Η Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου (Εορτή Εμμανουήλ)
Απολυτίκιο. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως βρέφος βαστάζουσα, εν ταις αγκάλαις Αγνή, τον πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα εκ σου, χαράς ώφθης πρόξενος, όθεν πάσα η κτίσις, ανυμνεί χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, την φρικτήν σου λοχείαν πηγήν γαρ αθανασίας, κόσμω εκύησας.
Ως βρέφος βαστάζουσα, εν ταις αγκάλαις Αγνή, τον πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα εκ σου, χαράς ώφθης πρόξενος, όθεν πάσα η κτίσις, ανυμνεί χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, την φρικτήν σου λοχείαν πηγήν γαρ αθανασίας, κόσμω εκύησας.
Κοντάκιον Ήχος πλ. β’.
Ο προ Εωσφόρου εκ Πατρός αμήτωρ γεννηθείς, επί τής γης απάτωρ εσαρκώθη σήμερον εκ σού, όθεν Αστήρ ευαγγελίζεται Μάγοις, Άγγελοι δε μετά Ποιμένων υμνούσι, τον άχραντον Τόκον σου, η Κεχαριτωμένη.Η Φυγή Στην Αίγυπτο της Υπεραγίας Θεοτόκου
Όταν οι μάγοι προσκύνησαν το Χριστό, αναχώρησαν για την πατρίδα τους, χωρίς να περάσουν από το βασιλιά Ηρώδη. Τότε άγγελος Κυρίου φάνηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε να πάρει το παιδί με τη μητέρα του και να φύγει στην Αίγυπτο.
Ευαγγέλιο Ματθαίου, Β' 13-18. Και έμειναν εκεί, μέχρι πού πέθανε ο Ηρώδης, για να επαληθευθεί έτσι εκείνο που ελέχθη δια του προφήτου Ωσηέ: "Εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου" (Ωσ. Ια’ 1).
Μετά τη φυγή του Κυρίου στην Αίγυπτο, ο Ηρώδης έστειλε στρατιώτες και θανάτωσαν όλα τα παιδιά που ήταν στη Βηθλεέμ και τα περίχωρά της, από ηλικίας δύο ετών και κάτω. Διότι τόσο είχε υπολογίσει την ηλικία του Χριστού, Τον οποίο φοβόταν ότι θα του έπαιρνε τη βασιλεία.
Επίσης, η φυγή του Κυρίου στην Αίγυπτο, κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, φράσσει και τα στόματα των αιρετικών. Διότι όπως λέει, αν δεν έφευγε ο Κύριος και φονευόταν από τον Ηρώδη , θα είχε εμποδιστεί η σωτηρία των ανθρώπων. Αν πάλι τον συνελάμβαναν και δεν φονευόταν, θα έλεγαν πολλοί ότι δε φόρεσε ανθρώπινη σάρκα, αλλά μόνο κατά φαντασία. Έπειτα, η φυγή φανερώνει άλλη μια φορά, ότι τίποτα δεν μπορεί να ματαιώσει τα σχέδια του Θεού.
Ο Άγιος Ευθύμιος ο Ομολογητής, επίσκοπος Σάρδεων
Ο Σ. Ευστρατιάδης, στο Αγιολόγιό του, αναφέρει για τον Άγιο αυτόν τα εξής: Ήκμασεν επί της βασιλείας Κωνσταντίνου και Ειρήνης (780-797), γεννηθείς εν Λυκαονία και σπουδάσας εν Αλεξάνδρεια.
Μετά την αποπεράτωσιν των σπουδών αυτού κατέφυγεν εις μονήν τίνα αποκαρείς μοναχός και διαπρέψας εν τη μοναχική πολιτεία, δια δε την αρετήν και την παιδείαν αυτού προεβιβάσθη εις τον μητροπολιτικόν θρόνον των Σάρδεων, λαβών μέρος εν τη κατά των εικονομάχων αθροισθείση εν Νίκαια το δεύτερον Εβδόμη οικουμενική συνόδω (787), εν η την ορθήν της εκκλησίας δόξαν μετά παρρησίας και θάρρους καθωμολόγησε και υπέγραψε (ίδε Mansi, τ. XII, σ. 1087-1088).
Τα εξαιρετικά αυτού προσόντα εκτιμώντες οι βασιλείς ενεπιστεύθησαν αυτώ διαφόρους δημοσίας αποστολάς, αλλά επί της βασιλείας Νικηφόρου Α’ (802-811), επί καταγγελία γενομένη παρά ανωτέρου υπαλλήλου εν Σάρδεσι ότι έκειρε μοναχήν κόρην, ην εζήτει ούτος εις γάμον, ο Ευθύμιος εξωρίσθη εις την νήσον Παττάλαραν λίαν ταλαιπωρηθείς.
Εκ της εξορίας επανήλθεν εις Κωνσταντινούπολη (814), αλλά και πάλιν μετά την έκρηξιν της εικονομαχίας επί Λέοντος του Ισαύρου (813-820), οπαδός της εναντίας ταχθείς μερίδος, εξωρίσθη εις Άσσον (παρά το Αδραμύτιον), ένθα παρέμεινε μέχρι του θανάτου του Λέοντος ανακληθείς υπό Μιχαήλ του Τραυλού (820-829), αλλά και τούτον καταβροντήσας δι' ων κατά πρόσωπον αυτού είπεν, "ει τις ου προσκυνεί τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν εικόνι περιγραπτόν ήτω ανάθεμα", εξώργισε και ηνάγκασε να εξορίσει αυτόν εις τον Ακρίταν, ένθα ενέκλεισεν αυτόν εις ζοφερωτάτην φυλακήν εκεί δια βουνεύρων τυπτόμενος και εκ των πληγών εξογκωθείς ως ασκός οκτώ ημέρας μετά την άθλησιν, προς Κύριον έξεδήμησε". Θεώ παραστάς, Ευθύμιε, τρισμάκαρ, πλήρης άληκτου τυγχάνεις ευθυμίας.
(Η μνήμη του Αγίου, από ορισμένους Συναξαριστές, περιττώς επαναλαμβάνεται και την 11η Οκτωβρίου.)
(Η μνήμη του Αγίου, από ορισμένους Συναξαριστές, περιττώς επαναλαμβάνεται και την 11η Οκτωβρίου.)
Ο Όσιος Κωνσταντίνος "ο εξ Ιουδαίων"
Ο νεαρός Ιουδαίος, ο οποίος έφερε την χριστιανική πίστη ήδη στη ψυχή του, αποφάσισε να φύγει από το θόρυβο του κόσμου, και μετέβη στο μοναστήρι Φουβούτιον, του οποίου οι μοναχοί φημίζονταν για την θεάρεστη ζωή τους.
Αφού δοκιμάσθηκε αρκετά και πείστηκαν για την ειλικρινή και φωτεινή πίστη του, του έδωσαν το άγιο βάπτισμα και τον ονόμασαν Κωνσταντίνο.
Έγινε έτσι αδελφός της Μόνης. Επιδόθηκε στη μελέτη των πνευματικών πραγμάτων. όμως αυτό δεν του ήταν αρκετό, ήθελε να διδάξει και στους άλλους ανθρώπους την αγάπη του Χριστού. Γι' αυτό άρχισε να μεταβαίνει από την μία πόλη στην άλλη και να κηρύσσει το λόγο του Θεού. Απεβίωσε εν ειρήνη.
Ο Όσιος Ευάρεστος
Καταγόταν από τη Γαλατία από γονείς ένδοξους και επίσημους της χώρας αυτής. Αφού καλά και όσια εκπαιδεύτηκε στη χώρα του, πήγε με τον πατέρα του στην Κωνσταντινούπολη επί Λέοντος του Ισαύρου (813-820) και τον φιλοξενούσε ο συγγενής του πατρίκιος Βρυέννιος.
Όταν αυτός στάλθηκε από τη βασίλισσα Θεοδώρα πρέσβυς στους Βούλγαρους, πήρε κοντά του και τον Ευάρεστο και όταν έφτασαν στον τόπο, που ονομαζόταν Σκόπελο, εκεί ο Ευάρεστος συνάντησε γέροντα ασκητή, στον οποίο προσκολλήθηκε και εκάρη μοναχός. Ο δε γέροντας, βλέποντας την υψηλή πνευματική έφεση του νέου, τον έστειλε με συστατική επιστολή στη Μονή Στουδίου, όπου ο Ευάρεστος διέπρεπε σαν αυστηρός ασκητής.
Εκεί λοιπόν οσιακά αφού έζησε και τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 79 χρονών. Το δε τίμιο λείψανό του, εναποτέθηκε στη Μονή Κοκουρουβίου (ή Κοκκοροβίου).
Ο Άγιος Κωνστάντιος ο Ρώσος, ο Νέος Ιερομάρτυρας
Ο Κωνστάντιος καταγόταν από τη Ρωσία και υπηρετούσε σαν εφημέριος στη Ρωσική Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο ήλθε στο Άγιον Όρος και παρέμεινε για αρκετό χρονικό διάστημα στη Μεγίστη Λαύρα, απ' όπου αναχώρησε στα Ιεροσόλυμα για προσκύνημα στους Άγιους Τόπους.
Επανήλθε στη Μεγίστη Λαύρα και περίμενε την ειρήνη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Όταν επιτεύχθηκε η ειρήνη, ο Άγιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη και παρέμεινε σαν εφημέριος στην ίδια πρεσβεία.
Εκεί όμως, άγνωστο για ποιους λόγους, ήλθε σε προστριβή με τον Ρώσο Πρέσβη και είτε από φόβο είτε από θυμό, παρουσιάστηκε στον Σουλτάνο και αρνήθηκε τον Χριστό. Για την ενέργειά του αυτή, έτυχε μεγάλων τιμών και περιποιήσεων από τους Τούρκους.
Μετά από λίγες ήμερες, συναισθάνθηκε το μεγάλο του ολίσθημα, μετανοημένος έκλαψε πικρά και πόθησε το μαρτύριο.
Έτσι πέταξε τα τούρκικα ρούχα, φόρεσε ένα φθαρμένο ράσο, παρουσιάστηκε στον Σουλτάνο και με θάρρος ομολόγησε τον Χριστό και αποκήρυξε τη θρησκεία του Μωάμεθ. Χωρίς καμιά διαδικασία, οι Τούρκοι πήραν τον μάρτυρα και τον αποκεφάλισαν μπροστά στ' ανάκτορα του Σουλτάνου το 1743.
synaxarion.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου