Ἀπόσπασμα ἀπό τήν Β΄ἔκδοση (πλήρως ἀνανεωμένη καί ἐπηυξημένη) τοῦ βιβλίου: Ἡ θεραπευτική τῆς ψυχῆς κατά τόν Γέροντα Πορφύριο (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου), πού σύν Θεῷ θά κυκλοφορήσει σύντομα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ
(ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ)
Ἡ πνευματική του Διαθήκη.
Ὁ ὅσιος Γέροντας, ἱερομόναχος π. Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης (7/2/1906-2/12/1991), ἕνας ἀπό τούς μεγάλους τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, μέ ἁπλά, ἀπέριττα λόγια, σ’ ἕνα ταπεινο σημείωμα-πνευματική Διαθήκη, πού βρέθηκε μετά τήν κοίμησή του, μᾶς σκιαγραφεῖ τή πνευματική του πορεία καί συνοψίζει τή διδασκαλία του. Συνάμα φανερώνει, χωρίς νά τό θέλει, τήν ἐξαγιασμένη προσωπικότητά του.
Διαλάμπει σ’ αὐτό ἡ τέλεια ταπεινοφροσύνη του καθώς καί ἡ μεγίστη ἀγάπη του πρός Θεό καί ἀνθρώπους. Ἐπίσης μέσῳ αὐτοῦ ἐξομολογεῖται δημόσια στό Θεό γιά τίς «πολλές του ἁμαρτίες» ἐνῶ συγχρόνως ζητᾶ συγγνώμη ἀπό ὅλους, ὅσους στενοχώρησε. Ὁ Γέροντας θεωρεῖ τόν ἑαυτόν του σάν ἕναν πάρα πολύ μεγάλο ἁμαρτωλό, πού δέν ἔχει θέση στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἐντούτοις δέν ἀπελπίζεται, ἀλλά προσδοκᾶ τό Θεῖο Ἔλεος, τήν σπλαχνική Πατρική ἀγάπη.
Ἀποκαλύπτει, κατ’ ἀρχήν τό πῶς ξεκίνησε τήν ἐν Χριστῷ ζωή του. Ὅπως γράφει, ἡἐπιθυμία γιά τή μοναχική ζωή, τοῦ δημιουργήθηκε, ὅταν διάβασε τόν βίο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου. Θέλοντας νά μιμηθεῖ τόν ἀγαπημένο του Ἅγιο Ἰωάννη, φεύγει -ἔπειτα ἀπό πολύ ἀγώνα- κρυφά ἀπό τούς γονεῖς του, γιά τό Ἅγιον Ὄρος.
Τούς δύο αὐταδέλφους γέροντες του, τόν πατέρα Παντελεήμονα καί τόν πατέρα Ἰωαννίκιο, τούς ἀγάπησε «ἐν Χριστῷ ὑπερβαλλόντως». Ἡ εὐχή τους τόν στήριζε. Τούς ἔκανε ἄκρα ὑπακοή. Αὐτή ἡ ὑπακοή τόν βοήθησε πάρα πολύ, στό νά ἀγαπήσει «ἐξ’ ὅλης καρδίας» τόν Θεό ἀλλά καί νά πάρει ἀπό τόν Θεό, ὅλα αὐτά τά ὑπέροχα πνευματικά χαρίσματα, τά ὁποῖα, σύν Θεῷ, θά παρουσιάσουμε στή συνέχεια. Ἡ χαρούμενη καί ἄκρα αὐταπάρνησή του τόν ἔκανε πραγματικά νά χαρεῖ τήν ἀσκητική του ζωή[1] καί νά ζήσει ἀληθινά, ὡς μιμητής τοῦ Πρώτου καί Τέλειου Ὑποτακτικοῦ, τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦῦ. Χριστο
Ἡ συνέχεια τῆς ζωῆς του, ὅπως γράφει, τόν φόρτωσε μέ πολλές ἁμαρτίες. Δέν ἔπαψε ὅμως πάντα νά προσπαθεῖ κάνοντας ταπεινά προσευχή καί μελετώντας τά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Τό ἴδιο εὔχεται καί γιά μᾶς καί μᾶς παρακινεῖ νά τό κάνουμε, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε ὅλοι νά μποῦμε ἀπό τώρα στήν ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία, δηλαδή νά ζήσουμε «ἐν Χριστῷ».
Ἡ ἀνταπόκρισή του στήν Θεία κλήση μέ: α) τήν ἄσκηση καί β) τήν συμμετοχή του στά Ἅγια Μυστήρια.
Ὁ μακαριστός Γέροντας ἄν καί εἶχε πλημμελή ἐγκύκλεια παιδεία (μόλις στήν Α’ Δημοτικοῦ φοίτησε γιά λίγο), ἐν τούτοις κατέστη ἕνας ἀπό τούς κορυφαίους θεολόγους καί- στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας- ἁγίους τοῦ 20ου αἰώνα. Τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν σόφισε, ἀφοῦῆκε πρόθυμο συνεργό στό ἔργο Του. τόν βρ
Ὁ Ἀγαθός Παράκλητος ἐνεργεῖ τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση τῶν ἀνθρώπων. Ἐργάζεται ὅμως αὐτό τό ἔργο, σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, πού Τοῦ τό ἐπιτρέπουν. Ἐνεργεῖ ἡ θεοποιός Θεία Χάρη σ’ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μετανοοῦν ἀληθινά. Ὁὅλων τῶν ἀνθρώπων. Καμμιά θύρα δέν παραβιάζει. Περιμένει νά Τοῦ ἀνοίξουμε καί νά Τόν εἰσαγάγουμε αὐτοπροαίρετα, στόν «οἶκο» μας, στήν ζωή μας. Τό «ἄνοιγμα τῆς πόρτας» εἶναι ἡ μετάνοια μας, ἡ ὁποία ἐκφράζεται μέ τήν ὑπακοή μας στίς ἐπιταγές τοῦ Χριστοῦ Μας, τῆς Ἁγίας Μας Ἐκκλησίας. Κύριος «κρούει τήν θύρα»
Ἡ ὑπακοή στόν Χριστό μας ἐπιτυγχάνεται ἄν ζήσουμε:
α)ἀσκητικά-ἡσυχαστικά (μέ ἐγκράτεια, ἁγνότητα, σωφροσύνη, ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀκτημοσύνη, ἀκενοδοξία, ἀφιλαργυρία, σωματική κακοπάθεια) καί β)μυστηριακά ( μέ συχνή συμμετοχή στά δύο κατεξοχήν ἁγιαστικά Μυστήρια, τήν Ἱερά Ἐξομολόγηση καί τήν Θεία Κοινωνία). Αὐτά τά δύο, εἶναι τό «ναί» τοῦ ἀνθρώπου στήν πρόσκληση-πρόκληση τοῦ Θεοῦὁ Θεός εἰσέρχεται στή ζωή μας μέ τήν θεοποιό του ἐνέργεια καί διακονεῖ τήν θέωση τῆς ὕπαρξής μας. γιά σωτηρία. Τότε μόνο,
Ὁ Γέροντας Πορφύριος ἔζησε κατ’ αὐτόν τόν τρόπο (δηλαδή ἀσκητικά καί μυστηριακά) ἀπό τήν πολύ μικρή του ἡλικία· γιαυτό καί ὁ Κύριος πολύ σύντομα τόν ἐκαθάρισε καί τόν ἔκανε «σκεῦος ἐκλογῆς» Του.
«Πράξις θεωρίας ἐπίβασις». Ἀπό τή Μετάνοια στή Θεολογία...
Ἡ ἀσκητική καί καθαρτική «πράξη», ὁδήγησε τόν Γέροντα Πορφύριο στή «θεωρία» καί τήν ἐμπειρική θεολογία.
Πράξη σύμφωνα μέ τήν Πατερική Θεολογία εἶναι ἡ πρακτική τήρηση τῶν ἐντολῶν δηλαδή:
α)ἡ ἐγκράτεια στό φαγητό, στόν ὕπνο, στή σωματική ἀνάπαυση,
β) ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή καθώς καί ἡ ἀκτημοσύνη μαζί μέ τήν ὑπακοή καί τήν παρθενία. Παρθενία δέ, δέν εἶναι μόνο ἡ καθαρότης τοῦ σώματος ἀλλά καί τοῦ νοῦ. Αὐτό σημαίνει ἐκκοπή ὅλων τῶν πονηρῶν, βλάσφημων καί αἰσχρῶν λογισμῶν.
γ)ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον μέ ὅ,τι αὐτή συνεπάγεται
Θεωρία πάλι, σύμφωνα μέ τήν Πατερική Θεολογία, εἶναι ἡ διά τοῦ καθαροῦ νοῦ θέα τοῦ Θεοῦ καί γνώσις τῶν Θείων Μυστηρίων. Ἡ γνώσις αὐτή δέν εἶναι ἐγκεφαλική-θεωρητική ἀλλά ὄχι βιωματική-ὑπαρξιακή καί ἐπιτυγχάνεται διά τοῦ κεκαθαρμένου νοῦ.
Ὅταν ὁ μετανοημένος ἄνθρωπος καθαρισθεῖ διά τῆς καθαρτικῆς Θείας Χάριτος[2], τότε ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέχεται τήν Θεία Ἔλλαμψη καί τοῦ δίδεται λόγος ἀπό τόν Θεό, γιά τόν Θεό. Αὐτός τότε «θεωρεῖ τόν Θεό», γίνεται ἀληθινός Θεο-λόγος. Ὁμιλεῖ ἀπό τήν ἐμπειρία του καί ὄχι στοχαστικά γιά τόν Θεό.
«Βούλει θεολόγος γενέσθαι ποτέ, καί τῆς Θεότητος ἄξιος; Τάς ἐντολάς φύλασσε· διά τῶν προσταγμάτων ὅδευσον· πρᾶξις γάρ ἐπίβασις θεωρίας»[3], μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Δηλαδή: «Θέλεις νά γίνεις θεολόγος καί ἄξιος τῆς Θεότητας; Φύλαγε τίς ἐντολές· προχώρησε στό δρόμο σου τηρώντας τά προστάγματα (τοῦ Θεοῦ)· διότι ἡἶναι αὐτή, πού ὁδηγεῖ στήν θεωρία». πράξη ε
Ἡ Ὑπακοή ὁδηγεῖ στήν Προσευχή καί ἡ Προσευχή στή Θεολογία
Βασικό στοιχεῖο τῆς πράξεως εἶναι ἡ ὑπακοή σέ πνευματικό Πατέρα.
«Ἡ ὑπακοή φέρει τόν ἄνθρωπο, ὄχι μόνο σέ ἀπάθεια σωματική, ἀλλά καί πνευματική»[4], δίδασκε ἕνας ἄλλος μεγάλος σύγχρονος Γέροντας, ὁ π. Ἐφραίμ Κατουνακιώτης.
Ἀπό τήν ὑπακοή πάλι πηγάζει ἡ προσευχή, πού μυσταγωγεῖ τόν ἄνθρωπο στά Θεῖα Μυστήρια. Ἔλεγε πάλι ὁ π. Ἐφραίμ, ἀκολουθώντας τούς Ἁγίους Πατέρες: «Θέλεις νά ἀποκτήσεις προσευχή; Θέλεις, ὅταν λές τό “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ”, νά τρέχουν τά δάκρυα ποτάμι ἀπό τά μάτια σου; Θέλεις νά ζήσεις τή ζωή τῶν ἀγγέλων; “Eὐλόγησον”, “νά ‘ναι εὐλογημένο”. Ὑπακοή»[5].
Ἀπό τήν ἀληθινή προσευχή στή συνέχεια, πηγάζει ἡ γνήσια θεολογία.
«Eἰ θεολόγος εἶ, προσεύξῃ ἀληθῶς, καί εἰ ἀληθῶς προσεύξῃ, θεολόγος εἶ»[6]. Αὐτή εἶναι ἡ κοινή πατερική θέση.
Δηλαδή: «Ἐάν εἶσαι ἀληθινά θεολόγος, τότε θά (τό ἀποδείξεις μέ τό νά) προσεύχεσαι ἀληθινά, καί ἐάν ἀληθινά προσεύχεσαι, τότε εἶσαι καί (πραγματικός) θεολόγος».
Ἡ προσευχή ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή θεολογία καί ὁ γνήσιος θεολόγος ἀποδεικνύεται ἀπό τήν καθαρή προσευχή του.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσ. Ἀνάστασις Χριστοῦ-Ἐμμαούς, Ἅγιος Βασίλειος, Λαγκαδᾶ.
[1] Ἱερομονάχου Πορφυρίου, Ἐπιστολή γέροντος Πορφυρίου πρός τά πνευματικά του παιδιά, Ἐν Καυσοκαλυβίοις τῇ 4/17 Ἰουνίου 1991 (στό ἑξῆς: Ἐπιστολή Γέροντος Πορφυρίου).
[2] Ἡ Θεία Χάρη ἀρχίζει νά ἐνεργεῖ σ’ ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπο, πού μετανοεῖ καί ἀρχίζει νά τηρεῖ τίς ἐντολές.
[4] Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης, Ἔκδοση Ἱ. Ἡσυχαστηρίου «Ἅγιος Ἐφραίμ», Κατουνάκια Ἁγίου Ὄρους, 2000, σελ. 161( στό ἑξῆς : Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου