«Καί ἀποκατεστάθη ἡ χείρ αὐτοῦ ὡς ἡ ἄλλη»[1]. Ὁ Κύριος ἦρθε εἰς τήν γῆ γιά νά λύσει τά ἔργα τοῦ διαβόλου καί νά μᾶς θεραπεύσει ἀπό τάς νόσους τάς ψυχικάς, ἀλλά καί τάς σωματικάς∙ νά μᾶς ἀποκαταστήσει εἰς τήν ἀρχαία δόξα καί λαμπρότητα, ἀλλά καί νά μᾶς ὁδηγήσει ἐκεῖ πού θά φθάναμε ἐάν παραμέναμε στήν ὑπακοή στόν Παράδεισο, δηλαδή στήν θέωση.
Καί σέ ὅλο αὐτό τό ἔργο τῆς σωτηρίας ἀποφασιστικότατο ρόλο μετά τήν Ἁγία Τριάδα ἔπαιξε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Γι' αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας παρά πολύ τιμάει τήν Παναγία μας, ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Τήν Παναγία μας», ἔλεγε, «πολύ τήν ἀγαπάω. Μικρός στό Ἅγιον Ὄρος πολύ τήν λάτρευα! Εἶχα μιά εἰκονίτσα τῆς Παναγίτσας κάτω ἀπό τό μαξιλάρι μου. Πρωί καί βράδυ τήν ἀσπαζόμουνα. Μέ αὐτήν ζοῦσα νύκτα μέρα. Σέ αὐτήν κατέφευγα, ὅ,τι κι ἄν μοῦ συνέβαινε. Καλύτερα ἀπό μάνα! Δέν ἤθελα τίποτ' ἄλλο. Τά εἶχα ὅλα. Ἡ Ἐκκλησία μας πολύ τήν τιμάει τήν Παναγία μας. Τήν τιμάει καί τήν ὑμνεῖ πάνω ἀπ' ὅλους τούς Ἁγίους μας. Λέγει ἕνα τροπάριο: «Χαῖροις μετά Θεόν ἡ Θεός, τά δευτερεῖα τῆς Τριάδος ἡ ἔχουσα...». Ποιά ἔχει τά δευτερεῖα τῆς Ἁγίας Τριάδος; Ποιά εἶναι αὐτή «ἡ Θεός»;». Βλέπουμε πῶς ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἐνεβάθυνε μέσα στά τροπάρια καί προχωροῦσε ἔτσι στήν θεολογία τους. Ποιά εἶναι αὐτή «ἡ Θεός»; «Εἶναι ἡ Παναγία μας, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Ἡ Ἁγία Τριάς πρώτη. Δεύτερη ἡ Παναγίτσα μας. Αὐτή τή μεγάλη θέση ἔχει «ἡ τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ», ἡ Μητέρα μας, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος.
Ἡ ἱερή εἰκόνα τῆς Βρεφοκρατούσας, τό «Ἄξιον ἐστίν», εἶναι ἡ πολιοῦχος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, «ἡ ἐφέστιος τῶν ἐφεστίων». Τί σημαίνει «ἐφέστιος»; «Ἐπί τήν ἑστίαν». Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες πίστευαν τούς ἐφεστίους θεούς. Στό κέντρο τῶν οἰκιῶν ἦταν ἡ ἑστία, κάτω ἀπό τήν ὁποία ὑπῆρχαν ἀγαλματίδια τοῦ θεοῦ, πού κανείς δέν μποροῦσε νά πειράξει. Πάνω ἀπ' ὅλους τούς ἐφεστίους εἶναι ἡ Παναγία μας. Κάποτε δίναμε σημασία στούς ἀρχαίους ναούς. Καί τώρα μποροῦμε νά τό κάνομε, ἀλλά, βέβαια, γιά νά βλέπομε πῶς λάτρευαν οἱ ἀρχαῖοι τόν Θεό.
Αὐτό τό ἔκανε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πού μίλησε στόν Ἄρειο Πάγο. Δέν ἄρχισε νά λέγει ἀπό τήν πρώτη στιγμή γιά τόν Θεό, γιά τήν Παναγία κ.λπ., ἀλλά ἀπό τή δική τους φαρέτρα πῆρε τά βέλη καί τά ἔριχνε στούς Ἀθηναίους, ἀρχίζοντας ἀπό τόν ἄγνωστο Θεό»[2]. Γιατί βεβαίως καί στούς ἀρχαίους ὑπῆρχε ὁ λεγόμενος σπερματικός λόγος, ὑπῆρχαν δηλαδή ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι φωτίζονταν μερικῶς ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα κι ἔλεγαν μεγάλες ἀλήθειες. Ἔτσι ὑπῆρχε καί ἕνας βωμός στήν κατ' εἴδωλο -γεμάτη εἴδωλα- ἀρχαία Ἀθήνα, πού ἦταν ἀφιερωμένος στόν ἄγνωστο Θεό. Τόν εἶδε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, καί μίλησε γιά αὐτόν τόν ἄγνωστο Θεό πού δέν εἶναι ἄλλος παρά ὁ ἀληθινός Θεός, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
«Σταθείς δέ ὁ Παῦλος ἐν μέσῳ τοῦ Ἀρείου Πάγου ἔφη∙ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κατά πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θεωρῶ», σᾶς θεωρῶ λέγει εὐσεβεστέρους, αὐτό θά πεῖ δεισιδαιμονεστέρους, σᾶς θεωρῶ περισσότερο εὐσεβεῖς ἀπό ὅλους τούς ἄλλους. «Διερχόμενος γάρ καί ἀναθεωρῶν τά σεβάσματα ὑμῶν, εὗρον καί βωμόν ἐν ὦ ἐπεγέγραπτο, «ἀγνώστῳ Θεῷ». Περιερχόμενος τά διάφορα σεβάσματά σας, βρῆκα καί ἕναν βωμό πού τόν εἴχατε ἀφιερώσει εἰς τόν ἄγνωστο Θεό. «Ὅν οὖν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγώ καταγγέλλω ὑμῖν»[3]. Αὐτόν λοιπόν, πού ἐσεῖς ἐνῶ δέν Τόν γνωρίζετε, Τόν λατρεύετε, Τόν σέβεστε, αὐτόν τόν Θεό, ἐγώ σᾶς κηρύττω.
«Πρέπει ἀπ' ἔξω», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «νά τά μάθομε αὐτά. «Πνεῦμα ὁ Θεός καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν». Αὐτός εἶναι τό εἶναι μας, ἡ πνοή μας»[4]. Θά πρέπει δηλαδή διά μέσῳ τῆς πνευματικῆς μελέτης, τῆς ἐνασχόλησης μέ τόν Θεό, νά φθάσουμε στήν ἀληθινή λατρεία τοῦ Θεοῦ. Διαμέσου τῆς ἀληθινῆς ζωῆς καί τῆς ἀληθινῆς πίστεως, θά φτάσουμε καί στήν εὐσέβεια. Θά ὁλοκληρωθεῖ ἡ εὐσέβεια.
«Νά ἔχουμε», πάλι ἔλεγε ὁ Ἅγιος, «τήν εὐλογία τῆς Παναγίας μας. Εἶμαι πολύ χαρούμενος γιά τήν Παναγία μας. Σήμερα σᾶς φίλησα ὅλους, τόν Δημοσθένη, τόν Κοσμᾶ, τόν Θωμᾶ, ὅλους. Ἀλλά δέν μέ καταλάβανε. Αὐτό ἔγινε μυστικά, «ἐν Χριστῷ πάντες ἕν ἐσμέν». Ἀφῆστε με νά ψάλω: «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον καί τοῦ ἀπ' αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις∙ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται καί Γαβριήλ τήν χάριν εὐαγγελίζεται, διό καί ἡμεῖς σύν αὐτῷ τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν∙ Χαῖρε, Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σου»[5]. Προφανῶς τά ἔλεγε αὐτά τήν ἡμέρα πού γιόρταζαν τόν Εὐαγγελισμό.
«Αὐτό εἶχε προαναγγελθεῖ ἀπό αἰῶνες», λέγει ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Τό ἀπ' αἰῶνος μυστήριο, ἡ σάρκωσης τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Πῶς τό λέγει καί ἡ καταβασία τῶν Χριστουγέννων; «Τῷ πρό τῶν αἰώνων ἐκ Πατρός γεννηθέντι ἀρρεύστως Υἱῷ καί ἐπ' ἐσχάτων ἐκ Παρθένου σαρκωθέντι ἀσπόρως, Χριστῷ τῷ Θεῷ βοήσωμεν, ὁ ἀνυψώσας τό κέρας ἡμῶν ἅγιος εἶ Κύριε»[6]. Στόν Θεό, ὁ Ὁποῖος πρό τῶν αἰώνων γεννήθηκε ἀρρεύστως ἐκ πατρός, καί ἐπ' ἐσχάτων τῶν χρόνων ἀπό τήν Παρθένο σαρκώθηκε ἀσπόρως, σ’ Αὐτόν τόν ἀληθινό Θεό, τόν Χριστό μας, ἄς φωνάξουμε κι ἐμεῖς: Ἐσύ, πού ἀνύψωσες τό κέρας ἡμῶν, εἶσαι Ἅγιος. Ἐσύ δηλαδή πού μᾶς χάρισες τήν ἀληθινή δύναμη καί δόξα καί μᾶς κατέστησες λαό Σου, εἶσαι Ἅγιος καί δοξασμένος, Κύριε!
«Νά ζήσετε τό μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. «Ἡ Γέννησίς σου Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν...». Τά λέγω ἀπό μέσα μου καί κλαίω. Τό Ἅγιον Πνεῦμα τά ἔχει φτιάξει. Τό «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον...» καί τό «Ἡ Γέννησίς σου...», δέν τά ἔφτιαξε ἄνθρωπος. Εἶναι πλούσια σέ νοήματα καί βάθος. Λέξεις πολύ δυνατές. Πολύ βαθύ περιεχόμενο. Λίγο καταλαβαίνεις. Ἀλήθεια σᾶς λέγω, δέν τό ἔγραψαν ἄνθρωποι ἀλλά τό Ἅγιον Πνεῦμα!»[7].
Τονίζει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ὅτι καί τά τροπάριά μας, οἱ λειτουργικοί μας θησαυροί, εἶναι καί αὐτοί θεόπνευστοι, κι αὐτοί πού τά ἔγραψαν εἶχαν μέσα τους ἐνεργό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. «Ὅσες φορές κι ἄν τό σκεφθῶ, συγκινοῦμαι πάντοτε», λέγει ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Κλαίω πού τό ἀκούω. Πεῖτε το πάλι, ἀλλά μέ ἀπαγγελία ὡραία. Δέν μπορῶ νά μιλήσω. Πολύ συγκινοῦμαι, γέμισαν δάκρυα τά μάτια μου. Κι ἐπειδή εἶμαι ξαπλωμένος, δέν κυλοῦν πρός τά κάτω καί εἶναι γεμάτα δάκρυα τά μάτια μου. Ὅλη τήν ἡμέρα ἄν μοῦ τό λέεις τό τροπάριο, θά συγκινοῦμαι συνεχῶς. Νά 'χα δύο μεγάφωνα νά τά βάλω στά πεῦκα καί νά βάλω στό μαγνητόφωνο τό «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον...» καί τό «Ἡ Γέννησίς σου Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν...» καί νά τά πάρει ὁ ἀέρας νά τά πάει στόν βοριά καί στόν νοτιά, ν' ἀκουστεῖ μακριά, νά τ' ἀκούσει ὅλη ἡ κτίσις καί ὅλη ἡ φύσις!»[8].
Ὁ Ἅγιος τρυφᾶ μελετώντας καί ψάλλοντας τά ἱερά μας τροπάρια, καί ἔτσι ἀπό αὐτό διδασκόμαστε κι ἐμεῖς νά ἐμβαθύνουμε στό νόημα τῶν λειτουργικῶν μας θησαυρῶν, καί ἔτσι θά κατανυσσόμεθα καί θά παίρνουμε μεγάλη ὤθηση καί Χάρη, ὥστε νά ἀγωνιστοῦμε γιά τήν σωτηρία μας.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Ματθ. 12, 13.
[2] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[3] Πράξ. 17, 22-23.
[4] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[5] Ὅ.π.
[6] Ὅ.π.
[7] Ὅ.π.
[8] Ὅ.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου