Πρωτ.
Στεφάνου
Ἀναγνωστόπουλου
Ἡ
πείρα
μᾶς
ἔδειξε
ὅτι
ὅποιος
ἀποφασίσει
νά
ἐπικαλῆται
τό
γλυκύτατον
Ὄνομα
τοῦ
Ἰησοῦ
Χριστοῦ
συνεχῶς,
κατά
πρῶτον
θά
βρεθῆ
ἀντιμέτωπος
μέ
τήν
ὀκνηρία
καί
τήν
ἀμέλεια.
Ὄφείλει
ὅμως
νά
πολεμήση
μέ
ὅλες
του
τίς
δυνάμεις
καί,
ὅσο
περισσότερο
θά
ἐπιμένη,
τόσο
καί
γρηγορώτερα
θά
συνηθίζη.
Γιατί
ἐξοικειώνεται
ἡ
γλώσσα
μέ
τήν
Εὐχή
καί
τά
χείλη
ἀποκτοῦν
τέτοια
ἱκανότητα,
ὥστε
χωρίς
καμμιά
προσπάθεια,
ἐκεῖνος
πού
προσεύχεται
ἐπικαλούμενος
τό
Ὄνομα
τοῦ
Ἰησοῦ,
ὕστερα
ἀπό
λίγο
καιρό
νά
νοιώθη
ὅτι
ἡ
προσευχή
αὐτή
τοῦ
χάρισε
ἕνα
ΟΥΡΑΝΙΟ
ΔΩΡΟ,
πού
ἔγινε
ἕνα
πρᾶγμα
μέ
τήν
ψυχή
του,
μιά
ἀδιαίρετη
ἑνότητα,
ὅπως
ὁ
ἄνθρωπος
μέ
τήν
ἀνάσα
του.
Ἐάν
ἡ
προφορική
Εὐχή
στό
Ὄνομα
τοῦ
Ἰησοῦ
εἶναι
ἀδιάλειπτη,
τότε,
πολύ
σύντομα
θά
μᾶς
δώση
μία
γλυκύτητα
στά
χείλη
καί
στήν
γλῶσσα.
Σέ
προχωρημένα
δέ
πνευματικά
στάδια,
θά
ἐξέρχεται
καί
ἄρρητος
εὐωδία
ἐκ
τοῦ
στόματος
καί
τῆς
ρινός.
Ἰδοῦ
πῶς
τό
διατυπώνει
ὁ
θείος
Γρηγόριος
ὁ
Παλαμᾶς:
«Ποῖον
δέ
πῦρ
μαστίζει
τούς
δαίμονες
καί
φυγαδεύει
αὐτούς;
Οὐ
τό
τοῦ
Κυρίου
ἡμῶν
Ἰησοῦ
Χριστοῦ,
τό
ἐν
τῇ
μνήμῃ
αὐτοῦ
ἐξάπτον
ἔνδον;
Ὀσμή
δέ
Ὑψίστου
ποία
ἑτέρα,
εἰ
μή
ἡ
θέρμη
τοῦ
πνεύματος,
ἥτις
ποτέ
καί
ἐκ
τῆς
ῥινός
ἀρρήτως
ἐξέρχεται;»1.
Ἐπομένως,
«ἄς
φροντίσουμε
νά
γίνουμε
ὅλοι
μας
λειτουργοί
τῆς
ἀδιαλείπτου
προσευχῆς,
διότι,ὅπως
λέγει
ὁ
ἅγιος
Γρηγόριος
ὁ
Σιναΐτης,
θά
χαρίση
στόν
νοῦ
πλήρη
φωτισμό
καί
θά
διώξη
μακρυά
τίς
πονηρές
καί
κακές
σκέψεις,
πού
ὁ
ἀρχιεργάτης
τοῦ
κακοῦ
σπέρνει
διαρκῶς
μέσα
μας»2.
Γνωρίζουμε
ὅτι
οἱ
ἐχθροί
μας
δαίμονες
ἔπεσαν
ἀπό
ὑπερηφάνεια.
Καί
προσπαθοῦν
κι
ἐμᾶς
νά
μᾶς
παρασύρουν
στήν
ἴδια
πτῶσι
μέ
λογισμούς
ὑπερηφανείας,
ἐγωϊσμοῦ,
αὐτοκολακείας
καί
αὐτοεπαίνου.
Ἰδίως
ἐμεῖς
οἱ ἱερεῖς
παίρνουμε
κολακεῖες
καί
ἐπαίνους
μέ
τό
τσουβάλι!
Μᾶς
“λιβανίζετε”
συνεχῶς
καί
κακῶς
κάνετε.
Γιατί
αὐτό
συντελεῖ
στό
νά
δημιουργῆται
ἕνας
εὔκολος
τρόπος
πτώσεως,
ἀφοῦ
ὁ
ἄνθρωπος
εἶναι
εὐάλωτος
καί
ἀδύναμος,
καί
ὁ
παπᾶς
μαζί.
Καί
ἐάν
δεχθοῦμε
τόν
ἔπαινο
καί
τήν
κολακεία,
τότε
ἡ
Χάρις
φεύγει
καί
δέν
ταπεινώνεται
ἡ
ψυχή.
Γι᾿
αὐτό
καί
πρέπει
νά
μαθητεύουμε
σ᾿
ὅλη
μας
τήν
ζωή
μέσα
στό
πνεῦμα
τοῦ
ταπεινοῦ
φρονήματος.
Ὅποιος
ἔχει
ταπείνωσι
καί
πραότητα,
κερδίζει
τήν
Χάρι
καί
τήν
Βασιλεία
τῶν
οὐρανῶν.
Τήν
προγεύεται
ἀπό
δῶ,
μέ
βεβαίωμένη
τήν
ἐλπίδα
τῆς
σωτηρίας,
ψηλαφώντας
τήν
Χάρι
ἀκόμη
καί
μέ
τά
χέρια
του!
Ὅλα
λοιπόν
τά
οὐράνια
γνωρίζονται
ἀπό
τό
Ἅγιο
Πνεῦμα,
ἐνῶ
τά
ἐπίγεια
ἀπό
τό
μυαλό
μας,
ἀπό
τήν
φυσική
μας
διάνοια.
Βέβαια,
πολλοί
νομίζουν
ὅτι
θά
μπορέσουν
νά
γνωρίσουν
τόν
Θεό
μέσα
ἀπό
τά
πολλά
διαβάσματα
πού
θά
κάνουν,
μέ
τό
νοῦ
τους
καί
μέ
τό
μυαλό
τους,
καί
μέσα
ἀπό
τίς
ξερές
γνώσεις
πού
θά
ἀποκτήσουν.
Ὅμως,
ὅπως
τονίσαμε
πολλές
φορές,
ὁ
Θεός
ἀποκαλύπτεται,
δέν
ἀνακαλύπτεται.
Καί
γνωρίζεται
ἀπό
τό
Ἅγιο
Πνεῦμα,
ἐντός
τῆς
καρδίας
τοῦ
ἀνθρώπου.
Σέ
κάποια
πόλι
τῆς
Πελοποννήσου,
συναντήθηκα
κάποτε
μέ
ἕναν
χριστιανό,
περίπου
32
ἐτῶν,
πού
μοσχομύριζε
κάτι
σάν
δενδρολίβανο.
Καί
ἡ
ἔκπληξίς
μου
μεγάλωσε
ἀκόμη
περισσότερο,
ὅταν
ἄρχισε
νά
μοῦ
μιλάη
γιά
τήν
Εὐχή,
τό
«Κύριε
Ἰησοῦ
Χριστέ,
ἐλέησόν
με», διαπιστώνοντας
ὅτι
ἀπό
τό
στόμα
του
ἐξήρχετο
ἡ
ἄρρητος
εὐωδία
τοῦ
Παναγίου
Πνεύματος.
Γιά
τό
κομποσχοίνι
καί
τήν
Εὐχή
εἶχε
μάθει
πρίν
ἀπό
χρόνια
στό
Ἅγιον
Ὄρος
καί
ἀπό
τότε
τήν
ἔλεγε
ἀσταμάτητα,
μέρα
νύκτα,
καί
πολλές
φορές
χωρίς
διακοπή
ἀκόμα
καί
τίς
νύκτες.
Ἡ
Εὐχή
ἀναπληροῦσε
καί
τίς
φυσικές
ἀνάγκες
τοῦ
ὕπνου
του.
Ἔτσι,
σιγά-σιγά
ἡ
προσευχή
τοῦ
Ἰησοῦ
ἔγινε
πνευματική
καί
νοερά
μέσα
στήν
καρδιά
του
καί
ἀπολάμβανε
τό
μεγαλεῖο
της,
χωρίς
νά
μπορῆ
νά
ἑρμηνεύση
τό
πῶς
λέγεται
μέσα
του
ἡ
Εὐχή
καί
μάλιστα
ἀπό
τό
μέρος
τῆς
καρδιᾶς
του,
μέ
πολλή
γλυκύτατα
καί
χωρίς
αὐτός
νά
τήν
λέγη
συνειδητά
εἴτε
προφορικά
εἴτε
μέ
τόν
ἐνδιάθετο
λόγο.
(Αὐτό
εἶναι
τό
μεγαλεῖο
τῆς
πνευματικῆς
προσευχῆς
καί
εἰδικώτερα
τῆς
Νοερᾶς
λεγόμενης
προσευχῆς).
Κάποτε,
σέ
μιά
τέτοια
κατάστασι,
ἀλλοιώθηκε
τόσο
πολύ
ἀπό
τήν
Χάρι
τοῦ
Θεοῦ,
ὥστε...
(ὅπως
χαρακτηριστικά
μοῦ
εἶπε):
- Ξέχασα τόν ἑαυτό μου, ἦτο σάν νά χάθηκα καί ἀπροσδόκητα αἰσθάνθηκα πώς ἡ ψυχή μου ἦτο μέσα στά ἀνοικτά χέρια τοῦ Πνευματικοῦ μου, τοῦ πατρός Γ.Κ., ὁ ὁποῖος προσηύχετο μπροστά σ᾿ ἕναν οὐράνιο ὁλόλαμπρο θρόνο, πού εἶχε πολύ Φῶς καί Δόξα Θεοῦ. Σέ λίγο -δέν ξέρω πότε- αὐτό τό οὐράνιο Φῶς ἔλουσε καί τόν Πνευματικό μου καί τόν λάμπρυνε τόσο πολύ, πού εἶχα τήν αἴσθησι ὅτι ἔκλεισα τά μάτια τῆς ψυχῆς μου. Πῶς ἔβλεπα καί πῶς τά ἔκλεισα, δέν ξέρω.
Σφιχταγκαλιασμένη
καθώς
ἦτο
ἡ
ψυχή
μου
μέ
τόν
Πνευματικό
μου,
τόν
ἄκουσα
νά
προσεύχεται
στόν
Κύριον
ἡμῶν
Ἰησοῦν
Χριστόν
γιά
μένα.
Δέν
τολμοῦσα
νά
σηκώσω
τά
μάτια
τῆς
ψυχῆς
μου,
ἐν
τούτοις,
ἔνοιωθα
αὐτήν
τήν
ὑπέρλαμπρη
φωτοχυσία
νά
μέ
πλημμυρίζη,
νά
μέ
λούζη
κυριολεκτικά,
νά
μέ
γεμίζη
ἀπό
χαρά,
εὐτυχία,
εἰρήνη,
θαυμασμό,
ἀγαλλίασι...
Κάποτε
συνῆλθα.
Ἔνοιωθα
νά
μήν
πατῶ
στή
γῆ
καί
ἡ
προσευχή
τοῦ
Ὀνόματος
τοῦ
Ἰησοῦ
Χριστοῦ
νά λέγεται ἀπό μέσα μου ἄπειρες φορές:
«Ἰησοῦ
μου... Ἰησοῦ μου... Ἰησοῦ μου... Ἰησοῦ
μου...».
Τρεῖς-τέσσερις
μέρες οὔτε ἔφαγα οὔτε ἤπια σταγόνα
νερό οὔτε κοιμήθηκα, μόνο ἀπελάμβανα
ἀδιάλειπτα μιά οὐράνια εὐτυχία, πού
δέν περιγράφεται. Τά δέ δάκρυά μου
ἔτρεχαν σάν ποτάμι συνεχῶς καί ἦσαν
γλυκύτατα»3.
........
Ὁ
χριστιανός αὐτός πού ζῆ ἀνάμεσά μας
καί μπορεῖ νά εἶναι καί δίπλα μας (καί
πού ἀποτελεῖ μιά ἀπό τίς λίγες ἐπαινετές
ἐξαιρέσεις μέσα σ᾿ αὐτόν τόν πανζουρλισμό
τῆς ἀνηθικότητος πού ζοῦμε)
μόλις ἄρχισε νά γεύεται τό μέλι τῆς
θείας εὐφροσύνης ἀπό τό γλυκύτατον
καί παντοδύναμον Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ, δόθηκε ὁλόψυχα σ᾿ αὐτή τήν
πνευματική ἐργασία. Στήν ἀρχή προφορικά,
ψυθυριστά καί κατόπιν ἀπό μέσα του μέ
τόν ἐνδιάθετο λόγο, ἀνεξάρτητα ἀπό
τίς πολλές ὑποχρεώσεις πού εἶχε στήν
δουλειά του, στήν κοινωνία καί στό σπίτι
του. Στό μυαλό του, στόν νοῦ του, στίς
σκέψεις του, στίς ἐνθυμήσεις του καί
στά αἰσθήματά του κυριαρχοῦσε ἕνα
μόνο πρᾶγμα: ἡ δίψα γιά τό Ὄνομα τοῦ
Ἰησοῦ Χριστοῦ. ΔΙΨΑ, πού ἔγινε ἀγάπη,
πού ἔγινε θεϊκός ΕΡΩΤΑΣ γιά Τόν Χριστό.
Ἀκόρεστη πεῖνα καί δίψα γιά τήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ ἐξ ὅλης ψυχῆς, ἐξ ὅλης
καρδίας, ἐξ ὅλης ἰσχύος καί ἐξ ὅλης
διανοίας.
Ἄλλωστε,
ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός μᾶς
διαβεβαιώνει ὅτι «οἱ
πεινῶντες καί διψῶντες τήν δικαιοσύνην»4
τοῦ Θεοῦ ὄχι μόνον θά χορταίνουν, ἀλλά
καί θά καθίστανται ΜΑΚΑΡΙΟΙ ἀπό τήν
πληρότητα αὐτῆς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Τό δέ πλήρωμα τῆς ἀγάπης, ὅπως φαίνεται,
ὁδηγεῖ αὐτόν τόν νέο σιγά-σιγά στό
Περιβόλι τῆς Παναγίας....
συνεχίζεται......
Τέλος
καί
τῇ
Τρισηλίῳ
Θεότητι
κράτος,
αἶνος
καί
δόξα
εἰς
τούς
αἰῶνας
τῶν
αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“Η
ΕΥΧΗ
ΜΕΣΑ
ΣΤΟΝ
ΚΟΣΜΟ
“
Ἐκδόσεις:
“Γ.
Γκέλμπεσης”
Πρωτ.
Στεφάνου
Ἀναγνωστόπουλου
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Πρωτ. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδουν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
2Ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, Κεφάλαια,
Φιλοκαλία..., τ. Δ΄, σελ. 237
3Προσωπικές
σημειώσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου