Ὁ Ἅγιος Καλλίνικος ὁ Μάρτυρας
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κιλικία. Μὲ ἰδιαίτερη εὐφράδεια λόγου, ἀλλὰ καὶ μὲ πολὺ ζῆλο, δίδασκε τὸ Εὐαγγέλιο.
Ὅταν ἔφθασε στὴν Αἴγυπτο, φανατικοὶ εἰδωλολάτρες ἐξεγέρθηκαν ἐναντίον του, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἡγεμόνα Σακέρδωνα. Αὐτός, ὑποκρινόμενος, ἔδειξε ὅτι λυπᾶται, καὶ γιὰ νὰ κάμψει τὸ φρόνημα τοῦ Καλλινίκου, ἀνέφερε δῆθεν περιστατικὰ πρώην γενναίων χριστιανῶν, ποὺ ὅταν ἀντίκρισαν τὰ σκληρὰ βάσανα, ἀρνήθηκαν τὴν πίστη τους.
Ὁ Καλλίνικος, ἀντιλαμβανόμενος τὴν ὑποκρισία τοῦ ἡγεμόνα, μειδίασε καὶ τοῦ εἶπε: «Μὴν ἀναβάλλεις, ἔπαρχε, νὰ λάβεις πεῖρα τῆς δύναμης μὲ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς ὁπλίζει τοὺς γνήσιους πιστούς Του.
Γρήγορα ἑτοίμασε ὅλα σου τὰ κολαστήρια ὄργανα, φωτιά, ξίφη, τροχούς, μαχαίρια, μαστίγια καὶ ὅτι ἄλλο σκληρὸ μαρτύριο ἔχεις. Ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα περισσότερα καὶ σκληρότερα βασανιστήρια ποθῶ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ».
Πράγματι, ὁ ἔπαρχος τὸν μαστίγωσε σκληρά. Ἔσκισε τὶς σάρκες του μὲ σιδερένια νύχια καὶ ὅπως ἦταν μισοπεθαμένος, τὸν ἔδεσε πίσω ἀπὸ ἕνα ἄγριο ἄλογο, ποὺ τὸν ἔσυρε γιὰ πολλὰ χιλιόμετρα. Τόση ἦταν ἡ λύσσα τοῦ ἐπάρχου, ποὺ πρὶν ὁ Καλλίνικος ἀφήσει τὴν τελευταία του πνοή, τὸν ἔριξε μέσα στὴ φωτιά.
Ἔτσι ἔνδοξα πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Κλῆσιν σύνδρομον, ἔχων τῷ βίῳ, νῖκος κάλλιστον, ἦρας ἐν ἄθλοις, καταλλήλως γεγονώς ὃ προκέκλησαι· σὺ γὰρ καλῶς τὸν ἀγῶνα τελέσας σου, ὡς νικητὴς ἐδοξάσθης Καλλίνικε. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ταῖς ἐπομβρίαις τῶν ἐνθέων σου λόγων, τῆς ἀσεβείας κατασβέσας τὴν φλόγα, μερτυρικοῖς διέλαμψας ἀγῶσι σοφέ· ὅθεν καὶ εἰσέδραμες, τῇ καμίνῳ προθύμως, ἐκβοῶν Καλλίνικε, τῷ ἰσχύν σοι διδόντι· Ἐν τῷ φωτί με ἴθυνον τῷ σῷ, τὸν ἐν πυρί σε, Χριστὲ μεγαλύναντα.
Μεγαλυνάριον.
Ἄνθραξι τῶν λόγων σου τῶν σοφῶν, ὕλην ἀσεβείας, καταφλέξας ἀθλητικῶς, ὡς τερπνὴ θυσία, διὰ πυρὸς προσήχθης, Καλλίνικε παμμάκαρ, τῷ ἀθλοθέτῃ σου.
Ἡ Ἁγία Θεοδότη ἡ Μάρτυς καὶ τὰ τρία παιδιά της
Ἡ Ἁγία Θεοδότη ἦταν ἀπὸ τὴ Νίκαια καὶ διακρινόταν γιὰ τὴ θερμότητα τῆς εὐσέβειάς της.
Ἔμεινε χήρα καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν ἀνατροφὴ τῶν τριῶν παιδιῶν της, χωρὶς νὰ δώσει καμιὰ προσοχὴ στὶς προτάσεις δεύτερου γάμου.
Μὲ τὴ φιλόστοργη φροντίδα της, μεγάλωσαν οἱ γιοί της καὶ ἀναδείχτηκαν παιδιὰ πιστὰ καὶ μὲ μεγάλη φρόνηση. Τὰ χρόνια ὅμως ἐκεῖνα, ἦταν δύσκολα καὶ ἐπικίνδυνα. Ἡ εἰκονομαχία ἦταν στὸ ἀποκορύφωμά της. Ἡ Ἁγία Θεοδότη μὲ τοὺς γιούς της, ἦταν στὴν πρώτη τάξη τῶν ὑπερμάχων ἀθλητῶν τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἐκείνη μεταξὺ τοῦ γυναικείου κόσμου, αὐτοὶ μεταξὺ τῶν συνομηλίκων τους, συμβούλευαν καὶ διήγειραν κατὰ τῶν ἄσεβων προσταγμάτων τῶν εἰκονομάχων βασιλέων. Τὸ καθῆκον αὐτό, ἔφερε μητέρα καὶ γιοὺς στὸ μαρτύριο, ποὺ τὸ ὑπέστησαν μὲ ἀξιοθαύμαστη καρτερία.
Ἔτσι ὅλοι μαζί, πῆραν τὰ ἀθάνατα στεφάνια, ποὺ παρέχει στοὺς καλοὺς ἀθλητὲς ὁ ἀγωνοθέτης Θεός. Ναὸ στὴν Ἁγία Θεοδότη ἔκτισε ὁ αὐτοκράτωρ Ἰουστινιανός.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ὡς δῶρον ἐκλεκτόν, Θεοδότη θεόφρον, προσήγαγες Θεῷ, τοὺς ἐνθέους βλαστούς σου· σὺν τούτοις γὰρ ἠγώνισαι, ἱερῶς ἐναθλήσασα, μεθ’ ὧν πρέσβευε, ὑπὲρ ἡμῶν τῷ Κυρίῳ, δοῦναι ἄφεσιν, ἁμαρτιῶν ἡμῖν πᾶσι, καὶ βίου διόρθωσιν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς μητέρα βλέποντες εὐφραινομένην, ἐπὶ τέκνοις σήμερον τὴν Θεοδότην τὴν σεμνήν, ταύτης τὴν ἄθλησιν μέλψωμεν, τὸν στεφοδότην Χριστὸν μεγαλύνοντες.
Μεγαλυνάριον.
Δόσιν Θεοδότη πανευπρεπῆ, οὓς ἐτιθηνήσω, εὐσεβείας τῇ ἀπαρχῇ, τῷ Θεῷ προσφέρεις, ἀθλητικοῖς ἀγῶσι, μεθ’ ὧν καὶ δοξασθεῖσα, ἡμῶν μνημόνευε.
Ὁ Ἅγιος Μάμας ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ, ἀφοῦ τὸν ἔριξαν μέσα στὴ θάλασσα.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μάρτυρας
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ἅγιος Βασιλίσκος ὁ γέρων
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Πρόκειται γιὰ τὸν Πατριάρχη Κωνσταντῖνο τὸν Α’, ποὺ διαδέχτηκε τὸν Ἰωάννη τὸν Ε’ τὸ ἔτος 674.
Εἶχε κάνει προηγούμενα διάκονος καὶ σκευοφύλακας. Πατριάρχευσε δυὸ χρόνια καὶ τρεῖς μῆνες. Δὲν ἔχουμε πολλὰ βιογραφικά του στοιχεῖα. Βέβαιο εἶναι ὅμως, ὅτι διακρινόταν γιὰ τὸ αὐστηρὰ Ὀρθόδοξο φρόνημά του, τὸν ζῆλο γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τῶν κακοδόξων, τῶν μονοθελητῶν, ἐπίσης γιὰ τὸν ἀφιλοχρήματο καὶ φιλόπτωχο χαρακτῆρα του.
Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅμως, ἔχει ἄλλη ἄποψη περὶ τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ καὶ εἰκάζει ὅτι πρόκειται περὶ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου Γ’ τοῦ Λειχούδη, γράφοντας περὶ αὐτοῦ τὰ ἑξῆς: «Ὁ Νικόδημος καὶ κατ' αὐτὸν καὶ ὁ Γεδεῶν ἀποδέχονται ὅτι οὖτος εἶναι ὁ Κωνσταντῖνος Α’, ὁ πατριαρχεύσας ἀπὸ τοῦ 674 – 676, ὁ ἀπὸ διακόνου καὶ σκευοφύλακος τῆς μεγάλης ἐκκλησίας εἰς τὸν πατριαρχικὸν θρόνον ἀναβᾶς εἰς διαδοχὴν Ἰωάννου τοῦ Ε’. Ἀλλὰ ἐν τῷ Συναξαριστῇ Delehaye «μνήμη Κωνσταντίνου τοῦ νέου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως».
Γίνεται λοιπὸν διάκρισις μεταξὺ παλαιοτέρου ὁμωνύμου πατριάρχου καὶ νεωτέρου καὶ ὡς τοιοῦτον θὰ δεχθῶμεν Κωνσταντῖνον τὸν Γ’ (ὁ Β’ ἣν εἰκονομάχος) τὸν Λειχούδην, Ἱερατεύσαντα ἀπὸ τοῦ 1059 – 1063, τὸν ἄλλοτε πρωτοβεστιάριον καὶ πρόεδρον τῆς συγκλήτου, καὶ εἴτα εὐνοῦχον καὶ μοναχόν, τὸν διαδεχθέντα Μιχαὴλ τὸν Κηρουλλάριον.
Ὑπῆρξεν ἐνάρετος καὶ ἱδρυτὴς μονῆς τῆς Θεοτόκου ἐν Κωνσταντινουπόλει, ὡς μαρτυρεῖ ὁ Ψελλὸς ἐν τῷ πρὸς τὸν πατριάρχην ἐπιταφίῳ αὐτοῦ λόγῳ (ἰδ. Σάθα, Μεσαίων. Βιβλ. Δ’, σ. 445) καὶ ἑπομένως δικαιολογεῖται ἡ μετὰ τῶν ὁσίων κατάταξις αὐτοῦ.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρας, Μητέρα καὶ τὰ δυὸ Παιδιά τους οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ στρατιώτης
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ὑπῆρξε στὰ χρόνια του Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου (361) καὶ ἦταν στρατιώτης «εἰς τὰ νούμερα τῶν καλουμένων Ταϊφάλων».
Αὐτὸς λοιπόν, εἶχε σταλεῖ μαζὶ μὲ ἄλλους στρατιῶτες νὰ καταδιώξει χριστιανούς. Φαινομενικά τους καταδίωκε, ἐνῷ στὰ κρυφά τους βοηθοῦσε νὰ διαφύγουν, νὰ ἀντέχουν τὰ βασανιστήρια, νὰ ἔχουν τὰ στοιχειώδη γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενειῶν τους καὶ ἄλλα.
Ἔτσι θεάρεστα ἀφοῦ πέρασε τὴ ζωὴ τοῦ ὁ Ἰωάννης, ἀναπαύθηκε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν Πανδέκτη, τόπο ποὺ καὶ οἱ ξένοι ἐνταφιάζονταν.
Ἡ δὲ σύναξή του γινόταν στὸν πρῶτο ἀποστολικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.
Οἱ Ἅγιοι Βενιαμὶν καὶ Βήριος
Ἡ σύναξή τους γινόταν κοντὰ στὰ παλάτια τοῦ «Ἑβδόμου». Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες.
Ὁ Εὐσεβὴς Βασιλιὰς Θεοδόσιος Β’ ὁ Νέος ἢ Μικρός
Βασίλευσε τὸ ἔτος 408 σὲ ἡλικία μόλις ἑπτὰ χρονῶν, διάδοχός τοῦ πατέρα του Ἀρκαδίου. Ὀνομάστηκε Μικρὸς γιὰ νὰ διακρίνεται ἀπὸ τὸν παπποὺ του τὸν μεγάλο.
Τοῦ μετέδωσε τὴ χριστιανικὴ εὐσέβεια ἡ ἀδελφή του Πουλχερία καὶ ἔτσι ἔτρεφε μεγάλη εὐλάβεια καὶ ἀφοσίωση στὴν ὀρθόδοξη πίστη.
Ὅταν ὁ Θεοδόσιος ὁ Μικρὸς ἀνέλαβε τὸ βασιλικὸ σκῆπτρο, μὲ τὴ βοήθεια τῆς ἀδελφῆς του Πουλχερίας, ὑποστήριξε θερμὰ τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης καὶ τὴν ἀσφάλεια τοῦ συμβόλου της.
Ἔτσι, μὲ βασιλικὸ θέσπισμα τῆς 19ης Νοεμβρίου τοῦ 430, συνῆλθε τὴν 22α Ἰουνίου τοῦ 431 στὴν Ἔφεσο ἡ Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ποὺ κατεδίκασε τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Νεστορίου.
Ἡ Ἐκκλησία, γιὰ τὴ θερμὴ εὐσέβεια καὶ τὴν σπουδαία αὐτὴ ὑπηρεσία τοῦ Θεοδοσίου Β’ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, τὸν κατάταξε στὸν χορὸ τῶν Ἁγίων της.
synaxarion.gr
anavaseis.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου