«Κλίμαξ»
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου – Λόγος ΚΣΤ΄ Περί ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ:
43. Ὅταν ἔχουμε ἐμπρός μας δύο κακά, πρέπει νὰ ἐκλέγουμε τὸ ἐλαφρότερο. Ἐπὶ παραδείγματι: Πολλὲς φορές, ἐνῶ προσευχόμαστε, μᾶς ἦλθαν ἀδελφοί. Καὶ ἀναγκαστικὰ θὰ κάνουμε ἕνα ἀπὸ τὰ δύο, ἢ θα σταματήσουμε τὴν προσευχή ἢ θὰ λυπήσουμε τὸν ἀδελφό μας, ἀφήνοντάς τον νὰ φύγει ἄπρακτος. (Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση πρέπει νὰ σκεφτοῦμε ὅτι) ἡ ἀγάπη εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν προσευχή, διότι, κατὰ κοινὴν ὁμολογία, ἡ προσευχή εἶναι μία ἐπὶ μέρους ἀρετή, ἐνῶ ἡ ἀγάπη τὶς περικλείει ὅλες.
Κάποτε -ἄλλη περίπτωση- ὅταν ἤμουν ἀκόμη νέος, ἐπῆγα σὲ κάποια πόλη ἢ σὲ κάποια κωμόπολη, (δὲν ἐνθυμοῦμαι ἀκριβῶς), καὶ καθῶς ἐκάθισα στὸ τραπέζι μοῦ ἐπετέθηκαν συγρόνως οἱ λογισμοί τῆς γαστριμαργίας καὶ τῆς κενοδοξίας. Καὶ ἐπροτίμησα νὰ νικηθῶ ἐπὸ τὴν κενοδοξία (δηλ. νὰ ἐγκρατευτῶ καὶ νὰ ἐπαινεθῶ ὡς ἀσκητικὸς καὶ νηστευτής), διότι φοβήθηκα τὸ τέκνο τῆς κοιλιοδουλείας, (δηλ. τὴν προνεία). Ἐνῶ ἐγνώρισα ὅτι στοὺς νέους πολλὲς φορὲς ὁ δαίμων τῆς γαστριμαργίας νικᾶ τὸν δαίμονα τῆς κενοδοξίας. Αὐτὸ εἶναι καὶ πιὸ φυσικό.