Ὁ γέροντας Γεώργιος Λαζάρ (1846-1916)
Ἁγιασμένες μορφές τῆς Ὀρθοδόξου Ρουμάνικης Ἐκκλησίας
Μέρος ΣΤ'
π.Ἰωαννίκιος Μπάλαν
Ἀργότερα ἀνέλαβε τήν φροντίδα τῆς ὑγείας του ἕνας πιστός γιατρός, ὀνόματι Μπαντέσκου. Μέ τήν ἐπιμονή τοῦ γιατροῦ ὁ Γέρο-Γεώργιος μετώκησε κοντά στήν οἰκία του, ὅπου τοῦ παραχωρήθηκε ἕνα δωμάτιο. Σ᾿ αὐτό ἔμενε τοῦ λοιποῦ. Δέν εἶχε μέσα σόμπα, μόνο ἕνα παγκάκι γιά κρεββάτι, ἕνα τραπέζι καί μιά εἰκόνα μέ τό καντήλι της. Σ᾿αὐτό τό κελλάκι του συνήθιζαν νά ἔρχωνται τώρα καί οἱ ζητιᾶνοι του. Τήν νύκτα κρατοῦσε τό ἴδιο πρόγραμμά του.
Μόνο πού θά ἔπρεπε νά περπατᾶ κάθε φορά ἀρκετά γιά νά πάη στήν ἐκκλησία.
Στίς μεγάλες ἑορτές οὐδέποτε ἀπουσίαζε ἀπό τήν ἐκκλησία. Στεκόταν στήν ἴδια θέσι, δεξιά ἀπό τήν εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τοῦ τέμπλου. Δέν ἐκύτταζε ἀπ᾿ἐδῶ καί ἀπ᾿ἐκεῖ. Δέν ἐκινεῖτο καθόλου ὁλόκληρες ὧρες. Σάν νά ἦτο ἕνας πέτρινος στῦλος. Ἵδρωνε τό δάπεδο ἀπό τά ἴχνη τῶν ποδιῶν του.
Ἀγαποῦσε πολύ τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων. Στεκόταν πάντοτε μπροστά, ξυπόλυτος ἐπάνω στό χιόνι. Ἔλυωνε ὁ πάγος κάτω ἀπό τά πόδια του καί τά δάκτυλά του ἐκινοῦντο καλλίτερα.
Γιά Πνευματικό του εἶχε γιά πολύ καιρό τόν φημισμένο ἱερέα π. Γεώργιο Μυρονέσκου ἀπό τό χωριό Κούτς τῆς πόλεως Πιάτρα Νεάμτς. Σ᾿αὐτόν ἐξωμολογεῖτο ἀρκετά συχνά καί κοινωνοῦσε στίς μεγάλες ἑορτές.
Ἕνας ἀπό τούς πιό στενούς μαθητές του ἦτο ὁ πρωτοσύγκελλος π. Δαμασκηνός Τροφίν ἀπό τό μοναστήρι Νεάμτς. Καταγόμενος ἀπό τήν πόλι Πιάτρα, μᾶς ἐδιηγεῖτο μέ δάκρυα θαυμασμοῦ μερικές ἱστορίες ἀπό τήν ζωή τοῦ Γέρου-Γεωργίου
-"Ο Γέρο-Γεώργιος ἦτο φίλος τῶν γονέων μου. Τόν θυμᾶμαι ἀπό τά παιδικά μου χρόνια. Ἦτο ἕνας ἅγιος. Συχνά μέ ἄλλα παιδιά τοῦ σχολείου τόν ἀκολουθούσαμε, ὅταν περπατοῦσε στούς δρόμους καί τόν ἀκούγαμε νά προσεύχεται. Ἀσπαζόμασταν τό βιβλίο πού κρατοῦσε καί ἐκεῖνος μᾶς χάϊδευε στό κεφάλι.
Μερικές φορές μέ εἶχε πάρει μαζί του στήν ἐκκλησία γιά προσευχή. Ἐθαύμαζα τήν ἄσκησί του. Ἤμουν 15 ἐτῶν. Ἐκοιμᾶτο περί τίς δύο ὧρες. Στίς 11, πρίν τά μεσάνυκτα κειδωνόμασταν μέσα στήν ἐκκλησία. Ἐμένα μέ ἔστελνε στό ἀναλόγιο τοῦ δεξιοῦ χοροῦ.
-Ἀδελφέ Δημήτριε, ἐσύ διάβασε μέ τό κερί εὐχές ἀπό τό Ὠρολόγιο καί ἐγώ θά σταθῶ ἐδῶ, λίγο μακριά ἀπό σένα.
Καί στεκόταν ἀκίνητος καί ὄρθιος ἐπάνω στό παγερό πέτρινο δάπεδο μέ τά χέρια ψηλά προσευχόμενος. Κἄποτε-κἄποτε ἔψελνε χαμηλά ἤ ἔκανε ἴσον.
Ἐγώ δέν καταλάβαινα τά λόγια τῶν προσευχῶν του, ἀλλά τόν κυττοῦσα στά κρυφά πῶς προσευχόταν. Μετά ἀπό λίγο ἄφηνε τό Ψαλτήρι καί μνημόνευε ὅλους τούς Ἁγίους τοῦ Ἡμερολογίου, λέγοντας γιά τόν καθένα καί μιά σύντομη προσευχή " Ἅγιε ὅσιώτατε Πάτερ,....πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν..."
Ἔτσι περνοῦσε στήν προσευχή μία ὥρα. Κατόπιν μνημόνευε ἀπό στήθους ὅλους αὐτούς πού τόν ἐλέησαν τήν περασμένη ἡμέρα, λέγοντας γιά τό ὄνομά του καί τήν οἰκογένειά του τήν ἑξῆς προσευχή "Ἁγία Τριάς ἐλέησε τόν τάδε, πού ἐλέησε καί μένα τόν ἁμαρτωλό". Καί δέν ἄφηνε κανένα ὄνομα ἀμνημόνευτο. Κατόπιν ἔβγαζε τό γελέκο του, ἄφηνε τό Ψαλτήρι στό στασίδι καί ἄρχιζε νά κάνη ἑκατοντάδες μετάνοιες, μέχρι νά ἱδρώση. Ὅταν παρατηροῦσε ὅτι ἄρχιζε νά ροδίζη, μοῦ ἔλεγε
-'Αγαπητέ μου, ἄϊντε νά πηγαίνουμε τώρα.
Ἐκλείδωνε τήν ἐκκλησία καί ἐπέστρεφε στό κελλί του, πού ἦτο κοντά στό σπίτι τοῦ γιατροῦ Μπαντέσκου, πρός βορρᾶν, ὅπου εἶναι καί ὁ δρόμος γιά τό μοναστήρι Μπίστριτσα.
Τά ἴδια γεγονότα μᾶς διηγήθηκε καί ὁ ἀρχιμ. π. Μηνᾶς Προντάν ἀπό τό μοναστήρι Νεάμτς. Καί οἱ δύο ἦσαν αὐτόπτες μάρτυρες καί μαθητές τοῦ μεγάλου ἀσκητοῦ γέροντος Γεωργίου.
Ὁ π. Μηνᾶς ἦτο μεταξύ τῶν ἐτῶν 1910-1915 ἐφημέριος κάποιας ἐνορίας, πού ἦτο πλησίον τῆς πόλεως Πιάτρα, καί ἔβλεπε συχνά τόν Γέρο-Γεώργιο. Αὐτός μᾶς ἐδιηγήθηκε ὅτι ἐστέκοντο οἱ πτωχοί σέ δύο σειρές, ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του.
Ἐκεῖνος τούς ἔδινε χρήματα ἀπό τό ταγάρι του, χωρίς νά κυττάζη τί ἔδινε στόν καθένα. Κατόπιν ἐρχόταν ἡ σειρά τῶν ἀνθρώπων πού ἐβασανίζοντο ἀπό πειρασμούς καί διάφορες στενοχώριες. Αὐτός τούς παρηγοροῦσε μέ τίς συμβουλές του, τόν καθένα ξεχωριστά, τούς ἐνίσχυε στόν ἀγῶνα τους καί τήν νύκτα προσευχόταν γι᾿αὐτούς.
Καί δέν ἦσαν λίγοι ἐκεῖνοι, τῶν ὁποίων ἐκπληρώθηκαν οἱ ἐπιθυμίες τους μέ τίς εὐχές τοῦ Γέροντος. Ἀφοῦ τελείωνε αὐτό τό ἔργο του, ἔβγαινε κατόπιν στά σοκκάκια τῆς πόλεως.
Στά τελευταῖα χρόνια του τοῦ σύστησε ὁ γιατρός νά τρώγη γλυκά μῆλα καί νά πίνη κάποιο θεραπευτικό ἀφέψημα. Γευόταν λίγο μόνο Σάββατα καί Κυριακές.
Τό μεγαλύτερο πνευματικό ἀγώνισμα τοῦ Γέρου-Γεωργίου ἀναμφίβολα, ἦτο ἡ ἀδιάκοπη προσευχή του καί προπαντός αὐτή πού ἔκανε τίς νύκτες στήν ἐκκλησία. Σωματικό ἀγώνισμά του ἠμποροῦμε νά θεωρήσουμε τό γεγονός ὅτι περπατοῦσε ξυπόλυτος καί ἀσκεπής ἐπί 40 χρόνια. Τρίτο μεγάλο πνευματικό του ἔργο ἠμποροῦμε νά εἰποῦμε ὅτι ἦτο ἡ νηστεία καί ἡ ἐλεημοσύνη του στούς πτωχούς.
Καί τό τελευταῖο ἦτο ἡ τελεία ἀκτημοσύνη καί πτωχεία του. Ἦτο ἡ πτωχότερος ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς του. Σιωπηλός, πρᾶος, μακάριος, πεινασμένος, γυμνός, πτωχός καί στολισμένος ἀπό μία ἀνέκφραστη εἰρήνη καί χαρά στό πρόσωπό του. Σέ ὅποιο σπίτι ἔμπαινε, ἔφερε μαζί του καί τίς δωρεές τοῦ ἁγίου Πνεύματος, εἰρήνη, ἁρμονία, εὐλογία.
Ὅταν συζητοῦσες μαζί του, αἰσθανόσουν μία θεία δύναμι νά ἐκχέεται ἀπό τά λόγια καί τήν καρδιά του. Γι᾿αὐτό μνημονεύεται στά μέρη ἐκεῖνα πού ἔζησε σάν ἕνας μεγάλος ὅσιος καί λαμπάδα πνευματική.
Ἀπέκτησε καί ἀρκετούς μαθητές, οἱ ὁποῖοι τόν μιμήθηκαν στόν τρόπο τῆς ζωῆς του. Περπατοῦσαν καί αὐτοί ξυπόλυτοι, ἐδιάβαζαν τό Ψαλτήριο ἡμέρα καί νύκτα καί προσηύχοντο γιά τούς πτωχούς καί δυστυχισμένους ἀνθρώπους. Μνημονεύουμε ἐδῶ τόν Γέρο-Μιχάλη ἀπό τό Μπρούστουρι, τόν Ἰωάννη Ἀποστόλου ἀπό τό χωριό Μπουχούσι, τόν μοναχό Ἀθανάσιο Παβαλούκα ἀπό τό μοναστήρι Νεάμτς, ὁ ὁποῖος περπατοῦσε ξυπόλυτος καί ἐκοιμᾶτο στό σκαμνί.
'Επίσης εἶναι ὁ πρωτοσύγκελλος Ἰωσήφ Κρατσιούν ἀπό τό μοναστήρι Νεάμτς καί ὁ ἀρχιμ. π. Ἰωαννίκιος Μορόϊ, ἡγούμενος τῆς μονῆς Συχαστρία, ὁ ὁποῖος οὐδέποτε ἐφόρεσε παπούτσια καί κάλτσες, παρά μόνο τσαρούχια.
Εἶχε ἐπίσης καί ἱκανό ἀριθμό γυναικῶν, μερικές ἀπό τίς ὁποῖες ἔστειλε νά μονάσουν στά μοναστήρια Βαράτεκ καί Ἀγαπία, κατά τήν ἐπιθυμία τους. Μετέβαινε καί ὁ ἴδιος στά μοναστήρια αὐτά. Ἐπισκεπτόταν τούς μαθητες του, τούς ἐνεψύχωνε στόν ἀγῶνα τους καί τούς συνεβούλευε τά ἀναγκαῖα γιά τήν σωτηρία τους. Ὅλοι αὐτοί ἀγαποῦσαν τήν νηστεία, τίς μετάνοιες, τήν ἄσκησι, τήν ἀνάγνωσι τοῦ Ψαλτηρίου καί τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ.
Μετάφρασις ἀπό μοναχό Δαμασκηνό Γρηγοριάτη.
Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου