Σελίδες

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ

ΟΙ ΟΜΙΛΙΕΣ ΜΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΕΒΑΣΜΑ ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ ΣΑΣ





ΟΔΗΓΙΕΣ: ΚΑΝΕΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΣΥΝΔΕΣΜΟ:

Δίπλα από το όνομα Κύριος Ιησούς Χριστός που υπάρχει ένα μικρό βελάκι , πατάμε εκεί και μας βγάζει διάφορες επιλογές από τις οποίες πατάμε το Download .
Και γίνεται η εκκίνηση να κατέβουν όλες οι ομιλίες.

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2024

Ἡ ἀληθινή ἐν Χριστῷ ἀγάπη.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης




Ὅταν κάποτε ρώτησε ἕνας τόν Κύριο, ποιά εἶναι ἡ πιό μεγάλη ἐντολή, ὁ Κύριος ἀπάντησε «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»[1]. Ἡ πρώτη καί μεγάλη ἐντολή καί ἀπό τήν ὁποία κρέμονται ὅλες οἱ ἄλλες οἱ ἐντολές εἶναι ἡ ἐντολή αὐτή τῆς ἀγάπης∙ ἡ ἀγάπη στόν Θεό καί ἡ ἀγάπη στόν πλησίον. Εἶναι σάν ἕνας σταυρός. Τό κάθετο σκέλος τοῦ σταυροῦ, τό κατακόρυφο ἄν θέλετε, πηγαίνει πρός τά πάνω καί εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό, καί τό ὁριζόντιο σκέλος τοῦ σταυροῦ, πού πάει πρός τά πλάγια, εἶναι ἡ ἀγάπη στόν πλησίον. Ἔτσι ὁ χριστιανός, θά λέγαμε, ὅταν ἔχει αὐτή τήν διπλή ἀγάπη μοιάζει μέ τόν Χριστό πού εἶναι πάνω στόν σταυρό. Ἀγαπάει τόν Θεό κατακόρυφα ἡ ἀγάπη πρός τά πάνω, καί ὁριζόντια ἡ ἀγάπη πρός τούς ἄλλους.

Καί πράγματι εἶναι σταυρός ἡ ἀγάπη καί σταυρωμένος ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἀγάπη, γιατί ἡ ἀληθινή ἀγάπη εἶναι ἡ ἀγάπη πού ἔχει μέσα της τήν θυσία. Εἶναι ἡ ἀγάπη πού ἔχει μέσα της τόν πόνο καί τόν κόπο. Εἶναι ἡ ἀγάπη πού ἔχει μέσα της, ἄν θέλετε, καί τόν θάνατο πρός χάριν τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ πλησίον. Γιατί εἴδατε πού ὁ Χριστός μας μᾶς λέει, ὅτι ἄν θέλετε νά γίνετε μαθητές Μου, ἄν θέλετε νά Μέ ἀκολουθήσετε, θά πρέπει νά ἀρνηθεῖτε τόν ἑαυτό σας, πρῶτον. Καί δεύτερον, νά σηκώσετε τόν σταυρό σας. Καί ἔτσι νά Μέ ἀκολουθήσετε. Νά ἀρνηθῶ τόν ἑαυτό μου σημαίνει νά μήν κάνω τό δικό μου θέλημα, νά μήν ἔχω δικό μου θέλω, δικές μου θά λέγαμε ἐπιθυμίες, ἀλλά νά θέλω αὐτό πού θέλει ὁ Κύριός μου, ὁ Χριστός. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ δοῦλοι. Ὅπως λέμε στήν Ἐκκλησία, βαφτίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ τάδε. Ἀπό τήν στιγμή πού βαφτιζόμαστε δέν εἴμαστε κύριοι τοῦ ἑαυτοῦ μας ἀλλά εἴμαστε δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ. Καί ἕνας δοῦλος κάνει πάντοτε τό θέλημα τοῦ κυρίου του, δέν κάνει τό δικό του θέλημα. Θά πάει ἄς ποῦμε ὁ κύριός του στό σπίτι, θά τοῦ πεῖ, φέρε νά πλυθῶ, βάλε τό τραπέζι νά φάω, ἑτοίμασε τό κρεβάτι νά κοιμηθῶ. Καί αὐτός εἶναι δοῦλος, θά πρέπει νά τά κάνει αὐτά. Δέν μπορεῖ νά πεῖ στόν κύριο, ὄχι δέν θά φᾶς τώρα, θά φᾶς μετά.. ἤ μήν κοιμηθεῖς τώρα.. δέν θά σοῦ ἑτοιμάσω τώρα τό κρεβάτι, ἀργότερα! Δέν μπορεῖ νά τά πεῖ αὐτά. Δέν ἔχει δικό του θέλημα ὁ δοῦλος. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὅταν βαφτιζόμαστε, αὐτό ὑποτίθεται παραδεχόμαστε καί πράττουμε. Δέν ἔχουμε θέλημα δικό μας, ἀλλά ζητᾶμε νά κάνουμε αὐτό πού θέλει ὁ Χριστός κάθε στιγμή, ὅσο κι ἄν ἐμᾶς ἄς ποῦμε μᾶς φαίνεται λίγο ἐπίπονο, κοπιαστικό, λίγο ἀντίθετο μέ τά δικά μας θελήματα καί ἐπιθυμίες. Γιατί μπορεῖ ὁ δοῦλος, ἄς ποῦμε, ὅταν ἔρχεται τό ἀφεντικό νά εἶναι κουρασμένος, νά πεῖ, ἀφεντικό τώρα δέν μπορῶ, θά σοῦ ἑτοιμάσω ἀργότερα; Δέν γίνεται. Ὅσο κουρασμένος καί νά εἶναι, θά κάνει αὐτό πού τοῦ ζήτησε ὁ κύριός του. Ἔτσι κι ἐμεῖς -λέω ἕνα παράδειγμα τώρα- θά πρέπει νά πᾶμε στήν ἐκκλησία τήν Κυριακή νά εὐχαριστήσουμε τόν Κύριό μας γιά ὅλα αὐτά πού μᾶς χάρισε ὅλη τήν ἑβδομάδα πού πέρασε καί νά Τόν παρακαλέσουμε καί γιά τήν ἑβδομάδα πού ἔρχεται. Αὐτό σημαίνει λοιπόν νά ἀρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας, γιατί λέει «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν», καί μετά λέει, «καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ»[2], καί νά σηκώσει καί τόν σταυρό του, τό δεύτερο σκέλος, ἡ δεύτερη προϋπόθεση, τό δεύτερο χαρτί ἄν θέλετε. Πῶς πᾶμε στό σχολεῖο καί λέμε νά πάρουμε καί τά χαρτιά, τά δικαιολογητικά γιά νά μᾶς γράψουν, νά μᾶς κάνουν ἐγγραφή στό σχολεῖο. Ἔτσι γιά νά μποροῦμε νά κάνουμε ἐγγραφή στό σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ, θά πρέπει νά ἔχουμε αὐτά τά δύο χαρτιά∙ τό ἕνα χαρτί θά λέει ὅτι δέν ἔχω δικό μου θέλημα καί θέλω ὅ,τι θέλει ὁ Κύριος, ὁ Χριστός, καί τό δεύτερο χαρτί θά λέει ὅτι εἶμαι ἕτοιμος νά σηκώσω τόν σταυρό μου κάθε στιγμή, δηλαδή νά πάθω ὁτιδήποτε, προκειμένου νά μήν στενοχωρήσω τόν Κύριό μου, προκειμένου νά κάνω αὐτό πού θέλει. Γιά παράδειγμα, ὁ χριστιανός σήμερα χλευάζεται, κοροϊδεύεται ἀπό τούς ἄλλους, τοῦ λένε -ξέρω ’γώ- ὅτι εἶσαι τοῦ κατηχητικοῦ, ὅτι εἶσαι κολλημένος, ὅτι ὁ κόσμος πάει μπροστά, ὅτι εἶσαι ψεκασμένος, τί εἶναι αὐτά πού μᾶς λές γιά τόν Χριστό.. πάει ὁ Χριστός τελείωσε.. αὐτά εἶναι ξεπερασμένα, εἶσαι ἀπαρχαιωμένος, εἶσαι μεσαιωνικός, εἶσαι ὁτιδήποτε κακό δηλαδή καί ἴσως καί ἐπικίνδυνο γιά τήν κοινωνία καί γιά τήν πρόοδό της! Αὐτό ὅλο εἶναι ἕνας σταυρός. Καί ὁ Χριστός εἶπε, ὅτι πρέπει νά σηκώνουμε πάντα αὐτόν τόν σταυρό. Ἕνας χριστιανός ἄς ποῦμε πού θά κάνει τόν σταυρό του τήν ὥρα πού θά πάει νά φάει σέ ἕναν δημόσιο χῶρο, θά τόν κοιτᾶνε περίεργα καί μπορεῖ νά τοῦ ποῦνε, καλά, τί εἶναι αὐτά πού κάνεις τώρα; Ἀκόμα πιστεύεις..; Τί κάνεις αὐτό τό πράγμα; Μερικοί μάλιστα φτάνουν νά ποῦνε, τί κάνεις τώρα;.. μαγικά πράγματα κάνεις; Νομίζουν ὅτι ὁ σταυρός εἶναι μαγικό πράγμα! Τό μαῦρο ἄσπρο, αὐτό κάνει ὁ διάβολος!

Ἄν τά ἔχεις, λοιπόν, αὐτά τά δύο χαρτιά, θά μπορεῖς νά κάνεις ἐγγραφή στό σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ, νά μπεῖς στήν πρώτη νηπιαγωγείου ἄς ποῦμε, στά προνήπια. Καί πολλοί χριστιανοί, ξέρετε, εἶναι σέ αὐτό τό στάδιο, δέν ἔχουν ἕτοιμα τά χαρτιά τους, αὐτά τά δυό χαρτιά τους. Μπορεῖ νά πηγαίνουν στήν ἐκκλησία, μπορεῖ -ξέρω ’γώ- νά νηστεύουνε, μπορεῖ καί νά ἐξομολογοῦνται ἀκόμα, ἀλλά αὐτά τά δυό χαρτιά δέν εἶναι καλά, δέν εἶναι ἕτοιμα, δέν εἶναι συμπληρωμένα ὅπως πρέπει. Πού σημαίνει τί; Δέν ἔχουν ἀφήσει τό θέλημά τους τελείως. Σοῦ λέει, ἐντάξει.. λέει ἔτσι ὁ Χριστός, ἀλλά ἐγώ ξέρεις δέν μπορῶ νά τό κάνω αὐτό! Στήν πραγματικότητα δέν θέλει. Γιατί ὁ Χριστός δέν μᾶς ζητάει πράγματα πού δέν μποροῦμε. Ἄν μᾶς ζητοῦσε πράγματα πού δέν μποροῦμε, θά ἤτανε θά λέγαμε σκληρός καί ἀπάνθρωπος, γιατί μᾶς λέει, ἄν δέν τά κάνετε αὐτά πού σᾶς λέω, μετά δέν πρόκειται νά πᾶτε στόν παράδεισο, θά πᾶτε στήν κόλαση. Μά, Χριστέ μου, ἄν μᾶς ζητᾶς πράγματα πού δέν μποροῦμε, δέν εἶσαι καλός τότε, δέν εἶσαι ἀγαθός! Ὁ Θεός ὅμως εἶναι ἀγαθός καί ποτέ δέν ζητάει πράγματα πού δέν μποροῦμε. Ἀλλά ἐμεῖς λέμε ὅτι δέν μπορῶ, στήν πραγματικότητα ὅμως δέν θέλουμε. Γιατί δέν θέλουμε; Γιατί δέν θέλουμε! Δέν θέλουμε, ἔχουμε κι ἐμεῖς θελήματα. Μᾶς λέει ὁ Χριστός, θά πρέπει νά ἀφήσεις τά θελήματά σου. Καί πολλές φορές γιατί δέν θέλουμε; Γιατί στό βάθος θέλουμε τήν ἁμαρτία. Μᾶς ἀρέσει, τήν ἔχουμε ἀγαπήσει τήν ἁμαρτία, τό κακό, τά πάθη μας πού λέμε, καί δέν θέλουμε νά τά ἀφήσουμε. Καί λέμε, τώρα ἄν κάνω τό βῆμα νά πιστέψω στόν Χριστό ὅπως πρέπει, θά πρέπει νά σταματήσω αὐτά τά πράγματα.. ποῦ μοῦ ἀρέσουν ὅμως ἐμένα, ἐγώ τά θέλω! Καί αὐτό, τό νά πᾶμε κόντρα στό θέλημά μας, εἶναι κόπος, εἶναι πόνος, εἶναι μάτωμα. Ματώνει ὁ ἄνθρωπος. Γιατί ἀρνεῖται τόν ἑαυτό του οὐσιαστικά. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος, πρέπει νά ἀρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας. Κι αὐτό εἶναι ἡ πιό μεγάλη θυσία.

Ἀκούω καί νέα παιδιά πού λένε, μά πάτερ, ἐμένα μοῦ βγαίνει ἀπό μέσα ἡ ἁμαρτία, μοῦ βγαίνει ἀπό μέσα αὐτό.. καί γιατί νά εἶναι ἁμαρτία ἐπιτέλους..; Ἀφοῦ στό λέει Αὐτός πού σέ ἔφτιαξε, ὁ κατασκευαστής σου! Αὐτό πού λέμε ἁμαρτία δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά τό νά μήν ἀκολουθοῦμε τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή μας. Ὁ Θεός ἄς ποῦμε μᾶς ἔδωσε αὐτές τίς ὁδηγίες γιά μᾶς, ὄχι γιά τόν ἑαυτό Του. Μᾶς εἶπε ἄς ποῦμε γιά τό σῶμα μιά ὁδηγία, ὁδηγία τοῦ κατασκευαστή: «Τό σῶμα οὔ», πού θά πεῖ ὄχι, «τῇ πορνείᾳ»[3], εἶναι δοτική καί θά πεῖ, τό σῶμα πού σᾶς ἔδωσα δέν εἶναι γιά τήν πορνεία. Δηλαδή, δέν εἶναι κατασκευασμένο γιά νά πορνεύει, γιά νά πηγαίνεις μέ τή μία καί μέ τήν ἄλλη ἐσύ ὁ ἄνδρας, ἤ ἡ γυναίκα μέ τόν ἕναν καί μέ τόν ἄλλον. Ἔτσι; Εἶναι φτιαγμένο γιά δύο πράγματα: τήν παρθενία πού εἶναι τό ἀνώτερο, καί ἄν δέν θέλεις τήν παρθενία, νά ἔχεις ἕναν σύζυγο ἄν εἶσαι γυναίκα ἤ μία σύζυγο ἄν εἶσαι ἄνδρας. Ὁ γάμος εἶναι μονοπρόσωπος, εἶναι μέ ἕνα πρόσωπο. Δέν μπορεῖς νά κάνεις μέ δέκα, μέ εἴκοσι, μέ πενήντα. Εἶναι λάθος. Δέν εἶναι μέσα στίς προδιαγραφές σου. Πῶς ἄς ποῦμε παίρνεις ἕνα αὐτοκίνητο καί σοῦ λέει ὁ κατασκευαστής, αὐτό τό αὐτοκίνητο εἶναι γιά τέσσερις ἀνθρώπους, γιά πέντε ἀνθρώπους. Δέν εἶναι γιά πενήντα. Μά, ἐσύ θά πεῖς, ἐγώ θέλω νά βάλω πενήντα. Ἔ, βάλε! Μετά θά χαλάσεις τό αὐτοκίνητο, δέν θά ἔχεις αὐτοκίνητο. Θά τό καταστρέψεις. Δέν εἶναι μέσα στίς προδιαγραφές. Γιά νά βάλεις πενήντα πρέπει νά πάρεις λεωφορεῖο, δέν θά πάρεις ἕνα μικρό ΙΧ. Αὐτό γίνεται. Ἤ σοῦ λέει, δέν θά τό βάλεις στό νερό, δέν εἶναι βάρκα. Εἶναι ἀμάξι γιά τόν δρόμο. Ἐσύ λές, ὄχι ἐγώ θά τό βάλω στή θάλασσα! Ἔ βάλτο, ἀλλά μετά δέν θά ἔχεις αὐτοκίνητο!

Ὅταν λοιπόν παραβαίνουμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ μας, τοῦ κατασκευαστή μας, τοῦ δημιουργοῦ μας, οὐσιαστικά τί κάνουμε; Δέν ἀκολουθοῦμε τίς ὁδηγίες χρήσης πού μᾶς ἔχει δώσει ὁ κατασκευαστής, πῶς νά χρησιμοποιήσουμε τό σῶμα μας καί τήν ψυχή μας. Αὐτό πρέπει νά τό καταλάβουμε γιά νά μή μᾶς πιάνει μιά ἀντίδραση καί νά λέμε, γιατί τώρα ὁ Θεός μᾶς ζητάει αὐτό, γιατί τό ἄλλο.. Γιατί ἔτσι μᾶς ἔφτιαξε τί νά κάνουμε; Δέν φτιάξαμε μόνοι μας τόν ἑαυτό μας. Μᾶς ἔφτιαξε κάποιος ἔξω ἀπό μᾶς, ὁ Θεός, καί μᾶς ἔχει βάλει καί τίς προδιαγραφές. Αὐτό τό τραπέζι ἄς ποῦμε σηκώνει 200 κιλά. Αὐτές εἶναι οἱ προδιαγραφές του. Ἄν τοῦ βάλεις 2 τόνους, τό κατέστρεψες, τό ἔσπασες, δέν θά ἔχεις τραπέζι!

Ἔτσι καί ὁ Θεός ἄς ποῦμε, μᾶς ἔδωσε ἕνα σῶμα τέλειο καί μιά ψυχή τέλεια καί μᾶς λέει, ἔτσι θά τά λειτουργήσετε αὐτά.. Θά πρέπει νά ἔχετε ἀγάπη. Ἡ σπουδαιότερη ἐντολή. Ἀγάπη γιά τόν Θεό καί ἀγάπη γιά τόν πλησίον. Ἄν δέν ἔχεις ἀγάπη γιά τόν Θεό καί γιά τόν πλησίον, τό κατέστρεψες καί τό σῶμα καί τήν ψυχή. Ὄχι, λέει ὁ ἄλλος, ἐγώ δέν θέλω νά ἀγαπάω, θέλω νά μισῶ.. δέν θέλω νά λέω καλημέρα σέ αὐτή ἄς ποῦμε, μοῦ ἔχει καθίσει στό στομάχι.. Ἔ, ναί! Ἀλλά μετά θά τό πληρώσεις αὐτό, ἡ ψυχή σου θά χαλάσει, θά ἔχεις σκέψεις κακές, θά ἔχεις μέσα σου μία ἀντιπάθεια, θά ἔχεις μιά βαριά πλάκα νά πλακώνει συνέχεια τήν ψυχή σου καί αὐτό θά σοῦ κάνει μετά καί ψυχολογικά, θά σοῦ κάνει μπορεῖ καί κατάθλιψη καί φοβίες καί μίσος.. ὅλα τά ἀνάποδα. Καί μετά λές, γιατί ἀρρώστησα; Νά γιατί ἀρρώστησες, γιατί δέν τήρησες τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή, τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης πού σοῦ λέει ὅτι πρέπει νά ἀγαπᾶς ὄχι μόνο αὐτούς πού σέ ἀγαπᾶνε -αὐτό εἶναι τό σπουδαῖο γιά τήν ἐντολή τήν πρώτη- ἀλλά καί αὐτούς πού δέν σέ ἀγαπᾶνε. Νά ἀγαπᾶς καί αὐτούς πού σοῦ κάνουνε κακό καί αὐτούς πού σέ μισοῦνε, πού σέ ἐχθρεύονται. Αὐτό λέει ὁ Χριστός. Ἡ ἀγάπη ἡ ἀληθινή δηλαδή, τοῦ Χριστοῦ ἡ ἀγάπη, δέν κάνει διακρίσεις, νά πεῖ αὐτόν τόν ἀγαπῶ γιατί μέ ἀγαπάει, γιατί μοῦ δίνει αὐτά πού θέλω, αὐτόν δέν τόν ἀγαπάω, γιατί μέ πολεμάει, μέ ἐχθρεύεται, μέ μισεῖ. Ναί, ἀλλά ὁ Χριστός ἐπάνω ἀπό τόν σταυρό τί ἔκανε; Καί ὁ Ἅγιος Στέφανος; Θά πεῖς ὁ Χριστός ἦταν ὁ Θεός, ἐντάξει.. καί εἶπε στόν πατέρα Του, «μήν τούς λογαριάσεις αὐτή τήν ἁμαρτία -πού Μέ σταύρωσαν δηλαδή- γιατί δέν ξέρουν τί κάνουν»[4]. Ἀλλά λέμε ἐκεῖ, ἐντάξει ἦταν Θεός. Δέν ἦταν Θεός, ἦταν καί ἄνθρωπος. Τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Καί πονοῦσε σάν κι ἐμᾶς καί εἶχε ἄς τό ποῦμε ἀνάγκη, σάν κάθε ἄνθρωπος, καί ἀπό φαγητό καί ἀπό ξεκούραση καί ἀπό ὕπνο καί ἀπό νερό.. καί πάνω στόν σταυρό εἶχε πάρα πολύ ταλαιπωρηθεῖ τήν προηγούμενη νύχτα μέ τίς ἀνακρίσεις, μέ τό ξύλο πού εἶχε φάει.. σέ μιά ἄθλια κατάσταση σωματική, καί σήκωνε καί ὅλο τό βάρος τῆς ἁμαρτίας ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας μέ τήν ὕπαρξή Του καί ὅμως δέν ἔπαψε νά ἀγαπάει τούς ἐχθρούς Του, τούς σταυρωτές Του. Καί μάλιστα τί κάνει; Λέει καί ἕνα ἐπιχείρημα ὑπέρ αὐτῶν. Δηλαδή λέει, πατέρα Μου οὐράνιε, μή τούς λογαριάσεις αὐτή τήν ἁμαρτία, γιατί δέν ξέρουν τί κάνουν. Δέν ξέρουν τί κάνουν! Βλέπετε πῶς φαίνεται ἀπό τό παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ ἡ ἀληθινή ἀγάπη. Ἀλλά μπορεῖ νά πεῖ κάποιος, ἤτανε Θεός αὐτός, εἶχε δύναμη ὡς Θεός. Ἔ, θά σᾶς πῶ ἕναν ἄνθρωπο, ὁ Ἅγιος Στέφανος ὁ Πρωτομάρτυς, πού πρῶτος μαρτύρησε γιά τόν Χριστό. Ὅταν τοῦ ρίχνανε βροχή τίς πέτρες οἱ συμπατριῶτες του, τί εἶπε; «Μή στήσῃς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτην»[5]. Κύριε, μήν τούς λογαριάσεις αὐτή τήν ἁμαρτία. Αὐτό ξέρετε τί σημαίνει; Ὅτι γιά ὅλες τίς ἄλλες ἁμαρτίες τους αὐτοί πού τόν πετροβόλησαν, θά δώσουν λόγο στόν Χριστό. Γιά αὐτή τήν ἁμαρτία ὅμως, πού πετροβόλησαν τόν Πρωτομάρτυρα Στέφανο, δέν θά δώσουν λόγο. Γιατί; Γιατί τό ζήτησε ὁ Ἅγιος ὁ ἴδιος. Ἐπειδή ἀγαποῦσε καί τούς ἐχθρούς του. Καί ξέρετε ἀνάμεσά τους ποιός ἦταν! Ἦταν καί ὁ μετέπειτα Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος κρατοῦσε τά ροῦχα αὐτῶν πού πετροβολοῦσαν. Γιατί δέν μποροῦσαν νά πετροβολήσουνε. Βγάζανε τά ροῦχα τους τά ἐξωτερικά γιά νά ἔχουν ἄνεση ἄς ποῦμε, νά ρίχνουνε πιό εὔκολα τίς πέτρες. Τά ροῦχα τους ἔπρεπε κάποιος νά τά φυλάξει. Γιατί τά ροῦχα ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν πολύ ἀκριβά. Ἦταν ὁλόκληρη περιουσία τά ροῦχα. Λοιπόν, τά φύλαγε ὁ Σαῦλος, ὁ ὁποῖος τότε ἤτανε πῦρ καί μανία κατά τῶν χριστιανῶν! Ἀλλά εἶχε ἄγνοια. Δέν τό ἔκανε ἔτσι ἀπό κακία∙ σοῦ λέει, αὐτοί μᾶς παίρνουν τήν πίστη μας, οἱ χριστιανοί.. λοιπόν, πρέπει νά τούς πολεμήσουμε! Μετά ὅμως, ξέρετε τί ἔγινε, εἶδε τό ὅραμα, εἶδε τόν Χριστό πηγαίνοντας γιά τήν Δαμασκό, μετάνιωσε καί ἔγινε ὁ μεγαλύτερος ἀπόστολος, ὄργωσε ὅλη τήν οἰκουμένη!

Ἡ ἀγάπη λοιπόν εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή. Καί γι’ αὐτή νά ποῦμε λίγα λόγια, γιατί ξέρετε, ἀπό αὐτή τήν ἐντολή κρέμονται ὅλες οἱ ἐντολές. Καί πῶς θά δοῦμε ἄς ποῦμε τά χαρακτηριστικά τῆς ἀγάπης; Θά τά δοῦμε πάλι μέσα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, μέσα δηλαδή ἀπό τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή μας.

Λέει ἄς ποῦμε τό πρῶτο σκέλος.. εἴπαμε ἡ ἀγάπη εἶναι δύο σκέλη. Εἶναι σταυρός∙ πάει πρός τά πάνω, κατακόρυφα, ἀγάπη στόν Θεό καί μετά ὁριζόντια. Καί προσέξτε κάτι, πολλοί χριστιανοί ἅμα τούς πεῖς, ποιά εἶναι ἡ πιό σπουδαία ἐντολή, θά σοῦ ποῦν, νά ἀγαπᾶς τόν πλησίον σου. Ὄχι! Πρῶτα πρέπει νά ἀγαπήσεις τόν Θεό. Γιατί ἄν δέν ἀγαπήσεις σωστά τόν Θεό, οὔτε τόν πλησίον σου μπορεῖς ν’ ἀγαπήσεις σωστά. Ἄρα ὅλα ξεκινάνε ἀπό τό κατακόρυφο σκέλος, ἔτσι; Ἀπό ἐκεῖ πρέπει νά ξεκινήσουμε, ν’ ἀγαπήσουμε τόν Θεό. Τί σημαίνει τώρα ν’ ἀγαπήσουμε τόν Θεό; Πάλι τό λέει ὁ Θεός. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά ζαλιζόμαστε πολύ νά σκεφτοῦμε. Μήν πάει τό μυαλό σας ὅτι εἶναι συναισθήματα. Γιατί πολλοί ἄνθρωποι σήμερα, ὅταν λένε ἀγάπη, ἐννοῦν αὐτό πού λέμε συναισθήματα. Ἔχω αἰσθήματα, λέει ἄς ποῦμε ἡ κοπέλα ἤ τό ἀγόρι γιά τήν κοπέλα καί νομίζει ὅτι ἔχει ἀγάπη. Ἀλλά δέν ἔχει ἀγάπη ἀληθινή, εἶναι μία ἀγάπη συναισθηματική. Ἀλλά ὁ Χριστός δέν μιλάει γι΄ αὐτή τήν ἀγάπη. Αὐτή ἡ συναισθηματική ἀγάπη δέν εἶναι πραγματική. Δέν εἶναι ἡ τέλεια. Εἶναι μιά ἀνθρώπινη ἀγάπη, ἡ ὁποία οὐσιαστικά, ἄν λίγο τήν σκαλίσουμε, θά δοῦμε ὄτι δέν ἔχει τά χαρακτηριστικά τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης. Γιατί; Γιατί ζητάει ἀνταπόδοση αὐτή ἡ ἀνθρώπινη συναισθηματική ἀγάπη. Ἔχω ἐγώ συναισθήματα γιά σᾶς, θέλω κι ἐσεῖς νά ἔχετε γιά μένα. Θέλω νά σᾶς δώσω, ἀλλά περιμένω καί ἀπό σᾶς νά πάρω. Αὐτό εἶναι οὐσιαστικά ἕνα ἀλισβερίσι νά τό ποῦμε, δίνω καί παίρνω. Κι αὐτό τό ἀλισβερίσι ὑπάρχει στίς ἀνθρώπινες ἀγάπες. Ἄς ποῦμε σέ ἕνα ἀνδρόγυνο μπορεῖ νά ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀγάπη, ἡ συναισθηματική ἀγάπη, αὐτό πού λέμε ἔρωτας. Αὐτό δέν εἶναι τέλεια ἀγάπη. Γιατί; Γιατί ζητάει ὁ ἕνας τήν ἀνταπόκριση τοῦ ἄλλου. Κι ἄν ὁ ἕνας κάνει ἕνα λάθος, σοῦ λέει ὁ ἄλλος.. ἄ, ἔκανες ἔτσι, πῆγες μέ ἄλλη (ξέρω’γώ); Θά πάω καί ἐγώ μέ ἄλλον! Καταλάβατε; Αὐτό δείχνει ὅτι δέν ὑπάρχει ἀληθινή ἀγάπη, ὑπάρχει μία ἀνταποδοτική σχέση ἤ ἀλλιῶς μιά ἐμπορική σχέση∙ πῶς πᾶμε στό μαγαζί καί τοῦ λέμε, θέλω αὐτό τό πράγμα.. ναί, θά μοῦ δώσεις τόσα χρήματα, ἀλλιῶς δέν στό δίνω.. τσάμπα δέν στό δίνω! Καταλάβατε; Αὐτό δέν εἶναι ἀγάπη πραγματικά, εἶναι μιά ἀνταλλαγή∙ τοῦ δίνεις λεφτά, δολλάρια ξέρω ’γώ, εὐρώ, καί σοῦ δίνει τό ἐμπόρευμα πού θέλεις. Ἔ, αὐτό ὁ Χριστός δέν τό θεωρεῖ ἀγάπη.

Ἀγάπη ἀληθινή ποιά εἶναι; Ὅταν δίνεις χωρίς νά περιμένεις νά σοῦ δώσουν τίποτε. Ὅπως ἀγαπάει ὁ Θεός. Βλέπετε ὁ Θεός, λέει στήν Ἁγία Γραφή, «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι». Πάντας θά πεῖ ὅλους. Νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, «καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»[6]. Νά ἔρθουν ὅλοι στήν γνώση τῆς ἀλήθειας, νά καταλάβουνε ποιά εἶναι ἡ ἀλήθεια. Δέν λέει, νά σωθοῦνε μόνο οἱ καλοί, μόνο οἱ δικοί Μου, μόνο αὐτοί πού Μέ ἀγαπᾶνε τώρα, μόνο αὐτοί πού προσεύχονται, μόνο αὐτοί ἄς ποῦμε πού κάνουν ἐλεημοσύνη, ἀλλά θέλει ὅλοι νά σωθοῦν, καί αὐτοί πού δέν ἀγαπᾶνε τώρα τόν Χριστό καί αὐτοί πού βλαστημᾶνε τώρα τόν Χριστό καί αὐτοί πού τόν πολεμᾶνε.. μπορεῖ νά εἶναι μασόνοι, νά εἶναι σιωνιστές, νά εἶναι ἄθεοι, νά εἶναι ὁτιδήποτε.. ἄλλες θρησκεῖες κ.λπ. εἰδωλολάτρες.. λοιπόν, ὁ Θεός θέλει ὅλους νά σωθοῦνε! Γι’ αὐτό καί τί κάνει; Τούς εὐεργετεῖ ὅλους. Δέν κάνει διακρίσεις. Νά πεῖ ἄς ποῦμε, ἐδῶ στό Τορόντο ἔχουμε καλούς ἀνθρώπους, λοιπόν σέ αὐτό τό σπίτι θά ἔχει ὀξυγόνο∙ στό διπλανό σπίτι πού δέν εἶναι καλοί ἄνθρωποι καί μέ βλαστημᾶνε, δέν ἔχει ὀξυγόνο, τούς κόβω τό ὀξυγόνο! Καταλάβατε; Ἐμεῖς σάν ἄνθρωποι αὐτό θά κάναμε, ἄν ἀγαπούσαμε ὅπως ἀγαπᾶμε, ἀνταποδοτικά. Ἔχουμε δέκα ἀνθρώπους, οἱ πέντε μᾶς φέρονται ὅπως θέλουμε, μᾶς δίνουνε κι ἐμᾶς κάτι, θέλουμε νά τούς δώσουμε κι ἐμεῖς. Στούς ἄλλους πού δέν μᾶς δίνουνε, κόβουμε.. ἐντάξει, μπορεῖ νά ἔχουμε μία μικρή ἀνοχή, ἀλλά σοῦ λέει, τοῦ ἔκανα ἕνα, τοῦ ἔκανα δύο, τοῦ ἔκανα τρία, αὐτός τίποτα.. καί ὄχι μόνο τίποτα, μοῦ δίνει καί καρπαζιές! Ἔ, στάσου.. χαζός δέν εἶμαι! Ναί, ἀλλά αὐτό δέν εἶναι ἀγάπη.

Ὁ Χριστός μας καί αὐτούς πού Τοῦ ἐπιτίθενται, τούς ἐλεεῖ. «Βρέχει -λέει- ἐπί δικαίους καί ἀδίκους»[7]. Τήν βροχούλα Του τήν δίνει σέ ὅλους, τό νεράκι του σέ ὅλους, τόν ἀέρα, τόν ἥλιο Του σέ ὅλους.. Ἔτσι πρέπει νά φτάσουμε νά ἀγαποῦμε κι ἐμεῖς, καί μέσα στόν ἔρωτα πού λέμε, μέσα στήν οἰκογένεια. Θά πρέπει καί τά ζευγάρια νά ἐξελίξουν θά λέγαμε τήν ἀγάπη τους καί ἀπό μιά πού θά εἶναι στήν ἀρχή μπορεῖ λίγο σαρκική καί λίγο συναισθηματική, νά φτάσουν στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού τήν λένε μέ μιά λέξη, ἀνιδιοτελή.

Ἀνιδιοτελής εἶναι σύνθετη λέξη μέ τρία συνθετικά: τό α΄, πού θά πεῖ ὄχι, τό ἴδιο, καί μπαίνει καί ἕνα ν΄ χάριν εὐφωνίας, καί τό τέλος. Δηλαδή ἡ ἀγάπη ἡ ὁποία δέν ἀποσκοπεῖ, δέν ζητάει, τό ἴδιον, τό δικό της τέλος, θά πεῖ ὄφελος. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη, πού δέν ζητάει ὁ ἄνθρωπος δηλαδή τίποτε γιά τόν ἑαυτό του, δέν σκέφτεται καθόλου τόν ἑαυτό του ὅταν δίνει στόν ἄλλον, ἄν ὁ ἄλλος ἄς ποῦμε θά τοῦ δώσει. Δανείζει ξέρω ’γώ, δανείζει καί δέν περιμένει νά πάρει πίσω τά δανεικά. Καί λέει, ἐντάξει, ἄν μοῦ τά δώσει.. ἐντάξει. Ποτέ φυσικά δέν θά πάρει τόκο. Ὁ τόκος ἀπαγορεύεται, τό ξέρετε αὐτό. Κι ἄν δέν τό ξέρετε, θά πρέπει νά τό μάθετε, νά μήν παίρνουμε ποτέ τόκο. Σοῦ ζητάει ὁ ἄλλος ἕνα δάνειο, δῶστου. Καί ἐπιτέλους ξέχασέ τα κιόλας.. ἀλλά ποτέ μή ζητήσεις τόκο. Ἄν στά δώσει πίσω, ἔχει καλῶς. Λοιπόν.. αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι ἀνιδιοτελής. Δίνεις χωρίς νά περιμένεις τήν ἀνταπόδοση. Ἤ ἄλλη σοῦ λέει, ἐντάξει θά τοῦ κάνω κάτι, θά μοῦ κάνει μιά ἐξυπηρέτηση. Νά τόν ἔχω φίλο, ἄς ποῦμε. Στόν γείτονα νά κάνω τό χατίρι, γιατί γείτονας εἶναι θά τόν χρειαστῶ καί ἐγώ! Πάντα σκεφτόμαστε δηλαδή τόν ἑαυτούλη μας! Ἄρα δέν εἶναι χριστιανική ἀγάπη αὐτή. Ἐσύ κάνε τό καλό.. καί ρίξτο στό γιαλό, πού λέει καί ἡ παροιμία. Μή ζητᾶς ἀνταπόδοση.

Ἀκόμα καί μέσα στόν γάμο. Πολλοί ἄνθρωποι γιατί κάνουν γάμο; Ἄς ποῦμε ἡ κοπέλα γιατί ζητάει ἕναν ἄνδρα ὁ ὁποῖος θά τῆς δίνει σιγουριά, μιά προστασία. Οὐσιαστικά σκέφτεται τόν ἑαυτό της δηλαδή. Δέν σκέφτεται τί ἔχει νά δώσει στόν ἄλλον, ἀλλά τί ἔχει νά πάρει ἀπό τόν ἄλλον. Καί θά βρεῖ ἕναν ἄνθρωπο νά τήν ἀγαπάει, νά τήν προστατεύει.. Ὁ ἄντρας πάλι, κι αὐτός τόν ἑαυτό του σκέφτεται, ὅτι θά ἔχω μιά γυναίκα, τέλος πάντων, θά μοῦ κάνει παιδιά, δέν ξέρω τί ἄλλο.. θά ἔχω στοργή, ὅπως καί ἡ γυναίκα, πῶς τῆς ἔχει δώσει τά χαρίσματα ὁ Θεός. Θά πεῖς κακό εἶναι αὐτό; Κακό δέν εἶναι, ἀλλά δέν εἶναι τό τέλειο. Τό τέλειο ποιό θά εἶναι; Νά κάνεις γάμο, χωρίς νά σκέφτεσαι τί θά πάρεις. Μπορεῖ ἡ γυναίκα σου κύριε, πού τήν πῆρες τώρα καί εἶναι ἔτσι ὅπως τήν θέλεις καί ἐξωτερικά καί ἐσωτερικά καί μέ ἀρετές καί μέ μιά ἐξωτερική ἄς ποῦμε ὡραία παρουσία, αὔριο νά ἀρρωστήσει, νά μείνει παράλυτη, νά τήν ἔχεις στό κρεβάτι. Τί θά κάνεις δηλαδή τότε; Θά τήν παρατήσεις; Θά ψάξεις γιά ἄλλη; Ἐκεῖ θά φανεῖ ἄν τήν ἀγαπᾶς πραγματικά. Καί τό ἀντίθετο, μιά γυναίκα νά πάρει ἕναν ἄντρα ὑγιέστατο ξέρω ’γώ καί μετά ἀπό 4 χρόνια νά πάθει ἕνα ἀτύχημα καί νά μή μπορεῖ νά ἐργαστεῖ. Τί θά κάνεις μετά ἐσύ; Θά τόν χωρίσεις; Δέν πρέπει. Λοιπόν, ἡ ἀγάπη ἡ ἐν Χριστῷ εἶναι ἀνιδιοτελής. Δέν κοιτάει ἀνταπόδοση. Εἶναι πολύ βασικό αὐτό νά τό καταλάβουμε. Καί εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.

Ἀλλά προσέξτε νά ποῦμε καί κάτι ἀκόμα. Αὐτή ἡ ἀγάπη δέν εἶναι μόνο δικό μας κατόρθωμα, ὅσο καί ἄν σκεφτοῦμε καί ἄν ζοριστοῦμε, δέν μποροῦμε νά τήν ἔχουμε μόνοι μας. Μποροῦμε νά τήν ζητήσουμε ἀπό τόν Χριστό, ἀφοῦ βέβαια κι ἐμεῖς κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε γιά νά τήν ἔχουμε ἀνθρωπίνως. Νά κάνουμε καλές σκέψεις καί νά κάνουμε καί καλές πράξεις ὅπως λέμε. Νά ἐξασκοῦμε τόν ἑαυτό μας στό νά δίνουμε χωρίς νά περιμένουμε τίποτα, καμιά ἀνταπόδοση. Ἀλλά συνάμα νά κάνουμε καί προσευχή, νά κάνουμε καί γενικότερα σωστή ζωή, ὥστε ὁ Θεός νά μᾶς δώσει τήν τέλεια ἀνιδιοτελή ἀγάπη. Γιατί ἡ τέλεια ἀγάπη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅπως καί κάθε ἀρετή, ξέρετε, στήν τελειότητά της δίνεται ἀπό τόν Θεό. Δέν εἶναι ἀνθρώπινο κατόρθωμα.

Νά ποῦμε μιά ἄλλη ἀρετή τώρα (σάν παρένθεση), εἶναι ἡ ἀρέτη τῆς ταπείνωσης. Λοιπόν, ἕνας ἄνθρωπος πού θέλει νά ἔχει ταπείνωση, θά πρέπει πρῶτα-πρῶτα νά κάνει ὅ,τι μπορεῖ ὁ ἴδιος. Καί ἔχει σχέση καί μέ τήν ἀγάπη, γιατί οὐσιαστικά εἶναι μία ἀρετή, ἄν ἔχεις ταπείνωση ἔχεις καί ἀγάπη, κι ἄν ἔχεις ἀγάπη θά ἔχεις καί ταπείνωση. Ἕνα λογικό ἄς ποῦμε συμπέρασμα βγαίνει ἀπό τήν σχέση αὐτῶν τῶν δύο. Ἕνας πού ἔχει ἀγάπη ἄς ποῦμε, αὐτόν πού ἀγαπάει δέν θά τόν βάλει μπροστά γιά νά τόν κάνει νά νιώσει ὡραῖα, εὐχάριστα; Δέν θά τόν βάλει πίσω του.. κάτσε ἐσύ πίσω, ἐγώ θά πάω μπροστά! Ἅμα τόν ἀγαπᾶς τόν ἄλλον, θά τόν τιμήσεις, θά τόν βάλεις πρῶτον. Ἄρα ἐσύ θά πᾶς πίσω. Νά ἡ ταπείνωση! Βλέπετε; Αὐτά πᾶνε μαζί, ἅμα ἔχεις ἀγάπη, θά ἔχεις καί ταπείνωση. Καί ἅμα ἔχεις ταπείνωση, ἔχεις τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔχεις τόν Θεό δηλαδή. Καί ὁ Θεός μετά σοῦ δίνει καί τήν τέλεια ἀγάπη. Ἀλλά γιά νά φτάσεις στήν ταπείνωση καί τήν τέλεια ἀγάπη θά πρέπει νά κάνεις ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπό σένα καί νά «πείσεις» τόν Θεό νά σοῦ δώσει καί τό τέλειο. Πῶς ἄς ποῦμε ἕνας πατέρας ἔχει ἕναν γιό καί ὁ γιός ἄς ποῦμε θέλει νά πάρει τό αὐτοκίνητο τοῦ πατέρα του νά τό ὁδηγήσει. Θά πεῖς, γιατί ὄχι; Ναί, ἀλλά πρέπει νά πείσει τόν πατέρα ὅτι μπορεῖ νά τό πάρει. Νά μήν τό πάρει καί τό ρίξει στόν γκρεμό καί σκοτωθεῖ καί τό παιδί! Ὁπότε θά πρέπει νά κάνει ὅ,τι μπορεῖ νά δείξει στόν πατέρα ὅτι μπορεῖ καί εἶναι ἱκανός νά ὁδηγήσει. Νά ἔχει τήν κατάλληλη ἡλικία, νά ἔχει κάνει κάποια μαθήματα, νά ἔχει κάνει κάποια δοκιμαστικά ἄς ποῦμε νά τά βλέπει καί ὁ πατέρας ὅτι τό πάει καλά τό αὐτοκίνητο, νά τοῦ τό ἐμπιστευτεῖ.

Ἔτσι λοιπόν καί μέ τόν Θεό, κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε γιά νά εἴμαστε ταπεινοί. Θά πεῖς, τί μποροῦμε νά κάνουμε; Μποροῦμε ἄς ποῦμε νά ζοῦμε ταπεινά γενικῶς. Νά ντυνόμαστε ταπεινά, ὄχι μέ φανταχτερά καί πλούσια ροῦχα, πολυτελῆ, μέ στολίδια καί αὐτά πού δέν χρειάζονται, περιττά πράγματα. Νά μιλᾶμε ταπεινά, νά μή θέλουμε νά ἐντυπωσιάζουμε μέ φωνές, μέ χάχανα δυνατά τούς ἄλλους. Νά τρῶμε ταπεινά. Νά ζοῦμε φτωχικά. Θά πεῖς, αὐτά ὅλα εἶναι ταπείνωση; Δέν εἶναι ἡ τέλεια ταπείνωση, ἀλλά εἶναι κάποιοι τρόποι γιά νά γίνουμε ταπεινοί. Μετά, θά ταπεινώσουμε τήν σκέψη μας, τόν λογισμό μας καί δέν θά ἀφήνουμε τήν σκέψη μας νά πετάει καί νά λέει, ἐγώ εἶμαι ὁ πρῶτος καί ὁ καλύτερος καί ὁ μοναδικός στόν κόσμο, ὁ ξεχωριστός.. εἶμαι ἕνας ἁπλός συνηθισμένος ἄνθρωπος καί μᾶλλον εἶμαι καί χειρότερος ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους καί πιό ἁμαρτωλός, γιατί δέν ξέρω καί τί εἶναι οἱ ἄλλοι. Τίς δικές μου τίς ἁμαρτίες λίγο-πολύ τίς ξέρω, τί κακός εἶμαι, τί ἁμαρτίες ἔχω κάνει. Ὁπότε πιό σίγουρο εἶναι νά λέω εἶμαι πιό ἁμαρτωλός. Ὁπότε βάζω τόν ἑαυτό μου κάτω ἀπό τούς ἄλλους. Δέν θεωρῶ ὅτι εἶμαι καλύτερος ἀπό τούς ἄλλους, οὔτε πιό ἔξυπνος ἀπό τούς ἄλλους, οὔτε πιό ἐνάρετος. Θά πεῖς εἶναι ἡ τέλεια ταπείνωση; Ὄχι, ἀλλά εἶναι ἕνας τρόπος γιά νά ταπεινωθῶ, ταπεινώνοντας τόν λογισμό μου.

Μετά ταπεινώνουμε καί τό σῶμα. Πῶς τό ταπεινώνουμε τό σῶμα; Νά τό βάζουμε νά κουράζεται, νά κάνει κόπο. Νά κάνει ἕναν κόπο ἄς ποῦμε φιλανθρωπίας. Γιά νά βοηθήσεις κάποιον, πρέπει νά ξεβολευτεῖς. Νά βγεῖς λίγο καί ἀπό τό πρόγραμμά σου καί ἀπό τήν ξεκούρασή σου.. γι’ αὐτό εἴπαμε ἡ ἀγάπη εἶναι σταυρός, εἶναι θυσία. Αὐτή ἡ θυσία ἀπαιτεῖ καί κούραση στό σῶμα. Θά πρέπει νά περπατήσεις, ἐνδεχομένως νά κουβαλήσεις πράγματα, νά κοιμηθεῖς λιγότερο, νά πᾶς λίγο πιό βιαστικά, ἄς ποῦμε νά μή φροντίζεις τόσο πολύ τόν ἑαυτό σου ἀφοῦ ἔχεις νά κάνεις γιά τόν πλησίον. Αὐτό ταπεινώνει τό σῶμα καί βοηθάει νά ταπεινωθεῖ καί ἡ ψυχή. Καί αὐτό πάλι τό κάνουμε ἐμεῖς. Μποροῦμε νά τό κάνουμε. Μετά, μποροῦμε νά κάνουμε αὐτά πού κάνανε οἱ ἅγιοι, οἱ ἀσκητές, νά κάνουμε μετάνοιες. Ἐφόσον δέν ἔχουμε θέμα ὑγείας, δέν μᾶς πονᾶνε τά γόνατά μας, μποροῦμε νά κάνουμε καί μεγάλες μετάνοιες. Καί πρέπει νά κάνουμε. Αὐτό κουράζει λίγο τό σῶμα ἀλλά τό ταπεινώνει. Καί οἱ ἅγιοι μᾶς λένε, ἅμα ταπεινώσεις τό σῶμα, ταπεινώνεται καί ἡ ψυχή. Ἀλλιῶς νιώθει αὐτός ὁ ὁποῖος εἶναι κουρασμένος, εἶναι λίγο νηστικός, λίγο ξαγρυπνημένος, καί ἀλλιῶς νιώθει αὐτός πού ἔχει φάει καλά, ἔχει κοιμηθεῖ καλά, εἶναι συνέχεια ξάπλα.. Νιώθει πώς εἶναι καί κάποιος σπουδαῖος, ἔχει μιά ἔπαρση.

Καί τό τρίτο τί κάνουμε; Προσευχόμαστε συνέχεια. Προσπαθοῦμε νά προσευχόμαστε, νά εἴμαστε σάν τόν ζητιάνο. Αὐτά ὅλα εἶναι μηχανές -λένε οἱ ἅγιοι- ταπείνωσης. Δέν εἶναι ἡ ἀληθινή ταπείνωση, ἀλλά εἶναι τό μερτικό τό δικό μας πού πρέπει νά τό κάνουμε, ὥστε νά «πείσουμε» τόν Θεό νά μᾶς δώσει καί τήν τέλεια ταπείνωση.

Ἔτσι καί γιά τήν ἀγάπη. Νά κάνουμε ἐμεῖς ὅ,τι μποροῦμε. Γιατί λένε μερικοί, ἐμένα δέν μοῦ βγαίνει, ἀφοῦ δέν τόν ἀγαπάω.. Δέν τόν ἀγαπᾶς, ἀλλά ζορίσου λιγάκι νά τό κάνεις ἔστω ἐξωτερικά. Ἡ γυναίκα ἄς ποῦμε τά ἔχει μέ τόν ἄντρα της. Ναί λέει, ἀλλά.. Τί πειράζει ὅμως; Ἦρθε ὁ ἄντρας σου; Πήγαινέ του τίς παντόφλες καί ἄς μή σοῦ βγαίνει ἀπό μέσα σου. Μήν περιμένεις νά σοῦ βγεῖ ἀπό μέσα σου! Ξεκίνα ἀπ΄ ἔξω, ἐξωτερικά καί σιγά-σιγά θά ἀρχίσει νά βγαίνει καί ἀπό μέσα. Κάνε ὅ,τι μπορεῖς ἐσύ ἐξωτερικά, μήν τόν ὑποδέχεσαι ἄς ποῦμε μέ ἕνα ὕφος δέκα καρδιναλίων πού λέμε.. καί σοῦ λέει, τί ἤθελα πού ἦρθα;.. ἄντε νά φύγω πάλι στό καφενεῖο, νά γυρίσω σέ κανα-δυό ὧρες.. Λοιπόν, καί μετά ἐσύ πάλι γκρινιάζεις γιατί δέν κάθεται στό σπίτι. Ἔ, πῶς νά κάτσει στό σπίτι ἀφοῦ τόν ἄνθρωπο δέν τοῦ κάνεις ἕνα χατίρι καλό. Κάνε λίγο τά ἐξωτερικά, ὅ,τι μπορεῖς ἐσύ καί μετά θά σοῦ δώσει ὁ Θεός τό τέλειο, νά σοῦ βγεῖ ἡ ἀγάπη ἀπό μέσα καί νά φτάσουμε σέ αὐτό τό μεγάλο πού εἴπαμε, στήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη.

Μετά νά ἀγαπᾶς τόν ἄλλον πού σέ μισεῖ. Δέν γίνεται; Νά μισήσει ὁ ἄντρας τήν γυναῖκα ἤ τό ἀντίθετο, ἡ γυναίκα τόν ἄντρα; Τί θά πρέπει νά κάνει τώρα τό ἄλλο ἥμισυ; Νά μισήσει καί αὐτό; Θά πρέπει νά συνεχίσει νά ἀγαπᾶ. Γι’ αὐτό εἶναι δύσκολο… Καταλάβατε; Μπορεῖ ὁ ἕνας νά ξεφύγει, ὁ ἄλλος δέν πρέπει νά ξεφύγει καί νά ἀνταποδώσει τό κακό. Τό κακό δέν νικιέται μέ τό κακό. Τό κακό νικιέται μέ τό καλό. Αὐτό τό λένε καί οἱ πρόγονοί μας, οἱ πρό Χριστοῦ: μή νικᾶς τό κακό μέ τό κακό. Δέν γίνεται. Ὅσο βάζεις κακό στό κακό, πᾶς νά ἀντιμετωπίσεις τό κακό μέ κακό, τί κάνεις; Αὐξάνεις τό κακό. Τό θέμα εἶναι νά φύγει τό κακό, νά μειωθεῖ, ὄχι νά αὐξηθεῖ. Ἄρα πρέπει στή θέση τοῦ κακοῦ πού βλέπεις στόν ἄλλον νά ἀνταποδώσεις καλό. Καί πῶς θά τό κάνεις αὐτό ἄν δέν ἔχεις αὐτή τήν ἀγάπη πού εἴπαμε πού δέν ζητάει ἀνταπόδοση; Βλέπετε, λέει ἡ γυναίκα, κοίταξέ τον τίποτε δέν μοῦ ἔχει κάνει, τόσα χρόνια μοῦ ἔχει ψήσει τό ψάρι στά χείλη, μέ ἔχει ἄς ποῦμε ρημάξει. Ἔ λοιπόν, καί ἐγώ σταματάω, δέν τοῦ δίνω τίποτα. Τό κακό δέν διορθώνεται μέ κακό, μόνο μέ καλό διορθώνεται.

Ἔχουμε τέτοιες περιπτώσεις ἀνθρώπων πού κάνανε ὑπομονή καί ἁγιάσανε! Θά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα πού τό ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος. Ἦταν ἕνας πού εἶχε μιά γυναίκα πού ἤτανε ἄτακτη. Τοῦ ἔλεγε τό καλοκαίρι θά πάω μόνη μου διακοπές, θά πάω μέ τίς φίλες μου. Ἐκεῖνος ὁ καημένος δέν ἔβαζε κακό λογισμό, ἔλεγε ἐντάξει, ἄστη νά πάει. Τῆς ἔδινε καί μερικά χρήματα. Αὐτή δέν πήγαινε μέ τίς φίλες της, πήγαινε καταλαβαίνετε, μέ φίλους. Λοιπόν, τέλος πάντων κάτι ἄρχισε νά καταλαβαίνει. Κάποια στιγμή ἔφυγε τελείως ἀπό τό σπίτι. Αὐτός ὁ καημένος προσευχότανε, γιατί τήν ἀγαποῦσε πραγματικά, ἀνιδιοτελῶς πού λέμε. Καί ἔμαθε ὅτι εἶχε καταντήσει κοινή γυναίκα πού λέμε, στόν Πειραιᾶ. Καί μόλις τό ἔμαθε αὐτό, αὐτός ἦταν κάπου ἐδῶ στήν Ἀμερική, ἦταν σέ ἕναν οὐρανοξύστη καί προσευχότανε τό βράδυ ἐκεῖ γιά τήν γυναῖκα αὐτή, τήν γυναῖκα του, καί ἔλεγε, Θεέ μου, βοήθησέ τη. Αὐτή ἡ καημένη τώρα, τί θά γίνει αὐτή ἡ ψυχή; Καί ὅπως τά ἔλεγε αὐτά, ἄρχισε ὁ οὐρανοξύστης νά ἀνοίγει. Εἶδες, πού ἔχει ὀρόφους.. ἄρχισε ἕνας ἕνας ἀπό τούς ὀρόφους νά ἀνοίγουν σάν φερμουάρ. Καί μόλις ἄνοιξαν ὅλοι οἱ ὄροφοι, κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό ἕνα φῶς οὐράνιο καί τόν ἔλουσε! Τό φῶς τοῦ Θεοῦ δηλαδή, καταλάβατε; Ἐπειδή ἀκριβῶς ἀγαποῦσε μέ αὐτή τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη. Δέν εἶπε, δέν ντρέπεται, αὐτή μέ ἐγκατέλειψε, μέ πρόδωσε, θά τῆς δείξω καί ἐγώ.. νά κάνω καί ἐγώ τά ἴδια, ὅπως λένε μερικοί ἤ μερικές. Τό κακό δέν διορθώνεται μέ κακό. Δηλαδή ἀξιώθηκε αὐτός ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό ἄκτιστο φῶς, τό φῶς τοῦ Θεοῦ, πού δέν τό βλέπουν ἀσκητές πού κάνουν 40 καί 50 χρόνια ἄσκηση! Καί αὐτός μέ τήν ἀγάπη πού ἔδειξε στήν γυναῖκα του πού παρεκτράπη ἀξιώθηκε αὐτό τό πράγμα, αὐτό τό θαῦμα. Καταλάβατε πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι νά κάνουμε ὑπομονή καί νά ἀγαπᾶμε χωρίς νά περιμένουμε ἀνταπόδοση καί χωρίς νά ἀνταποδίδουμε κακό στό κακό, ἀλλά καλό στό κακό; Ὁ ἄλλος σοῦ δείχνει κακία, σοῦ δείχνει ζήλια, σοῦ δείχνει φθόνο, σοῦ ἐπιτίθεται, σέ χτυπάει; Ἐσύ ρίξτου ἀκτίνες ἀγάπης. Θυμᾶστε τόν μύθο μέ τόν βοσκό καί τόν ἀέρα καί τήν κάπα τοῦ βοσκοῦ; Κάνανε διαγωνισμό ὁ ἥλιος καί ὁ ἀέρας ποιός θά βγάλει τήν κάπα τοῦ βοσκοῦ. Φυσοῦσε, φυσοῦσε ὁ ἀέρας, τόσο ἔσφιγγε τήν κάπα του ὁ βοσκός. Βγῆκε ὁ ἥλιος μετά λαμπρός, ἀμέσως τήν ἔβγαλε τήν κάπα γιατί ζεστάθηκε. Ἔτσι καί ἐμεῖς, νά ζεσταίνουμε τόν ἄλλον μέ τήν ἀγάπη. Θά βγάλει ὁ ἄλλος τήν κάπα τῶν παθῶν. Ὄχι νά τόν φυσᾶμε καί μέ τήν βία νά προσπαθοῦμε νά τόν διορθώσουμε. Ὅσο τόν ἄλλον τόν πιέζεις καί τόν καταπιέζεις γιά νά γίνει καλός, δέν γίνεται ποτέ καλός! Ὅταν τόν ζεστάνεις μέ τήν ἀγάπη, τότε γίνεται καλός καί αὐτός. Βοηθιέται, βλέπει κι αὐτός πόσο καλός μπορεῖ νά γίνει βλέποντας ἐσένα, τήν καλοσύνη πού ἔχεις ἐσύ καί τήν εἰρήνη πού ἔχεις ἐσύ! Εἶναι αὐτό πού ἔλεγε ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ: εἰρήνεψε ἐσύ καί θά δεῖς χιλιάδες ἀνθρώπους νά ἔρθουν νά εἰρηνέψουν κοντά σου. Γιατί θά ’ρθοῦν; Γιατί θά βλέπουν σέ σένα αὐτό πού μποροῦν νά γίνουν οἱ ἴδιοι. Αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο κήρυγμα, ἔτσι; Βλέπετε, οἱ ἄνθρωποι ἀκοῦμε, ἀκοῦμε, ἀκοῦμε, ἀλλά δέν βλέπουμε παραδείγματα. Ἄν δεῖς ἕναν ἅγιο, μπορεῖ καί νά μή σοῦ πεῖ τίποτα, ἀλλά καί μόνο πού τόν βλέπεις, μέ τήν εἰρήνη πού ἔχει, τήν χαρά, τήν πραότητα, τήν ἠρεμία πού ἐκπέμπει καί ὅλα αὐτά, σοῦ ἀρκοῦν. Πολλές φορές δέν χρειάζεται ν’ ἀκούσεις τίποτα. Ὅπως πήγαινε κάποιος μοναχός στόν Ἅγιο Ἀντώνιο τρία χρόνια καί δέν ρωτοῦσε τίποτα. Οἱ ἄλλοι πού ἦταν στή συνοδεία του ρωτοῦσαν τόν Μέγα Ἀντώνιο. Μέγας Ἀντώνιος ἦταν! Σοῦ λέει, εὐκαιρία νά ρωτήσουμε, τί θά μᾶς πεῖ ὁ γέροντας! Αὐτός δέν ρωτοῦσε. Πάνω στά τρία χρόνια τοῦ λέει ὁ Μέγας Ἀντώνιος, καλά ἐσύ πᾶς-ἔρχεσαι συνέχεια, δέν θά ρωτήσεις κάτι; Ὅλοι ρωτᾶνε! «Ἀρκεῖ μοι τό βλέπειν σε, πάτερ»! Μοῦ ἀρκεῖ πού σέ βλέπω! Καταλάβατε; Αὐτή ἡ παρουσία τῆς ἀγάπης, τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, εἶναι τό μεγαλύτερο κήρυγμα. Καί μέσα στήν οἰκογένεια καί ὁπουδήποτε εἶναι κανείς, στήν ἐργασία, στή γειτονιά, στήν ἐκκλησία, στήν ἐνορία. Καί αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό τόν καθένα μας. Δηλαδή ἐμεῖς ἄν κάνουμε αὐτά πού μποροῦμε, θά μᾶς δώσει ὁ Θεός αὐτή τήν ἀγάπη πού εἴπαμε τήν ἀνιδιοτελή, ἡ ὁποία βέβαια ἔχει ἄλλα χαρακτηριστικά.

Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό τῆς ἀγάπης εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Άπόστολος Παῦλος, ὅτι ἡ ἀγάπη, ἡ ἀληθινή ἀγάπη λέει «οὐδέποτε ἐκπίπτει»[8]. Ποτέ δέν ξεπέφτει. Ἡ ἀγάπη ἡ ἐν Χριστῷ ποτέ δέν σταματάει. Ὁ ἄλλος σ’ ἀγαπάει; Τόν ἀγαπᾶς. Ὁ ἄλλος εἶναι ἀδιάφορος; Τόν ἀγαπᾶς. Ὁ ἄλλος σοῦ ἐπιτίθεται; Τόν ἀγαπᾶς.

Ἦταν κάποτε ἕνας γέροντας μέ ἕναν ὑποτακτικό. Καί ὁ ὑποτακτικός (νά ποῦμε μιά ἱστορία νά ξεκουραστοῦμε..) κάποτε τοῦ λέει τοῦ γέροντά του, σέ ἕναν παροξυσμό θά λέγαμε συναισθηματικῆς ἀγάπης: Γέροντά μου, λέει, σ’ ἀγαπάω ὅσο κανέναν ἄλλον! Δέν μπορεῖς νά φανταστεῖς πόσο σ’ ἀγαπάω! Ὅπως λέγαμε μικρά παιδιά, πόσο ἀγαπᾶς τόν Θεό; Τόοοοοοοσο, μέχρι τόν οὐρανό! Ἤ τήν μαμά σου, τόν μπαμπά σου.. Λοιπόν, τί τοῦ λέει ὁ γέροντας; Λέει, ξέρεις παιδί μου, ἐγώ μέχρι τώρα δέν βρῆκα ἄνθρωπο νά μ’ ἀγαπάει ὅπως τόν ἀγαπάω. Ἦταν σοφός καί αὐτό πού εἶπε ἦταν ἀληθινό. Δέν ἦταν ὑπερηφάνεια, γιατί ἤξερε ὁ γέροντας τί ἔλεγε. Γιατί ὁ γέροντας δέν ἀγαποῦσε μέ τήν συναισθηματική ἀγάπη ἡ ὁποία σβήνει πολύ εὔκολα, γιατί εἴπαμε εἶναι ἀνταποδοτική, ζητάει τήν ἀνταπόδοση τοῦ ἄλλου. Ὄχι, ἀγαποῦσε μέ τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη πού δέν ζητάει ἀνταπόδοση καί ἀγαπάει καί τούς ἐχθρούς. Μετά ἀπό λίγο χρόνο λοιπόν, τί ἔγινε; Αὐτός ὁ ὑποτακτικός πού ἔλεγε ὅτι ἀγαπάει τόν γέροντά του, μέχρι θανάτου δηλαδή, ἄρχισε νά ἀλλάζει καί ἔπαψε νά τόν ἀγαπάει μέ αὐτή τήν συναισθηματική ἀγάπη. Καί ὄχι μόνο, κάποια στιγμή σηκώθηκε καί ἔφυγε. Τόν ἐγκατέλειψε ἐκεῖνον πού ἔλεγε ὅτι τόν ἀγαπάει πάνω ἀπ’ ὅλα. Καί ὄχι μόνο τόν ἐγκατέλειψε, ἀλλά ἄρχισε νά λέει καί λόγια ἐναντίον τοῦ γέροντά του, πού προηγουμένως ἔλεγε ὅτι τόν ἀγαποῦσε τρελά! Λοιπόν, ὁ γέροντάς του ἐν τῷ μεταξύ τά μάθαινε αὐτά, γιατί πήγαιναν ὅλοι καί τοῦ ἔλεγαν, γέροντα, τά ἔμαθες τί εἶπε ὁ ὑποτακτικός σου; Εἶπε αὐτά γιά σένα, ἐκεῖνα.. σέ συκοφαντεῖ, σέ διαβάλλει. Ἐκεῖνος σιωποῦσε, δέν ἔλεγε τίποτα. Κάποια στιγμή μετά ἀπό κανα-δυό χρόνια πάλι, αὐτός ὁ ὑποτακτικός ὁ τρελούτσικος ἦρθε λίγο εἰς ἑαυτόν. Ὁπότε λέει, τί νά κάνω τώρα; Εἶδε καί ἀπόειδε μέσα στόν κόσμο, ἄς γυρίσω λέει πάλι στόν γέροντά μου. Γύρισε πάλι στόν γέροντά του, ὁ γέροντας σάν νά μήν συμβαίνει τίποτα! Τόν περιποιήθηκε, τόν φιλοξένησε, τόν κέρασε, τόν τάισε, τόν πότισε, τόν κοίμισε, τέλος πάντων, ἔγιναν δυό-τρία τέτοια πήγαινε-ἔλα, στό τέλος ξαναγύρισε ὁ ὑποτακτικός στόν γέροντα. Τέλος πάντων.. μετανοημένος τώρα πλήρως καί τελείως καί τοῦ λέει, γέροντα, θέλω νά μέ συγχωρέσεις, λέει, θέλω νά σοῦ πῶ κάτι. Λέει, τί παιδί μου; Νά, λέει, τόσα χρόνια πού λείπω ἀπό δῶ καί σέ ἐγκατέλειψα, θέλω νά σοῦ ζητήσω συγγνώμη∙ πρῶτον γιατί σέ ἐγκατέλειψα καί δεύτερον γιατί ἔλεγα λόγια εἰς βάρος σου, ἔλεγα ἐναντίον σου! Καί λέει, παιδί μου, νά σοῦ πῶ τήν ἀλήθεια, τά μάθαινα. Τά μάθαινα, ὅλα τά μάθαινα! Τά ξέρω ὅλα καί σέ συγχώρησα. Σέ συγχωροῦσα ἀπό τήν πρώτη στιγμή. Δέν σταμάτησα νά σ’ ἀγαπάω. Θυμᾶσαι πού μοῦ εἶπες κάποτε ὅτι μ’ ἀγαπᾶς τρελά, πάνω ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα μετά τόν Θεό καί σοῦ εἶπα δέν ἔχω βρεῖ κάποιον νά μέ ἀγαπάει ὅπως ἐγώ ἀγαπάω; Ἔ λοιπόν, ἐγώ συνέχισα νά σ’ ἀγαπάω. Ὅπως σ’ ἀγαποῦσα τότε, ἔτσι καί τώρα σ’ ἀγαπάω. Εἶναι σάν νά μήν ἔκανες τίποτα! Καί νά σοῦ πῶ καί κάτι; Κάποια φορά πού μέ πονοῦσε πολύ τό μάτι μου, ἔκανα μιά προσευχή στόν Θεό καί εἶπα, Θεέ μου, μέ τίς εὐχές τοῦ πνευματικοῦ μου παιδιοῦ, τίς δικές σου εὐχές δηλαδή, σέ παρακαλῶ κάνε καλά τό μάτι μου! Καί ὁ Θεός, λέει, μέ ἀκουσε καί μέ τίς εὐχές σου μέ ἔκανε καλά. Καταλάβατε; Μέ τίς εὐχές τοῦ ὑποτακτικοῦ πού ἀσεβοῦσε στόν γέροντά του, γιατί ὁ γέροντας δέν ἔπαψε νά τόν ἀγαπάει! Καί ὁ Θεός τοῦ ἔκανε θαῦμα μέ τήν ἐπίκληση τῶν εὐχῶν αὐτουνοῦ ὁ ὁποῖος ἦταν ἀντάρτης καί εἶχε φτάσει νά συκοφαντεῖ τόν γέροντα!

Νά, τί σημαίνει καί πόσο ἀγαπάει ὁ Θεός αὐτή τήν ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς πού πρέπει νά ἔχουμε πάντα. Προσέξτε το αὐτό. Γιατί πολλές φορές κρυώνει ἡ καρδιά μας καί χωριζόμαστε καί οὐσιαστικά παύουμε νά εἴμαστε χριστιανοί, ξέρετε. Δέν εἶναι μικρό πράγμα νά μήν ἀγαπᾶς ἔστω καί ἕναν ἄνθρωπο. Μά, θά πεῖς, αὐτός εἶναι ἐχθρός μου, μοῦ ἔχει κάνει τά μύρια κακά! Μά ἀκριβῶς αὐτόν, λέει ὁ Χριστός, πρέπει ν’ ἀγαπήσεις. Καί τότε, λέει ἕνας σύγχρονος ἅγιος ἁγιορείτης, ὁ Ἅγιος Σιλουανός, τόν ἔχετε ἀκούσει; Τότε, λέει, ἀποδεικνύεις ὅτι εἶσαι χριστιανός. Ἡ ἀπόδειξη ὅτι εἴμαστε χριστιανοί δηλαδή εἶναι ὅταν ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, ὄχι αὐτούς πού μᾶς ἀγαπᾶνε. Λέει κάπου ὁ Χριστός, ἄν ἀγαπᾶτε αὐτούς πού σᾶς ἀγαπᾶνε, δέν κάνετε καί τίποτα σπουδαῖο. Αὐτό λέει καί οἱ γκάνγκστερ, οἱ κακοποιοί τό κάνουν, ἀγαπιοῦνται μέχρι νά κάνουν τή δουλειά τους. Μετά τήν ἐργασία μπορεῖ νά τσακωθοῦν κιόλας, ἀλλά μέχρι νά γίνει ἡ δουλειά ἀγαπιοῦνται. Τό θέμα εἶναι, λέει, ν’ ἀγαπᾶς αὐτόν πού δέν σ’ ἀγαπάει, αὐτόν πού σέ μισεῖ, αὐτόν πού εἶναι ὁ ἐχθρός σου. Τότε μοιάζεις στόν Θεό Πατέρα, τότε μοιάζεις στόν Χριστό, τότε μοιάζεις στόν Θεό καί τότε ἐκπληρώνεις τόν προορισμό σου. Γιατί ὁ προορισμός μας ποιός εἶναι; Νά μοιάσουμε στόν Θεό, τό καθ’ ὁμοίωση, ἡ ὁμοίωση μέ τόν Θεό.

Οἱ ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ εἶναι πολλές, ἀλλά μία θά λέγαμε βασική εἶναι ἡ ἀγάπη. Εἴδατε πού λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν»[9]. Καί μερικοί τό παρεξηγοῦν αὐτό καί λένε, νά βλέπεις; Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Ὄχι δέν εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἔχει καί ἄλλες ἐνέργειες ὁ Θεός. Ὁ Θεός εἶναι καί ταπείνωση, εἶναι καί χαρά, εἶναι καί φῶς, εἶναι καί ἡ ζωή, εἶναι καί ἡ ἀνάσταση. Δέν εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες εἶναι ἄπειρες. Ὅλες καλές. Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ, ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τό ὅτι δηλαδή ὁ Θεός προνοεῖ γιά ὅλους μας, φροντίζει ὅλους μας. Γι’ αὐτό καί δέν πρέπει νά ἔχουμε ἄγχος. Σοῦ λέει ὁ Θεός, «ἔχω μετρήσει καί τίς τρίχες σου»[10]. Ποιός ἔκατσε νά μετρήσει τίς τρίχες του; Ξέρετε κανέναν; Κανένας δέν ἔκατσε! Σοῦ λέει, μέ τίς τρίχες θά ἀσχολοῦμαι τώρα, πόσες τρίχες ἔχω; Κι ὅμως ὁ Θεός σοῦ λέει, ἐγώ τίς ἔχω μετρήσει! Δηλαδή θέλει νά μᾶς πεῖ πόσο μᾶς ἀγαπάει, μέχρι λεπτομερειῶν! Ἄν θά ἔχουμε σήμερα τυρί νά φᾶμε ἤ δέν θά ἔχουμε! Θά μοῦ πεῖτε, εἶναι τυχαῖο; Δέν εἶναι τυχαῖο τίποτα. Θυμᾶμαι ἡ μακαρίτισσα ἡ γιαγιά μου μιά φορά ἤθελε νά φάει τυρί. Δέν εἶχε. Καί χτυπάει ἡ πόρτα, ἦταν ἡ γειτόνισσα καί τῆς δίνει τυρί! Νά ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, καταλάβατε; Μέχρι λεπτομερειῶν! Ζητοῦσαν κρέας οἱ Ἑβραῖοι, γιατί λέει τό βαρεθήκαμε αὐτό τό μάννα συνέχεια.. λέγανε στόν Μωυσῆ.. γκρίνια.. Μεγάλη ἁμαρτία αὐτή. Λέει ὁ Θεός, ἔτσι εἶστε; Θά σᾶς δώσω κρέας, θά σᾶς βγεῖ καί ἀπό τή μύτη! Καί τούς ἔδωσε τά ὀρτύκια. Καί τρώγανε, τρώγανε, μαζεύανε, μαζεύανε καί στό τέλος πάθανε καί χολέρα, γιατί δέν τά συντηρήσανε καί καλά.. Ἡ ἀπιστία, ἡ ἀχορτασία. Καί πέθαναν χιλιάδες ἀπό αὐτή τήν χολέρα καί τά μνήματά τους τά ὀνόμασαν μνήματα ἐπιθυμιῶν. Ἀπό τίς ἐπιθυμίες δηλαδή νά φᾶμε κρέας κ.λπ. πεθάνανε. Αὐτό τό εἴπαμε ἐν παρενθέσει γιά τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ Θεός μᾶς φροντίζει.

Ἀλλα προπάντων ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί θέλει κι ἐμεῖς νά Τοῦ μοιάζουμε. Δηλαδή καί ἐμεῖς, ὄχι νά ἔχουμε ἀγάπη -προσέξτε τί θά σᾶς πῶ- νά γίνουμε ἀγάπη. Ὅπως ὁ Θεός λέει εἶναι ἀγάπη, δέν λέει ἔχει ἀγάπη. «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν»[11], ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη! Δηλαδή καί ἐμεῖς νά ταυτιστοῦμε μέ τήν ἀγάπη. Βλέπεις ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο καί λές, πώ, πώ.. τί ἄνθρωπος εἶναι αὐτός, ξεχειλίζει ἀπό ἀγάπη! Ὅλο του τό εἶναι δηλαδή βγάζει ἀγάπη. Ἔτσι εἶναι ὁ Θεός πού τρέφει τούς πάντες, ζωογονεῖ τούς πάντες, βρέχει σέ ὅλους, καί σέ αὐτούς πού Τόν βλασφημοῦνε καί σέ αὐτούς πού Τόν μισοῦνε, στούς πάντες! Ἔτσι πρέπει νά γίνουμε κι ἐμεῖς.

Ἕνα λοιπόν χαρακτηριστικό τῆς ἀγάπης, εἴπαμε, εἶναι ἡ ἀνιδιοτέλεια καί ἕνα ἄλλο εἶναι ὅτι ποτέ-ποτέ δέν ἐκπίπτει. Ἀκόμα κι ἄν ὁ ἄλλος, ἄς ποῦμε, φτάσει νά σέ μισήσει, ἐνῶ προηγουμένως ἔλεγε ὅτι σ’ ἀγαπάει τρελά, ὅπως εἴπαμε γιά αὐτόν τόν ὑποτακτικό, τό ἴδιο μπορεῖ νά συμβεῖ καί σέ ἕναν γάμο. Δέν τό λένε πολλές φορές μεταξύ τους τά ἀνδρόγυνα ὅτι ὁ ἕνας -λέει- τρελαίνεται γιά τόν ἄλλον ἀπό ἀγάπη; Καί μετά ἀπό λίγο μπορεῖ ὁ ἕνας νά κάνει κιμά τόν ἄλλον. Ποῦ πῆγε αὐτή ἡ ἀγάπη; Δέν ἦταν ἡ ἀγάπη ἡ σωστή, ἦταν ἡ συναισθηματική ἀγάπη πού θέλει ἀνταπόδοση. Καί ἅμα ἄς ποῦμε δέν δώσει αὐτό πού περιμένει, ὁ ἄλλος δέν τοῦ τό δώσει, μπορεῖ νά πάρει καί τήν καραμπίνα καί νά τόν/τήν καθαρίσει. Ἀπό ἐκεῖ φαίνεται ὅτι δέν εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη. Ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη ποτέ δέν ἐκπίπτει, ποτέ δέν σταματάει. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει -λέει- ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;»[12]. Ποιός μπορεῖ νά μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ; «Θλίψη, στενοχωρία, διωγμός, μάχαιρα»[13]. Τίποτα! Δηλαδή ὅ,τι καί νά γίνει, ὁ Χριστός δέν παύει νά μᾶς ἀγαπάει. Θά πεῖ κανείς, καί ὅταν ἁμαρτάνουμε μᾶς ἀγαπάει; Βέβαια!

Λέει ἕνα πολύ ὡραῖο ὁ Ἅγιος Πορφύριος: ἡ ἁμαρτία -λέει- νά μή μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Χριστό. Τί ἐννοεῖ; Ἡ ἁμαρτία εἶναι τεῖχος καί δέν ἀφήνει τόν Χριστό νά μᾶς βοηθήσει. Αὐτή εἶναι ἡ ἁμαρτία. Εἶναι σάν ἄς ποῦμε νά ἔχει ἕναν ὡραῖο ἥλιο, λιακάδα, καί ἐσύ νά μπαίνεις σέ μιά σπηλιά καί νά διαμαρτύρεσαι γιατί δέν ὑπάρχει ὁ ἥλιος. Μά ἐσύ φταῖς πού μπῆκες στήν σπηλιά. Ὅταν ἁμαρτάνουμε, μπαίνουμε σέ μιά σπηλιά καί στερούμαστε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γιατί δέν ἀφήνουμε τόν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης νά μᾶς λούσει μέ τίς ἀκτίνες Του τίς θερμαντικές, τίς θεραπευτικές. Αὐτή εἶναι ἡ ἁμαρτία. Καί λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, νά μή μᾶς χωρίζει ἡ ἁμαρτία ἀπό τόν Χριστό, νά μήν ἀπελπιζόμαστε καί νά μήν νομίζουμε ὅτι ἔπαψε ὁ Θεός νά μᾶς ἀγαπάει. Ὁ Θεός συνεχίζει νά μᾶς ἀγαπάει, ἁπλῶς ἐμεῖς πρέπει νά βγοῦμε ἀπό τήν σπηλιά μας. Πρέπει νά γκρεμίσουμε τό τεῖχος πού χτίσαμε πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό. Τό τεῖχος αὐτό λέγεται ἁμαρτία. Καί νά σᾶς πῶ καί πῶς τό λένε οἱ Πατέρες; Τό λένε θέλημα. Πίσω ἀπό κάθε ἁμαρτία κρύβεται ἕνα θέλημα δικό μας, γιατί δέν θέλουμε νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι κυρίως ἡ ἁμαρτία. Βλέπετε, οἱ Πρωτόπλαστοι ἤξεραν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ: δέν θά φᾶτε ἀπό αὐτό τό δέντρο. Αὐτό ἦταν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί εἶπε ἡ Εὔα, ὄχι.. ἐγώ δέν θέλω νά κάνω αὐτό πού λέει ὁ Θεός.. θέλω νά φάω! Καί ἔφαγε. Ἐξαπατήθηκε ἀπό τόν ὄφη καί μετά παρέσυρε καί τόν Ἀδάμ. Ἀλλά οὐσιαστικά τί κάνανε καί οἱ δύο; Βάλανε τό δικό τους θέλημα μπροστά τους καί τήρησαν τό δικό τους θέλημα τό ὁποῖο τούς χώρισε ἀπό τόν Θεό.

Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός μας -νά γυρίσουμε σέ αὐτό πού ξεκινήσαμε- πρέπει νά ἀρνηθεῖς τόν ἑαυτό σου. Δηλαδή νά ἀρνηθεῖς τό θέλημά σου, ἄν θέλεις νά βρεῖς τόν Θεό. Ὅσο μένεις στό θέλημά σου, δέν μπορεῖς νά ἔχεις τόν Θεό. Μοῦ ἔλεγε μιά ψυχή «μή τυχόν πάτερ καί ὁ Θεός θέλει κάτι ἀντίθετο μέ αὐτό πού θέλω ἐγώ»! Καταλάβαμε πόσο ἀγαπᾶμε τό θέλημά μας; Καί θέλουμε ὁ Θεός νά θέλει αὐτό πού θέλω ἐγώ! Καταλάβατε; Καί ὄχι νά θέλω ἐγώ αὐτό πού θέλει ὁ Θεός. Δηλαδή νά γίνει ὁ Θεός δοῦλος μου καί ἐμεῖς νά εἴμαστε τά ἀφεντικά. Δέν γίνεται, πῶς νά τό κάνουμε; Ὅταν παίρνεις ἕνα αὐτοκίνητο, θά πρέπει νά ἀκολουθήσεις τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή. Δέν εἶσαι ὁ κατασκευαστής νά ἐπιβάλλεις στόν κατασκευαστή τό δικό σου θέλημα! Ἀφοῦ δέν τό ἔφτιαξες τό αὐτοκίνητο, μετά πῶς ἀπαιτεῖς νά λειτουργήσεις τό αὐτοκίνητο ὅπως θέλεις ἐσύ καί νά τό κάνεις βάρκα ἄς ποῦμε ἤ νά τό κάνεις ἀεροπλάνο; Δέν εἶναι στίς προδιαγραφές.

Ἔτσι λοιπόν εἴμαστε φτιαγμένοι. Δέν φτιάξαμε τόν ἑαυτό μας καί πρέπει νά ἀκολουθήσουμε τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή, δηλαδή τό θέλημά Του. Ὅσο ἐμεῖς ἐπιμένουμε νά κάνουμε τό δικό μας θέλημα, τί κάνουμε; Καταστρεφόμαστε. Καί τήν ψυχή μας καί τό σῶμα μας. Γι’ αὐτό καί ἔχουμε γεμίσει μέ ἀρρώστιες σωματικές καί ψυχικές καί ψυχοσωματικές. Φυσικά εἶναι ἀλληλένδετα, ἔτσι; Κάθε ἀρρώστια οὐσιαστικά εἶναι ψυχοσωματική, γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι δυό κουτάκια, εἶναι ἐνιαία ψυχοσωματική ἑνότητα. Ἀρρωσταίνει τό σῶμα, ἀρρωσταίνει καί ἡ ψυχή καί ἀντιστρόφως, ἀρρωσταίνει ἡ ψυχή, ἀρρωσταίνει καί τό σῶμα. Βασικά ἀρρωσταίνει πρῶτα ἡ ψυχή∙ φεύγει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί μετά ἀρρωσταίνει καί τό σῶμα. Καί πότε φεύγει ἡ χάρις; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑπερηφανεύεται. Καί πότε ὑπερηφανεύεται; Ὅταν στήνει τό δικό του θέλημα καί λέει, ἐγώ θά κάνω αὐτό πού θέλω! Κάντο, ἀλλά δέν θά ἔχεις τόν Θεό. Καί χωρίς τόν Θεό ποῦ θά πᾶς; Μάλιστα θά ἔχεις ἀντίπαλο τόν Θεό! Γιατί εἶναι πνευματικός νόμος: «ὁ Θεός -λέει- στούς ὑπερήφανους ἀντιτάσσεται»[14]. Καί εἴπαμε ποιός εἶναι ὑπερήφανος, αὐτός πού ἔχει τό δικό του θέλημα. Καί σέ αὐτούς, λέει, ὁ Θεός πάει κόντρα, αὐτό θά πεῖ ἀντιτάσσεται. Τάσσεται-στέκεται ἀντί, ἀντίθετα, ἀντίπερα, ἀπέναντι. Ἔχεις τόν Θεό ἀπέναντι καί σοῦ λέει, στόπ! Ποῦ θά πᾶς; Θά νικήσεις τόν Θεό; Δέν μπορεῖς. Ἔχετε ἀκούσει ἀνθρώπους πού λένε «ὅλα μοῦ πᾶνε ἀνάποδα, ὅλο ἀναποδιές ἔχω»; Ψάχνεις ἄνθρωπέ μου νά δεῖς μήπως ἔχεις λίγο ὑπερηφάνεια; Ἤ πολλή ὑπερηφάνεια; Μήπως ἔχεις συνέχεια τό θέλημά σου μπροστά σου καί ζητᾶς νά κάνεις τό θέλημά σου; Ἐκεῖ εἶναι ἡ αἰτία. Καταλάβατε;

Ὁπότε, γιά νά ἔχουμε σωστή ἀγάπη, θά πρέπει νά ἀρνηθοῦμε τό θέλημά μας. Ὁπότε μετά, αὐτή ἡ ἀγάπη δέν χάνεται ποτέ. Γιατί ὁ ἄνθρωπος πού δέν ἔχει δικό του θέλημα, ἔχει τόν Θεό μαζί του. Εἶναι ταπεινός, ἔχει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί ὁ Θεός τοῦ δίνει αὐτή τήν τέλεια ἀγάπη πού δέν χάνεται ποτέ. Μπορεῖ ὁ ἄλλος νά μισήσει τήν γυναῖκα -ὅ μή γένοιτο δηλαδή- ἀλλά συμβαίνει, ἤ ἡ γυναίκα τόν ἄνδρα, τό ἕτερον ἥμισυ δέν σταματᾶ νά ἀγαπᾶ καί διασώζεται ὁ γάμος, διασώζεται ἡ οἰκογένεια, διασώζονται τά παιδιά. Ἄν ὅμως δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη ἔστω ἀπό τόν ἕναν δέν μπορεῖ νά σταθεῖ ἡ οἰκογένεια. Ἐγωισμό ὁ ἄντρας, ἐγωισμό ἡ γυναίκα, τελειώσαμε. Γιατί δέν ὑπάρχει ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη. Ἄν ὑπάρχει τουλάχιστον στόν ἕναν, διασώζεται ὁ γάμος. Κάνει ὑπομονή καί ἔχει αὐτή τήν ἀγάπη πού «οὐδέποτε ἐκπίπτει»[15]. Καί αὐτό εἶναι τό καλύτερο δίδαγμα καί γιά τά παιδιά.

Λέει καί ἄλλα χαρακτηριστικά ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἡ ἀγάπη -λέει- οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς»[16]. Ἄλλα χαρακτηριστικά. Δηλαδή δέν ὑπερηφανεύεται. Φυσιοῦται, φουσκώνει. Βλέπεις ἄς ποῦμε τό παγόνι ὅταν θέλει νά ἀνοίξει τά φτερά του, νά μᾶς κάνει ἐπίδειξη, φουσκώνει, γιά νά μᾶς ἐντυπωσιάσει. Ἔτσι κάνει καί ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως πού ἔχει τήν σωστή ἀγάπη, δέν φουσκώνει, δέν ἐπιδεικνύεται, δέν προσπαθεῖ νά ἐντυπωσιάσει τούς ἄλλους. Εἶναι ταπεινός. Γι’ αὐτό εἶπαμε εἶναι μαζί ταπείνωση καί τέλεια ἀγάπη. Καί «δέν ζητάει τά ἑαυτῆς». Εἶναι αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, ἀνιδιοτελής.

Μιλήσαμε λοιπόν γιά τήν ἀγάπη, γιά τά βασικά χαρακτηριστικά, ἡ ὁποία, ὅπως εἴπαμε, ἔχει τά δύο σκέλη: πρῶτον εἶναι ἀγάπη πρός τόν Θεό καί μετά ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Γιά νά κατορθώσουμε αὐτή τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον, πού εἴπαμε ἔχει αὐτά τά βασικά χαρακτηριστικά, δέν ζητάει τά δικά της, δέν ὑπερηφανεύεται, ἐπίσης δέν κάνει διακρίσεις, ἄλλους ἀγαπάω, ἄλλους δέν ἀγαπάω, καί μάλιστα φτάνει μέχρι θανάτου! Γιατί λέει ὁ Χριστός μας κάπου, νά ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, ὁ ἕνας τόν ἄλλον δηλαδή, «καθώς ἐγώ ἠγάπησα ὑμᾶς»[17]. Πῶς μᾶς ἀγάπησες, Χριστέ μου, γιά νά ἀγαπήσουμε καί ἐμεῖς ὁ ἕνας τόν ἄλλον; Μέχρι θανάτου σᾶς ἀγάπησα. Ὁ Χριστός πέθανε γιά μᾶς, προσέξτε αὐτό. Οὔτε ὁ πατέρας μας πέθανε γιά μᾶς, οὔτε ἡ μάνα μας, οὔτε τά ἀδέλφια μας, οὔτε ἡ γυναίκα μας - ἄν ἔχουμε γυναίκα, οὔτε τά παιδιά μας. Κανένας δέν ἔχει πεθάνει γιά μᾶς, μόνο ὁ Θεός, ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό ὀφείλουμε πάνω ἀπ΄ ὅλα ν’ ἀγαπᾶμε τόν Χριστό. Γιατί λένε μερικοί, θά διαλύσεις τήν οἰκογένειά σου γιά τήν πίστη, γιά τήν θρησκεία; Ἄν ἡ οἰκογένεια μέ ἐμποδίζει νά πάω στόν Χριστό, βέβαια! Δέν μπορῶ νά ὑποκύπτω σέ ἄνομα θελήματα τοῦ συζύγου (ἡ σύζυγος) γιά νά κρατήσω τόν ἄντρα μου, κάνοντας ἁμαρτίες καί αἰσχρά πράγματα καί πράγματα ἄς ποῦμε ἀντίθετα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὀφείλει νά βάλει πρῶτα τόν Θεό καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί μετά τήν ἀγάπη στήν οἰκογένεια. Μπορεῖ τό παιδί μου ἐμένα νά θέλει νά γίνει ἄθεο. Νά κάνει ἄς ποῦμε ἕναν γάμο πού δέν εἶναι γάμος, νά γίνει ὁμοφυλόφιλο ἤ νά κάνει πολιτικό γάμο. Ἐγώ θά τό στηρίξω αὐτό, τήν ἁμαρτία αὐτή, τήν ὅποια ἁμαρτία; Ὄχι. Μά θά τά χαλάσεις μέ τό παιδί σου; Προκειμένου νά τά χαλάσω μέ τόν Χριστό; Δέν μπορῶ νά στηρίξω μιά ἁμαρτία. Μετά γίνομαι συνένοχος στήν ἁμαρτία. Καταλάβατε; Αὐτό σημαίνει ἀγάπη στόν Θεό.

Πρῶτα ἀγαπᾶμε τόν Θεό σωστά καί μετά ἀγαπάω σωστά καί τόν πλησίον, τόν ὅποιον πλησίον, καί τούς γονεῖς καί τά ἀδέλφια καί τά παιδιά καί τήν σύζυγο καί ὅλους. Ἄν δέν ἔχω ἀγαπήσει σωστά τόν Χριστό, δέν μπορῶ νά ἀγαπήσω σωστά καί τόν πλησίον. Μετά πέφτουμε στήν συναισθηματική ἀγάπη, πού εἴπαμε ζητάει ἀνταπόδοση καί ἡ ὁποία ἐκπίπτει καί ἡ ὁποία οὐσιαστικά πολλές φορές εἶναι καί μία σύμπραξη στήν ἁμαρτία τοῦ πλησίον, πού θεωρεῖται ἀγάπη, ἐνῶ δέν εἶναι ἀγάπη νά βοηθᾶς τόν ἄλλον στήν ἁμαρτία. Ἔρχεται μία γυναίκα ἄς ποῦμε καί σοῦ λέει, δέν μπορῶ, θά κάνω ἔκτρωση.. ἔλα καί ἐσύ στό νοσοκομεῖο νά μέ βοηθήσεις, νά μοῦ συμπαρασταθεῖς, νά δείξεις ἀγάπη. Δέν εἶναι ἀγάπη αὐτό. Αὐτό εἶναι στήριξη σέ ἕνα ἔγκλημα. Βοηθᾶς δηλαδή τήν κοπέλα αὐτή νά κάνει οὐσιαστικά μιά πνευματική αὐτοκτονία. Αὐτό εἶναι ἀγάπη; Ὄχι βέβαια, νά βοηθᾶς τόν ἄλλον νά αὐτοκτονήσει πνευματικά σκοτώνοντας μιά ἀθώα ὕπαρξη.

Ὁπότε ἀγαπᾶμε σωστά τόν πλησίον, τό ὁριζόντιο σκέλος, ὅταν ἔχουμε τό κατακόρυφο σκέλος, ὅταν ἀγαπᾶμε σωστά τόν Χριστό. Καί ποιά εἶναι ἡ ἀγάπη στόν Χριστό; (Δέν τό ἀπαντήσαμε, τό λέμε τώρα). Εἶναι αὐτό πού λέει πάλι ὁ Χριστός: ἐκεῖνος εἶναι λέει πού μέ ἀγαπάει, ποιός; «Ἐκεῖνος πού ἔχει τίς ἐντολές Μου καί τίς τηρεῖ»[18]. Νά ποιά εἶναι ἡ ἀγάπη. Ὄχι ἡ συναισθηματική. Ὁ Θεός δέν ζητάει αὐτό πού λέει ὁ κόσμος «ἀγάπες καί λουλούδια», αἰσθήματα. Εἶναι πολύ σαφής. Μέ ἀγαπᾶς; Ἀπόδειξέ το τηρώντας τόν νόμο Μου, τίς ἐντολές Μου, δηλαδή τίς ὁδηγίες χρήσης πού σᾶς ἔχω δώσει, τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Πάλι δηλαδή, βλέπετε, ὁ Θεός δέν ζητάει γιά τόν ἑαυτό Του κάτι, γιά μᾶς. Λέει, τηρήστε αὐτά πού σᾶς ἔχω πεῖ γιά τόν ἑαυτό σας, γιά σᾶς. Ἐσεῖς θά πάθετε καλό ὅταν τηρεῖτε τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή. Θά διατηρήσετε σῶο -ἐξ οὗ καί σωτηρία, σώζομαι- τό σῶμα σας καί τήν ψυχή σας. Γιατί καί τό σῶμα μας θά σωθεῖ. Θά τό πάρουμε καί τό σῶμα μας ἄφθαρτο. Δέν θά εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μιά βασιλεία ψυχῶν. Θά εἶναι μιά βασιλεία πού θά εἶναι ὁλόκληρος ἄνθρωπος. Ὁλόκληρος ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού εἶναι ψυχή καί σῶμα, τό συναμφότερον, ὅπως λένε οἱ Πατέρες. Καί τό σῶμα καί ἡ ψυχή σώζονται, πότε; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Καί τότε εἶναι πού ἀποδεικνύει ὅτι ἀγαπάει τόν Θεό. Τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, μετά ἀγαπᾶς σωστά καί τόν πλησίον. Ἕνας πού ἀγαπάει σωστά τόν Θεό καί τηρεῖ τίς ἐντολές Του, οὔτε θά κλέψει, οὔτε θά μοιχεύσει, οὔτε θά πάρει τόν ἄντρα ἤ τήν γυναῖκα τοῦ ἄλλου ἀντιστοίχως, οὔτε θά κάνει ὁτιδήποτε ἄδικο στόν πλησίον.

Αὐτά ἤθελα νά σᾶς πῶ σήμερα γιά αὐτή τήν μεγάλη ἀρετή τῆς ἀγάπης καί τό πῶς πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε μέσα μας τί σημαίνει ἀγάπη. Γιατί ξέρετε καί ὁ διάβολος χρησιμοποιεῖ τήν ἀγάπη, τήν διαστρεβλωμένη ὅμως ἀγάπη, γιά νά περάσει τά μηνύματά του. Καί σοῦ λένε καί αὐτοί οἱ ταλαίπωροι, οἱ καημένοι οἱ ὁμοφυλόφιλοι, νά μᾶς ἀγαπᾶτε. Σᾶς ἀγαπᾶμε, ἀλλά τήν ἁμαρτία σας δέν ἀγαπᾶμε καί δέν ἀνεχόμαστε αὐτή τήν ἁμαρτία νά τήν προβάλλετε ὡς πρότυπο ζωῆς καί ὡς ἕνα ἄς ποῦμε ἀντικείμενο χειροκροτήματος. Ὄχι, δέν μποροῦμε νά σᾶς χειροκροτήσουμε γιά τήν ἁμαρτία σας! Σάν πρόσωπα, εἰκονες Θεοῦ πού εἴσαστε, σᾶς ἀγαπᾶμε, ἀλλά δέν ἐπικροτοῦμε τήν ἁμαρτία σας. Τό ἴδιο καί ὁποιοδήποτε ἄλλον ἁμαρτωλό. Τόν ἁμαρτωλό πάντα τόν ἀγαπᾶμε, ἀλλά τήν ἁμαρτία δέν τήν ἀγαπᾶμε. Ξεκάθαρα πράγματα. Γιατί ἄν ἀγαπήσουμε τήν ἁμαρτία, τότε τί κάνουμε; Ἐνθαρρύνουμε τόν ἁμαρτωλό στήν πνευματική του αὐτοκτονία. Καί αὐτή δέν εἶναι ἀγάπη, νά λές στόν ἄλλον μπράβο πού σκοτώνεσαι, μπράβο πού αὐτοκτονεῖς, σέ συγχαίρω! Δέν εἶναι ἀγάπη, ἔτσι δέν εἶναι; Ὁ ἄλλος παίρνει ναρκωτικά ἄς ποῦμε καί ἐσύ τοῦ λές, μπράβο παιδί μου, συνέχισε.. σέ χειροκροτῶ; Δέν εἶναι ἀγάπη αὐτό. Τόν ἴδιο σάν πρόσωπο τόν ἀγαπᾶμε, τόν πονᾶμε, ἀλλά θά ποῦμε, παιδί μου, σταμάτησε τά ναρκωτικά, σταμάτησε τήν ἁμαρτία -τήν ὅποια ἁμαρτία- δέν εἶναι σωστό! Καί πολύ περισσότερο μήν ἀπαιτεῖς νά σέ χειροκροτήσω γιά τήν ἁμαρτία αὐτή πού κάνεις. Gay pride, ἔ...;

Λοιπόν, τότε ἀγαπᾶμε σωστά τόν πλησίον, τότε ἀγαπᾶμε σωστά τά παιδιά μας, τήν οἰκογένειά μας, τόν ὁποιοδήποτε ἀδελφό μας, ὅταν ἀγαπᾶμε τόν Χριστό, ὅταν τηροῦμε τίς ἐντολές. Αὐτό εἶναι πολύ βασικό νά τό μάθουμε. Γιατί ξέρετε, γι’ αὐτό ἀκριβῶς ἀποτυγχάνουν οἱ ἄνθρωποι στή ζωή τους καί στήν οἰκογένειά τους. Βλέπετε, ἔχουμε γεμίσει διαζύγια. Γιατί ἀκριβῶς δέν καλλιεργεῖται ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη, ἀλλά παραμένουνε τά ζευγάρια σέ μιά συναισθηματική ἀγάπη, σέ μιά ἀνταποδοτική σχέση οὐσιαστικά, σέ μιά ἐμπορική σχέση, πού ὁ ἕνας ζητάει ἀπό τόν ἄλλον ἀποδείξεις ἀγάπης κάποια στιγμή καί πολύ γρήγορα διαλύεται ὁ γάμος. Ἤ καί ἄν ὑπάρχει, εἶναι μιά συμβατική κατάσταση, μιά συμβίωση ἄς ποῦμε συμβατική. Ἐνῶ θά μποροῦσε νά εἶναι πρόγευση τοῦ παραδείσου, ὅταν καί οἱ δυό ἀγαπηθοῦνε ἐν Χριστῷ. Πού σημαίνει τί; Νά ζοῦν τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Νά ἔχουν σωστά τό κατακόρυφο σκέλος, τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, ὁπότε μετά θά πετύχουν καί τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη μεταξύ τους. Καταλάβατε; Γι’ αὐτό χρειάζεται ἡ καλλιέργεια ἡ πνευματική τοῦ κάθε μέλους, καί τοῦ ἀνδρός καί τῆς γυναικός μέσα στήν οἰκογένεια, ὥστε νά ὑπάρχει ἐνεργό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέσα τους. Καί αὐτό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μετά τούς ἑνώνει καί μεταξύ τους. Καί πλέον δέν ἔχουνε δύο θελήματα, ἀλλά ἕνα θέλημα, τό θέλημα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔχουνε τό ἕνα πνεῦμα καί τότε πετυχαίνει ὁ γάμος. Τότε εἶναι πρόγευση τοῦ παραδείσου, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ἔδωσε ὁ Θεός τόν γάμο. Τό ἴδιο καί μέσα στήν ἐνορία, τό ἴδιο καί μέσα στό μοναστήρι. Καί ἐκεῖ πάλι αὐτό εἶναι τό ζητούμενο, νά φτάσουν οἱ ἄνθρωποι ν’ ἀγαπηθοῦνε ἀνιδιοτελῶς μέ τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

https://hristospanagia3.blogspot.com 


[1] Ματθ. 22, 37-39.

[2] Μᾶρκ. 8, 34.

[3] Α΄ Κορ. 6, 13.

[4] Λουκ. 23, 34.

[5] Πράξ. 7, 60.

[6] Α΄ Τιμ. 2, 4.

[7] Ματθ. 5, 45.

[8] Α΄ Κορ. 13, 8.

[9] Α΄ Ἰωάν. 4, 8.

[10] Πρβλ. Ματθ. 10, 30.

[11] Α΄ Ἰωάν. 4, 8.

[12] Ρωμ. 8, 35.

[13] Ὅ.π.

[14] Ἰακ. 4, 6.

[15] Α΄ Κορ. 13, 8.

[16] Α΄ Κορ. 13, 4-5.

[17] Ἰωάν. 13, 34.

[18] Ἰωάν. 14, 21.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ

1.Μπορεῖτε νά δεῖτε τίς προηγούμενες δημοσιεύσεις τοῦ ἱστολογίου μας πατώντας τό: Παλαιότερες ἀναρτήσεις (δεῖτε δεξιά)

2.Καλλίτερη θέαση τοῦ ἱστολογίου μέ τό Mozilla.

3.Ἐπιτρέπεται ἡ ἀναδημοσίευση τῶν ἀναρτήσεων μέ τήν προϋπόθεση ἀναγραφῆς τῆς πηγῆς

4.Ἐπικοινωνία:
Kyria.theotokos@gmail.com .
Γιά ἐνημέρωση μέσῳ ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου στεῖλτε μας τό e- mail σας στό
Kyria.theotokos@gmail.com .
Home of the Greek Bible