Τί σημαίνει ἡ Κυριακὴ ρῆσις «τὸ Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ» (Ἰω. 3:8);
Τὰ λόγια λοιπὸν αὐτὰ λέγονται ἀπὸ τὸν Κύριο πρὸς τὸ Νικόδημο στὴ νυκτερινή τους συνομιλία (Ἰω. 3, 1-21). Κατ' ἀρχὰς ὁ Κύριος χωρὶς περιστροφὲς τὸν διδάσκει περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ λέγοντάς του: «Ἀμήν, ἀμὴν λέγω σοί, ἐὰν μὴ τὶς γεννηθῆ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».
Ὁ Νικόδημος μὲ τὸν κοσμικό του λογισμὸ τὸν ἐρωτά: «πῶς δύναται ἄνθρωπος γεννηθῆναι γέρων ὧν; μὴ δύναται εἰς τὴν κοιλίαν τῆς μητρὸς αὐτοῦ δεύτερον εἰσελθεῖν καὶ γεννηθῆναι; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς. ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοί, ἐὰν μὴ τὶς γεννηθῆ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».
Ἀπαντᾶ λοιπὸν ὁ Κύριος στὴν ἀπορία τοῦ Νικόδημου τονίζοντάς του ὅτι χωρὶς τὴν ἐν Χριστῷ ἀναγέννηση «ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος», δηλ. χωρὶς τὸ ἅγιο Βάπτισμα, δὲν μπορεῖ νὰ εἰσέλθει στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Καὶ συνεχίζει: «τὸ γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκὸς σάρξ ἐστι, καὶ τὸ γεγεννημένον ἐκ Πνεύματος Πνεῦμα ἐστι», ἐξηγώντας τὶς συνέπειες τῆς πνευματικῆς ἀναγεννήσεως.
Ἐπειδὴ ὅμως ὁ ἐτάζων καρδίας καὶ νεφροὺς Κύριος εἶδε ἀκόμα ἀποροῦντα τὸν νυκτερινό του μαθητῆ, τοῦ ἐξηγεῖ μὲ κάποια εἰκόνα τὰ τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «μὴ θαυμάσης ὅτι εἰπὸν σοί, δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν, τὸ Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ, καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις, ἂλλ' οὐκ οἶδας πόθεν ἔρχεται καὶ ποὺ ὑπάγει, οὕτως ἐστὶ πᾶς ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Πνεύματος». Δηλ. «ὁ ἄνεμος ὅπου θέλει φυσάει κι ἀκοῦς τὴ βοὴ τοῦ ἀλλὰ δὲν ξέρεις ἀπὸ ποὺ ἔρχεται καὶ ποὺ πηγαίνει. Ἔτσι εἶναι καὶ καθένας ἀναγεννημένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα».
Ἂς δοῦμε τώρα καὶ τοὺς ὀρθοδόξους ἑρμηνευτές. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τὸ στίχο «ἐὰν μὴ τὶς γεννηθῆ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» λέγει: «...λέγω ὡς ἀναγκαῖον εἶναι (ἔνν. τὸ Βάπτισμα) καὶ μηδὲ δυνατὸν ἄλλως σωθῆναι... ἡ μὲν γὰρ γήινη γέννησις ἡ κατὰ σάρκα ἀπὸ τοῦ χοός ἐστι... ἐκείνη δέ, ἐκ Πνεύματος οὖσα, ραδίως ἠμὶν τὰς ἁψίδας ἀναπετάννυσι τὰς ἄνω».
Καὶ συνεχίζει ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς κατηχουμένους: «Ἀκούσατε ὅσοι τοῦ φωτίσματος ἐστὲ ἐκτός, φρίξατε, στενάξατε, φοβερὰ γὰρ ἡ ἀπειλή, φοβερὰ ἡ ἀπόφασις. Οὐκ ἔστι, φησί, τὸν μὴ γεννηθέντα ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, διότι τοῦ θανάτου φορεῖ ἔνδυμα, τὸ τῆς κατάρας, τὸ τῆς φθορᾶς, οὐδέπω τὸ Δεσποτικὸν ἔλαβε σύμβολον, ξένος ἐστι καὶ ἀλλότριος, οὐκ ἔχει τὸ σύνθημα τὸ βασιλικὸν»72.
Μεταφράζουμε: «Λέγω ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο τὸ βάπτισμα καὶ δὲν γίνεται ἀλλιῶς νὰ σωθεῖς. Ἡ μὲν γήϊνη γέννηση, ἡ σαρκική, εἶναι ἀπὸ τὸ χῶμα, ἐκείνη δὲ ποὺ εἶναι ἐκ τοῦ Πνεύματος εὔκολά μας ἀνοίγει τὶς οὐράνιες ἁψίδες. Ἀκοῦστε τὰ αὐτὰ ὅσοι εἶστε μακριὰ ἀπὸ τὸ Φώτισμα (τὸ ἅγιο Βάπτισμα).
Τρομάξτε, στενάξτε, γιατί ἡ ἀπειλὴ εἶναι φοβερή, φοβερὴ καὶ ἡ ἀπόφαση. Δὲν εἶναι δυνατὸν ὁ μὴ ἀναγεννηθεῖς δὶ' ὕδατος καὶ Πνεύματος νὰ εἰσέλθει στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, γιατί φορεῖ τὸ ἔνδυμα τοῦ θανάτου, τὸ ἔνδυμα τῆς κατάρας, τὸ ἔνδυμα τῆς φθορᾶς. Δὲν ἔλαβε ἀκόμα τὸ σύμβολο τοῦ Δεσπότου, εἶναι ξένος καὶ ἀλλότριος. Δὲν ἔχει τὸ βασιλικὸ γνώρισμα».
Ὥστε τὸ βάπτισμα εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀνοίγει τὶς πύλες τοῦ οὐρανοῦ. Χωρὶς αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ντυμένος τὸ φόρεμα τοῦ θανάτου, τῆς κατάρας καὶ τῆς φθορᾶς. Πολὺ περισσότερο, ὁ ἀβάπτιστος καθήμενος ἐν χώρα καὶ σκιὰ θανάτου, εἶναι ἀδύνατο νὰ δεχθεῖ «σπινθήρα φωτός», «ἀκτίνα ζωῆς καὶ ἀληθείας» καὶ νὰ ἔλθει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν οὐράνια πραγματικότητα μέσα ἀπὸ θρησκεῖες δαιμονικές, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας!
Γι' αὐτὸ ὁ Χρυσορρήμων ὁμιλεῖ γιὰ «φοβερὰ ἀπειλὴ» στερήσεως τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ στὴν περίπτωσή της μὴ «δὶ' ὕδατος καὶ Πνεύματος» ἀναγεννήσεως. Λέγει κάτι ποὺ σήμερα θὰ ἑρμηνευόταν ὡς ἄσκηση «τρομοκρατίας» κατὰ τῆς «ἐλευθέρας θρησκευτικῆς συνειδήσεως τοῦ ἀνθρώπου», ὡς πράξη ἀποκλεισμοῦ τοῦ ἄλλου.
Ἀλλὰ ὁ Κύριός μας, ὁ σταυρωθεῖς καὶ ἀναστᾶς χάριν ἠμῶν γνωρίζει τὴν ὀντολογικὴ ἀδυναμία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου καὶ δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο στὴν ἡσυχία τοῦ θανάτου. Μὲ ποικίλους τρόπους τὸν ὁδηγεῖ στὴν Ἀλήθεια καὶ τὴ Ζωή.
Παρόμοια λέγει καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὸν Γ’ Ἀντιρρητικό του λόγο πρὸς Ἀκίνδυνον: «Τὶς δ' οὐκ οἶδε τῶν μεμυημένων τὰ Χριστιανῶν καὶ τοῖς εὐαγγελικοῖς θεσπίσμασι συνετὴν ὑπεχόντων ἀκοὴν ὡς "τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Πνεύματος Πνεῦμά ἐστι" παρὰ τοῦ Κυρίου εἴρηται πρὸς τὸν Νικόδημον καὶ ὡς περὶ τῶν εἰς αὐτὸν πιστευόντων εἴρηται καὶ τῶν διὰ τοῦ εἰς αὐτὸν βαπτίσματος χάριτι γεγεννημένων ἐκ τοῦ Πνεύματος καὶ Πνεῦμα γεγονότων, δηλαδὴ πνευματικῶν, διὰ τῆς ἐκ τοῦ ἁγίου Πνεύματος υἱοθεσίας; Διὸ καὶ συνάδων τοῖς ἐκεῖ μικρὸν ἀνωτέρω εἰρημένοις, πρὸς τὸν αὐτὸν Νικόδημον λέγει προϊών. "μὴ θαυμάσης ὅτι εἶπον, δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν. Τὸ Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ..."» 73.
Μετάφραση: «Ποιὸς ἀπὸ τοὺς μεμυημένους στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ ἀπὸ ὅσους συνετὰ ἀκούουν τὰ εὐαγγελικὰ θεσπίσματα δὲν γνωρίζει ὅτι τὰ λόγια: "τὸ γεγεννημένον ἐκ Πνεύματος Πνεῦμα ἐστὶ" λέχθηκαν πρὸς τὸ Νικόδημο γι' αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν σ' Αὐτὸν καὶ γι' αὐτοὺς ποὺ βαπτίσθηκαν σ' Αὐτὸν καὶ ἀναγεννήθηκαν ἐκ τοῦ Πνεύματος διὰ τῆς Χάριτος κι ἔγιναν Πνεῦμα δηλ. πνευματικοὶ διὰ τῆς υἱοθεσίας ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Γι' αὐτὸ συμφωνώντας καὶ μ' αὐτὰ ποὺ εἶπε λίγο πρίν, λέει στὸ Νικόδημο: μὴν ἀπορεῖς πού σου εἶπα ὅτι πρέπει νὰ ἀναγεννηθεῖτε. Τὸ Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ..» (ἀκολουθεῖ ἡ ἁγιογραφικὴ συνέχεια).
Κι ἀπὸ τὴ συνάφεια λοιπὸν τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου κι ἀπὸ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίων Πατέρων, εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ δράση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ πνεύσις Του, σχετίζεται ἐδῶ μὲ τὴ διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος ἀναγέννηση ὄχι μὲ μία ἀκαθόριστη πνοὴ τοῦ Παρακλήτου ποὺ δίνει «ἐμπνεύσεις» καὶ «μεγαλειώδεις συλλήψεις» στὶς διάφορες θρησκεῖες.
Εἶναι ὅμως ἀπαραίτητο νὰ ἰδοῦμε καὶ τοὺς ἄλλους ἑρμηνευτὲς Πατέρες εἰδικώτερα γιὰ τὸ συγκεκριμένο χωρίο, «Τὸ Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ».
Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας σχολιάζοντας τὸ ὡς ἄνω χωρίο λέγει ὅτι ὁ Κύριός μας σὰν πολὺ καλὸς Διδάσκαλος χρησιμοποιεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ ἀνέμου ὡς παράδειγμα γιὰ νὰ φανερώσει «τοῦ μυστηρίου τὸν τύπον».
Τὸ παράδειγμα αὐτὸ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς ποικίλους τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους «μεθοδεύει τῶν ἀκροωμένων τὸν νοῦν», καὶ συνεχίζει: «Τοῦτος ὁ ἄνεμος, ποὺ βρίσκεται στὸν κόσμο, στὴν ἀτμόσφαιρα, πνέει παντοῦ, σ' ὅλη τὴν οἰκουμένη, τρέχει ὅπου θέλει καὶ ἡ παρουσία τοῦ γίνεται ἀντιληπτὴ μόνο μὲ τὸ "χτύπημά" του, τὸ θόρυβό του.
Ξεφεύγει μὲν ἀπὸ τὰ μάτια ὅλων, ἀλλὰ καθὼς ἔρχεται σὲ ἐπαφή, σὰν λεπτὴ αὔρα, μὲ τὰ σώματα, δίνει κάποια αἴσθηση τῆς σύμφυτης σ' αὐτόν, τῆς φυσικῆς ἐνεργείας ποὺ τὸ χαρακτηρίζει. Ἔτσι —λέγει ὁ Κύριος στὸ Νικόδημο— πρέπει νὰ ἐννοήσεις τὴν διὰ Πνεύματος ἀναγέννηση.
Ἀπὸ τὰ μικρὰ παραδείγματα νὰ χειραγωγεῖσαι στὰ "μείζονα" καὶ νὰ χρησιμοποιεῖς σὰν εἰκόνα τὸ λόγο μου γιὰ νὰ ἐννοεῖς "τὰ ὑπὲρ αἴσθησιν"». Μ' αὐτὴ τὴν εἰκόνα λοιπόν, ὁ Κύριος, κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο, θέλει νὰ δηλώσει τὴ μυστικὴ καὶ ὑπερφυὰ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἑρμηνεύει τὸ ἴδιο χωρίο στὴ συνέχειά του λέγοντας: «Ἀφοῦ δὲν μπορεῖς νὰ ἑρμηνεύσεις, νὰ κατανοήσεις τὴν ὁρμὴ καὶ τὸ δρόμο ποὺ ἀκολουθεῖ ὁ ἄνεμος, ἂν καὶ τὸν αἰσθάνεσαι μὲ τὴν ἀκοὴ καὶ τὴν ἁφή, πῶς τολμᾶς νὰ περιεργάζεσαι τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;».
Καὶ πιὸ κάτω συνεχίζει: «Ἡ φράση "τὸ Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ" ἐλέχθη πρὸς παράστασιν τῆς ἐξουσίας τοῦ Παρακλήτου κι αὐτὸ σημαίνει ὅτι... τὴν ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος δὲν μποροῦν νὰ τὴν περιορίσουν οὔτε οἱ νόμοι τῆς φύσεως, οὔτε οἱ ὄροι τῆς σωματικῆς γεννήσεως, οὔτε ὁτιδήποτε ἄλλο παρόμοιο»74.
Λέγει δὲ ὁ ἱερὸς Πατὴρ κάτι πολὺ σημαντικὸ ὅτι δηλ. ἡ φράση «τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις» εἰπώθηκε στὸ Νικόδημο περὶ τοῦ ἀνέμου. «Οὐ γὰρ ἄν, ἀπίστω διαλεγόμενος, καὶ οὐκ εἰδότι τοῦ Πνεύματος τὴν ἐνέργειαν, εἶπε "τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις"»75.
Τί μᾶς λέγει ἐδῶ ὁ ἅγιος; Ὅτι ὁ Κύριος ἐπιμένει στὸ παράδειγμα τοῦ ἀνέμου, γιατί αὐτὴ μόνο τὴν ἐμπειρία εἶχε ὁ Νικόδημος. Δὲν τοῦ ὁμιλεῖ περὶ τῆς βιαίας πνοῆς τοῦ Παρακλήτου, διότι ὁ Νικόδημος ὡς «ἄπιστος», ἀφώτιστος, δὲν γνωρίζει, δὲν μπορεῖ νὰ «ἀκούσει» τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Κι ἂν ὁ νυκτερινὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ δὲν γνωρίζει, ὡς ἄπιστος, τὶς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πολὺ περισσότερο οἱ ἐχθροί του Χριστοῦ, ὁ Φραγκολατίνος, ὁ λουθηροκαλβίνος, ὁ Ἰνδουιστής, ὁ Ἑβραῖος, ὁ Μουσουλμάνος δὲν μποροῦν νὰ ἀπορροφήσουν ἀκτίνες τῆς θείας ἀκτινοβολίας, καθὸ ἀβάπτιστοι καὶ ἀφώτιστοι.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὁμιλεῖ κι αὐτὸς γιὰ τὴν ἐξουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «Δὲν νοιώθεις καμμιὰ αἰδῶ», λέγει ὁ Θεολόγος στοὺς ἀρνητὲς τῆς θεότητος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «γιὰ τὴν ἐξουσία τοῦ Πνεύματος, τὸ ὁποῖο πνέει σ' ὅσους θέλει, ὅταν θέλει, ὅσο θέλει; Ἐπιδημεῖ στὸν Κορνήλιο καὶ στοὺς ἀνθρώπους τοῦ πρὸ τοῦ Βαπτίσματος, σ' ἄλλους μετὰ τὸ βάπτισμα διὰ τῶν Ἀποστόλων, ὥστε κι ἀπὸ τὰ δύο δηλ. κι ἀπὸ ὅσους ἐπιφοιτᾶ ὡς Δεσπότης, ὄχι δουλικά, κι ἀπὸ ὅσους ἐπιζητεῖται πρὸς τελείωση τοῦ βαπτίσματος νὰ μαρτυρεῖται ἡ θεότης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» 76.
Μὲ τοὺς πύρινους αὐτοὺς καὶ θεοπνεύστους λόγους τοῦ ὁ ἅγιος Γρηγόριος κηρύττει τὴ θεότητα καὶ κυριότητα, τὴν ἐξουσία καὶ ἐλευθερία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μήπως μὲ ὅσα λέγει περὶ τῆς ἐπιδημίας Του στὸν Κορνήλιο πρὸ τοῦ βαπτίσματος ὁ ἅγιος Γρηγόριος θέλει νὰ πεῖ ὅτι τὸ Παράκλητον Πνεῦμα ἐνεργεῖ χωρὶς τὴν εἰς Χριστὸν πίστη, χωρὶς τὴν Ἐκκλησία;
Μήπως τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δρᾶ ἀνεξάρτητο, ἔχει τὸ δικό Του ἔργο, τὴν δική Του Οἰκονομία; μήπως τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους ἀπαραιτήτως στὸν Χριστό; Μήπως ἐνεργεῖ δίνοντας «ἐκπληκτικὴ δύναμη πίστεως — δηλαδὴ σχέσεως ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο» (σ. 198), χωρὶς αὐτὴ ἡ πίστη νὰ εἶναι ἡ πίστις στὸν ἐν Τριάδι Θεό; Κάτι τέτοιο ὑπονοεῖ ὁ συγγραφεὺς τοῦ κρινόμενου βιβλίου μιλώντας γιὰ τὴν πίστη τῆς Χαναναίας (Ματθ. 15:21-28), τοῦ Ρωμαίου ἑκατοντάρχου (Ματθ. 8: 10) γιὰ τὴ σχέση τοῦ Κορνηλίου μὲ τὸν Θεό, πρὶν γνωρίσει τὸν Χριστὸ (Πρὰξ 10: 1-11:16) καὶ γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρὶν τὸ βάπτισμα (ὡς ἄνω).
Ἁπλὴ ἀνάγνωση τῶν ἀνωτέρω περικοπῶν πείθει τὸν ἀναγνώστη ὅτι ἡ πίστις ὅλων τῶν ἀνωτέρω προσώπων δὲν εἶναι ψυχολογικῆς τάξεως δύναμη στρεφόμενη σὲ κάποιο Θεό, ἀλλὰ πίστις στὸν Χριστό, δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δωρημένη ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν φώτων, λόγω τῆς ἀγαθῆς τους προαιρέσεως.
Συγκεκριμένα ὁ Κορνήλιος, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος «οὐκ ἔστι Ἰουδαῖος, οὐδὲ ζῶν κατὰ νόμον, ἀλλ' ἤδη προειλήφει τὴν ἡμετέραν πολιτείαν» δηλ.77 δὲν εἶναι Ἰουδαῖος, οὔτε ζεῖ σύμφωνα μὲ τὸν Νόμο ἀλλὰ ἤδη ἀκλουθοῦσε τὴ Χριστιανικὴ πολιτεία (ζωή)».
Προσευχόταν λοιπὸν στὸν Θεὸ κι ὄχι στοὺς θεοὺς τῶν εἰδώλων, ἀναζητώντας τον. Ἔτσι ὁ Τριαδικὸς Θεὸς βλέποντας τὴν ἀγαθὴ προαίρεση τοῦ ἀποστέλλει ἄγγελο γιὰ νὰ τὸν φέρει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν Πέτρο καὶ δὶ' αὐτοῦ νὰ γνωρίσει τὸν Χριστό. Κατὰ τὴν ἐπικοινωνία μαζί του, ἀκούει τὸ κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου περὶ τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας καὶ γιὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ δίδεται διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ σ' ὅσους πιστεύσουν σ' Αὐτόν.
Κι ἐνῶ μιλοῦσε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος «ἐπέπεσε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐπὶ πάντας τοὺς ἀκούοντας τὸν λόγον» καὶ «οἱ ἐκ περιτομῆς πιστοὶ ...ἤκουον ...αὐτῶν λαλούντων γλώσσαις καὶ μεγαλυνόντων τὸν Θεὸν» (Πράξ. 10, 44-46) Γράφει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος: «...ἐπειδὴ τὴν διάνοιαν αὐτῶν ἔδειξαν θαυμαστὴν οὖσαν καὶ τῆς διδασκαλίας ἀρχὴ γέγονε, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι πάντως τὸ βάπτισμα ἄφεσις ἔστιν ἁμαρτημάτων, τότε ἐπῆλθε τὸ Πνεῦμα».
Πίστευσαν λοιπὸν στὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, στὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν διὰ τοῦ βαπτίσματος καὶ τότε ἐπέπεσε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἔτσι λοιπὸν ἡ χάρις ἐπῆλθεν στοὺς πιστεύσαντας στὸν Χριστό. Καὶ γιατί πρὸ τοῦ Βαπτίσματος; «Ἐκ περιουσίας παρὰ τοῦ Θεοῦ, ἴνα δειχθῆ καὶ ἡ ἀρχὴ οὐ παρὰ τοῦ Ἀποστόλου» δηλ. ἐπιπλέον, μὲ ἀφθονία (ἐδόθη τὸ Ἅγιο Πνεῦμα)78 ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι ἡ ἀρχὴ τῆς κλήσεως τῶν Ἐθνῶν δὲν ἔγινε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἦταν δηλαδὴ ἡ ἔλευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἕνα θαυμαστὸ σημεῖο, πρὶν ἀπὸ τὸ Βάπτισμα, γιὰ νὰ φανεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στοὺς ἐκ περιτομῆς Χριστιανοὺς καὶ νὰ δοθεῖ ἔτσι ἕνα ἀκαταμάχητο ἐπιχείρημα στὸν Πέτρο κατὰ τὴν ἀπολογία του πρὸς αὐτούς.
Παράλληλα ἀποδεικνύεται ἡ ἐξουσία καὶ ἡ Θεότης τοῦ Παρακλήτου, τὸ ὁποῖο δρᾶ πρὸ τοῦ Βαπτίσματος ὄχι ὅμως ἀνεξάρτητα ἀπ' αὐτό. Γι' αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο ἀκολουθεῖ ἀμέσως τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Γράφεται στὴ συνέχεια τῶν Πράξεων: «τότε ἀπεκρίθη Πέτρος· μήτι τὸ ὕδωρ δύναται κωλύσαι του μὴ βαπτισθῆναι τούτους, οἵτινες τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἔλαβον ὡς καὶ ἠμεῖς; προσέταξεν δὲ αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ βαπτισθῆναι» (Πράξ. 10,47-48).
Ἂν δεχθοῦμε ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χωρὶς τὴν πίστη στὸν Χριστό, χωρὶς τὸν Χριστό, ἐνέργεια ποὺ φωτίζει καὶ δίνει κοινὲς ἐμπειρίες σὲ ἀπίστους καὶ χριστιανοὺς (κι αὐτὸ δεχόμαστε ἂν πιστέψουμε ἀπορρόφηση ἀκτίνων τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὶς θρησκεῖες-μπαταρίες(!), ἀπὸ τὶς θρησκεῖες ποὺ μάλιστα μάχονται τὸν Χριστὸ καὶ κατασφάζουν τοὺς Χριστιανοὺς) τότε διασπῶμε τὸ Μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀφοῦ οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες εἶναι κοινές, εἶναι τῆς φύσεως τοῦ Θεοῦ, εἶναι καὶ τῶν τριῶν θεαρχικῶν Ὑποστάσεων.
Ἐν πάση περιπτώσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν ἔχει καμμιὰ ἀπολύτως σχέση, ὅπως ἀπεδείχθη ἀπὸ τὶς προηγούμενες πατερικὲς καὶ ἁγιογραφικὲς μαρτυρίες, μὲ «τὶς ὑψηλότερες θρησκευτικὲς ἐμπνεύσεις τῆς ἀνθρωπότητος». Φωτίζει ὁ Χριστὸς «πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰω.1,9) γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὸ Φῶς τῆς Βασιλείας του. «Κέκληται γὰρ τῶν ἐθνῶν ἡ πληθὺς οὐ διὰ τῆς τοῦ νόμου παιδαγωγίας, οὐ διὰ προφητῶν ἁγίων ἀγείρει δὲ μᾶλλον αὐτὰ θεία καὶ ἀπόρρητος χάρις νοερῶς ἑλλάμπουσα καὶ τῆς διὰ Χριστοῦ σωτηρίας ἐντιθεῖσα τὴν ἔφεσιν», γράφει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας.
Μετάφραση: «ἔχει κληθεῖ (στὴ σωτηρία) τὸ πλῆθος τῶν ἐθνῶν ὄχι μὲ τὴν παιδαγωγία τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου οὔτε διὰ τῶν ἁγίων προφητῶν. Τὰ διεγείρει μᾶλλον ἡ θεία καὶ ἀπόρρητη χάρις ποὺ λάμπει νοερὰ καὶ βάζει μέσα τοὺς τὴν ἐπιθυμία τῆς σωτηρίας διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα φωτίζει τὰ ἔθνη, γιὰ νὰ τὰ ὁδηγήσει στὴ σωτηρία μόνο διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, βγάζοντάς τὰ ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ τὸ σκότος τῶν ψευδοθρησκειῶν τους. Δὲν ρίχνει τὸ φῶς τοῦ μέσα στὴ λατρεία τῶν εἰδώλων (δαιμόνων) στὸ ἀκάθαρτο Ἰσλὰμ ἢ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ γκουρουϊστικοῦ διαλογισμοῦ κ.λ.π.
Βλέποντας τὴν προαίρεση τοῦ κάθε ἀνθρώπου, πονώντας τὸν «κατ' εἰκόνα» Τοῦ πλασθέντα ἄνθρωπον τὸν φωτίζει γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσει σὲ κοινωνία μαζί Του. Δέχεται τὴν δίψα του, τὴν ἀναζήτησή του καὶ ὅπως ἔκαμε μὲ τὸν Κορνήλιο τὸν δέχεται εἰς τοὺς κόλπους Του, εἰς τὴν Ἐκκλησία Του. Ἔτσι κάμει καὶ σήμερα ὁδηγώντας, Φράγκους, μουσουλμάνους, Ἰνδουιστές, ἀφοῦ ἀρνηθοῦν τὴν πλάνη τους, στὴν κοινωνία τοῦ Σώματός Του. Ἔξω ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐν Τριάδι ζωὴ ὑπάρχει τὸ βαθὺ σκότος τῆς ἀποστασίας, ἡ χώρα καὶ ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου.
Τὸ τί θὰ κάμει ὁ Θεὸς γιὰ τοὺς ἀβαπτίστους μας τὸ λέει στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ τοῦ Ἁπ. Παύλου. Θὰ κριθοῦν κατὰ τὸ νόμο ποὺ εἶναι γραμμένος στὶς καρδιές τους, ὡς πλασθέντες κατ' εἰκόνα Θεοῦ «συμμαρτυρούσης αὐτῶν τῆς συνειδήσεως» (Ρωμ. 2, 14-16). Πουθενὰ δὲν γράφεται ὅτι θὰ κριθοῦν σύμφωνα μὲ τὶς «θρησκευτικές τους ἐμπειρίες», τὴν «προφητικὴ ἐνόραση» ἢ «τοὺς πνευματικοὺς θησαυροὺς ποὺ ἔχουν διατηρήσει» 79. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ὄχι μόνο ἄχρηστα ἀλλὰ καὶ δαιμονικά, ὅπως ἀπεδείχθη.
______________________________________________________________________________
72. Ἅπαντα Ἁγίων Πατέρων, ἔκδοσις Ὠφελίμου Βιβλίου, Ἰωάννου Χρυσοστόμου τόμ.72, Εἷς τὸ κατὰ Ἰωάννην Ὁμιλία ΚΕ', σ. 332
73. Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, Λόγος ἀντιρρητικὸς Γ’ 37, Ε.Π.Ε. τ. 5,σ.436.
74. Ἐδῶ βέβαια δὲν θὰ μποροῦσε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος νὰ ἐννοήσει «τὶς γνωστὲς ἐκκλησιαστικὲς δομὲς» ὡς περιορισμὸ τῆς ἐνεργείας τοῦ Παρακλήτου, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ χῶρος τῆς ἐνεργείας τῆς χάριτος καὶ οἱ πνευματικοί της νόμοι καμμιὰ σχέση δὲν ἔχουν μὲ τὴν κτιστὴ πραγματικότητα δηλ. τοὺς φυσικοὺς νόμους, τοὺς νόμους τῆς σωματικῆς γεννήσεως κ.λ.π.
75. Ἅπαντα Ἁγ. Πατέρων, Ἔκδοσις Ὤφ. βιβλίου, Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τ.72, Εἰς τὸ Κατὰ Ἰωάννην Ὁμιλία Κζ’,σ 34
76. Ἁγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΔ’, Εἰς τοὺς ἐξ Αἰγύπτου ἀποδημήσαντας, κέφ. Ἰδ'. Πρβλ. τοῦ αὐτοῦ, Λόγος ΜΑ', Εἰς τὴν Πεντηκοστὴν κέφ. ε'.
77. Ἅπαντα Ἁγ. Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τ.77. Εἰς τὰς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ὁμιλία ΚΒ’, σ. 309.
78. Ἔνθα ἀνωτ., σ. 328 καὶ 331.
79. Ὁ συγγραφεὺς γράφει ὅτι «πολλοὶ χριστιανοὶ σήμερα...δείχνουν κατανόηση καὶ ἐκτίμηση γιὰ τοὺς πνευματικοὺς θησαυροὺς ποὺ ἔχουν διατηρήσει οἱ Μουσουλμάνοι» (σ. 156).
.
Θεανθρώπινη καθολικότητα ἤ πανθρησκειακή παγκοσμιότητα
Πρωτ. Ἰωάννης Φωτόπουλος
Κριτικές τοποθετήσεις στό βιβλίο
«Παγκοσμιότητα καί Ὀρθοδοξία»
Ἀρχιεπ. Ἀλβανίας κ. Ἀναστασίου
http://anavaseis.blogspot.gr/2012/09/38.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου