Στον
ψυχολόγο ή στον πνευματικό; ….
Κατάθεση
ψυχῆς.
Η εμπειρία μιας
κυρίας που είναι πιστή και η οποία πήγε
να συμβουλευθεί ψυχολόγο...
«Μια
επίσκεψη σε έναν ειδικό» ακούγεται
,στις μέρες μας, τόσο συνηθισμένη έκφραση
που τείνει να επιβληθεί ως μορφή πάγιας
συμπεριφοράς του σύγχρονου ανθρώπου.
Δεν
νοείται ατομική και κοινωνική δραστηριότητα
χωρίς να φέρει την υπογραφή της έγκρισης
και αποδοχής του συμβουλάτορα και
καθοδηγητή ειδικού ψυχολόγου, ως σήμα
κατατεθέν της προσαρμογής του ατόμου
στα δεδομένα της εποχής.
Φτάσαμε
πια σε σημείο τέτοιο, που για την παραμικρή
αναποδιά ή δυσκολία να αδρανοποιείται
η δυναμική του προσώπου εάν δεν τύχει
της υποστήριξης του ψυχοθεραπευτή ,
ψυχαναλυτή , ψυχολόγου ή και ψυχιάτρου
ακόμα. Και επειδή η παραδοσιακή νοοτροπία
εν Ελλάδι συγκρούεται με ξενόφερτες
συνήθειες και πρακτικές σε όλα τα επίπεδα, όλοι αυτοί οι επιστήμονες ,που το
γνωστικό τους αντικείμενο είναι ο ασαφής
χώρος της ψυχής, κατηγοριοποιούνται
στον γενικό όρο «ειδικοί» προκειμένου
να εξωραϊστεί η για πολλά χρόνια ριζωμένη
πεποίθηση ,ότι σε αυτών τις πόρτες
τρέχουν όσοι δεν « στέκουν καλά στα
μυαλά τους».
Άλλη
νοηματοδότηση είχε , κάποτε, να παραπέμπεις
κάποιον σε έναν ειδικό και άλλη να τον
στέλνεις στον ψυχίατρο. Το πρώτο ακουγόταν
πιο εύηχο και λειτουργούσε πιο
αποτελεσματικά για την παραπομπή ατόμων
που χρειάζονταν κάποια μορφή στήριξης.
Με
τον καιρό βέβαια και την συνεχιζόμενη
αμερικανοποίηση και παγκοσμιοποίηση
της ελληνικής κοινωνίας αλλά και της
απομάκρυνσής της από το χριστιανικό
ορθόδοξο φρόνημα, τα πράγματα άλλαξαν
και παγιώθηκε στη συνείδηση των
περισσοτέρων η ανάγκη της προσφυγής
στις παραπάνω ειδικότητες είτε είχαν
προβλήματα είτε δεν είχαν, φοβούμενοι
ότι θα τα αποκτούσαν.
Αυτό,
τις τελευταίες δεκαετίες κυρίως,
προωθήθηκε και προβλήθηκε επαρκώς από
το όλο κατεστημένο, πανεπιστημιακό,
μιντιακό αλλά και ευρύτερα κοινωνικό
, με κορύφωση επί των ημερών μας όπου
ευδοκιμούν από τις πιο αθώες βιωματικές
δράσεις και psychotherapy
group
μέχρι, δυστυχώς, τις πιο ύποπτες και
επικίνδυνες ομάδες διαλογισμού και
λοιπών νεοποχίτικων ρευμάτων υπό τον
μανδύα πάντα της επιστημονικής προσέγγισης
της ανθρώπινης ψυχής.
Ζούμε
όμως το εξής αντιφατικό : από τη μια
πληθώρα ειδικών επιστημόνων με περγαμηνές
,πτυχία και πιστοποιημένες δεξιότητες
στην υπηρεσία ατόμων με πλείστα ψυχολογικά
προβλήματα και από την άλλη,πολλά εξ
αυτών των ατόμων να μην βρίσκουν την
ποθούμενη ψυχική και πνευματική ισορροπία
ακροβατώντας σε μια εσωτερική αναζήτηση
είτε με ηρεμιστικά χάπια είτε με την
περιπλάνησή τους από ψυχολόγο σε
ψυχοθεραπευτή και από ψυχαναλυτή σε
ψυχίατρο. Από την Σκύλλα δηλαδή στην
Χάρυβδη και τούμπαλιν.
Και
όλα αυτά όταν υπάρχει ο ψυχοσωτήριος
λόγος της χριστιανικής διδασκαλίας και
η διεισδυτική θεραπευτική αγωγή των
Αγίων Πατέρων στην ανθρώπινη ψυχή. Όταν
μπορεί ο ταλαιπωρημένος άνθρωπος της
εποχής μας να παρηγορηθεί , να αναπαυθεί
και να θεραπευτεί από την καθαρτήρια
δύναμη της ιερής εξομολόγησης μέσω τη
Θείας Χάριτος. Γιατί δεν μπορεί να
επιχειρήσει κανείς ψυχο-επαγγελματίας
κατάδυση στην ανθρώπινη ψυχή χωρίς την
επισκίαση και ταυτόχρονη προστασία της
ακτίστου χάριτος. Αυτό είναι έργο του
Θεού ,συνεργούντος του πνευματικού.
Στα
πλαίσια μια συνεδρίας με τον ψυχολόγο
απέναντι ,στην καλύτερη περίπτωση,
διαμείβεται μία ενδιαφέρουσα γενική
συζήτηση, ευρύτερου προβληματισμού που
προσαρμόζεται, κατά την κρίση του
ψυχολόγου, στην συγκεκριμένη περίπτωση
που αντιμετωπίζει ο πελάτης του. Λείπει
όμως η αρετή της διάκρισης που ακόμα
και ένας εξομολόγος ,εάν είναι
συνειδητοποιημένος και «επόμενος τοις
αγίοις πατράσι» κοπιάζει πολύ μέσω της
πνευματικής ζωής για να την αποκτήσει
και με την βοήθεια του Θεού να την ασκεί
κάθε φορά στο ιερό Μυστήριο της
Εξομολόγησης.
Ο χώρος
της ψυχής δεν προσδιορίζεται. Το γνωστικό
αντικείμενο του ψυχαναλυτή, ψυχολόγου
κλπ. δεν είναι κάτι το απτό, μια υλική
μάζα που τίθεται στο μικροσκόπιο
,αναλύεται και ανασυντίθεται ώστε να
μπορεί ο παρατηρητής να προβεί στην
διατύπωση συμπερασμάτων με αντικειμενική
ισχύ. Μια τέτοια προσπάθεια χωρίς την
παρουσία του Δημιουργού της ανθρώπινης
ψυχής ενέχει κινδύνους οίησης, απώλειας
και πτώσης.
Με
τέτοιες σκέψεις και υπό την επίδραση
πιεστικών οικογενειακών συνθηκών , κατά
παραχώρηση Θεού, παραβρέθηκα ενώπιος
ενωπίω με έναν ειδικό ψυχολόγο ,να
προσπαθεί να αποτυπώσει την ακτινογραφία
της οικογένειάς μου και των βιωμάτων
των παιδικών μου χρόνων.
Ο
συμπαθής καθ΄ όλα επιστήμονας που ήταν
απέναντί μου, ακολουθώντας την μεθοδολογία
της επιστήμης του , προσπαθούσε να κάνει
πολύ καλά την δουλειά του αναμοχλεύοντας
μνήμες μου, κινούμενες στον χώρο του
συνειδητού ή και του ασυνείδητου με
απώτερο σκοπό την δική μου ωφέλεια.
Ουδεμία
στιγμή τον αμφισβήτησα ή τον ακύρωσα
ως αποτελεσματικό εκφραστή της επιστήμης
του. Άλλωστε δεν είναι στις προθέσεις
μου να εκφράσω άποψη για το αν η Ψυχολογία
αποτελεί ή όχι επιστήμη και ίσως να μην
μου επιτρέπεται λόγω ανεπαρκούς γνωστικού
οικοδομήματος η σχετική επιχειρηματολογία.
Αυτό
όμως που θυμάμαι έντονα από την παραπάνω
προκύπτουσα συνεδρία ήταν τα αρνητικά
συναισθήματα, τα οποία με είχαν
κατακλύσει. Ένοιωθα άβολα παρά το
άνετο και γεμάτο από ευγένεια κλίμα που
διαμόρφωνε με την λεπτότητα των χειρισμών
του ο ψυχολόγος.
Είχα
την αίσθηση ότι μέσα από τις μεταξύ μας
ερωτήσεις-αποκρίσεις παραβιαζόταν το
αξιακό σύστημα αναφοράς μου και πράγματα
απλά και δεδομένα ως τότε, αποδεκτά και
προσαρμοσμένα στην προσωπικότητά μου,
πλήττονταν και υφίσταντο ρωγμές
αμφιβολίας.
Από
την άλλη, μου φαινόταν ότι η όλη διαδικασία
δεν ήταν πηγαία και ελεύθερη, ως είθισται
όταν επικρατεί η εκ βαθέων αυθόρμητη
εξαγόρευση λογισμών και συναισθημάτων.
Και αυτό γιατί στη ροή της συζήτησης
διέκρινα μια προσπάθεια, από την πλευρά
του ειδικού, να υποβάλει κατευθυνόμενες
ερωτήσεις και υποδείξεις, οι οποίες
προσανατόλιζαν ανάλογα και τις δικές
μου απαντήσεις και τοποθετήσεις. Αυτό
αισθανόμουν ότι μου περιόριζε την
ελευθερία σκέψης και εσωτερικής εργασίας.
.. Με άλλα λόγια, πιο πολύ μπλόκαρα παρά
αφέθηκα....
Εκείνο
που σκεφτόμουν διαρκώς ήταν «τι δουλειά
έχω εδώ μέσα» και παρά την φιλική
ατμόσφαιρα, ήθελα να επισπεύσω το χρονικό
διάστημα της εκεί παραμονής μου. Είχα
την υποψία ή καλύτερα δεν ήθελα καν να
σκεφτώ ότι είναι πολύ εύκολο να εμπλακεί
κάποιος σε επικίνδυνα για το μυαλό και
την ψυχή μονοπάτια, αν δεν τηρεί αυτό
που λένε οι Άγιοι Πατέρες «φυλακή του
νοός». Δεν είναι υπερβολή να πω ότι
συγκράτησα τον εαυτό μου να μην οδηγηθεί
σε σκέψεις ενοχής και απαισιοδοξίας
για οικογενειακές καταστάσεις που είχαν
μάλιστα διαμορφωθεί και ερήμην μου.
Η
κυρίαρχη πάντως επιθυμία μου ήταν να
μοιραστώ αυτούς τους λογισμούς και
συναισθήματα με τον Γέροντά μου ή τέλος
πάντων με εκείνον που η συνείδηση με
πληροφορεί ότι είναι πνευματικός οδηγός
μου.
Θυμάμαι
ότι, για να καθησυχάζω αυτή την αρνητική
εσωτερική φωνή που ήλεγχε την φυσική
παρουσία μου στο γραφείο του ψυχαναλυτή,
έστρεψα την συζήτηση στην χριστιανική
πίστη προσπαθώντας να διαγνώσω αν ο
ψυχολόγος την αποδεχόταν. Αισθανόμουν
δηλαδή ότι ήθελα να οριοθετήσω τα όρια
στα οποία γινόταν εκείνη η συνεδρία, με
οδοδείκτη στην προσπάθεια μου τον ίδιο
τον Χριστό.
Η
ανακούφισή μου ήταν μεγάλη όταν, ευτυχώς
για εμένα, έπεσα σε αυτό που λέμε
θρησκευόμενο άνθρωπο με πίστη και
ευλάβεια, που βεβαίως δεν παρέλειψε να
μου υπογραμμίσει τις διαφορές που
υφίστανται ανάμεσα στον πνευματικό και
στον ειδικό της ψυχής επιστήμονα...
Θα
μπορούσαν όμως να ήταν και διαφορετικά
τα πράγματα και να είχα την ατυχία να
μιλούσα για τα «ενδότερα του νου και
της ψυχής μου» με κάποιον που να μην
πίστευε καν στην ύπαρξη του Θεού.
Όταν
πια έληξε η συνεδρία και έπρεπε να φύγω,
το έκανα ευχαρίστως, χωρίς κάποια
αναπτέρωση και ψυχική ανάταση, περισσότερο
αδιάφορη και με αίσθηση κενού και μη
πληρότητας παρά με ανάλαφρη την συνείδησή
μου.
Το
αντιμετώπισα ως μια μη επαναλαμβανόμενη
εμπειρία, που αν μη τι άλλο μου έδωσε
απλώς ένα έναυσμα για μια ενδιαφέρουσα
συζήτηση με κάποιον που το γνωστικό του
αντικείμενο από μόνο του , η ανθρώπινη
ψυχή δηλαδή, προξενεί το ενδιαφέρον και
τη μέριμνα του καθένα από εμάς.
Μία
μέριμνα, που μόνο το Ευαγγέλιο αν
διαβάζεις και τηρείς δεν την χάνεις
και πολύ περισσότερο δεν ψάχνεις να τη
βρεις στα γραφεία ειδικών».
Τό
κείμενο μιλάει ἀπό μόνο του γι’ αὐτό
καί τό ἀφήσαμε ἀσχολίαστο.
Ἱερομόναχος
Σάββας Ἁγιορείτης.
Διαβαστε περισσότερα:
http://hristospanagia3. blogspot.gr/p/blog-page_6115. html
Ψυχίατρος ἤ Πνευματικός;
http://hristospanagia3.
Ψυχίατρος ἤ Πνευματικός;
-
ΤΙ ΜΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΟΥΝ ΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ π.ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΚΑΙ π. ΠΑΪΣΙΟΣ.
« Τί θά πεῖ ἄγχος, νεῦρα, ψυχασθένειες;» ἐρωτοῦσε ὁ π. Πορφύριος. Καί ἀπαντοῦσε: «Ἐγώ πιστεύω ὅτι ὑπάρχει διάβολος σ’ ὅλα αὐτά. Δέν ὑποτασσόμεθα στόν Χριστό μέ ἀγάπη. Μπαίνει ὁ διάβολος καί μᾶς ἀνακατεύει»[1].
Αὐτά βέβαια (τά πάθη καί οἱ δαίμονες) δέν ἀπομακρύνονται μέ χάπια οὔτε μέ ἡλεκτροσόκ, ἀλλά μέ τό μυστήριο τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης. Ὁ ἄνθρώπος θά πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ μέ εἰλικρίνεια τά ἁμαρτήματα ὅλης του τῆς ζωῆς, τά κύρια γεγονότα πού τήν σημάδεψαν, καθώς καί τό πῶς ἐκεῖνος τά ἀντιμετώπισε, ὅπως δίδασκε ὁ θεοφώτιστος Γέροντας Πορφύριος[2].
Ὁ Γέροντας Παΐσιος ἐπίσης «ἐνῶ συνιστοῦσε στοὺς ἀσθενεῖς νὰ συμβουλεύονται χριστιανοὺς ἰατροὺς –«διότι τοὺς φωτίζει ὁ Θεὸς» κατὰ τὸ λόγιό του– εἶχε ἐκφράσει ἐπανειλημμένως τὴν ἀπαρέσκειά του πρὸς τὰ «ψυχολογικὰ» βιβλία, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν «ψυχολογία» καὶ τὴν «ψυχιατρικὴ», ἡ ὁποία ἀσκεῖται ἀπὸ ἐπιστήμονες καὶ ἰατρούς, οἱ ὁποῖοι δὲν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὅπως τὴν δέχεται ἡ θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Ὄντας ὁ ἴδιος βαθὺς γνώστης, Χάριτι Θεοῦ, τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνοικούσης στὸν ἄνθρωπο λογικῆς καὶ νοερᾶς ψυχῆς, τῶν φυσιολογικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν παθολογικῶν ἐκδηλώσεών της, στενοχωριόταν καὶ ὑπέφερε πολύ, ὅταν ἔβλεπε τὶς βαριὲς ἀστοχίες καὶ τὰ λάθη στὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενῶν αὐτῶν, τὰ ὁποία εἶχαν σοβαρότατες συνέπειες γιὰ τὸν ἀσθενῆ καὶ τὸ περιβάλλον του.
Δεδομένου δὲ ὅτι οἱ πλεῖστοι ἀκαδημαϊκοὶ δάσκαλοι τῆς ψυχιατρικῆς θεωροῦν ὅτι τὰ «ψυχικὰ φαινόμενα» ἔχουν μόνον βιολογικὸ ὑπόβαθρο –θεώρηση, ἡ ὁποία συνιστᾶ ἄρνηση τῆς ὕπαρξης ἄυλης, νοερῆς καὶ λογικῆς ψυχῆς στὸν ἄνθρωπο– ἦταν πολὺ ἐπιφυλακτικὸς ἢ ἀρνητικὸς γιὰ πολλὲς «θεραπεῖες» ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ προαναφερθέντες ψυχίατροι.
Ὁ Γέροντας Παΐσιος, συμφωνόντας μὲ τὸν Γέροντα Πορφύριο θεωροῦσε ὅτι τὰ αἴτια τῶν περισσοτέρων ψυχικῶν ἀσθενειῶν εἶναι πνευματικὰ καὶ ὅτι τὰ «ψυχοφάρμακα» δὲν θεραπεύουν, ἀλλὰ ἔχουν μόνον κατασταλτικὸ χαρακτήρα, καὶ ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ χρησιμοποιοῦνται μὲ φειδὼ σὲ περιπτώσεις πασχόντων «ψυχασθενῶν», ἕως ὅτου καταστῆ ἐφικτὴ ἡ ἐπικοινωνία μὲ αὐτοὺς»[3].
Κατόπιν ἡ συμβολή τοῦ μυστηρίου τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης εἶναι καθοριστική γιά τήν ὁριστική καί ὁλοκληρωτική ψυχική-πνευματική θεραπεία μέ τήν Θεία Χάρη.
Εἴθε νά παύσει ὁ ἀποπροσανατολισμός τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, πού τείνει νά ὑποκαταστήσει τόν Πνευματικό μέ τόν ψυχολόγο ἤ τόν ψυχίατρο καί ὁ ὁποῖος μάταια ἀναζητεῖ τήν ψυχική του θεραπεία ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει.
«Πᾶνε νά ἡρεμήσουν οἱ ἄνθρωποι» παρατηρεῖ ὁ Γέρων Παΐσιος «εἴτε μὲ ἡρεμιστικὰ εἴτε μὲ θεωρίες γιόγκα, καὶ τὴν πραγματικὴ ἡρεμία, ποὺ ἔρχεται, ὅταν ταπεινωθῆ ὁ ἄνθρωπος, δέν τὴν ἐπιδιώκουν, γιά νά ἔρθη ἡ θεία παρηγορία μέσα τους»[4].
Ἡ ἀληθινή ἡρεμία ἔρχεται μέ τήν Θεία Χάρη, ἡ ὁποία προσλαμβάνεται ἀπό τούς ταπεινούς. «Ἡ ἐξωτερικὴ μόρφωση μὲ τὸ ἄγχος», ἐπισημαίνει πάλι ὁ σοφός Γέροντας, «ὁδηγεῖ καθημερινῶς ἑκατοντάδες ἀνθρώπων (ἀκόμη καὶ μικρὰ παιδιὰ μὲ ἄγχος!) στίς ψυχαναλύσεις καὶ στούς ψυχιάτρους καὶ κτίζει συνεχῶς Ψυχιατρεῖα καὶ μετεκπαιδεύει ψυχιάτρους, ἐνῶ πολλοὶ ψυχίατροι οὔτε Θεὸ πιστεύουν οὔτε ψυχὴ παραδέχονται. Ἑπομένως, πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι νά βοηθήσουν ψυχές, ἀφοῦ καὶ οἱ ἴδιοι εἶναι γεμάτοι ἀπὸ ἄγχος; Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νά παρηγορηθῆ ἀληθινά, ἂν δέν πιστέψη στόν Θεὸ καὶ στήν ἀληθινὴ ζωή, τὴν μετὰ θάνατον, τὴν αἰώνια; Ὅταν συλλάβῃ ὁ ἄνθρωπος τὸ βαθυτερο νόημα τῆς ζωῆς τῆς ἀληθινῆς, τότε φεύγει ὅλο τὸ ἄγχος του καὶ ἔρχεται ἡ θεία παρηγορία, καὶ θεραπεύεται. Ἂν πήγαινε κανεὶς στό Ψυχιατρεῖο καὶ διαβαζε στούς ἀσθενεῖς τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, θὰ γίνονταν καλὰ ὅσοι πιστεύουν στόν Θεό, γιατὶ θὰ γνώριζαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς»[5].
Ἡ θεραπεία ὑπάρχει μόνο στό ἀληθινό Ψυχιατρεῖο, τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καί παρέχεται δωρεάν ἀπό τόν Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας, τόν Κύριο Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.
Τό θέμα τῶν παθῶν, τῶν ἀποτελεσμάτων τους, καθώς καί τῆς θεραπείας των εἶναι τεράστιο καί φυσικά δέν μποροῦμε νά τό ἐξαντλήσουμε. Ταπεινά θά τραβήξουμε κάποιες πινελιές γιά νά βοηθηθοῦμε ὅλοι στόν καθημερινό πνευματικό μας ἀγῶνα, ἔχοντας μία ὅσο τό δυνατόν πληρέστερη εἰκόνα γιά τά πάθη καί τά ἀποτελέσματά τους, μέ κυρίαρχα τήν λύπη καί τήν κατάθλιψη.
Ὁ ἀγώνας ἀφορᾶ στόν ἁγιασμό τοῦ «σκεύους» μας, τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μας.
Ἡ ψυχική-πνευματική ὑγεία καί σωτηρία ἔχει τεράστιο ἀντίκτυπο στό σῶμα. Διότι ὅ,τι σχετίζεται μέ τήν ψυχή σχετίζεται καί μέ τό σῶμα, τό ὁποῖο οὐδόλως ἀπαξιώνεται μέσα στήν Ὀρθοδοξία.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://HristosPanagia3.blogspot.com
Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσ. Ἀνάστασις Χριστοῦ-Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.
[1]Γέροντος Πορφυρίου Ἱερομονάχου, Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν, Ἔκδοσις Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι, ἔκδ.7η, 2008.[2]Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, Ἔκδοσις Ζ΄, Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Χανιά 2006, (Στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι Ζ΄), σελ. 370.[3]Γέροντος Παϊσίου, Γ7. Προς Βασίλειον,Τίμιος Σταυρός 23/7/1977. Βρίσκεται στό: Ψυχολογία – Βιβλία ψυχολογίας καί «ψυχολογικά» προβλήματα (Γέροντας Παΐσιος), http://hristospanagia3.blogspot.com/2010/09/blog- post_1291.html. Μαρτυρία ἀπό το βιβλίο: «ΚΕΙΜΕΝΑ-ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Γέροντος ΠΑΪΣΙΟΥ του ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ 1924-1994», ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΑΓΙΟΤΟΚΟΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ, Θεσσαλονίκη 2009, ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α. ΖΟΥΡΝΑΤΖΟΓΛΟΥ ΕΠΙΣΜΗΝΑΓΟΣ Ε.Α.[4]Γέροντος Παΐσιου του Αγιορείτου, Λόγοι Α΄, ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
“ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ”, ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2001– Δεύτερο Μέρος – Κεφάλαιο 3ον «Ἁπλοποιῆστε τήν ζωή σας, γιά νά φύγη τό ἄγχος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου