Ο πατήρ Δαμασκηνός, κατά κόσμον Δημήτριος Βαλασκατζής, γεννήθηκε στην Σάμο το 1911, μετά δε τον στρατό φλογιζόμενος από τον πόθο του μοναχικού βίου εμόνασε εις την Ι.Μ. Αγίας Τριάδος Σάμου.
Αργότερα, λαβών πρόσκληση μετέβη εις Ιεροσόλυμα, όπου υπηρέτησε ως διάκονος και εν συνεχεία ως ιερομόναχος εις τον Ναόν της Αναστάσεως, ενώ διετέλεσε ηγούμενος εις την Ι.Μ. Αγίου Χαραλάμπους.
Το 1961 κοινοβίασε εις την Ιεράν Λαύραν του Αγίου Σάββα, όπου είχε το διακόνημα του εκκλησιαστικού επί 30νταετίαν, σιωπηλός, ακτήμων, εγκρατής με τελείαν ξενιτείαν, παράδειγμα διά τους νεωτέρους.
Μεταχειριζόταν την κατά Χριστόν μωρία διά να καλύψει τις αρετές του, ποτέ δεν εζήτησε κάτι διά τον εαυτόν του, αν και ασθενής και σε προχωρημένη ηλικία, ζούσε δε στην αφάνεια παραμένων άγνωστος.
Επί πολλά έτη έπασχε από κήλη και τα εντόσθιά του είχαν κατεβεί στο έσχατο μέρος της κοιλίας του που ομοίαζε με πεπόνι, ενώ αρνούνταν και ανέβαλλε πάντοτε την εγχείρηση που χρειαζόταν να γίνει.
Υπεραγαπούσε την μοναστική ησυχία και δεν έβγαινε από το μοναστήρι, ενώ όταν κάποιος ετοιμαζόταν να πάει στα Ιεροσόλυμα είτε για τη Βηθλεέμ, του έλεγε το αποφθεγματικόν «το έξω είναι φρικτόν»!
Μια φορά που κάποιος μοναχός του είπε: «π. Δαμασκηνέ μίλησέ μας για την προσευχή», αμέσως, κοιτώντας τον αυστηρά, του είπε «Εμένα άλλη φορά να μην μου ξαναμιλήσεις έτσι!!»
Κάποτε ένας νέος μοναχός πήγε στο κελί του για να του κάνει τσάι και καθήμενος τον ερώτησε «Πες μου π. Δαμασκηνέ πώς πρέπει να κάνουμε κομποσχοίνι στα κελιά μας;».
Περιμένοντας δε την απάντηση του πατρός Δαμασκηνού τον άκουσε να παραμιλά και να λέει μιλώντας στον εαυτό του: «π. Δαμασκηνέ, ο ηγούμενος είσαι εσύ ή ο Ιπποκράτης;».
Ενώ κάποια άλλη μέρα, ένας μοναχός πριν μπει στο κελί του τον άκουσε να λέει μονολογώντας στον εαυτό του: «Δαμασκηνέ, τι είναι εδώ; ξενοδοχείο; γηροκομείο είναι εδώ;»
Δεν έλειπαν και οι μέρες που ο Γέροντας μέσα στον ναό φόβιζε και απειλούσε αόρατους εχθρούς, ενώ κάποια μέρα στον μέσον του προαύλιου χώρου έπεσε κάτω η ζώνη του.
Τότε αυτός με μένος ύψωσε το ραβδί του και έκανε σαν να πολεμούσε έναν αόρατο εχθρό, ενώ το ίδιο συνέβη κι όταν έπεσε από τη σκάλα και έλεγε τότε «με έριξαν κάτω!»
Μία άλλη φορά ένας δόκιμος είδε έξω από τον ναό τον Γέροντα και του έκανε εντύπωση η ζώνη που φορούσε και είπε καθεαυτόν «Αχ και να μου την έδινε τη ζώνη ο παππούς!»
Την επομένη, την ώρα που του πήγε το φαγητό στο κελί του και κάθισε μαζί του ώσπου να αποφάει, ο Γέροντας έπιασε τη ζώνη που την είχε δίπλα στο τραπέζι και τείνοντάς την είπε: «παρ’ την!».
Ο ίδιος δόκιμος αναπολούσε πρόσωπα και καταστάσεις της κοσμικής του ζωής, οπότε μια μέρα του λέει ο π. Δαμασκηνός: «Πάτερ γιατί βγαίνεις συνεχώς έξω, εσύ τώρα είσαι Αγιοσαββαΐτης!».
Έναν επισκέπτη ονόματι Γεώργιο που πήγε στον Γέροντα να πάρει την ευχή του τον αποκάλεσε «Θεόφιλο», και όντως μετά ο Γεώργιος αποκάλυψε ότι το δεύτερό του όνομα ήταν Θεόφιλος!!
Όταν τον επισκέφτηκε στο κελί του ο μοναχός Δωρόθεος από την συνοδεία του π. Μαξίμου από την Κερασιά του Αγίου όρους, ο παππούς μόλις τον αντίκρισε του είπε «Άντε και καλός διάκος!», όπως και έγινε…
Ο Ιερομόναχος Δαμασκηνός ποτέ δεν μνημόνευσε τον Πατριάρχη Ειρηναίο, αλλά πάντοτε έλεγε στην εκφώνηση: «Μνήσθητι Κύριε του πατρός και Πατριάρχου Θεοφίλου!», ενώ αυτός ήτο αρχιμανδρίτης!
Κάποτε ένας μοναχός της Μονής, που εξυπηρέτησε το Πατριαρχείο στο Ιεροσόλυμα και εξομολογήθηκε εκεί σε έναν εξομολόγο, επισκέφτηκε τον Γέροντα στο κελί του για να πάρει την ευχή του.
Τότε ο Γέροντας τον ερώτησε «Ο πνευματικός της Μονής π. Ευδόκιμος πέθανε;», «Όχι δεν πέθανε», είπε ο π. Ιωαννίκιος που ήτο παρών, αλλά ο μοναχός όταν βγήκαν έξω του εξήγησε τον λόγο.
Τιμούσε την σιωπή και όταν γινόντουσαν συνομιλίες από άλλους μοναχούς μέσα στο κελί του ήταν πολύ ανήσυχος και εξεδήλωνε την δυσφορία του με διάφορες αλλόκοτες κινήσεις και πράξεις.
Όταν τον ρωτούσες κάτι ήταν σαν να περίμενες να απαντήσει κάποιος που κοιμόταν με ανοικτούς οφθαλμούς, αμέσως καταλάβαινες ότι ήταν κάπου αλλού και ήταν σαν να μην υπήρχε κανένας δίπλα του.
Άλλο ένα επινόημα της προσποιητής σαλότητος του Γέροντα ήταν τα κρεμασμένα στους τοίχους χάρτινα πινακίδια με ακαταλαβίστικα γνωμικά που παραξένευαν τους επισκέπτες του κελιού του, όπως:
«Το σοβιετικόν δεν εγκρίνεται» «Γιατί;», «Εγκρινόμενον κυβερνήσεως», «Οι Αθηναίοι δεν εγκρίνονται», «Οι ελληνοαμερικανοί δεν εγκρίνονται», «Παρθενία» και αυτά είναι μερικά παραδείγματα.
Ο μοναχός, που διακονούσε τον Γέροντα, του επρόσφερε μια γκαζόζα που πολύ του άρεζε, αλλά την αρνήθηκε λέγοντας: «Πώς να την πιω αφού κάνατε την ένωση της ανατολικής και της δυτικής εκκλησίας;»
Κάποτε ένας πατέρας που του έκανε τσάι, για να τον δοκιμάσει του έκανε αντί για τσάι κακάο και τον ρώτησε «Είναι καλό το τσάι πάτερ;». Αυτός, αφού το δοκίμασε, ατάραχος του απάντησε «Καλό, καλό είναι!».
Όταν μια μέρα του έδωσαν να ψάλλει το τρισάγιο, αυτός δεν μπόρεσε να το τελειώσει από κατάνυξη, αλλά ακούστηκε να μονολογεί: «Δαμασκηνέ, 50 χρόνια κι ακόμη δεν έμαθες να ψέλνεις ένα τρισάγιο;;».
Ως εκκλησάρης πολλές φορές όταν έσβηναν τα καντήλια – χρησιμοποιούσε ελαιόλαδο και έσβηναν ιδίως κατά τις ολονυχτίες και τις αγρυπνίες - εφώναζε ότι του τα έσβηναν οι ..αλεξιπτωτιστές!
Κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας, ακόμη και την ώρα του κοινωνικού, άρχιζε να παραμιλάει ή κατέβαζε την κανδήλα της αγίας τραπέζης και ο λειτουργών ιερέας την έβρισκε ξάφνου εμπρός του.
Αρκετές φορές τον βλέπανε στην πύλη της μονής με το παμπάλαιο βαλιτσάκι του, όπου είχε μέσα κουμπιά, μία οδοντόπαστα και ένα κουβάρι κλωστή: «Πού πας π. Δαμασκηνέ;» «Με ειδοποίησαν να πάω στο Σίναιον όρος!».
Άλλες πάλι τον έχαναν μέσα στους διαδρόμους της αυλής, επήγαινε έξω από τα κελιά των μοναχών και χτυπούσε την θύρα από τα κελιά αυτών των μοναχών που είχαν προ πολλού κοιμηθεί.
Αλλά και στην τράπεζα, μια φορά τον είδε κάποιος μοναχός να ρίχνει αλάτι στο πεπόνι του και τον ρώτησε «Τι κάνεις εκεί π. Δαμασκηνέ; ρίχνεις αλάτι στο πεπόνι;» κι αυτός απάντησε ότι το είχε περάσει για κολοκύθι..
Ακόμη και στο κρεβάτι των γηρατειών του αγωνιζόταν ως έφηβος κάμνοντας το κομποσχοίνι που δεν το αποχωριζόταν ποτέ, ενώ όταν χρειαζόταν να μπει κανείς στο κελί του παρίστανε τον κοιμισμένο.
Τον Αύγουστο του 2008 κατόπιν ελαφράς ασθένειας εσπευσμένα παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο στο νοσοκομείο της Μπεζάλας, όπου και είχε μεταφερθεί την παραμονή της εκδημίας του.
Το ιερό σκήνωμά του μεταφέρθηκε στην Λαύρα υπό των Σαββαϊτών μοναχών, ενώ την επομένη ημέρα εψάλλει η εξόδιος ακολουθία προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου Αβήλων Δωροθέου μετά συνοδείας.
Οι άνθρωποι του Θεού δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν και αξίζει να φέρνουμε στο φως τα κατορθώματά τους και να διηγούμαστε τα θαυμαστά έργα τους με τα οποία ευαρέστησαν τον Θεό.
Όχι μόνον γιατί έπρατταν έργα αρετής και απέκρυβαν αυτά, αλλά κυρίως γιατί αρέσκονταν στα περιπαίγματα των άλλων και τα αναζητούσαν με πόθο καρδίας αποσπώντας τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Είναι τιμή διά τους μοναχούς της Λαύρας του Αγίου Σάββα που είχαν ανάμεσά τους τον π. Δαμασκηνό, τον τελευταίο που είχε απομείνει από την παλαιά φρουρά των Σαββαϊτών πατέρων.
Ο Κύριος να τον αναπαύει και είθε όλοι να έχουμε την ευχή του! Αμήν!
πηγή : Romfea
Ἰωάννης Φουρτουνας
http://apantaortodoxias.blogspot.com/2022/09/blog-post_481.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου