1)Η λανθασμένη συνείδηση
- Γέροντα, συχνά λέτε ότι ο άνθρωπος πρέπει να προσέξη να μη φτιάξη λανθασμένη συνείδηση. Πώς δημιουργείται η λανθασμένη συνείδηση;
- Όταν ο άνθρωπος αναπαύη τον λογισμό του, καταπατά την συνείδηση του.
Και όταν αναπαύη τον λογισμό του για πολύ καιρό, κάνει μιά άλλη, δική του, συνείδηση, μιά συνείδηση στα μέτρα του, δηλαδή μιά λανθασμένη συνείδηση.
Τότε όμως δεν έχει ανάπαυση μέσα του, γιατί ανάπαυση εσωτερική δεν μπορεί να φέρη η λανθασμένη συνείδηση.
Βλέπεις, ακόμη και όταν κάποιος κάνη ένα σφάλμα και ο άλλος του λέη: «δεν έφταιγες, τι στενοχωριέσαι; » ή κάνη ότι δεν κατάλαβε το σφάλμα του, πάλι ανάπαυση δεν βρίσκει.
Είναι μερικοί που πάνε με τους γκουρούδες κ.λπ. και, όταν καταλάβουν ότι δεν πάνε καλά, έρχονται να με ρωτήσουν.
Και ενώ τους λέω κάτι, για να τους βοηθήσω, πάλι επιμένουν: «Όχι, αυτό πού πιστεύουμε είναι σωστό».
«Καλά, αφού είναι σωστό και είσαι αναπαυμένος από αυτό το σωστό, γιατί έρχεσαι να με ρωτήσης; ».
Ενώ δεν αναπαύονται στο στραβό, επιμένουν, προσπαθούν από εδώ-από εκεί, να ψευτοαναπαυθούν, ανάπαυση όμως αληθινή δεν βρίσκουν.
- Μπορεί, Γέροντα, κανείς να ζήση με λανθασμένη συνείδηση σε όλη του την ζωή;
- Αμα πιστεύη στον λογισμό του, μπορεί.
- Πώς θα την διόρθωση;
- Αν σκέφτεται ταπεινά, αν δεν εχη εμπιστοσύνη στον λογισμό του και τον συζητάη με τον πνευματικό.
- Μπορεί, Γέροντα, ό άνθρωπος, όταν εχη μιά ευαισθησία, να δημιουργήση λανθασμένη συνείδηση;
- Για να δημιουργήση λανθασμένη συνείδηση, δεν θα είναι καλή η ευαισθησία του.
Το ένα λανθασμένο θα δημιουργήση και άλλο λανθασμένο.
Μερικοί, ενώ λένε: «εγώ είμαι ευαίσθητος», στους άλλους φέρονται βάρβαρα και τους κατσαδιάζουν χωρίς λόγο.
- Γέροντα, ή συνείδηση αυτών πού δικαιολογούνται έχει πιάσει πουρί;
- Αυτός πού δικαιολογείται έχει και λίγο έλεγχο μέσα του. δεν είναι αναίσθητος.
αι όταν κανείς δεν είναι αναίσθητος, πονάει για το σφάλμα του και μετά έρχεται η θεία παρηγοριά.
Αλλά, όποιος φτιάξη λανθασμένη συνείδηση, φθάνει σε αναισθησία. αυτός καυχιέται για το έγκλημα.
Έχω δει ανθρώπους που, ενώ έχουν κάνει εγκλήματα, τα λένε με τέτοιον τρόπο, που σου τα παρουσιάζουν σαν κατορθώματα.
Γιατί, αν ανάπτυξη κανείς λανθασμένη συνείδηση, αυτό δεν είναι απλώς πώρωση, αλλά κάτι παραπάνω από πώρωση.
Όταν ήμουν στην Μονή Στομίου, στην Κόνιτσα, ήρθε ένας και μου λέει: «θέλω νά εξομολογηθώ».
«Δεν είμαι ιερεύς», του λέω. «»Όχι, θέλω να τα πω σ' εσένα», μου λέει.
Ήταν εκεί και μερικές γυναίκες που είχαν ανεβή να προσκυνήσουν.
«Καλύτερα να φύγετε τώρα», τις λέω. «Όχι, τις λέει αυτός, δεν πειράζει, καθήστε». Και άρχισε να διηγήται τι έκανε στα νιάτα του:
«Όταν ήμουν νέος, είχα πάει να μάθω τσαγκάρης, αλλά όλο νύσταζα, γιατί την νύχτα πήγαινα με μιά σπείρα και έκλεβα.
Στην περιοχή μας ήταν ένας τσαούσης(1) και μας έλεγε:
«Πάτε να κλέψετε. Εγώ θέλω δύο κριάρια. Από εκεί και πέρα εσείς κλέψτε ό,τι θέλετε».
Πηγαίναμε λοιπόν στα σπίτια των Χριστιανών, άφηνα την κάπα κάτω, έδινα μιά στα σκυλιά, στην μασέλα, με μιά βέργα από κρανιά που είχα μαζί μου, και μπαίναμε μέσα.
Κλέβαμε δυο κριάρια και όσα αρνιά μπορούσαμε. Δίναμε τα κριάρια στον τσαούση και κρύβαμε τα αρνιά στον στάβλο μας.
Ο τσαούσης μας έκλεινε αμέσως στην φυλακή. Τα αφεντικά που μας είχαν δει να κλέβουμε, πήγαιναν το πρωί στην αστυνομία και έλεγαν: «Ο τάδε και ο τάδε μας έκλεψαν».
«Ο τάδε και ο τάδε; Μα αυτοί είναι στην φυλακή. Γιατί τους συκοφαντήσατε; ». Δώσ' του ξύλο...
Μιά φορά πήγαμε σε ένα κοπάδι που το φύλαγε ένα βλαχάκι ψηλό μέχρι εκεί επάνω με τον πατέρα του.
"Τώρα πώς θα μπούμε στο κοπάδι; θα μας πετάξουν σαν τα σπιρτόξυλα", μου λένε οι άλλοι.
Παίρνω τότε τον γκρα (2), σημαδεύω το βλαχάκι, και μπάμ, σωριάζεται κάτω.
Δένω και τον πατέρα του σε μιά γκορτσιά... Πήραμε, πήραμε...».
Και τά έλεγε όλα αυτά σάν κατορθώματα, και γελούσε!
Πού οδηγεί ή λανθασμένη συνείδηση!
Αυτός θεωρούσε ένοχο τον εαυτό του, γιατί απλώς συνόδευσε κατόπιν εντολής της υπηρεσίας του έναν εγκληματία, ενώ ο άλλος διηγείτο τα εγκλήματα που έκανε σαν κατορθώματα και καυχιόταν γι' αυτά!
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Γ’
(1) Παλαιότερα αρχηγός ομάδος με πολιτικοστρατιωτική εξουσία.
(2) Οπισθογεμές τουφέκι παλαιού τύπου.
2)Το ψεύτικο δεν αναπαύει
- Γέροντα, αν κάποιος έχη κάνει έναν δικό του κόσμο, γιατί πιστεύει στον λογισμό του, μπορεί να βοηθηθή από την προσευχή των άλλων;
- Τί ανάγκη έχει να βοηθηθή, αφού έκανε έναν δικό του κόσμο;... Μικρό πράγμα είναι να κάνη κανείς έναν ολόκληρο κόσμο δικό του;...
Κοίταξε, αν κάποιος με τον λογισμό του κάνη έναν δικό του κόσμο, νομίζεις ότι έχει ανάπαυση, ότι αισθάνεται δηλαδή χαρά; Ψέμα είναι.
Το ψέμα δεν πληροφορεί τον άνθρωπο. Ας πούμε, αναγκάζεται ένας να πη ένα ψέμα, για να γλυτώση κάποιον.
Μπορεί να τον γλύτωσε ακόμη και από θάνατο, αλλά το ψέμα που είπε δεν παύει να είναι μισή αμαρτία.
Η λέει κανείς καμμιά φορά, με καλό λογισμό, ένα ψέμα, για να βοηθήση μιά περίπτωση, να μη δημιουργηθή σκάνδαλο.
Π.χ. έρχεται στο Μοναστήρι ένας γνωστός κρυφά να πη κάποιο πρόβλημα της οικογενείας του, για να ξεσκάση.
Ερχεται μετά, ας υποθέσουμε, ο αδελφός του και σε ρωτάει: «Πέρασε άπό εδώ ό τάδε; ».
Αν του πής «πέρασε», θα δημιουργηθή ολόκληρο θέμα, γιατί ο άλλος εκτίθεται. Όποτε λες «δεν ξέρω». Γιατί, αν πης «ήρθε», μπορεί να πάη ακόμη και να τον δείρη! Αυτό είναι άλλο.
Αλλά πρέπει να προσέξη κανείς, γιατί, αν συμβούν τρία-τέσσερα τέτοια περιστατικά, σιγά-σιγά μπορεί να προχώρηση και πιο πέρα.
Να συνηθίση να χρησιμοποιή το ψέμα στα καλά καθούμενα και να απόκτηση λανθασμένη συνείδηση.
Να φθάση να λέη ολόκληρα παραμύθια χωρίς να τον πειράζη καθόλου η συνείδηση. Αυτό γίνεται ύστερα επιστήμη.
Ε, πως τα ταιριάζουν μερικοί τα ψέματα, αν εξασκηθούν! Ω! ολόκληρο παραμύθι μπορεί να πλάθουν και να σε πείθουν!
Είχε έρθει στο Καλύβι μιά φορά κάποιος γνωστός μου - ήταν εκεί και μιά συντροφιά, πατριώτες ενός παιδιού που το είχα βοηθήσει.
Αυτό το καημένο, ενώ ήταν έξυπνο, καλό παιδί, ήταν τεμπέλικο. δεν ήθελε να δουλεύη.
Είχε μάθει να γυρίζη. Τέσσερα χρόνια προσπαθούσα να το φέρω σε λογαριασμό.
Είπα λοιπόν εκείνη την φορά στους πατριώτες του: «Φροντίστε αυτό το παιδί για καμμιά δουλειά. »
Έχω προσπαθήσει και άλλες φορές να το βοηθήσω. Το είχα στείλει και στην Καστοριά, σε κάτι γνωστούς, να μάθη γουναράς, αλλά έφυγε.
Νέος είναι, κρίμα να χαραμιστή. Μιά μάνα έχει. πέθανε ό πατέρας του».
Αρχίζει τότε εκείνος ο γνωστός μου να λέη στους άλλους: «Ναι, είχαμε φροντίσει με τον πατέρα Παΐσιο να πάη το παιδί να μάθη εκεί πέρα γουναράς.
Και έπειτα, όταν έφυγε από εκεί, πόσα χρήματα έδωσα στα τηλεγραφήματα που έστελνα στα αφεντικά του, για να μην ανησυχούν!
Αλλά δεν πειράζει. αυτά δεν συζητιούνται. Είχα πει τότε στον πάτερ ότι δεν στρώνει»!
«Τί λέει;», σκέφτηκα. Δέν ήθελα να πω και τίποτε, για να μην τον προσβάλω.
Ενώ πρώτη φορά άκουγε το θέμα, έπλασε ολόκληρο παραμύθι, ότι είχαμε φροντίσει μαζί για εκείνο το παιδί, ότι βρήκαμε λύση να πάη να μάθη γουναράς κ.λπ.!
Οπως τα έλεγε, κι εμένα με προβλημάτισε!
- Μπροστά σας τά έλεγε;
- Μπροστά μου τα έλεγε. Ήταν και οι άλλοι.
- Τί καταλάβαινε;
- Τί καταλάβαινε! Εκείνη την στιγμή αισθανόταν μιά ικανοποίηση εγωιστική, αλλά μετά βασανιζόταν. Είχε μήπως ειρήνη μέσα του;
- Όταν ένας άνθρωπος λέη κάποιο γεγονός λίγο μεγαλοποιημένο...
- Ναι, με λίγη σάλτσα!
- Από κενοδοξία το κάνει;
- Έμ, από τι το κάνει; Από κενοδοξία, από εγωισμό τα λέει.
- Τί θα βοηθήση έναν τέτοιον άνθρωπο να το διόρθωση αυτό;
- Να πάψη να λέη ψέματα. Πρέπει να ξέρη oτι το ψέμα, ακόμη και όταν εχη ελαφρυντικά, δεν παύει να είναι μισή αμαρτία.
- Μπορεί, Γέροντα, να μας δώσουν κάτι, για να μας οικονομήσουν, και εμείς νά νομίζουμε ότι μας το έδωσαν, γιατί το αξίζουμε;
- Κοίταξε, αν σου πω: «εσύ, αδελφή, μπορείς να φθάσης στα μέτρα της Αγίας σου! », μπορεί να χαζογελάσης λίγο, αλλά μέσα σου ανάπαυση δεν θα εχης.
Το ψεύτικο δεν αναπαύει, γιατί δεν έχει Χάρη Θεού. Και ο άδικος που αδικεί! και λέει: «αυτό είναι δικό μου», δεν αναπαύεται.
Να, οι Τούρκοι στην Κωνσταντινούπολη, αν και πέρασαν τόσα χρόνια από την Άλωση, όταν βλέπουν τους Έλληνες που πηγαίνουν εκεί, νιώθουν ότι έχουν ένα αρπαγμένο πράγμα και κοιτάνε σαν να ήρθε ο ιδιοκτήτης!
Και είναι Τούρκοι και πέρασαν τόσα χρόνια!
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Γ’
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου