34. Ποτέ ἀπελπισία
Ξέρει ὁ Ἅγιος νά πολεμάει. Δέν ἀπελπίζεται. Λέει: «Πάλι ἔπεσα, ἀλλά καταφεύγω στόν Θεό καί ζητάω τό ἔλεος, τή συγχώρηση. Καί ὁ Θεός μέ συγχωρεῖ».
«Ἀδελφοί, γράφω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ταπεινῶστε τίς καρδιές σας καί θά δεῖτε τό ἔλεος τοῦ Κυρίου ἤδη ἐπάνω στή γῆ»[1].
35. Ἡ ὑπερηφάνεια: τό μεγάλο ἐμπόδιο στή Θεία Χάρη
-Τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει, ἀλλά γιατί δέν τό αἰσθανόμαστε;
-Διότι ἔχουμε ὑπερηφάνεια.
«Ταπεινῶστε ἀδελφοί τίς καρδιές σας», λέει ὁ Ἅγιος, «καί θά αἰσθανθῆτε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ πού ἤδη ὑπάρχει καί σᾶς προσφέρεται». Δέν εἶναι σωστό νά νομίζουμε ὅτι καλοῦμε τόν Θεό καί δέν ἔρχεται. Ὁ Θεός εἶναι πολύ κοντά μας. Ὅμως δέν Τόν αἰσθανόμαστε γιατί ἔχουμε χτίσει τείχη γύρω μας, μέ τόν ἐγωισμό καί τήν ὑπερηφάνεια μας.
36. Ἡ διαφορά τῆς Θεϊκῆς ἀπό τίς ἀνθρώπινες ἀγάπες.
«Θά δεῖτε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί θά γνωρίσετε τόν οὐράνιο δημιουργό. Καί ἡ ψυχή σας δέν θά γνωρίσει κορεσμό στήν ἀγάπη».
Οἱ ἀνθρώπινες ἀγάπες καί οἱ ἔρωτες ἔχουνε κορεσμό. Κάποια στιγμή ὅσοι εἶχαν πιαστεῖ στά δίχτυα των ὁμολογοῦνε: «βαρέθηκα». Ἐπίσης φοβοῦνται κάπως οἱ ἄνθρωποι καί λένε: «Θά παντρευτῶ καί θά περάσω τόσα χρόνια συνέχεια μέ τόν ἴδιο ἄνθρωπο;(!) Δέν θά βαρεθῶ;».
Ὡς ἐπακόλουθο αὐτοῦ λένε: «Νά παντρευτοῦμε πιό μεγάλοι (σέ πιό προχωρημένη ἡλικία) γιά νά μήν βαρεθοῦμε» καί...κάτι τέτοιες θεωρίες. Ἀλλά αὐτά εἶναι, θά λέγαμε, γελοῖα, ἀνόητα πράγματα.
-Γιατί;
-Διότι οἱ ἄνθρωποι πού τά λένε αὐτά δέν γνωρίζουν τόν σκοπό τοῦ γάμου. Δέν ἔχουν καταλάβει ὅτι αὐτή ἡ ἀρχική σαρκική ἀγάπη, ἤ ἀκόμη καί ἡ ψυχική ἀγάπη, πού τούς ἕνωσε, (αὐτό, πού λέμε ἔρωτας), πρέπει μέσα στό γάμο νά μεταστραφεῖ, νά ὑπερβαθεῖ καί νά γίνει πνευματική ἀγάπη. Ὁπότε μετά ἡ ἕνωση εἶναι αἰώνια, εἶναι ἀδιάσπαστη, διότι εἶναι Ἁγιοπνευματική ἕνωση-ἀγάπη.
Τότε δέν βαριέσαι ποτέ πλέον τόν ἄλλον διότι αἰσθάνεσαι ὅτι ὁ ἄλλος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί εἶναι ἕνα μαζί σου. Σέ συνδέει μέ τόν ἄλλον ὄχι ἡ σάρκα, οὔτε ἡ ψυχή, οὔτε τά κοινά σημεῖα τοῦ χαρακτήρα. Σέ συνδέει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὁ σύνδεσμος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀδιάλυτος, ἀδιάλειπτος, ἀκατάλυτος καί αἰώνιος.
Νά λοιπόν τί πρέπει νά προσπαθοῦν οἱ ἄνθρωποι, πού θέλουν νά συνδεθοῦν μεταξύ τους: νά ἀποκτήσουν τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο θά τούς ἑνώσει γιά πάντα. Ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγάπη πλέον δέν κουράζει, οὔτε κορέννυται, οὔτε τήν βαριέται κανείς. Ἐνῷ τίς ἡδονές τίς σαρκικές ἔρχεται κάποια στιγμή πού οἱ ἄνθρωποι τίς βαριοῦνται.
Γιά αὐτό καί οἱ φιλήδονοι ἄνθρωποι, πού εἶναι παραδομένοι στίς σαρκικές ἡδονές, θέλουν συνεχῶς νά ἀλλάζουνε τρόπο ἱκανοποίησης τοῦ πάθους τῆς φιληδονίας τους. Προχωροῦν σέ διαστροφές, σέ πολύ ἄσχημα πράγματα καί πάλι ποτέ δέν εἶναι ἱκανοποιημένοι.
Αὐτό εἶναι ἀκριβῶς τό στοιχεῖο τό διακριτικό, τό χαρακτηριστικό τῆς σαρκικῆς ἡδονῆς: φέρνει κόρο, τήν βαριέται ὁ ἄνθρωπος καί συνάμα νιώθει ἄδειος. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἔνα ἄπειρο βάθος, ἔχει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ . Γι’ αὐτό καί ἀναζητάει τό ἀπόλυτο, ἀναζητάει τόν Θεό. Δέν μπορεῖ νά γεμίσει μέ φτηνά, πρόσκαιρα, σαρκικά, γήινα πράγματα. Γεμίζει μόνον μέ τόν ἄπειρο Θεό.
37. Τό Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς διδάσκει τί εἶναι ἡ ἀγάπη
«Κανένας δέν γνωρίζει ἀπό μόνος του ΤΙ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν τόν διδάξει τό Ἅγιο Πνεῦμα»[2]. Νά τώρα τόση ὥρα μιλᾶμε γιά τόν Θεό, γιά τήν ἀγάπη πού μᾶς ἔχει ὁ Θεός...Τήν καταλάβαμε; Δέν τήν καταλάβαμε. Δέν μποροῦμε νά τήν καταλάβουμε ἐγκεφαλικά.
Κάποια στοιχεῖα λέμε... τήν περιγράφουμε κάπως, ἀλλά γιά νά τήν καταλάβουμε, νά τήν ζήσουμε, νά τήν νοιώσουμε, θά πρέπει νά μᾶς τήν διδάξει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Και τήν διδάσκει τό Ἅγιο Πνεῦμα σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, πού θέλουνε νά ἀκούσουνε τήν διδαχή του. Σ’ αὐτούς πού, ὅπως εἴπαμε, μετανοοῦνε, πού προσεύχονται, πού μελετοῦν τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, πού ἐκκλησιάζονται.
«Στήν Ἐκκλησία μας ὅμως ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι γνωστή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτό μιλᾶμε γιά αὐτήν»[3].
Πιστεύω ὅτι ὅλοι μας ἐδῷ, πού προσπαθοῦμε κάπως νά ζήσουμε πνευματικά, μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ μας ὁδηγοῦ, ἔχουμε αἰσθανθεῖ κάποιες φορές τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Εἴτε σέ κάποια ὥρα τῆς Θείας λειτουργίας, εἴτε σέ κάποια ὥρα, πού κάναμε καλή προσευχή -σωστή προσευχή- εἴτε σέ κάποια ὥρα πού μελετούσαμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, αἰσθανθήκαμε τήν πνοή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κάπως διαφορετικά ἄγγιξαν τήν ψυχή μας αὐτά, πού διαβάσαμε ἤ ἀκούσαμε ἐκείνη τήν στιγμή.
38. Ὁ φόβος τοῦ θανάτου ὑπάρχει στήν ψυχή πού δέν γνώρισε τόν Κύριο
«Ἡ ἁμαρτωλή ψυχή, πού δέν γνωρίζει τόν Κύριο, φοβᾶται τόν θάνατο. Καί νομίζει πώς ὁ Κύριος δέν θά τῆς συγχωρέσει τίς ἁμαρτίες της»[4].
«Ἡ ἁμαρτωλή ψυχή, πού δέν γνωρίζει τόν Κύριο, φοβᾶται τόν θάνατο. Καί νομίζει πώς ὁ Κύριος δέν θά τῆς συγχωρέσει τίς ἁμαρτίες της»[4].
Αὐτή εἶναι ἡ ἀπάτη τοῦ διαβόλου. Παρουσιάζει τόν Θεό σάν ἕναν φοβερό, ἐκδικητικό, θεό- ἀστυνομικό ὁ ὁποῖος εἶναι ἔτοιμος νά μᾶς κόψει τό κεφάλι μέ τήν ρομφαία του. Ὅμως δέν εἶναι ἔτσι. Ὁ Θεός εἶναι ὅλος ἀγάπη καί συγχωρεῖ ὅλες τίς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου, πού μετανοεῖ. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀμετανόητος, δέν τό καταλαβαίνει αὐτό, ἐνῶ ἀντίθετα ἀποδέχεται τίς ὑποβολές τοῦ πονηροῦ (ὅτι ὁ Θεός εἶναι κάτι σάν ἀστυνόμος πού ἐκδικεῖται).
«Γίνεται αὐτό», παρατηρεῖ ὁ Ὅσιος Σιλουανός, «ἐπειδή ἡ ψυχή δέν γνωρίζει τόν Κύριο καί πόσο πολύ μᾶς ἀγαπᾶ. Ἄν ὅμως τό γνώριζε αὐτό ὁ κόσμος κανένας δέν θά ἀπελπιζόταν. Γιατί ὁ Κύριος ὄχι μόνον συγχωρεῖ ἀλλά καί χαίρεται πολύ γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Ἀκόμη καί νά πλησίασε ὁ θάνατος πίστευε ἀκράδαντα πώς, μόλις παρακαλέσεις, θά λάβεις ἀμέσως τή ἄφεση»[5].
39. Τί πρέπει νά κάνουμε ὅταν εἴμαστε πεσμένοι;
Εἶναι μιά μεγάλη ἀπάτη τοῦ διαβόλου αὐτή, τό νά μᾶς ρίχνει σέ ἀπελπισία μόλις ἁμαρτήσουμε.
-Ἔπεσες;... Τέλος πάντων... Γιατί ὅμως μετά ἀπελπίζεσαι; Γιατί καταθέτεις τά ὅπλα σάν νά χάθηκαν τά πάντα; Αὐτό εἶναι ὑπακοή στήν ὑποβολή τοῦ διαβόλου. Θά πρέπει νά πεῖς στό Θεό:
«Θεέ μου ναί! ἔπεσα. Μά καί τί ἄλλο μποροῦσα νά κάνω; Τέτοιος πού εἶμαι ...Τί ἄλλο μπορεῖς νά περιμένεις ἀπό μένα παρά μόνο πτώσεις; Ἐσύ ὅμως εἶσαι εὔσπλαχνος, εἶσαι ὅλος ἀγάπη καί κάνε σύμφωνα μέ αὐτό τό ὁποῖο εἶσαι: δεῖξε μου τό ἐλεός Σου».
Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά μήν δείξει ὁ Θεός τό ἐλεός Του. Διότι ἀκριβῶς γι’ αὐτό σταυρώθηκε, γι’ αὐτό πέθανε. Θά λάβεις λοιπόν ἀμέσως τήν ἄφεση καί μήν ἀφήσεις τόν λογισμό σου νά πεῖ: «Ἄραγε μέ συγχώρεσε ὁ Θεός τώρα;». Σίγουρα σέ συγχώρεσε. Εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά πεῖς: «Μήπως δέν μέ συγχώρεσε;». Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά πάει κάποιος στόν Θεό, νά ζητήσει συγγνώμη και νά μήν τόν συγχωρέσει ὁ Οἰκτίρμων καί Ἐλεήμων Κύριος.
40. Ἡ μεγάλη χαρά: Ὁ Κύριος μᾶς ἀγαπᾶ πάντα.
«Ὁ Κύριος δέν εἶναι ὅπως ἐμεῖς» διακηρύσσει ὁ Ἅγιος Σιλουανός καί συνεχίζει:«Εἶναι ἀπείρως πρᾶος καί σπλαχνικός καί ἀγαθός. Καί ὅταν Τόν γνωρίσει ἡ ψυχή καταλαμβάνεται ἀπό ἔκπληξη καί λέγει: Ἄχ, ποιόν Κύριο ἔχομε! (Τί ἀγαθό Θεό ἔχουμε!) Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἔδωσε στήν Ἐκκλησία μας νά γνωρίσει πόσο μεγάλη εἶναι ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ»[6].
Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη μας χαρά: τό ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ παρ’ ὅλη τήν ἁμαρτωλότητά μας. Δέν εἶναι ἡ χαρά, ἡ ἐγωϊστική ὅτι εἴμαστε ἀναμάρτητοι.
-Ποιός εἶναι ἀναμάρτητος;
-Κανένας παρά μόνον ὁ Θεός. Ἡ μεγάλη μας χαρά εἶναι ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, εἶναι εὔσπλαχνος καί γίνεται ἵλεως στίς ἁμαρτίες μας. Χαιρόμαστε διότι ὁ Θεός μᾶς συγχωράει ἀφοῦ εἶναι Πατέρας μας Φιλάνθρωπος καί μᾶς δέχεται ὅπως τόν ἄσωτο υἱό. Δέν μᾶς ἐπιπλήττει· ὅπως ὁ Πατέρας (στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ) δέν ἐπέπληξε τόν ἄσωτο υἱό του. Δέν τοῦ ἔκανε παρατηρήσεις, ἐνῶ θά μποροῦσε νά τοῦ πεῖ: «Παλιόπαιδο πού ἤσουνα τόσα χρόνια... γιατί μοῦ ἔφαγες τήν περιουσία;» κ.λ.π. Οὔτε κἄν τοῦ εἶπε: «Τέλος πάντων ἔκανες ὅ,τι ἔκανες, ἀλλά τί νά σέ κάνω πού εἶσαι παιδί μου..., σέ συγχωράω».
Δέν τοῦ εἶπε τίποτα τέτοιο· μόνο τόν ἀγκάλιασε μέ στοργή. Ἔτσι εἶναι ὁ Θεός. Μᾶς δέχεται χωρίς νά μᾶς ἐπιπλήξει, χωρίς νά μᾶς κάνει καμμιά παρατήρηση. Καί μᾶς δίνει πάλι τήν στολή τήν πρώτη (τοῦ Βαπτίσματος) ὅπως στόν ἄσωτο καί μετανοημένο υἱό.
«Ὁ Κύριος μᾶς ἀγαπᾶ καί μᾶς δέχεται μέ πραότητα χωρίς ἐπιτίμηση. Ὅπως δέν μάλωσε ὁ εὐαγγελικός Πατέρας τόν ἄσωτο γυιό, ἀλλά διέταξε νά τοῦ δώσουν νέα φορεσιά καί πολύτιμο δαχτυλίδι στό χέρι καί παπούτσια στά πόδια καί πρόσταξε νά σφάξουν τό σιτευτό μοσχάρι γιά νά διασκεδάσουν γιά τήν ἀνευρεσή Του»[7], νά χαροῦν οἱ ἄγγελοι, νά χαροῦν οἱ δίκαιοι καί οἱ ἅγιοι, νά χαρεῖ ὅλο τό σύμπαν.
41. Ἡ ἀπάτη τοῦ διαβόλου καί ἡ δαιμονική ντροπή πρίν τήν ἐξομολόγηση.
Γίνεται χαρά σ’ ὅλο τό σύμπαν ὅταν ἕνας ἄδικος ζητάει συγγνώμη ἀπ’ τόν Θεό. Καί εἶναι βλασφημία νά ντρεπόμαστε νά πᾶμε νά ποῦμε στόν Θεό «συγγνώμη», ἐπειδή σκεπτόμαστε ὅτι δέν θά μᾶς συγχωρήσει. Ὁ φόβος αὐτός καί ἡ ντροπή πηγάζει ἀπό τήν βλάσφημη σκέψη ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἕνας ἀφιλάνθρωπος δικαστής καί τιμωρός. Ὁ λογισμός αὐτός εἶναι ὑποβολή τοῦ πονηροῦ πνεύματος τό ὁποῖο μᾶς σιγοψιθυρίζει:« Τί νά πεῖς τώρα στόν Θεό; Μπορεῖς νά προσευχηθεῖς τώρα; Ἔπειτα ἀπ’ αὐτό πού ἔκανες;».
Ἐπίτηδες τά λέει αὐτά ὁ πονηρός, τάχα γιά νά ὑπερασπιστεῖ τήν «ἀξιοπρέπεια τοῦ Θεοῦ»... Ὁ σκοπός του ὅμως εἶναι νά μᾶς στερήσει τήν ἄφεση, νά ἀποτρέψει τήν συγχώρεση, πού μέ βεβαιότητα θά λάβουμε ἄν τήν ζητήσουμε ἀπό τόν Πανάγαθο Πατέρα καί Κύριο Μας.
42. Θά συγχωρεθοῦμε ἀπό τόν Θεό ἄν συγχωροῦμε τούς ἀδελφούς μας.
«Ὤ μέ πόση πραότητα καί μακροθυμία ὀφείλουμε καί μεῖς νά διορθώνωμε τόν ἀδελφό μας, ὥστε νά γιορτάζει ἡ ψυχή τήν ἐπιστροφή του»[8].
Ὅπως φέρεται σ’ ἐμᾶς ὁ Θεός, ἔτσι πρέπει νά φερόμαστε καί ἐμεῖς στούς ἀδελφούς μας. Δέν πρέπει νά ἐπιπλήττουμε, νά μαλώνουμε καί νά παρατηροῦμε, ὡς νά εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἄμεμπτοι καί οἱ ἅγιοι. Ἀντίθετα θά πρέπει νά δεχόμαστε ὅλους καί νά τούς συγχωροῦμε πάντα. Ἡ συγχώρηση δέ καί ἡ ἀγάπη μας πρός αὐτούς, πού μᾶς βλάπτουν μέ ὁποιονδήποτε τρόπο, θά πρέπει νά ἔχει δοθεῖ ἀπό ἐμᾶς, πρίν ἀκόμα μᾶς ζητήσουν ἐκεῖνοι συγγνώμη.
«Τό Ἅγιο Πνεῦμα διδάσκει ἀρρήτως τήν ψυχή νά ἀγαπᾶ τούς ἀνθρώπους»[9].
Ἄς ἀποκτήσουμε ἀδελφοί μου τό Ἅγιο Πνεῦμα καί μετά Ἐκεῖνο θά μᾶς διδάξει τά πάντα. Θά μᾶς διδάξει καί πῶς νά φερόμεθα στούς ἀδελφούς μας.
[1] Ὅ.π.
[2] Ὅ.π.
[3] Ὅ.π.
[4] Ὅ.π.
[5] Ὅ.π.
[6] Ὅ.π.
[7] Ὅ.π. σελ. 402.
[8] Ὅ.π.
[9] Ὅ.π.
___________________________
Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσυχ. Ἀνάστασις Χριστοῦ Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.
Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσυχ. Ἀνάστασις Χριστοῦ Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.
____________________________________
Γιά να διαβάσετε όσα μέρη δημοσιεύτηκαν πατήστε Ἡ ἀγάπη τοῡ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου