Ἡ ἐντολή εἶναι μία: ἡ ἀγάπη. Ἁπλῶς ἔχει δύο σκέλη. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό συνεπάγεται καί τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Διότι εἶναι ἀδύνατόν νά ἀγαπᾶς τόν Θεό καί νά μήν ἀγαπᾶς τά παιδιά τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεόν͵ καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ͵ ψεύστης ἐστίν· ὁ γὰρ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ὃν ἑώρακεν͵ τὸν Θεὸν ὃν οὐχ ἑώρακεν οὐ δύναται ἀγαπᾶν. 4.21 καὶ ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔχομεν ἀπ΄ αὐτοῦ͵ ἵνα ὁ ἀγαπῶν τὸν Θεὸν ἀγαπᾷ καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ»(Α΄ Ἰωάν. 4, 20-21).
«Εἶπε ὁ Ἀββᾶς Ἀντώνιος ὅτι ἀπό τόν πλησίον προέρχεται ἡ ζωή καί ὁ θάνατος· διότι ἐάν κερδίσουμε τόν ἀδελφό, κερδίζουμε τόν Θεό· καί ἄν σκανδαλίσουμε τόν ἀδελφό, ἁμαρτάνουμε στόν Χριστό». Ἔλεγε καί ὁ ἅγιος Ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβός: «Δέν εἶναι δυνατόν νά οἰκοδομήσει κανείς τό σπίτι ἀπό πάνω πρός τά κάτω, ἀλλά ἀπό τό θεμέλιο πρός τά πάνω· καί τοῦ λένε· τί σημαίνει αὐτός ὁ λόγος; καί ἀπάντησε ὁ Γέροντας· ὁ θεμέλιος εἶναι ὁ πλησίον καί πρέπει νά τόν κερδίσεις· καί πρέπει πρῶτα νά γίνει αὐτό· διότι σ' αὐτόν κρέμονται ὅλες οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ» (Στό Γεροντικό, Εὐεργ. τομος Γ',σελ.471). «Καλότυχη ἡ ψυχή πού ἀγάπᾶ τόν ἀδελφό της, γιατί ὁ ἀδελφός μας εἶναι ἡ ζωή μας» σημειώνει ὁ ἅγιος Σιλουανός. (ἀρχ. Σωφρόνιου σελ. 408)
Πρέπει νά ἀγαπήσουμε ὅλα τά παιδιά τοῦ Θεοῦ χωρίς διακρίσεις. Πρέπει ἀκόμη νά τά ἀγαπήσουμε μέ ἀγάπη ἀπεριόριστη, μέ δική μας θυσία, περισσότερο κι ἀπ' τόν ἑαυτό μας. Εἶναι τά δύο χαρακτηριστικά, τό ποιόν καί τό ποσόν πού πρέπει νά ἔχει ἡ πρός τόν πλησίον ἀγάπη. Τό ποιόν εἶναι νά μήν κάνουμε διακρίσεις καί νά μήν περιμένουμε ἀνταπόδωση στήν ἀγάπη μας. Τί εἶπεν ὁ Κύριος; «Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη͵ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου. ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν͵ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν διωκόντων ὑμᾶς͵ ὅπως γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς͵ ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους. ἐὰν γὰρ ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς͵ τίνα μισθὸν ἔχετε; οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν; καὶ ἐὰν ἀσπάσησθε τοὺς ἀδελφοὺς ὑμῶν μόνον͵ τί περισσὸν ποι εῖτε; οὐχὶ καὶ οἱ ἐθνικοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν; Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι ὡς ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τέλειός ἐστιν»(Ματθ. 5, 43-48) . Ὁ χριστιανός ἀγαπάει καί τούς μή δικούς του. Αὐτή εἶναι ἡ διαφορά ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου. Ὁ χριστιανός ἀγαπάει τούς πάντας, θυσιάζεται γιά τούς πάντες, ἀκόμη καί γιά τούς χειρότερους ἐγκληματίες. Ἀκόμη, δέν ζητάει ἀνταπόδοση, δέν ἐπιζητεῖ τήν ἀνταπόκριση στήν ἀγάπη του. Δίνει, σκορπίζει τόν ἑαυτό Του χωρίς νά περιμένει τίποτα.
Στήν φιλία καί στήν σαρκική ἀγάπη ζητεῖται ἡ ἀνταπόδοση. Εἶναι κατώτερη μορφή ἀγάπης. Στήν ἀγάπη τῆς μητέρας πρός τό παιδί δέν εἶναι σίγουρη ἡ ἀνταπόδοση· γιαυτό καί εἶναι κάπως ἀνώτερη μορφή ἀγάπης. Ἡ τέλεια ὅμως ἀγάπη ποτέ δέν ζητάει ἀνταπόδοση. Ποτέ δέν θά πεῖ «Κοίταξε τόσα τοῦ ἔκανα κι αὐτός τίποτα»...
Εἶναι διατεθειμένος νά ἀκούσει καί νά δεχθεῖ τά πάντα καί τούς πάντες αὐτός, πού ἀγαπάει κατά Θεόν. Ἀγαπάει χωρίς διακρίσεις φυλῆς, θρησκείας, οἰκονομικῆς ἤ κοινωνικῆς κατάστασης. Ἀγαπάει τούς καλούς καί τούς θεωρουμένους ἀπό τόν κόσμο, ὡς κακούς. Ἀγαπάει καί τούς μικρούς καί τούς μεγάλους, καί τούς ἄθεους καί τούς πιστούς· καί τούς φίλους καί τούς ἐχθρούς. Ἀγαπάει κι αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν κι αὐτούς πού τόν ἐκμεταλλεύονται· κι αὐτούς πού τόν ἐξυπηρετοῦν ἀλλά κι αὐτούς πού τόν χρησιμοποιοῦν. Κι αὐτούς πού τόν οἰκοδομοῦν ἀλλά κι αὐτούς πού τόν κατέστρεψαν ἤ τόν ἔβλαψαν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο. Ἀγαπάει κι αὐτούς πού τόν ὑψώνουν καί τόν ἐπαινοῦν ἀλλά κι αὐτούς πού τόν ταπεινώνουν καί τόν ἀπορρίπτουν. Μοιάζει ἔτσι στόν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα του πού δέν κάνει διακρίσεις στήν ἀγάπη Του ἀλλά εὐεργετεῖ τούς πάντας, « βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους». Ἀναδεικνύεται γνήσιος μαθητής Του μέσα στόν ἁμαρτωλό καί καταψυγμένο ἀπό τήν ἔλλειψη τῆς ἀγάπης κόσμο ἀφοῦ ὅπως μᾶς εἶπε ὁ Κύριος:«ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε͵ ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»(Ἰω. 13, 34-35).
Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ καινή, ἡ καινούργια ἐντολή πού συμπληρώνει τόν νόμο καί πρέπει νά ἀσκεῖται μέ τόν τρόπο πού τήν ἤσκησε ὁ Κύριος. «Ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν͵ ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους· καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Αὐτό τό «καθώς» τοῦ Κυρίου εἶναι πού πρέπει νά μιμηθοῦμε. Πῶς μᾶς ἀγάπησε ὁ Κύριος; Μέχρι θανάτου, «εἰς τέλος ἠγάπησεν ἡμᾶς»(Ἰω. 13, 1). Ὁ Κύριος «ἀγαπήσας τοὺς ἰδίους τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ͵ εἰς τέλος ἠγάπησεν αὐτούς».Μᾶς ἀγάπησε χωρίς διακρίσεις, χωρίς ὅρια, ἀλλά καί χωρίς νά τό ἀξίζουμε, δωρεάν, χωρίς νά περιμένει τίποτα γιά τόν ἑαυτό Του, ἀνιδιοτελῶς. Μᾶς ἀγάπησε πρῶτος. «Ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν»(Ρωμ. 5, 8) ὁ Κύριος μᾶς ἀγάπησε, μᾶς ἐπισκέφθηκε καί πέθανε γιά μᾶς. «Συνίστησιν δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεὸς ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανεν».
Ἔτσι καί μεῖς πρέπει νά φθάσουμε νά ἀγαπᾶμε τόν Θεό καί τούς ἄλλους: νά ἀγαπᾶμε μέ ὁποιοδήποτε κόστος. Πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά κάνουμε τήν μεγαλύτερη θυσία γιά τόν ἄλλο · ἀκόμη καί νά πεθάνουμε γι' αὐτόν. Τότε ἀγαποῦμε μέ τόν ἴδιο τρόπο μέ τόν ὁποῖο μᾶς ἀγάπησε καί μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Κύριος.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου