷ Θεῷ καί ὄχι σέ μᾶς!

«Ἐξοπλισμένη μέ ἕνα τέτοιο ὅπλο ἡ ψυχή ἀπελευθερώνεται ἀπό κάθε φόβο καί γίνεται ἀπόρθητη ἀπό τόν ἐχθρό. Μιά τέτοια «ἔμπειρη» ψυχή, κάθε φορά πού τήν προσεγγίζει ὁ ἐχθρός», ὁ διάβολος, «ρίχνει μέ μεγάλο θυμό τόν ἑαυτό της στήν ἄβυσσο τοῦ σκότους, σάν νά ἀξίζει τήν αἰώνια καταδίκη∙ καί ὁ ἐχθρός σάν φίλαυτος πού εἶναι ὑποχωρεῖ, γιατί δέν ἀντέχει τήν δύναμη τῆς φωτιᾶς πού συναντάει». Πλησιάζει ὁ διάβολος τήν ψυχή, ἡ ψυχή πέφτει στόν ἅδη, στή φωτιά, στήν κόλαση τοῦ ἅδη, ὁ διάβολος φοβᾶται αὐτή τή φωτιά καί δέν πέφτει. Δηλαδή μπαίνουμε καί κάτω ἀπό τόν διάβολο! Αὐτό θέλει νά πεῖ ἐδῶ ὁ π. Σωφρόνιος. Ὁ ἀληθινά πνευματικός ἄνθρωπος κατεβαίνει καί κάτω ἀπό τόν διάβολο, λέει «εἶμαι χειρότερος καί ἀπό τόν διάβολο». Ὁπότε μετά τόν συντρίβει τόν διάβολο. «Καί ἀφοῦ ἀπελευθερωθεῖ ἀπό αὐτόν, ἡ ψυχή στρέφεται μέ καθαρό νοῦ στόν Θεό μέ τήν προσευχή.

Ὁ ἐχθρός ἔπεσε ἀπό τήν ὑπερηφάνεια». Ὁ διάβολος οὔτε πόρνευσε οὔτε ἔκανε καμιά ἄλλη ἁμαρτία∙ ὑπερηφανεύτηκε. «Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἁμαρτίας. Μέσα της κλείνονται ὅλες οἱ μορφές τοῦ κακοῦ: κενοδοξία, φιλοδοξία, φιλαρχία», ἡ ἀγάπη γιά νά ἄρχουμε, νά ἐξουσιάζουμε, νά ἐπιβαλλόμαστε στούς ἄλλους.. Πόση πάλη δέν γίνεται στίς οἰκογένειες νά ἐπιβληθεῖ ὁ σύζυγος στή σύζυγο ἤ ἡ σύζυγος στόν σύζυγο. Φιλαρχία καί ἀπό πίσω της ὑπερηφάνεια, «ψυχρότητα, σκληρότητα, ἀδιαφορία γιά τά πάθήματα τοῦ πλησίον, ὀνειροπολία τοῦ νοῦ, ἐντατική ἐνέργεια τῆς φαντασίας, δαιμονική ἔκφραση τῶν ὀφθαλμῶν, δαιμονικός χαρακτήρας τῆς ὅλης παρουσίας», καί λές αὐτός ὁ ἄνθρωπος μοιάζει μέ τόν διάβολο! Ναί, εἶναι πραγματικότητα αὐτό∙ ὅταν ὑπάρχει ὑπερηφάνεια στήν ψυχή, ὁ ἄνθρωπος μοιάζει μέ τόν διάβολο. «Σκυθρωπότητα», κατάθλιψη τό λένε σήμερα, «πλήξη, ἀπόγνωση, μίσος, φθόνος, ποταπότητα καί γιά πολλούς τό βούλιαγμα στίς σαρκικές ἐπιθυμίες, ἡ βασανιστική ἐσωτερική ἀνησυχία», ἄγχος, ἀνησυχία, «ἡ ἀνυπακοή, ὁ φόβος τοῦ θανάτου». Τρέμουν οἱ ἄνθρωποι τόν θάνατο. Τί φοβᾶσαι τόν θάνατο; Δέν πιστεύεις στήν ἀνάσταση; Δέν θέλεις νά πᾶς κοντά στόν Κύριο; Τί φοβᾶσαι τόν θάνατο; «Ἤ ἀντίθετα ἡ ἐπιδίωξη τερματισμοῦ τῆς ζωῆς μέ αὐτοκτονία, καί τέλος, ὄχι τόσο σπάνιο πράγμα, ἡ τέλεια παραφροσύνη»[30]. Ὅπως λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ἡ κενοδοξία εἶναι ἕνα σκαλοπάτι πρίν τήν ὑπερηφάνεια. Καί τό ἑπόμενο σκαλοπάτι μετά τήν ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ παραφροσύνη, ἡ ἔκσταση, ἡ τρέλα.

«Νά τά σημεῖα τῆς δαιμονικῆς πνευματικότητας». Μιλᾶνε σήμερα γιά πνευματικότητα. Ἀλλά εἶναι καί ἡ δαιμονική πνευματικότητα, δέν εἶναι μόνο ἡ ἁγιοπνευματική πνευματικότητα. Ὑπάρχει καί δαιμονική. «Ὅσο ὅμως δέν ἐκδηλώνονται φανερά», τά σημάδια τῆς δαιμονικῆς πνευματικότητας, «μένουν ἀπαρατήρητα γιά πολλούς. Δέν χαρακτηρίζουν ὅλα τά συμπτώματα πού ἀναφέρθηκαν καθέναν ἀπό ὅσους «πλανήθηκαν» ἀπό δαιμονικούς λογισμούς, ὁράσεις ἤ «ἀποκαλύψεις»». Δέν τά ἔχουν ὅλα. Κάποια ἐπικρατοῦν. «Σέ ἄλλους ἐπικρατεῖ ἡ μεγαλομανία, ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιλαρχία. Σέ ἄλλους ἡ πλήξη, ἡ ἀπελπισία, ἡ κρυφή ταραχή. Σέ ἄλλους πάλι ὁ φθόνος, ἡ μελαγχολία, τό μίσος. Πολλοί κατέχονται ἀπό σαρκική ἐπιθυμία. Σέ ὅλους ὅμως ὑπάρχει ἔντονη φαντασία καί ὑπερηφάνεια, πού μπορεῖ νά κρύβεται πίσω ἀπό τό προσωπεῖο καί τῆς μεγαλύτερης ταπεινότητας»[31]. Ἐκεῖ εἶναι πολύ ὕπουλο αὐτό τό πράγμα, πολύ τραγικό! Πίσω ἀπό μιά φαινομενική ταπεινή ἐμφάνιση νά κρύβεται μιά πάρα πολύ μεγάλη ὑπερηφάνεια! Ὑπάρχουν κάποιοι ἄνθρωποι πού ἔχουνε δουλοπρέπεια. Φαίνονται ταπεινοί, ἀλλά δέν εἶναι ταπεινοί, εἶναι δουλοπρεπεῖς. Καί πίσω ἀπό μιά δουλοπρέπεια κρύβεται μιά πολύ μεγάλη ὑπερηφάνεια.

«Ὅταν ὁ ἄνθρωπος «πλανᾶται» ἀπό τόν ἐχθρό καί τόν ἀκολουθεῖ, δέν κατανοεῖ τί εἶναι ὁ ἐχθρός, δέν ξέρει ποιά ἔνταση ἔχει ὁ ἄμεσος ἀγώνας ἐναντίον του καί πάσχει, γιατί ὁ ἐχθρός τόν ὁδηγεῖ ἀπό τό φῶς τῆς ἀληθινῆς ζωῆς στό σκοτάδι πού διαμένει ἐκεῖνος. Αὐτά τά πάθη ἔχουνε πάνω τους τήν σφραγίδα τῆς πνευματικῆς τυφλώσεως. Σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ὁ ἐχθρός, μέ τήν ὑπερήφανη συνείδηση τοῦ δῆθεν μεγαλείου του, φέρνει μιά ἀσταθῆ εὐχαρίστηση. Ἄλλοτε πάλι προξενώντας μεγάλο πόνο στήν ψυχή, τήν παρακινεῖ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Κι ἡ ψυχή, χωρίς νά ἐννοεῖ τήν πραγματική αἰτία τῶν πόνων της, στρέφεται μέ μίσος ἐναντίον τοῦ Θεοῦ»[32]. Βλέπετε; Δίνει καί ὁ διάβολος κάποιες εὐχαριστήσεις, ἀσταθεῖς ὅμως. Δηλαδή πολύ εὔκολα χάνεται ἡ ψευτοχαρά πού δίνει ὁ διάβολος. Καί πάντοτε στρέφει ὁ διάβολος τόν ἄνθρωπο πού ὑποδουλώνεται σ’ αὐτόν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ.

«Ἡ εὐσεβής ψυχή πάλι, πού γνώρισε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πάσχει ἀπό τόν ἀπευθείας ἀγῶνα μέ τόν ἐχθρό. Ἡ δύναμη τοῦ κακοῦ πού ὁρμᾶ ἐναντίον της, ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου, εἶναι μεγάλη καί ὁ ἄνθρωπος βλέπει καθαρά πῶς αὐτή ἡ δύναμη μπορεῖ νά τόν συντρίψει τελειωτικά. Στήν πρώτη περίπτωση ἡ ψυχή παλεύει συνήθως γιά πολύ, χωρίς νά βρίσκει διέξοδο πρός τόν Θεό. Στή δεύτερη, ὁ Θεός ἐμφανίζεται μέσα σέ μεγάλο φῶς στόν ἄνθρωπο, ὅταν τελειώσει ὁ χρόνος τῆς δοκιμασίας, πού ἡ διάρκεια καί ἡ δύναμή της ἔχουν καθορισθεῖ ἀπό τόν Θεό σέ ὁρισμένο μέτρο.

Σέ ὁρισμένες περιπτώσεις διαρκεῖ δύο ἕως τρία λεπτά, σέ ἄλλες μία ὥρα ἤ καί περισσότερο. Ἕνας ἀσκητής μάλιστα ἔμεινε σ’ αὐτή τήν κατάσταση τρεῖς μέρες. Ἡ διάρκεια τῆς δοκιμασίας ἐξαρτᾶται ἀπό τήν μικρότερη ἔνταση τοῦ ἀγώνα καί ἀπό τήν ἄλλη ἀπό τήν μεγαλύτερη ἀντοχή τοῦ ἀνθρώπου, γιατί δέν ἐχουν ἴση δύναμη οἱ ψυχές.

Δέν ὑπάρχει πειρασμός φοβερότερος ἀπό αὐτόν πού περιγράψαμε παραπάνω. Ὑπάρχει, ὅμως, πόνος μεγαλύτερος ἀπό ὅλους τούς ἄλλους πόνους: ὁ πόνος καί ἡ ὀδύνη τῆς ψυχῆς πού τήν ἔχει πληγώσει βαθιά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί δέν μπορεῖ νά ἐγγίσει τόν Ποθούμενο. Εἶναι ἀκατάληπτη ἡ συμπεριφορά τοῦ Θεοῦ πρός τήν ψυχή. Ἀφοῦ τῆς γεννήσει πρῶτα φλογερή ἀγάπη, μετά κρύβεται κατά ἀνεξήγητο τρόπο· καί ὅταν ἡ ψυχή ἀπελπίζεται πιά ἐξαιτίας τῆς ἐγκαταλείψεως, τότε Αὐτός ξανάρχεται γαλήνια μέ τήν ἀνέκφραστη παρηγοριά Του»[33]. Δηλαδή πρέπει νά φτάσει ὁ ἄνθρωπος ν’ ἀπελπιστεῖ. Ὄχι μέ τήν κακή ἔννοια∙ νά ἀπελπιστεῖ ἀπό τίς δικές του δυνάμεις, ἀπό τήν ἄσκησή του καί ἀπό τήν ἀρετή του. Νά καταλάβει ὅτι δέν μπορεῖ τίποτα μόνος του. Αὐτό πού λέει ὁ Κύριος, «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»[34]. Αὐτό τό ἐκφράζουμε μέ τήν ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ με. Ἕνας πού τό κάνει αὐτό συνεχῶς, φανερώνει ὅτι ἔχει ἀπελπιστεῖ ἀπό τόν ἑαυτό του. Δέν ἐλπίζει σέ τίποτα ἄλλο∙ στόν Θεό. Γι’ αὐτό καί φωνάζει Κύριε, ἐλέησέ με.

«Ὁρισμένες στιγμές τό βασανιστήριο ἀπό τήν ἐγκατάλειψη ξεπερνᾶ κάθε μαρτύριο τοῦ ἅδη∙ διακρίνεται ὅμως ἀπό αὐτό, γιατί κλείνει μέσα του τήν ζωοποιό δύναμη τοῦ Θεοῦ, πού μεταβάλλει τήν θλίψη στήν γλυκειά μακαριότητα τῆς ἀγάπης»[35]. Δηλαδή ὑπάρχει καί ἐδῶ πόνος, ὑπάρχει θλίψη, ἀλλά ὑπάρχει καί ἐλπίδα. Αὐτό εἶναι τό χαρακτηριστικό καί αὐτό πού κάνει τήν διαφορά. Ὅταν βλέπουμε στήν ψυχή μας πόνο, θλίψη ἡ ὁποία ἔχει μέσα της ὅμως καί τήν ἐλπίδα, εἶναι καλή θλίψη. Ὅταν βλέπουμε θλίψη ἡ ὁποία μᾶς πάει στήν ἀπελπισία, στήν ἀπόγνωση, στήν παραίτηση ἀπό ὅλα, τότε εἶναι δαιμονική. Ἡ θλίψη πού σοῦ φέρνει ὁ Θεός καί ἡ «ἀπελπισία» σοῦ λέει, προσπάθησε πάλι. Ἔχει μέσα της τήν ἐλπίδα, τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ἡ δαιμονική θλίψη, ἡ κατάθλιψη, ἡ δαιμονική ἀπελπισία, σοῦ λέει, παράτα τα ὅλα, δέν ὑπάρχει σωτηρία γιά σένα, εἶσαι γιά τήν κόλαση καί δέν ὑπάρχει τίποτε! Αὐτό πρέπει νά τό διώχνει ὁ ἄνθρωπος, δέν πρέπει νά συγκαταβαίνει σ’ αὐτούς τούς λογισμούς.

Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας. Ἄν θέλετε κάτι νά ρωτήσετε, νά συζητήσουμε πάνω σ’ αὐτά ἤ καί κάτι ἄλλο, μοῦ λέτε. Ὑπάρχει κάτι;

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : Στήν ἀρχή λέγαμε ὅτι δέν ὑπάρχει καλό καί κακό, παρά μόνο καλό. Καί ἡ βασκανία, πού τήν δέχεται ἡ Ἐκκλησία μας, δημιουργεῖται ἀπό μία κακή σκέψη….. Ὁ διάβολος εἶναι ἀντίθεος, εἶναι κακός. Ἄρα μέ αὐτή τήν ἔννοια ὑπάρχει καλό καί κακό. Ἔτσι δείχνει δηλαδή.. ἄν κανείς δέν τό ψάξει.

Ἀπ. : Δείχνει ὅτι ὑπάρχει τό κακό, ἀλλά ὁ διάβολος δέν εἶναι κακός ἐκ κατασκευῆς, ἐκ φύσεως. Ἔγινε κακός. Ἐκ φύσεως πλάστηκε καλός. Δηλαδή αὐτό πού λέει καί ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὅλοι οἱ Πατέρες εἶναι ὅτι, «ὁ Θεός τό κακόν οὐκ ἐποίησε». Μ’ αὐτή τήν ἔννοια λέμε δέν ὑπάρχει κακό, ἔτσι; Γιατί ὑπάρχει μόνο ὅ,τι ἔχει ποιήσει ὁ Θεός. Ὅ,τι ποίησε ὁ Θεός, εἶναι καλό. Καί ὁ διάβολος εἶναι ἄγγελος, ὅπως τό εἴπατε, ὁ ὁποῖος ἐξέπεσε ἑκουσίως, μέ τή δική του θέληση καί μέ τή δική του κακή χρησιμοποίηση τῆς ἐλευθερίας πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Γιατί καί οἱ Ἄγγελοι ἔχουν αὐτεξούσιο, ἔχουν ἐλευθερία, καί ἀνάλογα μέ τήν χρήση πού κάνουν καί ἔκαναν εἶναι ἤ καλοί ἤ κακοί.

Μετά τήν Σταύρωση καί τήν Θεία Οἰκονομία ἔχει παγιωθεῖ ἡ κατάσταση στούς Ἀγγέλους, στούς καλούς Ἀγγέλους, καί δέν πέφτουν. Ὄχι ὅτι πάλι δέν μποροῦν νά πέσουν, ἀλλά πλέον ἔχουν στερεωθεῖ καί δέν θέλουν νά πέσουν. Καί οἱ δαίμονες, δυστυχῶς, καί αὐτοί ἔχουν στερεωθεῖ στό κακό. Ὄχι ὅτι δέν μποροῦν νά μετανοήσουν, μποροῦν ἄν θέλουν, άλλά δέν θέλουν. Δέν θέλουν. Τό κακό ἑπομένως, ὑπάρχει ὄχι ἐξαιτίας τοῦ ὅτι τό ἔφτιαξε ὁ Θεός, ἀλλά ὑπάρχει μέ τήν ἔννοια ὅτι τό θέλει ὁ ἄνθρωπος ἤ ὁ ἄγγελος ὁ κακός (ὁ διάβολος), μέ τή βούλησή του. Δηλαδή τό κακό δέν εἶναι στή φύση, εἶναι στή βούληση τοῦ ἀνθρώπου ἤ τοῦ διαβόλου. Μέ αὐτή τήν ἔννοια μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὑπάρχει. Ἀλλά δέν ὑπάρχει ὡς ὀντότητα, ὡς ὕπαρξη. Ὑπάρχει ὡς διάθεση, ὡς βούληση, εἴτε στόν διάβολο εἴτε στόν ἄνθρωπο. Μέ αὐτή τήν ἔννοια, ἄν μποροῦμε νά τό ποῦμε ἔτσι ὅτι ὑπάρχει. Ἀλλά οὐσιαστικά ὡς ὀντότητα δέν ὑπάρχει∙ εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ καλοῦ. Τό μίσος δηλαδή οὐσιαστικά τί εἶναι; Ἡ ἀπουσία τῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη ὑπάρχει; Ὑπάρχει. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἄς ποῦμε πού νά εἶναι μίσος. Μόνο ἀγάπη ὑπάρχει. Ὁ Θεός δέν ἔχει ἐνέργεια μίσος. Ὑπάρχει ἄς ποῦμε τό φῶς. Τό φῶς τί εἶναι; Πάλι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει σκότος; Δέν ὑπάρχει. Εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ ἀκτίστου φωτός τό σκότος. Μέ αὐτή τήν ἔννοια λέμε λοιπόν ὅτι τό κακό δέν ὑπάρχει καί τό καλό εἶναι τό μόνο πού ὑπάρχει. Οἱ ἄνθρωποι τώρα, ἐπειδή ἐπιλέγουνε τήν ἀνυπαρξία τοῦ καλοῦ, δέν θέλουν τό καλό, γι’ αὐτό πέφτουνε στό κακό. Τό ἴδιο καί οἱ δαίμονες. Δέν θέλουν τήν ἀγάπη ἄς ποῦμε τοῦ Θεοῦ, δέν θέλουν ν’ ἀγαπήσουν τόν ἄλλον (οὔτε τόν Θεό οὔτε τούς ἀνθρώπους), ὁπότε πέφτουνε στήν κατάσταση τοῦ μίσους, τοῦ σκότους, τῆς ἀκοινωνησίας μέ τόν Θεό.

Ἐρ. : …………………………

Ἀπ. : Οἱ προφητεῖες ἐκπληρώνονται. Ἀπό τή στιγμή πού γίνονται, τότε τίς καταλαβαίνουμε καί τί σημαίνουν. Οἱ γεροντάδες μᾶς λένε γιά τίς προφητεῖες, ἀλλά δέν μᾶς λένε τό πότε θά γίνουν. Μπροστά στόν Θεό, κοιτάξτε, τά πράγματα εἶναι ὅλα φανερά∙ δέν ὑπάρχει παρελθόν, παρόν καί μέλλον. Καί ἐπειδή οἱ Ἅγιοι ζοῦνε μέσα στόν Θεό, βλέπουνε κι αὐτοί τό μέλλον, γιατί ζοῦν μέσα στό αἰώνιο παρόν τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως οἱ προφητεῖες θά ἐκπληρωθοῦν, ὄχι γιατί προφητεύτηκε κάτι, θά γίνει σίγουρα, ἀλλά ἐπειδή θά γίνει, γι’ αὐτό προφητεύτηκε. Καταλάβατε; Δηλαδή δέν προδικάζει ἡ προφητεία κάτι, ἀλλά τό κάτι εἶναι ἡ αἰτία τῆς προφητείας, τό ὅτι θά γίνουν αὐτά. Μέ αὐτή τήν ἔννοια δέν μποροῦν νά διαψευστοῦν οἱ προφητεῖες, ἐφόσον εἶναι ἀληθινές. Γιατί ὑπάρχουν καί προφητεῖες πού δέν εἶναι ἀληθινές! Εἴδατε τί λέει ἐδῶ. Ἀκόμα κι αὐτή τήν ἐμπειρία πού διαβάσαμε, πού εἶχε αὐτός ὁ ἀσκητής, ὁ Ἅγιος (ὁ π. Σωφρόνιος), δέν τήν ἀξιολόγησε, αὐτή τήν ὅραση πού εἶδε τόν Χριστό καί τοῦ εἶπε ὁ Χριστός αὐτά πού τοῦ εἶπε. Δέν τοῦ εἶπε, εἶναι ἀπό τόν Θεό ἤ δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό. Δέν τοῦ εἶπε τίποτα. Γιατί εἴμαστε πάντα ἐπιφυλακτικοί στίς ὁράσεις. Πάντοτε. «Ὁ διάβολος μετασχηματίζεται καί σέ ἄγγελο φωτός»[36]. Καί θέλει πολύ μεγάλη πεῖρα καί Χάρη πολλή γιά νά καταλάβεις ἄν κάτι εἶναι ὄντως τοῦ Θεοῦ ἤ δέν εἶναι.

Ἑπομένως, οἱ προφητεῖες ἄς τό ποῦμε ἔτσι, ἄν θέλεις νά στό ἀπαντήσω, μποροῦν νά πᾶνε καί λίγο πίσω. Ὅτι θά γίνουν σίγουρα, θά γίνουν. Ἀλλά μπορεῖ νά μή γίνουν τώρα, νά γίνουν ἀργότερα. Ὑπάρχει ἡ Ἀποκάλυψη. Ἡ Ἀποκάλυψη εἶναι ὅλη μιά προφητεία γιά τό τί θά γίνει στά ἔσχατα. Πότε θά ἔρθουν τά ἔσχατα; Θά ἔρθουν, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ζητήσουν τόν Ἀντίχριστο. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θά ποῦνε ὅτι σέ θέλουμε, ἤ τέλος πάντων ἡ πλειοψηφία. Δηλαδή ὁ Ἀντίχριστος θά ’ρθεῖ, ὅταν θά ἔρθει ἡ γενική ἀποστασία. Ὅσο οἱ ἄνθρωποι εἶναι στόν Θεό καί ἀγωνίζονται, δέν ἔρχεται. Δηλαδή ἐμεῖς τώρα.. ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς, ἄν προσευχόμαστε, ἄν ζοῦμε κατά Θεόν, ὥστε νά πᾶμε πίσω τήν προφητεία αὐτή γιά τόν Ἀντίχριστο. Ὅσο ἐμεῖς ζοῦμε σωστά, δέν θά ’ρθει. Γιατί ὁ Ἀντίχριστος θά ’ρθεῖ ὡς δεύτερος «Χριστός», ὡς λυτρωτής, ὡς ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας. Καί θά τόν ζητήσουνε οἱ ἄνθρωποι!

Ὁπότε πᾶνε πίσω, παίρνουν ἀναβολή δηλαδή μέ τίς προσευχές. Τά γεγονότα τά προφητευμένα πού θά ’ρθοῦνε παίρνουν ἀναβολή καί πᾶνε πιό πίσω, πιό πίσω, πιό πίσω. Αὐτή εἶναι ἡ δύναμη τῶν προσευχῶν, τά πᾶμε πιό πίσω. Ἀλλά βλέπετε, πόσο προχωράει τό κακό. Γι’ αὐτό ἀναπόφευκτα θά ’ρθοῦνε καί τά προφητευμένα.

Νά πῶ ἕνα παράδειγμα. Ὅταν παίχτηκε μιά βλάσφημη ταινία, θυμάστε;.. τοῦ Σκορτσέζε.. οἱ μεγαλύτεροι θά τό θυμάστε.. βλάσφημη γιά τόν Χριστό, εἶχε γίνει ὁλόκληρη διαδήλωση στή Θεσσαλονίκη! Καί εἶχε κατέβει καί ὁ π. Παΐσιος ἀκόμα μέ μοναχούς! Τούς κατέβασε ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος, τούς παρακίνησε δηλαδή, δέν τούς ἀνάγκασε, καί πήγανε καί πήρανε μέρος στήν διαδήλωση ἐναντίον αὐτῆς τῆς βλάσφημης ταινίας, πού διακωμωδοῦσε τόν Χριστό, Τόν παρουσίαζε ὡς ἀνήθικο κ.λ.π. Μετά ἀπό χρόνια ἦρθε ὁ «Κώδικας Ντά Βίντσι», ἕνα βιβλίο βλάσφημο ἐξίσου γιά τόν Χριστό καί ταινία. Πόσοι κινήθηκαν; Ἐλαχιστότατοι! Μετά ἀπό 15 περίπου χρόνια ἔγινε αὐτό. Βλέπετε δηλαδή πῶς ὁ κόσμος τή μιά φορά κινητοποιήθηκαν τόσοι ἄνθρωποι καί τήν δεύτερη ἐλαχιστότατοι. Αὐτό κάτι λέει. Ὅτι ὅσο προχωρᾶνε τά χρόνια δηλαδή, τόσο καί οἱ ἄνθρωποι γίνονται πιό ἄπιστοι, πιό χαλαροί, πιό ἀδιάφοροι γιά τόν Θεό. Καί βάλτε μετά ἀπό 50 χρόνια, ἔτσι ὅπως πᾶμε δηλαδή, ἄν δέν ὑπάρξει μετάνοια, ποιός θά ἐνδιαφερθεῖ; Τά νέα παιδιά, πού δέν πατᾶνε στήν ἐκκλησία; Τά νέα παιδιά τά ἔχουν ἤδη πιστέψει αὐτά πού δείχνουν στίς ταινίες, γιατί δέν ξέρουν τίποτα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Καί σοῦ λέει, ἔτσι θά ἦταν καί ὁ Χριστός σάν κι ἐμᾶς.. Ἔτσι προχωράει τό κακό δηλαδή. Ὅσο ὅμως ἐμεῖς ἀντιστεκόμαστε, τόσο δέν θά ἔρχεται ὁ Ἀντίχριστος. Γι’ αὐτό ἔχει σημασία, ἔστω καί ἕνας καί δύο, νά ἀντιστεκόμαστε. Δέκα ἄνθρωποι, λέει, στά Σόδομα καί στά Γόμορρα ἄν ὑπῆρχαν, πού νά εἶχαν ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό.. ξέρετε τί θά πεῖ ζωντανή σχέση ὅμως; Ἀδιάλειπτη προσευχή, νά εἶναι δηλαδή σέ κατάσταση φωτισμοῦ-δοξασμοῦ, μεταξύ φωτισμοῦ καί δοξασμοῦ, φωτισμοῦ καί θεώσεως, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι -λέει- θά σώζανε καί τίς πέντε πόλεις! Νά τί ἀξία ἔχει ἕνας Ἅγιος! Οἱ προσευχές του δηλαδή εὐαρεστοῦν στόν Θεό καί σταματᾶνε τά ἐπερχόμενα δεινά. Γι’ αὐτό ἡ μεγαλύτερη προσφορά στήν ἀνθρωπότητα εἶναι νά γίνεις Ἅγιος. Δέν ὑπάρχει πιό μεγάλη προσφορά, νά ἁγιάσεις τόν ἑαυτό σου. Καί μετά φυσικά ἁγιάζεις καί τούς γύρω σου μέ τό παράδειγμά σου, καί θέλεις ν’ ἁγιαστοῦνε ὅλοι. Ἀλλά φυσικά δέν μπορεῖς νά ἀναγκάσεις κανέναν νά ἁγιάσει. Γι’ αὐτό τουλάχιστον ἀνάγκασε τόν ἑαυτό σου! Πόσα χρόνια ἔχεις στή ζωή σου ἀκόμα, θά πεῖς αὐτά τά χρόνια θά τά περάσω ἐν μετανοίᾳ, ἐν ἀδιαλείπτῳ προσευχή, ὅσα μοῦ δώσει ὁ Θεός ἀκόμα.

Ἐρ. : …………………………

Ἀπ. : Αὐτό εἴπαμε, ὅτι μπορεῖ νά τό πάει πίσω. Δηλαδή κάποια στιγμή θά γίνουν αὐτά, ὄχι γιατί ἄς τό ποῦμε εἶναι προφητευμένα καί ὁ Θεός μᾶς ἔχει βάλει σέ προδιαγεγραμμένη πορεία, ἀλλά ἐπειδή ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πᾶμε πρός τά ἐκεῖ καί θά τά θελήσουμε. Ἀλλά ὅσο ἐμεῖς ἀντιστεκόμαστε, τόσο αὐτά θά πηγαίνουν πίσω. Δηλαδή ἀναβάλλεται. Καί ἀκόμα-ἀκόμα μπορεῖ νά ἀλλάξει. Μέ ποιά ἔννοια; Βλέπετε στή Νινευή: «ἔτι τρεῖς ἡμέρες καί Νινευῒ καταστραφήσεται»[37], εἶπε ὁ Θεός. Σέ ποιόν; Στόν Ἰωνᾶ. Καί ἔστειλε τόν Ἰωνᾶ καί λέει, πήγαινε νά τούς τό πεῖς. Καί λέει, ποῦ νά πάω.. δέν μπορῶ τώρα.. Ἐσύ τά λές, ἀλλά δέν τά κάνεις! Καί ὁ Θεός δέν τό ἔκανε! Ἀλλά γιατί δέν τό ἔκανε ὁ Θεός; Γιατί αὐτοί φόρεσαν, λέει, σακιά, βάλανε στάχτη στό κεφάλι τους, ἔνδειξη μετανοίας.. βάλανε νηστεία στόν ἑαυτό τους, στά ζῶα τους νηστεία.. ὁπότε εἶδε ὁ Θεός αὐτό καί σταμάτησε. Καταστράφηκε ἡ Νινευή; Καταστράφηκε. Ὄχι τότε ὅμως, καταστράφηκε ἀργότερα. Γιατί προχώρησε τό κακό. Αὐτοί μετανόησαν τότε, ἀλλά μετά πάλι τά ἴδια. Μετά ἀπό λίγα χρόνια πάει, καταστράφηκε. Καταλάβατε; Δηλαδή παίρνει μία ἀναβολή τό πράγμα, ὅταν προσευχόμαστε καί μετανοοῦμε. Καί ὅσο θά προσευχόμαστε καί θά μετανοοῦμε, δέν θά γίνεται. Ἄν σταματήσουμε, τότε γίνεται. Καταλάβατε;

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


[1] Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ὁ Γέροντας Σιλουανός, ἔκδ. Γ΄, Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 1985, (στό ἑξῆς: Ὁ Ἅγιος Σιλουανός).
[2] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.
[3] Ὅ.π.

[4] Ἰωάν. 1, 4-5.

[5] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[6] Λουκ. 10, 42.

[7] Ρωμ. 7, 23.

[8] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[9] Ρωμ. 7, 11.

[10] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[11] Ὅ.π.

[12] Ὅ.π.

[13] Ματθ. 7, 14.

[14] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[15] Ὅ.π.

[16] Ὅ.π.

[17] Ὅ.π.

[18] Ὅ.π.

[19] Ὅ.π.

[20] Παρ. 3, 34 καί Ἰακ. 4, 6 καί Α΄ Πέτρ. 5, 5.

[21] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[22] Ἰωάν. 20, 29.

[23] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[24] Ἰωάν. 20, 29.

[25] Ὅ.π.

[26] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[27] Ὅ.π.

[28] Ὅ.π.

[29] Ὅ.π.

[30] Ὅ.π.

[31] Ὅ.π.

[32] Ὅ.π.

[33] Ὅ.π.

[34] Ἰωάν. 15, 5.

[35] Ὁ Ἅγιος Σιλουανός.

[36] Β΄Κορ. 11, 14.

[37] Ἰωνᾶ 3, 4.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ

1.Μπορεῖτε νά δεῖτε τίς προηγούμενες δημοσιεύσεις τοῦ ἱστολογίου μας πατώντας τό: Παλαιότερες ἀναρτήσεις (δεῖτε δεξιά)

2.Καλλίτερη θέαση τοῦ ἱστολογίου μέ τό Mozilla.

3.Ἐπιτρέπεται ἡ ἀναδημοσίευση τῶν ἀναρτήσεων μέ τήν προϋπόθεση ἀναγραφῆς τῆς πηγῆς

4.Ἐπικοινωνία:
Kyria.theotokos@gmail.com .
Γιά ἐνημέρωση μέσῳ ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου στεῖλτε μας τό e- mail σας στό
Kyria.theotokos@gmail.com .
Home of the Greek Bible