ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ. Κυρ. κδ΄ ἐπιστ. (Ἐφεσ. β΄ 14 - 22).
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ. Κυρ. ιδ΄ Λουκᾶ. (Λκ. ιη΄ 35 - 43).
Εφ. 2,14 αὐτὸς γάρ
ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα
ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας,
Εφ. 2,14 Διότι αυτός είναι η ειρήνη όλων μας, ο οποίος τον
Ιουδαϊσμόν και τον Εθνισμόν, τα δύο αυτά τα έκαμεν ένα, εκρήμνισε και διέλυσε
το μεσότοιχον του Νομου, που σαν ανυπέρβλητος φραγμός εχώριζε τους δύο λαούς·
Εφ. 2,15 τὴν ἔχθραν,
ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν
ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ
εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην,
Εφ. 2,15 δηλαδή κατέλυσε και εξηφάνισε την έχθραν, που
εχώριζε τους δύο λαούς, αφού κατήργησε με την θυσίαν της σαρκός αυτού τον νόμον
των εντολών, ο οποίος έδιδε διαταγάς, που εδέσμευαν τον άνθρωπον. Και κατήργησε
τον παλαιόν Νομον, δια να αναδημιουργήση και ενώση τους δύο αυτούς λαούς δια
του εαυτού του εις ένα νέον άνθρωπον, χαρίζων τοιουτρόπως ειρήνην μεταξύ των·
Εφ. 2,16 καὶ ἀποκαταλλάξῃ
τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ
διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν
αὐτῷ·
Εφ. 2,16 και να συμφιλιώση προς τον Θεόν τους δύο λαούς,
ενωμένους εις ένα πνευματικόν σώμα δια της σταυρικής του θυσίας, θανατώσας εν
τω προσώπω του και εξαφανίσας την εχθράν και το μίσος.
Εφ. 2,17 καὶ ἐλθὼν
εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακρὰν καὶ
τοῖς ἐγγύς,
Εφ. 2,17 Και αφού κατέβη εις την γην, εκήρυξε το
χαρμόσυνον μήνυμα της ειρήνης εις σας που εζούσατε μακράν από τον Θεόν, και εις
ημάς που ήμεθα κοντά του.
Εφ. 2,18 ὅτι δι᾿ αὐτοῦ
ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ
πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα.
Εφ. 2,18 Διότι δια του Χριστού οδηγούμεθα και πλησιάζομεν
προς τον Θεόν Πατέρα και οι δύο λαοί με το αυτό Αγιον Πνεύμα.
Εφ. 2,19 ἄρα οὖν οὐκέτι
ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν
ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ,
Εφ. 2,19 Αρα δεν είσθε πλέον ξένοι, όπως προηγουμένως, και
προσωρινοί πολίται της Εκκλησίας του Χριστού, αλλ' είσθε συμπολίται όλων των
αγίων, και οικιακοί του Θεού.
Εφ. 2,20 ἐποικοδομηθέντες
ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ
προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ,
Εφ. 2,20 Εχετε δε κτισθή επάνω στον πνευματικόν θεμέλιον
των Αποστόλων και των προφητών εις μίαν πνευματικήν οικοδομήν, την Εκκλησίαν,
της οποίας ακρογωνιαίος και θεμελιακός λίθος είναι αυτός ούτος ο Ιησούς
Χριστός.
Εφ. 2,21 ἐν ᾧ πᾶσα
ἡ οἰκοδομὴ συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον
ἐν Κυρίῳ·
Εφ. 2,21 Επάνω δε εις αυτόν και με την δύναμιν αυτού όλη η
οικοδομή συναρμολογείται και αυξάνεται κατά τρόπον αρμονικόν, ώστε να γίνη ναός
άγιος, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου.
Εφ. 2,22 ἐν ᾧ καὶ
ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ
ἐν Πνεύματι.
Εφ. 2,22 Εις αυτόν δε τον ναόν δια του Ιησού Χριστού
οικοδομείσθε και σεις μαζή με τους άλλους πιστούς, δια να γίνετε κατοικία, εις
την οποίαν θα μένη ο Θεός με το Πνεύμα του.
Λουκ.
18,35 Ἐγένετο δὲ ἐν
τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός
τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν·
Λουκ. 18,35 Καθώς δε επλησίαζε ο Κυριος εις την Ιεριχώ, ένας τυφλός
εκάθητο δίπλα στον δρόμον και εζητιάνευε.
Λουκ.
18,36 ἀκούσας δὲ ὄχλου
διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα.
Λουκ. 18,36 Οταν δε ήκουσε τον θόρυβον του λαού που επερνούσε,
ερώτησε, τι τάχα είναι αυτά, που ήκουε.
Λουκ.
18,37 ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ
ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται.
Λουκ. 18,37 Τον επληροφόρησαν δε ότι περνά από εκεί ο Ιησούς ο
Ναζωραίος.
Λουκ.
18,38 καὶ ἐβόησε
λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με·
Λουκ. 18,38 Και εφώναξε με μεγάλην φωνήν και είπε· “Ιησού, απόγονε
του Δαυΐδ, ελέησέ με”.
Λουκ.
18,39 καὶ οἱ προάγοντες
ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς
δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν
με.
Λουκ. 18,39 Και αυτοί που επροπορεύοντο, τον επέπλητταν και του έλεγαν
να σιωπήση, δια να μη ενοχλή τον διδάσκαλον. Αυτός όμως πολύ περισσότερο
εκραύγαζε· “απόγονε του Δαυίδ, ελέησέ με”.
Λουκ.
18,40 σταθεὶς δὲ ὁ
Ἰησοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς
αὐτόν, ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ ἐπηρώτησεν αὐτὸν
Λουκ. 18,40 Εστάθη δε ο Ιησούς και έδωσε εντολήν να φέρουν τον
τυφλόν πλησίον του. Οταν δε αυτός επλησίασε, τον ηρώτησε
Λουκ.
18,41 λέγων· τί σοι θέλεις
ποιήσω; ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω.
Λουκ. 18,41 λέγων· “τι θέλεις να σου κάνω;” Εκείνος δε είπε·
“Κυριε, θέλω να αποκτήσω και πάλιν το φως των οφθαλμών μου”.
Λουκ.
18,42 καὶ ὁ Ἰησοῦς
εἶπεν αὐτῷ· ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου
σέσωκέ σε.
Λουκ. 18,42 Και ο Ιησούς του είπε· “ανάβλεψε· η πίστις, που έχεις
σ' εμένα, σε έσωσε από την τύφλωσίν σου”.
Λουκ.
18,43 καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε,
καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν· καὶ
πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ
Θεῷ.
Λουκ. 18,43 Και αμέσως απέκτησε το φως των οφθαλμών του και γεμάτος
χαράν ακολουθούσε τον Χριστόν, δοξάζων τον Θεόν. Και όλος ο λαός, όταν είδε το
θαύμα, έδωσε δόξαν στον Θεόν. (Οι καλοπροαίρετοι δοξάζουν τον Θεόν και δια το
καλόν, που γίνεται στους άλλους).
http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/03.%20Louk.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου