14. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀνακαινίζει τόν ἄνθρωπο καί κάνει ὡς φλόγα.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό στήν ἀρχή ἀγγίζει τήν ψυχή μας, δονεῖ τό ἐσωτερικό μας ἀλλά σιγά –σιγά φτάνει καί στό σῶμα καί γίνεται ὅλος ὁ ἄνθρωπος, ὅλη ἡ ψυχοσωματική μας ὕπαρξη μιά λαμπάδα, πού καίει μπροστά στόν Θεό ἀπό ἀγάπη.
Αὐτό λέει ἐδῷ ὁ Γέροντας Παΐσιος: «Γίνεται ὅλος ὁ ἄνθρωπος μία φλόγα» καί αὐτή ἡ ἐσωτερική φλόγα, τήν ὁποία ἀνάβει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μέ τήν ἀγάπη Του θερμαίνει τό σῶμα πολύ περισσότερο ἀπό τήν αἰσθητή φωτιά. Καί ἔχει τήν δύναμη νά καίει κάθε σκουπίδι, κάθε κακό λογισμό καθώς καί κάθε κακή ἐπιθυμία καί ἄσχημη εἰκόνα»[1].
Στήν Ὀρθοδοξία ἔχουμε τούς λεγόμενους σπηλαιῶτες· αὐτούς δηλαδή οἱ ὁποῖοι ζούσανε σέ σπηλιές χωρίς νά ἔχουν θέρμανση.
Κάποτε ρώτησα ἕνα Γέροντα: «Τί γίνεται δέν κρυώνανε αὐτοί οἱ ἄνθρωποι;». Καί μοῦ λέει: αὐτοί εἶχαν τήν ἐσωτερική φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα πού εἶχε ἀνάψει στήν καρδιά τους τήν φωτιά τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό, Αὐτό τούς ζέσταινε καί σωματικά. Ἔχουμε πολλά περιστατικά μέ Γεροντάδες πού ἐνῶ βρίσκονταν μέσα στό χιόνι δέν αἰσθανόντουσαν κρύο. Ἐνῷ καθόντουσαν μές στό χιόνι, ἔλιωνε τό χιόνι γύρω τους. Ἡ θέρμη τῆς καρδιᾶς τους, πού ὑπῆρχε λόγῳ τῆς καλλιέργειας τῆς ἀδιάλειπτης εὐχῆς, τοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλεησόν με», τούς ζέσταινε. Ἡ πολλή μεγάλη ἀγάπη πού εἶχαν γιά τόν Θεό ἔκανε τήν καρδιά τους νά καίει, ὅλο τό σῶμα νά ζεσταίνεται καί ἔτσι νά μήν αἰσθάνονται τό ψύχος.
Καίγεται μ’ αὐτήν τήν θερμή πρός Θεόν ἀγάπη κάθε σκουπίδι πού μολύνει τήν ἀνθρώπινη καρδιά, κάθε κακός λογισμός, κάθε κακή ἐπιθυμία, κάθε ἄσχημη εἰκόνα.
15. Ἡ Θεϊκή φλόγα καθαρίζει τήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν γεμίζει μέ εὐφροσύνη.
Μέ τήν Θεία Χάρη πραγματώνεται ἡ κάθαρση τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου. Δέν εἶναι ἡ κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου μόνο μία κένωση (ἄδειασμα) τοῦ μυαλοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας, ἀλλά εἶναι συνάμα καί ἡ πλήρωση (γέμισμα) ὅλου τοῦ ἐσωτερικοῦ του ἀπό τό πῦρ τῆς Θεότητος, ἀπό τήν φωτιά τῆς Θείας ἀγάπης. Τότε εἶναι πού καίγεται κάθε ἄλλη κατώτερη ἀγάπη, κάθε μορφή σαρκικῆς-κοσμικῆς ἀγάπης, κάθε τί πού κλέβει μέρος ἀπ’ τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.
Τότε εἶναι πού ἡ ψυχή αἰσθάνεται τίς Θεῖες ἡδονές, οἱ ὁποῖες δέν συγκρίνονται μέ καμμιά ἄλλη ἡδονή. Ὅταν ἀνάψει αὐτή ἡ θεϊκή φωτιά τότε ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται πάρα πολύ μεγάλες πνευματικές ἡδονές. Αὐτές δέν συγκρίνονται καθόλου μέ τίς γήινες, μ΄ αὐτές τίς ἡδονές πού ἐκτιμᾶ πάρα πολύ ὁ κόσμος: τό καλό φαγητό, τήν σαρκική ἀγάπη, τίς σαρκικές ἡδονές καί ὅλα αὐτά τά γύρω ἀπό τό σῶμα, τό χρῆμα καί τήν μάταιη κοσμική δόξα.
«Τί μεγάλο σφάλμα» ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος «κάνουμε οἱ ἄνθρωποι-οἱ περισσότεροι- μέ τό νά μήν θέλουμε νά δώσουμε τήν ἀγάπη μας στόν Χριστό, ἀλλά νά τήν χαραμίζουμε σέ γήινα, φτηνά καί μάταια πράγματα»[2]. Πῶς κλεβόμαστε ἀπό τόν πονηρό καί τοῦ δίνουμε τήν ἀγάπη μας, ἐνῶ θά ἔπρεπε νά τήν δώσουμε στόν Θεό! Πῶς διαθέτουμε τήν ἀγαπητική μας δύναμη σέ τόσο φτηνά πράγματα! Πῶς μοιράζουμε τήν καρδιά μας καί τήν σκορπίζουμε σέ χίλιες δυό ματαιότητες!
«Μιά ζωή ἀκόμη καί χιλίων ἐτῶν ἄν εἶχε κανείς καί πάλι δέν θά ἔφθανε γιά νά τήν δώσει στόν Χριστό Μας ὡς ἀνταπόδοση γιά τήν μεγάλη Του ἀγάπη, γι’ αὐτήν Του τήν ἀγάπη, πού μᾶς ἔδειξε καί πού μᾶς δείχνει συνέχεια. Μᾶς συγχωρεῖ, μᾶς ἀνέχεται καί καθαρίζει τίς βρώμικες ψυχές μας μέ τό θεϊκό Του αἷμα»[3]. Κανείς δέν μπορεῖ νά συλλάβει πόσο ἀγαπάει ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἀγάπη Του δέν συγκρίνεται μέ τίποτε. Δέν ἔχει ὅρια εἶναι ἄπειρη.
16. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ «λιώνει» τόν ἄνθρωπο.
Ὅπως ὁ Θεός εἶναι ἄπειρος, ἔτσι καί ἡ ἐνέργεια Του, ἡ Ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται ἀγάπη εἶναι καί αὐτή ἄπειρη. Ἄν μπορέσει νά αἰσθανθεῖ ὁ ἄνθρωπος κάτι λίγο ἀπό τήν ἀγάπη αὐτή, τότε ἡ πήλινη καρδιά του τείνει νά διαλυθεῖ. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά Τήν ἀντέξει· διαλύεται διότι εἶναι πηλός.
Κάποτε τόσο πολύ ὁ Γέροντας Παΐσιος εἶχε αἰσθανθεῖ αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού ἔπεσε κάτω. Δέν ἄντεχε καί παρακαλοῦσε τόν Θεό νά μήν τοῦ δώσει περισσότερη γιατί θά πεθάνει.
Ἡ Θεία Ἀγάπη, ἡ ἐνέργεια αὐτή, πού εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, εἶναι ἀβάσταχτη γιά τόν ἄνθρωπο. Μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά ἀλλάξει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν κάνει ἱκανό νά Τήν ἀντέξει. Μόνο ἔτσι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά αἰσθανθεῖ λίγο ἀπό τήν Θεία αὐτή Ἐνέργεια-ἀγάπη.
Στήν Μεταμόρφωση οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι εἶδαν τό Ἄκτιστο Φῶς καί ἔπεσαν κάτω.
-Γιατί ἔπεσαν κάτω;
-Διότι ἀκριβῶς δέν ἄντεχαν αὐτήν τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός τούς παραχώρησε νά «δοῦν» ὅσον «ἠδύναντο». Ἄν τούς ἔδινε λίγο περισσότερο, μπορεῖ καί νά πέθαιναν. Εἶναι ὁ Θεός «φοβερός», εἶναι «πῦρ καταναλίσκον»[4]. Δέν ἀντέχει ὁ ἄνθρωπος, ὁ χοϊκός νά «δεῖ» τόν Θεό. Εἶναι χῶμα ὁ ἄνθρωπος. Θά πρέπει αὐτό τό χῶμα, ὁ Θεός νά τό ἀλλάξει, γιά νά μπορέσει ν΄ ἀντέξει ὁ ἄνθρωπος, νά αἰσθανθεῖ, ἔστω λίγο, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός αὐτόν.
17. Ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπᾶ τόν Θεό ἀγαπᾶ καί ὅλην τήν κτίση (οἰκουμενικός ἄνθρωπος)
«Ὅταν δώσει κανείς τήν καρδιά του στόν Θεό ὅλα τά ἀγαπάει. Ὄχι μόνο ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀλλά καί τά πουλιά καί τά δέντρα, ἀκόμα καί τά φίδια»[5]. Ἀκόμα καί τούς δαίμονες ἀγαπάει, ὅπως μᾶς τό ἀποκαλύπτει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ.
Ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶναι, θά λέγαμε, ἕνας οἰκουμενικός ἄνθρωπος, ἕνας παγκόσμιος ἄνθρωπος, μέ τήν πλήρη ἔννοια τῆς λέξης.
Πρέπει σήμερα - μᾶς λένε καί μᾶς φορτίζουν συνέχεια τό μυαλό- νά εἴμαστε οἰκολογικοί, νά εἴμαστε «πράσινοι», νά εἴμαστε εὐγενικοί πρός τήν φύση κ.λ.π. Ἀλλά αὐτά ὅλα δέν μπορεῖς νά τά κάνεις ἄν δέν ἀγαπήσεις τόν Θεό.
Μιά ἀγάπη πρός τήν κτίση, ἀπομονωμένη ἀπ’ τήν ἀγάπη στόν Θεό, δέν εἶναι ἀγάπη. Ἀργά ἤ γρήγορα θά συλλάβεις τόν ἑαυτό σου νά ληστεύει τήν κτίση. Ἀπ’ τήν μιά θά ὑποκρίνεσαι ὅτι εἶσαι οἰκολογος καί «πράσινος», ἐνῶ ἀπ’ τήν ἄλλη θά διαπιστώσεις ὅτι, ὅταν θίγεται ἡ προσωπική σου ἀπόλαυση, ὅταν κινδυνεύουν τά συμφέροντά σου καί δέν ἱκανοποιοῦνται τά προσωπικά σου πάθη, τότε παραμερίζεις ὅλες τίς οἰκολογικές σου εὐαισθησίες καί βάζεις πάνω ἀπ’ ὅλα τό προσωπικό σου συμφέρον. Τότε βλέπεις ὅτι δέν ὑποχωρεῖς οὔτε στούς Οἰκολόγους, οὔτε στά οἰκολογικά προτεινόμενα σχέδια- προϊόντα, οὔτε στίς οἰκολογικές παροτρύνσεις κ.λ.π.
-Γιατί;
-Διότι λείπει τό οὐσιαστικό, λείπει τό ὑγιές κίνητρο. Αὐτό πού κινεῖ τήν ψυχή νά ἀγαπήσει ἀληθινά τήν κτίση εἶναι ἡ ἀγάπη στόν Θεό. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία πλημυρίζει τόν ἄνθρωπο ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται, λειτουργιέται, μετανοεῖ καί μελετᾶ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ ἀληθινά τόν Θεό τότε ἀγαπᾶ καί ὅλα τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, τά σέβεται καί τά τιμᾶ.
18. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι μία οὐράνια μέθη
«Ἄν μεθύσει ὁ ἄνθρωπος πνευματικά μέ τό Οὐράνιο κρασί»παρατηρεῖ ὁ π. Παΐσιος « ἡ ζωή του ἐδῶ στήν γῆ γίνεται μαρτυρική μέ τήν καλή ὅμως ἔννοια. Ἀχρηστεύεται γιά τόν κόσμο, ἀδιαφορεῖ γιά καθετί γήινο καί ὅλα τά «θεωρεῖ σκύβαλα»[6]... Ἡ Οὐράνια μέθη εἶναι καλή, ἀλλά πρέπει νά εἶναι κανείς συνέχεια ἐκεῖ στό ἀτέλειωτο βαρέλι το οὐράνιο. Εὔχομαι νά βρῆτε τήν παραδεισένια θεία κάνουλα καί νά πίνετε καί νά μεθᾶτε συνέχεια ἀπό τό παραδεισένιο κρασί»[7].
Βλέπετε πόσο ζωντανά καί βιωματικά, μέσα ἀπό τήν καρδιά του ὁμιλεῖ ὁ Γέροντας;
Ἴσως ὅμως θά πεῖτε:
-Αὐτά εἶναι γιά μᾶς γιά τούς κοσμικούς; Μήπως εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς;
-Ὄχι δέν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς, γιά ὅλους εἶναι. Αὐτή ἡ θεία μέθη, ἡ μέθη τῆς ψυχῆς, ὅπως τήν ὀνομάζει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος εἶναι γιά ὅλους. Ὅλοι μποροῦμε νά τήν γευτοῦμε διότι εἴμαστε ὅλοι εἰκόνες τοῦ Θεοῦ καί ὅλοι ἔχουμε μέσα στό πνευματικό DNA μας τόν σχεδιασμό- προοπτική-προορισμό νά γίνουμε καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ δηλ. πρό πάντων νά γίνουμε Ἀγάπη (ἀφοῦ «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί»[8].
19. Ὅταν ἀγαπήσουμε τόν Θεό τότε γινόμαστε «παντοδύναμοι».
Ὅλοι ἔχουμε τήν δυνατότητα καί τήν κλήση νά μετάσχουμε σ’ αὐτήν τήν ἰδιότητα-ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ ἀγάπη. «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστι καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει»[9] λέγει ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος. Ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, γι’ αὐτό ὅποιος μένει στήν ἀγάπη γίνεται καί αὐτός ἕνας- θά μπορούσαμε νά ποῦμε- μικρός θεός. Μοιάζει στόν Θεό καί γίνεται καί αὐτός ὅλος φωτιά-ὅπως ὁ Θεός εἶναι Φωτιά (Πῦρ καταναλίσκον). Γίνεται ὅλος φῶς- ὅπως ὁ Θεός εἶναι Φῶς. Ἀποκτᾶ δηλαδή κι αὐτός, ὅσο εἶναι δυνατόν στόν ἄνθρωπο, κατά χάριν, τίς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι ἦταν ὡς μικροί θεοί: Ἄγγιζαν τούς δαιμονισμένους καί ἔφευγαν τά δαιμόνια. Εὐλογοῦσαν τούς ἀσθενεῖς καί θεραπεύονταν. Προσεύχονταν καί ἄλλαζαν τά γεγονότα, μετέβαλαν τόν ροῦ τῆς ἱστορίας μέ τίς δεήσεις τους.
Μποροῦσαν μέ τήν Θεία Χάρη νά κάνουν τά πάντα, ἦταν «παντοδύναμοι». Αὐτό συνέβαινε ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι Παντοδύναμος καί ἐνεργοῦσε μέσα ἀπ’ αὐτούς.
Ἐνεργοῦσε δέ ὁ Θεός δι’ αὐτῶν, διότι προηγήθηκε μέσα τους ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη. Ἡ ἀγάπη στόν Θεό, ἔκαψε ὅλα τά σκουπίδια, ὅλα τά πάθη πού ὑπῆρχαν -καί δυστυχῶς ὑπάρχουν μέσα στήν καρδιά τοῦ κάθε ἀνθρώπου- ὁπότε ἔγιναν κατοικητήρια τοῦ Θεοῦ.
20. Ὁ Ἅγιος Σιλουανός καί ἡ ἀγάπη Του πρός τόν Θεό.
Ἄς ἀκούσουμε καί τόν Ἅγιο Σιλουανό πῶς ὁμιλεῖ στόν Θεό καί πῶς φανερώνει τήν δίψα τῆς καρδιᾶς του γιά τόν Θεό. Λέγει αὐτός ὁ σύγχρονος Ρῶσσος Ἅγιος: «Ἡ ψυχή μου διψάει τόν ζῶντα Θεό. Ἡ ψυχή μου ζητάει νά γεμίσει πάλι ἀπό τήν χάρη τοῦ Κυρίου. Πόσο ἀκατάληπτο εἶναι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἔπλασε ἀπό τό χῶμα τόν ἄνθρωπο καί τοῦ ἐμφύσησε πνοή ζωῆς. Καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔγινε συγγενής μέ τόν Θεό»[10].
21. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ φανερώνεται στήν Δημιουργία.
Στήν δημουργία τοῦ ἀνθρώπου φανερώνεται ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης καί στήν δημιουργία ὅλης τῆς κτίσεως φανερώνεται ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἡ Αὑτοαγάπη. Ὁ Θεός δέν εἶχε ἀνάγκη, οὔτε «ὑποχρέωση» νά δημιουργήσει ὁ,τιδήποτε. Ἀπό ἀγάπη «βγῆκε» ἀπό τόν ἑαυτό Του καί δημιούργησε ὅλο αὐτό τό σύμπαν. Τέλος μέ μιά ξεχωριστή πράξη ἀγάπης δημιούργησε τόν ἄνθρωπο κατ’ εἰκόνα Του.
Ἀφοῦ δημιούργησε πρῶτα τό παλάτι μετά δημιουργεῖ καί τό πριγκιπόπουλο, τό ὁποῖο καί εἰσάγει ὡς κάτοικο-κύριο μέσα στό παλάτι. Τόν ἄνθρωπο τόν δημιούργησε τελευταῖο, τήν ἕκτη ἡμέρα τῆς Δημιουργίας. Τόν δημιούργησε ὄχι μέ τόν λόγο Του, ὅπως δημιουργησε ὅλο τό σύμπαν -«εἶπε καί ἐγεννήθησαν»[11]- ἀλλά μέ μιά ἰδιαίτερη δημιουργική πράξη. Τόν ἄνθρωπο τόν ἔπλασε μέ τά χέρια Του, ὅπως λέγει ἡ Ἁγία Γραφή. Βέβαια αὐτό εἶναι μιά ἀνθρωπομορφική ἔκφραση, ἀφοῦ ὁ Θεός δέν ἔχει χέρια. Ὁ Θεός εἶναι Πνεῦμα.
Ἡ Ἁγία Γραφή θέλει μ’ αὐτήν τήν ἔκφραση νά μᾶς διδάξει ὅτι ὁ Θεός ἔκανε κάτι πολύ ἰδιαίτερο γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν προίκισε μέ ὅ,τι ἀνώτερο, μέ τήν εἰκόνα Του. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μέσα του τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Τά ζῶα δέν ἔχουν τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, οὔτε τά φυτά, οὔτε τά ἄψυχα, οὔτε τά ἀστέρια ἤ οἱ πλανῆτες. Μόνο ὁ ἄνθρωπος καί οἱ Ἄγγελοι ἔχουν τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τό «κατ’ εἰκόνα».
Στήν δημιουργία φανερώνεται γενικά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Στή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου φανερώνεται ἡ ἰδιαίτερη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ ἔρωτας -ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι- πού ἔχει ὁ Θεός γιά τόν ἄνθρωπο.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ἔπεσε, ἁμάρτησε. Ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τήν κοινωνία του μέ τόν Θεό. Ἐν τούτοις ὁ Θεός δέν τόν ἐγκατέλειψε. Τόν ἐπισκέφτηκε διά τοῦ Χριστοῦ καί τόν ἔσωσε. Τόν ἀνέπλασε διά τοῦ Πρωτοτόκου πάσης κτίσεως. Σ’ αὐτήν τήν ἀνάπλαση, τήν ἀναδημιουργία τοῦ ἀνθρώπου διά τοῦ Θεανθρώπου (Θεία Οἰκονομία) φανερώθηκε κατ’ ἐξοχήν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο.
[1] Πρβλ. Πάθη καί ἀρετές σελ. 205.
[2] Πρβλ. Πάθη καί ἀρετές σελ. 203.
[3] Ὅ. π.
[4] Ἑβρ. 12, 29
[6] Βλ. Φιλιπ. 3, 8.
[7] Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Ε΄, Πάθη καί ἀρετές, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2007 Β΄ ἔκδοση, σελ. 208.
[8] Α΄ Ἰωαν. 4, 8.
[9] Α΄ Ἰωαν. 4, 16.
[10] Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ὁ Γέροντας Σιλουανός, ἔκδ. Γ΄, Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου- Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 1985, (στό ἑξῆς: Ὁ Γέροντας Σιλουανός) σελ. 399.
[11] Ψαλμ. 32, 9.
___________________________
Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσυχ. Ἀνάστασις Χριστοῦ Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.
____________________________________
Γιά να διαβάσετε όσα μέρη δημοσιεύτηκαν πατήστε Ἡ ἀγάπη τοῡ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου