«Κακοπάθεια καί ταπείνωση ἀπαλλάσσουν τόν ἄνθρωπο ἀπό ὅλα τά πάθη», διδάσκει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής.
Καί συνεχίζει: «Ἡ μέν κακοπάθεια ἀφαιρεῖ τά σωματικά, ἡ δέ ταπείνωση τά
ψυχικά πάθη. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι διά μέσου αὐτῶν τῶν μέσων εἵλκυσαν τήν Θεία
Χάρη καί καθαρίστηκαν ἀπό κάθε “μολυσμό σαρκός καί πνεύματος”. Στήν
συνέχεια, πάλι διά τῆς Θείας Χάριτος, φωτίστηκαν καί θεώθηκαν».
Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἔζησε μέ ἄκρα κακοπάθεια καί ταπείνωση δίνοντάς μας τό σωστό πρότυπο ζωῆς γιά νά τό μιμηθοῦμε.
Ὁ χριστιανός πού θέλει νά καθαρισθεῖ:
Α) Ἀποδέχεται μέ χαρά ὅλες τίς ΑΚΟΥΣΙΕΣ θλίψεις (ψυχικές καί σωματικές) πού τοῦ στέλνει ὁ Κύριος καί
Β) Μέ ἐνθουσιασμό καί πόθο νεκρώνεται ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο καί ἀναλαμβάνει αὐτοπροαίρετα πλῆθος ΕΚΟΥΣΙΕΣ κακοπάθειες,
σωματικές
-
μέ νηστεῖες, ἀγρυπνίες, προσευχές,
-
μέ στέρηση τῆς σωματικῆς ἀνάπαυσης,
-
μέ τήν ἀκτημοσύνη,
-
μέ τήν ὑπακοή,
ἀλλά καί ψυχικές,
-
μέ τήν ἀδιάλειπτη συγκέντρωση τοῦ νοῦ στήν προσευχή καί στήν Θεωρία τοῦ Θεοῦ,
-
μέ τήν ἐγκράτεια στή γλώσσα, στούς λογισμούς καί τήν φαντασία
-
μέ τό κατά Θεόν πένθος,
-
μέ τό κόψιμο τοῦ θελήματός του καί
-
τήν ὑπακοή στό Θεῖο θέλημα καί στούς ἀδελφούς.
Ὅπως, θά μᾶς πεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς,
«ἐκεῖνος ποὺ δὲν ὑπομένει γενναίως τὸ δυσβάστακτο βάρος τῶν πειρασμῶν,
δὲν θὰ δυνηθεῖ νὰ προσφέρει καρπὸ στοὺς ληνοὺς τοῦ Θεοῦ, ἀντάξιο τῆς
αἰώνιας ἀποθήκης, ἔστω καὶ ἂν ἔχει ὅλες τὶς ἄλλες ἀρετές. Διότι κάθε
χριστιανὸς ἀγωνιστὴς γίνεται τέλειος μὲ τὶς ἑκούσιες καὶ τὶς ἀκούσιες θλίψεις,
προερχόμενες ἄλλες ἀπὸ ἀνθρώπους κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, καί ἄλλες ἀπὸ
τὸν ἑαυτόν μας μὲ ἄσκηση καὶ κακοπάθεια. Ὅ,τι ὑφίστανται τὰ φυτὰ τῆς
γῆς, τόσον ἀπὸ τὶς φυσικὲς μεταβολές, ὅσο καὶ ἀπὸ τὴν γεωργικὴ τέχνη, τὰ
ἴδια καὶ μεῖς -τὰ λογικὰ κλήματα τοῦ Χριστοῦ- ὀφείλομε νὰ ὑπομένωμεν ἐκ
προαιρέσεως, ἐφ’ ὅσον αὐτεξουσίως ζοῦμε, ὑποτασσόμενοι στὸν Γεωργὸ τῶν
ψυχῶν μας Ἰησοῦ Χριστό.
Χωρὶς δὲ τὴν ὑπομονὴ στοὺς ἀκουσίους πειρασμούς, οὔτε ἡ ἑκούσια κακοπάθεια ἀπὸ τὴν ἄσκηση θὰ τύχει τῆς θείας εὐλογίας. Διότι καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δοκιμάζεται κυρίως μὲ τὴν θλίψιν στοὺς πειρασμούς. Προηγουμένως ὅμως ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ κατορθώσει ὥστε νὰ ὑπομένει τὶς ἑκούσιες κακοπάθειες καὶ, ἀφοῦ συνηθίσει στὴν καταφρόνηση τῶν ἡδονῶν καὶ τῆς ἀνθρωπίνης δόξης, εὐκόλως ὕστερα θὰ ὑπομένει καὶ τοὺς ἀκούσιους πειρασμούς»i.
Ὁ ὅσιος Νικήτας ὁ Στηθᾶτος ἐπίσης μᾶς διδάσκει: «Ἐπειδή τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας πού ἒχει συσσωρευθεῖ μέσα μας εἶναι πολύ, ἒχει ἀνάγκη καί ἀπό πολύ καθαρτική φωτιά τῆς μετανοίας, μέ δάκρυα καί θεληματικούς κόπους τῆς ἀσκήσεως (γιά νά ἐξουδετερωθεῖ). Καθαριζόμαστε ἀπό τούς μολυσμούς τῆς ἁμαρτίας ἢ μέ θεληματικούς κόπους ἢ μέ ἀθέλητες ὀδύνες πού ἐπιτρέπει ὁ Θεός. Ἄν προηγοῦνται τά θεληματικά δέν μᾶς ἒρχονται τά ἀθέλητα. ῝Οταν ὃμως τά θεληματικά δέν καθαρίζουν τό ἐσωτερικό τοῦ ποτηρίου καί τοῦ πιάτου, τότε ἒρχονται οἱ ὀδύνες σφοδρότερες καί συντελοῦν στήν ἀποκατάστασή μας στό ἀρχικό κάλλος, γιατί ἒτσι τά οἰκονόμησε ὁ Τεχνίτης».
Τά παραστρατήματά μας ἔχουν «ἔνδικον μισθαποδοσίαν» τίς ἀκούσιες θλίψεις. Λέγει ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής: “Αιτία των ακουσίων θλίψεων είναι η συγκατάθεσίς μας είς τα εκούσια πάθη”ii. Οἱ ἀκούσιες θλίψεις εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῶν ἁμαρτιῶν μας. Αὐτές μετριάζονται μέ τήν μετάνοιά μας. Ὅπωσδήποτε ὅμως πρέπει νά τίς ὑπομένουμε μέ γενναιότητα
Διαβάζουμε στόν ἅγιο Μάρκο τόν Ἀσκητῆ: «Ἂν θέλεις νὰ προσφέρεις στὸν Θεὸ ἀκαταδίκαστη ἐξομολόγηση, μὴν ἀναφέρεις (ἁπλῶς) ἕνα-ἕνα τὰ παραστρατήματα, ἀλλὰ νὰ ὑπομένεις μὲ γενναιότητα τὶς συνέπειές τους. Τὰ λυπηρὰ καὶ δυσάρεστα ἔρχονται ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ κάναμε πρωτύτερα καὶ φέρνουν μαζί τους ὅ,τι πρέπει γιὰ κάθε ἁμαρτία. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει γνώση καὶ γνωρίζει τὴν ἀλήθεια, ἐξομολογεῖται στὸν Θεὸ ὄχι (ἁπλῶς) μὲ τὴν ἀνάμνηση ἐκείνων ποὺ ἔπραξε, ἀλλὰ μὲ τὴν ὑπομονὴ τῶν θλιβερῶν ποὺ τοῦ ἔρχονται»iii1.
Πολλές φορές δέν ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι οἱ θλίψεις μας δέν ἔρχονται τυχαῖα ἀλλά εἶναι τό δίκαιο ἀποτέλεσμα τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Ἡ σημασία τῶν θλίψεων -ἑκουσίων καί ἀκουσίων- στήν κάθαρση
Ἡ ἑκούσια κακοπάθεια εἶναι μίμηση τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου.
Ὁ
Κύριος κακοπαθοῦσε ἑκούσια ἀπό τήν πρώτη μέχρι τήν τελευταία στιγμή τῆς
ζωῆς Του· καί βέβαια δέν εἶχε ἀνάγκη ὁ Κύριος ἀσκήσεως καί μετανοίας,
ἀλλά ἒζησε ἒτσι, γιά νά διδάξει ἐμᾶς, γιά νά μᾶς δώσει
πρότυπο ζωῆς: τήν κακοπάθεια καί τήν ταπείνωση καί
τρόπο ζωῆς: τήν μετάνοια.
Γι’αυτό νήστεψε 40 ἡμέρες- πού εἶναι πολύ μεγάλη ἂσκηση-, γιά νά μᾶς διδάξει ὃτι ὅπως διά τῆς ἀκρασίας (τῆς μή τηρήσεως τῆς ἐγκρατείας), τῆς μή τηρήσεως τῆς πρώτης ἐντολῆς, πού ἦταν ἡ νηστεία- «μή φάγετε»- χάσαμε τόν παράδεισο, ἒτσι διά τῆς νηστείας, τῆς ἐγκρατείας καί τῆς ὑπακοῆς θά τόν ξανακερδίσουμε.
Γι᾿ αὐτό καί μεῖς καλούμεθα νά μιμηθοῦμε -τό κατά δύναμη- τόν Κύριο. Κοπιάζοντας σωματικά μέ δάκρυα, νηστεῖες, ἀγρυπνίες, γονυκλισίες, ἐγκράτεια σωματικῆς ἀνάπαυσης, χειρωνακτική ἐργασία. Εἶναι ὃλα αὐτά ἀπό τά ἰσχυρότερα ὃπλα πού ἒχουμε.
Ἄν τό πρῶτο πάθος εἶναι -ὅπως καί εἶναι πράγματι- ἡ φιλαυτία, ἡ πρώτη ἀρετή, κατά τόν ἀββᾶ Ἰσαάκ, εἶναι ἡ περιφρόνηση τῆς ἀνάπαυσης. «Πρό πάντων τῶν παθῶν, ἡ φιλαυτία· πρό δέ πασῶν τῶν ἀρετῶν, ἡ τῆς ἀναπαύσεως καταφρόνησις»iv.
Ἀπό τή φιλαυτία προέρχονται ὅλα τά ἄλλα πάθη, ἐνῶ ἡ περιφρόνηση τῆς ἀνάπαυσης γεννᾶ ὅλες τίς ἀρετές.
«Ἡ ἀνάπαυση καί ἡ ἀργία ἔχουν καταστροφικά ἀποτελέσματα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, σημειώνει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ,
καί μποροῦν νά βλάψουν κάποιον περισσότερο ἀπό τίς ἐνέργειες τῶν
δαιμόνων. Ὅταν τό σῶμα ἀποδεχθεῖ τήν ἀνάπαυση καί τήν ἀργία, κάθε κακία
τελειοποιεῖται στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ἀκόμη καί ἄν κανείς ἐπιθυμεῖ
ἔντονα τό καλό, ὅμως ἡ ἀνάπαυση καί ἡ ἀργία σιγά-σιγά ἀφαιροῦν ἀπό αὐτόν
ἀκόμη καί αὐτή τή διάθεση τοῦ καλοῦ, τήν ὁποία εἶχεv.
Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο νά περιφρονεῖ κανείς τήν ἀνάπαυση τοῦ σώματος καί νά ἀγαπᾶ καί νά ἐπιδιώκει τόν κόπο καί τίς δυσκολίες. Αὐτά ὁδηγοῦν στήν τελείωση τῶν ἐντολῶν, ἀποτελοῦν τήν αἰτία τῆς ἀρετῆς καί θεραπεύουν τά πάθη.vi
Οἱ θλίψεις καί οἱ κίνδυνοι ἐξαφανίζουν τήν ἠδυπάθεια τῶν παθῶν, πού τρέφει καί αὐξάνει ἡ ἀνάπαυση. Καί «ὥσπερ καθαίρουσι τά φάρμακα τήν ἀκαθαρσίαν τῶν χυμῶν τῶν πονηρῶν ἐκ τοῦ σώματος, οὕτως ἡ σφοδρότης τῶν θλίψεων καθαίρει τά πονηρά ἐκ τῆς καρδίαςvii».
Μία ἑκούσια θλίψη πού συντελεῖ στήν κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ νηστεία.
«Τοῦτο τό γένος (τῶν δαιμόνων, τῶν παθῶν) οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ»viii εἶπε ὁ Κύριος. Γι’αυτό καί οἱ ἃγιοι πέρασαν τή ζωή τους μέ ἂκρα νηστεία καί ἐγκράτεια γενικότερα.
Γράφει ὁ Μ. Βασίλειος γιά τή νηστεία: «Βλέπεις τί κάνει ἡ νηστεία· καί ἀρρώστειες θεραπεύει καί ρεύματα σωματικά ξηραίνει καί δαίμονες βγάζει καί λογισμούς πονηρούς ἀποδιώχνει καί τόν νοῦ λαμπικάρει καί καρδιά καθαρή καί σῶμα ἁγιασμένο καί στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ μπροστά στήνει τόν ἄνθρωπο. Καί γιά νά μή νομίσεις, ὅτι αὐτά εἶναι μόνο λόγια, ἔχεις τήν μαρτυρία τοῦ εὐαγγελίου πού λέει ὁ Κύριος.
Τόν ρώτησαν οἱ μαθητές Του λέγοντας: Κύριε δεῖξε μας, μέ ποιόν τρόπο ἐκδιώκονται τά ἀκάθαρτα πνεύματα. Καί εἶπε ὁ Κύριος: “αὐτό τό γένος δέν βγαίνει, παρά μέ νηστεῖες καί προσευχές”. Καθένας λοιπόν πού ἐνοχλεῖται ἀπό πνεῦμα ἀκάθαρτο, ἐάν κατανοήσει καί χρησιμοποιήσει αὐτό τό φάρμακο, ἐννοῶ τή νηστεία, ἀμέσως τό πνεῦμα τό πονηρό στενοχωρούμενο φεύγει, ἐπειδή φοβᾶται τή νηστεία. Διότι πάρα πολύ εὐχαριστιοῦνται οἱ δαίμονες μέ τήν κραιπάλη καί τήν ἀνάπαυση τοῦ σώματος. Μεγάλη δύναμη ἡ νηστεία, καί μεγάλα κατορθώματα γίνονται μ’ αὐτήν. Διότι πῶς οἱ ἄνθρωποι κάνουν μεγάλα σημεῖα καί πῶς γίνονται θαύματα διά μέσου αὐτῶν, καί πῶς ὁ Θεός δωρίζει θεραπεῖες στούς πάσχοντες διά μέσου αὐτῶν, παρά διά τῆς ἀσκήσεως καί τῆς ταπεινοφροσύνης καί τοῦ ὀρθοῦ τρόπου ζωῆς; Διότι ἡ νηστεία εἶναι ἡ ζωή τῶν ἀγγέλων, καί ἐκεῖνος πού τήν χρησιμοποιεῖ βρίσκεται στήν ἀγγελική τάξη» ix.
῾
Η κακοπάθεια ἐξολοθρεύει τήν ἡδονή καί τήν φιληδονία, ἁγνίζει τό σῶμα, καί περικόπτει τά σωματικά ἁμαρτήματα. Παράλληλα καθαρίζει καί τήν ψυχή. Αὐτό συμβαίνει διότι ταπεινώνει τό σῶμα καί μαζί μέ τό σῶμα -πρᾶγμα φαινομενικά παράδοξο- συνταπεινώνεται καί ἡ ψυχή. ῾Η ταπεινή ψυχή ἑλκύει τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ Θεός «ταπεινοῖς δίδωσι χάριν». Κατέρχεται ἡ καθαρτική Θεία Χάρις καί ἒτσι ἡ ψυχή καθαρίζεται.
Η κακοπάθεια ἐξολοθρεύει τήν ἡδονή καί τήν φιληδονία, ἁγνίζει τό σῶμα, καί περικόπτει τά σωματικά ἁμαρτήματα. Παράλληλα καθαρίζει καί τήν ψυχή. Αὐτό συμβαίνει διότι ταπεινώνει τό σῶμα καί μαζί μέ τό σῶμα -πρᾶγμα φαινομενικά παράδοξο- συνταπεινώνεται καί ἡ ψυχή. ῾Η ταπεινή ψυχή ἑλκύει τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ Θεός «ταπεινοῖς δίδωσι χάριν». Κατέρχεται ἡ καθαρτική Θεία Χάρις καί ἒτσι ἡ ψυχή καθαρίζεται.
«Ἐπειδή τό δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας πού ἒχει συσσωρευθεῖ μέσα μας εἶναι πολύ, μᾶς διδάσκει ὁ ῝Οσιος Νικήτας Στηθᾶτος, ἒχει ἀνάγκη καί ἀπό πολύ καθαρτική φωτιά τῆς μετανοίας, μέ δάκρυα καί θεληματικούς κόπους τῆς ἀσκήσεως.
Καθαριζόμαστε ἀπό τούς μολυσμούς τῆς ἁμαρτίας ἢ μέ θεληματικούς κόπους ἢ μέ ἀθέλητες ὀδύνες πού ἐπιτρέπει ὁ Θεός. Ἀν προηγοῦνται τά θεληματικά δέν μᾶς ἒρχονται τά ἀθέλητα. ῝Οταν ὃμως τά θεληματικά δέν καθαρίζουν τό ἐσωτερικό τοῦ ποτηρίου καί τοῦ πιάτου (δέν εἶναι ἀρκετά γιά νά ἐπιτευχθεῖ ἡ κάθαρση), τότε ἒρχονται οἱ ὀδύνες σφοδρότερες καί συντελοῦν στήν ἀποκατάστασή μας στό ἀρχικό κάλλος. Ἔτσι τά οἰκονόμησε ὁ Τεχνίτης.
Δέν ὑπάρχει ἂλλος δρόμος καί ἂλλος τρόπος ἀπό τήν ἑκούσια μίμηση τῶν παθημάτων καί τοῦ Σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου.
Χρειάζεται ἑκούσια κακοπάθεια καί ἀποδοχή τῆς ἀκούσιας πού μᾶς προσφέρεται ἀπό τόν Θεό, ὅταν δέν εἶναι ἀρκετή ἡ ἑκούσια ἄσκηση-προσπάθειά μας γιά τήν κάθαρση. Γιά νά ἀναστηθοῦμε, πρέπει νά σταυρωθοῦμε, νά πονέσουμε, νά θλιβοῦμε· εἲτε ἑκούσια εἲτε ἀκούσια. «Διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» μᾶς δίδαξε ὁ Κύριος.
Μερικοί θέλουν νά φθάσουν στήν ᾿Ανάσταση χωρίς νά περάσουν ἀπό τόν Γολγοθᾶ…Δέν εἶναι δυνατόν.
῝Οπως ὁ ᾿Απόστολος Πέτρος «ἐξελθών ἒξω ἒκλαυσε πικρῶς», ὃπως ἡ πόρνη, ὃπως ὁ τελώνης, ὃπως ὃλοι οἱ ἃγιοι, ἒκλαιγαν καί κακοπαθοῦσαν, «ὑστερούμενοι θλιβόμενοι κακουχούμενοι» συνεχῶς, μιμούμενοι τόν Κύριο, ἒτσι ὀφείλουμε καί ἐμεῖς νά κάνουμε· μάλιστα δέ, νά ἀγαπήσουμε τά δάκρυα, τήν κακοπάθεια.
«᾿Εκεῖνος πού θέλει νά κόψει τά πάθη, μέ τόν κλαυθμό τά κόβει, καί ἐκεῖνος πού θέλει νά ἀποκτήσει τίς ἀρετές, μέ τόν κλαυθμό τίς ἀποκτᾶ» μᾶς διδάσκει ὁ ῝Αγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος.
Καί: «ὅπως ἡ τροφή καί ἡ πόσις εἶναι ἀναγκαία γιά τό σῶμα, ἒτσι τά δάκρυα γιά τήν ψυχή. Ὥστε αὐτός πού δέν κλαίει κάθε ἡμέρα (δειλιάζω νά πῶ κάθε ὣρα, γιά νά μή φανῶ βαρύς) καταστρέφει τήν ψυχή του μέ τήν πείνα καί χάνεται…᾿Αφαίρεσε τά δάκρυα καί συναφαίρεσες μ᾿ αὐτά τήν κάθαρση· χωρίς δέ κάθαρση κανείς δέν θά δεῖ τόν Θεό».
Ἔχει γραφτεῖ:
«Υἱὲ ἀνθρώπου, μὲ ζυγαριὰ νὰ τρῶς τὸ ψωμί σου καὶ μὲ μέτρο νὰ πίνεις τὸ νερό σου»x, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι ἀρκετὸ γιὰ νὰ διατρέφεται ἐκεῖνος πού ἀγωνίζεται κατὰ Θεόν. Διότι ἂν δὲν δώσεις αἷμα…δὲν θὰ λάβεις πνεῦμα.
Ὁ θεῖος Δαβίδ ἐπίσης ἀναφωνεῖ: «Τὰ γόνατά μου ἀσθένησαν ἀπὸ τὴ νηστεία καὶ ἡ ὄψη μου ἀλλοιώθηκε μὲ τὴν στέρηση τοῦ λαδιοῦ»xi.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐπισημαίνει: «Μὲ τίποτε ἄλλο δὲν εὐαρεστεῖται ὁ Θεός, ὅσο μὲ τὴν κακοπάθεια, καὶ στὰ δάκρυα ἀνταποδίδει τὸ ἔλεός Του».
Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ χαριτωμένα μᾶς λέγει: «Ὅπως ἡ μητέρα φροντίζει γιὰ τὸ παιδί της, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς φροντίζει γιὰ τὸ σῶμα πού κακοπαθεῖ δι΄ Αὐτόν, καὶ εἶναι πάντοτε κοντὰ στὸ σῶμα αὐτὸ καὶ τὸ βοηθεῖ καὶ δὲν τὸ ἀφήνει νὰ κατάπεσει τελείως» καὶ πάλι: «Σὲ κοιλιὰ γεμάτη δὲν ὑπάρχει γνώση τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ» .
Ἐπίσης: «Ὅπως σέ ἐκείνους πού σπέρνουν δάκρυα ἀκολουθοῦν τά δεμάτια τῆς ἀγαλλιάσεως, ἔτσι ἀκολουθεῖ ἡ χαρά στήν κακοπάθεια γιά τόν Θεό. Καί μακάριος εἶναι ἐκεῖνος πού ἔκλεισε τό στόμα του σέ κάθε ἠδυπάθεια πού τόν χωρίζει ἀπό τόν δημιουργό Του».
Ἡ κακοπάθεια ὁδηγεῖ στήν ταπείνωση ἐνῶ καί τά δύο μαζί στήν πλήρη κάθαρση ἀπό τά πάθη.
Εἶναι γραμμένο στό Γεροντικό ὃτι ρώτησε ἓνας ἀδελφός κάποιο Γέροντα λέγοντας· «Τί εἶναι ἡ ταπείνωση;» Κι ὁ Γέροντας εἶπε: «Ἡ ταπείνωση εἶναι μεγάλο καί θεϊκό ἒργο. ῾Ο δέ δρόμος πού ὁδηγεῖ στήν ταπείνωση εἶναι οἱ σωματικοί κόποι πού γίνονται μέ ἐπίγνωση καί τό νά θεωρεῖς τόν ἑαυτό σου κάτω ἀπό ὃλη τήν κτίση καί τό νά προσεύχεσαι ἀδιάλειπτα».
Ἡ ἀδιάλειπτη ἐγκράτεια, νηστεία καί κακοπάθεια συνδυασμένη μέ τήν ταπείνωση καί τήν προσευχή προσπορίζει τελικά στόν ἀγωνιστή τή Θεία Χάρη καί μαζί μ’ αὐτή ἔρχονται ὅλα τά πνευματικά ἀγαθά.
Νά τί μᾶς διδάσκει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ: «Γιά πολύ καιρό ἀφοῦ δοκίμασα πειρασμούς ἀπό δεξιά καί ἀπό ἀριστερά καί ἀφοῦ δέχτηκα ἀμέτρητες πληγές ἀπό τόν ἀντίπαλο καί ἀφοῦ ἀξιώθηκα μεγάλων παρηγοριῶν κρυφά, ἀπό τόν Θεό, ἀπέκτησα προσωπική πείρα ἀπό τά πολλά χρόνια, δοκιμαζόμενος ἀπό τόν Θεό καί μέ τή χάρη Του, ἔμαθα τοῦτα: τό θεμέλιο ὅλων τῶν καλῶν καί ἡ ἀνάκληση τῆς ψυχῆς ἀπό τήν αἰχμαλωσία τοῦ ἐχθροῦ καί ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στό φῶς καί στή ζωή, εἶναι αὐτοί οἱ δύο τρόποι:
-
Νά περιορίσει κανείς τόν ἑαυτό του σέ ἕνα τόπο. Δηλαδή: ἐγκράτεια μετακινήσεων – ὄχι περισπασμός, διάχυση, ἐξωστρέφεια, ἀλλά κατά τό πατερικό “κάθου εἰς τό κελλίον σου καί αὐτό σέ διδάξῃ πάντα” καί
-
Νά νηστεύει πάντοτε.
Δηλαδή νά κανονίσει τόν ἑαυτό του σοφά καί συνετά ὥστε νά ἔχει
-
ἐγκράτεια στήν κοιλία,
-
ἀμετακίνητη διαμονή στήν ἡσυχία (τό ἀντίθετο μέ ὅ,τι γινεται σήμερα: ἀκαταστασία στίς μετακινήσεις, τουρισμός κ.λ.π.),
-
ἀδιάλειπτη σχόλη (ἐνασχόληση μέ τόν Θεό καί ἀμεριμνία γιά ὅ,τι ἄλλο κατά τό: «σχολάσατε καί γνῶτε ὅτι ἐγώ εἰμί ὁ Θεός») καί
-
μελέτη Θεοῦ.
Ἀπό
ἐδῶ προέρχεται ἡ ὑποταγή τῶν αἰσθήσεων· ἀπό ἐδῶ ἡ νήψη τοῦ
νοῦ· ἀπό ἐδῶ ἐξημερώνονται τά ἄγρια πάθη πού κινοῦνται μέσα
στό σῶμα· ἀπό ἐδῶ προέρχεται ἡ πραότητα τῶν λογισμῶν· ἀπό ἐδῶ
οἱ διάφορες φωτεινές κινήσεις τῆς διανοίας· ἀπό ἐδῶ ἡ
σπουδή πρός τά ἱερά ἔργα τῆς ἀρετῆς· ἀπό ἐδῶ τά ὑψηλά καί
λεπτά νοήματα· ἀπό ἐδῶ τά ἄμετρα δάκρυα πού χύνονται κάθε
ὥρα καί ἡ μνήμη τοῦ θανάτου· ἀπό ἐδῶ ἡ καθαρή σωφροσύνη ἡ
ὁποία ἀπέχει τελείως ἀπό κάθε φαντασία πού πειράζει τή
διάνοια· ἀπό ἐδῶ ἡ ὀξυδέρκεια καί ἡ ὀξύτητα τῆς γνώσεως
ὅσων βρίσκονται μακριά· ἀπό ἐδῶ πηγάζουν τά βαθύτερα
μυστικά νοήματα… καί ἡ διάκριση τῶν πονηρῶν πνευμάτων ἀπό
τίς ἀγγελικές Δυνάμεις καί τῶν ἀληθινῶν ὁράσεων ἀπό τίς
μάταιες φαντασίες… Καί μέ λίγα λόγια ἀπό ἐδῶ προέρχεται ἡ
ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ἀληθινοῦ καί ἡ χαρά τῆς ψυχῆς καί ἡ ἀνάστασις καί ἡ ἀνάπαυση στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν μαζί μέ τόν Χριστό»xii. Αὐτῆς τῆς Βασιλείας εἴθε ὅλοι νά ἐπιτύχουμε διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων. Ἀμήν!
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ
Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου