Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Γότθος
Ἦταν ἀπὸ τὸ ἔθνος τῶν Γότθων, ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ πέραν τοῦ Ἴστρου ποταμοῦ, στὰ χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Ἀπὸ παιδὶ ὁ Νικήτας διδάχθηκε τὴν ἁγία πίστη ἀπὸ τὸ Γότθο ἐπίσκοπο Θεόφιλο, ὁ ὁποῖος συχνὰ ὑπενθύμιζε στὸ Νικήτα τὰ λόγια του Ἀπ. Παύλου: ‘Μένε ἐν οἲς ἔμαθες... ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενα σὲ σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Δηλαδή, μένε ἀκλόνητος σ’ ἐκεῖνα ποὺ ἔμαθες. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ γνωρίζεις τὶς Ἅγιες Γραφές, ποὺ μποροῦν νὰ σοῦ μεταδώσουν τὴν ἀληθινὴ σοφία, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία διὰ μέσου τῆς πίστεως στὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Καὶ ἔτσι ἔγινε. Ὅταν ὁ ἡγεμόνας Ἀθανάριχος συνέλαβε τὸ Νικήτα καὶ τὸν ἀπείλησε γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, αὐτὸς ἔμεινε ἀμετακίνητος σ’ αὐτὰ ποὺ ἔμαθε ἀπὸ παιδί. Ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος ὅταν τὸν ἄκουσε ἐξαγριώθηκε πολύ. Διέταξε ἀμέσως καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ κόκαλα μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο.
Ἄλλα τὸ μίσος τῶν Βαρβάρων ἦταν τόσο, ὥστε μετὰ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά, ὅπου βρῆκε τὸ θάνατο. Ἡ φωτιά, ὅμως, μὲ τὴ θεία θέληση σεβάστηκε τὸ λείψανό του. Τὸ πῆρε κάποιος εὐσεβὴς χριστιανὸς καὶ τὸ διαφύλαξε σὲ θήκη.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἔστησας, κατὰ τῆς πλάνης, νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον γέρας, ἐπαξίως Νικήτα φερώνυμε· σὺ γὰρ νικήσας ἐχθρῶν τὴν παράταξιν, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Νικητὴς γενόμενος ἐν τοῖς ἀγῶσι, νικητὰς ἀνάδειξον, κατὰ παθῶν φθοροποιῶν, τοὺς εὐλαβῶς ἐκβοῶντάς σοι· χαίροις Νικήτα, Μαρτύρων ὡράϊσμα.
Μεγαλυνάριον.
Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ἔφλεξας ὡς ἄνθραξ, ἀγνωσίας ὕλην σαθράν, καὶ ὡλοκαυτώθης, οἷα τερπνὴ θυσία, Νικήτα Ἀθλοφόρε, τῷ σὲ δοξάσαντι.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες
Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικήτα.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ μίμος
Γεννήθηκε ἀπὸ μίμο καὶ ἔκανε καὶ αὐτὸς τὸ ἐπάγγελμα τοῦ μίμου (ἠθοποιοῦ).
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη (361) καὶ ὅταν κάποτε ὁ βασιλιὰς αὐτὸς γιόρταζε τὰ γενέθλια του, ὁ Ἅγιος αὐτὸς προστάχθηκε νὰ μιμηθεῖ καὶ νὰ περιπαίξει τὰ Μυστήρια τῶν Χριστιανῶν. Ὁπότε ὁ Ἅγιος μπῆκε στὴν κολυμβήθρα καὶ φώναξε: «Βαπτίζεται Πορφύριος, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὸ νερό, φόρεσε λευκὰ ἐνδύματα καὶ ὁμολόγησε μπροστὰ σὲ ὅλο τὸ κοινὸ ποὺ τὸν παρακολουθοῦσε, ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ εἶναι ἕτοιμος νὰ πεθάνει γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Ὁπότε ὁ βασιλιάς, ἐξαγριωμένος, διέταξε καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Πρεσβύτερος καὶ θαυματουργὸς
Ἄοκνος ἀγωνιστὴς τῆς ἀρετῆς σ’ ὅλη του τὴν ζωή, ἡ ὁποία τελικὰ τὸν ἔκανε Ἅγιο.
Ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μύρμηξ τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου. Παντρεύτηκε γυναίκα, ποὺ προίκα εἶχε τὴ μεγάλη καὶ ἀθάνατη εὐσέβεια. Ἀπόκτησε παιδιά, τὰ ὁποία ἀνατράφηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ἄγρυπνη ἐπιμέλεια τῶν γονιῶν τους ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου.
Ἔτσι, ὑπόδειγμα ἀπὸ τὴν ὅλη του διαγωγὴ καὶ ἀπὸ τὴ χριστιανικότατη ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν του, χειροτονήθηκε ἱερέας μετὰ ἀπὸ ἐπίμονη παράκληση τῶν συγχωριανῶν του. Ἀπέναντι στὸ ποίμνιό του, φέρθηκε ὅπως καὶ ἀπέναντι τῆς οἰκογενείας του. Δηλαδὴ μὲ εὐσέβεια, μὲ ἀγάπη, μὲ ἀγρυπνία καὶ διδαχή. Πολλὲς φορὲς μάλιστα, μέσα στὴ βροχὴ καὶ τὸ κρύο, ἄφηνε τὸ ἴδιο του τὸ σπίτι, γιὰ νὰ πάει στὰ σπίτια τῶν ἐνοριτῶν του γιὰ νὰ τοὺς εὐεργετήσει μὲ ὑλικὴ βοήθεια ἢ μὲ ἠθικὴ ἐνίσχυση καὶ παρηγοριά.
Ὁ Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ Φιλοθέου, τὸν ἀξίωσε καὶ νὰ θαυματουργεῖ. Ἔτσι αὐτός, ἀκόμα περισσότερο εὐεργετοῦσε τὸ ποίμνιό του καὶ ἔτσι συνέχισε μέχρι ποὺ παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή του.
Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἀκακίου ἐπισκόπου Μελιτινῆς
Ἑορτάζει τὴν 31η Μαρτίου, ὅπου καὶ πληροφορίες γιὰ τὸν βίο του.
Δὲν ἔχουμε ἄλλες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Οἱ Ἁγίες Δύο Κόρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Πρωτομάρτυρα Στεφάνου
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια ποὺ οἱ μεγάλοι διωγμοὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν εἶχαν κοπάσει καὶ αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος.
Τότε, ὁ Ἅγιος Στέφανος φανερώθηκε τρεῖς φορὲς σὲ κάποιον εὐσεβὴ γέροντα ἱερέα, τὸ Λουκιανό, καὶ τοῦ ἀποκάλυψε τὸν τόπο, ὅπου ἦταν κρυμμένο τὸ λείψανό του. Αὐτὸς ἀμέσως τὸ ἀνέφερε στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη, ποὺ μὲ τὴν σειρά του πῆγε στὸν ὑποδεικνυόμενο τόπο καὶ πράγματι βρῆκε τὸ Ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.
Κατὰ τὴν εὕρεση ἔγινε μεγάλος σεισμός, καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πλημμύρισε εὐωδία τοὺς παρευρισκόμενους στὸν τόπο ἐκεῖνο. Λέγεται ὅτι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀκούστηκαν ἀγγελικὲς φωνές, ποὺ ἔλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκίᾳ». Δηλαδή, δόξα ἂς εἶναι στὸν Θεό, στὰ ὕψιστα μέρη τοῦ οὐρανοῦ καὶ στὴν ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία γῆ ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη, διότι ὁ Θεὸς φανέρωσε τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του.
Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἀργότερα, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐναποτέθηκαν στὸν ἐπ’ ὀνόματι αὐτοῦ ἀνεγερθέντα Ναὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.
Ὁ Ὅσιος Μελέτιος
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μόνο στὸ Σιναϊτικὸ Τυπικὸ ὑπ' ἀριθ. 1094 φ. 35 ὡς ἑξῆς: «Μηνὶ Σεπτεμβρίω ιε’, ἐκοιμήθη ὁ Ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Μελέτιος καὶ κτήτωρ τῆς Μονῆς τοῦ Σεργίου» (βλ. Δημητριεύσκυϊ Τυπικὸ Β’ σελ. 30).
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ἔζησε τὸν 15ο αἰώνα καὶ γιὰ τὴν ζωή του δὲν ὑπάρχουν πολλὰ στοιχεῖα.
Πρέπει νὰ ἦταν Ἱερομόναχος καὶ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης πρέπει νὰ ἔγινε μετὰ τὸ 1410. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σπουδαῖο ποιμαντικό του ἔργο, ἀνέπτυξε καὶ πλούσια συγγραφικὴ ἐργασία. Ἔγραψε ἐπιστολές, ἑρμηνεῖες, ἐγκώμια, διάλογους καὶ ὑμνογραφικὰ κείμενα.
Πέθανε τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1429. Ἁγιοποιήθηκε στὶς 14 Ἀπριλίου 1981.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ποιμὴν Θεσσαλονίκης ἀνεδείχθης ἐν Πνεύματι, καὶ θεῖος ὑποφήτης μυστηρίων τῆς χάριτος, σοφίᾳ καὶ φωτὶ τῶν ἀρετῶν, ἐκλάμπων Ἱεράρχα Συμεὼν· διὰ τοῦτο ὥσπερ θεῖον μυσταγωγόν, τιμῶμέν σε κραυγάζοντες· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ χάριν ἡμῖν καὶ ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Μυστογράφος ἄριστος τῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὤφθης παμμάκαρ Συμεών· τῶν μυστηρίων τὴν χάριν γάρ, τὴν κεκρυμμένην, ἐκφαίνεις τῷ λόγῳ σου.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης θεοειδής· χαῖρε θεῖον σκεῦος, τῆς ταπεινοφροσύνης, Ἀρχιερέων κλέος, Συμεὼν Ὅσιε.
Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων Ἀρχιεπίσκοπος Λαρίσης
Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων γεννήθηκε στὴν Πόρτα Παναγιὰ Τρικάλων τὸ 1490, ἤτοι λίγα χρόνια μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἂν καὶ οἱ συνθῆκες ἦταν πολὺ δύσκολες, γαλουχήθηκε καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ τοὺς εὐλαβεῖς γονεῖς του μὲ τὰ ἱερὰ νάματα τῆς ἁγίας πίστεώς μας καὶ τὰ ἰδεώδη τοῦ Γένους μας σὲ ἕνα γεμάτο θεοσέβεια οἰκογενειακὸ περιβάλλον.
Ἀπὸ τὴν νεανική του ἡλικία διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα καὶ τὴ σύνεσή του ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐθύτητα τοῦ χαρακτῆρος του, τὴν ἁγνότητα καὶ σωφροσύνη του, τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν βαθειὰ πίστη του, τὴν ἀπέραντη ἀγάπη του.
Νεότατος γίνεται μοναχὸς καὶ χειροτονεῖται διαδοχικὰ διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Τὸ 1517 ἐκλέγεται ἐπίσκοπος Ἐλασσῶνος καὶ τὸ 1521 ἀναλαμβάνει τὴν διοίκηση τῆς ἐπισκοπῆς Σταγών. Τὸ 1527 ἀναβιβάζεται στὸν θρόνο τῆς Μητροπόλεως Λαρίσης καὶ ἀκτινοβολεῖ μὲ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὴν καταπληκτικὴ ἀγαθοεργὸ δράση του, ἐνῶ συγχρόνως ὑπομένει μὲ θαυμαστὴ ἀνεξικακία συκοφαντίες καὶ σκληρὲς δοκιμασίες στὶς ὁποῖες ἔλαμψε «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ».
Τὸ περίφημο μοναστήρι τοῦ Δουσίκου, οἱ γέφυρες τοῦ Κοράκου στὸν Ἀχελῶο, τοῦ Πορταϊκοῦ καὶ τῆς Σαρακίνας στὸν Πηνειὸ καὶ πλῆθος ἄλλων κοινωφελῶν ἔργων, ποὺ ἔγιναν μὲ ἀφάνταστες δυσκολίες στὰ ζοφερὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας, ἀποδεικνύουν τὴν πολλήν του ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὴν ἀνύστακτο μέριμνά του γιὰ τὸν πονεμένο λαό του.
Στὶς 15 Σεπτεμβρίου 1540 παρέδωκε τὴν ἁγίαν ψυχήν του εἷς χείρας Θεοῦ, ὑμνούμενος ἀπὸ τότε ὡς Ἅγιος καὶ θαυματουργός. Ἡ εὐωδιάζουσα Τιμία Κάρα Του φυλάσσεται στὴν Ἱερὰ Μονή Του.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Τῆς Πύλης τὸ βλάστημα τῆς Θεσσαλίας φωστήρ, τῆς Τρίκκης τὸ σέμνωμα καὶ τῶν θαυμάτων πηγὴ ἐδείχθης τρισόλβιε· πάσαν δοκιμασίαν ἐν Χριστῷ ὑπομείνας, δόξη ἠγλαϊσμένος σὺν Ἀγγέλοις ἀγάλλη. Ἅγιε Βησσαρίων πανάριστε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τᾶς ψυχᾶς ἡμῶν.
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κτήτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας
Χωρὶς βιογραφικὸ ὑπόμνημα στοὺς Συναξαριστές. Ἀπὸ τὴ Β’ ἔκδοση ὅμως τῆς Ἀκολουθίας του στὴν Ἀθήνα τὸ 1901, μαθαίνουμε ὅτι ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Λεοντάρι τῆς Πελοποννήσου καὶ περὶ τὸ 1740 ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας, τῆς κωμοπόλεως Μακαριωτίσσης ἢ Μακρηνίτσης.
Ἐκεῖ μὲ ὁσιότητα καὶ πνευματικὴ ἄσκηση ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, κάνοντας πολλὰ θαύματα.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας
Τὰ Σφακιὰ τῆς Κρήτης ἦταν ἡ πατρίδα του καὶ ἐργαζόταν σὰν γεωργὸς στὴ Νέα Ἔφεσο.
Σ’ ἕνα πανηγύρι πρὸς τιμὴν τοῦ Τιμίου Προδρόμου (29 Αὐγούστου 1811) ἔξω ἀπὸ τὴ Ν. Ἔφεσο, ὁ Ἰωάννης μὲ δυὸ πατριῶτες του διασκέδαζαν. Σὲ κάποια στιγμὴ ἦλθαν ἀπεσταλμένοι τοῦ ἀγὰ καὶ τοὺς ζήτησαν τὸν κεφαλικὸ φόρο. Οἱ τρεῖς Σφακιανοὶ ἀρνήθηκαν νὰ τὸν πληρώσουν καὶ συνεπλάκησαν μὲ τοὺς φοροεισπράκτορες. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ σκοτωθεῖ, ἀπὸ τοὺς συντρόφους τοῦ Ἰωάννη, ἕνας Τοῦρκος καὶ οἱ ἄλλοι νὰ τραυματιστοῦν. Οἱ δυὸ πατριῶτες τοῦ Ἰωάννη ἀπομακρύνθηκαν, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἐπειδὴ ἦταν ἀθῶος ἔμεινε. Ἀλλὰ οἱ Τοῦρκοι, ποὺ ζητοῦσαν ἐκδίκηση συνέλαβαν τὸν Ἰωάννη καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπου ἔμεινε χωρὶς τροφὴ γιὰ 16 ἥμερες.
Στὶς προτάσεις τῶν Τούρκων νὰ ἐξισλαμιστεῖ γιὰ νὰ γλιτώσει τὸ θάνατο, ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: «Χριστιανὸς γεννήθηκα χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω, Ἰωάννης ὀνομάζομαι, δὲν ἀλλάζω τὴν πίστη μου οὔτε τ’ ὄνομά μου». Τότε οἱ Τοῦρκοι τὸν ἀπαγχόνισαν στὶς 15 Σεπτεμβρίου 1811.
Κατόπιν ἀδείας οἱ Χριστιανοὶ τὸν ἔθαψαν στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στὴν Ἔφεσο.
Μαρτύριο τοῦ Ἅγιου συνέγραψε ὁ Ἀθανάσιος Πάριος, τὴν δὲ Ἀκολουθία τοῦ ὁ μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Ὁ Ὅσιος Νικήτας Ἐπίσκοπος Χυτρῶν Κύπρου
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Μνημονεύεται ἀπὸ τὸν Χάκκετ (Ἱστορία τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τ. Β’, σελ. 202, μετάφραση Χ. Παπαϊωάννου).
Ὁ Ὅσιος Σαβίνος
Ὁ Ὅσιος Σαβίνος διεκατέχετο ἀπὸ πολλὲς ἀρετὲς καὶ γι’ αὐτὸν τὸν λόγο τοῦ εἶχε ζητηθεῖ ἐπίμονα νὰ δεχθεῖ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ὁ Σαβίνος ἐπιζητώντας τὸν μοναχικὸ βίο ἀρνιόταν τὸ ἀξίωμα αὐτό. Σὲ μία στιγμὴ μεγάλη ψυχολογικῆς βίας τὸν παρέσυραν καὶ δέχθηκε τὸ ἀξίωμα.
Ὡς ἐπίσκοπος μεγαλούργησε στὸ ἔργο τῆς φιλανθρωπίας ἀλλὰ δὲν ἄντεξε τὴν φθορὰ καὶ τὶς πιέσεις ἀπὸ λαϊκοὺς καὶ μὴ, ποὺ εἶχε ἡ διοίκηση. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα καὶ γύρισε στὴν ἐρημικὴ ζωὴ τοῦ κελιοῦ του.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὴν σκήτη του.
synaxarion.gr
anavaseis.blogspot.gr
Ἦταν ἀπὸ τὸ ἔθνος τῶν Γότθων, ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ πέραν τοῦ Ἴστρου ποταμοῦ, στὰ χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Ἀπὸ παιδὶ ὁ Νικήτας διδάχθηκε τὴν ἁγία πίστη ἀπὸ τὸ Γότθο ἐπίσκοπο Θεόφιλο, ὁ ὁποῖος συχνὰ ὑπενθύμιζε στὸ Νικήτα τὰ λόγια του Ἀπ. Παύλου: ‘Μένε ἐν οἲς ἔμαθες... ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενα σὲ σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Δηλαδή, μένε ἀκλόνητος σ’ ἐκεῖνα ποὺ ἔμαθες. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ γνωρίζεις τὶς Ἅγιες Γραφές, ποὺ μποροῦν νὰ σοῦ μεταδώσουν τὴν ἀληθινὴ σοφία, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία διὰ μέσου τῆς πίστεως στὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Καὶ ἔτσι ἔγινε. Ὅταν ὁ ἡγεμόνας Ἀθανάριχος συνέλαβε τὸ Νικήτα καὶ τὸν ἀπείλησε γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, αὐτὸς ἔμεινε ἀμετακίνητος σ’ αὐτὰ ποὺ ἔμαθε ἀπὸ παιδί. Ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος ὅταν τὸν ἄκουσε ἐξαγριώθηκε πολύ. Διέταξε ἀμέσως καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ κόκαλα μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο.
Ἄλλα τὸ μίσος τῶν Βαρβάρων ἦταν τόσο, ὥστε μετὰ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά, ὅπου βρῆκε τὸ θάνατο. Ἡ φωτιά, ὅμως, μὲ τὴ θεία θέληση σεβάστηκε τὸ λείψανό του. Τὸ πῆρε κάποιος εὐσεβὴς χριστιανὸς καὶ τὸ διαφύλαξε σὲ θήκη.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἔστησας, κατὰ τῆς πλάνης, νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον γέρας, ἐπαξίως Νικήτα φερώνυμε· σὺ γὰρ νικήσας ἐχθρῶν τὴν παράταξιν, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Νικητὴς γενόμενος ἐν τοῖς ἀγῶσι, νικητὰς ἀνάδειξον, κατὰ παθῶν φθοροποιῶν, τοὺς εὐλαβῶς ἐκβοῶντάς σοι· χαίροις Νικήτα, Μαρτύρων ὡράϊσμα.
Μεγαλυνάριον.
Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ἔφλεξας ὡς ἄνθραξ, ἀγνωσίας ὕλην σαθράν, καὶ ὡλοκαυτώθης, οἷα τερπνὴ θυσία, Νικήτα Ἀθλοφόρε, τῷ σὲ δοξάσαντι.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες
Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικήτα.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ μίμος
Γεννήθηκε ἀπὸ μίμο καὶ ἔκανε καὶ αὐτὸς τὸ ἐπάγγελμα τοῦ μίμου (ἠθοποιοῦ).
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη (361) καὶ ὅταν κάποτε ὁ βασιλιὰς αὐτὸς γιόρταζε τὰ γενέθλια του, ὁ Ἅγιος αὐτὸς προστάχθηκε νὰ μιμηθεῖ καὶ νὰ περιπαίξει τὰ Μυστήρια τῶν Χριστιανῶν. Ὁπότε ὁ Ἅγιος μπῆκε στὴν κολυμβήθρα καὶ φώναξε: «Βαπτίζεται Πορφύριος, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὸ νερό, φόρεσε λευκὰ ἐνδύματα καὶ ὁμολόγησε μπροστὰ σὲ ὅλο τὸ κοινὸ ποὺ τὸν παρακολουθοῦσε, ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ εἶναι ἕτοιμος νὰ πεθάνει γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Ὁπότε ὁ βασιλιάς, ἐξαγριωμένος, διέταξε καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Πρεσβύτερος καὶ θαυματουργὸς
Ἄοκνος ἀγωνιστὴς τῆς ἀρετῆς σ’ ὅλη του τὴν ζωή, ἡ ὁποία τελικὰ τὸν ἔκανε Ἅγιο.
Ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μύρμηξ τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου. Παντρεύτηκε γυναίκα, ποὺ προίκα εἶχε τὴ μεγάλη καὶ ἀθάνατη εὐσέβεια. Ἀπόκτησε παιδιά, τὰ ὁποία ἀνατράφηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ἄγρυπνη ἐπιμέλεια τῶν γονιῶν τους ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου.
Ἔτσι, ὑπόδειγμα ἀπὸ τὴν ὅλη του διαγωγὴ καὶ ἀπὸ τὴ χριστιανικότατη ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν του, χειροτονήθηκε ἱερέας μετὰ ἀπὸ ἐπίμονη παράκληση τῶν συγχωριανῶν του. Ἀπέναντι στὸ ποίμνιό του, φέρθηκε ὅπως καὶ ἀπέναντι τῆς οἰκογενείας του. Δηλαδὴ μὲ εὐσέβεια, μὲ ἀγάπη, μὲ ἀγρυπνία καὶ διδαχή. Πολλὲς φορὲς μάλιστα, μέσα στὴ βροχὴ καὶ τὸ κρύο, ἄφηνε τὸ ἴδιο του τὸ σπίτι, γιὰ νὰ πάει στὰ σπίτια τῶν ἐνοριτῶν του γιὰ νὰ τοὺς εὐεργετήσει μὲ ὑλικὴ βοήθεια ἢ μὲ ἠθικὴ ἐνίσχυση καὶ παρηγοριά.
Ὁ Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ Φιλοθέου, τὸν ἀξίωσε καὶ νὰ θαυματουργεῖ. Ἔτσι αὐτός, ἀκόμα περισσότερο εὐεργετοῦσε τὸ ποίμνιό του καὶ ἔτσι συνέχισε μέχρι ποὺ παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή του.
Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἀκακίου ἐπισκόπου Μελιτινῆς
Ἑορτάζει τὴν 31η Μαρτίου, ὅπου καὶ πληροφορίες γιὰ τὸν βίο του.
Δὲν ἔχουμε ἄλλες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Οἱ Ἁγίες Δύο Κόρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Πρωτομάρτυρα Στεφάνου
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια ποὺ οἱ μεγάλοι διωγμοὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν εἶχαν κοπάσει καὶ αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος.
Τότε, ὁ Ἅγιος Στέφανος φανερώθηκε τρεῖς φορὲς σὲ κάποιον εὐσεβὴ γέροντα ἱερέα, τὸ Λουκιανό, καὶ τοῦ ἀποκάλυψε τὸν τόπο, ὅπου ἦταν κρυμμένο τὸ λείψανό του. Αὐτὸς ἀμέσως τὸ ἀνέφερε στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη, ποὺ μὲ τὴν σειρά του πῆγε στὸν ὑποδεικνυόμενο τόπο καὶ πράγματι βρῆκε τὸ Ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.
Κατὰ τὴν εὕρεση ἔγινε μεγάλος σεισμός, καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πλημμύρισε εὐωδία τοὺς παρευρισκόμενους στὸν τόπο ἐκεῖνο. Λέγεται ὅτι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀκούστηκαν ἀγγελικὲς φωνές, ποὺ ἔλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκίᾳ». Δηλαδή, δόξα ἂς εἶναι στὸν Θεό, στὰ ὕψιστα μέρη τοῦ οὐρανοῦ καὶ στὴν ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία γῆ ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη, διότι ὁ Θεὸς φανέρωσε τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του.
Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἀργότερα, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐναποτέθηκαν στὸν ἐπ’ ὀνόματι αὐτοῦ ἀνεγερθέντα Ναὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.
Ὁ Ὅσιος Μελέτιος
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μόνο στὸ Σιναϊτικὸ Τυπικὸ ὑπ' ἀριθ. 1094 φ. 35 ὡς ἑξῆς: «Μηνὶ Σεπτεμβρίω ιε’, ἐκοιμήθη ὁ Ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Μελέτιος καὶ κτήτωρ τῆς Μονῆς τοῦ Σεργίου» (βλ. Δημητριεύσκυϊ Τυπικὸ Β’ σελ. 30).
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ἔζησε τὸν 15ο αἰώνα καὶ γιὰ τὴν ζωή του δὲν ὑπάρχουν πολλὰ στοιχεῖα.
Πρέπει νὰ ἦταν Ἱερομόναχος καὶ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης πρέπει νὰ ἔγινε μετὰ τὸ 1410. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σπουδαῖο ποιμαντικό του ἔργο, ἀνέπτυξε καὶ πλούσια συγγραφικὴ ἐργασία. Ἔγραψε ἐπιστολές, ἑρμηνεῖες, ἐγκώμια, διάλογους καὶ ὑμνογραφικὰ κείμενα.
Πέθανε τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1429. Ἁγιοποιήθηκε στὶς 14 Ἀπριλίου 1981.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ποιμὴν Θεσσαλονίκης ἀνεδείχθης ἐν Πνεύματι, καὶ θεῖος ὑποφήτης μυστηρίων τῆς χάριτος, σοφίᾳ καὶ φωτὶ τῶν ἀρετῶν, ἐκλάμπων Ἱεράρχα Συμεὼν· διὰ τοῦτο ὥσπερ θεῖον μυσταγωγόν, τιμῶμέν σε κραυγάζοντες· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ χάριν ἡμῖν καὶ ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Μυστογράφος ἄριστος τῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὤφθης παμμάκαρ Συμεών· τῶν μυστηρίων τὴν χάριν γάρ, τὴν κεκρυμμένην, ἐκφαίνεις τῷ λόγῳ σου.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης θεοειδής· χαῖρε θεῖον σκεῦος, τῆς ταπεινοφροσύνης, Ἀρχιερέων κλέος, Συμεὼν Ὅσιε.
Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων Ἀρχιεπίσκοπος Λαρίσης
Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων γεννήθηκε στὴν Πόρτα Παναγιὰ Τρικάλων τὸ 1490, ἤτοι λίγα χρόνια μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἂν καὶ οἱ συνθῆκες ἦταν πολὺ δύσκολες, γαλουχήθηκε καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ τοὺς εὐλαβεῖς γονεῖς του μὲ τὰ ἱερὰ νάματα τῆς ἁγίας πίστεώς μας καὶ τὰ ἰδεώδη τοῦ Γένους μας σὲ ἕνα γεμάτο θεοσέβεια οἰκογενειακὸ περιβάλλον.
Ἀπὸ τὴν νεανική του ἡλικία διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα καὶ τὴ σύνεσή του ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐθύτητα τοῦ χαρακτῆρος του, τὴν ἁγνότητα καὶ σωφροσύνη του, τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν βαθειὰ πίστη του, τὴν ἀπέραντη ἀγάπη του.
Νεότατος γίνεται μοναχὸς καὶ χειροτονεῖται διαδοχικὰ διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Τὸ 1517 ἐκλέγεται ἐπίσκοπος Ἐλασσῶνος καὶ τὸ 1521 ἀναλαμβάνει τὴν διοίκηση τῆς ἐπισκοπῆς Σταγών. Τὸ 1527 ἀναβιβάζεται στὸν θρόνο τῆς Μητροπόλεως Λαρίσης καὶ ἀκτινοβολεῖ μὲ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὴν καταπληκτικὴ ἀγαθοεργὸ δράση του, ἐνῶ συγχρόνως ὑπομένει μὲ θαυμαστὴ ἀνεξικακία συκοφαντίες καὶ σκληρὲς δοκιμασίες στὶς ὁποῖες ἔλαμψε «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ».
Τὸ περίφημο μοναστήρι τοῦ Δουσίκου, οἱ γέφυρες τοῦ Κοράκου στὸν Ἀχελῶο, τοῦ Πορταϊκοῦ καὶ τῆς Σαρακίνας στὸν Πηνειὸ καὶ πλῆθος ἄλλων κοινωφελῶν ἔργων, ποὺ ἔγιναν μὲ ἀφάνταστες δυσκολίες στὰ ζοφερὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας, ἀποδεικνύουν τὴν πολλήν του ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὴν ἀνύστακτο μέριμνά του γιὰ τὸν πονεμένο λαό του.
Στὶς 15 Σεπτεμβρίου 1540 παρέδωκε τὴν ἁγίαν ψυχήν του εἷς χείρας Θεοῦ, ὑμνούμενος ἀπὸ τότε ὡς Ἅγιος καὶ θαυματουργός. Ἡ εὐωδιάζουσα Τιμία Κάρα Του φυλάσσεται στὴν Ἱερὰ Μονή Του.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Τῆς Πύλης τὸ βλάστημα τῆς Θεσσαλίας φωστήρ, τῆς Τρίκκης τὸ σέμνωμα καὶ τῶν θαυμάτων πηγὴ ἐδείχθης τρισόλβιε· πάσαν δοκιμασίαν ἐν Χριστῷ ὑπομείνας, δόξη ἠγλαϊσμένος σὺν Ἀγγέλοις ἀγάλλη. Ἅγιε Βησσαρίων πανάριστε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τᾶς ψυχᾶς ἡμῶν.
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κτήτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας
Χωρὶς βιογραφικὸ ὑπόμνημα στοὺς Συναξαριστές. Ἀπὸ τὴ Β’ ἔκδοση ὅμως τῆς Ἀκολουθίας του στὴν Ἀθήνα τὸ 1901, μαθαίνουμε ὅτι ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Λεοντάρι τῆς Πελοποννήσου καὶ περὶ τὸ 1740 ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας, τῆς κωμοπόλεως Μακαριωτίσσης ἢ Μακρηνίτσης.
Ἐκεῖ μὲ ὁσιότητα καὶ πνευματικὴ ἄσκηση ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, κάνοντας πολλὰ θαύματα.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας
Τὰ Σφακιὰ τῆς Κρήτης ἦταν ἡ πατρίδα του καὶ ἐργαζόταν σὰν γεωργὸς στὴ Νέα Ἔφεσο.
Σ’ ἕνα πανηγύρι πρὸς τιμὴν τοῦ Τιμίου Προδρόμου (29 Αὐγούστου 1811) ἔξω ἀπὸ τὴ Ν. Ἔφεσο, ὁ Ἰωάννης μὲ δυὸ πατριῶτες του διασκέδαζαν. Σὲ κάποια στιγμὴ ἦλθαν ἀπεσταλμένοι τοῦ ἀγὰ καὶ τοὺς ζήτησαν τὸν κεφαλικὸ φόρο. Οἱ τρεῖς Σφακιανοὶ ἀρνήθηκαν νὰ τὸν πληρώσουν καὶ συνεπλάκησαν μὲ τοὺς φοροεισπράκτορες. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ σκοτωθεῖ, ἀπὸ τοὺς συντρόφους τοῦ Ἰωάννη, ἕνας Τοῦρκος καὶ οἱ ἄλλοι νὰ τραυματιστοῦν. Οἱ δυὸ πατριῶτες τοῦ Ἰωάννη ἀπομακρύνθηκαν, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἐπειδὴ ἦταν ἀθῶος ἔμεινε. Ἀλλὰ οἱ Τοῦρκοι, ποὺ ζητοῦσαν ἐκδίκηση συνέλαβαν τὸν Ἰωάννη καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπου ἔμεινε χωρὶς τροφὴ γιὰ 16 ἥμερες.
Στὶς προτάσεις τῶν Τούρκων νὰ ἐξισλαμιστεῖ γιὰ νὰ γλιτώσει τὸ θάνατο, ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: «Χριστιανὸς γεννήθηκα χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω, Ἰωάννης ὀνομάζομαι, δὲν ἀλλάζω τὴν πίστη μου οὔτε τ’ ὄνομά μου». Τότε οἱ Τοῦρκοι τὸν ἀπαγχόνισαν στὶς 15 Σεπτεμβρίου 1811.
Κατόπιν ἀδείας οἱ Χριστιανοὶ τὸν ἔθαψαν στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στὴν Ἔφεσο.
Μαρτύριο τοῦ Ἅγιου συνέγραψε ὁ Ἀθανάσιος Πάριος, τὴν δὲ Ἀκολουθία τοῦ ὁ μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Ὁ Ὅσιος Νικήτας Ἐπίσκοπος Χυτρῶν Κύπρου
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Μνημονεύεται ἀπὸ τὸν Χάκκετ (Ἱστορία τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τ. Β’, σελ. 202, μετάφραση Χ. Παπαϊωάννου).
Ὁ Ὅσιος Σαβίνος
Ὁ Ὅσιος Σαβίνος διεκατέχετο ἀπὸ πολλὲς ἀρετὲς καὶ γι’ αὐτὸν τὸν λόγο τοῦ εἶχε ζητηθεῖ ἐπίμονα νὰ δεχθεῖ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ὁ Σαβίνος ἐπιζητώντας τὸν μοναχικὸ βίο ἀρνιόταν τὸ ἀξίωμα αὐτό. Σὲ μία στιγμὴ μεγάλη ψυχολογικῆς βίας τὸν παρέσυραν καὶ δέχθηκε τὸ ἀξίωμα.
Ὡς ἐπίσκοπος μεγαλούργησε στὸ ἔργο τῆς φιλανθρωπίας ἀλλὰ δὲν ἄντεξε τὴν φθορὰ καὶ τὶς πιέσεις ἀπὸ λαϊκοὺς καὶ μὴ, ποὺ εἶχε ἡ διοίκηση. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα καὶ γύρισε στὴν ἐρημικὴ ζωὴ τοῦ κελιοῦ του.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὴν σκήτη του.
synaxarion.gr
anavaseis.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου