Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου. Λόγοι Γ΄ . Κεφάλαιο 2ον. 1) «Ή δικαιολογία εμποδίζει τήν πνευματική πρόοδο» 2) «Ή δικαιολογία οφείλεται στον εγωισμό »
Λόγοι Γ΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ή δικαιολογία διώχνει τήν Χάρη του Θεού
«Ή δικαιολογία εμποδίζει τήν πνευματική πρόοδο»
- Γέροντα, όταν λένε ότι ή δικαιολογία δεν υπάρχει στην Αγία Γραφή, τί εννοούν;
- Ότι δέν δικαιολογείται κατά κάποιον τρόπο ή δικαιολογία.
- Όταν, Γέροντα, δικαιολογούμαι, εκ των ύστερων σκέφτομαι ότι ή δικαιολογία δέν είναι ίδιον του μονάχου.
- Όχι απλώς δέν είναι ίδιον του μονάχου ή δικαιολογία, άλλα δέν έχει καμμιά σχέση με τήν πνευματική ζωή. Πρέπει να καταλάβω ότι, όταν δικαιολογούμαι, βρίσκομαι σέ λανθασμένη κατάσταση.
Κόβω τήν επικοινωνία μέ τον Θεό και στερούμαι τήν θεία Χάρη, γιατί ή θεία Χάρις δέν έρχεται σέ λανθασμένη κατάσταση. Από τήν στιγμή πού ο άνθρωπος δικαιολογεί τά αδικαιολόγητα, απομονώνεται από τον Θεό.
Μπαίνει μόνωση, ...καουτσούκ, ανάμεσα στον άνθρωπο και στον Θεό. Μπορεί να περάση το ρεύμα μέσα από το καουτσούκ; Όχι.
Απομονώνεται. Ισχυρότερο μονωτικό από τήν δικαιολογία δέν υπάρχει γιά τήν θεία Χάρη! Είναι σάν νά χτίζης έναν τοίχο και νά χωρίζης τον εαυτό σου από τόν Θεό, οπότε κόβεις κάθε σχέση μαζί Του.
- Γέροντα, συχνά λέτε: «Να προσπαθήσουμε νά πιάσουμε τουλάχιστον την πνευματική βάση». Ποιά είναι ή πνευματική βάση;
- Ή ταπεινή αναγνώριση του σφάλματος και νά μή δικαιολογήται εν γνώσει του τουλάχιστον ο άνθρωπος, όταν φταίη και του κάνουν παρατήρηση. Το νά μή δικαιολογήται, όταν δεν φταίη και τον κατηγοροϋν, αυτό είναι το άριστα.
Όποιος δικαιολογεί τον εαυτό του, και προκοπή δεν κάνει, αλλά και εσωτερικά δεν αναπαύεται. Δεν θά μας κρέμαση ο Θεός γιά ένα σφάλμα πού κάναμε, άλλα νά μή δικαιολογούμε τον εαυτό μας γιά το σφάλμα και το θεωρούμε φυσικό.
- Αν μού πουν ότι έσφαλα σέ κάτι, άλλα δεν μπορώ νά καταλάβω πόσο έσφαλα, νά ρωτήσω, ώστε άλλη φορά νά προσέξω, ή νά σιωπήσω;
- Άν πιάσης ότι έσφαλες είκοσι πέντε τοις εκατό, ενώ έσφαλες πέντε, δεν έχεις κέρδος; Βάλε περισσότερο, γιά νά είσαι μέσα.
Αυτή είναι ή πνευματική εργασία πού πρέπει νά κάνης: Νά βρίσκης το σφάλμα σου, νά πιάνης τον εαυτό σου.
Αλλιώς πιάνεσαι από τον εαυτό σου, δικαιώνεις τον εαυτό σου, άλλα ανάπαυση δεν έχεις.
- Όταν, Γέροντα, κάποιος εχη τήν συνήθεια νά δικαιολογήται, άλλα μετά άναγνωρίζη το λάθος του και ελεεινολογή τον εαυτό του, αυτό τον ωφελεί;
- Τουλάχιστον τού μένει ή πείρα καί, άν τήν αξιοποίηση, θά ωφεληθή. Και άν πή ο Θεός: «αφού το κατάλαβε καί μετάνοιωσε, ας τού δώσω κάτι», τότε θά πάρη καί κάτι από άλλο ταμείο, από το ταμείο της μετανοίας.
«Ή δικαιολογία οφείλεται στον εγωισμό »
- Γέροντα, όταν δεν δικαιολογώ τους άλλους γιά μιά πράξη τους, αυτό σημαίνει ότι έχω σκληρή καρδιά;
- Δεν δικαιολογείς τους άλλους και δικαιολογείς τον εαυτό σου; Μεθαύριο και ό Χριστός δεν θά σε δικαιολόγηση.
Μπορεί σε μιά στιγμή ή καρδιά του άνθρωπου νά γίνη σκληρή σάν πέτρα, αν φερθή με κακία, και σε μιά στιγμή νά γίνη πολύ τρυφερή, αν φερθή με αγάπη.
Νά απόκτησης μητρική καρδιά. Βλέπεις, ή μάνα όλα τά συγχωρεί και καμμιά φορά κάνει πώς δεν βλέπει.
Όποιος κάνει σωστή πνευματική εργασία, γιά όλους βρίσκει ελαφρυντικά, όλους τους δικαιολογεί, ενώ τον εαυτό του ποτέ δεν τον δικαιολογεί, ακόμη και όταν έχη δίκαιο. Πάντοτε λέει ότι φταίει, γιατί σκέφτεται ότι δέν αξιοποιεί τις ευκαιρίες πού του δίνονται. Βλέπει λ.χ. έναν νά κλέβη καί σκέφτεται ότι καί ό ίδιος, αν δέν είχε βοηθηθή, θά έκλεβε περισσότερο από αυτόν και λέει: «Ό Θεός εμένα μέ βοήθησε, αλλά εγώ οικειοποιήθηκα τά δώρα του Θεού. Αυτό είναι μεγαλύτερη κλεψιά. Ή διαφορά είναι ότι του άλλου ή κλεψιά φαίνεται, ενώ ή δική μου δέν φαίνεται».
Έτσι καταδικάζει τον εαυτό του και κρίνει μέ επιείκεια τον συνάνθρωπο του. "Η, άν δη στον άλλον ένα ελάττωμα, είτε μικρό είτε μεγάλο, τον δικαιολογεί, βάζοντας καλούς λογισμούς.
Σκέφτεται ότι καί αυτός έχει πολλά ελαττώματα, τά όποια βλέπουν οι άλλοι. Γιατί, άν ψάξη κανείς, βρίσκει πολλά στραβά στον εαυτό του, ώστε μπορεί εύκολα νά δικαιολογή τον άλλον. Πόσα και πόσα δέν έχουμε κάνει!«Αμαρτίας νεότητας μου καί αγνοίας μου μή μνησθης, Κύριε»[1].
- Όταν, Γέροντα, μου ζητήσουν μιά εξυπηρέτηση καί τήν κάνω πρόθυμα, άλλα πάνω στην βιασύνη κάνω μιά μικρή ζημιά καί μου κάνουν παρατήρηση, δικαιολογώ τον εαυτό μου.
- Πήγες νά κάνης ένα καλό, έκανες καί μιά μικρή ζημιά. Δέξου τήν παρατήρηση γιά τήν μικρή ζημιά, γιά νά λάβης ολόκληρη την αμοιβή. Ό διάβολος είναι πολύ πονηρός. Την τέχνη του την ξέρει άριστα. Την πείρα τόσων χρόνων νά μην την αξιοποίηση!
Σε βάζει νά δικαιολογηθής, για νά χάσης την ωφέλεια από το καλό πού έκανες. Όταν δής έναν άνθρωπο καταϊδρωμένο νά σηκώνη στον ώμο του ένα φορτίο κι εσύ πάς νά του το πάρης, γιά νά τον έλαφρώσης, ε, αυτό είναι κάπως φυσικό.
Είδες το βάρος πού κουβαλούσε, κινήθηκες από φιλότιμο και έτρεξες νά τον βοηθήσης. Το νά σήκωσης όμως μιά κουβέντα πού θά σού πή ό άλλος άδικα, αυτό έχει ψωμί. Αν, όταν μας κάνουν μιά παρατήρηση, αμέσως δικαιολογούμαστε, αυτό φανερώνει ότι έχουμε ακόμη μέσα μας ολοζώντανο το κοσμικό φρόνημα.
- Γέροντα, πού οφείλεται ή δικαιολογία;
- Στον εγωισμό. Ή δικαιολογία είναι πτώση και διώχνει την Χάρη του Θεού. Πρέπει όχι μόνο νά μή δικαιολογήται κανείς, άλλα και νά αγαπήση την αδικία πού γίνεται εις βάρος του. Αύτη ή δικαιολογία μας έβγαλε από τον Παράδεισο. Έτσι δεν τό έπαθε ό Αδάμ; Όταν τον ρώτησε ό Θεός: «μήπως έφαγες από τό δένδρο πού σού είπα νά μή φας;», εκείνος δεν είπε: «ήμαρτον, Θεέ μου, ναί, έσφαλα», άλλα δικαιολογήθηκε. «Ή γυναίκα πού μου έδωσες, είπε, αύτη μου έδωσε και έφαγα».
Σάν νά έλεγε: «Έσύ φταις πού έπλασες τήν Εύα»! Μήπως ήταν υποχρεωμένος ό Αδάμ σ' αυτό τό θέμα νά ακούση τήν Εύα; Ρωτάει ό Θεός και τήν Εύα κι εκείνη απαντάει: «Τό φίδι μέ απάτησε»[2] .
Αν έλεγε ό Αδάμ: «ήμαρτον, Θεέ μου, έσφαλα» και άν έλεγε και ή Εύα: «εγώ έσφαλα», όλα θά τακτοποιούνταν. Αλλά αμέσως δικαιολογία- δικαιολογία.
- Γέροντα, τί φταίει, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνη πόσο κακό είναι ή δικαιολογία;
-Τί φταίει; Ότι φταίει! Όταν κανείς δικαιολογή συνεχώς τον εαυτό του και νομίζη ότι οι άλλοι δεν τον καταλαβαίνουν, ότι όλοι είναι άδικοι και αυτός είναι πού πάσχει, είναι το θύμα, από 'κεί και πέρα είναι ανεξέλεγκτος. Και τό παράξενο μερικές φορές ποιο είναι;
Ενώ ό ίδιος έχει αδικήσει και φταίει, λέει: «Έγώ θά τήν δεχόμουν τήν αδικία, άλλα δέν θέλω νά κολασθή ό άλλος».
Πάει δηλαδή νά δικαιολογηθή, δήθεν από... αγάπη, γιά νά έρθη σε συναίσθηση ό άλλος, από τόν όποιο νομίζει ότι αδικήθηκε, και νά μήν κολασθή! Ή αρχίζει νά δίνη ένα σωρό εξηγήσεις, μην τυχόν καταλάβη ό άλλος κάτι λάθος καί... κολασθή! Βλέπετε ό διάβολος τί λεπτή εργασία κάνει;
1. Ψαλμ. 24, 7.
2. Βλ. Γεν. 3,11-13
Απόσπασμα από τις σελίδες 85-89 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου