ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ:
ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ, ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ, ΤΑΞΙΔΙ ΜΕ ΤΟΝ ΛΕΟΝΤΑ
Δεῖτε ἐδῶ:γ' μέρος
ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
Best seller καί αὐτό, ὅπως καί τό “Ὅρος τῆς Σιωπῆς”, στό ὁποῖο συνεχίζονται οἱ συζητήσεις μέ τόν π. Μάξιμο. Τό βιβλίο διαφέρει ἀπό τό προηγούμενο μόνο σέ ἕνα σημεῖο : εἶναι πολύ πιό ἐπικίνδυνο καί πολύ πιό ἄμεσο στό συγκρητιστικό του σκοπό. Θά παραθέσουμε καί ἐδῶ ἐλάχιστα, σέ σχέση μέ τόν ὄγκο τοῦ βιβλίου πού καλύπτεται ἐξολοκλήρου ἀπό νεοεποχήτικο πνεῦμα, ἁπλῶς ὡς δεῖγμα ἀρκετό γιά καλοπροαιρέτους πιστούς πού πραγματικά θέλουν νά ὠφελοῦνται καί νά ἀποφεύγουν τήν πλάνη.
Ἀπό τό σημείωμα ἀκόμα τοῦ συγγραφέα, στό ὁποῖο καί πάλι ἐκφράζονται εὐχαριστίες πρός τόν ἐπίσκοπο Κάλλιστο Γουέαρ, φαίνεται τό ἐπικίνδυνο τοῦ βιβλίου ἀφοῦ καί πάλι ὁ Κυριάκος Μαρκίδης δηλώνει “πνευματικός ἀναζητητής” καί μιλᾶ γιά ἐρευνητικές προσπάθειες. Τί ὄφελος μπορεῖ νά ἔχουν οἱ πιστοί ἀπό τήν ἀναζήτηση καί τήν πνευματική περιπλάνηση ἑνός ἀνθρώπου, περιπλάνηση ἡ ὁποία ποτέ δέν κατέληξε κάπου;
Στό πρῶτο κεφάλαιο διηγεῖται πῶς κύλησαν οἱ ἡμέρες στήν πόλη Σεντόνα ὅπου ἦταν προσκεκλημένος ὡς ὁ κύριος ὁμιλητής ἑνός καθαρῶς οἰκουμενιστικοῦ καί νεοεποχήτικου συνεδρίου. Ὁ ἴδιος ἀναφέρει μέ ἐνθουσιασμό ὅτι ἡ πόλη ἦταν ὑπέροχη καί γνωστή ὡς “Μέκκα τῆς Νέας Ἐποχῆς”(σελ. 17). Ὅπως εὔκολα λοιπόν ἀντιλαμβάνεται κανείς τό πρῶτο κεφάλαιο εἶναι ἀφιερωμένο καί ἀποτελεῖ ἕναν ὕμνο τῆς Νέας Ἐποχῆς. Στό συνέδριο προσκαλεῖται ἀπό δύο πρώην καθολικές καλόγριες. Τό θέμα εἶναι “Ὁ ξεχασμένος δρόμος τοῦ μυστικοῦ χριστιανισμοῦ”. Οἱ συμμετέχοντες εἶναι “συμβατικοί Προτεστάντες, μερικοί ἀπογοητευμένοι Καθολικοί, πρώην θρησκευόμενοι ὅλων των δογμάτων, ὁπαδοί τῆς Νέας Ἐποχῆς, ὁλιστικοί θεραπευτές, πνευματιστές, μαθητευόμενοι τοῦ ἰνδιάνικου σαμανισμοῦ, φιλελεύθεροι Ἑβραίοι, καί ὁπαδοί τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν...” (21). Εἶναι καί δύο πού νόμιζαν ὅτι εἶναι Ἑλληνορθόδοξοι καί χαίρονταν ἰδιαιτέρως πού θά μελετοῦσαν μαζί μέ ὅλο αὐτό τόν πλανεμένο σωρό τήν πνευματική παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἐκτός ὅμως ἀπό τό θέμα καί τήν πρόσκληση καί οἱ ἀπόψεις τοῦ συγγραφέα βοήθησαν οὐσιαστικά στήν ἀνάπτυξη τοῦ νεοεποχήτικου κλίματος πού ἐπικράτησε. Ὁ συγγραφέας ἄλλωστε εἶχε μιλήσει ξανά γιά παρόμοιο θέμα σέ ἀναχωρητήριο τοῦ Σιβανάντα (18), οἱ φίλοι του ἦταν ἄνθρωποι “βαθιά πνευματικοί” (20) καί εἶχαν θεραπευτεῖ ἀπό μελάνωμα μέ τή βοήθεια ἐναλλακτικῶν θεραπειῶν, ὀργανικῆς διατροφῆς καί διαλογισμοῦ. Ἡ πόλη “παλλόταν ἀπό ἐνέργεια”(20) λόγος πού ὁδήγησε σίγουρα τόν γέροντα Ἐφραίμ νά κτίσει τό μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου στήν Ἀριζόνα (21), κατά τήν ἐκτίμηση τοῦ συγγραφέα.
Τί ὅμως δίδαξε ὁ συγγραφέας στούς πεπλανημένους ἀνθρώπους; Μετά ἀπό μία μουσική εἰσαγωγή γιά χαλάρωση καί μία ἄσκηση πού ζήτησε ἀπό τούς συμμετέχοντες, ἐν συντομία δίδαξε τά ἐξῆς:
· Α) Ὅλοι οἱ μεγάλοι δάσκαλοι τῆς ἀνθρωπότητας δέχονται ὅτι τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο στή ζωή.
· Β) Τό σύμπαν, τοῦ ὁποίου, κατά τήν ὁλιστική θεώρηση, εἴμαστε ἀναπόσπαστο μέρος δημιουργήθηκε μέ τό “Μπίγκ Μπάνγκ”.
· Γ) Στήν Ὀρθοδοξία, ὅπως ἀκριβῶς στό Βουδισμό καί Ἰνδουισμό, ὑπάρχει ἕνα σύστημα μαθητείας καί ὑπ’ αὐτήν τήν ἄποψη ὁ π. Μάξιμος ἔγινε ὁ “Μέντορας”(26) τοῦ Μαρκίδη.
· Δ) Οἱ ἀσκήσεις τῶν μοναχῶν θυμίζουν γιόγκα ἡ ὁποία τελικῶς δέν ὑπάρχει μόνο στήν Ἀνατολή ἀλλά καί στό Ἅγιο Ὄρος (30).
· Ε) Τό Ἅγιο Ὄρος εἶναι τό Θιβέτ τῆς Δύσεως ἀφοῦ καί ἐκεῖ βρίσκεις τήν προφητική ἐνόραση, τίς θεραπευτικές δυνάμεις, τήν αἰώρηση κατά τήν μυστικιστική ἔκσταση, τό φαινόμενο τῆς διθεσίας (31).
· Στ) Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ “οὐδείς ἐπιγιγνώσκει τόν Πατέρα εἰμή ὁ Υἱός καί ᾧ ἐάν βούλεται ὁ Υἱός ἀποκαλύψαι” δέν σημαίνει ὅτι μόνο διά τοῦ Χριστοῦ σώζονται οἱ ἄνθρωποι, διότι αὐτό εἶναι φανατική ἄποψη, ἀλλά ὅτι σώζονται μέσω τῆς ἀγάπης ἀφοῦ ὁ Χριστός εἶναι ἀγάπη. Ὅλοι λοιπόν ὅσοι ἀγαποῦν σώζονται, σέ ὅποιον Θεό κι ἄν πιστεύουν. Ὁ Χριστός δέν εἶναι παρά μιά συμβολική εἰκόνα τῆς ἀγάπης, κατά τόν Μαρκίδη, καί καμιά θρησκεία δέν ἔχει τήν Ἀλήθεια. Ξέχασε ὁ κος Μαρκίδης ἄραγε ὅτι στό Εὐαγγέλιο δέν γράφει μόνο ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη ἀλλά καί ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή καί ἄρα ὅσοι βρίσκονται μακριά Του εἶναι νεκροί; Εἶναι ἡλίου φαεινώτερο ὅτι ὁ συγγραφέας εἶδε στό Ἅγιο Ὄρος ἕνα δυτικό Θιβέτ προσανατολισμένο πρός τό Χριστό, ἕνα Χριστό πού δέν εἶναι ὁ Θεάνθρωπος πού ξέρουμε ἀλλά ἕνας ἀκόμα ἀπό τούς πολλούς καί μεγάλους δασκάλους πού πέρασαν ἀπό τή γῆ.
Στό δεύτερο κεφάλαιο παραθέτει ὁ συγγραφέας τίς ἐντυπώσεις του ἀπό τήν παραμονή του στή Μονή τοῦ Ἀγίου Ἀντωνίου στήν Ἀριζόνα, ὅπου εἶχε τήν εὐκαιρία νά γνωρίσει τόν Ἄντριου, ἕνα χριστιανό καί πρώην δόκιμο στό Ὄρος, ἀφοσιωμένο ἀλλά ὄχι φονταμεταλιστή σάν ἐμᾶς, πού δέν δεχόμαστε τό συγκρητιστικό-οἰκουμενιστικό-νεοεποχήτικο πνεῦμα τοῦ βιβλίου. Ὁ Ἄντριου ἀσθένησε ψυχολογικά ἀπό τήν ζωή ἐκεῖ καί μιλᾶ γιά τήν δύναμη τῶν προσευχῶν τῶν ἁγιορειτῶν, οἱ ὁποῖες εἶναι ἰσχυρές ἀφοῦ οἱ πατέρες ἔχουν μάθει νά αὐτοσυγκεντρώνονται. Ἀδυνατεῖ νά δεῖ τά πράγματα ὁ συγγραφέας ἀπαλλαγμένα ἀπό τήν ἰνδουιστική ἑρμηνεία πού ὁ ἴδιος δίνει.
Στά ἑπόμενα κεφάλαια ὁ συγγραφέας ἐπιστρέφει στήν Κύπρο καί τόν π. Μἀξιμο τόν ὁποῖο προβάλλει διαρκῶς καί στά τρία βιβλία ὡς τόν μόνο αὐθεντικό ἐκφραστή τῆς Ὀρθοδοξίας πάνω στό νησί, ὡς τόν ἅγιο πού ὅλοι καταδιώκουν, ὡς τόν μόνο καθαρό. Προσκολλᾶται μάλιστα, αὐτό ἐξάλλου ἐπιτάσσει τό πνεῦμα μαθητείαςτοῦ γκουρουισμοῦ, στόν π. Μάξιμο, γίνεται ἕνας ἀπό τούς φανατικότερους ὁπαδούς του καί ἀπολαμβάνει καί μιᾶς εἰδικῆς εὔνοιας ἀπό ἐκεῖνον. Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει καθηκόντως καί με πολύ σεβασμό πρός τό πρόσωπο τοῦ Μητροπολίτου Λεμεσοῦ πού “φωτογραφίζεται” ὡς π. Μάξιμος νά ἐπισημάνουμε στόν ἴδιο ὅτι ἐκτίθεται ἀνεπανόρθωτα ἀπό τά γραφόμενα τοῦ Μαρκίδη ὁ ὁποῖος μοιάζει νά χρησιμοποιεῖ καί ἐκμεταλλεύεται τήν ἀγάπη, τόν σεβασμό καί τήν ἐκτίμηση τῶν πιστῶν σέ Ἑλλάδα καί Κύπρο πρός τό πρόσωπό του γιά νά προωθήσει τίς συγκριτικές, οἰκουμενιστικές, νεοεποχήτικες θεωρίες του. Φρονοῦμε ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος Λεμεσοῦ ὀφείλει νά πάρει ἐπίσημα θέση καί νά ἀποκηρύξει τά τρία ἐπικίνδυνα βιβλία ὥστε νά γίνει ὅσο τό δυνατόν μικρότερη ζημιά στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καί νά κρατήσει τήν πλάνη ἐκτός τῶν τειχῶν. Ὅσο ὁ Σεβασμιώτατος ἀφήνει ἀδιάψευστα τά γραφόμενα καί δέν καταδικάζει τά βιβλία τοῦ Μαρκίδη θά γίνεται παρά τήν θέλησή του συνεργός τῶν σκοτεινῶν σκοπῶν τοῦ συγγραφέα καί ὁ βασικός διαφημιστής του.
Στή σελ. 114 ὁ συγγραφέας συντάσσεται μέ τούς νεοειδωλολάτρες ἀποδεχόμενος τίς θέσεις του ἐξαδέλφου του ὅτι ἡ Θεοκρατία τοῦ Βυζαντίου ἐκτόπισε τό ἐλεύθερο δημιουργικό πνεῦμα τῆς κλασικῆς ἑλληνικῆς κουλτούρας.
Στην148 θεωρεῖ ὅτι τα Ἅγια Λείψανα εἶναι φορτισμένα μέ θετική ἐνέργεια ἀφοῦ κάθε ἀντικείμενο καί τόπος μπορεῖ νά εἶναι φορτισμένο μέ θετική ἤ ἀρνητική ἐνέργεια. Τά ἴδια στήν 155, στήν 168 καί στήν 173.
Στήν 157 ὑποστηρίζει ὅτι ἡ διαφορά ἀνάμεσα σέ Ἄσραμ καί σέ Ὀρθόδοξα Μοναστήρια ἀφορᾶ μόνον θέματα διαπολιτισμικά καί μόνο ὁ Θεός ξέρει ποιός ἤ ποιό μέρος ἔχουν πραγματική πνευματική ἀξία.
Στήν 166 συγκρίνει τού Προφῆτες πού ζητοῦσαν μουσική γιά νά προφητέψουν μέ τούς σαμάνους τῶν ἰνδιάνων. Βουντού λοιπόν καί ὁ Δαυίδ!
Στήν 168 ὁ π. Μάξιμος ἀναζωογονεῖται καί γεμίζει ἐνέργεια ἀπό ὄνειρα, ὅπως ἀκριβῶς ἀπό τή Θεία Λειτουργία ἐνῶ σαφέστατα ἡ Γραφή λέει ὅτι “τά ἐνύπνια ἐπλάνησαν πολλούς”.
Στήν 173 ἑρμηνεύει τήν σιωπή τοῦ π. Μαξίμου ὡς βαθύ διαλογισμό ἤ καρδιακή προσευχή. Γιά τόν συγγραφέα δέν ὑπάρχει διαφορά στά δύο αὐτά, παρότι τελικῶς ὁ π. Μάξιμος ἁπλῶς κοιμόταν.
Στίς 201-202 ὑποστηρίζεται εὐθέως ἀπό τόν ἐπίσκοπο Κάλλιστο, πάντα κατά τόν συγγραφέα, ὅτι ὅλοι μποροῦν νά φτάσουν στήν Θέωση ἀνεξαρτήτως πίστεως ἀφοῦ κατά τόν Μαρκίδη “ἡ θέωση ἐνυπάρχει μέσα στήν ἴδια τήν δομή τῆς ἀνθρώπινης φύσης” καί κατά τόν ἐπίσκοπο “ὁ Χριστός ὑπάρχει μέσα μας” καί “φωτίζει πάντα ἄνθρωπον”. Στήν ἑπόμενη σελίδα γίνεται ἀναφορά σέ χωρίο τῶν Πράξεων, ὅπου ὁ Πέτρος μιλᾶ γιά σωτηρία μόνο στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Στή συνέχεια ὅμως καί αὐτή ἡ ἀναφορά νοθεύεται ἀπό τήν ἄποψη ὅτι ὁ Χριστός μπορεῖ νά εἶναι παρών μέ λανθάνοντα τρόπο, καί μέ τήν γκουρουιστική ἄποψη ὅτι ὁ Λόγος εἶναι παν-συμπαντικός, δέν περιορίζεται σέ συγκεκριμένη κουλτούρα καί πρέπει νά προσεγγίσουμε τή συνειδητότητα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ παν-συμπαντικοῦ Χριστοῦ, προκειμένου νά σωθοῦμε. Πιό ἁπλά ὁ Χριστός δέν εἶναι πρόσωπο ἀλλά συνειδητότητα πού σέ κάθε θρησκεία ἤ περιβάλλον ἐκφράζεται διαφορετικά καί πρέπει νά προσεγγίσουμε τήν ἀφηρημένη αὐτή συνειδητότητα. Ὁ ἐπίσκοπος Κάλλιστος μάλιστα ἀποδέχεται τήν ἀποκατάσταση τῶν πάντων καί ὑποστηρίζει, κατά τόν Μαρκίδη, ὅτι μετά θάνατον ὅλοι θά ἀναγνωρίσουν τόν Χριστό καί θά σωθοῦν ἀφοῦ ὅλοι, Μουσουλμάνοι, Βουδιστές, Ἰνδουιστές, Ἑβραίοι, ἄν ἀκολουθοῦν τίς ἐπιταγές τῆς θρησκείας τους, “πιστεύουν ἤδη στό Χριστό, γιατί κάθε Ἀλήθεια ἀπορρέει ἀπό τό Χριστό” (205). Στήν 207 σελίδα μάλιστα ἰσοπεδώνονται τά πάντα ἀφοῦ κανείς δέν γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας μέ τό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος ἀφοῦ “ὑπάρχει μία ἐσωτερική σχέση μέ τήν Ἐκκλησία, στήν ὁποία μπορεῖ νά ἀνήκει χωρίς νά τό ξέρει”. Βέβαια στό Δαλάι Λάμα δέν θά λέγαμε ποτέ κάτι τέτοιο ὄχι γιά νά μή του στερήσουμε τή δυνατότητα σωτηρίας ἀλλά γιατί ἁπλῶς θά ἦταν ἀλαζονικό νά τοῦ ποῦμε ὅτι εἶναι Χριστιανός καί δέν τό ξέρει. Ὁ ἴδιος ἐπίσκοπος, πού ἄν πράγματι ὑποστήριξε τέτοιες ἀπόψεις μόνο ἐπίσκοπος δέν μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ἀλλά λύκος βαρύς μή φειδόμενος τοῦ ποιμνίου, μιλᾶ γιά ἀλήθεια σέ ὅλες τίς Θρησκεῖες(208), ἐπαινεῖ τό ἔργο τοῦ Π.Σ.Ε καί τό πρωτόκολλο ἠθικῆς συμπεριφορᾶς πού ὑπέγραψαν στό Σικάγο τό 1993 κορυφαῖοι ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν Θρησκειῶν καί λυπᾶται πού ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἐκπροσωπήθηκε(209). Τά ἴδια περίπου ὑποστηρίζονται σέ ὄλο τό κεφάλαιο καί στό διάλογο τοῦ ἐπισκόπου Καλλίστου μέ τόν συγγραφέα. Καλό θά ἦταν νά ὑπάρξει διάψευση τοῦ ἐπισκόπου γιά τά ὅσα ἀπαράδεκτα ὑποτίθεται ὅτι πρεσβεύει. Μάλιστα ὑπάρχουν τοποθετήσεις πού θέλουν νά διδασκόμαστε ἀπό τόν διαφωτισμό, νά λειτουργεῖ ἐν ἁγίω Πνεύματι ὁ φεμινισμός καί τό χειρότερο ὅλων νά εὐλογεῖται ἀπό ἕναν ὀρθοδοξο (;) ἐπίσκοπο (;) ἡ Νέα Ἐποχή (229).
Στις σελ. 229 –231 διά στόματος Καλλίστου Γουέαρ διαφημίζεται ἡ Νέα Ἐποχή ὡς κίνημα μέ “γνήσια ἀναζήτηση πνευματικοῦ νοήματος”(230), μέ “εἰλικρινῆ ἀναζήτηση” ἐνῶ κατηγορούμαστε οἱ Χριστιανοί ὅτι δέν γινόμαστε ἐκφραστές καί μάρτυρες τῆς ὑπερβατικῆς πραγματικότητας τοῦ ζῶντος Θεοῦ καί τῆς Βασιλείας Του μέσα στήν ἀνθρώπινη καρδιά”(230 ἡ ὑπογράμμιση δική μας), ἀποκαλεῖται ἡ Ἐκκλησία “θεσμικός χριστιανισμός” μέ φυσική συνέπεια τήν ἄποψη ὅτι ὁ Θεός “μπορεῖ νά σώσει ἀνθρώπους πού δέν ἔχουν βαπτιστεῖ ποτέ”(231). Κατά τόν ἐπίσκοπο Κάλλιστο τελικῶς ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι παρά ἕνας ἀνθρώπινος θεσμός ξεπερασμένος καί ἀποτυχημένος ἐνῶ στήν πραγματικότητα ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐσωτερική, μυστική και μυστικιστική καί ὅλοι ἀνήκουν σ’ Αὐτήν.
Στίς σελίδες 266 –267 διά στόματος π. Μαξίμου διαψεύδεται ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου πῆρε ἐπισήμως θέση ἐνάντια στό σχέδιο Ἀνάν καί ἀποκαλοῦνται ὑπερσυντηρητικοί οἱ ἁγιορεῖτες πού δέ βλέπουν μέ καλό μάτι τήν Εὐρώπη. Στό ἴδιο κεφάλαιο ἀναπτύσσεται τό θέμα τῆς προσευχῆς καί ἐνῶ στήν σελ. 269 ὁ π.Μάξιμος ξεκαθαρίζει ὅτι δέν ἔχει καμία σχέση μέ τόν διαλογισμό, στή συνέχεια ὁ συγγραφέας, χρησιμοποιώντας πάντα τό στόμα τοῦ π.Μαξίμου, ἐπιβεβαιώνει τό ἀντίθετο. Γίνεται λόγος γιά “πνευματικές διαδρομές τῆς προσευχῆς” (270), γιά ἀποκάλυψη τῆς φύσης τοῦ Θεοῦ καί ἄνοιγμα τῶν πνευματικῶν ὁριζόντων (270), γιά κινδύνους πνευματικούς καί γιά κατάσταση προσευχῆς. Ὅλοι οἱ παραπάνω ὅροι σέ συνδυασμό μέ τήν ἄποψη ὅτι ἡ προσευχή ἐνέχει πνευματικούς κινδύνους ἀποδεικνύει ὅτι δέν ξεχωρίζεται ἀπό τόν διαλογισμό.
Στήν 284 ὁ συγγραφέας ἐξισώνει τήν Θεία Λειτουργία καί τόν μυστικό της χαρακτήρα μέ τόν μυστικιστικό χαρακτήρα τῶν μεθόδων τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν ἐνῶ στην 287 μιλᾶ γιά πνευματική ἐνέργεια τῶν εὐχῶν.
Τό δωδέκατο κεφάλαιο εἶναι γεμάτο μέ ἀπροϋπόθετη ἀποδοχή ὅλων τῶν ἐπιθανατίων ἐμπειριῶν ὡς γνησίων καί ὠφέλιμων. Ὁ π. Μάξιμος μάλιστα στή σελ.302 δέχεται ὅλες τίς ἐμπειρίες αὐτές καί τίς ἐπιδοκιμάζει ὡς ὀρθόδοξες, στήν 305 θεωρεῖ ὅτι οἱ ἐμπειρίες αὐτές δίνουν “ἀσυνήθιστες δυνάμεις καί ἰκανότητες” σέ αὐτούς πού τίς βιώνουν, στήν 307 ὅτι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά ἀντλοῦν ἀπό ἐσωτερικές δυνάμεις θαυμαστές ἱκανότητες ὅπως τό νά περπατοῦν στό νερό, στήν 309 καί πάλι μιλᾶ γιά κρυμμένες ἐσωτερικές δυνάμεις στούς ἀνθρώπους, στήν 310 μιλᾶ γιά ἐσωτερικό φῶς πού ὑπάρχει καί ἐκπέμπεται μέσα ἀπό τούς ἀνθρώπους καί στήν 307 μιλᾶ γιά αἰώρηση μοναχοῦ πού ὁ συγγραφέας συγκρίνει μέ θιβετιανό ἀντίστοιχο φαινόμενο.
Οἱ τελευταῖες δέ σελίδες τοῦ κεφαλαίου εἶναι ἀφιερωμένες στό μεγάλο πρόβλημα τοῦ Μαρκίδη. Μέσα στίς σελίδες αὐτές προσπαθεῖ, ὅπως ἔκανε καί στό “ὅρος τῆς Σιωπῆς”, νά πείσει ὅτι ἡ πίστη στήν αἰώνια κόλαση εἶναι ἐσφαλμένη καί ὅτι ὅλοι θά σωθοῦν. Χρησιμοποιεῖ μαλιστα τόν Ἅγιο Γρηγόριο Ναζιανζηνό ἀλλά καί τόν ἀπόστολο Παῦλο. Συγκεκριμένα παραπέμπει στό ἔργο κάποιου Χιοῦστον Σμίθ τόν ὁποῖο προβάλλει ὡς “αὐθεντία”(322), καί ὁ ὁποῖος στηρίζει τήν ἀποκατασταση τῶν πάντων στούς σοφούς ὅλων τῶν θρησκειῶν (323) ἀλλά καί στόν ὀρθόδοξο ἱεραπόστολο πατέρα Λάζαρο γνωστό ἀπό τήν “Ἀσκητική τῆς ἀγάπης”. Σύμφωνα λοιπόν μέ τόν Σμίθ ὁ π. Λάζαρος ἑρμηνεύοντας τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιά τόν τρίτο οὐρανό πίστευε ὅτι αὐτός πού ἔφτασε ἐκεῖ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος καί ὅτι αὐτό πού διδάχθηκε ὡς μυστικό ἦταν ὅτι “τελικά ὅλοι θά σωθοῦν”(323). Κατά τόν Κυριάκο Μαρκίδη συνεπῶς “ἡ μετά θάνατον ζωή πρέπει νά συνεπάγεται μια αἰώνια ἐξελικτική διαδικασία ἐξαγνισμοῦ, κάθαρσης τῆς ψυχῆς μέσα στά πλαίσια τοῦ αὐτεξούσιου”(321). Καί ὁ ἄνθρωπος αὐτός προσκαλεῖται νά μιλήσει σέ ἐκκλησιαστικούς σταθμούς ἐνῶ τά γεμάτα πλάνες βιβλία του πωλοῦνται σέ ἐκκλησιαστικά βιβλιοπωλεῖα.
Στίς σελίδες 340-342 ἕνας ἅγιος γέροντας ἐνῶ ἀρχικά διαφωνεῖ μέ τόν φίλο τοῦ συγγραφέα πού προσεύχεται μέσα σέ τζαμιά καί πιστεύει, ἐναρμονισμένος μέ τό πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ὅτι πρέπει νά μυρωθεῖ ξανά διότι ἀρνήθηκε τήν πίστη του, τελικῶς ἀλλάζει θέση διότι ὁ ἴδιος ὁ Θεός τοῦ μίλησε κατά τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας καί τοῦ εἶπε ὅτι “δέν διέπραξε ἁμαρτία ὅταν προσευχήθηκε στόν Χριστό μέσα σέ ἕναν τζαμί”(342). Ὁ ἴδιος ὁ Θεός λοιπόν εὐλογεῖ τόν οἰκουμενισμό καί ἀντιτίθεται στούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Κανόνες φαίνεται οὔτε θεόπνευστοί εἶναι, οὔτε συμφωνοῦν μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀλλά, κατά τόν συγγραφέα, εἶναι κατασκευάσματα φονταμεταλιστῶν ἀνθρώπων, ὀργάνων ἑνός ἀνθρώπινου θεσμοῦ.
Στήν 346 ὁ διαλογισμός καί ἡ προσευχή μπαίνουν καί πάλι στό ἴδιο καζάνι καί ἔχουν τόν ἴδιο στόχο: “να γαληνέψουν τό νοῦ καί νά ἐκδηλωθεῖ μέσα μας τό ἀπόλυτο”.
Στίς σελ. 390-392 δίνει τήν διακήρυξη τῆς Νέας Ἐποχῆς μέσα ἀπό παραδοχές. Τό κείμενο λοιπόν αὐτό πού θά ἀποτελοῦσε κάλλιστα τό σύμβολο τῆς πίστεως τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καταλήγει στό συμπέρασμα ὅτι “τά πάντα συνδέονται μέ τά πάντα μέσα στό σύμπαν”καί ὅτι ἡ δημιουργία ἔγινε ἔτσι ὥστε ἡ συνειδητότητα νά ἔχει ὡς πεπρωμένο τήν ὑπέρβαση τῆς ἱεραρχίας καί τή συνειδητή ἐπανένωση μέ τό ἀπόλυτο πνεῦμα ἤ τόν προσωπικό Θεό ἀπό τόν ὁποῖο προερχόμαστε καί μέσα στόν ὁποῖο βρισκόμαστε συνεχῶς, σάν ψάρια μέσα στόν ὠκεανό”(392). Ἀφηνόμαστε λοιπόν ἐλεύθεροι νά ἀποκαλοῦμε τό ἀπόλυτο πνεῦμα προσωπικό Θεό. Κανείς δέν θα μᾶς ἐμποδίσει σέ αὐτό ἀρκεῖ νά δεχόμαστε τήν ὁλιστική ἄποψη. Βέβαια, γιά νά εἴμαστε δικαιοι, ὁ συγγραφέας ὁμολογεῖ στήν ἐπόμενη παράγραφο ὅτι οἱ θέσεις του δέν θά ἐνεκρίνοντο ἀπό τόν π. Μάξικο ἀλλά αὐτό καθόλου δέν τόν ἀπασχόλησε. Το θέμα ἦταν νά κάνει τήν μελέτη του καί τήν “ἀναζήτησή”του.
Τέλος, ὑπογραμμίζοντας καί πάλι ὅτι ὅλα ὅσα ἀναφέραμε ἀποτελοῦν μικρό δεῖγμα καί δέν ἐξαντλοῦν τά ἀτοπήματα τοῦ βιβλίου, θά δοῦμε τό τελευταῖο κεφάλαιο στό ὁποῖο καί πάλι ἐπικρατεῖ συγκρητισμός καί Νέα Ἐποχή. Στίς πρῶτες σελίδες προβάλλεται ὁ φεμινισμός, χαρακτηρίζεται ἡ Ἐκκλησία ὡς “πατριαρχική”(442) καί γεμάτη “ταμποῦ” (439), καταδικάζονται ἀπό ἕναν Ὀρθόδοξο ἐπίσκοπο, τόν Κάλλιστο Γουέαρ, οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἀναχρονιστικοί και ἐμπόδιο γιά τίς γυναῖκες (443)˚ γίνεται ἀποδεκτή ἡ θεωρία τοῦ Δαρβίνου καί ἡ μεγάλη ἔκρηξη (445)˚ χαρακτηρίζονται “φονταμεταλιστές” οἱ διαφωνοῦντες (447) ˚ ἐκλαμβάνονται οἱ ἐρημίτες τοῦ ἁγίου Ὄρους ὡς ζῶντες στόν κόσμο τους (450) καί τό γεγονός αὐτό ὡς αἰτία γιά τίς διαφωνίες τους στόν οἰκουμενισμό καί τίς σχέσεις τῶν δύο φύλων. Δηλώνεται ξεκάθαρα ὅτι ὁ Θεός δέν περιορίζεται σέ πολιτιστικά πλαίσια καί σέ ἱστορικά δημιουργημένες θρησκεῖες (452) ˚ τονίζεται ἡ δύναμη τῆς σκέψης (454)˚ ταυτίζονται τά ἐξωσωματικά ταξίδια μέ τίς ἐν ἁγίω Πνεύματι ὁράσεις τῶν ἁγίων καί ὑποστηρίζεται ὄτι μόνον ὁ ὅρος ἀλλάζει. Τέλος πολυδιαφημίζεται ὡς πρότυπο φεμινιστικό ἡ γερόντισσα Γαβριηλία τῆς ὀποίας γίνεται ἡ ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη, ἀφοῦ μέ βεβαιότητα τονίζεται ὅτι ἔφτασε στή θέωση (442). Ἐδῶ βέβαια νά ἐπισημάνουμε ἀκόμα μιά ἐνέργεια στήν ὁποῖα πρέπει νά προβεῖ ἡ Μητρόπολη Λεμεσοῦ. Ἐκτός λοιπόν ἀπό τήν καταδίκη τῶν ἀποκρυφιστικῶν βιβλίων τοῦ Μαρκίδη καλό θά ἦταν νά καταδικαστεῖ καί ἡ “Ἀσκητική τῆς ἀγάπης” ἕνα βιβλίο πού προβάλλεται δυστυχῶς ἀπό τήν ἱστοσελίδα καί τούς σταθμούς τῆς Μητροπόλεως καί πού, ἄν ἰσχύουν οἱ πληροφορίες, τίς ὁποῖες μᾶς δίνει ὁ Μαρκίδης, οἱ μοναχές τῆς Μητροπόλεως καί πνευματικά τέκνα τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀθανασίου διαβάζουν οἰ ἴδιες, ἔχουν ὡς πρότυπο καί προσφέρουν καί σέ ἄλλους ὡς ὠφέλιμο. Εἶναι φυσικό νά μήν κατάφερε ὁ συγγραφέας νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό το νεοεποχήτικο πνεῦμα, ὅταν ὡς βοήθημα τοῦ δόθηκε ἀπό μοναχές τό συγκεκριμένο γεμάτο πλάνες βιβλίο.
συνεχίζεται...
Δεῖτε ὁλόκληρο τό κείμενο: ἐδῶ
http://www.alopsis.gr/alopsis/Markidhs.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου