- Ὁ νέος ἱερομάρτυρας Αὐγουστῖνος τῆς Καλούνγκα
Β΄
τοῦ ἡγουμένου Δαμασκηνοῦ Orlosky
Β΄
τοῦ ἡγουμένου Δαμασκηνοῦ Orlosky
Δεῖτε ἐδῶ: α' μέρος
Ως
ἐπίσκοπος στὴν πόλι Ivanovo ὁ ἱεράρχης Αὐγουστῖνος ζοῦσε μαζὶ μὲ τὶς
δύο του κόρες, τὴ νοσοκόμα τους τὴν Ἀνυσία Efimovna καὶ τὸν ὑποδιάκονό
του Μπόρης Semenov.
Ὅποιος γνώριζε τὸν ἐπίσκοπο Αὐγουστῖνο τὴν ἐποχὴ ἐκείνη θὰ περιέγραφε τὴν ζωή του μὲ τὶς ἑξῆς λέξεις· ἀγάπη, ταπείνωσι, ὑπομονὴ καὶ ἐλεημοσύνη πρὸς τὸν πλησίον του. Ὁ ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος εἶχε ὅλες αὐτὲς τὶς ἀρετές. Ἂν καὶ κατεῖχε ὑψηλὴ θέσι, ταπείνωνε τὸν ἑαυτό του σὲ ὅλους, ἀκόμα καὶ μπροστὰ στοὺς πτωχούς, καὶ ἐνῷ εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ ζήσῃ μιὰ ζωὴ ἀπολαμβάνοντας ὅλες τὶς ἀνέσεις —παρ᾽ ὅλη τὴ δυσκολία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης— ἀρκοῦνταν μόνο στὰ ροῦχα ποὺ φοροῦσε. Ὅταν εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ φάῃ ἐκλεκτὸ φαγητό, ἀκόμα κι ἂν ἦταν νηστήσιμο, διάλεγε πάντα τὸ πιὸ λιτὸ καὶ τὸ λιγώτερο σὲ ποσότητα.
Ἦταν μοναχὸς ἀπὸ τὴν πρώτη μέρα τῆς
κουρᾶς του καὶ σήκωσε τὸ σταυρὸ τῆς συνεχοῦς περιπλανήσεώς του ἀπὸ
φυλακὴ σὲ φυλακὴ καὶ ἀπὸ ἐξορία σὲ ἐξορία μὲ γαλήνη καὶ ἀταραξία. Ὅταν
οἱ γύρω του ἐξέφραζαν τὴν ἀνησυχία τους γιὰ τὴν «κακή του τύχη»,
ἀπαντοῦσε ἤρεμα καὶ μὲ καλωσύνη· Γιατί ἐκπλήττεσθε τόσο πολύ; Αὐτὴ δὲν
εἶνε ἡ πεπατημένη ὁδός μας; Ὁ Κύριος μᾶς προεῖπε ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλος
τρόπος νὰ βρεθῇ κανεὶς μαζί Του.Ὅποιος γνώριζε τὸν ἐπίσκοπο Αὐγουστῖνο τὴν ἐποχὴ ἐκείνη θὰ περιέγραφε τὴν ζωή του μὲ τὶς ἑξῆς λέξεις· ἀγάπη, ταπείνωσι, ὑπομονὴ καὶ ἐλεημοσύνη πρὸς τὸν πλησίον του. Ὁ ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος εἶχε ὅλες αὐτὲς τὶς ἀρετές. Ἂν καὶ κατεῖχε ὑψηλὴ θέσι, ταπείνωνε τὸν ἑαυτό του σὲ ὅλους, ἀκόμα καὶ μπροστὰ στοὺς πτωχούς, καὶ ἐνῷ εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ ζήσῃ μιὰ ζωὴ ἀπολαμβάνοντας ὅλες τὶς ἀνέσεις —παρ᾽ ὅλη τὴ δυσκολία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης— ἀρκοῦνταν μόνο στὰ ροῦχα ποὺ φοροῦσε. Ὅταν εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ φάῃ ἐκλεκτὸ φαγητό, ἀκόμα κι ἂν ἦταν νηστήσιμο, διάλεγε πάντα τὸ πιὸ λιτὸ καὶ τὸ λιγώτερο σὲ ποσότητα.
Ὁ π. Αὐγουστῖνος ἀνέτρεφε τὶς δύο του κόρες ἐν παιδείᾳ και νουθεσίᾳ Κυρίου. Πολλοὶ ἦταν ἐκεῖνοι ποὺ τὸν παρώτρυναν –τοὐλάχιστον μέχρι νὰ ἐνηλικιωθοῦν τὰ παιδιά του– νὰ ἀποφύγῃ τὶς ἀφορμὲς ποὺ θὰ τὸν ὡδηγοῦσαν στὴ φυλακή. Ἐκεῖνος ὅμως εἶχε ἀντίθετη γνώμη. Πίστευε βαθειὰ στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ «βιαζόταν» νὰ ἐμπιστευθῇ τὶς ὀρφανὲς κόρες του στὴ προστασία τῆς Παναγίας. Αἰσθανόταν ὅτι μόνο ἐκεῖ θὰ ἔβρισκαν οἱ κόρες του τὴν πραγματικὴ πνευματικὴ καὶ σωματικὴ ἀσφάλεια. Οἱ προσευχὲς καὶ οἱ παραινέσεις του πρὶν ἀπὸ κάθε του ἐξορία, οἱ νουθεσίες καὶ οἱ ἐπιστολές του ἦταν ἡ κύρια πηγὴ τῆς καθοδηγήσεώς τους καθὼς μεγάλωναν. Ἀκόμη καὶ τὸ ἀθεϊστικὸ περιβάλλον, τὸ ὁποῖο ἀναπόφευκτα συνάντησαν ἀργότερα στὴ ζωή τους, δὲν στάθηκε δυνατὸ νὰ ὑποσκάψῃ τὴν χαριτόβρυτη ἐπίδρασι τοῦ ἀσκητικοῦ ἱεράρχου. Ὁ πατέρας τους ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια εἶχε ἐνσταλάξει μέσα τους τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὴν ὑπομονή, τὴν πραότητα καὶ τὴν καλωσύνη, καὶ ὅλοι ἀναγνώριζαν ὅτι τὰ παιδιὰ αὐτὰ ἦταν πάντα κάτω ἀπὸ τὴν προσευχητικὴ προστασία τοῦ ἁγίου ἱεράρχου.
Κάθε ἀκολουθία ποὺ τελοῦσε ὁ ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος ἦταν μία ἀξέχαστη ἐμπειρία καὶ ἡ αἴσθησι τῆς εὐλάβειας ποὺ ὑπῆρχε μέσα στὸ ναὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ εἶνε πάντα γεμᾶτος ἀπὸ πιστούς, οἱ ὁποῖοι ποτέ δὲν αἰσθάνονταν τὴν ἀνάγκη νὰ καθίσουν ἢ νὰ ξεκουραστοῦν. Λόγῳ τοῦ πλήθους τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἤθελαν νὰ τὸν συμβουλευθοῦν, ἡ ἀναχώρησί του ἀπὸ τὸ ναὸ ἦταν ἐφικτὴ δύο ὧρες μετὰ τὸ πέρας τῆς ἀκολουθίας. Ἂν ἐπέλεγε νὰ πάῃ σπίτι περπατώντας, πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ τὸν συνώδευαν μέχρι τὴν πόρτα του.
Μία φορὰ ἡ κόρη του Νίνα, ποὺ τότε ἦταν 5 χρονῶν, παρακάλεσε τὸν πατέρα της –ὁ ὁποῖος ἦταν ἕτοιμος νὰ δώσῃ ἕνα δέμα ἐλεημοσύνης σὲ ἕνα φτωχό–· Πατέρα, ἄφησέ με νὰ δῶ μόνο τί περιέχει τὸ δέμα. Ὁ ἐπίσκοπος ἀμέσως ἔδωσε τὸ δέμα στὸν φτωχὸ καὶ ἀργότερα, ὅταν βρέθηκε μόνος μαζί της, τὴν συμβούλεψε νὰ μὴν ἀφήσῃ ποτέ τὸν ἑαυτό της νὰ παρασυρθῇ ἀπὸ τὸ πάθος τῆς περιέργειας, ὅσο δυνατὴ κι ἂν εἶνε αὐτή.
Μὲ τὴν εὐλογία του ὠργανώθηκαν κύκλοι θρησκευτικῆς μελέτης, στοὺς ὁποίους συμμετεῖχαν καὶ οἱ κόρες του. Ὑπεύθυνη ἦταν ἡ δασκάλα Λαρίσα Nikolaevna, ἡ ὁποία ἀργότερα συνελήφθη καὶ ἐστάλη καὶ αὐτὴ στὴν ἐξορία.
Στὶς 15 Φεβρουαρίου 1924 οἱ ἀρχὲς φυλάκισαν τὸν ἐπίσκοπο Αὐγουστῖνο στὴν Ivanovo. Κατηγορήθηκε, ὅτι προσπάθησε νὰ στρέψῃ τὸ λαὸ ἐναντίον τῶν νόμων τοῦ κράτους, ἐπειδὴ ἀποπειράθηκε νὰ ἐξετάσῃ τὴ δυνατότητα κάποιου πιστοῦ τῆς ἐπισκοπῆς του νὰ παντρευτῇ γιὰ τρίτη φορά – κάτι ποὺ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γενικῶς τὸ ἀπαγορεύει, ἐνῷ τὸ Σοβιετικὸ κράτος τὸ ἐπέτρεπε. Στὶς 8 Αὐγούστου 1924 ἡ ὑπόθεσι τοῦ ἐπισκόπου ἐκδικάστηκε καὶ ἀποφασίστηκε ἡ ἀποφυλάκισί του θεωρώντας ὅτι τὸ θέμα ἔχει κλείσει.
Τὸ 1925 μετέβη στὴ Μόσχα γιὰ νὰ παρευρεθῇ τόσο στὴν κηδεία τοῦ πατριάρχου Τύχωνος ὅσο καὶ στὴν ἐκλογὴ τοῦ νέου πατριάρχου. Ὅμως ὅταν ἐπέστρεφε ἀπὸ τὴ Μόσχα στὴν Ivanovo, οἱ τοπικὲς ἀρχὲς προσπάθησαν μὲ κάθε τρόπο νὰ ἐμποδίσουν τὴν διακονία τοῦ ἱεράρχου καὶ τὸν ὑποχρέωσαν νὰ ἐγκαταλείψῃ τὴν πόλι. Ἔτσι ὑποχρεώθηκε νὰ ζῇ στὴ Μόσχα. Μετέβαινε στὴν Ivanovo μόνο ὅταν οἱ πιστοὶ κατάφερναν –παραμονὲς τῶν μεγάλων ἑορτῶν– νὰ λαμβάνουν ἄδεια ἀπὸ τὶς ἀρχὲς προκειμένου νὰ εἰσέρχεται στὴν πόλι τους καὶ νὰ τελῇ τὶς ἀκολουθίες.
Ἀργότερα οἱ πιστοὶ τῆς Ivanovo ἔκαναν προσπάθειες γιὰ τὴ μόνιμη ἐπιστροφὴ τοῦ ἐπισκόπου τους συλλέγοντας πολλὲς ὑπογραφές. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ κερδίσουν τὴν ὑποστήριξι ἑνὸς ὑπουργοῦ καὶ νὰ ἀκυρωθῇ ἡ ἀπόφασι τῆς παράνομης ἐξορίας του ἀπὸ τὴν ἐπισκοπή του, καὶ ἔτσι ὁ ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος ἐπέστρεψε στὴν Ivanovo.
Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἡ κατάστασι τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν ἦταν δύσκολη· οἱ ἀρχὲς τοὺς ἀπειλοῦσαν μὲ συλλήψεις, ἐπέβαλλαν μεγάλους φόρους καὶ τοὺς ἀνάγκαζαν νὰ δουλεύουν καὶ τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς ἡμέρες τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Στὴν ἀπελπιστικὴ κραυγὴ τῶν ἐργατῶν ὁ ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος τοὺς συμβούλευε· Ναί, εἶνε ἀλήθεια ὅτι μᾶς ἔχουν στερήσει τὰ πάντα, ἀκόμα κι αὐτὲς τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀκολουθίες, ὅμως κανείς δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς στερήσῃ τὴν πίστι μας, τὴν εὐσέβειά μας καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία μας.
Τὰ καθημερινὰ κηρύγματα τοῦ ἐπισκόπου Αὐγουστίνου, ἡ συνεχῶς αὐξημένη δημοτικότητά του, ἡ ἀγάπη ποὺ τοῦ ἔδειχνε τὸ ποίμνιό του καὶ ἡ σχεδὸν πλήρης ἐξαφάνισι κάθε σοβιετικοῦ ἀπὸ τὴν πόλι τῆς Ivanovo ἐξώργισαν τὶς ἄθεες τοπικὲς ἀρχές. Τὴν 1η Σεπτεμβρίου 1926 ὁ πρόεδρος τῆς σοβιετικῆς ἀρχῆς τῆς πόλεως Ivanovo ἔστειλε ἀναφορὰ στὶς σοβιετικὲς ἀρχὲς τῆς Μόσχας, συγκεκριμένα στὸν κ. Tuchkov, ἀπαιτώντας τὴν ἐξορία τοῦ ἐπισκόπου Αὐγουστίνου πέρα ἀπὸ τὰ σύνορα τῆς πόλεως. Ἔτσι στὶς 8 Σεπτεμβρίου 1926 ὁ Tuchkov διέταξε νὰ συλληφθῇ ὁ ἐπίσκοπος καὶ νὰ μεταφερθῇ μὲ συνοδεία στὴ Μόσχα. Στὶς 9 Ὀκτωβρίου μετὰ ἀπὸ καταγγελία κλείσθηκε στὶς φυλακὲς τῆς Μόσχας, ὅπου 12 μέρες μετὰ ἀνακρίθηκε καὶ καταδικάστηκε ἀπὸ μιὰ ἰδιαίτερη ἐπιτροπὴ σοβιετικῶν ἀρχῶν σὲ 3 χρόνια ἐξορία στὴν Κεντρικὴ Ἀσία. Ἡ κατηγορία ποὺ τοῦ ἀπηγγέλθη ἦταν ὅτι εἶχε ὀργανώσει μιὰ παράνομη ὁμάδα μελέτης στὸ σπίτι του διδάσκοντας σὲ ἀνήλικα παιδιὰ τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ μὲ σκοπὸ νὰ «τὰ μεταστρέψῃ στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας».
Τὸ τραῖνο τῆς ἐξορίας προγραμματίσθηκε ν᾽ ἀναχωρήσῃ στὶς 26 Ὀκτωβρίου. Τὰ πνευματικὰ τέκνα τοῦ ἐπισκόπου ἦλθαν ἀπὸ τὴ Μόσχα καὶ τὴν Ivanovo στὸ σταθμό. Ἦταν ἐκεῖ καὶ οἱ κόρες του, ποὺ τότε ἦταν 12 καὶ 7 χρονῶν. Ὅταν οἱ αἰχμάλωτοι ἀνέβαιναν στὴν ἁμαξοστοιχία, κάποιες γυναῖκες ἔλαβαν ἄδεια ἀπὸ τοὺς φρουρούς του προκειμένου ὁ ἐπίσκοπος νὰ ἀποχαιρετίσῃ τὰ παιδιά του. Ὁ ἐπίσκοπος τὰ πλησίασε καὶ τὰ εὐλόγησε…
(συνεχίζεται)
[μετάφρασι· ἱ. μονὴ Ἁγ. Αὐγουστίνου Φλωρίνης]
[μετάφρασι· ἱ. μονὴ Ἁγ. Αὐγουστίνου Φλωρίνης]
http://www.xrspitha.gr/
http://www.impantokratoros.gr/6F8819BC.el.aspx
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου