Στήν
προτροπή τοῦ ἱερέως “Εὐχαριστήσωμεν
τῷ Κυρίῳ” οἱ πιστοί ἀπαντοῦν:
“Αὐτό
εἶναι ἄξιο καί δίκαιο”.
Κατά
τόν
Ἱερό
Χρυσόστομο
ἡ
ἀπάντησις
τῶν
πιστῶν
“ Ἄξιον
καί
δίκαιον
“ φανερώνει
τήν
ἑνότητα
τοῦ
Σώματος
τοῦ
Χριστοῦ
καί
τήν
ἱσότητα
τοῦ
λειτουργοῦ
καί
τῶν
πιστῶν
ἐνώπιον
τῶν
θείων
δωρεῶν.
Μπροστά
στίς
θεῖες
δωρεές
εἴμεθα
ὅλοι
ἴσοι.
“ Ἡ
εὐχαριστία
πρός
τόν
Θεό
εἶναι
κοινή,
διότι
δέν
εὐχαριστεῖ
μόνος
του
ὁ
ἱερεύς,
ἀλλά
καί
ὅλος
ὁ
λαός.
Ἀφοῦ
ἀρχίσει
ὁ
ἱερεύς,
συμφωνοῦν
ὅλοι
ὅτι
αὐτή
γίνεται
ἄξια
καί
δικαιολογημένα.
Καί
τότε
ὁ
ἱερεύς
ἀρχίζει
τή
Θεία
Εὐχαριστία.
“ Καί
ὁ
λαός
ὁλόκληρος
συμμετέχει
σ᾿
αὐτήν
καί
συμπορεύεται
μέ
τόν
Λειτουργό1.
Ἀπό
τό
“Ἄξιον
καί
δίκαιον”
τῶν
ἱεροψαλτῶν
καί
πρίν
ἀπό
τήν
ἐκφώνησι
τοῦ
ἱερέως
“Τόν
ἐπινίκιον
ὕμνον
ᾄδοντα,
βοῶντα,
κεκραγότα
καί
λέγοντα...”
διαβάζεται
ἀπό
τόν
Λειτουργό
ἡ
“Εὐχή
τῆς
Εὐχαρισίας”
ἤ
“ Εὐχαριστήριος
Εὐχή”
:
“Ἀξιον
καί
δίκαιον
Σέ
ὑμνεῖν,
Σέ
εὐλογεῖν,
Σέ
αἰνεῖν,
Σοί
εὐχαριστεῖν,
Σέ
προσκυνεῖν
ἐν
παντί
τόπῳ
τῆς
δεσποτείας
Σου.
Σύ γάρ εἶ Θεός ἀνέκφραστος, ἀπερινόητος,
ἀόρατος, ἀκατάληπτος, ἀεί ὤν, ὡσαύτως
ὤν· Σύ ἐκ τοῦ μή ὄντως εἰς τό εἶναι
ἡμᾶς παρήγαγες καί παραπεσόντας
ἀνέστησας πάλιν καί οὐκ ἀπέστης πάντα
ποιῶν, ἕως ἡμᾶς εἰς τόν οὐρανόν
ἀνήγαγες καί τήν βασιλείαν σου ἐχαρίσω
τήν μέλλουσαν. Ὑπέρ τούτων ἀπάντων
εὐχαριστοῦμέν σοι καί τῷ μονογενεῖ
σου Υἱῷ καί τῷ Πνεύματί σου τῷ Ἁγίῳ,
ὑπέρ πάντων ὧν ἴσμεν καί ὧν οὐκ ἴσμεν,
τῶν φανερῶν καί ἀφανῶν εὐεργεσιῶν,
τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων. Εὐχαριστοῦμέν
σοι καί ὑπέρ τῆς Λειτουργίας ταύτης,
ἥν ἐκ τῶν χειρῶν ἡμῶν δέξασθαι
κατηξιώσας, καίτοι σοι παρεστήκασι
χιλιάδες Ἀρχαγγέλων καί μυριάδες
Ἀγγέλων, τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ,
ἐξαπτέρυγα, πολυόμματα, μετάρσια,
πτερωτά.
“
Διαβάζοντας
τήν Εὐχή ὁ Λειτουργός Ἱερεύς μέ πολλή
πολλή προσοχή, ἀρχίζει μαζί μέ τόν λαό
ν᾿ ἀνεβαίνη πρός τόν Γολγοθᾶ. Ἡ “Εὐχή
τῆς
Εὐχαριστίας”
εἶναι ἡ ἀρχή μιᾶς τρισευλογημένης
πορείας πρός τήν κοινή Ζωή...
“Ἀξιον
καί
δίκαιον
Σέ
ὑμνεῖν,
Σέ
εὐλογεῖν,
Σέ
αἰνεῖν,
Σοί
εὐχαριστεῖν...”
Τί
μᾶς λέγει μέχρι ἐδῶ ἡ Εὐχή; Ποιό μυαλό
μπορεῖ νά τό συλλάβη αὐτό; Ποιός
πεπερασμένος νοῦς μπορεῖ νά καταλάβη
τόν Θεό, πού μ᾿ ἕνα λόγο ἔπλασε τά
σύμπαντα; Ποιά ἀνθρώπινη ἤ καί ἀγγελική
γλῶσσα μπορεῖ νά περιγράψη τή θεία Του
Μεγαλοπρέπεια καί Παντοδυναμία; Κανείς
δέν ἔχει αὐτές τίς δυνατότητες. Γιατί;
Ἡ συνέχεια τῆς Εὐχῆς δίνει τήν ἀπάντησι.
“Σύ
γάρ
εἶ
Θεός
ἀνέκφραστος,
ἀπερινόητος,
ἀόρατος,
ἀκατάληπτος,
ἀεί
ὤν,
ὡσαύτως
ὤν...”
Πού
σημαίνει
ὅτι
εἶσαι
Θεός:
“Ἀνέκφραστος”
:
πού
δέν
μποροῦμε
νά
Σέ
περιγράψουμε.
“Ἀπερινόητος”
:
πού
δέν
Σέ
χωράει
τό
μυαλό
μας.
“Ἀόρατος”
:
Ἐσύ,
ὁ
Θεός,
εἶσαι
Πνεῦμα,
τό
ἀπόλυτον
Πνεῦμα.
“Ἀκατάληπτος”
:
Εἶσαι
Αὐτός,
πού
δέν
μποροῦμε
νά
καταλάβουμε.
“Ἀεί
ὤν,
ὡσαύτως
ὤν”:
Εἶσαι
ὁ
πάντοτε
ὑπάρχων,
ὁ
Αἰώνιος
Τριαδικός
Θεός.
“ Ὁ
ὤν
καί
ὁ
ἦν
καί
ὁ
ἐρχόμενος”2.
Κύριος
καί
Παντοκράτωρ.
Ὁ
Δημιουργός
καί
Ποιητής
τοῦ
σύμπαντος
κόσμου,
ὀρατοῦ
καί
ἀοράτου,
ἐκ
τοῦ
μηδενός,
ἀνθρώπων
καί
Ἀγγέλων.
Ὁ
Θεός ὄχι μόνο δημιούργισε τόν ἄνθρωπο
καί τόν ἔφερε ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν
ὕπαρξι, ἀλλά καί ὅταν ἔπεσε, μέ τήν
ἐνανθρώπησι τοῦ Θεοῦ – Λόγου τόν
ἀνέστησε καί ἀπό τή γῆ τόν μετέθεσε
ξανά στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἐπανέκτησε
ὁ ἄνθρωπος τόν χαμένο Παράδεισο.
Ἐκεῖνο
ὅμως ἰδιαιτέρως γιά τό ὁποῖο Τόν
εὐχαριστοῦμε, εἶναι γιά τή Θεία
Λειτουργία πού τελοῦμε. Ἡ Θεία Λειτουργία
εἶναι ἡ ἀνακεφαλαίωσις τῶν ὅσων ἔκανε
καί κάνει ὁ Θεός γιά μᾶς.
“Εὐχαριστοῦμέν
Σοι
καί
τῷ
μονογενεῖ
Σοῦ
Υἱῷ
καί
τό
Πνεύματί
Σου
τῷ
Ἁγίῳ,
ὑπέρ
πάντων
ὧν
ἴσμεν
καί
ὧν
οὐκ
ἴσμεν,
τῶν
φανερῶν
καί
ἀφανῶν
εὐεργεσιῶν,
τῶν
εἰς
ἡμᾶς
γεγενημένων...”
Πλῆθος
οἱ φανερές εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ σέ
ὅλους μας.
Τόν
εὐχαριστοῦμε, Τόν δοξολογοῦμε,
Τόν
εὐχαριστοῦμε γιά τήν ὑγεία, πού ἔχουμε.
Τόν
εὐχαριστοῦμε, πού γεννηθήκαμε ἀπό
Ὀρθοδόξους γονεῖς καί βαπτισθήκαμε
μικροί.
Τόν
εὐχαριστοῦμε διότι, παρ᾿ ὅλη τήν
ἁμαρτωλότητά μας, Ἐκεῖνος μᾶς ἐλεεῖ,
μᾶς ἀνέχεται, μᾶς συγχωρεῖ.
Τόν
δοξάζουμε γιά τό μεγάλο Μυστήριο τῆς
Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, πού εἶναι λουτρό
καθάρσεως καί ἀναγεννήσεως.
Εὐγνωμοσύνη,
εὐχαριστία, δοξολογία,... νά, τί ζητᾶ
ἀπό μᾶς ὁ Θεός.
Εὐχαριστοῦμε
λοιπόν τόν Θεό γιά ὅλα. Γιά τήν Θεία
Λειτουργία, πού δέχεται ἀπό τά δικά μας
χέρια. Καί ἡ εὐχαριστία μας πρός τόν
Θεό φέρνει καινούργιες θεῖες δωρεές
στή ζωή μας. “
Οὔτε ὁ Θεός θά παύση ποτέ νά εὐεργετῆ
καί νά πλουτίζη τόν ἄνθρωπο, οὔτε ὁ
ἄνθρωπος, πού εἶναι εὐγνώμων πρός τόν
Δημιουργό, εἶναι δοχεῖο τῆς ἀγαθότητος
καί ὄργανο τῆς δοξολογίας Του”3,
μᾶς λέγει ὁ
Ἅγιος
Εἰρηναῖος.
Ὅλες
οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, φανερές καί
κρυφές, ἀποβλέπουν σ᾿ ἕνα πρᾶγμα, στή
σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Γι᾿ αὐτό καί
Τοῦ ὀφείλουμε καθημερινή εὐγνωμοσύνη,
εὐχαριστία καί δοξολογία. Καί ὅσο Τόν
εὐχαριστοῦμε, τόσο καί περισσότερο
αὐξάνει ὁ Θεός τίς δωρεές Του. Τό λέγει
ὁ
Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος:
“Ἡ
εὐχαριστία αὐτοῦ πού παίρνει, κεντρίζει
αὐτόν πού δίνει, νά δώση δωρήματα
μεγαλύτερα ἀπό τά προηγούμενα”4.
Μᾶς
προσφέρεται ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ κι
ἐμεῖς εὐχαριστοῦμε.
Εὐχαριστῶντας
ὅμως, αὐξάνεται ἡ εὐλογία καί ἡ Χάρις
τοῦ Θεοῦ... Καί ἡ εὐλογημένη ἀλυσίδα
μακραίνει. Νά πῶς παρουσιάζουν οἱ
Πατέρες τήν ἀλυσίδα αὐτή:
- Εὐλογία τοῦ Θεοῦ – Εὐχαριστία δική μας – Χάρις τοῦ Θεοῦ
- Χάρις τοῦ Θεοῦ – Εὐχαριστία δική μας – Εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ
- Εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ – Εὐχαριστία δική μας – Πρόνοια τοῦ Θεοῦ
- Πρόνοια τοῦ Θεοῦ – Εὐχαριστία δική μας – Παράδεισος
- Παράδεισος – Εὐχαριστία δική μας – Δόξα τοῦ Θεοῦ...
Καί
ἡ ἀλυσίδα δέν τελειώνει ποτέ εἰς τούς
αἰῶνας τῶν αἰώνων!
................
Στή
Θεία Λειτουργία ἀκολουθοῦμε μιά πορεία:
Εἰσερχόμεθα στόν Ἱερό Ναό. Ὑποδεχόμεθα
τόν Σωτῆρα μας Χριστό, ὅταν βγαίνη μέ
τό Ἱερό Εὐαγγέλιο. (“
Σοφία. Ὀρθοί. “) Ἀκοῦμε τόν θεῖο
Του λόγο. Βλέπουμε καί παρακολουθοῦμε
τά θαύματά Του. Τόν συνοδεύουμε κατόπιν
μέ τήν Μεγάλη Εἴσοδο στόν φρικτό Γολγοθᾶ.
Ἐκεῖνος πάσχει, Ἐκεῖνος σφαγιάζεται
κι ἐμεῖς σωζόμεθα. Ἐκεῖνος σταυρώνεται
κι ἐμεῖς μαζί Του ἀνιστάμεθα! Ἔτσι
σιγά σιγά φθάνουμε στό κέντρο τοῦ
σύμπαντος. Θριαμβεύουσα καί Στρατευομένη
Ἐκκλησία εὐχαριστοῦν τόν Θεό. Ἄγγελοι
καί ἄνθρωποι συνδοξολογοῦν τόν Κύριο.
Ὁ χρόνος ἔχει χαθῆ... Λαός καί κλῆρος
ἔχουν μεταμορφωθῆ. Βιώνουν – ὅσοι
βιώνουν! - τήν λειτουργική μεταμόρφωσι.
Ναί!
Στή Θεία Λειτουργία ἀκολουθοῦμε μιά
πορεία.
Μιά
πορεία μαζί μέ τόν Χριστό!
Μιά
πορεία θείας ἑνώσεως!
Μιά
πορεία μυστικῆς προσευχῆς!
Μιά
πορεία ἀληθινῆς προσευχῆς, ἀληθινῆς
ἑνώσεως!
Δύο
Ρώσοι ἀσκήτευαν στή Σκήτη τοῦ Τιμίου
Προδρόμου, ὁ πατήρ Ἀρσένιος, πού ἦταν
ὁ Γέροντας καί συγχρόνως ἱερεύς, καί
ὁ πατήρ Νικόλαος, ὑποτακτικός καί
ψάλτης. Τίς δακρύβρεκτες καί συνάμα
μεγαλοπρεπεῖς Θεῖες Λειτουργίες τους,
μᾶς περιέσωσε καί περιάγραψε ὁ μοναχός
Παρθένιος. Οἱ δύο αὐτοί ἀσκητές ἦταν
μοναχοί τῆς νηστείας, τῆς ἀγρυπνίας,
τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς καί τῶν
πολλῶν δακρύων.
Μισό
χρόνο πρίν ἀπό τήν κοίμησί του ὁ πατήρ
Νικόλαος τυφλώθηκε. Συγχρόνως πολλές
ἄλλες ἀρρώστιες τόν βασάνιζαν καί τόν
τυρανοῦσαν. Δέν μποροῦσε πλέον νά
πηγαίνη στήν Ἐκκλησία, ἀλλά θρηνοῦσε
καθιστός ἤ ξαπλωμένος στό κελλάκι του,
βασανιζόμενος ἀπό φρικτούς πόνους.
Ἔτσι λιγόστεψαν οἱ Λειτουργίες. Ἐγίνετο
μία τήν ἐβδομάδα. Ψάλτης καί ἀναγνώστης
ἦταν ὁ ἄρρωστος καί τυφλός ὑποτακτικός,
γιά τόν ὁποῖο δέν ὑπῆρχε ἡ ἔννοια
τῆς ἀπραξίας.
Τό
Σάββατο τῶν Ἀπόκρεω λειτούργισαν. Μετά
τή Θεία Λειτουργία ὁ πατήρ Νικόλαος
ἐπισκέφθηκε στό κελλί τόν Γέροντά του
κι ὅλος δάκρυα ἄρχισε νά τοῦ λέγη:
- Ἅγιε Γέροντά μου, ὅταν μετά τήν Λειτουργία πῆγα στό κελλί μου καί κάθησα στό κρεβάτι, ἄνοιξαν ξαφνικά τά τυφλά μου μάτια καί εἶδα ἀμέσως ὁλοκάθαρα τά πάντα γύρω μου.
Κατόπιν
ἄνοιξε ἡ πόρτα τοῦ κελλιοῦ μου καί
ὅλο τό κελλί γέμισε ἀπό φῶς. Μπῆκαν
τρεῖς ἄνθρωποι· δύο νέοι μέ λαμπάδες
καί στό μέσον τους ἕνας ἄλλος, μέ
ἀστραφτερή ἐνδυμασία, ἡ ὁποία ἐξέπεμπε
ἀνέκφραστο φῶς. Μέ πλησίασαν. Ὁ ἄνθρωπος
ἐκεῖνος πού ἦταν στή μέση, μέ ρώτησε:
- Μέ γνωρίζεις;
- Βέβαια σέ γνωρίζω. Εἶσαι ὁ Ἀνίκητος, ὁ φίλος καί συνοδοιπόρος μας ἐκεῖ, στά Ἱεροσόλυμα, πού ἤθελες νά γίνης ἐρημίτης καί ἀσκητής στό Σινά. Πληροφορήθηκα μάλιστα ὅτι ἐδῶ καί τρία χρόνια πέθανες.
Ἐκεῖνος
τότε μοῦ εἶπε:
- Μάλιστα, πάτερ Νικόλαε!` Ἐγώ εἶμαι, ὁ Ἀνίκητος! Εἶδες μέ ποιά δόξα καί λαμπρότητα μέ ἀντάμειψε ὁ Βασιλεύς τῶν Οὐρανῶν, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Σωτῆρας μας, γιά τήν λίγη μετάνοια καί τήν ἐλαχιστότατη ἄσκησι πού ἔκανα; Ἔ, ἔτσι κι ἐσένα θά σέ ἀνταμείψη. Ἀλλά “καί μείζω τούτων ὄψει”! Σέ τέσσερις ἡμέρες θά ἐλευθερωθῆς ἀπό ὅλες τίς θλίψεις, τά βάσανα καί τίς ἀσθένειες. Μέ ἔστειλε ὁ Κύριος νά σέ παρηγορήσω.
Ἀμέσως
βγῆκαν ἀπό τό κελλί κι ἐγώ ἔμεινα
μόνος. Τότε ἔκλεισαν πάλι τά μάτια μου,
ὅμως ἡ καρδιά μου γέμισε ἀπό ἀνείπωτη
χαρά.
Ἀφοῦ
τά ἄκουσε ὅλα αὐτά ὁ Πνευματικός καί
Γέροντας, τοῦ εἶπε:
- Πρόσεχε, πάτερ Νικόλαε, μήν πλανηθῆς. Μήν πιστεύης σ᾿ ὅλα αὐτά, ἀλλά ἀτένιζε μόνο πρός τόν Θεό καί ζῆτα τό ἔλεός Του, τήν Χάρι Του, τήν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν σου καί τήν “καλήν ἀπολογίαν” ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Βήματος τοῦ Φιλανθρώπου ἀλλά καί Δικαίου Κριτοῦ!
Αὐτά
τά εἶπε πρός ταπείνωσι καί φυλακή τῆς
ψυχῆς, γιατί δέν παύουν τά πεπυρωμένα
βέλη τοῦ πονηροῦ νά ρίπτωνται ἀκόμα
καί λίγο πρό τοῦ θανάτου μας.
Τήν
Πέμτη τῆς Τυροφάγου ἔγινε ἡ τελευταία
Θεία Λειτουργία γιά τόν μοναχό Νικόλαο.
Κοινώνησε καί παίρνοντας τό Ἀντίδωρο
εἶπε στόν Γέροντα του:
- Σέ παρακαλῶ, ἔλα, Γέροντά μου, στό κελλάκι μου.
Ὁ
Γέροντας πῆγε μαζί του. Ὁ πατήρ Νικόλαος
κάθησε στό κρεβάτι. Τό πρόσωπό του ἄρχισε
νά ἀλλοιώνεται, ν᾿ ἀστράφτη. Σηκώνοντας
τά μάτια του στόν οὐρανό ἦρθε σέ κάποια
μορφή ἐκστάσεως. Ὁ τόπος γέμισε
ἀνέκφραστη εὐωδία. Κατόπιν συνῆλθε
καί ἄρχισε νά λέγη:
- Σ᾿ εὐχαριστῶ, πάτερ ἅγιε, πού ἔκανες ὑπομονή στίς ἀδυναμίες μου μέχρι τό τέλος μου καί μέ τίς ὁδιγίες σου μέ ὡδήγησες στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ὁ
Πνευματικός τόν ρώτησε:
- Βλέπεις, πάτερ Νικόλαε, τίποτε;
- Βλέπω, Γέροντα, ὅτι ἦρθαν γιά μένα καί ἔσχισαν τό χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν μου. Καί τώρα, Γέροντα μου, εὐλόγησον!
Καί
ἔσκυψε τό κεφάλι. Τότε ὁ Πνευματικός
τόν εὐλόγησε μέ τό χέρι του. Ἐκεῖνος
πῆρε τό χεράκι τοῦ Γέροντός του, τό
κατεφίλησε θερμά, καί, πρίν ἀκόμα τό
ἀφήση, σήκωσε τά μάτια στόν οὐρανό καί
ἤρεμα πρόφερε:
- Κύριε, δέξαι τό πνεῦμα μου...
Τήν
ἴδια στιγμή παρέδωσε τήν ψυχή του στόν
Κύριο, τόν Ὁποῖο ἐκ νεότητος ἐδούλευσε
καί ὑπηρέτησε μέ πίστι, αὐταπάρνησι,
ὑπακοή καί ἀγάπη. Πέρασε μέσα ἀπό μία
πορεία ἀσκητικῶν ἀγώνων μαζί μέ τό
Χριστό, μία πορεία θείων ἀποκαλύψεων
καί ἔζησε μέσα ἀπό τίς ἀτέλειωτες
Θεῖες Λειτουργίες τῆς ἀσκητικῆς του
ζωῆς τή λειτουργική μεταμόρφωσι5.
Μέ
πόση λαμπρότητα καί δόξα γιορτάζει
συνεχῶς καί ἀδιαλείπτως ἡ Θριαμβεύουσα
Ἐκκλησία τή δική της οὐράνια Θεία
Λατρεία! Πόσο θαυμάσιο θά ἦταν νά
συνεορτάζωμεν καί ἐμεῖς ἐν Ἁγίῳ
Πνεύματι στούς ἐπιγείους Ναούς κατά
τή διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας τή
δική μας λειτουργική μεταμόρφωσι!
Ὅποιοι
ἀπό τούς ἀγωνιζομένους πιστούς
χριστιανούς νικήσουν τή σάρκα, τόν κόσμο
καί τόν διάβολο, νικοῦν καί τή φύσι
τους. Καί ὅποιος νικᾶ τή φύσι του (τόν
παλαιό ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας) στό “ὑπέρ
φύσιν γέγονεν”, ζῆ τό ὑπερφυσικό
καί ἑνώνεται μέ τόν Δημιουργό Του, τόν
Σωτῆρα Χριστό. Αὐτό βιώνεται κατά κύριο
λόγο μέσα στή Θεία Λειτουργία.
Ἡ
“Εὐχαριστήριος
Εὐχή” σταματᾶ τόν ψίθυρό της
καί φωνάζει δυνατά μέ τό στόμα τοῦ
λειτουργοῦ:
“ΤΟΝ
ΕΠΙΝΙΚΙΟΝ ΥΜΝΟΝ
ΑΔΟΝΤΑ,
ΒΟΩΝΤΑ, ΚΕΚΡΑΓΟΤΑ ΚΑΙ ΛΕΓΟΝΤΑ...”
Συνεχίζεται...
Τέλος
καί
τῇ
Τρισηλίῳ
Θεότητι
κράτος,
αἶνος
καί
δόξα
εἰς
τούς
αἰῶνας
τῶν
αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ
ΚΑΤΑ
ΤΗΝ
ΘΕΙΑ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ”
Πρωτ.
π.
Στεφάνου
Κ.
Ἀναγνωστόπουλου
Εὐχαριστοῦμε
θερμά τόν Πρωτ.
π.
Στέφανο
Κ.
Ἀναγνωστόπουλο γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων
ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει.
Ἀρχ. Σάββας
Ἁγιορείτης
1Ἁγίου
Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς τήν Β πρός Κορινθίου,
ὁμιλία ΙΗ, P.G.
61,
527.
2Ἀποκ.
Α΄ : 4.
3Ἁγίου
Εἰρηναίου Λουγδούνων, B,
P. G. 7, 829 B.
4Ἀββᾶ
Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, “Τά σωζόμενα Ἀσκητικά”,
Λόγος ΚΔ, ἐκδ. Ἅγιος Νικόδημος, σελ.
126.
5
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου