Μοναχός Γεώργιος Βατοπαιδινός (1908- (†)30-12-1998)
(Ένας Νικαιώτης Όσιος)
Μόνασε στην αρχή στή μονή Βατοπαιδίου καί κατόπιν στό Βατοπαιδινό Κελλί τού Αγίου Προκοπίου, όπου τό 1967 έκάρη μεγαλόσχημος μοναχός από τόν Γέροντα Νεόφυτο τόν Πνευματικό (+1967). Μετά από αποκάλυψη τού ενάρετου Γέροντά του, τού έδωσε ευλογία νά μεταβεί στον κόσμο.
"Αφησε τό αγαπημένο του 'Άγιον "Ορος καί κατοίκησε σέ διάφορα μέρη στή Νίκαια τού Πειραιά, δίχως ποτέ νά πάει στό σπίτι καί τους δικούς του. «Έγώ», έλεγε, «είμαι μοναχός καί τήν οικογένεια μου τήν έχει αναλάβει ό Θεός. Αυτός ξέρει». Κατόπιν τόν φιλοξένησε μία ευσεβής οικογένεια σ' ένα φτωχό σπιτάκι τού κήπου. Συχνά έλεγε: «Η ταπείνωση γιά τήν ψυχή είναι η αφάνεια καί γιά τό σώμα είναι ο κόπος».
Εργαζόταν μέ τά χέρια του γιά τόν επιούσιο άρτο πουλώντας εικόνες καί θυμιάματα. Οι επισκέψεις στά σπίτια ήταν μία ευκαιρία νά μιλά μέ απλότητα καί αγάπη στους ανθρώπους πού ήταν μακριά από τόν Θεό, πού έβριζαν καί δέν πίστευαν, καί να τους οδηγεί σέ μετάνοια καί στην αναζήτηση τού Θεού.
Μέ τά χρήματα πού μάζευε ζούσε λιτά, έδινε κάτι σέ αυτούς πού τόν φιλοξενούσαν καί τά υπόλοιπα τά έκανε φιλανθρωπίες. Μάλιστα έκανε βιβλιάρια τραπέζης μέ μικρά ποσά καί τά έδινε σέ άπορες νέες γιά ένα ξεκίνημα της ζωής.
Βοηθούσε πολλούς μέ τήν προσευχή του καί τό παράδειγμα του. Μέ τίς συμβουλές του έκανε τους ανθρώπους ν' αγαπήσουν πιό πολύ τόν Θεό. Αγαπούσε πολύ νά λέει τό «Πάτερ ημών». Σταματούσε στό «και άφες ημίν ...», λέγοντας πώς πρέπει να συγχωρούμε τίς αμαρτίες των άλλων, γιά νά συγχωρέσει καί τίς δικές μας ό Θεός.
«Οι δοκιμασίες στη ζωή», έλεγε, «είναι από τήν αγάπη του Θεού». Αγαπούσε πολύ νά μιλά γιά τήν αγία ταπείνωση, τήν οποία αληθινά πάντοτε ζούσε.
Κάποτε, όταν ήταν στό Κελλί, ό Γέροντας του τόν έσπρωξε κι έπεσε κάτω. Ξαφνιασμένος ό π. Γεώργιος τόν ρώτησε γιατί τόν έσπρωξε. Εκείνος τόν ρώτησε αν πόνεσε με τήν πτώση του. Ή απάντηση του π. Γεωργίου ήταν αρνητική.
Ο Γέροντας του τού είπε: «"Ετσι θά είναι καί ή ζωή σου. Όσο πιό χαμηλά ζεις, όταν πέσεις δέν θά κτυπήσεις πολύ. Εάν πέσεις από ψηλά τότε θά κτυπήσεις άσχημα...». Κι ένας άλλος Γέροντας έλεγε: «Ό ταπεινός δέν φοβάται νά πέσει, γιατί είναι χάμω. Καί από τό χάμω πιό χάμω δέν έχει!».
Ό Γέροντας Νεόφυτος ένα βράδυ ξύπνησε τή μικρή αδελφότητα του Κελλιού λέγοντας πώς πρέπει νά κάνουν προσευχή, γιατί ό αδελφός Γεώργιος θά βγει στον κόσμο. Ό ίδιος ό π. Γεώργιος αργότερα έλεγε: «Όσο κρύβεις ένα καλό έργο, τόσο αυτό διατηρείται περισσότερο».
Τό κύριο έργο ήταν η αδιάλειπτη προσευχή καί ή έμπρακτη αγάπη προς τόν άναγκεμένο συνάνθρωπο. Κάθε πρωί πήγαινε μέ τά πόδια -σπάνια χρησιμοποιούσε τό λεωφορείο- καί προς διαφορετική κατεύθυνση. Όταν έβλεπε συγκεντρωμένο πλήθος καί διέκρινε κάποια ένταση μεταξύ τους, πήγαινε εκεί καί μέ τόν λόγο του προσπαθούσε νά τους ηρεμήσει καί ενώσει.
Αυτό τό έκανε μέχρι πού αρρώστησε καί δέν μπορούσε νά βγει από τό σπίτι του. Σέ κάθε τι πού ήθελε νά κάνει, πάντοτε έκανε προσευχή καί περίμενε απάντηση από τόν Θεό. "Ενα χειμώνα είχε τρομερές πλημμύρες στή Νίκαια. Ό π. Γεώργιος έσωσε από σίγουρο πνιγμό τους επιβάτες ενός λεωφορείου. Τό νερό κατέβαινε σάν ποτάμι στους δρόμους.
Ό π. Γεώργιος παρακάλεσε τόν οδηγό του λεωφορείου νά κάνει στάση. Ό οδηγός αρνήθηκε, γιατί δέν υπήρχε καθορισμένη στάση εκεί. Ό πατήρ επέμενε καί ό οδηγός αναγκάσθηκε νά σταματήσει. Αυτό ήταν σωτήριο. Άν τό λεωφορείο συνέχιζε τήν πορεία του θά είχε παρασυρθεί άπό τά πολλά νερά.
Τα βράδια κοιμόταν λίγο. Πολλές φορές βάδιζε στο δωμάτιό του προσευχόμενος. Σέ όλη του τή ζωή ταπεινωνόταν συνεχώς. "Οταν τόν ρώτησαν γιατί τόσος πόνος στον κόσμο καί γιατί νά υποφέρουν μητέρες καί παιδιά; Απάντησε: «Νά προσεύχεσθε όσα είναι νά γίνουν, νά γίνουν γρήγορα, γιά νά έλθει ό Χριστός. Μόνο Αυτός μπορεί νά μας σώσει. Νά παρακαλάμε νά έλθει γρήγορα».
Μία σημερινή μοναχή, πού τόν γνώριζε άπό μικρή, λέει περί αυτοί)•. «Ήταν μετρίου αναστήματος, πολύ ισχνός, μέ ισχνή φωνή, μάλλον βραχνή. "Ηταν σύννους, αλλά γεμάτος αγάπη. Οι μοναδικές στιγμές πού γινόταν αυστηρός ήταν όταν τόν επαινούσαν.
Ό π. Γεώργιος ζούσε σάν μοναχός. Σηκωνόταν νύχτα, έκανε τίς ακολουθίες του καί μετά έφευγε γιά νά πουλήσει τό εργόχειρο του. Οι άνθρωποι τόν περίμεναν σάν άγγελο, γιά ν' ακούσουν λόγο Θεού. "Εκανε δηλαδή ιεραποστολή. Γύριζε σχεδόν απόγευμα. "Ετρωγε πολύ λίγο καί μέχρι τό βράδυ άπεσύρετο στό κελλί του. Μία μέρα ή θεία μου, πού είχε τό σπίτι πού έ'μενε ό π. Γεώργιος, μού είπε νά πάω νά τόν φωνάξω.
Πλησιάζοντας είδα άπό τή μισάνοιχτη πόρτα του κελλιού τόν παππού γονατιστό μέ τά χέρια υψωμένα νά περιβάλλεται άπό ένα σύννεφο φωτεινό. Δέν ξέρω πώς ακριβώς νά τό ονομάσω. Τότε μού φάνηκε ότι μέσα σέ καπνό φωτεινό ό παππούς ήταν βυθισμένος στην προσευχή. Αργότερα κατάλαβα ότι ήταν τό άκτιστο φως. Πολλοί επίσης ομολογούν ότι τά ενδύματα καί τό σώμα του ανέδιδαν εύωδία. Επίσης τά γένεια του καί τό στόμα του όταν μιλούσε».
"Ενας Ιερεύς πού τόν γνώρισε άπό πολύ κοντά καί βοηθήθηκε πολύ άπό αυτόν αναφέρει: «Τό κελλάκι του ήταν μία λυόμενη παράγκα. Χωρούσε ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι καί μία καρέκλα. Τά μόνα περιουσιακά στοιχεία πού άφησε ήταν ή ευχή του, τό Ευαγγέλιον πού διάβαζε πάντα, τό Ώρολόγιον καί τό Ψαλτήριον.
Μόνο ένα ράσο είχε. Μέσα σ ένα συρτάρι είχε όλα τ' απαραίτητα πού έπρεπε νά τόν ντύσουμε όταν θά ερχόταν ή ώρα της κοιμήσεως του. "Δέν θέλω κανέναν νά επιβαρύνω", έλεγε. Πιστεύω ότι προσευχόταν καί προσεύχεται για μένα. Και αυτό το νιώθω από τις πολλές ευεργεσίες που είχα κι έχω στη ζωή μου.»
Ανεπαύθη στο Γενικό Νοσοκομείο Νικαίας από καρδιακή ανακοπή στις 30-12-1998. Οι νοσοκόμοι εντυπωσιάσθηκαν που το νεκρό του σώμα ήταν ευλύγιστο. Ετάφη στο Γ΄ Κοιμητήριο.
ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΕΝΑΡΕΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ
ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ
ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ
ΜΟΝ. ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Εκδ. ΜΥΓΔΟΝΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου