Ἁγίου
Νικολάου
Βελιμίροβιτς
Ἔτσι
τ᾿
ἄτεκνα
ζευγάρια
συνήθως
δέν
εἶναι
μακρόβια
κι
ἡ
χαρά
τους
εἶναι
περιορισμένη.
Τίποτα
δέν
εἶναι
τόσο
ἀπογοητευτικό
στόν
κόσμο
ὅσο
οἱ
ἀνεκπλήρωτες
ἐπιθυμίες,
ἀκόμα
κι
ἄν
ὅλα
τ᾿
ἄλλα
τά
᾿χουν
πλούσια.
Ἡ
ἐντολή
τοῦ
Θεοῦ
«αὐξάνεσθε
καί
πληθύνεσθε»1
εἶναι
σάν
ἕνα
βουνό
πού
στέκεται
μπροστά
στό
ἄτεκνο
ζευγάρι,
ἔστω
κι
ἄν
δέν
τό
συνειδητοποιοῦν.
Ἴσως
νά
μήν
τό
κατανοοῦν
ἐπειδή
εἶναι
ἀμαθεῖς,
τό
νιώθουν
μέ
τήν
καρδιά
τους
ὅμως,
τό
αἰσθάνονται,
γιατί
εἶναι
σάν
μιά
ἀνεξίτηλη
σφραγίδα
πού
σφραγίζει
κάθε
ἀνθρώπινη
ψυχή,
ὅπως
κι
ὅλες
οἱ
βασικές
ἐντολές
τοῦ
Θεοῦ.
Τή
θλίψη
πού
νιώθουν
τά
ἄτεκνα
ζευγάρια
τή
συναντᾶμε
πολλές
φορές
στήν
Ἁγία
Γραφή
ἀλλά
καί
στή
σύγχρονη
πραγματικότητα,
σέ
ζευγάρια
κάθε
ἡλικίας.
«Τάς
ἡμέρας
ταύτας»,
ὅμως
ἔγινε
ἕνα
θαῦμα.
Ἡ Ἐλισάβετ, ἄν καί προχωρημένη στήν
ἡλικία, συνέλαβε. Πῶς γίνεται αὐτό; θά
ρωτήσουν ὅλοι ἐκεῖνοι πού βλέπουν
ἐπιφανειακά καί λογικά τά πράγματα,
ἐκεῖνοι πού γλιστρουν ἐπιπόλαια πάνω
στά φαινόμενα, ὅπως ἐκεῖνος πού
γλιστράει πάνω στόν πάγο. Ἀλλά κι ὅσοι
πιστεύουν πώς ὁ κόσμος δέ σώζεται μέ
κανέναν ἄλλον τρόπο παρά μόνο μέ θεία
ἐπέβμαση, ἀκόμα κι ἐκεῖνοι γυρίζουν
ἀλλοῦ τό κεφάλι τους κι ἀρνοῦνται τό
θαῦμα, ἀναρωτιοῦνται κι αὐτοί πῶς
μπορεῖ νά γίνει αὐτό. Ἄν ὁ Θεός δέν
ἦταν ζωντανός καί παντοδύναμος, τότε
καμιά ἄλλη ὕπαρξη δέ θά ὑπῆρχε, τίποτα
δέ θά γινόταν. Γιά νά γεννηθεῖ ἕνα παιδί
δέν ἔχει σχέση ἄν μιά γυναίκα εἶναι
καρπερή ἤ ὄχι. Ἀπό τή στιγμή πού
πιστεύουμε πώς ὑπάρχει Θεός κι εἶναι
παντοδύναμος, ὅλα εἶναι πιθανά. Ὁ Θεός
δέν ὑπόκειται στούς φυσικούς νόμους
πού ὁ ἴδιος ἔφτιαξε γιά νά δεσμεύονται
οἱ ἄλλοι, ὄχι ὁ ἴδιος. Δέν ἔφτιαξε
τούς φυσικούς νόμους γιά νά περιορίσει
τή δύναμή Του, μά γιά νά τούς χρησιμοποιήσει
καί νά ἐργαστεῖ τό ἀναγκαῖο ἔλεός
Του. Τά μηχανήματα πού φτιάχνει ὁ
ἄνθρωπος δέν περιορίζουν τήν ἐλευθερία
πού ἔχει νά τά χρησιμοποιήσει μέ τόν
ἕνα ἤ τόν ἄλλον τρόπο. Ἔτσι κι ὁ κόσμος
πού δημιούργησε ὁ Θεός, μέ τούς φυσικούς
νόμους πού ἔθεσε, δέν περιορίζει τήν
ἐλευθερία Του νά ἐνεργεῖ μέ τόν ἔνα
ἤ τόν ἄλλον τρόπο, σύμφωνα μέ τήν ἀγάπη
Του καί τίς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐκεῖνοι
πού ἀποκτοῦν παιδιά δέν τό κάνουν μέ
τή δική τους δύναμη, ἀλλά μέ τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεός εἶναι πολύ προσεχτικός, σέβεται
τή ζωή καί τή δίνει ὅπως Ἐκεῖνος
νομίζει. Ἐπιτρέπει τή σύλληψη ὅπου
Ἐκεῖνος νομίζει καί δέν τήν ἐπιτρέπει
ὅπου νομίζει πώς δέν πρέπει. Γι᾿ αὐτό
συμβαίνει καμιά φορά νά βλέπουμε νέα
ζευγάρια, πού ἐνῶ ἔχουν ὅλες τίς
φυσικές προϋποθέσεις, δέν ἀποκτοῦν
παιδιά. Ἀντίθετα ἄλλες φορές βλέπουμε
ἡλικιωμένα ζευγάρια πού, παρά τούς
φυσικούς νόμους, τεκνοποιοῦν.
Ὁ
Θεός εἶναι ὁ μόνος Κύριος τῆς ζωῆς.
Κι ὅπου ὁ ἴδιος θέλει ν᾿
ἀσκήσει τήν κυριότητά Του, ἡ φύση κι ὁ
νόμοι της δέν ἔχουν καμιά δύναμη,
ἀτονοῦν. Ὅπως τό ἴδιο ἀδύναμοι κι
ἀνίσχυροι εἶναι οἱ μάγοι, στούς ὁποίους
πολλές φορές καταφεύγουν στεῖρες
γυναῖκες γιά βοήθεια ἀπό ἄγνοια, ἐπειδή
δέ γνωρίζουν ὅτι ἐκεῖνοι δέν εἶναι
ὑπηρέτες καί ὄργανα τῆς θείας δύναμης,
ἀλλά τῆς πονηρῆς καί σκοτεινῆς δύναμης
τῶν δαιμόνων.
Ὁ
ἄνθρωπος περιμένει κάποιο θαῦμα ἀπό
τό Θεό. Κι ὅταν ὅμως τό θαῦμα αὐτό
γίνει, δέν τό πιστεύει. Ἡ φύση γιά τόν
ἄνθρωπο ἔγινε τό δέντρο τῆς γνώσης.
Κρυμμένος
κάτω ἀπό τή σκιά τῆς φύσης, ἐπειδή
εἶναι γυμνός, λαχταρᾶ νά τόν ἐπισκεφτεῖ
ὁ Θεός. Κι ἀπό τήν ἄλλη τρέμει καί
φοβᾶται τήν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν
ὁ Θεός δέν τόν ἐπισκέπτεται, παραπονιέται.
Ὅταν τόν ἐπισκεφτεῖ, τόν ἀπορρίπτει.
Παλιά στόν παράδεισο ὁ Ἀδάμ βρισκόταν
ἀνάμεσα σέ δύο δέντρα, τό δέντρο τῆς
ζωῆς καί τό δέντρο τῆς γνώσης. Οἱ
ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ βρίσκονται ἐπίσης
ἀνάμεσα σέ δυό δέντρα: τό Θεό, πού εἶναι
τό δέντρο τῆς ζωῆς καί τή φύση, πού
εἶναι τό δέντρο τῆς γνώσης. Ὁ
ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος. Ἡ ὑπακοή
κι ἡ ταπείνωσή του δοκιμάζονται καί
σήμερα ὅπως καί τότε. Ἡ σύνεση τοῦ
ἀνθρώπου, ἡ καρδιά κι ἡ θέλησή του
πρέπει νά δοκιμαστοῦν.
Χωρίς πειρασμό δέν ὑπάρχει ἐλευθερία,
χωρίς ἐλευθερία δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος,
παρά δυό εἴδη πέτρας – ἡ κινητή καί ἡ
ἀκίνητη.
Οἱ
ἀλήθειες αὐτές εἶναι ἁπλές καί
ξεκάθαρες. Ἡ ψυχή δέν μπορεῖ νά κατανοεῖ
μέ γήινη ἀντίληψη. Δέν μπορεῖ ν᾿
ἀποκτήσει ἀληθινή γνώση, γιατί τήν
πνευματική της ὅραση τήν καλύπτει σάν
μέ σύννεφο ἡ ἁμαρτία. Ὅλ᾿ αὐτά τά
γνώριζε ἡ Ἐλισάβετ, ἡ ἁπλή κι ἀφοσιωμένη
ἡλικιωμένη γυναίκα. Ἔτσι δέν ἔνιωσε
καμιά ἔκπληξη σάν βρέθηκε μέ παίδι σέ
μεγάλη ἡλικία. Γι᾿ αὐτό κι ἀμέσως
ἀναφώνησε μέ εὐεξήγητη ἑτοιμότητα
γιά τήν ἄκαιρη τεκνοποίησή της: «Ὅτι
οὕτω ἐποίησέ μοι Κύριος ἐν ταῖς ἡμέραις
ταύταις»2.
Γιατί; Ἡ ἴδια δέν τό ξέρει ἀκόμα κι ἀπό
ταπείνωση οὔτε πού τολμᾶ νά τό φανταστεῖ
πόσο σπάνιος καί μεγάλος θά εἶναι ὁ
καρπός τῆς κοιλιᾶς της. Τίποτα δέν
ξέρει γιά τό σπουδαιότατο ρόλο πού θά
παίξει στήν ἱστορία τῆς σωτηρίας τοῦ
ἀνθρώπου. Δέ γνωρίζει πώς ὁ γιός της
θά εἶναι ὁ Προφήτης, ὁ Πρόδρομος καί
Βαπτιστής. Ἀγνοεῖ τό βαθύ σχέδιο πού
ἔχει ὁ Θεός ὅταν ἔρθει τό πλήρωμα τοῦ
χρόνου, δέν ἀντιλαμβάνεται πόσο μυστικά
ἐνεργεῖ ὁ Θεός μέ τούς δούλους καί τίς
δοῦλες του. Μυστικά καί ἤρεμα. Τό μόνο
πού γνωρίζει εἶναι ἕνας ἁπλός καί
συγκινητικός λόγος γιά τή δωρεά πού τῆς
ἔκανε ὁ Θεός: «Ὅτι
οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ταῖς
ἡμέρες αἷς ἐπεῖδεν ἀφελεῖν τό ὄνειδός
μου ἐν ἀνθρώποις»3.
Τό
θαῦμα τοῦ Θεοῦ τό ἑρμηνεύει σάν σημεῖο
τοῦ ἐλέους Του πρός αὐτήν. Κι ἔτσι
εἶναι, ἀλλά ὄχι μόνο. Ἄν τό θαῦμα αὐτό
τό εἶχε ἑρμηνεύσει ὡς σημεῖο τοῦ
ἐλέους τοῦ Θεοῦ πρός ὁλόκληρο τό
ἀνθρώπινο γένος, πού ἦταν στεῖρο καί
ἄγονο, θά ἔλεγε αὐτά περίπου: Ἰδοῦ,
μέ τό θαῦμα αὐτό ὁ Θεός προετοιμάζει
ἕνα μέγιστο θαῦμα, μέ τό ὁποῖο θέλησε
ν᾿ ἀποβάλει τήν κατάρα τῆς ἀνθρωπότητας
ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων.
Συνεχίζεται...
Τέλος
καί
τῇ
Τρισηλίῳ
Θεότητι
κράτος,
αἶνος
καί
δόξα
εἰς
τούς
αἰῶνας
τῶν
αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“Θεός
ἐπί
γῆς,
ἄνθρωπος
ἐν
οὐρανῷ”
Κεντρική
διάθεση:
Πέτρος
Μπότσης
Πέλλης
2,
152
34
Φραγκοκκλησιά
Ἀττικῆς
Τηλ.
-fax:
210
– 6812382,
κιν.
6974814002
2Λουκ.
Α΄ : 25.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου