Ένα μεγάλο πρόβλημα που τακτικά παρατηρείται σε ορισμένους ναούς κι
εκκλησιαστικές περιφέρειες είναι: α) η υιοθέτηση τελέσεως μνημοσύνων
ξεχωριστά κατά την ίδια ημέρα, γνωστών ως «ιδιωτικών» μνημοσυνών και β) η
απόσπαση των μνημοσύνων από τον αρραγή σύνδεσμο τους με τη θεία
Ευχαριστία.
Και οι δύο περιπτώσεις σχετίζονται πρωτίστως με την απομάκρυνση μας από τις Παραδόσεις της Εκκλησίας μας. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία η έννοια «ιδιωτικής Θείας Λειτουργίας» ή ακόμη «ιδιωτικών μνημοσύνων» και μυστηρίων δεν υφίσταται. Άρα η υιοθέτηση μιας τέτοιας νεοφανούς συνήθειας είναι ξένη στην καθ' ημάς Παράδοση1.
Έξαλλου η ξεχωριστή τέλεση των μνημοσύνων και μάλιστα η αποσύνδεση τους από τη Θ. Λειτουργία συνιστά επίσης ένα υπαρκτό λειτουργικό πρόβλημα. Κατά καιρούς έγιναν προσπάθειες, ούτως ώστε να περιορισθεί το πρόβλημα αυτό.
Άλλες φορές έγιναν συστάσεις με αυστηρό τρόπο εκ μέρους της εκκλησιαστικής διοικήσεως ή δι' εγκυκλίων σημειωμάτων προς τους ιερείς και άλλοτε από μεμονωμένες περιπτώσεις κληρικών που θέλησαν βάσει της Ιεράς Παραδόσεως, να ενημερώσουν με καλό τρόπο τους πιστούς, για το πώς είναι σωστότερο να τελούνται τα μνημόσυνα.
Όμως το πρόβλημα υφίσταται, γιατί η μεν εκκλησιαστική αρχή δεν μπορεί να αστυνομεύει τους ναούς, για να επιβλέπει ποιος πράττει ορθά τα των εγκυκλίων της, από την άλλη δε υπάρχουν πιστοί που, ενώ τους εξηγείται ποια είναι η τάξη της λατρείας και ποιο το θεολογικό της νόημα, αυτοί επειδή δεν ικανοποιούνται αλλάζουν ναό ή πηγαίνουν και τελούν τα μνημόσυνα στα κοιμητήρια, όπου βρίσκουν εκεί αυτό που επιθυμούν. Άρα η κατάσταση αυτή, η απέχουσα κατά πολύ από την Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, διαιωνίζεται πρωτίστως από τους ιερείς που ασπάζονται τις επιθυμίες των πιστών και δεύτερον από τους πιστούς μας που πράττουν πάντοτε, όπως εκείνοι πιστεύουν ότι είναι σωστό, κατά το συμφέρον τους κι όχι όπως ορίζει η Εκκλησία μας.
Έτσι κάποιοι ναοί, αφού τελειώσουν την Κυριακάτικη Θ. Λειτουργία, ξεκινούν ξέχωρα να τελούν ανά τέταρτον της ώρας μνημόσυνα και οι προσερχόμενοι πιστοί, συγγενείς και φίλοι του ενός μνημόσυνου αλληλοσυγκρούονται με τους συγγενείς και φίλους του επομένου μνημόσυνου. Κατά συνέπεια προκαλείται φασαρία στο ναό από τους συνεχώς προσερχόμενους και εξερχομένους, ούτως ώστε κανείς να μην προσεύχεται. Ακόμη δε εναλλάσσονται τα γραφεία τελετών προκαλώντας με τα περίτεχνα επιτηδευμένα στολίσματα τους μια αίσθηση μετακομίσεως στους παρευρισκομένους. Κι όλα αυτά γίνονται εις βάρος του πνευματικού σκοπού για τον όποιο τελούνται τα μνημόσυνα.
Η κοινή τέλεσις των μνημοσυνών και μάλιστα κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας θεωρείται επιτακτική στις ήμερες μας που τα πάντα τείνουν να ισοπεδώσουν τις Ορθόδοξες Παραδόσεις μας. Η από κοινού τέλεση των μνημοσύνων την ίδια ημέρα και ώρα, αποτελεί πράξη αγάπης πρωτίστως προς τους κεκοιμημένους μας κι έπειτα προς τους συνανθρώπους μας. Ακόμη και η από κοινού τέλεση φανερώνει και ορατά την ενότητα των χριστιανών πιστών μας. και σ' αυτό καλούνται όλοι οι ιερείς-ποιμένες να βοηθήσουν καταρτίζοντας τους πιστούς για το ποια είναι η σωστότερη λειτουργική πράξη. Εάν πραγματικά λέμε εμείς οι χριστιανοί ότι αγαπάμε τους αδελφούς μας, θα πρέπει και στο θέμα αυτό ενν. της τελέσεως των μνημοσυνών να δώσουμε την πρώτη θέση στην τάξη της Εκκλησίας ακολουθώντας την Παράδοση της. Η κοινή τέλεση των μνημοσυνών χαροποιεί το Θεό, τους κεκοιμημένους μας και όλους εμάς τους ζώντας. Όπως στο κοινό ποτήριο του Σώματος και του Αίματος του Χριστού είμεθα όλοι μαζί, στρατευομένη και θριαμβεύουσα Εκκλησία, γιατί να επιτρέψουμε να υπεισέρχονται προσωπικές καταστάσεις και ιδιοτελή συμφέροντα ματαιοδοξίας κι επιδείξεως στην τέλεση των μνημοσυνών; Όταν τα μνημόσυνα τα τελούμε χωριστά αποδεικνύουμε ότι δεν αγαπάμε τους συνανθρώπους μας τους οποίους συνάμα και σκανδαλίζουμε και πως δεν αντιλαμβανόμαστε, ούτε βιώνουμε τον λόγο του Χριστού που μας λέει «ίνα πάντες εν ώσιν», ότι καλλιεργούμε την προβολή του υλικού πλούτου μας, όχι όμως και του πνευματικού μας, και τέλος ότι με τις πράξεις μας αυτές απομακρυνόμεθα από τις ορθόδοξες παραδόσεις μας και προκαλούμε έτσι την πνευματική καταστροφή μας. Τέλος, τα μνημόσυνα δεν μπορούν ποτέ να τελούνται ξεχωριστά από τη Θ. Λειτουργία της οποίας είναι αναπόσπαστο κομμάτι. Κι αυτό, γιατί όπως είπαμε στη Θεία Λειτουργία και μέσα στο Άγιο Ποτήριο βρίσκεται σύσσωμη η Εκκλησία, η εν ουρανοίς και η επί γης.
Ακόμη κατά την τέλεση των μνημοσυνών πολλοί από τους συγγενείς του κεκοιμημένου ρωτούν, ποια ώρα είναι κατάλληλη για την τέλεση του μνημόσυνου και ποια ώρα οι ίδιοι πρέπει να έλθουν στο ναό κατά την ήμερα της τελέσεως. Η απάντηση και στα δύο ερωτήματα είναι: όσο γίνεται νωρίτερα. δεν πρέπει να τελούμε μνημόσυνο στο ναό κι οι συγγενείς να έρχονται μόνο κατά την ώρα που τελείται το μνημόσυνο. Χρειάζεται η από νωρίς προσέλευση στην όλη τέλεση της Θείας Λειτουργίας αναπόσπαστο μέρος της οποίας αποτελεί η συμμετοχή στα άχραντα μυστήρια. Άλλωστε κατά την Θ. Λειτουργία, αρχής γενομένης από της Ιεράς Προσκομιδής και στο εξής, μνημονεύεται συνεχώς το όνομα του κεκοιμημένου. Και είναι παράλογο να έρχονται φίλοι και γνωστοί στο μνημόσυνο, για να προσευχηθούν και να απουσιάζει η προσευχή των άμεσων συγγενών.
Τέλος η λύση του προβλήματος δεν έγκειται μόνο στην εκκλησιαστική διοίκηση η οποία κατά καιρούς προσπαθεί με διάφορα εγκύκλια σημειώματα, να μας συνεφέρει από την αδιαφορία μας προς τις Παραδόσεις, αλλά έγκειται στον κάθε κληρικό και λαϊκό. Πρωτίστως το κατά πόσο δηλαδή ο καθένας από εμάς προσπαθεί να παραμείνει ορθόδοξος και πιστός στις Παραδόσεις των Πατέρων μας. Κι έπειτα κατά πόσο είμεθα έτοιμοι να μην εφαρμόζουμε αυτό που εμείς νομίζουμε ότι είναι σωστό, αλλά αυτό που ορίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας.
1 Υπάρχει ωστόσο η ευλαβική συνήθεια πολλών εκ των πιστών μας να «ανοίγουν» μια εκκλησία, ένα ξωκλήσι. Το «άνοιγμα» σημαίνει την τέλεση μιας θείας Λειτουργίας η οποία έχει σχέση με κάποιο προσωπικό γεγονός της συγκεκριμένης οικογενείας, είτε πρόκειται για κάποια θαυματουργία, είτε για μια εορταστική επέτειο, είτε για κάποια ανάμνηση γεγονότος σπουδαίου και μεγάλου κ.τ.λ. Το «άνοιγμα» της Εκκλησίας σημαίνει πνευματική προετοιμασία της συγκεκριμένης οικογενείας και των μελών της με εξομολόγηση, προκειμένου να συμμετάσχουν στα άχραντα μυστήρια. Επίσης προετοιμασία του ναού ή του παρεκκλησίου με καθαριότητα, με περιποίηση του έσω και έξω χώρου αυτού, με προετοιμασίες για μια μικρή εξίωση όσων θα συμμετάσχουν σ' αυτή τη θ. Λειτουργία. Η πιο σπουδαία προετοιμασία επιτελείται με την προσφορά των δώρων, προσφόρου, οίνου, ελαίου, θυμιάματος και ορισμένες φορές και με αρτοκλασία. Όλα αυτά αποτελούν προσφορά αγνής προσωπικής εργασίας. Το «άνοιγμα» μιας συγκεκριμένης εκκλησίας δεν αποκλείει και τη συμμετοχή κάποιων άλλων πιστών στο ναό. Κι αυτό, γιατί η θεία Λατρεία εν τω ναώ δεν μπορεί ποτέ να έχει προσωπικό προσευχητικό χαρακτήρα, αλλά κοινό ευχαριστιακό, αφού στο ναό τελείται η ευχαριστιακή σύναξη υπέρ όλης της χριστιανικής οικουμένης. Δυστυχώς και στην περίπτωση αυτή παρατηρούνται κάποια παρέκτροπα ιδιωτικοποιήσεως των μυστηρίων και σ' αυτό ευθύνονται περισσότερο οι ιερείς, όταν ευνοούν τέτοιες αντιχριστιανικές επιθυμίες ορισμένων πιστών.
Η Μεγάλη Παρασκευή και οι επισκέψεις των πιστών στα κοιμητήρια
Συνηθίζεται κατά τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος οι συγγενείς των κεκοιμημένων να επισκέπτονται τους τάφους των, να τους περιποιούνται, να ανάβουν τα κανδήλια με λάδι, να θυμιάζουν και να τελούν τρισάγια. Ιδιαιτέρως όμως οι επισκέψεις αυτές λαμβάνουν ένα πάνδημο χαρακτήρα κατά την ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής. Αυτή η παράδοση έχει πολύ παλαιά ερείσματα. Σχετικά αναφέρει ο Π. Τρεμπέλας περί της Μεγάλης Παρασκευής ότι είναι ήμερα αφιερωμένη στην τιμή των μαρτύρων και των νεκρών. «Εξ άλλου ο θείος Χρυσόστομος πληροφορεί ημάς περί συναθροίσεως κατά την Μ. Παρασκευήν εν τω κοιμητηρίω, ένθα είχεν ανεγερθή βασιλική, ναός δηλ., εις τιμήν των μαρτύρων και συνεδυάζετο συνεπώς προς την ημέραν ταύτην και μνεία των μαρτύρων και των νεκρών» 1.
1 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 365.
http://www.orthmad.gr/node/262#83
Και οι δύο περιπτώσεις σχετίζονται πρωτίστως με την απομάκρυνση μας από τις Παραδόσεις της Εκκλησίας μας. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία η έννοια «ιδιωτικής Θείας Λειτουργίας» ή ακόμη «ιδιωτικών μνημοσύνων» και μυστηρίων δεν υφίσταται. Άρα η υιοθέτηση μιας τέτοιας νεοφανούς συνήθειας είναι ξένη στην καθ' ημάς Παράδοση1.
Έξαλλου η ξεχωριστή τέλεση των μνημοσύνων και μάλιστα η αποσύνδεση τους από τη Θ. Λειτουργία συνιστά επίσης ένα υπαρκτό λειτουργικό πρόβλημα. Κατά καιρούς έγιναν προσπάθειες, ούτως ώστε να περιορισθεί το πρόβλημα αυτό.
Άλλες φορές έγιναν συστάσεις με αυστηρό τρόπο εκ μέρους της εκκλησιαστικής διοικήσεως ή δι' εγκυκλίων σημειωμάτων προς τους ιερείς και άλλοτε από μεμονωμένες περιπτώσεις κληρικών που θέλησαν βάσει της Ιεράς Παραδόσεως, να ενημερώσουν με καλό τρόπο τους πιστούς, για το πώς είναι σωστότερο να τελούνται τα μνημόσυνα.
Όμως το πρόβλημα υφίσταται, γιατί η μεν εκκλησιαστική αρχή δεν μπορεί να αστυνομεύει τους ναούς, για να επιβλέπει ποιος πράττει ορθά τα των εγκυκλίων της, από την άλλη δε υπάρχουν πιστοί που, ενώ τους εξηγείται ποια είναι η τάξη της λατρείας και ποιο το θεολογικό της νόημα, αυτοί επειδή δεν ικανοποιούνται αλλάζουν ναό ή πηγαίνουν και τελούν τα μνημόσυνα στα κοιμητήρια, όπου βρίσκουν εκεί αυτό που επιθυμούν. Άρα η κατάσταση αυτή, η απέχουσα κατά πολύ από την Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, διαιωνίζεται πρωτίστως από τους ιερείς που ασπάζονται τις επιθυμίες των πιστών και δεύτερον από τους πιστούς μας που πράττουν πάντοτε, όπως εκείνοι πιστεύουν ότι είναι σωστό, κατά το συμφέρον τους κι όχι όπως ορίζει η Εκκλησία μας.
Έτσι κάποιοι ναοί, αφού τελειώσουν την Κυριακάτικη Θ. Λειτουργία, ξεκινούν ξέχωρα να τελούν ανά τέταρτον της ώρας μνημόσυνα και οι προσερχόμενοι πιστοί, συγγενείς και φίλοι του ενός μνημόσυνου αλληλοσυγκρούονται με τους συγγενείς και φίλους του επομένου μνημόσυνου. Κατά συνέπεια προκαλείται φασαρία στο ναό από τους συνεχώς προσερχόμενους και εξερχομένους, ούτως ώστε κανείς να μην προσεύχεται. Ακόμη δε εναλλάσσονται τα γραφεία τελετών προκαλώντας με τα περίτεχνα επιτηδευμένα στολίσματα τους μια αίσθηση μετακομίσεως στους παρευρισκομένους. Κι όλα αυτά γίνονται εις βάρος του πνευματικού σκοπού για τον όποιο τελούνται τα μνημόσυνα.
Η κοινή τέλεσις των μνημοσυνών και μάλιστα κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας θεωρείται επιτακτική στις ήμερες μας που τα πάντα τείνουν να ισοπεδώσουν τις Ορθόδοξες Παραδόσεις μας. Η από κοινού τέλεση των μνημοσύνων την ίδια ημέρα και ώρα, αποτελεί πράξη αγάπης πρωτίστως προς τους κεκοιμημένους μας κι έπειτα προς τους συνανθρώπους μας. Ακόμη και η από κοινού τέλεση φανερώνει και ορατά την ενότητα των χριστιανών πιστών μας. και σ' αυτό καλούνται όλοι οι ιερείς-ποιμένες να βοηθήσουν καταρτίζοντας τους πιστούς για το ποια είναι η σωστότερη λειτουργική πράξη. Εάν πραγματικά λέμε εμείς οι χριστιανοί ότι αγαπάμε τους αδελφούς μας, θα πρέπει και στο θέμα αυτό ενν. της τελέσεως των μνημοσυνών να δώσουμε την πρώτη θέση στην τάξη της Εκκλησίας ακολουθώντας την Παράδοση της. Η κοινή τέλεση των μνημοσυνών χαροποιεί το Θεό, τους κεκοιμημένους μας και όλους εμάς τους ζώντας. Όπως στο κοινό ποτήριο του Σώματος και του Αίματος του Χριστού είμεθα όλοι μαζί, στρατευομένη και θριαμβεύουσα Εκκλησία, γιατί να επιτρέψουμε να υπεισέρχονται προσωπικές καταστάσεις και ιδιοτελή συμφέροντα ματαιοδοξίας κι επιδείξεως στην τέλεση των μνημοσυνών; Όταν τα μνημόσυνα τα τελούμε χωριστά αποδεικνύουμε ότι δεν αγαπάμε τους συνανθρώπους μας τους οποίους συνάμα και σκανδαλίζουμε και πως δεν αντιλαμβανόμαστε, ούτε βιώνουμε τον λόγο του Χριστού που μας λέει «ίνα πάντες εν ώσιν», ότι καλλιεργούμε την προβολή του υλικού πλούτου μας, όχι όμως και του πνευματικού μας, και τέλος ότι με τις πράξεις μας αυτές απομακρυνόμεθα από τις ορθόδοξες παραδόσεις μας και προκαλούμε έτσι την πνευματική καταστροφή μας. Τέλος, τα μνημόσυνα δεν μπορούν ποτέ να τελούνται ξεχωριστά από τη Θ. Λειτουργία της οποίας είναι αναπόσπαστο κομμάτι. Κι αυτό, γιατί όπως είπαμε στη Θεία Λειτουργία και μέσα στο Άγιο Ποτήριο βρίσκεται σύσσωμη η Εκκλησία, η εν ουρανοίς και η επί γης.
Ακόμη κατά την τέλεση των μνημοσυνών πολλοί από τους συγγενείς του κεκοιμημένου ρωτούν, ποια ώρα είναι κατάλληλη για την τέλεση του μνημόσυνου και ποια ώρα οι ίδιοι πρέπει να έλθουν στο ναό κατά την ήμερα της τελέσεως. Η απάντηση και στα δύο ερωτήματα είναι: όσο γίνεται νωρίτερα. δεν πρέπει να τελούμε μνημόσυνο στο ναό κι οι συγγενείς να έρχονται μόνο κατά την ώρα που τελείται το μνημόσυνο. Χρειάζεται η από νωρίς προσέλευση στην όλη τέλεση της Θείας Λειτουργίας αναπόσπαστο μέρος της οποίας αποτελεί η συμμετοχή στα άχραντα μυστήρια. Άλλωστε κατά την Θ. Λειτουργία, αρχής γενομένης από της Ιεράς Προσκομιδής και στο εξής, μνημονεύεται συνεχώς το όνομα του κεκοιμημένου. Και είναι παράλογο να έρχονται φίλοι και γνωστοί στο μνημόσυνο, για να προσευχηθούν και να απουσιάζει η προσευχή των άμεσων συγγενών.
Τέλος η λύση του προβλήματος δεν έγκειται μόνο στην εκκλησιαστική διοίκηση η οποία κατά καιρούς προσπαθεί με διάφορα εγκύκλια σημειώματα, να μας συνεφέρει από την αδιαφορία μας προς τις Παραδόσεις, αλλά έγκειται στον κάθε κληρικό και λαϊκό. Πρωτίστως το κατά πόσο δηλαδή ο καθένας από εμάς προσπαθεί να παραμείνει ορθόδοξος και πιστός στις Παραδόσεις των Πατέρων μας. Κι έπειτα κατά πόσο είμεθα έτοιμοι να μην εφαρμόζουμε αυτό που εμείς νομίζουμε ότι είναι σωστό, αλλά αυτό που ορίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας.
1 Υπάρχει ωστόσο η ευλαβική συνήθεια πολλών εκ των πιστών μας να «ανοίγουν» μια εκκλησία, ένα ξωκλήσι. Το «άνοιγμα» σημαίνει την τέλεση μιας θείας Λειτουργίας η οποία έχει σχέση με κάποιο προσωπικό γεγονός της συγκεκριμένης οικογενείας, είτε πρόκειται για κάποια θαυματουργία, είτε για μια εορταστική επέτειο, είτε για κάποια ανάμνηση γεγονότος σπουδαίου και μεγάλου κ.τ.λ. Το «άνοιγμα» της Εκκλησίας σημαίνει πνευματική προετοιμασία της συγκεκριμένης οικογενείας και των μελών της με εξομολόγηση, προκειμένου να συμμετάσχουν στα άχραντα μυστήρια. Επίσης προετοιμασία του ναού ή του παρεκκλησίου με καθαριότητα, με περιποίηση του έσω και έξω χώρου αυτού, με προετοιμασίες για μια μικρή εξίωση όσων θα συμμετάσχουν σ' αυτή τη θ. Λειτουργία. Η πιο σπουδαία προετοιμασία επιτελείται με την προσφορά των δώρων, προσφόρου, οίνου, ελαίου, θυμιάματος και ορισμένες φορές και με αρτοκλασία. Όλα αυτά αποτελούν προσφορά αγνής προσωπικής εργασίας. Το «άνοιγμα» μιας συγκεκριμένης εκκλησίας δεν αποκλείει και τη συμμετοχή κάποιων άλλων πιστών στο ναό. Κι αυτό, γιατί η θεία Λατρεία εν τω ναώ δεν μπορεί ποτέ να έχει προσωπικό προσευχητικό χαρακτήρα, αλλά κοινό ευχαριστιακό, αφού στο ναό τελείται η ευχαριστιακή σύναξη υπέρ όλης της χριστιανικής οικουμένης. Δυστυχώς και στην περίπτωση αυτή παρατηρούνται κάποια παρέκτροπα ιδιωτικοποιήσεως των μυστηρίων και σ' αυτό ευθύνονται περισσότερο οι ιερείς, όταν ευνοούν τέτοιες αντιχριστιανικές επιθυμίες ορισμένων πιστών.
Η Μεγάλη Παρασκευή και οι επισκέψεις των πιστών στα κοιμητήρια
Συνηθίζεται κατά τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος οι συγγενείς των κεκοιμημένων να επισκέπτονται τους τάφους των, να τους περιποιούνται, να ανάβουν τα κανδήλια με λάδι, να θυμιάζουν και να τελούν τρισάγια. Ιδιαιτέρως όμως οι επισκέψεις αυτές λαμβάνουν ένα πάνδημο χαρακτήρα κατά την ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής. Αυτή η παράδοση έχει πολύ παλαιά ερείσματα. Σχετικά αναφέρει ο Π. Τρεμπέλας περί της Μεγάλης Παρασκευής ότι είναι ήμερα αφιερωμένη στην τιμή των μαρτύρων και των νεκρών. «Εξ άλλου ο θείος Χρυσόστομος πληροφορεί ημάς περί συναθροίσεως κατά την Μ. Παρασκευήν εν τω κοιμητηρίω, ένθα είχεν ανεγερθή βασιλική, ναός δηλ., εις τιμήν των μαρτύρων και συνεδυάζετο συνεπώς προς την ημέραν ταύτην και μνεία των μαρτύρων και των νεκρών» 1.
1 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, σ. 365.
http://www.orthmad.gr/node/262#83
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου